© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Παρασκευή 22 Μαΐου 2015

Δρ Διονυσίου Γ. Κάρδαρη: ΧΟΡΕΥΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΖΑΚΥΝΘΟ

[Διάλεξη κατά την 9η σύναξη του δ΄ κύκλου δράσεων του Μορφωτικού Κέντρου Λόγου “Αληθώς”, στο πλάτωμα του Ναού της Φανερωμένης Μπανάτου, το Σάββατο, 16 Μαΐου 2015]

Ο ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΧΟΡΟΣ ΣΤΗ ΖΑΚΥΝΘΟ

Στη Ζάκυνθο ο χορός, η μουσική και το τραγούδι ήταν και είναι αναπόσπαστο στοιχείο όλων σχεδόν των κοινωνικών εκδηλώσεων της καθημερινής ζωής. Οι Ζακυνθινοί, εκτός από τις χορευτικές περιστάσεις που σχετίζονται με τις ιδιωτικές γιορτές (ονομαστική γιορτή, γάμος, βάφτιση κλπ), είχαν την ευκαιρία να εκφραστούν χορευτικά μέσα από δύο μεγάλες περιστάσεις του ετήσιου εθιμικού κύκλου που γίνονταν στο νησί, τα πανηγύρια και τα καρναβάλια.

Τα πανηγύρια εντάσσονται στις λαϊκές διασκεδάσεις και στις ευκαιρίες που δίνονταν στους κατοίκους για χορό τις ημέρες που ορίζονται από το θρησκευτικό εορτολόγιο. «Το πανηγύρι είναι ένας θεσμός κατεξοχήν λαϊκός, όπου η θρησκευτική κοινωνική και η οικονομική διάσταση συμφύρεται». Η συμμετοχή του κόσμου στα πανηγύρια όχι μόνο ως ένδειξη πίστης, αλλά και ως ευκαιρία για διασκέδαση ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης, σύμφωνα πάντα με τις μαρτυρίες των ιστορικών του νησιού ήταν εντυπωσιακή.

Από τα χρόνια της Ενετικής κατοχής στα πλατώματα που υπήρχαν μπροστά από τις εκκλησίες με τη βοήθεια και τη στήριξη τεσσάρων δοκών σχηματιζόταν «τέντα», προκειμένου να καλύψει από τον ήλιο ή τη βροχή όσους θα χόρευαν στο πανηγύρι. Η «τέντα» στολιζόταν με εικόνες, μαντήλια, σημαίες, κοσμήματα και άλλα αντικείμενα και τα δοκάρια τα έντυναν με μυρτιές και δάφνες. Τα πανηγύρια αυτά, για να τα ξεχωρίζουν από τα άλλα, τα απλά πανηγύρια των άλλων εκκλησιών, τα ονόμαζαν πανηγύρια με «τέντες», δηλαδή με σκιά. Το πανηγύρι ήταν έτοιμο από την παραμονή της γιορτής, οπότε το ταμπουρλονιάκαρο γυρνώντας στους δρόμους της πόλης ή του χωριού καλούσε πιστούς και φίλους στο γλέντι. Το ταμπουρλονιάκαρο άρχιζε να παίζει το βράδυ της παραμονής μέχρι και τα μεσάνυκτα της επόμενης ημέρας, που θα σταματούσε το πανηγύρι με το κατέβασμα της τέντας. Στο χορό των πανηγυριών παλιά συμμετείχαν μόνο άντρες.

Τα πιο ονομαστά πανηγύρια παλαιότερα ήταν:
  1. Της Αναλήψεως που βρισκόταν σχεδόν στο κέντρο της πόλης. Το πανηγύρι αυτό είχε κατά κάποιο τρόπο και μια «αριστοκρατική» χροιά, γιατί συμμετείχαν (ως θεατές βέβαια) και οι άρχοντες του τόπου.
  2. Του Αγίου Λαζάρου, που γίνονταν την Κυριακή του Πάσχα στο πλάτωμα της ομώνυμης εκκλησίας.
  3. Του Αγίου Αλυπίου ή Λυπίου την Κυριακή του Θωμά στην περιοχή «Παναγούλα»
  4. Της Ζωοδόχου Πηγής στη σημερινή θέση Μπόχαλη.
  5. Του Αγίου Γερασίμου.
  6. Της Αγίας Τριάδας.
  7. Του Αγίου Χαραλάμπους.
  8. Της Φανερωμένης.
  9. Της Πικριδιώτισσας.
  10. Της Αγίας Μαρίνας στη «Χώρα», στην περιοχή «Καμίνια».
Εκτός όμως από τα γνωστά αυτά πανηγύρια που γίνονταν στην πόλη, πανηγύρια γίνονταν και στα χωριά, πάντα με θρησκευτικό περιεχόμενο και φυσικά με την καθιερωμένη λιτανεία. Γνωστά χωριάτικα πανηγύρια ήταν:
1) Στο χωριό Μαχαιράδο, στη γιορτή του Αγίου Τιμοθέου, της Αγίας Μαύρας και της Θεοτόκου Ευτυχίδος.
2) Στο χωριό Καταστάρι, στη γιορτή της Θεοτόκου Καταστάρας, και του Αγίου Γεωργίου
3) Στο χωριό Λιθακιά, στη γιορτή της Θεοτόκου Βλασοπουλιάς και του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου.
4) Στο χωριό Καλλιπάδο, στη γιορτή της Θεοτόκου Φανερωμένης.
5) Στο χωριό Γαϊτάνι, στη γιορτή του Παντοκράτορος.
6) Στο χωριό Λαγοπόδο, στη γιορτή της Αναλήψεως.
7) Στο χωριό Γαλάρο,
8) Στο χωριό Γερακάρι στη γιορτή της Παναγίας της Λαγκαδιώτισας,
9) Στο χωριό Φαγιά στη γιορτή της Αγίας Μαρίνας.
10) Στο βουνό «Σκοπός» στην εκκλησία της Παναγίας της Σκοπιώτισσας στα σύνορα των χωριών Αργάσι και Βασιλικού κάθε Δεκαπενταύγουστο.

Σε όλα σχεδόν τα πανηγύρια αυτά ήταν «απαραίτητη» η συνοδεία του ταμπουρλονιάκαρου, που ξεκινούσε να παίζει από την προηγουμένη της γιορτής.

