Γράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ
Μεσημέρι Πρωτοχρονιάς, λίγο μετά το μεσημεριανό φαγητό της οικογενειακής θαλπωρής, με το απαραίτητο, πηχτό αυγολέμονο, που για μια ακόμα φορά ετοιμάστηκε με την πατροπαράδοτη συνταγή της νόνας, σε αντίθεση και αντίσταση σε όλους αυτούς, που δίνουν τηλεοπτικά τις συνταγές του με… καρότα, σαν τους αδαείς, οι οποίοι παρασκευάζουν το ιταλικής προέλευσης λιμοντσέλο, το οποίο, σημειωτέον, προσφέρονταν και στις προσεισμικές Λέσχες του νησιού, με… τσίπουρο, που έφτιαξαν με συνταγή και βοήθεια του γείτονα Αλβανού τους!
Οι εναπομείναντες και επιμένοντες στην ταυτότητά τους δεν έκοψαν βασιλόπιτα - η κουλούρα αρκεί - και δεν καινοτόμησαν με αμφίβολης ποιότητας συνταγές, από βιβλία, τα οποία έχουν κυριολεκτικά κατακλύσει τα βιβλιοπωλεία και τα σπίτια μας, από μόδα και μόνο, όπως μετά τον «Κώδικα Ντα Βίντσι» όλοι οι επίδοξοι –και ατάλαντοι– συγγραφείς αναζητούσαν κρυμμένα ιερά σύμβολα και Μαρίες Μαγδαληνές ή άλλα πρόσωπα της Βίβλου.
Ώρα πραγματικής αμηχανίας απογεύματος σχόλης και η λύση ήρθε από εκεί που δεν το περιμέναμε. Η έσχατη τηλεοπτική, ανεόρταστος πια πραγματικότητα και επικινδυνότητα, η οποία τα προηγούμενα βράδια μας απωθούσε από το γυαλί, τώρα μας συγκέντρωνε μπροστά του και μάλιστα απαιτητικά, μια και οι πάντα δραστήριοι «Τραγουδιστάδες τση Ζάκυθος» διεκδικούσαν μουσικά και όχι μόνο την ακρογωνιαία θέση, την οποία πρέπει να κατέχει η Επτάνησος, στο νεοελληνικό ψηφιδωτό.
Στην ποιοτική εκπομπή της ΕΤ1 «Το αλάτι της γης» το σημαντικό αυτό σχήμα του νησιού μας, ήρθε να θυμίσει, όπως θα έλεγε και ο ετοιμόλογος Νίκος Δήμου, πως – ευτυχώς, για χάρη της πολυφωνίας – υπάρχουν και Έλληνες – με κεφαλαίο το αρχικό «Ε» - των οποίων οι πρόγονοι δεν έπαιζαν μπουζούκι ή μπαγλαμαδάκι, αλλά εύηχο μαντολίνο!
Οικείοι για μας τους Ζακυνθινούς, αλλά και τους άλλους Ιόνιους ήχοι κατέκλυσαν εκείνο το μεσημέρι της πρώτης μέρας του 2012 την ακοή και όλες τις άλλες μας αισθήσεις και νοιώσαμε ικανοποίηση, που δίχως φολκλόρ εκτελέσεις – σας παρακαλώ διαβάστε την λέξη με όλες τις σημασίες της – αποκτήσαμε κι εμείς την θέση που μας αρμόζει στην νεοελληνική, πολιτιστική παραγωγή και υπενθυμίσαμε στο πανελλήνιο πως από την δυτική της χώρας μας αυτή πλευρά – και ματιά – γεννήθηκε ένας Σολωμός, ένας Κάλβος, ένας Γουζέλης, ένας Μάτεσης, αλλά κι ένας ελληνοπρεπέστατος Φώσκολος, παρά την ιταλόφωνη γραφή του.
