© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Δευτέρα 12 Μαρτίου 2012

Η Παράδοση και η συνέχεια

Γράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ

Οι ευλογημένοι τόποι έχουν την ιστορία τους και την παράδοσή τους. Αυτές πάντα τους ακολουθούν και πάντα, όσο κι αν αυτό φανεί μεγαλόστομο και μεταφυσικό, τους προστατεύουν και τους διασώζουν. Επιπλέον αυτή η βαριά παρακαταθήκη δεν επιτρέπει παρεκκλίσεις ή υποχωρήσεις και υποχρεώνει τους επιγόνους να σταθούν στο ύψος τους και να συνεχίσουν την διατεταγμένη τους ανοδική πορεία. Είναι ένας κανόνας προαιώνιος και μια αλήθεια, η οποία δύσκολα μπορεί να διαψευσθεί και να βρει εξαιρέσεις. Ακόμα κι αν ο κίνδυνος φανεί, η λύτρωση έρχεται από το σωστά δομημένο χθες κι η κληρονομιά υποχρεώνει την αντίσταση και την αποφυγή του θανάτου. Μπορεί λίγο να υποταχθούν και να υποχωρήσουν, αλλά σύντομα θα επανέλθουν και θα επανακάμψουν. Είναι που «το αίμα νερό δεν γίνεται» ή, κατά το πιο παραστατικό, στην περίπτωσή μας, «το μήλο κάτω από τη μηλιά θα πέσει».
Το χωριό Σκουλικάδο του νησιού μας έχει μια μακρόχρονη παράδοση κι αναμφίβολα του αντιστοιχεί ένα σημαντικό μερίδιο στην ιστορία της εξέλιξης του πολιτισμού μας. Ένας από τους τόπους της διάσωσης του περίφημου Ερωτόκριτου, πάνω απ’ όλα, μέρος όπου η εικαστική οικογένεια Πλαίσα έστησε το δημιουργικό της εργαστήρι, γενέτειρα του πολυτάλαντου Κονίδη Πορφύρη και του πολύ Γιάννη Κεφαλληνού, αλλά και πολλών άλλων σημαντικών και αξιοπρόσεκτων, δεν αποτελεί μόνο ένα πλούσιο λήμμα στο κάθε τοπικό και όχι μόνο ιστορικό λεξικό, αλλά είναι συγχρόνως κι ένα σημείο αναφοράς κι ένας σταθμός, όπου παράλληλα γίνεται κι αφετηρία.
Δεν θέλω να ξεχωρίσω κάποιον από τους επώνυμους Σκουλικαδαίους, αλλά επειδή μ’ εξυπηρετεί και μόνο, στέκομαι στον Παναγιώτη Πλαίσα το νεώτερο και χρησιμοποιώ την περίπτωσή του σαν παράδειγμα. Οι εικόνες του, που είναι ένα πολύ γνώριμο κομμάτι του νεώτερου πολιτισμού μας, μια και κοσμούν τις περισσότερες εκκλησίες του νησιού μας, δεν είναι μόνο μια συνέχεια, αλλά και μια διάσωση της ντόπιας αισθητικής μας. Όταν από Ανατολή της Δύσης γίναμε Δύση της Ανατολής, ο εικαστικός αυτός καλλιτέχνης, μέλος και τέλος μιας σημαντικής οικογένειας και σχολής, κράτησε την αγιογραφική μας ιδιαιτερότητα και την προσάρμοσε στις περιστάσεις, που προέκυψαν. Έτσι είναι ίσως ο τελευταίος, που δημιουργεί κι ο πρώτος, που κρούει τον κώδωνα του κινδύνου.
Μ’ αυτήν την παράδοση το χωριό του, μετά από μια πολλαπλή θεομηνία, στα μέσα του εικοστού αιώνα, οδηγείται στον εικοστό πρώτο και προσπαθεί να συνθέσει τις ψηφίδες της κληρονομιάς του, για να δημιουργήσει τα δισένια της απεικόνισης του αύριο.
