Γράφει
η ΑΝΘΟΥΛΑ ΔΑΝΙΗΛ
Όπως
μας πληροφορεί ο καθηγητής Θεοδόσης
Πυλαρινός στον «Πρόλογό» του, η έκδοση
των Κριτικών Κειμένων
του Ιάκωβου Πολυλά, οφείλεται στην
ευτυχή συγκυρία της ανάληψης της θέσης
του Γενικού φιλολογικού επόπτη του
Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη, από
τον Γιάννη Παπακώστα, ο οποίος είχε
προγραμματίσει την έκδοση σημαντικών
κριτικών και θεωρητικών έργων της
Νεοελληνικής φιλολογίας του 19ου
αιώνα, μεταξύ των οποίων είχε θέση και
ο αξιόλογος Κερκυραίος κριτικός και
εκδότης του Διονυσίου Σολωμού.
Ο
Πυλαρινός έχει μακρά ενασχόληση με την
Επτανησιακή Σχολή και ο Πολυλάς ήταν ο
κρίκος που έλειπε από τους πρωτοπόρους
της νεοελληνικής σκέψης του 19ου
αιώνα, που ήδη είχε εκδώσει το Ίδρυμα.
Όπως επισημαίνει ο Πυλαρινός, ο Πολυλάς
ανήκει στους θεμελιωτές της Νεοελληνικής
κριτικής, με σημείο αναφοράς τα
«Προλεγόμενα» στα Ευρισκόμενα
του Σολωμού, καθώς και τη μελέτη του Η
φιλολογική μας γλώσσα,
για να παραμείνει στα δύο πιο
αντιπροσωπευτικά του έργα. Είναι, επίσης,
ο «θεμελιωτής των σολωμικών μελετών»,
ο «πρώτος συστηματικός κριτικός του
εθνικού μας ποιητή», του οποίου ανέδειξε
το «εμβληματικό για τα νεοελληνικά μας
γράμματα έργο», το οποίο, αν μη ο Πολυλάς
«ενδεχομένως να μην είχε την αποδοχή
που του επεφύλαξε ο χρόνος». Επίσης ο
Πυλαρινός τονίζει ότι ο Πολυλάς ήταν
οξυδερκής θεωρητικός της λογοτεχνίας,
εμβριθής φιλόλογος, πρωτοπόρος
μεταφραστής και έθεσε τις βάσεις επί
της οποίας στηρίχτηκε ολόκληρη η
Επτανησιακή φιλολογία.
Ο
τόμος, λοιπόν, τετρακοσίων πενήντα
σελίδων, περιλαμβάνει, πέραν του
«Προλόγου», εκτεταμένη και πλήρως
κατατοπιστική «Εισαγωγή», η οποία
περιλαμβάνει τη «ζωή και την προσωπικότητα
του Πολυλά», καθώς και «Τα κριτικά
κείμενα». Ακολουθεί η «Επιλογή
Βιβλιογραφίας» και έπειτα, το εκτεταμένο
μέρος του βιβλίου αφιερώνεται στις
μελέτες, από τις οποίες δειγματοληπτικά
αναφέρω την «Μελέτη εις την Τρικυμία»
του Σαίξπηρ, «Πόθεν η μυστικοφοβία του
κ. Σπ. Ζαμπελίου», «Απάντησις ενός
τσαγκαρόπουλου εις την επιστολήν του
Αρ. Βαλαωρίτου, «μελέτη εις τον Αμλέτον»,
«Κριτική των ειδώλων
του Εμμ. Ροΐδη»,
«Περί γλώσσης», «Νεκρολόγημα στο θάνατο
του Σολωμού», και άλλα ειδικού και
μεγάλου ενδιαφέροντος κείμενα. Επίσης
συμπεριλαμβάνεται το «Παράστημα» Ι, με
τα «Περί των εν Κερκύρα εκπαιδευτηρίων»
και «Τα πανεπιστημιακά» και το «Παράρτημα»
ΙΙ, με κείμενα του Κωστή Παλαμά, του
Γεώργιου Καλοσγούρου, Γεράσιμου Μαρκορά,
Λορέντσου Μαβίλη, το «Πρόγραμμα της
τελετής της Εθνικής εορτής της 25ης
Μαρτίου», «Ο ανδριάς του ιερομάρτυρος
Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε΄» και άλλα
επίσης πολύ σημαντικά.
Στα
διεξοδικώς καταγεγραμμένα από τον
Πυλαρινό βιογραφικά στοιχεία διαβάζουμε
ότι ο Πολυλάς είχε βυζαντινές ρίζες. Οι
πρόγονοί του ήταν ευγενικής καταγωγής,
που ήρθαν μετά την Άλωση από την
Κωνσταντινούπολη στην Κέρκυρα. Πατέρας
του ήταν ο Γεώργιος Σπυρίδων Μάρκου
Πολυλάς και μητέρα του η κόρη του κόμη
Νικολάου Βούλγαρη, γυναίκα με παιδεία
και μουσική καλλιέργεια. Γεννήθηκε το
1825 και πέθανε το 1896. Το 1834 γνώρισε τον
Σολωμό, με τον οποίο η οικογένεια είχε
φιλικές σχέσεις. Γνώριζε την αρχαία
ελληνική και λατινική γλώσσα, την
ιταλική, γαλλική, αγγλική και γερμανική,
η οποία καθόρισε και την ιδεολογική του
συγκρότηση. Το 1855 ασχολήθηκε με τη
δημοσιογραφία και τη μετάφραση της
Τρικυμίας
του Σαίξπηρ, το 1859 αναδείχτηκε το κριτικό
του πνεύμα με τα «Προλεγόμενα» στα
Ευρισκόμενα
του Σολωμού. Ο Πολυλάς υπήρξε μαχητικός
δημοσιογράφος με στόχο την ένωση της
Επτανήσου με την Ελλάδα, μετριοπαθής
ενωτικός, βουλευτής, αρχικά, με το κόμμα
του Χαριλάου Τρικούπη, συγγραφέας τριών
διηγημάτων, το 1875-1881 προχώρησε στην
τμηματική έκδοση της μετάφρασης της
Οδύσσειας
και το 1882 στη μετάφραση της Ιλιάδας.
Θεωρήθηκε «απόστολος» του εθνικού
ποιητή, στον κύκλο του οποίου ανατράφηκε.
Ο
Πυλαρινός διακρίνει τρεις άξονες στο
έργο του Πολυλά: α) προβολή του σολωμικού
έργου και ιδεώδους. β) μετριοπαθής στάση
στο γλωσσικό. γ) μεταφραστική παραγωγή,
τεκμηριωμένη και με θεωρητικά κείμενα.
Στα κείμενα του, τονίζει ο καθηγητής,
αντικατοπτρίζεται η «πολύπλευρη
προσωπικότητά του», της οποίας κύρια
μέριμνα ήταν η «ευρεία μετάδοση του
πολιτιστικού αγαθού», πράγμα που
επεχείρησε μέσα από τα άρθρα του στον
τύπο και τις λαϊκές διδασκαλίες του
στο σύλλογο «Αναγέννησις». Ήταν σημαντική
η παρέμβασή του στη διαμόρφωση της
κοινής νεοελληνικής γλώσσας, αποφεύγοντας
τις υπερβολές και τον εριστικό τρόπο»
του Ψυχάρη. Γενικώς, έχαιρε μεγίστης
εκτιμήσεως από τους συγχρόνους του για
τη «λατρεία της ιδέας», για τη «φιλολογική
του θέση», για «όλο το πλάτος της ενέργειάς
του, και ’ς την πολιτική και ιδιωτική
ζωή του».
