Γράφει ο Παύλος Φουρνογεράκης
Πώς ψήλωσε η εκκλησούλα της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος τώρα που έβαλε τα γιορτινά της. Έξι του Αυγούστου καμαρώνει στολισμένη στο μικρό υψωματάκι στην άκρη του κάμπου πάνω από τον κεντρικό δρόμο του νησιού. Μοιάζει με κυρία στα ψηλά τακούνια και η κορφή της στέγης κοντεύει να ξεπεράσει τα δέκα μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. Άραγε να φαινόταν η κορυφή του μικρού λόφου όταν ολόκληρος ο κάμπος ήταν μια μεγάλη λίμνη από το Λαγανά μέχρι του Τσιλιβή;
Αποβραδίς μπορούσε να δει κανείς από μακριά ανοιχτές τις πόρτες της και τους μικρούς πολυέλαιους αναμμένους, αλλά η λαϊκή ομορφιά της χαριζόταν μόνο σ΄ εκείνους που έκαναν τον κόπο ν' ανέβουν μέχρι την αυλή της. Αργαλίτικες πολύχρωμες κουρελούδες καλωσόριζαν, απλωμένες στα περιμετρικά του ναΐσκου πέτρινα, φρεσκοασβεστωμένα πεζούλια. Ασυναγώνιστη γιορτινή ατμόσφαιρα κι η γαλήνη της λες κι έσβηνε το θόρυβο από τις κάθε λογής τουριστικές γουρούνες που επέστρεφαν από τις πολύβουες παραλίες. Μόνο στη βορινή πλευρά δεν υπήρχαν κουρελούδες, ίσως γιατί η θέα το απαγόρευε. Έστεκαν αναίσθητα εκείνα τ' άκομψα και απειλητικά σιδερικά από τις νερουτσουλήθρες μαζί με όλη την πλαστικούρα που τις συνοδεύει, εκεί που άλλοτε δρόσιζε ο τόπος από τους καταπράσινους αμπελώνες, τους πανύψηλους ευκάλυπτους στο άλλοτε φημισμένο αρχοντικό του Μερκάτη. Νεροτσουλήθρες στον κάμπο με τεράστιες χλωριωμένες πισίνες που οργανωμένα αλλοτριώνουν τη σχέση με το υγρό στοιχείο, σ' ένα νησί που διαμαρτύρεται για έλλειψη νερού, σ' ένα νησί προικισμένο με φιλόξενες παραλίες, σ' ένα νησί που το χρήμα προσβάλλει και βρωμίζει τις φυσικές του ομορφιές.
Αποβραδίς μπορούσε να δει κανείς από μακριά ανοιχτές τις πόρτες της και τους μικρούς πολυέλαιους αναμμένους, αλλά η λαϊκή ομορφιά της χαριζόταν μόνο σ΄ εκείνους που έκαναν τον κόπο ν' ανέβουν μέχρι την αυλή της. Αργαλίτικες πολύχρωμες κουρελούδες καλωσόριζαν, απλωμένες στα περιμετρικά του ναΐσκου πέτρινα, φρεσκοασβεστωμένα πεζούλια. Ασυναγώνιστη γιορτινή ατμόσφαιρα κι η γαλήνη της λες κι έσβηνε το θόρυβο από τις κάθε λογής τουριστικές γουρούνες που επέστρεφαν από τις πολύβουες παραλίες. Μόνο στη βορινή πλευρά δεν υπήρχαν κουρελούδες, ίσως γιατί η θέα το απαγόρευε. Έστεκαν αναίσθητα εκείνα τ' άκομψα και απειλητικά σιδερικά από τις νερουτσουλήθρες μαζί με όλη την πλαστικούρα που τις συνοδεύει, εκεί που άλλοτε δρόσιζε ο τόπος από τους καταπράσινους αμπελώνες, τους πανύψηλους ευκάλυπτους στο άλλοτε φημισμένο αρχοντικό του Μερκάτη. Νεροτσουλήθρες στον κάμπο με τεράστιες χλωριωμένες πισίνες που οργανωμένα αλλοτριώνουν τη σχέση με το υγρό στοιχείο, σ' ένα νησί που διαμαρτύρεται για έλλειψη νερού, σ' ένα νησί προικισμένο με φιλόξενες παραλίες, σ' ένα νησί που το χρήμα προσβάλλει και βρωμίζει τις φυσικές του ομορφιές.