Στην λυτρωτικά, αλλά δύσκολη αυτή διασωστική διαδικασία σημαντικό ρόλο παίζει ο δραστήριος και πολυσήμαντος πολιτιστικός σύλλογος του χωριού, ο οποίος δικαιωματικά ονομάζεται «Ερωτόκριτος» και από το 1984, που δημιουργήθηκε, έχει μια έντονη παρουσία στα δρώμενα του νησιού μας κι επαληθεύει μια, μάλλον αυθαίρετη, ετυμολογία της ονομασίας του χωριού του, η οποία θέλει να προέρχεται από το ουσιαστικό «σχολή» και το ρήμα «άδω».
Και πράγματι μια σχολή είναι ο σύλλογος αυτός για τον τόπο του, ο οποίος δεν προετοιμάζει μόνο τραγουδιστές –διαφορετική σημασία έχει για το νησί μας η λέξη-, αλλά δίνει την ευκαιρία για ενασχόληση των μελλών του με κάθε μορφή της τέχνης.
Ιδιαίτερα ο σύλλογος αυτός, για ν’ ανταποκριθεί στην βαριά κληρονομιά της ονομασίας του, η οποία δεν είναι μόνο ένας σταθμός κι ένας ακρογωνιαίος λίθος του νεοελληνικού θεάτρου, αλλά και μια πολλή σημαντική στιγμή της ανάλογης τοπικής μας παράδοσης, δίνει βαρύτητα στην από σκηνής διδασκαλία και κάθε χρόνο, εκτός από τις αναβιώσεις των «Ομιλιών», μας προσφέρει και μια παράσταση, γνωρίζοντας στο κοινό του νησιού μας έργα ντόπιων, ελλήνων, αλλά και παγκόσμιων συγγραφέων.
Φέτος, αυτές τις μέρες μάς παρουσιάζει το κλασσικό έργο του μεγάλου Νικολάι Γκόγκολ, «Ο Επιθεωρητής», γνωρίζοντάς μας, όχι μόνο ένα αριστούργημα της θεατρικής δημιουργίας, αλλά και μια σκέψη αληθινά επίκαιρη και μια διαπίστωση αιώνια κι αγέραστη.
Το έργο μάλιστα, αυτό τον καιρό της πολλαπλής κρίσης, είναι περισσότερο επίκαιρο απ’ όλες τις άλλες εποχές. Δείχνοντας την ανικανότητα της εξουσίας, δεν μας πηγαίνει μόνο σε μια ρωσική πόλη του καιρού του, αλλά μας γνωρίζει ανάγλυφα το σήμερα του τόπου μας.
Η εξουσία είναι διεφθαρμένη επί σκηνής, για να ερμηνεύσει τα όσα διαδραματίζονται καθημερινά στην οθόνη της τηλεόρασής μας. Λαδώνεται και λαδώνει. Βολεύεται και βολεύει. Ξεγελά και ξεγελιέται. Αρέσκεται στο ψέμα, αλλά δέχεται και το ψέμα. Με λίγα λόγια οδηγεί στην καταστροφή. Κερδισμένος ο κάθε κομπιναδόρος, ο οποίος στην αναμπουμπούλα κερδίζει και ωφελείται.
Στο έργο υπάρχει η κάθαρση με την γελιοποίηση των υπευθύνων. Η κενότητά τους αναδεικνύεται με την επικράτηση της ψευτιάς και την υπόθαλψή της από το μέρος τους. Αυτό προτείνει ο συγγραφέας και το ίδιο κάνουν και όλοι αυτοί, που, ο καθένας με τον τρόπο του, συμμετέχουν στην παράσταση.
Αυτό είναι και η μεγάλη της αξία. Βλέποντας ο κάθε θεατής τα προβλήματά του ανάγλυφα πάνω στο σανίδι της σκηνής, οδηγείται, μέσω της τέχνης, στη λύτρωση. Ευχής έργο θα ήταν αν αυτήν την μετέφερε και στη ζωή του.
Το θέατρο ήταν και είναι το κυριότερο μέσο διδασκαλίας. Γι’ αυτό όλοι οι φανατικοί το κυνήγησαν.
Ας είναι πάντα καλά τα παιδιά του «Ερωτόκριτου» να το υπηρετούν και να το συνεχίζουν.
Φίλοι από το Σκουλικάδο καλή συνέχεια!

