[Από το βιβλίο "Γουσταύο Αδόλφο Μπέκερ: Ποιήματα".
Επιλογή - Μετάφραση - Εισαγωγή: Ελένη Δημάκου, εκδόσεις Κουλτούρα, Αθήνα 2009]
XXI
-Τι είναι η ποίηση; Με ρωτάς
ενώ καρφώνεις τα γαλάζια μάτια σου
στα δικά μου.
Τι είναι η ποίηση...! Και με ρωτάς;
Εσύ είσαι η ποίηση!
ενώ καρφώνεις τα γαλάζια μάτια σου
στα δικά μου.
Τι είναι η ποίηση...! Και με ρωτάς;
Εσύ είσαι η ποίηση!
XXXVIII
Οι στεναγμοί είναι αέρας
και σπάνε στον αέρα!
Τα δάκρυα είναι νερό
και πάνε στη θάλασσα!
Πες μου, γυναίκα, όταν η αγάπη
λησμονιέται,
ξέρεις εσύ πού πάει;
και σπάνε στον αέρα!
Τα δάκρυα είναι νερό
και πάνε στη θάλασσα!
Πες μου, γυναίκα, όταν η αγάπη
λησμονιέται,
ξέρεις εσύ πού πάει;
LXXXIV
Μπορεί να σκοτεινιάσει για πάντα ο ήλιος,
μπορεί να στεγνώσει σε μια στιγμή η θάλασσα,
μπορεί να σπάσει της γης ο άξονας
σαν εύθραυστο κρύσταλλο.
Όλα μπορούν να γίνουν! Μπορεί κι ο θάνατος
να με σκεπάσει με το πένθιμο πέπλο του,
όμως ποτέ δεν μπορεί να σβήσει μέσα μου
η φλόγα της αγάπης σου.
μπορεί να στεγνώσει σε μια στιγμή η θάλασσα,
μπορεί να σπάσει της γης ο άξονας
σαν εύθραυστο κρύσταλλο.
Όλα μπορούν να γίνουν! Μπορεί κι ο θάνατος
να με σκεπάσει με το πένθιμο πέπλο του,
όμως ποτέ δεν μπορεί να σβήσει μέσα μου
η φλόγα της αγάπης σου.
ΧΧΧ
Στα μάτια της κρεμόταν ένα δάκρυ
και στα χείλη μου λόγια συγνώμης,
μίλησε η περηφάνεια της και στέγνωσε το κλάμα
και τα λόγια δεν βγήκαν απ' τα χείλη μου.
Τώρα ο καθένας μας παίρνει το δρόμο του,
όμως σαν σκέφτομαι την αγάπη μας αναρωτιέμαι:
γιατί σώπασα εκείνη τη μέρα;
Κι' αυτή ίσως πει: γιατί δεν έκλαψα;
LXIII
Σαν σμήνος από θυμωμένες μέλισσες
από μια σκοτεινή γωνιά της μνήμης
βγαίνουν και με καταδιώκουν
οι αναμνήσεις απ' τα περασμένα.
Πόσο θέλω να φύγουν! Όμως, μάταιος κόπος!
Με τριγυρίζουν όλες, με καταδιώκουν,
και να καρφώσουν έρχονται το μυτερό κεντρί τους
που την ψυχή φλογίζει.
ΧΧΙΙΙ
Για μια ματιά, τον κόσμο.
Για ένα χαμόγελο, τον ουρανό.
Για ένα φιλί... Κι' εγώ δεν ξέρω
τι θα σού έδινα για ένα φιλί!
XLIV
Σαν ανοιχτό βιβλίο διαβάζω
το βάθος των ματιών σου.
Γιατί τα χείλη σου να προσποιούνται πως γελούν
ενώ τα διαψεύδουν τα μάτια σου;
Κλάψε! Μη ντρέπεσαι να ομολογήσεις
πως μ' αγάπησες λίγο.
Κλάψε! Κανείς δεν μάς κοιτάζει.
Και με βλέπεις;
Είμαι άντρας.... κι' όμως κι' εγώ κλαίω.
ΧΧ
Να ξέρεις, εάν κάποτε
ένας ζεστός αέρας κάψει
τα κόκκινα χείλη σου,
ότι η ψυχή, όπως μπορεί
να μιλάει με τα μάτια,
έτσι μπορεί να σε φιλάει
με το βλέμμα.
ένας ζεστός αέρας κάψει
τα κόκκινα χείλη σου,
ότι η ψυχή, όπως μπορεί
να μιλάει με τα μάτια,
έτσι μπορεί να σε φιλάει
με το βλέμμα.
XVII
Σήμερα η γη κι' ο ουρανός μού χαμογελούν,
σήμερα φτάνει στα βάθη της ψυχής μου ο ήλιος,
σήμερα την είδα... την είδα και με κοίταξε...
Σήμερα πιστεύω στο Θεό!