Sculpture by Opy Zouni |
Ζούσε σε ένα από
εκείνα τα παλαϊκά διαμερίσματα της οδού Πατησίων. Όσοι την γνώριζαν στην όψιμη
νεότητά της επισημαίνουν την περιφρόνησή της προς τους γόηδες που τη
διεκδικούσαν. Πλούσιοι, συνήθως νέοι με ευρωπαϊκές σπουδές και αφομοιωμένους
τους στίχους των ρομαντικών που γρήγορα λησμονούσαν το ενδιαφέρον τους και
αποτραβιόνταν με τρόπο, εμπρός στην υποτιμητική της στάση.
Πάψαν
να νοιάζονται οι νέοι εκείνοι, λοιπόν όταν την είδαν με μαχαιρωμένο το πρόσωπο
και κυκλοφόρησε η φήμη πως μια ύποπτη φιλία στοίχισε την εφηβική της ομορφιά.
Την λησμόνησαν, καθώς εκείνους που γερνούν αποφασισμένοι να σκοτωθούν κάτω από τις
πρωινές, ηλιόλουστες τοπογραφίες. Κανείς δεν αναρωτήθηκε, κανείς δεν είπε, Βίβιαν, τι έχει πάθει το στόμα σου, ποιος
στο χάραξε με το μαχαίρι; Ποτέ ξανά ο ολοζώντανος παλμός της Βίβιαν, ποτέ
ξανά.
Μόνη,
σαν κέρινο πρότυπο, συνιστά στο βάθος του ναού το τελευταίο, νεκρό μοντέλο της
άλλοτε, καταξιωμένης φλαμανδικής σχολής. Σε όλη την Πατησίων χορεύουν τα
κατάμαυρα πανιά και σ’ όλη την Πατησίων τα ακίνητα σπίτια, οι αρχαίοι Αχαιοί σε
όλη την Πατησίων και οι άλλες φυλές.
Βίβιαν,
λευκά υπόσχομαι θα κάνουν τα γόνατά σου οι ευλαβικοί μου ασπασμοί, όλο ομίχλη
πια το πρόσωπό σου, σαν από γάζες, Βίβιαν.