Μάνου Στεφανίδη: “ΠΕΡΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ”. Ο ιδανικός διάλογος 12 σύγχρονων καλλιτεχνών μ' έναν εικαστικό τους προπάτορα

"Ο θάνατος μας πετάει σαν ξεροκόμματο λίγη άνοιξη, σταγόνες από Έρωτα, τις σονάτες του Haydn, τα δειλινά του φθινοπώρου, το νέο χιόνι, τα νέα ποιήματα, τις νέες ζωγραφιές, τους νέους που είναι πάντα και εξ ορισμού αθώοι. Ιδού τι διαπραγματεύεται η μεγάλη ποίηση. Ιδού ποια είναι η ελευθερία της μεγάλης ζωγραφικής"
Μ.Σ.

Όλη η ζωγραφική του Παρθένη, λειτουργεί σαν μία τεράστια μεταφορά που μας επιβάλλει να δραπετεύσουμε από όλα τα κλισέ της πραγματικότητας. Ο Κωνσταντίνος Παρθένης  είναι ο ζωγράφος ο οποίος περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο, συμβολίζει την ένταξη της νεοελληνικής περίπτωσης στην ευρύτερη ευρωπαϊκή τέχνη. Αλλά και εκφράζει επίσης τα όρια ή την δυναμική μιας "εθνικής σχολής", εμφυτευμένης στην καρδιά του προηγούμενου, δύσκολου αιώνα. Κοσμοπολίτης μαζί και αυτοέγκλειστος, πνευματώδης και αισθησιακός, εμμανής του σχεδίου και γνώστης των μυστικών ιδιοτήτων του χρώματος, μύστης των νέων ρευμάτων εξ Εσπερίας και συνειδητός απολογητής της μακραίωνης ελληνικής παράδοσης, βυζαντινός και αρχαιοπρεπής, ιδεαλιστής και σεζανικός, μυημένος τόσο στους Nabis, όσο και  στο Jugendstil, βενιζελικός αρχικά και έπειτα ακόλουθος (;) της 4ης Αυγούστου, είναι η πιο εμβληματική και συγχρόνως η πιο "ανεκμετάλλευτη", μαζί με τον Γιαννούλη Χαλεπά, μορφή της σύγχρονης τέχνης μας. Μια μορφή για την διερεύνηση της οποίας μένουν να γίνουν πολλά.
Είναι ενδεικτικό ότι ο Παρθένης, βασικός ιδεολογικός άξονας της γενιάς του '30, δάσκαλος του Εγγονόπουλου, του Χατζηκυριάκου - Γκίκα, του Τσαρούχη, του Διαμαντόπουλου, του Μόραλη (για λίγο) αλλά και μιας δράκας "ελασσόνων" ζωγράφων όπως η Αγλαΐα Παπά, ο Ηλίας Φέρτης, ο Αντώνης Κόκκορης, η Ίρις Οικονομίδου κ.α. κατ' ουσίαν δεν είχε μαθητές! Δεν είχε δηλαδή συνεχιστές του υψηλόφρονος παραδείγματος του, παρά μόνον κάποιους μιμητές των εξωτερικών χαρακτηριστικών της γραφής του, του ιδιαίτερου του στιλ. Η παρούσα έκθεση επιχειρεί, αρκετά σπασμωδικά ομολογουμένως, να δώσει το μέτρο μιας παρθενικής επίδρασης σήμερα στα έργα δημιουργών που  εκφράζουν τις ανάγκες ή τα αδιέξοδα, γιατί όχι, του 21ου αιώνα. Το μέτρο, τέλος, ενός διαλόγου, έστω προβληματικού... Σαν μια προσπάθεια να αποκατασταθεί η συνέχεια του αισθητικού μας παράδοξου, το νήμα της, τοπικής μας, Ιστορίας.
Το 1989 οργάνωσα στη Δημοτική Πινακοθήκη Αθηνών την έκθεση "Αναφορά στον Μπουζιάνη" καταγράφοντας ενδεικτικά τους πολυάριθμους νεοεξπρεσιονιστές εκείνης της εποχής οι οποίοι έμμεσα ή άμεσα συνομιλούσαν με τον υπαρξιακό - δραματικό λόγο του δασκάλου. (Ενδεικτικά αναφέρω πως μεταξύ των άλλων συμμετείχαν ο Σταύρος Ιωάννου, ο Μάκης Θεοφυλακτόπουλος, ο Χρόνης Μπότσογλου, ο Κυριάκος Μορταράκος, η Βάνα Ξένου, ο Δημήτρης Ράτσικας, η Πελαγία Κυριαζή, ο Εδουάρδος Σακαγιάν κ.α.). Σκέφτομαι πως κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει με άξονα τον Παρθένη κυρίως γιατί το έργο του παρά τη δημοφιλία του, αφορούσε πραγματικά ελάχιστους και αντανακλούσε αποκλειστικά την ολιγόζωη, αστική τάξη του Μεσοπολέμου και το δυσαναπλήρωτο, σήμερα, ήθος της (και πάντως όχι τους σημερινούς νεόπλουτους που, ταυτιζόμενοι με τα πλαστά ιδεώδη της εποχής μας, τα προβάλλουν στο ανυπεράσπιστο, ακόμη και από τους αυτοδιαφημιζόμενους ως "ειδικούς", έργο του μεγάλου Αλεξανδρινού).
Μοιραία η παρούσα έκθεση λειτουργεί περισσότερο ως πείραμα:
- Πώς προσλαμβάνουμε σήμερα ένα τέτοιο έργο που εκπροσωπεί μία τόσο ιδεαλιστική εποχή;
- Πόσο λειτουργούν στην εποχή τη δική μας οι κώδικες και τα σύμβολα του;
- Είναι ο Παρθένης "παρωχημένος" ή εμείς έχουμε χάσει την υπαρξιακή σχέση μας με την Ιστορία;
- Μπορεί ένας σύγχρονος  εικαστικός όπως οι 12 συμμετέχοντες να εμφορείται από ανάλογες ιδέες ή η κάθε εποχή συγκροτεί το δικό της, αποκλειστικά, ιδιόλεκτο;
- Πόσο εν τέλει αντέχουμε σήμερα μιαν ελευθερία αγγελόμορφη, πόσο μπορούμε να την διεκδικήσουμε έξω από τα κυρίαρχα κλισέ;


Στην κορυφαία του σύνθεση "Η Αποθέωσις του Αθανασίου Διάκου" (ελαιογραφία σε μουσαμά, 380x380 εκ. 1930-1933 περ., Δωρεά Σ. Παρθένη, Εθνική Πινακοθήκη), ο Παρθένης αρμολογεί τη δική μας Guernica βάζοντας όμως στη θέση της φρίκης και της απόγνωσης, τη θυσία και τη δικαίωση. Εδώ την συμβολική ψυχή του Αθανασίου Διάκου που αναλαμβάνεται στους ανοιχτούς ουρανούς και που γίνεται δεκτός από αγγέλους - μουσικούς (φόρος τιμής στον Greco),  ξεπροβοδίζουν από αριστερά προς τα δεξιά η Άνοιξη η οποία τον ραίνει με άνθη, μία πτεροφορούσα πολεμική φιγούρα με κράνος δόρυ και ασπίδα (ο Άρης) και τέλος η μορφή της Ελευθερίας - Ανάστασης η οποία εγκαταλείπει τον τάφο της και δοξολογεί τη ζωή.
Τόσο τη μεγάλη "Αποθέωση" της Πινακοθήκης όσο και τη μικρότερη replica της ο ζωγράφος τις εξέθεσε στη Biennale Βενετίας το 1938 όπως διαβάζουμε στον σχετικό κατάλογο, μαζί με κάποιες συμπληρωματικές μελέτες της εν λόγω μνημειώδους σύνθεσης. Ο πίνακας με τον οποίο συνομιλούν οι 12 καλλιτέχνες προέρχεται από αυτήν ακριβώς, την ενότητα που φιλοτεχνήθηκε τη δεκαετία του '30 και εξετέθη στη Biennale υπό τον τίτλο “La Liberté” και αριθμό καταλόγου 39. Σ' αυτό το έργο έχουμε συμπυκνωμένα τα βασικά χαρακτηριστικά του Δάσκαλου: κομψότητα, έμφαση στη γραμμή, λυρισμός, αποπνευματωμένο χρώμα, έντονο στιλιζάρισμα, ποίηση που προκύπτει από την υπερευαίσθητη χρήση της ύλης, πίστη πως η ζωγραφική όπως και η μουσική είναι τ' απόλυτα, τα προνομιούχα μέσα για να εκφραστούν οι ιδέες.
Και κάτι τελευταίο: Όπως προκύπτει και από την τεχνοϊστορική έρευνα και από τις μαρτυρίες των μαθητών εκείνων που επισκέπτονταν τον Παρθένη στο σπίτι του κάτω από την Ακρόπολη, ο ίδιος δούλευε τα επιτυχημένα του θέματα ξανά και ξανά, μελετούσε τις λεπτομέρειες τους σε ανεξάρτητους καμβάδες, φιλοτεχνούσε τις επί μέρους μορφές σε αυτοτελή έργα ώστε η τελική εκδοχή να προκύψει από την οργάνωση αυτού του πολυεπίπεδου όσο και εργώδους puzzle. Ιδιαίτερα την "Αποθέωσιν" και τα συμπαρομαρτούντα της δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε πως ο Παρθένης τα δούλευε επί μία δεκαετία επιδιώκοντας όπως ο Διονύσιος Σολωμός με τα σχεδιάσματα των "Ελεύθερων Πολιορκημένων" να φτάσει μέσα από σπαράγματα και τα θραύσματα προς το ιδανικό. *[1]
Μιλώντας τώρα για την ”Liberté“ της παρούσας έκθεσης πρέπει να πούμε ότι συχνά ο δάσκαλος - π.χ. στη μεγάλη παραγγελία που του έδωσε ο Δήμος Αθηναίων - έδινε μορφή αγγέλων στις αφηρημένες έννοιες της Πειθαρχίας, της Νίκης, της Ομόνοιας, της Ομορφιάς κλπ. Υπάρχει τέλος μαρτυρία του Ηλία Φέρτη πως υπήρχε ακόμα και γλυπτό του Παρθένη ταυτισμένο με τη φιγούρα  την κάτω αριστερά της "Αποθεώσεως", δηλαδή τη "Liberté"! Γεγονός που αποδεικνύει πόσο προβλημάτιζε τον δημιουργό η αύρα της κάθε μορφής. Γράφει σχετικά ο ίδιος ο Παρθένης (περ. Ζυγός, τεύχ. 3, Ιαν. 1956): “Ω ομορφιά που σ' έχουν πάντα στα χείλη τους οι άνθρωποι, άραγε σ' έχουν πάντα και μέσ' στη ψυχή τους;”
Αυτό το ερώτημα καλύπτουν μέσα από την ιδιαιτερότητα και την ευαισθησία τους οι 12 "διαλεγόμενοι" με τη ”Liberté“ σύγχρονοι καλλιτέχνες. Με παραδοσιακούς ή νεωτερικούς τρόπους, με κατασκευές, γλυπτά, ελαιογραφίες ή μικτές τεχνικές, με χιούμορ ή με δέος, με επίγνωση της αδυναμίας ή με  συνείδηση του διαφορετικού οπτικοποιούν την τόσο σθεναρή και επίζηλη έννοια της Ελευθερίας. Πρόκειται, κατ ουσίαν, για ένα ιδανικό "κείμενο" κατατμημένο σε 13 εικαστικά "χειρόγραφα". Μπορείτε να το διαβάσετε;


ΥΓ. Ως κατακλείδα, παραθέτω το ποίημα της Κατερίνας Αγγελάκη - Ρουκ   Interlude:

Έντιμοι, έντιμοι οι άγγελοι
γιατί κι όταν ακόμη σε στραβώνουν με το άσπρο
ψιθυρίζουν "δεν υπάρχω".


Βιβλιογραφία

-Αντώνης Κωτίδης, Για τον Παρθένη, Εννέα Συνεντεύξεις με μαθητές του, Θεσσαλονίκη 1984
-Κ. Παρθένης, κατάλογος έκθεσης, Θεσσαλονίκη, Βαφοπούλειο πολιτιστικό κέντρο, κείμενα Δ. Παπαστάμος, Μ. Στεφανίδης, Μ. Παπανικολάου, Α. Κωτίδης
-Μάνος Στεφανίδης, Παρθένης και Βενιζελισμός, εφημ. Καθημερινή 7.11.1992
-Μάνος Στεφανίδης, Μικρή Πινακοθήκη, πρόσωπα, κρίσεις και αξίες της νεοελληνικής τέχνης, τέταρτη έκδοση συμπληρωμένη, εκδ. Καστανιώτη 2011 (σσ 63-94)


[1] Υπενθυμίζεται ότι στη Biennale του 1938, ο Παρθένης συμμετείχε  με 56 ελαιογραφίες και 53 σχέδια (μεταξύ άλλων εκτίθεται η προσωπογραφία του Γεωργίου Β). Στον κατάλογο η "μικρή" Αποθέωσις (La piccola Apoteosi di Attanasio Diacos) έχει  αύξοντα αριθμό 26 και η μεγάλη 27. Επίσης πριν την ”Liberté“  (αριθμός 39) δημοσιεύεται το έργο "La notte Risponde ai miei Pianti " στον αριθμό 38. Ποιός είπε πως έλκονται μόνο τα ετερώνυμα;


-----------------------------------------
*Ο Μάνος Στεφανίδης είναι Επίκουρος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

π. Κων. N. Καλλιανός: ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ…





, τι ζε κανείς σ᾿ ατν τν κόσμο, , τι ταμιεύει μέσα του στν λη χρονικ διάρκεια τς φημερίας του, ξάπαντος σχετίζεται μ πρόσωπα κα τόπους. Κα μάλιστα μ τ πρόσωπα κενα πο το δωσαν τ ζωή, τν ψωσαν μέσα στν κόσμο πό τς πρτες του στιγμές, τς νηπιακς κα φάνταστα τρυφερές,  σαμε τ χρόνια τ νήσυχα κα παναστατικ τς φηβείας.
Στν κορυφ ατς τς πυραμίδας τν προσφιλν προσώπων πομένει ναμφίβολα τ ερ κα πανέντιμο Πρόσωπο τς Μάνας, ατς τς παρξης πο χαριτώνει τ ζωή σου, τς δωρίζει τν αρα τς εαισθησίας κα τς στείρευτης κι δολης γάπης, τν ντύνει μ τ τρυφερ νδυμα τς Προσευχς / προστασίας κα φυσικ τ νοηματίζει μ τν γνοια της.
Γι᾿ ατὸ, ταν λθει καιρς ν κινήσει γι τ μεγάλο της ταξίδι, ν᾿ ποχωρήσει δηλαδ πό τ σκηνικ τν γκοσμίων, γι ν ξαποστάσει πιά, που κι ο πρόγονοί της ναπαύονται, κε, στν γκαλι το Θεο, τ κεν πο φήνει εναι δυσαναπλήρωτο, κορυφαο κα γεφύρωτο. Γιατ μαζί της ταξιδεύει γι τν κόσμο τν ληθην κι νας λλος κόσμος, δικός σου κόσμος, πο τν συνέθεταν πρόσωπα κα δραστηριότητες γαπημένες κα λησμόνητες. πως πίσης μαζί τους χάνεται, δν χει δηλαδ τν δια νοστιμι πο κάποτε διακρατοσε, κι τόπος, πο παύει ν χει τ διο νόημα, πως τότε πο τν κατοικοσαν νθρωποι... νας π᾿ ατος, τελευταος νθρωπος πο νοιγε τ θύρα τς Μνήμης κα μαζεύονταν να γύρω ο πρόγονοι, Μάνα...
Τώρα πι μ τν ποχώρησή της, χρος ρφάνεψε, φο σιωπ πο πλώνεται στ σπίτι, στος δρόμους, στ χορταριασμένη τν αλή, στ παρατημένα τ λουλούδια, κυοφορε μι θλίψη πο πραγματικ νοίγει στν ψυχ πληγς.
Τώρα πι δν θ ξαναδες το πατρικ τ σπίτι φωτισμένο, μήτε θ μοσχοβολ τ καμένο ξύλο τ χειμώνα τ φρέσκο νερ στ νοτισμένη τν αλή τ καλοκαίρι. Γιατ θ᾿ ραιώσεις τς πισκέψεις κε, πειδ δν θ᾿ ντέχεις κάθε φορ ν᾿ νοίγεις διπλοκλειδωμένες πόρτες κα ν νοιώθεις τν παγωμένο έρα τς μοναξις κα τς γκατάλειψης ν σο ριπίζουν τν ψυχή κα τ εναι λάκερο. Γι᾿ ατ κα ποχαιρετς πι τν παλιό σου τόν τόπο, πο στ κάτω-κάτω τς γραφς δ σο θυμίζει τίποτε πι, φο μ τ φυγ το κόσμου - σχατη κάτοικος ταν Μάνα- λα σο φαίνονται ξένα, φο εναι πι ξένα, λλαγμένα, διαφορετικ κα πολ περισσότερο γνωστα σ σένα πο ζησες περιούσιες στιγμς κι ελογημένες. Στιγμς πο τς στεφάνωνε πάντα Μορφ τς Μάνας...

υ.γ. Συναφς κείμενο μ τ παραπάνω εναι τ, « φορνος το παππο», πο πρωτοεμφανίστηκε παλαιότερα πό τ περιοδικ ατό.
Related Posts with Thumbnails