Γράφει
η ΑΝΘΟΥΛΑ ΔΑΝΙΗΛ
Οι
μεγάλες παρακαταθήκες των λαών είναι
ο πολιτισμός τους. Η φήμη τους στον
αιώνα. Η διατήρησή τους στην παγκόσμια
μνήμη. Οι φάροι που δείχνουν το δρόμο.
Αλλά η δημιουργία δεν είναι συλλογική
εργασία, όχι πάντα, τουλάχιστον. Γιατί
και εκείνα που λέμε πως έγραψε ο λαός,
και σ’ εκείνα κάποιος ανώνυμος
προικισμένος και ξεχωριστός πρέπει να
κρατούσε την μπαγκέτα και να διηύθυνε.
Εκείνος, ο κάποτε ξεχωριστός, ήρθαν
καιροί που απέκτησε και όνομα και
υπογραφή. Φέτος και πάντα και στους
μέλλοντες χρόνους, τον λένε Οδυσσέα
Ελύτη.
Υπάρχει
πάντα η πίστη πως το θαύμα γίνεται
μπροστά στα μάτια μας αλλά εμείς «μένουμε
ασυρματοφόρα παρατημένα στην έρημο»,
κρατάμε την αναπνοή μας, πάμε σαν
«βόνασοι κερασφόροι»,
απομυθοποιημένοι και απομυθοποιητές,
ντυμένοι όλοι με τις στολές που κάπου
σε κάποιο εργαστήριο, άλλοι ετοίμασαν
για μας «κομμένες
ομοιόμορφα όπως οι ιδέες».
Κι όμως πάντα υπάρχει «Κάτι
Κάτι άλλο να βρεθεί»
που μόνο ο ποιητής με τις αισθήσεις σε
υπερδιέγερση, οσφραίνεται, ακούει,
γεύεται, πιάνει. Και αυτό συμβαίνει όταν
οι ουρανοί είναι ανοιχτοί, γιατί το
μήνυμα έρχεται από ψηλά. Και είναι αυτό
που ο απλός άνθρωπος λέει «ιδέα», ο
ποιητής «έμπνευση», ο θρησκευόμενος
«θεία χάρη» και ο εντεταλμένος «χρέος»:
«Εντολή σου, είπε, αυτός
ο κόσμος». Και μπορεί
εμείς να μην ακούμε εκείνο το μήνυμα
ούτε εκείνο το «Χαίρε
Κεχαριτωμένε» αλλά ο
ποιητής το άκουσε. Μπορεί εμείς να
κωφεύουμε στα λόγια του αέρα, των φύλλων
ή των κυμάτων, ο ποιητής όμως έχει μια
άλλου είδους όραση και ακοή για να τα
αντιλαμβάνεται. Και γίνεται Αυτός το
μέσον για να προσκτηθούμε κι εμείς το
δικό του «κτήμα ες αεί». Ας δίνεται η
έμφαση στο έργο, ας είναι ταπεινός ο
δημιουργός και προβάλλει την πατρίδα
του μέσα από αυτό. Ο άνθρωπος πίσω από
το έργο δεν παραβλέπεται.
Τέτοιος
άνθρωπος, δημιουργός, ποιητής οραματιστής,
πνεύμα που είδε και συνέλαβε τον κόσμο
στην ολότητά του, που είδε το επερχόμενο,
που μας προειδοποίησε για τη συμφορά
μεταμφιεσμένη σε πρόοδο, εξέλιξη και
μόδα, που ανέδειξε τη σημασία των απλών
πραγμάτων, που είχε όραμα, πίστη στο
αγαθό της ζωής και τις δυνάμεις του
ανθρώπου, Τέτοιος, είναι ο Οδυσσέας
Ελύτης.
Πέρασαν
είκοσι χρόνια από τον θάνατό του. Ας
πούμε καλύτερα από τη στιγμή που το σώμα
του βρέθηκε στη γη και αφομοιώθηκε από
το χώμα που αγάπησε, τον ήλιο και τον
αέρα της Αττικής, την συμπερίληψη όλης
της ελληνικής γης. Η ψυχή πήγε εκεί που
βρίσκονταν πάντα οι άγγελοι, που
τραγουδούσαν και μιλούσαν Ελληνικά.