Στο καρναβάλι που γίνονταν μέσα στην πόλη από την αρχή της καθιέρωσής του και μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα συμμετείχαν μόνο οι ευγενείς που αποτελούσαν και την ανώτερη σε διάκριση κοινωνική τάξη του νησιού. Η κύρια διασκέδαση των ευγενών ήταν τα φεστίνια. Φεστίνια ονόμαζαν τις γιορτές που γίνονταν σε μεγάλα κτήρια (δημόσια ή ιδιωτικά) διαμορφωμένα κατάλληλα για χορό. Στα φεστίνια γίνονταν δεκτοί μόνο άντρες της ιδίας κοινωνικής τάξης (ευγενείς) και μάλιστα μόνο οι συνδρομητές. Οι γυναίκες είχαν δικαίωμα ελεύθερης συμμετοχής στα φεστίνια με την προϋπόθεση να φορούν μάσκες ή αλλιώς μορέτες. Επόμενο λοιπόν ήταν να συμμετέχουν στα φεστίνια και γυναίκες κατώτερων κοινωνικών τάξεων, αφού το απαραβίαστο της μάσκας έκρυβε την «ταπεινή καταγωγή τους». Τις γιορτές αυτές συνόδευαν πάντα ζωντανές ορχήστρες κυρίως από την Ευρώπη και ήταν επόμενο να διασκεδάζουν με τραγούδια και χορούς ευρωπαϊκής προέλευσης.

Σε αντίθεση με τους ευγενείς που διασκέδαζαν στο καρναβάλι με τα φεστίνια και οι κατώτερες κοινωνικές τάξεις συμμετείχαν σε αυτό και διασκέδαζαν στους δρόμους και στις πλατείες, χορεύοντας και τραγουδώντας με τα παραδοσιακά τους μουσικά όργανα (ταμπούρλο και νιάκαρο), καθώς και με κιθάρες και βιολιά σε φιλικά σπίτια, τόσο στην πόλη, όσο και στα χωριά.

Εκτός όμως από τους χορούς αυτούς, μεγάλη διασκέδαση και ψυχαγωγία στους απλούς κατοίκους (αστοί-ποπολάροι) του νησιού πρόσφεραν και οι «ομιλίες». Οι «ομιλίες», είναι υπαίθριες παραστάσεις γραμμένες από απλούς ανώνυμους ανθρώπους με κοινωνικό ή πολιτικό περιεχόμενο, που διακωμωδούσαν μπροστά στο συγκεντρωμένο πλήθος του κόσμου ελαττώματα και κακίες, όχι μόνο προσώπων, αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας. Αποτελούσαν όμως και μια καλή ευκαιρία για διασκέδαση, μιας και δεν έλειπαν οι χοροί και τα τραγούδια κατά τη διάρκεια των ομιλιών από τους ηθοποιούς και τους παρευρισκόμενους θεατές. Χρονική περίοδος παρουσίασης της «ομιλίας» είναι η περίοδος της αποκριάς. Στις ομιλίες συμμετείχαν μόνο άντρες, ακόμα και στους ρόλους των γυναικών. Τόπος παρουσίασης των ομιλιών ήταν οι πλατείες και τα καντούνια, οι δρόμοι δηλαδή του νησιού, ενώ ο συγγραφέας ήταν συνήθως άγνωστος. Οι ηθοποιοί ήταν ανώνυμοι και αναγκαστικά μασκαρεμένοι. Από τις αρχές του 20ού αιώνα στα περισσότερα χωριά στη Ζάκυνθο, τόσο στα δημόσια γλέντια (πανηγύρια) όσο και στα ιδιωτικά χόρευαν και χορεύουν ακόμα και σήμερα συρτά (καλαματιανά). Στα ιδιωτικά και στα δημόσια γλέντια των κατοίκων των χωριών Καταστάρι, Πηγαδάκια, Ορθονιές, χόρευαν, μέχρι τουλάχιστον και τη δεκαετία του 1970 το χορό «πως το τρίβουν το πιπέρι», που φαίνεται να έχει πανελλήνια εμβέλεια, μιας και τον συναντάμε σχεδόν σε όλη την Ελλάδα. Σήμερα, αν και δεν χορεύεται πια, τον θυμούνται σχεδόν οι περισσότεροι ηλικιωμένοι κάτοικοι. Ανήκει στη κατηγορία των μιμητικών χορών και χορευόταν μόνο από άντρες. Φαίνεται ότι ο χορός αυτός ήλθε στη Ζάκυνθο ή μεθενωτικά από Έλληνες εσωτερικούς μετανάστες που ήλθαν από την Πελοπόννησο ή τον μετέφεραν Ηπειρώτες πρόσφυγες, οι οποίοι κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας έβρισκαν καταφύγιο στο νησί.

Στην πόλη αλλά και στα χωριά του κάμπου και της «ρίζας» χόρευαν κατά την περίοδο της αποκριάς κανδρίλιες και λανσιέρηδες, ενώ ο Γκούσκος ή «Ερωτας» με πληροφόρησε ότι μέχρι και την δεκαετία του '70 στο χωριό Καταστάρι χόρευαν και την «πόλκα την παλαιά», όπως την ονόμαζε χαρακτηριστικά. Αξίζει να αναφέρω ακόμα ότι παιζόταν από τα ταμπουρλονιάκαρα μέχρι και πρόσφατα στους γάμους και στα δημόσια γλέντια πατινάδες με πιο γνωστή μελωδία πατινάδας το «σκοπό τση ρούγας».

Μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου σημειώθηκαν σημαντικές αλλαγές στο εσωτερικό της ελληνικής και κατ΄ επέκταση της ζακυνθινής κοινωνίας, οι οποίες επέβαλαν ένα νέο τρόπο ζωής στους κατοίκους της. Περιορισμένος πια ο χορός στον ψυχαγωγικό του κυρίως ρόλο έδωσε το έναυσμα για τη δημιουργία νέων πολιτισμικών συμπεριφορών, που είχαν ως κύριο χαρακτηριστικό τους την ενίσχυση της ατομικής και όχι της συλλογικής ταυτότητας των πολιτών, όπως συνέβαινε παλαιότερα.

Μεταπολεμικά ή καλύτερα μετασεισμικά (1953 και μετά) η χορευτική πρακτική στο νησί αρχίζει να ενεργοποιείται πλέον από ιδιωτικές πρωτοβουλίες ή πολιτικούς σχεδιασμούς πολιτιστικής ανάπτυξης που επιβάλει ο τουρισμός. Οι παραδοσιακές χορευτικές δημιουργίες εγκαθίστανται σε αίθουσες διδασκαλίας στο κέντρο της πόλης και καλούνται να συμβάλουν στις νέες πολιτισμικές ανάγκες. Είναι η εποχή του ταγκό, του βαλς και του Φοξ (Τρότ-αντλέ) που χορεύονται σχεδόν σε όλα τα γλέντια, ακόμα και στα πανηγύρια, μέχρι και τώρα. Σήμερα, βέβαια, όλο και λιγότερες είναι αυτές οι χορευτικές εκφράσεις, γιατί οι νεότεροι ζακυνθινοί των 20-25 ετών δε χορεύουν αυτούς τους χορούς. Ένας μεταγενέστερος ερευνητής-μελετητής των χορών της Ζακύνθου μετά από χρόνια ίσως ανακαλύψει ότι κάποτε στα παλιά πανηγύρια οι Zακυνθινοί χόρευαν και διασκέδαζαν με ταγκό, βαλς και φοξ-αντλέ.

