Τὶ μπορεῖ, ἄραγε νὰ πεῖ κάποιος ἁπλὸς ἀναγνώστης, ὅπως ἐγὼ, γιὰ ἕνα βιβλίο ποὺ ἀποταμεύει τὸ πολύτιμο κομμάτι τοῦ λαογραφικοῦ πλούτου τῆς καλλισταφύλλου, κατὰ τὸν Καισάριο Δαπόντε Σκοπέλου, ποὺ ἀφορᾶ στὴν τροφὴ καὶ κατ᾿ ἐπέκταση τὴ γεύση; Γιατὶ μελετώντας τὸ εὔχυμο καὶ κατὰ πάντα ἔντιμο βιβλίο τῆς κυρίας Μαρίας διαπιστώνουμε μιὰ ἀκόμα πολιτισμικὴ πτυχὴ αὐτοῦ τοῦ νησιοῦ, ποὺ κρύβει μέσα της πολύτιμους λίθους ἱστορίας, τέχνης καὶ παράδοσης. Λίθοι, οἱ ὁποῖοι δυστυχῶς ἀπομένουν ἀνεπεξέργαστοι ἐξ αἰτίας τῆς ἀδιαφορίας, τοῦ ἀνησυχητικοῦ ρεύματος τῆς τάχα τουριστικῆς ἀξιοποίησης αὐτοῦ τοῦ τόπου καὶ φυσικὰ τοῦ κυριάρχου καὶ διαχρονικοῦ πάντα λογίου τοῦ «φάγωμεν, πίωμεν αὔριον γάρ ἀποθνήσκομεν». Εἶναι ὅμως αὐτὴ ἡ ἀλήθεια; Γιατὶ, ἄν τὸ βιβλίο αὐτὸ κάνει λόγο γιὰ τὴν τροφὴ, ὡστόσο πρέπει νὰ γνωρίζουμε, πὼς ἐκεῖνο ποὺ προτάσσεται στὸ ἐν λόγω σύγγραμμα, δὲν εἶναι τὸ ζήτημα τῶν συνταγῶν, ἄν θὰ μπεῖ δηλ. ἁλάτι ἤ πιπέρι στὸ φαΐ, ζάχαρη παραπανίσια στὸ γλυκὸ κ.λ.π. Αὐτὰ μποροῦν νὰ μᾶς τὰ ποῦν καὶ οἱ ὁδηγοὶ μαγειρικῆς. Τὸ ζητούμενο εἶναι ἄλλο καὶ μάλιστα πολὺ σημαντικό: τὸ νὰ σταθεῖ δηλ. τὸ κάθε φαγητὸ μέσα στὸ φυσικὸ του πλαίσιο, αὐτὸ ποὺ τὸ ἀνάστησε. Γι᾿ αὐτὸ, πολὺ σοφὰ ἡ συντάκτρια αὐτοῦ τοῦ πονήματος δίνει γύρω ἀπό τὸ κάθε γέννημα αὐτοῦ τοῦ τόπου, (λ.χ. τὸ κρασί, τὸ λάδι, τὸ ἀμύγδαλο), ἀπό τὸ κάθε φαγητὸ ἤ τὸ γλυκὸ τὸ ἱστοριολαογραφικό του περίγραμμα. Ποὺ σημαίνει ὅτι μεριμνᾶ γιὰ μιὰ συνάντηση μὲ τὴν παράδοση αὐτοῦ τοῦ νησιοῦ. Παράδοση ἑξάπαντος ἱερή, φιλόστοργη καὶ τίμια.
Δὲν θὰ σᾶς ταλαιπωρήσω μὲ ποικίλες ἀναλύσεις καὶ ἀναφορὲς. Αὐτὲς μπορεῖ νὰ τὶς ἀποθησαυρίσει κανείς μὲ ὑπομονὴ καὶ πίστη στὴ σκοπελίτικη παράδοση, ποὺ ἐντίμως ταμιεύεται στὸ ἐν λόγω βιβλίο. Ὅμως ἐδῶ θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ σᾶς θυμίσω, πὼς ὃταν μιλᾶμε γιὰ σκοπελίτικη παράδοση ποτὲ δὲ μένουμε στὰ περιορισμένα ὅρια τῆς Χώρας τῆς Σκοπέλου, ὅπως, δυστυχῶς, γίνεται, ἀλλ᾿ ἀγκαλιάζουμε καὶ τὸ ἄλλο κομμάτι τοῦ νησιοῦ, τὴν περιοχή τῆς Γλώσσας καὶ τοῦ Κλήματος, τὰ ὁποῖα μπορεῖ νὰ ἔχουν μιὰν ἄλλη ἰδιοπροσωπεία, ὡστόσο εἶναι σάρξ ἐκ τῆς σαρκὸς αὐτῆς τῆς εὐάνδρου νήσου. Καὶ στήν περίπτωση αὐτὴ ἡ συγγραφέας ὑπῆρξε συνεπέστατη καὶ δὲν περιφρόνησε μήτε τὴν πλατανιώτικη, μήτε τὴν κληματιανὴ παραδοσιακὴ συμεριφορά.