Από εκεί, την εξέδρα του ουρανού, σαν
από μεσογειακό μπαλκόνι πάνω στη θάλασσα
μας παρατηρεί, σαν «άγγελος
φωτοσύνθεσης», σαν
εκείνους που μας άφησε δείγμα στις
συνεικόνες του, για να έχουμε ιδέα του
παραδείσου, όπως Εκείνος τον αντιλαμβανόταν.
Όμως το πνεύμα του, οι στίχοι, τα λόγια,
οι φτερωμένες λέξεις του, είναι εδώ, στη
γη μαζί μας, πάντα και παντού. Νέες γενιές
ποιητών τον έχουν προσκέφαλο και οι
άλλες που θα έρθουν, επίσης. Όχι, δεν
τελειώνει ο κόσμος με το θάνατο, «μια
μικρή φθινοπωρινή βροχή»
είναι μόνο που πέφτει ελεητικά πάνω στο
ηλιοψημένο χώμα και σώμα και ψυχή της
Ελλάδας και του κόσμου όλου.
Στον
Ελύτη, λοιπόν, ήταν αφιερωμένο το πέμπτο
Συνέδριο που οργάνωσαν τα Εκπαιδευτήρια
Ευάγγελου Μαντουλίδη, στη Θεσσαλονίκη,
και το Ζωγράφειο Λύκειο, στην
Κωνσταντινούπολη, υπό την αιγίδα του
Παναγιώτατου Πατριάρχη μας κ.κ.
Βαρθολομαίου. Μονάχη έγνοια και φροντίδα
η γλώσσα μας, η γλώσσα του ποιητή που
ανέδειξε την Ελλάδα, που έψαλε τα Πάθη
της, που είδε πίσω από το μπλε που ξοδεύει
ο Θεός για να μην τον βλέπουμε, που άκουσε
πέρα από το φράγμα του ήχου των Σειρήνων
και ό,τι είδε και άκουσε και ένοιωσε μας
το μοίρασε σαν αντίδωρο, σε πολλούς
ασημένιους στίχους και ποιήματα, ο Ήλιος
της Δικαιοσύνης και της Ποίησης. Ο
Πατριάρχης μας είχε μελετήσει θεόπνευστα
το έργο του ποιητή και με την ομιλία του
απέδειξε τον πλούτο ενός έργου που έχει
χίλιες διαφορετικές αστραψιές για να
μας θαμπώσει.
Έπειτα
ακολούθησαν τα σχολεία, Ελληνικά και
«ξένα», φερμένα από παντού, από την
κοντινή μας Κωνσταντινούπολη, από την
μακρινή Νέα Υόρκη, και, σχεδόν, από κάθε
μέρος της ελληνικής γης. Από κάθε μέρος
που είχε τη δυνατότητα να λάβει μέρος.
Και ήταν άπειρες οι ομάδες και μέγιστη
η απόλαυση από τις ιδέες και τα θαύματα
που τα παιδιά και οι επιβλέποντές τους,
επιστημονικοί σύμβουλοι, ανέδειξαν,
και τα τραγούδια που έπαιξαν και
τραγούδησαν, και τις θεατροποιήσεις
που έκαναν, και τους τεράστιους μουσικούς
κυματισμούς που το Μουσικό Σχολείο του
Βόλου με την ορχήστρα του δημιούργησε,
και το Σχολείο της Κύπρου μας που τελείωσε
με την παράκληση: «Μη
παρακαλώ σας, μη λησμονάτε τη χώρα μου»,
μη λησμονάτε την Κύπρο!, φώναξε ο Γιώργος
Γεωργής και συμπαρέσυρε με τη συγκίνησή
του πάντες τους συνόντες. Κι εδώ δεν θα
έπρεπε να παραλείψουμε το ρόλο που είχε
η Μουσική, του Μίκη Θεοδωράκη κυρίως, ο
οποίος, χωρίς να παραβλέπει το λειτουργικό
χαρακτήρα του έργου, το μετέτρεψε και
θούριο για μια Ελλάδα που ζητά ελπίδα.
Το
Συνέδριο για τον Ελύτη συγκέντρωσε
επιστήμονες και καλλιτέχνες, οι οποίοι
γνωρίζουν και έχουν μελετήσει το έργο
του, έχουν άποψη επ’ αυτού και με τη
φυσική τους παρουσία και ομιλία πρόβαλαν
μικρές ψηφίδες στο πολύχρωμο ψηφιδωτό
των μελετών και προσεγγίσεων. Και ανάμεσα
στους στίχους αυτής της γλώσσας που μας
έδωσαν Ελληνική ακούστηκαν παράξενα
και «αλλιώς ωραία»
τα ποιήματα στη Γαλλική της Κατρίν
Βελισσάρις, στην Αγγλική του Πήτερ
Μάκριτζ, στην Ιταλική της Πάολα Μινούτσι.
Κάθε ήχος και από ένα χελιδόνι για να
μας φέρει την άνοιξη μέσα στο χειμώνα
που ζούμε αυτόν τον καιρό.
Το
Συνέδριο δεν είχε μόνο ομιλίες, απαγγελίες,
μουσική, τραγούδια, θεατροποίηση (που
εμπνευσμένα επιμελήθηκε η γνωστή
ηθοποιός Φιλαρέτη Κομνηνού), έκθεση στο
Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών των εικαστικών
του Ελύτη (για τα οποία μας μίλησε η
Ιουλίτα Ηλιοπούλου). Είχε και κινηματογράφο.
Κι εδώ θα κάνουμε μια στάση·
στον ιστορικό χώρο που γίνεται το
Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Εκεί, μέσα σ’
αυτόν τον εμβληματικό κινηματογράφο,
ο γνωστός
σκηνοθέτης Λάκης Παπαστάθης, μεταξύ
άλλων, είπε την εξής φράση: «Ο ποιητής
εμπιστεύτηκε τη φυσική του παρουσία
στον κινηματογραφιστή και παραγωγό
Σγουράκη». Αυτή η φράση -«εμπιστεύτηκε
τη φυσική του παρουσία»- είναι σημαίνουσα
και δίνει το μέτρο της διαφοράς, ανάμεσα
στους πολλούς που κρατούν στα χέρια τα
βιβλία του ποιητή και στον έναν που
στάθηκε απέναντί του με την κάμερα για
να αποτυπώσει στο σελιλόιντ . το σώμα,
το πνεύμα, την εικόνα, τη μορφή, την ιδέα
του ποιητή, επειδή Εκείνος του την
εμπιστεύτηκε. Ο ίδιος ο Παπαστάθης, με
ένα δικό του φιλμ, μας έδειξε πώς αντέδρασε
την ημέρα του θανάτου του ποιητή. Άρπαξε
χαρτιά, έγραψε στίχους και βγήκε έξω με
την κάμερα, σε δρόμους και πλατείες, σε
μαγαζιά και καφενεία και μοίραζε τους
στίχους και ζητούσε από απλούς ανθρώπους
να τους διαβάσουν. Να πώς μπορεί κανείς
να εκλάβει τους στίχους του Ελύτη: «Σου
’ρχεται να πετάξεις ψηλά κι από κει να
μοιράσεις δωρεάν την ψυχή σου. Ύστερα
να κατεβείς και, θαρραλέα, να καταλάβεις
τη θέση στον τάφο που σου ανήκει».
Αυτό έγινε εκείνη την ημέρα. Και ήταν η
ίδια η ψυχή του ποιητή γραμμένη στα
χαρτιά και στα βιβλία που μας μοιραζόταν
δωρεάν και που είκοσι χρόνια μετά,
βλέποντας την ταινία, η φτωχή ύπαρξή
μας εισέπραττε πάλι τη δωρεά του ποιητή
μέσω του κινηματογραφιστή. Και το
Συνέδριο τελείωσε με το στρογγυλό
τραπέζι, στον Χώρο Τεχνών της Βέροιας,
όπου οι μαθητές έθεσαν ερωτήματα σε
επιφανείς συνέδρους σχετικά με το έργο
του ποιητή.