Στο εσωτερικό «τση Σωτήρος» πάνω σε κεντημένα χειροποίητα, κατάλευκα τραπεζομάντηλα οι κόφες με τους πεντάρτους. Πέντε μεγάλα αφράτα ψωμιά σε κάθε κόφα, ζυμωμένα με μπόλικα μυρουδικά και ζαχαρωτά, και στην άκρη το χαρτάκι με τα ονόματα των δωρητών. Κάτω ακριβώς από την εικόνα του Χριστού το πανέρι με τις σταφίδες, ο μόχθος πολύμηνης καλλιέργειας, για να ευλογηθεί η παραδοσιακή οικονομία της περιοχής και να μοιραστούν στους πιστούς.
«Καταξίωσον Κύριε εν τη εσπέρα ταύτη αναμαρτήτους φυλαχθήναι ημάς…» ακούγεται στον Εσπερινό από τα χείλη του αναγνώστη. Πώς να αποφύγει κανείς μόνος του την αμαρτία με τις τόσες προκλήσεις στην εποχής του υλοζωισμού μας; Ίσως εισακούσει ο «Κύριος» της προσευχής μας και δώσει ένα χεράκι βοήθειας, γιορτή Μεταμόρφωσης σήμερα…
Και μετά από λίγο η τελετή της Aρτοκλασίας. Ο παπάς δέεται όχι μόνο για την υγεία «των προσφερόντων τα δώρα ταύτα» αλλά και για τον κόσμο όλο, και οι άρτοι θα κοπούν και θα μοιραστούν σ΄ όλους τους παρευρισκόμενους. Είναι η ανάμνηση του θαύματος του Χριστού που μόνο με πέντε άρτους κατάφερε να χορτάσει πέντε χιλιάδες ανθρώπους! Είναι ένα ηχηρό μήνυμα ότι όταν δίνει κανείς από το υστέρημά του αυτό αυγαταίνει και πολλαπλασιάζεται. Όταν ευεργετεί τους άλλους, σπάζει τα όρια του Εγώ του, ελευθερώνεται και πλουταίνει.
Κι εμείς με τις τσέπες γεμάτες περισσεύματα γιατί τις κλειδώσαμε και φυλακιστήκαμε χωρίς να το καταλαβαίνουμε;
Πώς μεταμορφώθηκαν οι δωρητές των άρτων! Εξοστρακίστηκε η κακία από τα πρόσωπα και πώς παραδόθηκαν στο χαμόγελο της καλοσύνης!
Και μετά από λίγο η τελετή της Aρτοκλασίας. Ο παπάς δέεται όχι μόνο για την υγεία «των προσφερόντων τα δώρα ταύτα» αλλά και για τον κόσμο όλο, και οι άρτοι θα κοπούν και θα μοιραστούν σ΄ όλους τους παρευρισκόμενους. Είναι η ανάμνηση του θαύματος του Χριστού που μόνο με πέντε άρτους κατάφερε να χορτάσει πέντε χιλιάδες ανθρώπους! Είναι ένα ηχηρό μήνυμα ότι όταν δίνει κανείς από το υστέρημά του αυτό αυγαταίνει και πολλαπλασιάζεται. Όταν ευεργετεί τους άλλους, σπάζει τα όρια του Εγώ του, ελευθερώνεται και πλουταίνει.
Κι εμείς με τις τσέπες γεμάτες περισσεύματα γιατί τις κλειδώσαμε και φυλακιστήκαμε χωρίς να το καταλαβαίνουμε;
Πώς μεταμορφώθηκαν οι δωρητές των άρτων! Εξοστρακίστηκε η κακία από τα πρόσωπα και πώς παραδόθηκαν στο χαμόγελο της καλοσύνης!
Ολόγιομο το φεγγάρι μάς εξέπληξε. Στην απόλυση ξεπρόβαλε από το Σκοπό για να μεταμορφώσει την αίσθηση της νύχτας. Έμοιαζε με ρόδι στο φόρεμα της ωρίμανσης έτσι για να ταιριάξει με τις αργαλίτικες κουρελούδες στα πεζούλια τση Όστριας με τα γήινα χρώματα. Εκεί κάθισα για να απολαύσω τα εύγευστα νηστίσιμα γλυκά, κουλουράκια και φανουρόπιτα, που μοίραζε η ευγενική κυρά-Νίνα. Ο λαός από παλιά είχε μπερδέψει το ναΐσκο της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος με την Παναγία. «Σωτηρούλα μου, φύλαγε τα παιδιά μου…» δεόταν η γιαγιά η Στεφανούλα στρεφόμενη πάντα προς τη μεριά της γειτονικής της εκκλησίας, της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος…
Πόσες μνήμες της παιδικής αθωότητας ξεπήδησαν στο πεζούλι με τις κουρελούδες! Η διώροφη καλύβα που κοιμόμασταν τα καλοκαίρια με τα αχυρένια στρωσίδια και τις κουρελούδες εκεί κοντά στους ανεμοκούλουμους του Άη-Σώστη. Τις κουρελούδες πάνω στα σαμάρια των υπομονετικών τετράποδων με τα μεγάλα αυτιά, μαζί με τ' αργαλίτικα σακούλια κρεμασμένα στα πλαϊνά τους. Κι αργότερα, όταν μπήκαν τα τρακτέρ στη ζωή μας, οι στρωμένες κουρελούδες στις ρυμούλκες για την απογευματινή βόλτα στην άλλοτε παρθένα παραλία του Λαγανά. Αλλά και πόσες ώρες πέρασα καθισμένος δίπλα στον αργαλειό της γειτόνισσας της κυρά- Ζωής χαζεύοντας τη σαΐτα που μπαινόβγαινε και θηλύκωνε ρυθμικά τα πολύχρωμα κουρέλια, άχρηστα υφάσματα κομμένα για τις ανάγκες αυτού του απαραίτητου στρωσιδιού, που αποτελούσε και κομμάτι της προίκας κάθε κοπελιάς και γραφόταν στο σκαρτσοφόλι της!
Στο πεζούλι του Πουνέντε ο παπάς κάθισε για να ξαγορέψει δύο γριούλες που φαίνεται ότι είχαν προβλήματα με τις νυφάδες τους, αν κρίνω από τα υπονοούμενα στο τέλος της εξομολόγησης. Και τότε οι κουρελούδες έγιναν μεγάλα πετραχήλια απλωμένα στη ζεστή γη του καλοκαιριού, έτοιμα να συγχωρέσουν κάθε ανθρώπινο σφάλμα και αδυναμία, την ώρα της αυτοκριτικής και της μετάνοιας.
Πόσες μνήμες της παιδικής αθωότητας ξεπήδησαν στο πεζούλι με τις κουρελούδες! Η διώροφη καλύβα που κοιμόμασταν τα καλοκαίρια με τα αχυρένια στρωσίδια και τις κουρελούδες εκεί κοντά στους ανεμοκούλουμους του Άη-Σώστη. Τις κουρελούδες πάνω στα σαμάρια των υπομονετικών τετράποδων με τα μεγάλα αυτιά, μαζί με τ' αργαλίτικα σακούλια κρεμασμένα στα πλαϊνά τους. Κι αργότερα, όταν μπήκαν τα τρακτέρ στη ζωή μας, οι στρωμένες κουρελούδες στις ρυμούλκες για την απογευματινή βόλτα στην άλλοτε παρθένα παραλία του Λαγανά. Αλλά και πόσες ώρες πέρασα καθισμένος δίπλα στον αργαλειό της γειτόνισσας της κυρά- Ζωής χαζεύοντας τη σαΐτα που μπαινόβγαινε και θηλύκωνε ρυθμικά τα πολύχρωμα κουρέλια, άχρηστα υφάσματα κομμένα για τις ανάγκες αυτού του απαραίτητου στρωσιδιού, που αποτελούσε και κομμάτι της προίκας κάθε κοπελιάς και γραφόταν στο σκαρτσοφόλι της!
Στο πεζούλι του Πουνέντε ο παπάς κάθισε για να ξαγορέψει δύο γριούλες που φαίνεται ότι είχαν προβλήματα με τις νυφάδες τους, αν κρίνω από τα υπονοούμενα στο τέλος της εξομολόγησης. Και τότε οι κουρελούδες έγιναν μεγάλα πετραχήλια απλωμένα στη ζεστή γη του καλοκαιριού, έτοιμα να συγχωρέσουν κάθε ανθρώπινο σφάλμα και αδυναμία, την ώρα της αυτοκριτικής και της μετάνοιας.
Μα πόσο απλά πράγματα χρειάζεται ο άνθρωπος για να μεταμορφωθεί! Λίγο χρόνο, μόνο, θέλει για να αφήσει τη γιορτή της αγάπης ν' ανάψει τα φώτα στην καρδιά του και να την αφήσει ν΄ απολαύσει τη νιρβάνα, την ώρα που μ' ευλάβεια ξετυλίγει τα ρολά της αργαλίτικης κουρελού στο πυρωμένο πέτρινο πεζούλι του ασπρισμένου αυλόγυρου. Εκεί ας καθίσει με γείτονες και φίλους να ξεχάσει έριδες και πόνους, στην ψυχανάλυση της συντροφιάς να πλέξει τα λουλούδια της πανηγυριώτικης δροσάτης σχέσης με το Θεό και το συνάνθρωπο.
Σαρακηνάδο, 9 Αυγούστου 2009