Στα
γνωρίσματα της Επτανησιακής Σχολής,
λέει ο Πυλαρινός, είναι και η μεταφορά
στην ελληνική γλώσσα ευρωπαϊκών έργων
(όπως και η Τρικυμία
του Σαίξπηρ που ήδη αναφέραμε), για
εκπαιδευτικό σκοπό και για την καλλιέργεια
της δημοτικής γλώσσας. Το αυτό και η
μεταγλώττιση στα νέα ελληνικά κλασικών
έργων της αρχαιότητας. Τα «Προλεγόμενα»,
αξιολογεί ο Πυλαρινός, ότι «λειτούργησαν
ως έργο κλειδί» που «συνιστά ένα από
σημαντικότερα κριτικά κείμενα του 19ου
αιώνα», γιατί πέραν των άλλων (διάσωση,
ερμηνεία και διάδοση του σολωμικού
έργου, σοφές απόψεις, έγκυρο βιογραφικό
υλικό, ψυχογραφική εικόνα του ποιητή)
διέγραψε τις προοπτικές και της μετέπειτα
πορείας της νεοελληνικής κριτικής. Η
αντοχή της στο χρόνο, παρά τις πολλές
μελέτες που γράφτηκαν στη συνέχεια,
μαρτυρεί την αξία της.
Η
«Εισαγωγή» του Πυλαρινού, μελέτημα
ενδελεχούς έρευνας, περιλαμβάνει
στοιχεία της προσωπικότητας του Πολυλά
συνδυασμένα με την προσωπικότητα του
Σολωμού, τη μελέτη της γλώσσας, τις
οικογενειακές περιπέτειες και την
περίφημη δίκη, τα «ημιτελή έργα» του
Σολωμού, τη σχέση του ποιητή με τη φύση,
την ενασχόλησή του με τη φιλοσοφία. Ο
Πολυλάς, θα «επικεντρώσει το ενδιαφέρον
του στον ιδεαλισμό του Σολωμού» και
στην υψηλή ιδέα του «ότι η ψυχή του
αληθινού ποιήματος πρέπει να είναι η
νίκη του λόγου απάνου εις την δύναμι
των αισθήσεων». Θα ασχοληθεί με την
«ωραιότητα της μορφής», τις «στιχουργικές
καινοτομίες», την επιλογή του
ανομοιοκατάληκτου στίχου. Και επειδή
βρίσκεται κοντά στον ποιητή γνωρίζει
και την «κατιούσα διαδρομή» σώματος
και πνεύματος. Οι καταγραφές του για το
θάνατο του ποιητή διακρίνονταν από
«λιτότητα, σοβαρότητα και σεβασμό,
αποφεύγοντας εγκώμια, επαίνους και
αγιοποιήσεις».
Ακολουθούν
οι άλλες μελέτες με εξαιρετικό ενδιαφέρον
επίσης, καθώς και τα κείμενα του Παλαμά
και του Καλοσγούρου, τα ποιήματα του
Παλαμά, του Μαρκορά και του Μαβίλη για
τον Πολυλά, σατιρικά ποιήματα, φωτογραφικό
παράρτημα με το εξώφυλλο των Ευρισκομένων
και των εφημερίδων: Η
Αναγέννησις, Ο Κώδων και
Ρήγας Φεραίος.
Ο
αναγνώστης, διατρέχοντας τις σελίδες
του βιβλίου έχει την αίσθηση ότι ο
Πυλαρινός κάνει για τον Πολυλά αυτό που
κάνει ο Πολυλάς για τον Σολωμό. Σαν να
έχει από εκείνον παραλάβει τη σκυτάλη
στη γέννηση αυτού του πολλαπλά σημαντικού
βιβλίου, για τη φιλολογική έρευνα και
για τον μελετητή, κατ’ επάγγελμα ή
«ερασιτέχνη», με τη σημασία που ο ίδιος
ο Πολυλάς έδινε στη λέξη.