Σήμερα η παραδοσιακή κοινότητα έχασε τα περισσότερα από τα προπολεμικά της γνωρίσματα. Υπάρχει ως μια τυπική διοικητική οντότητα, που αποκτά ουσιαστικό περιεχόμενο μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες με τα δημόσια πανηγύρια. Σε αυτά η συμμετοχή των ξενιτεμένων αλλά και των ντόπιων μελών της κοινότητας στο χορό έχει συμβολικό χαρακτήρα, καθώς μέσα από αυτήν αναδεικνύεται η πολιτισμική-τοπική ταυτότητα τους. Το πανηγύρι συνεπώς έχει διαφοροποιηθεί και έχει αποκτήσει σύγχρονο, μοντέρνο πρόσωπο.

Οι βαθιές κοινωνικές, οικονομικές, πολιτιστικές και πολιτικές ανακατατάξεις, που σημειώθηκαν κατά τη σύγχρονη περίοδο με την τεράστια εξάπλωση του τουρισμού στη Ζάκυνθο, είχαν κυρίως αρνητικές επιδράσεις στους παραδοσιακούς χορούς και προξένησαν τον αναπροσδιορισμό της λειτουργίας τους, η οποία, αφού συμπληρώθηκε με νέα στοιχεία, προσαρμόστηκε στα δεδομένα της εποχής και της κοινωνικής ανάπτυξης. Οι συνήθειες, τα έθιμα και κατ' επέκταση και οι χοροί της τάξης των Ευγενών δεν έφτασαν μέχρι τις μέρες μας και δε σώθηκαν, γιατί δεν αντιπροσώπευαν καθόλου τη λαϊκή συνείδηση των Ζακυνθινών. Ακόμα και οι προσπάθειες αναβίωσης, ή διάσωσης αυτών των χορών, όπως: μεγάλος Ζακυνθινός, καδρίλιες και λανσιέρηδες δε καρποφόρησαν. Αντίθετα, οι παραδοσιακοί χοροί των χωρικών και κατ΄ επέκταση και τα τραγούδια που τους συνόδευαν (τουλάχιστον αρκετά από αυτά) έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα, άσχετα αν έχουν μαζί τους κάτι αρκετά προσαρμοσμένο στο σύγχρονο τουρισμό, που, όπως είναι γνωστό, ευνοεί τις αναβιώσεις και τις αναπαραστάσεις των παλιών μας εθίμων, δηλαδή το φολκλορισμό.

Στη ραγδαία εξάπλωση του φολκλορισμού στο νησί βοήθησε και ο αχαλίνωτος τουρισμός. Η άνοδος του τουρισμού, ενώ ανοίγει νέους οικονομικούς και κοινωνικούς ορίζοντες, καταστρέφει ταυτόχρονα ή σπρώχνει προς τη λήθη πολιτιστικά στοιχεία που εκφράζουν την ευαισθησία των κατοίκων. «Η χορευτική δημιουργία μεταφέρεται πλέον από το φυσικό περιβάλλον στο πλαίσιο επιχειρησιακού τύπου οργανισμών, επαγγελματικών ή ερασιτεχνικών και αυτό συντελείται με τη ρήξη του παραδοσιακού τρόπου ζωής και την ανατροπή των όρων κοινωνικής και ιδεολογικής ομοιογένειας, στους οποίους στηριζόταν ο πολιτισμός της υπαίθρου».

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι Ζακυνθινοί σήμερα, ιδιαίτερα όσοι ζουν στην πόλη, στα παραθαλάσσια ή στα πιο κοντινά με τη θάλασσα χωριά, (Λαγανάς, Αργάσι, Καλαμάκι, Αλυκές, Βασιλικός, Τσιλιβή κ.α.) έχουν διανύσει το μεγαλύτερο μέρος του δρόμου που οδηγεί από τον παραδοσιακό στο σύγχρονο πολιτισμό. Διατηρούν βέβαια πολλούς από τους παραδοσιακούς τρόπους ζωής και σκέψης, αλλά πάντοτε σε συνδυασμό με τους τρόπους ζωής και σκέψης που επικρατούν σε ένα σύγχρονο τουριστικό νησί. Είναι βέβαιο ότι στη σύγχρονη εποχή ο παραδοσιακός χορός, παρουσιάζεται ως μια μορφή ψυχαγωγίας που συμβάλλει στη διεύρυνση των διαπροσωπικών σχέσεων, χάνει όμως τη γνησιότητα του και, κατ΄ επέκταση, τον παραδοσιακό του χαρακτήρα. Αν οι χοροί που χορεύονται σήμερα στη Ζάκυνθο στις πίστες των νυχτερινών κέντρων και εστιατορίων, φτάσουν στα παιδιά των σχολείων της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς επίσης και στους διάφορους πολιτιστικούς συλλόγους ως αντιπροσωπευτικοί χοροί του παραδοσιακού πολιτισμού της Ζακύνθου, τότε το πρόβλημα όσον αφορά τη «διάσωση και διάδοση» της χορευτικής παράδοσης του νησιού γίνεται πραγματικά δραματικό.

Παράγοντες που συνέβαλαν καταλυτικά στη διαμόρφωση του τοπικού χορευτικού ρεπερτορίου

Όλα τα γεγονότα που χαρακτηρίζουν την κάθε εποχή έχουν φυσικά τον αντίκτυπό τους στα συναισθήματα των ανθρώπων που ζουν στη συγκεκριμένη εποχή. Ίσως είναι δύσκολο να κατανοηθούν τα συναισθήματα ενός ανθρώπου, όταν ακούει μουσική ή όταν χορεύει. Μπορούν όμως να προσδιοριστούν οι παράγοντες που γεννούν αυτά τα συναισθήματα, αν η μελέτη του χορού και της μουσικής -ανεξάρτητα ή σε συνδυασμό μεταξύ τους- γίνει μέσα στα κοινωνικά τους πλαίσια. Καθοριστικοί παράγοντες, καθώς και βασικές προϋποθέσεις για την δημιουργία και καθιέρωση των χορών κάθε κοινότητας είναι οι κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες, ο τρόπος ζωής και η χωροταξική και γεωγραφική κατάταξη των κοινωνικών ομάδων.

Το περιεχόμενο, η μορφή και η διαμόρφωσή τους καθορίζεται από τη διαλεκτική σχέση της φύσης και του κόσμου που περιβάλλει τις κοινωνικές ομάδες. Η σχέση αυτή σε ορισμένες περιπτώσεις είναι μεγαλύτερη, όπως για παράδειγμα στη κοινωνία της υπαίθρου, ενώ σε άλλες περιπτώσεις είναι μικρότερη, όπως για παράδειγμα στην αστική κοινωνία.

Στην καθιέρωση και ανάπτυξη των παραδοσιακών χορών στο νησί της Ζακύνθου, καθώς και στην ένταξη τους στο τοπικό χορευτικό ρεπερτόριο του νησιού συνέβαλαν διάφοροι παράγοντες. Οι προσδιοριστικοί παράγοντες όχι μόνο για την καθιέρωση αλλά και για τη διατήρηση και διαμόρφωση τους είναι: ιστορικοί, θρησκευτικοί, πολιτικοί, γεωγραφικοί, κοινωνικοί, οικονομικοί, η εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση, καθώς και οι ξενικές επιδράσεις.

1. Ιστορικοί Παράγοντες

Από τις διάφορες πληροφορίες που υπάρχουν για την ιστορία της Ζακύνθου από τα αρχαϊκά κυρίως χρόνια και μετά, τα σημεία εκείνα που πρέπει να προσέξουμε είναι τα παρακάτω:
Α) Στη Ζάκυνθο από πολύ νωρίς κατοίκησαν ελληνικά φύλα.
Β) Το νησί αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι του ελληνικού μητροπολιτικού κορμού.
Γ) Ως κοινωνική μονάδα διαμορφώνει το γνώριμο πολίτευμα «Πόλης-Κράτος» κυρίαρχο, ελεύθερο και δημοκρατικό.

Από την εποχή που η φραγκοκρατία κάνει αισθητή την παρουσία της στο νησί (1185-1479) ξεκίνησε και ο λατινικός δεσποτισμός για τους κατοίκους της Ζακύνθου, με συνθήκες αναγκαστικής υποταγής ή απελπισμένου εκπατρισμού. Από εκείνη την εποχή η ελληνική ψυχή των κατοίκων του νησιού κρατήθηκε ζωντανή και άρχισε να εξουδετερώνει κάθε βίαιο εξαναγκασμό ή διωγμό. ενώ ταυτόχρονα κράτησε σχεδόν ανέπαφα τα στοιχεία της εθνικής της ταυτότητας. Σε αυτό βοήθησε πάρα πολύ ο συνεχής εποικισμός χιλιάδων Ελλήνων προσφύγων, ιδιαίτερα από την Δυτική Πελοπόννησο, την Αιτωλοακαρνανία, την Ήπειρο, και την Κρήτη, που με τους μικτούς γάμους μεταξύ των ντόπιων Ζακυνθινών και των υπολοίπων Ελλήνων περιόρισαν σε μεγάλο βαθμό την εθνολογική επικράτηση των Λατίνων.

Η ελληνική ζακυνθινή οικογένεια διατήρησε μέσα στην ιστορία εντονότερη και διαρκέστερη τη συνοχή της, επειδή οι γεωγραφικές και εθνοϊστορικές συνθήκες του τόπου (ή και της διασποράς) την κρατούσαν πάντα σε άμυνα συντήρησης και σε ένα υποσυνείδητο για όλο το έθνος αγώνα επιβίωσης. Διαχρονικά λοιπόν έχουμε καθολική επικράτηση του ελληνικού στοιχείου στο νησί που εγκαθίσταται στα ορεινά χωριά και στα χωριά της ρίζας. Αυτό το ιθαγενές Ελληνικό στοιχείο φαίνεται να διατηρεί τις παραδοσιακές του καταβολές και αξίες, πράγμα που γίνεται φανερό από το μουσικοχορευτικό ρεπερτόριο που καλλιεργεί, μέσα από το οποίο εκφράζεται πολιτιστικά.

Σε αντίθεση λοιπόν με τους ποπολάρους, οι ευγενείς, πολλοί από τους οποίους ήταν Λατίνοι τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια της ενετοκρατίας στο νησί, συνηθίζουν να εκφράζονται πολιτιστικά με τα δικά τους ήθη και έθιμα που έχουν ευρωπαϊκό χρώμα και ιδιαίτερα ιταλικό. Στο πέρασμα των χρόνων οι εκάστοτε Έλληνες που πλαισιώνουν την τάξη των ευγενών αρέσκονται και αυτοί να διασκεδάζουν με τον ευρωπαϊκό τρόπο και τις συνήθειες που μεταφέρουν οι εκάστοτε ξένοι κατακτητές. Σε αυτές τις ιστορικο-κοινωνικές συνθήκες, εμφανίζονται συλλογικές πολιτισμικές δημιουργίες αντίθετες μεταξύ τους, όπου μέσα από αυτές βρίσκει τρόπο να εκφραστεί η κοινωνική και η οικονομική αντιπαράθεση και οι ταξικές διαφορές. Στο πολιτικό ακόμα επίπεδο οι αγώνες των κατοίκων της Ζακύνθου είναι η έκφραση των κοινωνικών αγώνων τους. Οι αγώνες αυτοί, κάτω από διάφορα «περιβλήματα», ήταν αγώνες του λαού για καλύτερη ζωή, για λιγότερη φορολογία, για περισσότερα δικαιώματα στη ζωή και αργότερα έγιναν αγώνες για τη δημοκρατία, την κατοχύρωση του Συντάγματος και την ισότητα των τάξεων, την οποία πέτυχε τελικά να κατακτήσει μετά το 19ο αιώνα το ανερχόμενο αστικό στοιχείο του νησιού.

2. Θρησκευτικοί Παράγοντες

Ένας πολύ σημαντικός παράγοντας, που επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό το λαϊκό πολιτισμό κάθε χώρας, είναι η θρησκεία με το εορτολόγιο της. Στο νησί της Ζακύνθου ένας σημαντικός παράγοντας ενίσχυσης της ελληνικής εθνικής συνείδησης των κατοίκων ήταν η Ορθοδοξία και η ελληνική γλώσσα. Η ορθοδοξία, κατά την άποψή μου, με τις πνευματικές της παραδόσεις και παρακαταθήκες αποτελούσε αστείρευτη πηγή εθνότητας και ομοψυχίας των Ελλήνων. Η ένταξη δε των καθολικών Λατίνων στην ορθόδοξη λατρευτική κοινότητα ακολούθησε ένα «προτσές» τυπικά επτανησιακό. «Πρόκειται για ένα κλασσικό δείγμα της συστηματικής εξουδετέρωσης κάθε αλλόδοξου φυλετικού παράγοντα μέσα στην Ελληνορθόδοξη αφομοιωτική χοάνη».

Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της έγγραφης αναφοράς του Προβλεπτή της Ζακύνθου Δονάτου Da Lezze στη Βενετική γερουσία με ημερομηνία 25 Μαΐου 1506, όπου αναφέρει ότι «εξαιτίας της έλλειψης δυτικών ιερέων και καθολικών εκκλησιών στο νησί, άπαντες οι Λατίνοι ησπάσθησαν το Ελληνικόν δόγμα». Κατά τη χρονική περίοδο της Επτανήσου πολιτείας (1800-1807) αξίζει να αναφερθεί ότι το αίτημα των Επτανησίων για την ανασύσταση της ορθόδοξης επισκοπικής έδρας στην Κέρκυρα που οι Ενετοί την είχαν ήδη καταργήσει από το 12ο αιώνα αντικαθιστώντας τον ορθόδοξο επίσκοπο με Λατίνο, έγινε αποδεκτό και εξελέγη αρχιεπίσκοπος Κέρκυρας ο ιερέας Σιγάλας.

Τα παραδοσιακά εξάλλου πανηγύρια ήταν και είναι άμεσα συνδεδεμένα με το θρησκευτικό εορτολόγιο. Ήταν η μεγαλύτερη αφορμή για επικοινωνία, διασκέδαση και εκτόνωση των κατοίκων, μαζί με το θρησκευτικό μυστήριο του γάμου. Με την πάροδο του χρόνου και με την παρακμή των πανηγυριών, αρχίζουν να χάνονται ταυτόχρονα και αρκετοί παραδοσιακοί χοροί μαζί με τους τελευταίους χορευτές και οργανοπαίχτες, που αρχίζουν να εκλείπουν είτε βιολογικά είτε με την αποχή τους από τα πανηγύρια, όταν αυτά αρχίζουν να παρακμάζουν. Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι η ορθόδοξη χριστιανική θρησκεία, αφενός συνέβαλε στην διατήρηση του ελληνισμού στο νησί, αφετέρου διαφύλαξε-διέσωσε με τα θρησκευτικά της πανηγύρια και τα θρησκευτικά, κοινωνικά μυστήρια (γάμου-βάφτισης) τη χορευτική παράδοση των κατοίκων του νησιού.

3. Οικονομικοί Παράγοντες

«Η μουσική και ο χορός, ως μορφές τέχνης, είναι φαινόμενα κοινωνικά και βρίσκονται σε μια πλατιά και αμφίδρομη αιτιοκρατική σχέση με τον κοινωνικό περίγυρο. Η γένεση και ο μετασχηματισμός τους έχουν άμεση σχέση με τους εκάστοτε ισχύοντες οικονομικό-ιστορικούς παράγοντες των μεταβολών τους φυσικά και των συνακόλουθων κοινωνικών αναδιαρθρώσεων που ακολουθούν». Οι οικονομικές δραστηριότητες που αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα στο αστικό κέντρο του νησιού που θεωρείται η πόλη με το λιμάνι, προκάλεσαν ευρωπαϊκές επιδράσεις στους χορούς, (τόσο μουσικά όσο και κινησιολογικά), που ήταν φυσικό αποτέλεσμα της οικονομικής αναδιάρθρωσης των κατοίκων με τη συχνή ανταλλαγή προϊόντων, την ανάπτυξη του εμπορίου, τη συναναστροφή με δυτικούς λαούς, καθώς και την επικοινωνία μεταξύ τους. Σε αντίθεση πάντα με τα χωριά (ιδιαίτερα τα ορεινά), τα οποία δε φαίνεται να δέχτηκαν ευρωπαϊκές επιδράσεις, αφού οι ελάχιστες δυνατότητες εμπορικής συναλλαγής των χωρικών τους κράτησαν μακριά από την πόλη και το λιμάνι με όλα τα οικονομικά και κοινωνικά επακόλουθα που μπορεί να δημιουργήσει αυτή η απομάκρυνση. Οι βασικοί λοιπόν οικονομικοί συντελεστές παραγωγής συνέβαλαν σημαντικά στη δημιουργία των όρων και των προϋποθέσεων της διαμόρφωσης των χορών.

4. Γεωγραφικοί Παράγοντες

Η εισροή χιλιάδων Ελλήνων (περισσότεροι από 30.000) το διάστημα της Ενετοκρατίας(1450-1797), που ήταν κατά το πλείστον φτωχοί και κατατρεγμένοι από τους Τούρκους, συνέβαλε σημαντικά ώστε να πλαισιωθούν τα χωριά του νησιού από ελληνικό πληθυσμιακό στοιχείο. Η Ζάκυνθος ως απροστάτευτο νησί που ήταν, έπεσε πολλές φορές θύμα πειρατικών επιδρομών και λεηλασιών βαρβάρων, που αιχμαλώτιζαν ή σκότωναν τον πληθυσμό. Οι κάτοικοι (κυρίως οι χωρικοί), για να σωθούν, έβρισκαν καταφύγιο στα βουνά του νησιού, ενώ στο Ενετικό φρούριο κατέφευγαν συνήθως οι εύποροι κάτοικοι της πόλης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση των κατοίκων της προς τα ορεινά χωριά, όπου έζησαν για μεγάλα χρονικά διαστήματα, άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο, σε μερική θα λέγαμε «απομόνωση». Αυτή η απομόνωση θεωρήθηκε η βασική αιτία της διατήρησης ως τα τελευταία χρόνια πανάρχαιων μορφών ζωής, όπως εκδηλωνόταν αυτές, -γνωστό ήδη αυτό και μέσα από τα αρχαιολογικά ευρήματα-, μέσα από τα ήθη, έθιμα, δοξασίες και πίστεις, που εξακολουθούσαν να εκδηλώνονται ακόμα και στην περίοδο όπου είχαν αρχίσει να σημειώνονται σε διεθνές επίπεδο οι βαθιές κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές αλλαγές.

Έτσι οι αρχαίες παραδόσεις στα ορεινά χωριά και στα χωριά της ρίζας έμειναν ζωντανές στη μνήμη του λαού, ενώ τονώθηκε πολλές φορές ο λαϊκός πολιτισμός από εποικισμούς Ελλήνων, από την Κρήτη, την Πελοπόννησο, και την Ήπειρο, που προτιμούσαν την «ηπιότερη» Ενετοκρατία από την αμείλικτη Τουρκοκρατία. Η μετατόπιση επίσης, μεγάλου μέρους από τους χριστιανικούς πληθυσμούς των Ελλήνων στα ορεινά, όπου η κοινωνική και πολιτική εξουσία του κατακτητή ήταν ελάχιστα αισθητή, άφησε περιθώρια για τη δημιουργία κοινωνικών και πολιτισμικών δομών χαρακτηριστικά διαφορετικές από αυτές που ίσχυαν στις υποταγμένες πεδινές ή παραλιακές περιοχές.

Η μνήμη, βέβαια όσον αφορά στις παραδόσεις του τόπου, είναι περισσότερο έντονη στα ορεινά χωριά ίσως, διότι η απόσταση από το βομβαρδισμό των μηνυμάτων που δέχεται ο άνθρωπος της πόλης είναι μεγαλύτερη. Έτσι, είναι φυσικό οι κοινωνίες των αγροτικών περιοχών να αφομοιώνουν βραδύτερα τα μηνύματα που προέρχονται από τις μεγαλουπόλεις. Αξίζει να αναφερθεί ότι οι περισσότεροι δρόμοι στο νησί ανοίχτηκαν μετασεισμικά (1953 και μετά). Υπήρχαν άνθρωποι στα χωριά, που δεν είχαν δει ποτέ την πόλη (χώρα). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα αρκετοί κάτοικοι των ορεινών ιδιαίτερα χωριών να μένουν μακριά από τα ερεθίσματα της «Χώρας». Η εγκατάσταση εξάλλου και παραμονή στην πόλη ευπόρων οικογενειών που αποτελούσαν και την κυρίαρχη τάξη του νησιού, φανερά επηρεασμένη από τον Ενετικό τρόπο ζωής διαμορφώνουν στην εξελικτική πολιτιστική τους πορεία διαφορετικές χορευτικές αναζητήσεις έκφρασης και διασκέδασης.

5. Κοινωνικοί Παράγοντες

Στην ιστορία του κόσμου παρουσιάζονται εποχές, όπου κάτω από την πίεση διαφόρων παραγόντων και συνθηκών ολόκληροι σχεδόν πληθυσμοί αρχίζουν να μετακινούνται ή να ανακατεύονται μαζί με τους παλαιούς κατοίκους, αλλάζοντας την εθνολογική σύσταση του πληθυσμού του τόπου που τελικά καταλήγουν για να ζήσουν. Η μελέτη της γενικής ιστορίας ενός τόπου μας διδάσκει «το ρόλο της επίδρασης εξωτερικών συγκυριών και παραγόντων στη διαμόρφωση κάθε επιμέρους κοινωνίας». Κατά μία έννοια η ιστορία ως συλλογικό γεγονός δημιουργείται μέσα από το επιμέρους έργο της οικογένειας. Η οικογένεια αποτελούσε πάντα το κύτταρο και τον καθρέφτη κάθε κοινωνίας.

Oι αγροτικές κοινωνίες της Ζακύνθου κράτησαν ζωντανή τη χορευτική τους παράδοση (βασισμένη σε πανάρχαια ελληνικά έθιμα) προβάλλοντας έτσι μια ξεχωριστή μορφή πολιτισμικής συνείδησης. Αντίθετα, η κουλτούρα που καλλιεργήθηκε από την κοινωνία της πόλης (ευγενείς) ταυτιζόταν σχεδόν πάντοτε με την κουλτούρα των εκάστοτε κατακτητών που έφερναν στο νησί τα ευρωπαϊκά ήθη και έθιμα και, κατ΄ επέκταση, και τους ευρωπαϊκούς χορούς, τουλάχιστον μέχρι την εποχή της ένωσης με την Ελλάδα (1864). Μετά την ένωση με την Ελλάδα, η ήδη ανερχόμενη αστική κοινωνία που φαίνεται να κυριαρχεί, τόσο στον ιδεολογικό όσο και στον οικονομικό τομέα, ακολουθεί τα πρότυπα διασκέδασης της πρωτεύουσας (Αθήνα) που μοιραία ακολουθεί και αυτή τον ευρωπαϊκό τρόπο διασκέδασης με κυρίαρχους χορούς το ταγκό και το βαλς.

6. Ευρωπαϊκές και ελληνικές επιδράσεις

Οι ευρωπαϊκές επιδράσεις που δέχτηκε η κοινωνία της Ζακύνθου είχαν βενετσιάνικη προέλευση. Άλλωστε η μακροχρόνια παραμονή των Ενετών στο νησί το μαρτυρεί αυτό με φανερές επιδράσεις τόσο στην αρχιτεκτονική των σπιτιών, όσο και στην αμφίεση και τον εθιμικό τρόπο ζωής των κατοίκων. Οι χορευτικές επιδράσεις έγιναν εμφανείς ιδιαίτερα στην άρχουσα τάξη του νησιού, η οποία από τα πρώτα χρόνια της ενετικής κατοχής προσπαθεί να προσαρμοστεί στον τρόπο διασκέδασης των Ενετών με την συμμετοχή των ορθοδόξων Ελλήνων κατοίκων στα «φεστίνια», που διοργανώνουν οι εκάστοτε «προβεδούροι» στο κάστρο και αργότερα στα μεγάλα «Παλάτσα» των ευγενών. Έτσι στο χορό και στα μουσικά ακούσματα των ευγενών είναι φανερή η ευρωπαϊκή επίδραση, καθώς κυριαρχούν αναγεννησιακού τύπου ρυθμοί (χορού-μουσικής) σαφώς επηρεασμένοι από τη δύση και ιδιαίτερα την Ιταλία.

Οι συνεχείς μετακινήσεις των Ελλήνων προσφύγων που έψαχναν να βρουν καταφύγιο στη Ζάκυνθο εκατοντάδες χρόνια, δεν έφεραν αλλαγές στο πολιτιστικό «γίγνεσθαι» των κατοίκων του νησιού, αλλά πολύ γρήγορα τα συνακόλουθα σε αυτούς ήθη και έθιμα αφομοιώθηκαν από το ντόπιο στοιχείο, με αποτέλεσμα να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο ο ελληνικότητά του και αυτό να αποτελέσει αφετηρία για ένα μοντέλο πολιτισμικής δραστηριότητας με εμφανή στοιχεία επτανησιακού χαρακτήρα, που δηλώνει πάνω από όλα την ελληνικότητα των κατοίκων. Το σημαντικό πολιτιστικό γεγονός που πρέπει να τονιστεί είναι ότι έχουμε την πρώτη παράσταση αρχαίου ελληνικού δράματος στη νεότερη ελληνική ιστορία, την παράσταση «Πέρσες του Αισχύλου», στο Κάστρο της Ζακύνθου, από νέους ευγενείς του νησιού το 1571. Αν θαυμάζουμε, δίκαια βέβαια, τους τουρκοκρατούμενους Έλληνες, που με τη γλώσσα, την πίστη, την παιδεία και με την αυτοδιοίκηση, πολέμησαν τον κατακτητή και κατάφεραν να διατηρήσουν την εθνικότητά τους, τότε τι πρέπει να πούμε για τους επτανήσιους που με επίσημα ξένη γλώσσα, θολή πίστη (στην αρχή), διαφορετική παιδεία, καινούργιο πολίτευμα και με μια πρωτοφανή επιδρομή (αποίκων), που σε ποσότητα (περισσότεροι από 30.000) και επιρροή ξεπέρασαν τους ντόπιους, κατάφεραν ύστερα από τριακόσια ογδόντα χρόνια ζυγού όχι μόνο να διατηρήσουν, αλλά και να μεταμορφωθούν σε μια συνειδητή ελληνική κοινωνία. Επιπρόσθετα, ένας σημαντικός παράγοντας ενίσχυσης της ελληνικότητας των κατοίκων είναι και το φυσικό περιβάλλον. «Η Ζάκυνθος από τα αρχαία χρόνια έχει ελληνική καταγωγή. Το χώμα, η θάλασσα, ο ουρανός, παρόλο που κάθε λίγο αλλάζουν αφεντικό παραμένουν τα ίδια. Ο νέος κάτοικος που ήλθε το 1500 θα πρέπει να συνειδητοποίησε ότι πατεί ελληνικό χώμα. Τώρα, αν σιγά-σιγά δέθηκε με το γύρω χώρο και άρχισε να τον νιώθει δικό του και να τον αγαπά, αυτό οφείλεται στο ότι και ο χώρος αυτός τον δέχτηκε με αγάπη και του πρόσφερε διατροφή και προστασία. Με άλλα λόγια ο χώρος κέρδισε τον άνθρωπο».

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗ
  1. Αμαργιανάκης Γ., «Δημοτική Μουσική», Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος 28, Θέατρο, κινηματογράφος, μουσική, χορός»,. Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1999.
  2. Ανωγειαννάκης Φοίβος, Ελληνικά λαϊκά μουσικά όργανα, έκδοση «Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων», Αθήνα 1975.
  3. BaudBovy Samuel, Δοκίμιο για το Δημοτικό Τραγούδι, Πελοποννησιακό. Λαογραφικό Ίδρυμα. Ναύπλιο 2005
  4. Φοίβος Ανωγειανάκης, εκδ. Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα, Ναύπλιο 2005.
  5. Ευαγ. Γ. Αυδίκος, «Χορός και κοινωνία», εκδ. Πνευματικό Κέντρο Δήμου Κόνιτσας, Κόνιτσα 1994.
  6. Ρ. Γκαρωντύ, «Ο Χορός στη ζωή», εκδ. Ηριδανός, Αθήνα 1972.
  7. Γράψας, Ν. “Ελληνική Μουσική Πράξη: Λαϊκή Παράδοση – Νεότεροι Χρόνοι” στο Τέχνες ΙΙ: Επισκόπηση Ελληνικής Μουσικής και Χορού, τόμος Γ΄, ΕΑΠ, Πάτρα 2003.
  8. Δαμιανάκος Στάθης. Παράδοση ανταρσίας και λαϊκός πολιτισμός, εκδόσεις «Πλέθρο», Αθήνα 1987,σελ 21-39. Λαϊκός Πολιτισμός: «Ιδεολογική χρήση και θεωρητική συγκρότηση του όρου», Περιοδικό Επιστημονική σκέψη, Τεύχος 19 , Αθήνα 1984.
  9. Δανιηλίδης Δημοσθένης. Η Νεοελληνική Κοινωνία και Οικονομία, εκδόσεις «Νέα σύνορα», Αθήνα 1985.
  10. Δήμας Ηλίας. Ο παραδοσιακός χορός στο Συρράκο – Λαογραφική και Ανθρωπολογική Προσέγγιση, Διδακτορική διατριβή, Ιωάννινα 1989. «Κοινωνικός μετασχηματισμός και Ελληνικός παραδοσιακός χορός». Πρακτικά 1ου Πανελληνίου Συνεδρίου Λαϊκού Πολιτισμού με θέμα τη διαχρονική εξέλιξη του χορού στην Ελλάδα. Σέρρες 15-17/10/1999 σελ 61-66.
  11. Διδασκάλου Νόρα Σκουτέρη. Η παράδοση της παράδοσης, εκδόσεις: «Ατλαντίς» Θεσσαλονίκη 1982 σελ 18-44.
  12. Denis Sorel. “Τα γεωλογικά στάδια του σχηματισμού της νήσου Ζακύνθου”. Πρακτικά Α΄Συνεδρίου με θέμα Οι οικισμοί της Ζακύνθου, εκδόσεις, Εταιρεία Ζακυνθινών σπουδών, Αθήνα 1993.
  13. Ζάκ Λε Γκόφ. Ιστορία και μνήμη, εκδόσεις «Νεφέλη», Μετάφραση: Γιάννης Κουμπουρλής, Αθήνα 1998.
  14. Ζωγράφου Μάγδα Ο χορός στην Ελληνική παράδοση, εκδόσεις Art work, Αθήνα 1999.
  15. Ζώης Λεωνίδας. Ιστορία της Ζακύνθου, Αθήνα 1955. Λεξικόν Φιλολογικόν και Ιστορικόν Ζακύνθου, Λαογραφικόν Αθήνα 1963.
  16. Κάρδαρης Διονύσης. Ο χορός στη Ζάκυνθο μέσα από την πολιτική-κοινωνική ιστορία, Διδακτορική διατριβή, εκδόσεις Έντυπο, Ζάκυνθος 2005
  17. Καμπά Σούλα Τόσκα. Νησιώτικοι Παραδοσιακοί Χοροί, Αθήνα 1991
  18. Καρακάσης Σταύρος. «Έκθεσης Μουσικής αποστολής στη Ζάκυνθο» από 5/8-3/9 1965. Ε.Κ.Ε, Λαογραφία τόμος ΙΗ΄-ΙΘ΄. Αθήνα 1965-66 σελ 261-270.
  19. Κονόμος Ντίνος. Λαογραφικά- Συλλογείς Λαογραφικού υλικού και η συμβολή του Ανδρέα Γαήτα, Αθήνα 1992. Τσή Ζάκυνθος, Αθήνα 1983.
  20. Κουσιάδης Γεώργιος. Ελληνικοί και Ευρωπαϊκοί χοροί, Αθήνα 1949.
  21. Κυριακίδου Νέστορος Άλκης. Λαογραφικά Μελετήματα, εκδόσεις «Νέα Σύνορα», Αθήνα 1975.
  22. Κουτσούμπα Μαρία. Σημειογραφία της χορευτικής κίνησης, εκδόσεις Προπομπός Αθήνα 2005.
  23. Λουκάτος Δημήτριος. Εισαγωγή στην Ελληνική Λαογραφία, έκδοση «Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας», Αθήνα 1985. «Η Επτανησιακή λαϊκή παράδοση και το σύγχρονο χρέος», «Εταιρία Κερκυραϊκών Σπουδών –Πρακτικά, Κέρκυρα, 18/9/1970. «Ο χορός στην Λαογραφία μας», εκδόσεις «Νέα Εστία», Αθήνα 1960.
  24. Μαδιανού, Γκέφου Δήμητρα. Πολιτισμός και Εθνογραφία, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, θήνα 1999.
  25. Μέγας Γεώργιος. “Ζητήματα Ελληνικής Λαογραφίας”, Ανάτυπο της επετηρίδας του Λαογραφικού αρχείου (1939).
  26. Μελίτας Διονύσιος. Ζακυνθινή Κοινωνία, Ζάκυνθος 1976.
  27. Μερακλής Μιχάλης. Σύγχρονος Ελληνικός Λαϊκός Πολιτισμός, Εκδόσεις «Οδυσσέας», Αθήνα 1973 «Τι είναι ο Φολκλορισμός», Λαογραφία τόμος 17ος.
  28. Νεάρχου Περικλής. Το μήνυμα του Απόλλωνα – Παιδεία, Τέχνες, Πολιτισμός, Δελφοί και Σύγχρονος κόσμος, εκδόσεις «Κοσμόπολις» Αθήνα 1996.
  29. Νόρμπερτ Έλιας. Η εξέλιξη του Πολιτισμού, Εκδόσεις «Νεφέλη» Αθήνα 1977.
  30. Παπαταξιάρχης Ε. Παραδέλλης Θ. Ανθρωπολογία και Παρελθόν Συμβολές στην Κοινωνική ιστορία της νεώτερης Ελλάδας, Εκδόσεις «Αλεξάνδρεια», Αθήνα 1993.
  31. Πολίτης Γ. Νικόλαος. Νεοελληνική Μυθολογία (επανέκδοση) Αθήνα 1979.
  32. Πούχνερ Βάλτερ. “Παραστατικά δρώμενα λαϊκά θεάματα και λαϊκό θέατρο στη Νοτιοανατολική Ευρώπη”. Λαογραφία, τόμος ΛΒ΄ Αθήνα 1982.
  33. Πορφύρης (Κονίδης) Κωνσταντίνος. “Η επτανησιακή και ιδίως η Ζακυνθινή κοινωνία την περίοδο της Αγγλοκρατίας”, Χρονικά Ζακύνθου, Εκατονταετηρίς της Ενώσεως της Επτανήσου τόμος Α΄, Αθήνα 1964 σελ 75-102.
  34. Πουλατζάς Νικόλαος. Πολιτική εξουσία και κοινωνικές τάξεις, τόμος 2ος, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1975. Οι κοινωνικές τάξεις στο σύγχρονο καπιταλισμό, εκδόσεις«Θεμέλιο» Αθήνα 1981.
  35. Ράφτης Α,Ο κόσμος του ελληνικού χορού, εκδ. Πολύτυπο, Αθήνα 1985.
  36. Ρωμαίος Κώστας. «Λαογραφικά θέματα», περιοδικό Εστία, Αθήνα 1977.
  37. Σαρρής Νεοκλής «Νοηματοδότηση και αξιοποίηση στοιχείων της παραδοσιακής κοινωνίας στην εποχή μας» στο τεύχος με τίτλο Παραδοσιακός χορός και Λαϊκή δημιουργία, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 1999
  38. Σινόπουλος Κυριάκος. Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα, Τόμος Α΄(333-1700). Τόμος Β΄(1700-1800) Τόμος Γ΄(1810-1821) Αθήνα 1989-1990.
  39. Σκορδούλης Κώστας. Η διαμόρφωση της αστικής ιδεολογίας στα Επτάνησα, Βιβλιοθήκη Ζακυνθινών μελετών, Ζάκυνθος 1986.
  40. Τζερμπίνος Στέλιος. 200 χρόνια μουσικής ζωής στη Ζάκυνθο, Ζάκυνθος 2000.
  41. Τσακιρίδη Θεοφανίδη Όλγα «Πολιτιστική Διοίκηση και λαϊκός χορός. Από την Παράδοση στην Μετανεωτερικότητα», τεύχος «Παραδοσιακός χορός και λαϊκή Δημιουργία» εκδόσεις Παπαζήση 1999.
  42. Τσαούσης Γ. Δημήτρης. Η κοινωνία του ανθρώπου. Εισαγωγή στην κοινωνιολογία. Αθήνα 1987.
  43. Τυροβολά Βασιλική. «Ο Ελληνικός χορός» Μια διαφορετική προσέγγιση, εκδόσεις Cutenberg Αθήνα 2001. «Η έννοια του αυτοσχεδιασμού στη Ελληνική λαϊκή δημιουργία» τεύχος παραδοσιακός χορός και λαϊκή δημιουργία, εκδόσεις «Παπαζήση», Αθήνα 1999.
  44. Φακιωλάς Π. Νίκος. Κοινωνικά κινήματα στα Επτάνησα, εκδόσεις βιβλιοπωλείο «Πλούς», Νησί της Κέρκυρας 2000.
  45. Φίλιας Βασίλης. Κοινωνιολογία του Πολιτισμού. πρώτος τόμος (Βασικές οροθετήσεις και κατευθύνσεις) εκδόσεις «Παπαζήση», Αθήνα 2000. 
  46. Χιώτης Παναγιώτης. Ιστορικά Απομνημονεύματα της νήσου Ζακύνθου, Κέρκυρα 1863. Ιστορία του Ιονίου Κράτους από συστάσεως αυτού μέχρι Ενώσεως (18ΟΟ-1864), Ζάκυνθος 1887.
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ
  1. Αnya Peterson Royce, The Anthropology of Dance, Indiana University Bloomington 1978.
  2. Anna Girigliano «Η ταραντέλα του Μοντεμαράνο στη διάρκεια του Καρναβαλιού» Ανακοίνωση στα Πρακτικά του 11ου Συνεδρίου της (Δ.Ο.ΛΤ.) για την έρευνα του χορού με θέμα «Χορός γύρω από τη Μεσόγειο» Αθήνα 9-13/7/1997. σελ 45-48.
  3. Αnnemarie Jeanette Neubecker, Η μουσική στην αρχαία Ελλάδα, εκδόσεις Οδυσσέας Αθήνα 1986.
  4. Erzhherzog Ludwig Salvator Allgemeiner Theil, Druck und Verlang von 3. Heinr Mercy Sohn, Prag 1904.
  5. Curt Sacks. The world history of the Danse. W.W. Norton ant Company Inc. N. York 1963.
  6. Martin G.Pesovar E. A Structural analysis of the Hougarian folk dance, tomus X΄ 1961 Acta Ethographica, Akademian Kiado Budapest
  7. Denis Sorel. Τα γεωλογικά στάδια του σχηματισμού της νήσου Ζακύνθου. Πρακτικά του Α΄ Συνεδρίου με θέμα «Οι οικισμοί της Ζακύνθου», εκδόσεις, Εταιρεία Ζακυνθινών σπουδών, Αθήνα 1993.
  8. Janet. Adshaead. Dance Analysis, theory and Practice, 1987.
  9. Joan Cowan Dance and the Body Politic in Northern Greece, on time USA 1990.
  10. Kaeppler Andrienne Method and theory in analyzing dance structure, with an analysis of Tongan dance, vol 16 n 2, Ethomusicology. Dance in Anthropological Perspective, An. Pen. of Anthropology, 1978, 31-49.
Related Posts with Thumbnails