Ὅταν στὰ μέσα τοῦ 19ου αἰ. ὁ Φίλιππος Βαλσαμάκης φοιτοῦσε στὸ Γυμνάσιο τῆς Χαλκίδας, ὁ πατέρας του, ὁ Ἀλέξανδρος Βαλσαμάκης φρόντιζε κάθε τόσο νὰ τοῦ στέλνει κοφίνια μὲ τρόφιμα, ὅπως κάστανα, πορτοκάλια, μῆλα κ. ἄ. Ἐκτὸς ἀπ᾿ αὐτὰ τοῦ ἔστελνε καὶ κάποια γλυκὰ. «σοῦ στέλνω, τοῦ ἔγραφε καὶ δύο ζαχαροχαμαλιὰ τὰ ὁποῖα μᾶς ἐφίλευσαν» ἤ ὅταν ἦταν ἀπόγιορτα τῶν Χριστουγέννων -τότε τὰ παιδιὰ δὲν ἔρχονταν ὅπως σήμερα, ἀλλὰ παρἀμεναν στὸ τόπο τῶν σπουδῶν τους- τοῦ ἔγραφε «σοῦ ἀποστέλλωμεν καὶ παξιμάδια ἀπό τὴν κουλούρα σου τοῦ Ἁγίου Βασιλέιου». Θὰ μὲ ρωτήσει ἀσφαλῶς κάποιος γιατὶ τὰ ἀνάφερα αὐτὰ καὶ δικαίως τῶ λόγω. Ὡστόσο αὐτὸ ποὺ θέλω νὰ τονίσω εἶναι ἡ ἱστορικὴ συνέχεια κάποιων ἐδεσμάτων ποὺ ἐνάμισυ αἰώνα παραμένουν ἀναλλοίωτα.
Τὸ βιβλίο αὐτὸ ἐπάξια ἡ κ. Μαρία τὸ ἀφιερώνει στὸν ἐξ ἴσου ἔντιμο καὶ λόγιο σύζυγό της, τὸν κύριο Γιάννη, ὁ ὁποῖος ἀσφαλῶς ὑπῆρξε καὶ ὁ πρῶτος ἀναγνώστης του, ἀλλὰ καὶ ὁ ἐκ παραλλήλου γευσιγνώστης πολλῶν καὶ ποικίλων ἐδεσμάτων, ποὺ ἡ ἐν λόγω βίβλος ἔχει καταγράψει. Ὡς ἀκροτελέυτιο λοιπὸν λόγο ἔχω νὰ Σᾶς ἀναφέρω τὰ ἑξῆς, ἀξιότιμε κ. Γιάννη, ποὺ τὰ πιστεύω καὶ τὰ σέβομαι: ὃτι δηλαδὴ ἡ μαγειρικὴ τέχνη τῆς ὁμοζύγου Σας ἀσφαλῶς καὶ θὰ εἶναι ἐφάμιλλη τῆς συγγραφικῆς της ἰδιότητας. Καὶ πιστεύω ὃτι δὲν ψεύδομαι. Συγκινημένος, λοιπὸν, συγχαίρω τὴν κ. Μαρία γιὰ τὴν ἐπάξια καὶ φιλοπάτριδα μελέτη της, ποὺ στεφανώνει τὴ νῆσο τῶν νοσταλγῶν, τὴ Σκόπελο, κατὰ τὸν Ἀλ. Ππδ.
Εὐχαριστῶ ὃλους ἐσᾶς, τοὺς συνδαιτημόνας τῆς ἀποψινῆς βραδυᾶς γιὰ τὴν ὑπομονή σας…
(Ἀναγνώστηκε στὴν ἐκδήλωση ποὺ πραγματοποίησε ἡ Βιβλιοθήκη τοῦ Λυκείου τῆς Σκοπέλου, γιὰ νὰ τιμήσει τὴ συγγραφέα καὶ τὸ βιβλίο της)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου