© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2010

Άταχτες σκέψεις για το χρόνο

Γράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ

Στην τοπική μας αγιογραφική παράδοση και κυρίως στην δημιουργία των δύο μας μεγάλων πιτόρων, του Κουτούζη και του Καντούνη, ο Θεός - Πατέρας εικονίζεται και παριστάνεται σαν ένας σεβάσμιος και σοφός γέρος. Ιδιαίτερα στην εικόνα της Αγίας Τριάδας κατέχει την δεξιά θέση, δίπλα στον κρατούντα την γη και τον λυτρωτικό σταυρό του ημίγυμνο Υιό -τα Επτάνησα δεν ήταν ποτέ σεμνότυφα- έχοντας πάνω τους το, «εν είδει περιστεράς», Άγιο Πνεύμα και κρατά το σκήπτρο της απόλυτης εξουσίας του. Σχετικά καλλιτεχνήματα σώθηκαν από την μεγάλη καταστροφή του Αυγούστου του 1953 και φυλάσσονται σήμερα τόσο στο νέο μας Μουσείο, της πλατείας Σολωμού, όσο και σε πάμπολλες εκκλησίες του νησιού μας. Το απόλυτα δίκαιο και με ουράνια ισότητα ιστορημένο τρίγωνο της κεφαλής του τονίζει ακόμα περισσότερο την δικαιοσύνη του και τα ολόλευκά του γένια, την δίχως αμφισβήτηση, εκ φύσεως, σοφία του. Υπάρχουν, επίσης, και άλλες παραστάσεις, όπως σε μερικές περιπτώσεις αυτή του Ευαγγελισμού ή της Βάπτισης, που ο πρώτος των τριών, αλλά και ο προϋπάρχων της όλης δημιουργίας, διαφαίνεται και ιστορείται και πολλές φορές τον παριστάνουμε και ανάγλυφο, όπως σε κάποιες ξυλόγλυπτες καθέδρες διαπιστώνουμε, να ευλογεί την κάτωθέν του εικόνα της Παναγίας συνήθως, αλλά και πολλών Αγίων.

Κάτι τέτοιο, βέβαια, στην ορθόδοξη, ανατολική εκκλησία είναι απαράδεκτο. Σκληροπυρηνικοί, μάλιστα, θεολόγοι, ερμηνεύοντας κατά γράμμα τα πάντα, το θεωρούν ασυζητητί αμαρτία. Και αυτό επειδή ισχυρίζονται - και φαινομενικά ίσως έχουν δίκιο - πως κανένας δεν έχει ποτέ δει το Θεό και γι’ αυτό δεν πρέπει να ζωγραφίζεται. Δογματική αλήθεια, βέβαια, μα για έναν Επτανήσιο και δη Ζακυνθινό ο κανόνας πάντα ήταν -και θα έπρεπε να είναι- η μη τήρηση του κανόνα. Η εικόνα της Αγίας Τριάδας, ως εκ τούτου, γι’ αυτούς, τους μη Ιόνιους, είναι η προεικόνιση του γεγονότος και συγκεκριμένα η φιλοξενία των τριών Αγγέλων από τον Αβραάμ.

Πώς σου ήρθε, αλήθεια, θα μου πείτε, μες στο γιορταστικό κλίμα του Δωδεημέρου, που ζούμε και παραμονές Πρωτοχρονιάς, να θυμηθείς όλα αυτά, που αν τα επιθυμούσες επίκαιρα, κάπου εκεί κατά τις αρχές του Καλοκαιριού, στο εορταστικό και τουριστικό τελευταία τριήμερο της Πεντηκοστής θα έπρεπε να τα σκεφτείς και να μας τα επισημάνεις;

Δεν έχετε άδικο, θα σας απαντήσω, μα πάντα η μορφή του Άναρχου Πατέρα, όπως η δική μου παράδοση και ιδιοσυγκρασία τον έχει αποτυπώσει στην παιδική μου μνήμη, άρα και στην προσωπικότητά μου, θυμίζει τον χρόνο και μ’ αυτόν ταυτίζεται. Έτσι κλείνοντας το 2010 και περιμένοντας το 2011, σε αναμονή μιας αρχιχρονιάς, ο «φθονερός γέρων» του συντοπίτη μας του Ανδρέα Κάλβου, έχει την τιμητική του και για να μην μας φέρει θλίψη το κύλισμά του, τον επαναφέρουμε σαν Θεό δίχως φθόνο.

Είναι αλήθεια πως ποτέ δεν μου άρεσε η Πρωτοχρονιά, ακόμα και όταν ήμουν μικρός και αυτήν την μέρα μου έκαναν τους μποναμάδες. Ιδιαίτερα το απόγευμα της γιορτής, που «τελείωνε με την μπάντα», είχε μια μεγάλη θλίψη και ένα παράξενο βάρος. Έκρυβε μια μοναξιά και μια μουντάδα.

Τα Χριστούγεννα, που είχαν προηγηθεί, ήταν, αναμφίβολα, το κάτι άλλο. Είχαν φως, ζεστασιά, θαλπωρή, μελωδία και προπάντων ελπίδα. Το ίδιο και τα Φώτα, που ακολουθούσαν. Σ’ αυτήν την γιορτή υπήρχε μυστήριο, εξαγνισμός, διαφορετικότητα και το φως παντού, όχι μόνο λόγω ονόματος, αλλά και αυξανόμενο κάθε που νύχτωνε ή και το πρωί, που ξυπνούσα και το ξανάβρισκα, εισερχόμενο από τις γρίλιες.

Το ενδιάμεσό τους, η αρχή της νέας χρονιάς, ήταν ημέρα ετερόφωτη στην άγουρη αφέλειά μου και μια δίχως αιτία φασαρία. Τηγανίτες, ημερολόγια, μπαλόνια, κάλαντα (με μαντολίνα και κιθάρες και όχι με τριγωνάκια), ευχές, τυχερά παιγνίδια, μα τίποτα καινούργιο δεν μου φαινόταν να ερχόταν, ούτε καταλάβαινα πως κάτι άλλαζε, όπως για παράδειγμα τον Μάρτη, που εφήβευε η Άνοιξη ή τον Σεπτέμβρη, που παρά την θέλησή μου, τέλειωναν οι διακοπές και ξεκινούσαν τα σχολεία.

Έτσι την ημέρα αυτή, αιρετικός, όπως πάντα, την φανταζόμουν σαν τον προχωρημένης ηλικίας χρόνο, που έχασκε πάνω από τα κεφάλια μας σε όλες τις τάξεις του σχολείου του Άμμου, σε κάποιον χάρτη, ο οποίος έκανε παρέα στους ήρωες του '21 και στα φυτά και τα ζώα, που πιστεύαμε πως διακοσμούσαν τους τοίχους και έκαναν καλύτερη την μαθητική ζωή μας, με τις γαλανόλευκες ετικέτες και τα πολλά «ζήτω».

Μπέρδευα, επίσης, τότε ή πιο σωστά από τότε, την μορφή εκείνη του χάρτη με την άλλη, που γονατισμένος πάνω σε φρεσκοκομμένες μερτίες, οι οποίες μύριζαν μεθυστικά, δίπλα στην κατασυγκινημένη νόνα μου, γεμάτος από πλήξη, έβλεπα να λιτανεύεται πανηγυρικά και να μπαίνει στο τετράποδο, αλλάζοντας μιαν άλλη με μια αντρική φιγούρα στο κάτω μέρος, που υπήρχε φυλακισμένη, σε μια στενότητα, ποδοπατούμενη από δώδεκα γενειοφόρους.

Αργότερα έμαθα πως αυτός ο τελευταίος ήταν ο κόσμος και αναρωτιόμουν από τότε ποιος τον είδε και γιατί τον απεικόνισε, επειδή ακόμα πιστεύω πως είναι σφαιρικός ή έστω σαν καρβέλι χωριάτικο ψωμί, όπως μας έλεγε η δασκάλα μας στο Δημοτικό και ουδέποτε είχε μορφή ανθρώπινη.

Λίγο αργότερα έμαθα να ταυτίζω τον χρόνο με τον Κρόνο, μα όχι επιπόλαια και αυθαίρετα, σαν τον Παλαιό των Ημερών, τον οποίο μπέρδευα με την γεροντική μορφή του χάρτη. Ήταν τότε που ο μύθος γινόταν πραγματικότητα. Τότε που ο φοβερός πατέρας έτρωγε τα παιδιά του. Παρ’ όλ’ αυτά ποτέ δεν τα είχα καλά μαζί του. Αυτός συνέχιζε να μεγαλώνει αγέραστα και εγώ δεν διάβαζα τα επισκεπτήριά του..

Πρόσφατα ο χρόνος επανήλθε στη ζωή μου ή πιο σωστά στη αληθινή γειτονιά μου. Εκεί στην οδό «Φωσκόλου», όπου μεγάλωσα και επηρεάστηκα, τ’ όνομά του το επανέφερε ένας ζεστός και πολιτισμένος χώρος, ο οποίος, σεβόμενος την επωνυμία και την ιστορία του δρόμου, που όντως «είχε τη δική του ιστορία», γραμμένη λιγότερο με μπογιά και περισσότερο ανεξίτηλα, προσπαθεί να τον νικήσει με καλαισθησία ή - για να μην κρυβόμαστε πίσω από το μικρό μας δαχτυλάκι - να τον κάνει ν’ αργοπορήσει, καλυτερεύοντας την καθημερινότητά μας. Έτσι μπορείς πια να φας ή να πιεις τον καφέ ή το τσάι σου στον «Χρόνο», καινοποιώντας τον.

Πρωτοχρονιά, λοιπόν, σε λίγες μέρες και ο νέος ενιαυτός, νηπιάζων, βρίσκεται μπρος από την πόρτα μας, όχι σαν έκθετο, μα πιθανόν σαν ένας άλλος άνθρωπος υποσχόμενος. Πιστεύουμε πως κάτι καινό, καλύτερο θα φέρει «το νέον έτος» και πως το παλιό θα περάσει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, σαν μια κακή ανάμνηση και ένας περασμένος εφιάλτης. Γι’ αυτό οι ευχές, οι χαρές και οι προσδοκίες. Γι’ αυτό οι πυροβολισμοί της αλλαγής.

Παλιότερα στο νησί μας, τέτοιες μέρες, κυκλοφορούσαν ειδικές, σατιρικές εφημερίδες με «μπουναμάδες». Στίχους δηλαδή, που στόλιζαν κυριολεκτικά, παρότι εντός εισαγωγικών, τα δημόσια πρόσωπα του τόπου μας και προ πάντων τους πολιτικούς μας. Ήταν μια προσπάθεια εξορκισμού του χρόνου με το πολυτιμότερο όπλο του πολίτη του τόπου, την έφεσή του στην ρίμα και την «ποιητική», ποιοτική κριτική.

Μικρός θυμάμαι τον αξέχαστο Σπύρο Μαρίνο - Μισοπούλη να κρατά στο χέρι το «Αγκάθι» του και να το πουλά στις γωνίες της Πλατείας Ρούγας και κυρίως σ’ αυτήν που σχηματίζεται με την διασταύρωσή της με την δικιά μου, την Διονυσίου Στεφάνου, που δεν υπέστη καμιά επίφοβη αλλαγή από την πρόσφατη λαίλαπα της ονοματοδοσίας των οδών, εκτός του ότι, σαν σε στρατολογικό ή άλλο δημόσιο κατάλογο, μπήκε μπρος το επώνυμο και ύστερα το όνομα. Μου άρεσε εκείνη η μορφή και ήταν μια πρωτοχρονιάτικη φιγούρα, δίχως την ψεύτικη προσδοκία. Ένας τζαντιώτης Αϊ - Βασίλης. Πιστεύω πως ήταν και μια αντίσταση στην φθορά του χρόνου.

Τώρα οι εφημερίδες αυτές χάθηκαν, μαζί με τους δημιουργούς και τους αναγνώστες τους. Η Ζάκυνθος ριζικά αλλάζει, χάνοντας υπόσταση και ταυτότητα. Ο χρόνος, πάντως, επιμένει να τρέχει επιζήμια για την φθαρτότητά μας και ωφέλημα για την ανθρωπότητα.

Δεν μπορούμε να τον δαμάσουμε, μα γίνεται να τον βελτιώσουμε. Ο νέος που σε λίγο αρχίζει, ας είναι τουλάχιστον λίγο καλύτερος από αυτόν που φεύγει. Ο πολιτισμός και η ποιότητα μπορούν να τον θεμελιώσουν έτσι, όπως τον προσδοκάμε.

Φίλοι και φίλες, «καλή χρονιά».

Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010

Ανδρέα Μήτσου: ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΕΝΟΣ ΑΤΥΧΟΥ ΜΠΑΤΣΟΥ (διήγημα)


Εικονογράφηση: ΕΦΗ ΞΕΝΟΥ
Βγήκα έξω στις τριάντα τρεις μέρες. Πήρα επίσημη άδεια και βγήκα.

Κανείς δικός μας δεν δικαιούνταν έξοδο πριν συμπληρώσει εξήντα μέρες εσώκλειστος. Ετσι ήμουν ο πρώτος. Εκανα υπεύθυνη δήλωση πως είχε πεθάνει ο αδερφός μου και βγήκα. Αδερφό δεν είχα, ήξερα, κανείς δεν θα το επιβεβαίωνε.

Πήγα στο Μοναστηράκι και αγόρασα μια χοντρή κόκκινη ψαλίδα μπετού. Από αυτές που κόβουν τα σίδερα, κι ένα μικρό πριόνι. Φορούσα μια δανεικιά στολή χωροφύλακα και ήμουν πανέμορφος μέσα στα πράσινα. Κούκλος. Δεκαοχτώ χρονών.

Στο Μοναστηράκι με κοίταζαν όλοι περίεργα. Ο κόσμος κι η μαστοράντζα. Σαν να μην τους γέμιζα το μάτι με κανέναν τρόπο. Ή σαν να μην πίστευαν πως εγώ ήμουνα πραγματικά ένας χωροφύλακας.

Γυρίζοντας την επομένη στη Σχολή, στο Γουδί, φορούσα στο μπράτσο μου μαύρο πένθος.

Σε δύο μέρες από τότε, είχα νυχτερινή υπηρεσία «1-5». Διάλεξα την αριστερή πλευρά της Μεσογείων, προς τη «Σωτηρία», ενώ ο άλλος δόκιμος που περιπολούσε μαζί μου πήρε τη δεξιά, προς Αθήνα. Εβρεχε δυνατά. Η μακριά «ποδήρης» χλαίνη μου ήταν ασήκωτη. Το βαρύ Εnfield Ν1, όπλο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με την ξιφολόγχη επάνω, έτσι κάναμε τις περιπολίες, μου τσάκιζε τους ώμους. Το ξεφορτώθηκα και το ακούμπησα στον κορμό κάποιου πεύκου. Μαύρη κι ασέληνη ήταν η νύχτα.

Από την εσωτερική τσέπη της χλαίνης έβγαλα την ψαλίδα. Για μια ολόκληρη ώρα έκοβα με υπομονή το σύρμα πίσω από τα κάγκελα της Σχολής Χωροφυλακής, κατόπιν με το σιδηροπρίονο λιμάρισα στη βάση τους δύο χοντρά κάθετα κάγκελα. Με μια απλή κίνηση μπορούσαν τώρα να αποκολληθούν. Επιασα μετά το τετράγωνο κομμάτι του διχτυωτού σύρματος, της πόχας, και το τοποθέτησα πάλι στη θέση του, το ΄δεσα με μικρά λεπτά συρματάκια, που είχα επί τούτου στις βαθιές τσέπες της χλαίνης, για να μη φαίνεται η τρύπα. Την επόμενη μέρα ήμουν υπαξιωματικός υπηρεσίας κτιρίου, καθώς ήταν η σειρά μου. Η επόμενη μέρα ήταν σπουδαία για τη Σχολή, και για τη Χωροφυλακή ίσως ολόκληρη. Γιατί θα την επισκεπτόταν ο πρωθυπουργός της χώρας. Ο ίδιος ο Γεώργιος Παπαδόπουλος.

Η επόμενη μέρα ήταν ανήμερα Χριστούγεννα.

Στην ανηρτημένη «Εβδομαδιαία Υπηρεσία», στον πίνακα ανακοινώσεων της Σχολής, είχα διαβάσει τα ονόματα των ανδρών και τα συγκεκριμένα καθήκοντα του καθενός κατά την ημέρα της επίσκεψης. Από τα κρεμασμένα περίστροφά τους στο μεγάλο θάλαμο οπλιτών, αλλά και στο βεστιάριο των αξιωματικών, έκλεψα τις σφαίρες τους, άδειασα τα όπλα και τα γέμισα με δικές μου σφαίρες, από τις οποίες είχα προηγουμένως αφαιρέσει το εκρηκτικό μείγμα. Ολη σχεδόν την εβδομάδα μού πήρε αυτή η λεπτοδουλειά. Ξέκοβα από τους άλλους, απομονωνόμουνα και δούλευα κρυμμένος με τις ώρες.

Πενήντα φορές ακριβώς ανέβηκα στα επτά πρώτα μαρμάρινα σκαλοπάτια της κεντρικής εισόδου της Σχολής, σταματούσα στο μικρό πλατύσκαλο για τρία δευτερόλεπτα και μετά συνέχιζα στα υπόλοιπα πέντε. Κρατούσα τον χρόνο. Πότε βάδιζα με βήμα αργό. Πότε μιμούμουνα το πεταχτό, νευρώδες βάδισμα του δικτάτορα.

Ήθελε είκοσι με είκοσι πέντε δευτερόλεπτα να ανέβει τις σκάλες, όχι παραπάνω. Μου έφταναν.

Εγώ θα είχα τη θήκη περασμένη κανονικά στη μέση μου, κλεισμένη. Με το τριανταοχτάρι μέσα. Ομως, το μικρό τριανταδυάρι περίστροφο, αυτό θα το είχα στη μασχάλη μου. Από κάτω.

Θυμόμουν πολύ καλά τι είχε πάθει ο θείος μου, ο στρατηγός, όταν του στείλανε οι Βούλγαροι τον επιλοχία Σαμουήλ Καλογιαννό, ντυμένο βοσκό, για να τον ξεκάνει. Οπως του πρόσφερε ο θείος μου, διοικητής τότε του Αστυνομικού Τμήματος Δοϊράνης, παλιός βοσκός και ο ίδιος, στριφτό τσιγάρο, σκύβοντας προς το μέρος του για να το ανάψει, έβγαλε εκείνος το μαχαίρι και του ρίχτηκε. Έσπρωχνε με το πόδι του το ξύλινο γραφείο ανάμεσα σ΄ αυτόν και τον κατάσκοπο, για να τον εμποδίσει, και όσο πάσχιζε να βγάλει το πιστόλι από τη στενή θήκη, ο άλλος του κατάφερνε μαχαιριές. Από τότε δεν ξαναφόρεσε πιστόλι σε θήκη. Τελικά τον σκότωσε ο θείος μου τον Βούλγαρο αξιωματικό και ο ίδιος γλίτωσε.

Όχι, το ελαφρύ τριανταδυάρι θα χρησιμοποιούσα εγώ. Όπως θα έφτανε λοιπόν στην κύρια είσοδο και ενώ ο αξιωματικός υπηρεσίας, ο υπομοίραρχος Βασιλακόπουλος, δίπλα στον ταξίαρχο διοικητή της Σχολής, θα έδινε την επίσημη αναφορά του, εγώ στο πλάι του, καθώς δεν θα με πρόσεχε κανείς- οι φρουροί του δικτάτορα σταματάνε κάτω από τα σκαλοπάτια, σύμφωνα με το τελετουργικό- θα του έριχνα τρεις πιστολιές, από απόσταση ενός μέτρου, δύο στο στήθος και μία στο κεφάλι.

Πιθανότητα αποτυχίας καμία. Πήγα προς το σκοπό αυτό μάλιστα εθελούσια με ομάδες σκοποβολής στο πεδίο βολής Χαϊδαρίου, πολλές φορές, μέσα σε γέλια και πειράγματα των δοκίμων που με είχανε για ιδιαίτερα ατζαμή και έγινα, παρ΄ ελπίδα, άριστος σκοπευτής. Από τους δικούς μου, δεν διέτρεχα κανένα κίνδυνο, αφού είχα αχρηστεύσει προηγουμένως τα όπλα τους.

Κάτω, τώρα, ακριβώς, εγκάρσια στο μεγάλο πλατύσκαλο της εισόδου, ήταν το ημιυπόγειο γραφείο του Φρουραρχείου, όπου κατέλυε-διανυκτέρευε ο εκάστοτε υπαξιωματικός υπηρεσίας. Ο,τι χρειαζόταν, να πηδήσω, αμέσως μετά την πράξη μου, ένα μέτρο και δέκα εκατοστά. Θα ΄κλεινα την πόρτα, είχα ήδη βάλει το κλειδί από πίσω, και θα έτρεχα στο εσωτερικό του κτιρίου της Σχολής προς τη μεριά της Μεσογείων και τη συνοικία του Παπάγου. Μέχρι να σπεύσουν οι άλλοι εξωτερικά, γύρω-γύρω από το κτίριο και να με βρουν, εγώ θα είχα ήδη χωθεί στην τρύπα μέσα, θα έβγαζα τα κομμένα κάγκελα και αφού γλιστρούσα έξω, θα τα ξανάβαζα πάλι στη θέση τους, για να μην εντοπίσουν το μέρος της διαφυγής. Θα έβγαινα κατόπιν στη λεωφόρο Μεσογείων με το πιστόλι στο χέρι, θα ακινητοποιούσα κάποιο διερχόμενο αυτοκίνητο. Σε διαφορετική περίπτωση, θα τρύπωνα στην απέναντι μισοκτισμένη πολυκατοικία, θα έκρυβα τη στολή κάτω από ένα παλιό βαρέλι νερού, μέσα από τη στολή θα φορούσα ήδη ένα λευκό μπλουζάκι και τζιν παντελόνι. Ενα παιδί ήμουνα δεκαοχτώ χρονών. Θα απομακρυνόμουν ύστερα ανέμελα. Ποιος θα με πρόσεχε; Κανένας. Μέχρι αυτό το σημείο πάντως κατέστρωσα επιμελώς το σχέδιό μου. Από εκεί και πέρα, πού θα κρυβόμουν δηλαδή και πώς θα γλιτώσω εν τέλει, αυτό δεν το είχα καθόλου σκεφθεί.

Μισούσα τη Χούντα. Ο πατέρας μου, βετεράνος αξιωματικός του Στρατού, ήρωας πολέμου και ανάπηρος από τους Γερμανούς με βαριά τραύματα, τους αντιπαθούσε επίσης. «Οι άκαπνοι», έτσι τους αποκαλούσε. Μαζί πιάναμε το βράδυ «Ντόιτσε Βέλλε» και ακούγαμε με απίστευτη έξαψη τις ειδήσεις κι οι δυο όρθιοι πάνω από το ράδιο, μάρκας Wega. Κρατάω ακόμα το παλιό ραδιόφωνο στιγματισμένο με χοντρή μολυβιά στη συχνότητα 101,7 στα FΜ. Σαράντα δύο χρόνια τώρα. Ο πατέρας μου όμως με όρκισε. «Κοίτα μην κάνεις καμιά παλαβομάρα. Αυτοί θα φύγουν. Οι ανώμαλες καταστάσεις δεν κρατάνε. Εσύ ψύχραιμος. Εσύ θα γίνεις αξιωματικός καριέρας».

Μια σύγχυση είχα μέσα μου, έναν αλλοπρόσαλλο οίστρο. Κάτι ωσάν εκείνον του Σικελιανού, που ονειρευόταν μια λαϊκή επανάσταση με επικεφαλής τον βασιλιά, όπου θα παίρναμε, λέει, την «Πόλη» και άλλα παρόμοια. Διάβαζα πάντως λογοτεχνία σαν «βαρεμένος», όπως θα λέγανε σήμερα. Είχα γεμάτο το αναλόγιό μου με βιβλία. Μάλιστα, μια φορά κάποιος συνάδελφος, δόκιμος υπενωμοτάρχης, με κάρφωσε και ο επιλοχίας «ανέφερε» κάθιδρος στον φοβερό λοχαγό, ονόματι Δρακούλη Πυρραλέα, στην επίσημη πρωινή παράταξη, μέσα σε σιωπή νεκρική, ότι διάβαζα την «Αυγή». Πήρε το βιβλίο, κατακίτρινο το θυμάμαι, στα χέρια ο φοβερός εκείνος άνθρωπος, ο οποίος μάλιστα μόλις αποκαταστάθηκε η Δημοκρατία, συνταγματάρχης τότε, καταδικάστηκε για συνωμοσία και δημιουργία ένοπλης παρακρατικής οργάνωσης και αποτάχτηκε από το Σώμα- ήταν ίσως κι ο μόνος αξιωματικός με παρόμοια στάση-, πήρε λοιπόν με σεβασμό το βιβλίο στα χέρια του, το ύψωσε πάνω από το κεφάλι του για να το δει καλύτερα. «Δεν είναι αυτή η “Αυγή”, επιλοχία. Ετούτο είναι άλλο, ένα καλό βιβλίο», του είπε με τη βροντερή φωνή του και μου το παρακράτησε.

Λόγο, δηλαδή, για να οργανώσω μια τέτοια πράξη δεν είχα, σε καμιά πε ρίπτωση, και μάλιστα αυτή ειδικά τη μέρα της γέννησης του Σωτήρος, ανήμερα Χριστούγεννα. Τώρα, πού σε πετάει ο οίστρος, επιτρέψτε μου να το επικαλεσθώ, αφού το πειράθηκα έκτοτε πολλές φορές, πως δεν μπορεί θέλω να πω κανείς να το προβλέψει. Τι δόξες φαντασίωνα, τι ενοχές ήθελα να ξεπλύνω, ώστε να δικαιωθώ και να αυτοπραγματωθώ, δεν μπορώ πλέον να θυμηθώ. Μετά, ένας σχεδόν έφηβος έχει το μυαλό του πάνω από τη σκούφια. Εστω και από το στρατιωτικό πηλήκιο.

Τα λέω όλα αυτά γιατί όλοι ξέρετε, είστε απόλυτα βέβαιοι, ότι δολοφονία του Γεωργίου Παπαδοπούλου δεν έγινε από κανένα χωροφύλακα, ούτε και καμιά άλλη απόπειρα εναντίον του, θα το μαθαίνατε, πέρα βέβαια από εκείνη τη γνωστή του Αλέξανδρου Παναγούλη.

Σκεφθείτε όμως πως αν πετύχαινε το σχέδιό μου αλλιώς θα ήταν ίσως η μοίρα της χώρας σήμερα και η πολιτική ιστορία του τόπου. Απολύτως διαφορετική. Και ότι εγώ παρά τρίχα που δεν έγινα ήρωας.

Και όλα αυτά γιατί είχα πάρει λίγα κιλά. Σε δύο μήνες είχα πάρει δώδεκα κιλά, όσο και να φαίνεται απίθανο. Από εξήντα οχτώ έγινα ογδόντα. Με είδε ο αντισυνταγματάρχης μισή ώρα πριν φτάσει στη Σχολή ο δικτάτορας και ενώ είχε ήδη ανακοινωθεί η αναχώρησή του από τη Σαρωνίδα όπου διέμενε. Ο αντισυνταγματάρχης ήταν ο υποδιοικητής της Σχολής. Αλλά πώς με πρόσεξε εκείνη τη στιγμή, αφού όλη την ώρα δίπλα του περιτριγύριζα; Επειδή σηκώθηκε ένας ελαχιστότατος ανεμοστρόβιλος στο μέρος όπου εκείνος βρισκότανε, ανάμεσα στα πόδια του. Εκεί σχηματίστηκε μια υποτυπώδης χοάνη σκόνης, ανάμεικτη με γύρη από τα πεύκα. Ο αντισυνταγματάρχης ήταν ψηλός, ασθενικός, με φιμέ γυαλιά, οι δόκιμοι τον αποκαλούσαμε «ο Χάρος». Άρχισε τότε να τρίβει τα μάτια του με καθαρή μανία με την ανάστροφη της παλάμης του αριστερού χεριού του. Τα μάτια του έγιναν αμέσως κατακόκκινα- χάρος, όπως συχνά του συνέβαινε.

Οι διμοιρίτες αξιωματικοί κοίταζαν αμήχανοι σε εντελώς διαφορετικές κατευθύνσεις ο ένας από τον άλλο, οι δόκιμοι υπομειδιούσαν απαξάπαντες, ο ταξίαρχος τον ατένισε από μακριά αποδοκιμαστικά, κι αυτός, μόλις εν τέλει στερέωσε τα γυαλιά του βγάζοντας κάποια τρίχα από το μάτι του την οποία επιδείκνυε κολλημένη στον δείκτη του σαν δικαιολογία προς πάσαν κατεύθυνσιν, σ΄ όλους ανεξαιρέτως τους ένστολους, για να το διαπιστώσει ο καθένας ιδίοις όμμασι πόσο μεγάλη ήταν, αντίκρισε εμένα.

«Υπαξιωματικός Υπηρεσίας;» πρόσταξε.

«Διαταγάς», στάθηκα κλαρίνο μπροστά του. «Δόκιμος υπενωματάρχης...», άρχισα να «αναφέρομαι». Δεν μ΄ άκουγε καν.

«Ιδρώνεις; Γιατί ιδρώνεις;» με ρώτησε επίμονα, εις επήκοον όλων. Και πλησίασε πολύ κοντά μου. Εγώ όμως ήμουνα απόλυτα ψύχραιμος.

«Δεν ιδρώνω κύριε υποδιοικητά», τόλμησα.

«Πώς δεν ιδρώνεις; Αφού είσαι χοντρός. Πώς έγινες έτσι χοντρός μέσα σε δύο μήνες;

Ούτε δυο μήνες δεν έχεις στη Σχολή Υπενωμοταρχών. Σαν λύκος τρως, σαν λύκος», είπε και σταμάτησε να σκεφθεί. «Πώς θα εμφανιστείς έτσι δίπλα στον Πρόεδρο; Πώς θα σε δει, μου λες;» μίλησε μετά από ένα λεπτό, πιο δυνατά, ώστε να τον ακούσουν όλοι οι άντρες.

«Λοχαγέ», διέταξε εν συνεχεία τον μοίραρχο κοντά του. «Να τον αντικαταστήσεις αμέσως. Πριν έρθει ο Πρόεδρος. Αυτός κοντεύει να βγει έξω από τη στολή του, να σκάσει. Κακομοίρη μου, ο θείος σου ήτανε στέκα», συμπλήρωσε και κοίταξε προς τον ουρανό, εντελώς ικανοποιημένος από εκείνη την ενθύμησή του. «Βγάλε αμέσως το περιβραχιόνιο υπηρεσίας, δώσε μου το», πρόσταξε χωρίς να με κοιτά. Το πήρε, το έπαιξε για λίγο αμήχανα στα χέρια του και το φόρεσε σε ένα ψηλόλιγνο ενωμοτάρχη που χτύπησε τα τακούνια του στην προσοχή και απομακρύνθηκε με βηματισμό παρέλασης.

Εν τω μεταξύ, ούτε ίχνος ανέμου ή σκόνης δεν σηκωνόταν πια, λες κι εκείνο τον μικρό στρόβιλο τον φαντάστηκα ή τον είχα προκαλέσει ο ίδιος, με τη σκέψη μου, κι έγινε αμέσως γεγονός. Γιατί τέτοια απίθανα μικρά συμβάντα τα συνηθίζω εγώ να τα προξενώ και να ακυρώνω έτσι ό,τι έχω σχεδιάσει και συγκροτήσει με κόπο.

Το επόμενο λεπτό ήχησαν οι σάλπιγγες, έφτανε ο δικτάτορας και ο διμοιρίτης με έχωσε βιαστικά τελευταίο στο άγημα απόδοσης τιμών. Δεν είχα όμως το όπλο μου, δεν προλάβαινα να το φέρω, και μου έκανε τότε πανικόβλητος νόημα να εξαφανιστώ.

Όταν πήγα και κάθισα στον τεράστιο άδειο θάλαμο των δοκίμων, με τους οπλοβαστούς φορτωμένους τα σιδερένια τυφέκια, ολομόναχος, ανάμεσα στις αμέτρητες κουκέτες με τα κρεβάτια στρωμένα όλα αλφάδι και τα μαξιλάρια με τις διπλωμένες κουβέρτες ευθυγραμμισμένες στην εντέλεια, σκέφτηκα πως δεν θα τη διηγηθώ ποτέ και πουθενά αυτή την ιστορία, γιατί δεν πρόκειται κανείς να με πιστέψει. Τότε φωτίστηκε ξαφνικά το μεγάλο χριστουγεννιάτικο δέντρο κι αμέτρητα φωτάκια αναβόσβηναν ασταμάτητα, λες και με κορόιδευαν.

Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010

Ηλία Μαγκλίνη: ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΙΜΠΙΡΟΥ (διήγημα)

Ζωγραφική: Κώστας Παπανικολάου
Για χρόνια πίστευα ό,τι μου έλεγε η μητέρα μου. Όταν ήταν κοριτσάκι είχε δει, λέει, παραμονή Χριστουγέννων την Παναγία να εμφανίζεται μπροστά της. Οι χριστουγεννιάτικοι εφιάλτες μου τροφοδοτήθηκαν από αυτή την ιστορία τρόμου: άγρυπνος στο παιδικό κρεβάτι μου, όπως η μητέρα μου στο δικό της, με το φως του δωματίου σβηστό και μόνο του χολ αναμμένο, όταν μια γυναικεία μορφή εμφανίζεται απ' το πουθενά, με κοιτάει αυστηρά και μου λέει ό,τι ακριβώς είχε πει στη μητέρα μου: «Να προσέχεις». Είναι αφύσικα ψηλή, με χέρια μακριά σαν πλοκάμια. Τη στιγμή που με πλησιάζει, πετάγομαι απ' το κρεβάτι. Στην εκδοχή της μητέρας μου, την επομένη αφότου «είδε την Παναγία», πήρε σβάρνα την εξωτερική σκάλα υπηρεσίας, χωρίς να πάθει ούτε γρατσουνιά. Θαύμα!

Είχα απαγορεύσει ρητά να λέει τέτοιες ιστορίες στον γιο μου (έτσι κι αλλιώς, δεν πρόλαβε να τον χαρεί και πολύ, ούτε εκείνη ούτε, δυστυχώς, ο πατέρας μου). Το είχα βάλει σκοπό, το παιδί να πάρει από μένα την ορθογώνια σκέψη του μαθηματικού και ερασιτέχνη αστρονόμου. Έλα όμως που ακόμα και για τον τετράγωνο μαθηματικό, έρχεται μια στιγμή που απλώς συνειδητοποιεί ότι κάτω από τα πόδια του δεν υπάρχει παρά μια κινούμενη άμμος.

«Έχει κλειστεί στο δωμάτιό του. Μετά βίας τρώει, μόνο κάθεται με τις ώρες στο Ιντερνετ». Η πρώην σύζυγος ήταν σαφής. «Δεν σου 'χει εξηγήσει τον λόγο;» Η γνωστή παύση τής πρώην πριν από την έκρηξη. «Εσύ φταις!», μου πέταξε. «Γιατί πάντα φταίω εγώ;» «Όλη μέρα βλέπει κάτι διαστημικά στο Ιντερνετ. Τον έχεις τρελάνει. Ξέρεις τι μου είπε, δεκατεσσάρων χρονών παιδί; Ότι νιώθει ένα τίποτα μέσα στο αχανές σύμπαν! Τ' ακούς;»

Ήθελα να σπάσω το ακουστικό. Η αστρονομία ήταν αυτό που μ' ένωνε με τον Κωστή. Ό,τι δεν κατάφερα ζώντας μαζί του και με τη μητέρα του, το κατάφερα όταν περνούσαμε οι δυο μας τα Σαββατοκύριακα, τα καλοκαίρια και κάποιες γιορτές. Άλλοι πατέρες έχουν το ποδόσφαιρο, εγώ κι εκείνος έχουμε τα αστέρια.

Είχε έτσι κανονιστεί, λοιπόν, ώστε να περάσει μαζί μου Χριστούγεννα, ενώ Πρωτοχρονιά με τη μητέρα του.

Με το που μπήκε στο σπίτι, κατάλαβα ότι θα ήταν ένα δύσκολο βράδυ. Τα μάτια του είχαν μια λύπη που δεν ήταν λύπη παιδιού, ήταν κάτι άλλο. Όση ώρα ετοίμαζα το τραπέζι, διάβαζε βαρύς και απορροφημένος στον καναπέ το περιεχόμενο ενός ντοσιέ που είχε φέρει μαζί του.

Έφαγε ανόρεχτα και απέφευγε να με κοιτάξει κατάματα. Κάποια ευλογημένη στιγμή πήδηξε στην αγκαλιά του ο Κύριος Γκριζίδης, ο τιγρέ γκρι γάτος μου, στον οποίο όλοι απευθυνόμαστε στον πληθυντικό. Τον έσφιξε τρυφερά πάνω του κι ο Κύριος Γκριζίδης έτριψε το κεφάλι του στο σαγόνι του Κωστή κλείνοντας ικανοποιημένος τα μάτια.

«Σιχαίνομαι τα Χριστούγεννα», είπε ο Κωστής ξερά. Ο Κύριος Γκριζίδης, κοιτώντας με γλαρωμένα μάτια, ήταν σα να μου έλεγε: «Για να δούμε τώρα τι μπαμπάς είστε, κύριε επιστήμονα».

«Το νέο τεύχος του Astronomy Now έχει εκπληκτικές φωτογραφίες από τον αστερισμό του Σκορπιού και τα διπλά αστρικά συστήματα», είπα πρόσχαρα, βάζοντας κι άλλη κόκα κόλα στο ποτήρι του. Εκφραση συνοφρυωμένης συγκαταβατικής επιδοκιμασίας. Μετά από πέντε λεπτά πήρε την κόκα κόλα του και κλείστηκε στο δωμάτιό του. Ο Κύριος Γκριζίδης, μόνος τώρα στην καρέκλα, με κοιτούσε με ορθάνοιχτα μάτια. «Καλύτερα να μην λέγατε τίποτα, κύριε μπαμπά», μου ψιθύρισε με ένα γενναίο χασμουρητό.

Προτού το καταλάβω, ο Κωστής είχε αποκοιμηθεί στο κρεβάτι του. Η Ψίψη, η έτερη γάτα του σπιτιού, είχε κουλουριαστεί στα πόδια του. Έκλεισα την πόρτα μην τυχόν και τους ξυπνήσει η ατίθαση, ολόλευκη Κόκα, το τρίτο, και μικρότερο, μέλος των σπιτίσιων αιλουροειδών μου.

Πήρα το μισογεμάτο μπουκάλι με το κόκκινο κρασί και κάθισα στον καναπέ. Το βλέμμα μου έπεσε πάνω στο ανοιγμένο ντοσιέ του Κωστή. Ήταν γεμάτο εκτυπώσεις, ιστοσελίδες κατεβασμένες απ' το Διαδίκτυο. Στο περιθώριο είχε γραμμένα δικά του σχόλια. «Το 2012 θα είμαι δεκαοκτώ χρονών. Δεν θα προλάβω ούτε να σπουδάσω». «Αν η καταστροφή γίνει στις 21 Δεκεμβρίου 2012, Χριστούγεννα δεν θα προλάβουμε να κάνουμε». «Με ποιον θα είμαι εκείνο το βράδυ; Με τον μπαμπά ή με τη μαμά;»

Αδειάζοντας σιγά σιγά το μπουκάλι, διάβασα ανήσυχος όσα είχε εκτυπώσει. Θεωρίες και απόψεις στις οποίες διάφοροι «ερευνητές» μιλούσαν για έναν θηριώδη κόκκινο πλανήτη που πλησιάζει προς τη Γη. Είναι ο 12ος Πλανήτης ή Πλανήτης Χ, οι Σουμέριοι τον έλεγαν Νιμπίρου. Κάθε 3.600 χρόνια η τροχιά του τον φέρνει στο κέντρο του ηλιακού μας συστήματος. Σημείωση του Κωστή στο πλάι: «Λένε πως ο Νιμπίρου ήταν το άστρο της Βηθλεέμ».

Η αλήθεια είναι ότι κάτι θυμόμουν από ένα παλιό άρθρο των New York Times, σύμφωνα με το οποίο, η ΝΑΣΑ εντόπισε ένα μυστηριώδες ουράνιο σώμα ανάμεσα στον Ουρανό και τον Πλούτωνα, το οποίο ακολουθούσε ανώμαλη τροχιά - πέραν τούτου όμως ουδέν.

Οι υπολογισμοί που διάβαζα τώρα ήθελαν τον Νιμπίρου να περνά ξυστά από τη Γη στις 21 Δεκεμβρίου 2012 - και να φέρνει τη συντέλεια. Έτσι, λέει, εξηγείται ο κατακλυσμός του Νώε. Κι όλη η φιλολογία περί κλιματικής αλλαγής, οι συχνοί σεισμοί, το τσουνάμι της Ινδονησίας, δεν είναι παρά τα προεόρτια. Οταν πλησιάσει αρκετά μπορεί, λέει, η Γη να σταματήσει να περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό της για τρεις ημέρες - πράγμα που εξηγεί τις «τρεις ημέρες του σκότους» της Καινής Διαθήκης.

Είχα δώσει αγώνα το παιδί να μάθει να σκέφτεται λογικά, και τώρα είχε πέσει θύμα ουφολογικής μπουρδολογίας. Απογοητευμένος με τον εαυτό μου, πήγα να ξαπλώσω. Το κρασί με είχε βαρέσει και δεν άργησα ν' αποκοιμηθώ.

Όχι για πολύ όμως.

Ξύπνησα απότομα, Θεέ μου, σκέφτηκα, είχα δει πάλι την «Παναγίτσα». Την Παναγίτσα - Νιμπίρου. Τον Νιμπίρου - Παναγίτσα. Διάβολε, η μητέρα μου έλεγε ότι το κρασί με πειράζει και, διάβολε, ήταν το μόνο πράγμα που είχε δίκιο.

Ή δεν ήταν μόνο το κρασί;

Ξαφνικά τα άστρα έδειχναν τόσο παγερά.

Σηκώθηκα. Βγήκα στη βεράντα να με χτυπήσει ο αέρας, κοίταξα τον κατάμαυρο ουρανό της πόλης. Μια από τις πιο μακριές νύχτες της χρονιάς. Σκέφτηκα: κάπου εκεί έξω είναι. Και πλησιάζει. Ένας τεράστιος κόκκινος γίγαντας. Το 2012, τέσσερις μέρες πριν από τα Χριστούγεννα.

Κάθισα στο σαλόνι, ακούγοντας τον επίμονο χτύπο του ρολογιού στον τοίχο. Ο χρόνος που κυλούσε. Η μνήμη, τα Χριστούγεννα των δικών μου δεκατεσσάρων χρόνων. Να μπαίνω στο πατρικό μου, και με το που αντικρίζω τη μητέρα μου να στρώνει το μεσημεριανό τραπέζι στην κουζίνα, τον Τζέσε Οουενς να νιαουρίζει στα πόδια της, τον πατέρα μου να διαβάζει την εφημερίδα, και στο βάθος το χριστουγεννιάτικο δέντρο, να συγκρατώ μετά βίας τον εαυτό μου μην ξεσπάσει σε λυγμούς.

Το σχολείο θα έκλεινε για Χριστούγεννα, και εγώ σφιγγόμουν να μην λυθώ σε αναφιλητά. Λες και βρέθηκα μπροστά στο διπλό φονικό των γονιών μου. Σωριασμένοι στο πάτωμα της κουζίνας και τα σνίτσελ να τσιτσιρίζουν στο τηγάνι μισοκαμένα. Μα τα σνίτσελ ήταν καλοτηγανισμένα και ζουμερά, οι πατάτες αλατισμένες πάνω στο τραπέζι. Οπως κάθε μεσημέρι.

Αυτή η τόσο καθημερινή -μα θεσπέσια- εικόνα έγινε ξαφνικά ένα ξερίζωμα. Για μια φευγαλέα στιγμή, άκουσα μια φωνή μέσα μου, ακατάληπτη μα απέραντα θλιμμένη. Ηταν ο αντίλαλος της αυριανής απώλειας.

Μπήκα στο δωμάτιο του Κωστή. Το ηλιακό σύστημα να φωσφορίζει μαγικό και γαλήνιο στο ταβάνι πάνω απ' το κρεβάτι του -χωρίς τον τρομακτικό, απειλητικό Νιμπίρου- και στους τοίχους, ολόγυρά του οι φαντασμαγορικές φωτογραφίες με το νεφέλωμα του Πέπλου, τη ζώνη του Ωρίωνα, τα Νέφη του Μαγγελάνου, τους δακτύλιους του Κρόνου, το γαλαξία της Ανδρομέδας. Χάιδεψα το μέτωπό του. «Δεν είναι τίποτα. Θα περάσει», του ψιθύρισα. Κάποτε είχα κάνει κι εγώ Χριστούγεννα με τον Νιμπίρου, απλώς δεν το ήξερα.

Ξαφνικά ο Κωστής άνοιξε τα μάτια του. «Τι ώρα είναι;» «Κοιμήσου, είναι νωρίς. Χρόνια πολλά». «Χρόνια πολλά, μπαμπά. Καλά Χριστούγεννα». «Ναι… Καλά Χριστούγεννα».

Ξάπλωσα πάλι. Ανακουφισμένος. Σα να είχα μόλις ξεμεθύσει.

Κάπου ανάμεσα στον ύπνο και τον ξύπνο, η νανουριστική μυρωδιά της μητέρας μου. Το καθησυχαστικό βλέμμα του πατέρα μου. Κι ονειρεύτηκα: Την τελευταία νύχτα της ζωής τους ο πατέρας μου κι η μητέρα μου είδαν το ίδιο όνειρο με μένα. Αλλά το επόμενο πρωί εγώ είχα ξεχάσει εκείνο το όνειρο. Κι οι γονείς μου δεν ήταν πια εκεί για να μου το θυμίσουν.


* Το διήγημα γράφτηκε από τον Ηλία Μαγκλίνη και εικονογραφήθηκε από τον Κώστα Παπανικολάου για τη χριστουγεννιάτικη έκδοση της εφημερίδας Η Καθημερινή / 21.12.2008.

Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2010

Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Δημήτριος: "να υπερνικήσουμε την αλλοτρίωσή μας"


Πρός τούς Σεβασμιωτάτους καί Θεοφιλεστάτους Ἀρχιερεῖς, τούς Εὐλαβεστάτους Ἱερεῖς καί Διακόνους, τούς Μοναχούς καί Μοναχές, τούς Προέδρους καί Μέλη τῶν Κοινοτικῶν Συμβουλίων, τά Ἡμερήσια καί Ἀπογευματινά Σχολεῖα, τίς Φιλοπτώχους Ἀδελφότητες, τήν Νεολαία, τίς Ἑλληνορθόδοξες Ὀργανώσεις καί ὁλόκληρο τό Χριστεπώνυμον πλήρωμα τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀμερικῆς.


Προσφιλεῖς Ἀδελφοί καί Ἀδελφές ἐν Χριστῷ,

Σ’αὐτή τήν ἁγία Ἑορτή τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, συγκεντρωνόμεθα γιά νά γιορτάσουμε χαρμόσυνα τήν Ἐνανθρώπηση Ἐκείνου, ὁ Ὁποῖος μᾶς ἀναγεννᾶ καί μᾶς δίδει νέα ζωή. Δοξάζουμε τόν Θεό γιά τήν ἄφθονη χάρη καί τό θεϊκό σχέδιό Του μέ σκοπό τήν λύτρωση καί τή σωτηρία μας. Γιορτάζουμε μέ ἕνα τρόπο πλήρη ὀμορφιᾶς, τιμῆς καί δόξης ὅπως ἁρμόζει στόν ἑορτασμό ἑνός μοναδικά θαυμαστοῦ καί ὑπερόχου γεγονότος μέσῳ τοῦ ὁποίου ὁ Θεός ἔλαβε σάρκα καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν (Ἰωάν. 1:14).

Μέ τόν ἑορτασμό τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ἡ ψυχή καί ἡ διάνοιά μας ὁδηγοῦνται σέ θεώρηση τῆς δόξης τῆς Σαρκώσεώς Του. Ἀκοῦμε καί ψάλλουμε γιά τό γεγονός τῆς Σαρκώσεως στούς ὕμνους τῆς Ἑορτῆς. Διαβάζουμε τά κείμενα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, τά ὁποῖα μᾶς ὁμιλοῦν γιά τούς ἀγγέλους πού τραγουδοῦν τό δόξᾳ ἐν ὑψίστοις Θεῷ καί τούς βοσκούς οἱ ὁποῖοι ἐπιστρέφουν στά κοπάδια τους δοξάζοντες καί αἰνοῦντες τόν Θεόν ἐπί πᾶσιν οἷς ἤκουσαν καί εἶδον (Λουκ. 2:14, 20).

Ἡ δόξα τοῦ γεγονότος τῆς Σαρκώσεως ἡ ὁποία ἀποκαλύφθηκε στή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ συνεχίσθηκε καθ’ ὅλη τή διάρκεια τοῦ ἐπιγείου βίου καί τῆς διακονίας Του καθώς ἐπωμίσθηκε τίς προκλήσεις τῆς ἀνθρωπίνης καταστάσεώς μας. Ἡ ζωή Του σέ κοινωνία μέ τόν Θεό καί τήν ἀνθρωπότητα ἀπετέλεσε ὕμνο γιά τόν πραγματικό προορισμό τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς. Ὁ Χριστός διά λόγων καί πράξεων ἀπέδειξε ὅτι οἱ ἁλυσίδες τῆς ἁμαρτίας μποροῦσαν νά συντριβοῦν καί ὁ θάνατος νά ὑπερνικηθῇ. Μέσῳ τῆς πίστεως στόν Χριστό καί τῆς σωτηρίας πού Ἐκεῖνος προσφέρει μποροῦμε νά γνωρίζουμε καί νά βιώνουμε γιά πάντα μία εὐτυχισμένη ζωή εἰρήνης καί χαρᾶς.

Ἐπίσης, ἡ δόξα τῆς Σαρκώσεως ἀποκαλύφθηκε μέ τό μήνυμα τοῦ Κυρίου μας περί χάριτος καί ἀληθείας. Αὐτό τό μήνυμα δέν ἐξηρτᾶτο ἀπό τή δόξα καί τήν ἰσχύ στρατιωτικῆς νίκης. Δέν συσχετίζετο μέ τή γήινη δόξα πολιτικῆς δυνάμεως. Ἡ δόξα τῆς Σαρκώσεως ἀποκαλύφθηκε μέσῳ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ γιά μᾶς καί μέσῳ τοῦ Εὐαγγελίου τῆς ἀληθείας. Διεκήρυξε: ἐγώ ἦλθον ἵνα ζωήν ἔχωσιν καί περισσόν ἔχωσιν (Ἰωάν. 10:10). Διά τῆς χάριτος καί τῆς ἀληθείας μᾶς προσέφερε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Μέσα σ’ ἕναν κόσμο ὁ ὁποῖος εἶχε φθαρεῖ ἀπό ἐχθρότητα, πλεονεξία καί ἀλαζονεία, ἔφερε μία ὡραία καί διαρκῆ μαρτυρία θεϊκῆς ἀγάπης. Καί μέσα σ’ ἕναν κόσμο ὁ ὁποῖος ἐμαστίζετο ἀπό ἀπάτη καί κενές ἐπιδιώξεις, Ἐκεῖνος διεκήρυξε τήν ἀλήθεια καί τή φύση τῆς δημιουργίας μας, τῆς ὑποστάσεώς μας καί τῆς σχέσεώς μας μέ τόν Θεό.

Τέλος, ἡ δόξα τῆς Σαρκώσεως ἀποκαλύπτεται στή μεταμορφωτική δύναμη τῆς παρουσίας τοῦ Ἰησοῦ. Αὐτό πού χάθηκε στήν Πτώση τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας ἀνακαλύπτεται στή Σάρκωσή Του καί τίς θαυμάσιες συνέπειές της. Διά τῆς παρουσίας Του ἀνάμεσά μας, ὁ Κύριός μας μᾶς κατευθύνει ἔξω ἀπό τό σκότος τοῦ κακοῦ καί μᾶς εἰσάγει μέσα στό ἄκτιστο φῶς τῆς αἰωνίου ἀληθείας. Καθώς κατοικεῖ ἀνάμεσά μας, προκαλεῖ τήν μεταμόρφωσή μας ἀπό τήν κατάσταση ἁμαρτίας στήν κατάσταση ἁγιότητος. Ὡς Καλός Ποιμένας, μᾶς ὁδηγεῖ ἀπό τήν ἀπελπισία στήν ἐλπίδα. Ὡς Σαρκωθείς Λόγος τοῦ Θεοῦ, μᾶς ὑποδεικνύει τήν ὁδό γιά νά ὑπερνικήσουμε τήν ἀλλοτρίωσή μας ἔτσι ὥστε νά μπορέσουμε νά ζήσουμε τή ζωή μας σέ πλήρη καί αἰώνια κοινωνία μαζί Του. Ὡς Κύριός μας, μᾶς ὁδηγεῖ ἀπό τήν ἔρημο στόν παράδεισο.

Προσφιλεῖς Ἀδελφοί καί Ἀδελφές,

Τήν ἡμέρα τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου μας, ἡ δόξα τῆς Σαρκώσεώς Του ἀποκαλύφθηκε σέ ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι εἶχαν τήν εὐλογία νά γίνουν μάρτυρες τῆς μοναδικῆς καί ὑπερβατικῆς πράξεως τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Στόν ἑορτασμό αὐτῆς τῆς ἁγίας ἡμέρας, ἄς προσφέρουμε ὅλοι μαρτυρία τῆς δόξης τῆς Σαρκώσεως μέσῳ τῆς διακηρύξεως τῶν ὅσων ἔχει κάνει ὁ Κύριός μας γιά μᾶς μέσῳ τῆς εὐσπλαγχνικῆς καί λυτρωτικῆς παρουσίας Του ἀνάμεσά μας. Εἴθε οἱ σκέψεις καί οἱ λόγοι μας νά ἐκφράσουν τήν δόξα καί τήν τιμή ἡ ὁποία ἁρμόζει σ’ Ἐκεῖνον ὁ Ὁποῖος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν (Ἰωάν. 1:14). Καί εἴθε ἡ ἐμπειρία μας τῆς δόξης τῆς Σαρκώσεώς Του νά μᾶς ὁδηγήσῃ στό νά μοιρασθοῦμε μέ ὅλους αὐτό τό ὁποῖο εἴδαμε καί ἀκούσαμε ἔτσι ὥστε ὅλοι νά ἔλθουν εἰς προσκύνησίν Του καί λατρείαν Του.

Μετά πατρικῆς ἐν Χριστῷ Σαρκωθέντι ἀγάπης,
ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς Δημήτριος

Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

Το δεντράκι στη σερβάντα

Γράφει ο Παύλος Φουρνογεράκης


Μαλακώνει ο καιρός τα ασβεστοκτισμένα σπίτια, όταν σέρνει την αλμύρα από τη θάλασσα της Όστριας. Ο Σιρόκος της παρέδωσε το ισοκράτημα κι εκείνη το γλύκανε, παραμονή Χριστουγέννων, για να μην ξεφεύγει η χαρμονή από τους ήχους της καμπάνας, την ώρα που το φως της ημέρας παραδινόταν στον αστερισμό της φάτνης.

Λες και μαλάκωσαν τα σιδερένια πέταλα της καστανόξανθης φοράδας που ανηφόριζε στα κατάραχα, φορτωμένη με «τα δώρα των μάγων» για τη γιορτή της γέννας. Τλακ-τλοκ, τλακ-τλοκ σε ρυθμό allegro, σαν να το υπάκουε σ΄ αόρατο μετρονόμο κτυπούσαν τα πέταλα στο χωμάτινο δρόμο και πιτσίλιζαν το νερό της βροχής από τις λακκούβες και τα νεροφαγώματα του χειμώνα. Δυο σακιά ελιές ισοσταθμισμένα στη σέλλα, το πολύχρωμο αργαλίτικο σακούλι με το μπρόκολο για το δείπνο της νηστείας, από τη μια μεριά, με λίγα λεμόνια ανάμεσά του, και μια γέρικη κότα δεμένη από την άλλη, για το αυγολέμονο στο γιορτινό τραπέζι. Και στο πιο ψηλό σημείο ξαπλωμένο το μικρό δεντράκι λικνιζόταν στο τέμπο του αλογίσιου βαδίσματος. Ένα κλαδί από θηλυκό κυπαρίσσι ήταν, με τα μήλα του γυαλισμένα από την ψιχάλα, για να στολίσει τη σερβάντα στη μεγάλη σάλα. Ο πατέρας-μάγος, πεζός, μαζί με την κατσίκα ακολουθούσαν το ρυθμό να προλάβουν να ΄ναι έτοιμοι στην ώρα τους, στο ραντεβού της υποδοχής του μικρού Χριστού.

Η κάρυνη σερβάντα με το μεγάλο καθρέφτη περίμενε καρτερικά, απαστράπτουσα, κάτω από τις μεγάλες κορνίζες με τους προγόνους, ανάμεσα στις δίφυλλες εσωτερικές πόρτες. Στεκόταν αντικριστά στον καναπέ κι αγκάλιαζαν μαζί τη στρογγυλή ροτόντα κάτω από την κρεμαστή λάμπα πετρελαίου με το μεγάλο καπέλο και το περίτεχνο φυσητό γυαλί. Η μάνα είχε ξεσκονίσει και την τρίφυλλη ντουλάπα των ρούχων που ποζάριζε με τα σκαλίσματά της, απέναντι από την είσοδο με τα πελεκητά αγκωνάρια. Είχε σηκωθεί νωρίς να ζυμώσει το ψωμί και τη χριστουγεννιάτικη κουλούρα, να κάψει το φούρνο με ελίτικες τσίμες από τις ντόπιες, να κάμει το νοικοκυριό της…

Ώς κι οι καμπάνες της Φανερωμένης άρχισαν να χτυπάνε από τη χαρά τους, μόλις κατέβηκε το κλαδί-δεντράκι από την ψηλή φοράδα. Έφτανε βλέπεις και η ώρα του Εσπερινού. Εκείνο στήθηκε καμαρωτό μπροστά στον καθρέφτη, πάνω στη σερβάντα κι έμοιαζαν τα κλαδιά του ισόγυρα σαν κορυφή κυπαρισσιού! Ποτέ δεν έκοβε την κορφή του ο πατέρας. Τ' αγαπούσε τα κυπαρίσσια, τα σεβόταν, φρόντιζε να μεγαλώσουν, να κάμουν τον κύκλο της ζωής τους, να δείξουν την αξία τους, κομμένα και προσαρμοσμένα στις στέγες, τα ταβάνια και τα πατώματα των σπιτιών, στα παραθυρόφυλλα, στα μικρά καρνάγια των πλεούμενων, ακόμα και στα εργαλεία της ελιάς… Γυάλινες καμπανίτσες κι αγγελάκια, πολύχρωμα φουσκωτά μπαλόνια και απλωμένα λευκά μπαμπάκια στόλιζαν σιγά-σιγά τα κλαδιά του μικρού χριστουγεννιάτικου δέντρου σε μια μινιμαλιστική εκδοχή της αισθητικής, που είχε να κάνει με τα μέσα και τις οικονομικές δυνατότητες της εποχής.

Το ηλεκτρικό ρεύμα δεν είχε απλωθεί ακόμα στο ήσυχο χωριό, μόνο ο θόρυβος από το κοντινό λητρουβείο και η μουσική της θάλασσας από το πεταλωτό ηχείο του αμμουδένιου κόλπου έσβηναν τη σιωπή της φύσης τις κρύες χειμωνιάτικες νύχτες. Μικρά κεράκια από μανουάλια της εκκλησίας δέθηκαν με χρωματιστές κορδέλες στα κλαδάκια του δέντρου κι η γωνιά της σερβάντας με το μικρό δεντράκι έγινε γιορτινό εικονοστάσι.

Πέντε μέρες πριν, αρχίζουν τα προεόρτια της γιορτής των Χριστουγέννων στις εκκλησίες(1) κι ο παππούς έψελνε προεόρτιους ύμνους:

«Δεύτε άπαντες, Χριστού γενέθλια, πιστώς προεορτάσωμεν και νοητώς ύμνον, ως αστέρα προβαλλόμενοι, μαγικάς δοξολογίας, μετά ποιμένων βοήσωμεν. Ήλθεν η σωτηρία των βροτών, εκ παρθενικής νηδύος, πιστούς ανακαλέσασθαι.»

(Ελάτε όλοι με πίστη ας προεορτάσουμε τα Γενέθλια του Χριστού και νοερά τον ύμνο προβάλλοντάς τον ως αστέρι, ας κραυγάσουμε μαζί με τους μάγους και τους ποιμένες δοξολογίες. Ήλθε η σωτηρία των θνητών, από κοιλιά παρθενική, να ξανακαλέσει τους πιστούς.)

- Μαμά, ποιοι είναι οι μάγοι και ποιοι οι ποιμένες, εμείς τι θα κάνουμε για το Χριστό;

«Αφορώντες εις Χριστόν, ταπεινούμενον υψωθώμεν εκ χαμαιζήλων παθών, ζήλω δε καλώ μη φρονείν υψηλά, πίστει παιδευθέντες, εν πνεύματι ταπεινωθώμεν, όπως τον τικτόμενον, εν υψοποιοίς έργοις υψώσωμεν.»

(Κοιτάζοντας το Χριστό που ταπεινώνεται ας υψωθούμε, από πάθη που χάμω μάς κυλούν. Με ζήλο καλό ας μάθουμε από την πίστη να μη φρονούμε υψηλά κι ας ταπεινωθούμε πνευματικά έτσι, ώστε με τα υψηλά έργα μας να υψώσουμε Αυτόν που γεννιέται.)

-Μαμά, θύμισέ μου τι άλλο έψαλε προχθές ο παππούς;

«Κύριε και Θεέ μου, γενέθλιον ύμνον και προεόρτιον, ωδήν σοι άσομαι, τω τη Γεννήσει σου θείαν, αναγέννησιν διδόντί μοι, και εις την προτέραν με, ευγένειαν ανάγοντι.»

(Κύριε και Θεέ μου, ύμνο προεόρτιο και γενέθλια ωδή θα Σου ψάλω, σε Σένα που χάρη στη θεία Σου γέννηση μου έδωσες αναγέννηση και με ανήγαγες στην αλλότινή μου ευγένεια.)

- Ο Θεός θέλει να είμαστε ευγενικοί και καλοσυνάτοι, ν΄ αγαπάμε τους ανθρώπους και να φροντίζουμε τους φτωχούς και τους ανήμπορους. Να είμαστε απλοί και ταπεινοί σαν τους βοσκούς που πήγαν να του προσφέρουν τη ζεστασιά με τα χνώτα των ζώων τους. Να πιστεύουμε στη βοήθειά του, να τον δοξάζουμε και να τον υμνολογούμε.

- Εμείς πότε θα ψάλουμε το «Η Γέννησίς σου, Χριστέ ο Θεός ημών…»;

- Μα την ώρα που θα ανάψουμε τη φωτιά και θα κόψουμε την κουλούρα, να δούμε ποιος θα ναι ο τυχερός! Ευλογημένος από τη φετινή γέννηση αυτός που θα του τύχει το ηύρεμα. Εκείνος θα ανάψει και τη μεγάλη λάμπα εδώ στη σάλα μας, να χαρούμε από το φως της!

Σαν τ' αστέρι της Βηθλεέμ έμοιαζε η κρεμάμενη από το ταβάνι αναμμένη λάμπα, στο σκοτάδι της νύχτας, μέσα στη μεγάλη σάλα. Τα κεράκια του δέντρου διπλασιάστηκαν στον καθρέφτη, σαν πανηγυρικός εσπερινός σε μικρό εκκλησάκι φάνταζε ο στολισμένος χώρος και τα ζώα στο στάβλο έστελναν τους δικούς τους ήχους-ύμνους και τη ζεστασιά τους στη μικρή φάτνη κάτω από το δεντράκι της σερβάντας.

«Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει, και η γη το Σπήλαιον τω απροσίτω προσάγει, άγγελοι μετά ποιμένων δοξολογούσι, Μάγοι δε μετά αστέρος οδοιπορούσι δι ημάς γαρ εγεννήθη παιδίον νέον, ο προ αιώνων Θεός.»

(Η Παρθένος σήμερα γεννά τον Υπερούσιο και η γη στον απρόσιτο το Σπήλαιο προσφέρει. Οι Άγγελοι μαζί με τους ποιμένες δοξολογούν και οι Μάγοι με τον αστέρα οδοιπορούν. Διότι για μας γεννήθηκε, ως νέο παιδί , ο προαιώνιος Θεός.)

- Στα κρεβάτια τώρα, όλοι μαζί θα πάμε αύριο στην εκκλησία να ψάλουμε στο Χριστό και την Παναγιά, ν' αγαπηθούμε μ΄ όσους έχουμε μαλώσει, να ξεχάσουμε τις διαφορές μας, να κοινωνήσουμε να γίνουμε όλοι Ένα!

Το δεντράκι της σερβάντας έλιωσε το φως των κεριών του κι η όστρια κράτησε το ισοκράτημα για τους ψαλμούς και τους ύμνους του όρθρου και της λειτουργίας. Τ΄ άναψε και πάλι την ώρα που γέμισαν οι καρέκλες της μεγάλης ροτόντας για το γιορτινό το γεύμα…

Αξέχαστη κι η παραμονή εκείνης της πρωτοχρονιάς που άναψαν πάλι τα κεράκια στο δεντράκι πλάι στα φαναράκια της μαντολινάτας με τους νεολαίους του χωριού που σαν αηδόνια τραγούδησαν ξεχωριστά κάλαντα(2):

Άγια μέρα ξημερώνει
Ουρανόφταστη αυγή
Κι όλος ο ντουνιάς ελπίζει
Σε μια νέα χαραυγή

Ο καινούργιος χρόνος νάρθει
Με πολλές καλές χαρές
Κι ο παλιός να συνεπάρει
Τις παλιές μας συμφορές

Όλοι τώρα με τραγούδια
Ας γιορτάσουμε παιδιά
Σαν ουράνια αγγελούδια
Και μ' ελληνική καρδιά.

Χρόνια πολλά!

Ζάκυνθος 18-12-2010


Σημειώσεις:

(1) Χειμωνιάτικη Πασχαλιά του π. Thomas Hopko, εκδ. Ακρίτας
(2) Πρωτακούστηκαν την πρώτη μετακατοχική ελεύθερη πρωτοχρονιά στη Ζάκυνθο, σε στίχους και μουσική Πιέρρου Πανταζή. Από το βιβλίο: Μια βραδιά στη Λιθακιά Ζακύνθου του Θεοδ. Δ. Κάππαρη.

Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος: "να αντιστεκόμαστε σταθερά σε κάθε μορφή διαφθοράς"

"Παιδίον εγεννήθη ημίν" ( Ησ. 9:5).

Στην σκληρότητα που δεσπόζει στον κόσμο, ο Λυτρωτής έρχεται ως "παιδίον"· προβάλλοντας από την πρώτη στιγμή την αγνότητα, η οποία συμπυκνώνει μια δυναμική μυστική και αναρίθμητες δυνατότητες. Με αυτή την ήρεμη και άφοβη αθωότητα, ο σαρκωθείς Λόγος του Θεού αντικρίζει, τη γεμάτη πονηρία και ραδιουργία διεφθαρμένη ανθρώπινη πραγματικότητα. "Ακακίας γάρ σύμβολον το αρτιγενές εστί παιδίον· νέα γαρ ώσπερ κτίσις το βρέφος", επισημαίνει ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας. Το παιδί έχει μια ομορφιά με πρωτόγονη ισχύ, όμως τόσο εύθραυστη.

Την αγνότητα της καρδιάς -εκεί όπου γεννιούνται οι επιθυμίες και οι διαθέσεις- ζήτησε από τούς δικούς Του ο Λυτρωτής του κόσμου. Όχι τόσο την εξωτερική επιφάνεια κάποιας ευσεβείας, αλλά κυρίως την καθαρότητα του βάθους της υπάρξεως. Σε ώριμη, αργότερα, ηλικία, ο Χριστός, καθώς αντιμετώπιζε την πολεμική των δήθεν θεοφοβούμενων Φαρισαίων και των σκεπτικιστών Σαδδουκαίων, προειδοποίησε: "Εάν μη στραφήτε και γένησθε ως τα παιδία ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών". Ευλόγησε και αγκάλιασε τα παιδιά και δήλωσε: "Των γάρ τοιούτων εστίν η βασιλεία του Θεού" (Μάρκ. 10:14). Σε όσους είναι σαν κι αυτά στην απλότητα, στην αγαθοσύνη, "τοιούτων τουτέστιν των εχόντων εκ φύσεως την ακακίαν και μετριοφροσύνην προαιρετικώς κτησαμένην, ην τα παιδία έχουσιν από φύσεως", εξηγεί ο αρχιεπίσκοπος Θεοφύλακτος. Και ο Χριστός επιμένει: "Αμήν, λέγω υμίν, ος εάν μη δέξηται την βασιλείαν του Θεού ως παιδίον, ου μη εισέλθη εις αυτήν" (Μάρκ. 10:15, Λουκ. 18:17).

Σε άλλη ευκαιρία, ζωγραφίζοντας το ήθος, τη στάση ζωής αυτών τους οποίους αναγνωρίζει δικούς Του, βεβαιώνει: "μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται" (Ματθ. 5:8). Όσοι έχουν καρδιά καθαρή θα δουν πρόσωπο προς πρόσωπο τον Θεό και θα έχουν αληθινή σχέση κοινωνίας μαζί Του. Αυτοί είναι όντως μακάριοι.

"Παιδίον εγεννήθη ημίν". Η αθωότητα και αγνότητα του "παιδιού", του σαρκωθέντος Λόγου του Θεού, του "νέου Αδάμ", του νέου ανθρώπου, σύντομα θα αντιμετώπιζε τη σκληρότητα και την πονηριά του παλαιού, του πεπτωκότος Αδάμ, πού προβάλλονται με όλη τους, την ένταση στο πρόσωπο του Ηρώδη. "Πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου", ζήτησε ο πανούργος δυνάστης από τούς σοφούς της Ανατολής, τούς Μάγους, "επάν δε εύρητε, απαγγείλατε μοι, όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ" (Ματθ. 2:8). Ο διεφθαρμένος και αδίστακτος ηγεμόνας σχεδιάζει να τελειώσει το συντομότερο με την απειλή πού διαισθάνεται ότι κρύβει ο νεογέννητος Ιησούς, η σαρκωμένη αγνότητα. Η ιστορία των Χριστουγέννων ολοκάθαρα αποκαλύπτει αυτή τη σύγκρουση: Η διαφθορά ενάντια στην αγνότητα. Και η αγνότητα ενάντια στη διαφθορά -μεγάλης ή μικρής εξουσίας.

Εκ πρώτης όψεως, το αποτέλεσμα της συγκρούσεως φαίνεται προκαθορισμένο. Η συντριβή της αγνότητος, η επικράτηση της διαφθοράς φαίνονται αναπόφευκτες. Μακροπρόθεσμα όμως, επιβάλλεται στην παγκόσμια συνείδηση η κρυστάλλινη καθαρότητα του Ιησού και βυθίζεται στην περιφρόνηση η διεφθαρμένη μορφή του Ηρώδη. Διότι αυτό το "παιδίον" που γεννιέται είναι κατ' ουσίαν ο Υιός του Θεού πού έχει την πραγματική εξουσία: "… και καλείται το όνομα αυτού μεγάλης βουλής άγγελος, θαυμαστός σύμβουλος, Θεός ισχυρός, εξουσιαστής, άρχων ειρήνης, πατήρ του μέλλοντος αιώνος" (Ησ. 1:6).

Η καθαρότητα, η αγιότητα ψυχής του Ιησού δεν έχει καμιά σχέση με την απλοϊκότητα ή την αδυναμία. Αντίθετα, αναδεικνύεται θαρρετή και αλύγιστη. Ο Ιησούς Χριστός στηλιτεύει την υποκρισία, τις αδικίες, τη διαφθορά. Και η κριτική του αντηχεί καθοριστικά στη διάρκεια της ιστορίας του κόσμου, ανατρέποντας ισχυρά και διεφθαρμένα κατεστημένα.

Η Γέννηση του Σωτήρος Χριστού ανοίγει τα μάτια μας για να επικεντρώσουμε την προσοχή μας στην αθωότητα και καθαρότητα των παιδικών ματιών, σε όποια γωνιά του πλανήτη και αν πρωτοείδαν το φώς. Να τα δούμε με σεβασμό και στοργή. Και να εκφράσουμε, προς όσα παιδιά μπορούμε, ανυπόκριτο, έμπρακτο ενδιαφέρον.

Αλλά ακόμη, να αναζητήσουμε μέσα μας, στα βάθη της ψυχής μας, το "παιδίον", την αγνότητα· πού, κυνηγημένη από την εγωιστική πλευρά του εαυτού μας -η οποία θυμίζει διεφθαρμένο Ηρώδη-, έχει ξενητευθεί σε κάποια γωνιά του υποσυνειδήτου μας. Παρά τις αλλοιώσεις πού επιφέρει η ζωή, κάθε άνθρωπος κρύβει σε κάποια πτυχή της ψυχής του κάτι από την πρωτογενή παιδική αθωότητα. Να δώσουμε στην καθαρότητα και αγνότητα -σκέψεων, διαθέσεων, κινήτρων- την πρέπουσα θέση στη ζωή μας.

Ασφαλώς, είναι καλές οι ανακοινώσεις και χρήσιμες οι αποφάσεις για την καταπολέμηση της διαφθοράς. Αναγκαία η αναζήτηση νέων μεθόδων και συστημάτων για την πάταξή της. Αλλά, όπως έχει περίτρανα αποδειχθεί από όσα καθημερινά έρχονται στο φώς, οι τρόποι και οι μέθοδοι διαφυγής των κυρώσεων είναι περισσότεροι. Η διαφθορά πηγάζει από τον νου και την καρδιά.. Και εκεί πρέπει μακροπρόθεσμα, μαζί με τα άμεσα τεχνικά μέτρα, να κατευθυνθεί η θεραπευτική αγωγή της κοινωνίας μας. Αρχίζοντας από την ορθή αγωγή των παιδιών, των μικρών και των μεγάλων, κάνοντας τους να αγαπήσουν την ομορφιά της αγνότητος και της τιμιότητος, Να μάθουν να αποστρέφονται την απάτη· και να μην καμαρώνουν γι’ αυτήν. Να συνειδητοποιήσουν ότι η ειλικρίνεια, η ευθύτητα και η δικαιοσύνη, όλες αυτές οι μορφές της αγνότητος στο ώριμο βίο, δεν είναι αδυναμία αλλά ιδιότητες ευγενικού και αδαμάντινου χαρακτήρα, που τελικά παραμένει ό,τι πιο πολύτιμο για την οικογένεια, την κοινωνία και τον πολιτισμό.

"Παιδίον εγεννήθη ημίν". Σ’ αυτή τη μεγάλη εορτή των Χριστουγέννων, ας δεηθούμε, ο σαρκωθείς Λόγος του Θεού να μάς χαρίσει κάτι από την ήρεμη αθωότητα και την άφοβη αγνότητα Του. Να μάς δωρίσει καθαρότητα διαθέσεων, αισθημάτων, κινήτρων, ενεργειών. Και να μάς φωτίσει, με τη δύναμη της αλήθειας και της αγάπης Του, να αντιστεκόμαστε σταθερά σε κάθε μορφή διαφθοράς, εξωτερικής ή εσωτερικής.

Ευλογημένα Χριστούγεννα. Γεμάτος φώς και ελπίδα ο Νέος Χρόνος.

Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόδωρος: "ο Υιός του Θεού ήρθε να αμφισβητήσει το κατεστημένο"

Αδελφοί μου αγαπητοί και ευλογημένοι,

Το μοναδικό και ανεπανάληπτο γεγονός της Γέννησης του Θεανθρώπου, ανέτρεψε την ιστορία της ανθρωπότητας κατά τρόπο επαναστατικό. Κι αυτό διότι σ΄ένα κόσμο όπου κυριαρχούσε το δίκαιο του ισχυροτέρου, ο Υιός του Θεού ήρθε να αμφισβητήσει το κατεστημένο και να ταυτιστεί με τους αδύναμους και τους καταπιεσμένους.