Εκεί,
λοιπόν, ήταν ο τόπος όπου το ποιητικό
δράμα μιας άλλης ποικιλίας της ζωής
παίχτηκε από ωρίμους και εφήβους, ερήμην
της φοβέρας και της κακοκαιριάς του
δαίμονα. Γιατί πίσω από το κακό λειτουργούσε
ακόμη η πίστη του ποιητή ότι «ευθεία,
μπροστά, και τραγουδώντας μόνον… Θα
την φέρουμε την Ευρυδίκη πάλι /Στο φως,
στο φως, στο φως». Εκεί,
οι άνθρωποι εργάζονταν για να γίνει πιο
τρυφερό το γαλάζιο. Για να δείξουν πως
αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στα χρηματιστήρια
του κόσμου, εξακολουθούν να πιστεύουν
πως «έχει ο Θεός».
Είκοσι
χρόνια πια κάτοικος της Ελλάδας της
δεύτερης του απάνω κόσμου, που βγήκε
από την πραγματική και χωρίς καμιά
στιγμή να λείψει από την άλλη που χάραξε
στο χαρτί για να τηνε βλέπει, ο Ελύτης
τιμήθηκε στο Συνέδριο αυτό , όπου είχαν
τιμηθεί πριν ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης,
ο Κωνσταντίνος Καβάφης, ο Γιώργος
Σεφέρης, ο Γεώργιος Βιζυηνός, λογοτέχνες
που με το έργο τους απόδειξαν πως η
Ελλάδα «φορτώνει φρέσκο
αέρα και από τις δυο μεριές».
Τιμήθηκαν εκείνοι κι εμείς μεταλάβαμε
από την τιμή τους.
Σε
μια ατμόσφαιρα γεμάτη από την ουσία του
ποιητή και τη συναισθηματική αλληλεγγύη
των συμμετεχόντων το πράγμα έπαιρνε
και μια άλλη, παράπλευρη, αλλά πολύ
ουσιαστική, βιοθεωρητική, εκδοχή·
αυτήν της ανθρώπινης παρουσίας, της
μέθεξης και συναναστροφής με ομοϊδεάτες,
συνενόχους της αθωότητάς μας, καθώς θα
έλεγε ο ποιητής και Επιβλέπων άγγελος
από ψηλά.
Δεν
άνθησαν ματαίως όλα
αυτά, έχει πει ο Ανδρέας Εμπειρίκος και
έχει επαναλάβει η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου.
Γιατί το Συνέδριο έκανε ρήγμα στον καιρό
και κάπου, ανάμεσα στο πριν και στο μετά,
στα τόσα δεινά που μας επεφύλαξε η
σύγχρονη ζωή και τα τόσα δυσάρεστα
απροσδόκητα, έριξε γαλάζιες σταλαγματιές
τις αληθινές μας μέρες, εκείνες που θα
μπορούσαμε να τις κατατάξουμε σε μια
ουτοπία, όχι τόπου αλλά χρόνου, αν
επιτρέπεται η παραδοξολογία.
Το
συνέδριο περιελάμβανε και έναν πολύ
ωραίο περίπατο στη Βεργίνα, στους
βασιλικούς τάφους, εκεί που τα πολύτιμα
κομψά στεφάνια των βασιλέων θα τα ζήλευαν
οι καλύτεροι κοσμηματοπώλες. Είχε
εκκλησιασμό στη Μονή Βλατάδων, όπου
όλοι μαζί ψάλαμε «Τη Υπερμάχω», επίσκεψη
στον Ι. Ν. Αγ. Νικολάου. Κι ακόμα, πλούσια
φιλοξενία, πλούσια όλα τα ελέη του Θεού
και των οικοδεσποτών. Υλικά και Πνευματικά
αγαθά σε δαψίλεια. Και σε όλα άγγελοι
εντεταλμένοι στην υπηρεσία όλων, μπροστά
και πίσω από τις κάμερες, η Οργανωτική
Επιτροπή: Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου,
Θοδωρής Γκόνης, Γιάννης Δερμιτζόγλου,
Αικατερίνη Μαντουλίδη, Γιώργος Παπαλιάρης,
Özcan Şabudak,
Νικολέτα Σαρρή, Ελευθερία Στόικου,
Ελισσάβετ Τσιρανίδου, Ασπασία Χασιώτη.
Και
πέρα στον ορίζοντα η νύμφη του Θερμαϊκού
Θεσσαλονίκη και πιο πέρα η Βασιλεύουσα
στον Βόσπορο Κωνσταντινούπολη και από
ψηλά ο ποιητής Οδυσσέας Ελύτης.