Σκόπιμα και συνειδητά στράφηκε προς εκείνους που είχαν απορριφθεί και απομονωθεί όχι μόνο από την κοινωνία, αλλά συχνά και από τις ίδιες τους τις οικογένειες. Τους μίλησε, τους άγγιξε, έφαγε μαζί τους, τους έκανε μετόχους της Θείας χάρης και αφέσεως. Εξέφρασε έμπρακτα την αγάπη και την αποδοχή του Θεού προς αυτούς!

Με τη στάση του αυτή ο Χριστός έδειξε πως η μέριμνα για τον άλλο μαρτυρεί περίτρανα την πίστη ότι ο κάθε συνάνθρωπος είναι άξιος της αγάπης του Θεού. Μέριμνα δεν σημαίνει κατ' ανάγκη μόνο ικανοποίηση των άμεσων αναγκών του άλλου, αλλά και προσφορά προς αυτόν της ελπίδας και της δυνάμης, ότι μπορεί να απελευθερωθεί από τα περιοριστικά δεσμά της βιωτής του.

Ωστόσο τα τελευταία χρόνια η κοινωνία μας δείχνει το σκληρό της πρόσωπο και με περισσή ευκολία στιγματίζει και απομονώνει ανθρώπους. Χαρακτηριστικό - και τραγικό συνάμα - είναι το παράδειγμα της γενιάς των 18 εκατομμυρίων παιδιών της Αφρικής που έχασαν τον ένα ή και τους δύο γονείς τους από τη θανατηφόρο ασθένεια του AIDS.

Εγκλωβισμένα στο φαύλο κύκλο της συντριπτικής φτώχειας, της πείνας, της αμάθειας, της διαφθοράς και των πολέμων, τα παιδιά αυτά γεμίζουν τα ορφανοτροφεία και ακόμη συχνότερα βρίσκονται στο δρόμο, αγωνιζόμενα για την επιβίωση τους. Αποτελούν τα εξιλαστήρια θύματα της μεγαλύτερης για τη Μαύρη Ήπειρο καταστροφής από την εποχή της δουλείας.

Το στίγμα συνοδεύεται από την απόρριψη της οικογένειας και των φίλων, την απώλεια της προοπτικής ενός ευτυχισμένου μέλλοντος, την εμπειρία διακρίσεων κάθε είδους. Τα στιγματισμένα αυτά παιδιά με πίκρα βιώνουν τη μοναξιά του κοινωνικού αποκλεισμού. Βρίσκονται ευάλωτα μπροστά στον κίνδυνο του υποσιτισμού, της κακοποίησης και της απόρριψης από το σχολείο, περιμένοντας απλώς το τέλος χωρίς καμμία θεραπευτική αγωγή και ψυχολογική υποστήριξη...

Αδελφοί μου πολυτίμητοι,

Η κρίση των πασχόντων από τη ασθένεια του AIDS θέτει υπό δοκιμασία την ανθρωπιά μας και αποδεικνύει πως συχνά η εγωκεντρική και ανταγωνιστική μας κοινωνία παραμένει μόνο κατ' όνομα χριστιανική. Κι αυτό διότι λείπει η δύναμη προσέγγισης στον πόνο του άλλου με κατανόηση και αγάπη, η ικανότητα βίωσης της ανθρώπινης αλληλεγγύης σε όλη της τη διάσταση.

Επιβεβαιώνοντας την δυναμική της Ορθοδοξίας, η ιεραποστολή του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής προσεγγίζει τους πάσχοντες από AIDS με αγάπη χριστιανική, η οποία «μακροθυμεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου λογίζεται το κακόν». Παρέχει πνευματική και υλική βοήθεια, φροντίζει για τη συμμετοχή τους στην πνευματική και την κοινωνική ζωή.

Επισκεπτόμενος συχνά τα ιεραποστολικά μας κλιμάκια διαπιστώνω πως η απλή επαφή έχει τη δύναμη να φέρει ειρήνη, γαλήνη στην ταραγμένη θάλασσα της ψυχής τους, ύφεση στους ανέμους της θλίψης, που προκαλεί η ορφάνια. Βλέπω πως το βάλσαμο της χριστιανικής αγάπης εξαφανίζει το φόβο της ασθένειας και της μοναξιάς και διατηρεί άσβεστη τη φωτιά της δύναμης και της θέλησης.

Γι' αυτό το λόγο τα φετινά Χριστούγεννα μάς βρίσκουν να εντείνουμε τις προσπάθειες μας, ώστε να απαλύνουμε τον πόνο μέσα από μια εκστρατεία αγάπης. Μια εκστρατεία υποστήριξης των πασχόντων αλλά και ευαισθητοποίησης των τοπικών κοινωνιών, προκειμένου η μάστιγα του AIDS να αποβεί ευκαιρία ανάδειξης της πνευματικότητάς μας και της ανθρωπιάς μας. Διότι υπηρετώντας τον εμπερίστατο συνάνθρωπο, υπηρετούμε τον ίδιο τον Χριστό και μαρτυρούμε την προφητική αποστολή της Εκκλησίας, την ελπίδα.

Την ελπίδα να επανακαθοριστούν οι ανθρώπινες σχέσεις ως θεόδοτο δώρο, ως έκφραση της δυναμικής μέθεξης των δύο μοναδικών μας στοιχείων, της ψυχής και του σώματος. Την ελπίδα να αναστηλωθεί η αγάπη ως η θεμελιώδης αξία του κόσμου μας, επί της οποίας να στηρίζεται η αληθινή ευτυχία και η εσωτερική ανάπτυξη του ανθρώπου. Την ελπίδα που παραμένει άσβεστη από τότε που ο ιστορικός χρόνος τμήθηκε από τη Γέννηση του Θεανθρώπου και άλλαξε η πορεία της ανθρωπότητας!

† Θ Ε Ο Δ Ω Ρ Ο Σ Β΄
Πάπας καί Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής

Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος: "να πολεμήσουμε τον αμοραλισμό, να αντισταθούμε στο πνεύμα της φιλαυτίας και του ατομοκεντρισμού"

Αγαπητοί Αδελφοί,

Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά

Τα φετινά Χριστούγεννα μοιάζουν να σκιάζονται από τη θλίψη, την ανησυχία, τον σκεπτικισμό και την απογοήτευση των ανθρώπων για το πού οδηγείται η πορεία της Πατρίδας μας και του κόσμου ολόκληρου. Οι μεγαλύτεροι στην ηλικία αγωνιούν και οι νεώτεροι αγανακτούν, νιώθοντας την αβεβαιότητα να απειλεί το μέλλον τους. Όταν η φτώχεια επιτείνεται, όταν απαξιώνεται η ιερότητα του ανθρωπίνου προσώπου, καθώς αυτό νοείται ως ηλεκτρονικά ψηφιοποιημένη παραγωγική μονάδα χωρίς σεβασμό στη μοναδικότητα της ύπαρξης και στην ελευθερία που μας χάρισε ο Θεός, όταν οι συνοικίες των πόλεων μετατρέπονται σε αβίωτα γκέτο ετερόκλητων αναξιοπαθούντων πληθυσμών, τότε η χριστουγεννιάτική ατμόσφαιρα δηλητηριάζεται από την απελπισία που μας περιβάλλει.

Όμως, όσο εμφανέστερο γίνεται το σκοτάδι τόσο επιτακτικότερη είναι η ανάγκη να στρέψουμε το βλέμμα στο φως. Είναι καιρός να θέσουμε ξανά στο επίκεντρο της ζωής μας τον Χριστό. Να θυμηθούμε ότι "ο λαός ο πορευόμενος εν σκότει είδε φως μέγα". Είδε "φως εκ φωτός, Θεόν αληθινόν", διότι "επεσκέψατο ημάς, εξ ύψους ο Σωτήρ ημών,..., και οι εν σκότει και σκιά, εύρομεν την αλήθειαν".

Η ενανθρώπηση και η γέννηση του φτωχού και αστέγου Θείου Βρέφους σε καιρούς ταραγμένους, γεμάτους αδικία, διαφθορά και διαπλοκή πραγματοποιεί τον σκοπό για τον οποίο πλάστηκε ο άνθρωπος. Σκοπός της ενανθρωπήσεως του Θεού είναι η θέωση του ανθρώπου: "Άνθρωπος γίνεται Θεός, ίνα Θεόν τον Αδάμ απεργάσηται". Η ελπίδα του ανθρώπου βρίσκεται στη γέννηση, τον σταυρό και την ανάσταση του Χριστού, του μόνου αληθινού κυρίαρχου της Οικουμένης, του Δημιουργού και Σωτήρα όλης της κτίσεως, και όχι στους κατά καιρούς ποικίλους Ηρώδες που καταδυναστεύουν τις ζωές των ανθρώπων για να διατηρήσουν τη θνητή εξουσία τους.

"Δεύτε ίδωμεν πιστοί που εγεννήθη ο Χριστός". Ας συνειδητοποιήσουμε σε τί τραγικό κόσμο και μεταβατική εποχή επέλεξε, ο Θεός να σαρκωθεί και ας αντλήσουμε δύναμη και αισιοδοξία για το σήμερα και το αύριο. Ας μην λησμονούμε ότι ο εν σπηλαίω γεννηθείς και εν φάτνη ανακλιθείς Κύριος είναι ο Εμμανουήλ, που σημαίνει "μεθ' ημών ο Θεός". (Ματθ. 1, 23). Ο Θεός είναι μαζί μας και όπως δεν μας εγκατέλειψε κάθε φορά που το γένος και το έθνος μας βρέθηκαν σε δυσκολιες και δοκιμασίες, έτσι θα πράξει και τώρα. Δικό μας καθήκον είναι να πολεμήσουμε τον αμοραλισμό, να αντισταθούμε στο πνεύμα της φιλαυτίας και του ατομοκεντρισμού και να επιτρέψουμε στον Θεό να γεννηθεί στις καρδιές και στα σπίτια μας.

Η καινούργια χρονιά που θα ανατείλει μετά τα Χριστούγεννα θα είναι δύσκολη. Ο κόσμος που ζούμε απειλείται από τις συνέπειες της απληστίας και της εκπτώσεως των αξιών. Η ζωή των ανθρώπων ευτελίζεται από την εκμετάλλευση, τη βία, τη φτώχεια και τη δυστυχία και πληρώνει το κόστος από την περιφρόνηση της αγάπης και της δικαιοσύνης.

Όμως, ας μην αφήσουμε τη θλίψη και την αγωνία να φωλιάσουν στις καρδιές μας. Ο καινούργιος χρόνος ας γίνει ευκαιρία υπερβάσεως των δυσκολιών και των δοκιμασιών και αφορμή να επαναπροσδιορίσουμε τα πρωτεύοντα και τα ουσιώδη του βίου μας.

Αδελφοί μου και τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,

Ας αφήσουμε το φως των Χριστουγέννων να πλημμυρίσει την ύπαρξή μας και τα χείλη μας ας ψάλλουν το χαρμόσυνο μήνυμα: "Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία".

Καλά και Άγια Χριστούγεννα και ευλογημένος ο νέος χρόνος.
Related Posts with Thumbnails