Θυμάμαι πριν δύο χρόνια, την περίοδο του Καρναβαλιού, το δισέλιδο αφιέρωμα, «σαλόνι», μιας γνωστής και μεγάλης κυκλοφορίας αθηναϊκής εφημερίδας, το οποίο πρότεινε προορισμούς για την αποκριάτικη εξόρμηση του τελευταίου τριημέρου της πανάρχαιας αυτής γιορταστικής περιόδου. Ανάμεσα στους δέκα τόπους επιλογής και το νησί μας, η Ζάκυνθος, για την πανάρχαια Γκιόστρα της, η οποία και πάλι έχει επανέλθει στην ζωή της και προσαρμόζεται στις συνθήκες του αιώνα μας, σαν κάτι ζωντανό και απαραίτητο. Υπήρχαν, λοιπόν, φωτογραφίες με φουστανέλες, φέσια, χαρταετούς, χαλβάδες και ταραμάδες και ανάμεσά τους, φαινομενικά άδετη και ανόμοια η φιγούρα ενός ιππότη, ο οποίος αντιπροσώπευε ένα γνήσια ελληνικό κομμάτι, το οποίο όμως είχε το βλέμμα στραμμένο από την αντίθετη πλευρά απ’ όλα τα άλλα. Κι όμως ήταν απαραίτητο για το οικοδόμημα. Ξένιζε, αλλά δεν ήταν ξένο.
Κάτι τέτοιο συμβαίνει και με την μουσική μας, που άριστα παρουσίασαν το πρωτοχρονιάτικο εκείνο μεσημέρι οι «Τραγουδιστάδες τση Ζάκυθος», που όχι μόνο στην δίχως «ν» γραφή του ονόματος του νησιού μας επιμένουν, αλλά και στην ουσία της ταυτότητάς του. Ήταν η έκφραση ενός νησιού που μπορεί συγχρόνως να λατρέψει την βυζαντινή Χρυσοπηγή και την αναγεννησιακή Mater Dolorosa.
Καίρια και η συμμετοχή του Γιώργου Φιορεντίνου για τα αντέτια των ημερών του Δωδεκαημέρου και κυρίως για το κόψιμο της κουλούρας μας. Ακούστηκαν εύστοχα οι συμβολισμοί της, το τελετουργικό της και φάνηκε το πόσο φτωχοί είναι και το πόσο άσχετοι με την ουσία, όλοι αυτοί οι σύλλογοι, που αβασάνιστα και μιμούμενοι μια απρόσωπη πρωτεύουσα, επιβαλλόμενη μέσα από το γυαλί της καρακιτσάτης τηλεόρασης, κόβουν βασιλόπιτες, ενώ διεκδικούν μιαν ιόνια ταυτότητα.
Ευτυχώς, όμως, η παράδοση είναι ακόμα γνήσια και μπορεί να αποβάλλει ό,τι ξενόφερτο και άσχετο μπορεί να της επιβάλλουν, ακολουθώντας την ευκολία της αβασάνιστης επιφάνειας. Απόδειξη γι’ αυτό τα παλαμάκια, που, μιμούμενοι την νεοελληνική πραγματικότητα, προσπάθησαν να παρουσιάσουν οι παρευρισκόμενοι στην εκπομπή εκείνη. Όταν άρχιζαν τα λόγια του τραγουδιού σταματούσαν, μια και η φινέτσα του λόγου και της μουσικής δεν τα είχαν ανάγκη, αλλά τα πετούσαν, όπως την τρίχα από το ζυμάρι.
Οι «Τραγουδιστάδες τση Ζάκυθος» έσπασαν φέτος ένα ρόδι στο πολιτιστικό κατώφλι του νησιού μας και υποδέχτηκαν το αμφίβολο 2012 με υποσχέσεις ελπίδας. Αυτό μας έδωσε κουράγιο και μας έκανε να ξεχάσουμε το συνεχές χαράτσι, έστω και ονομάζοντάς το ρεγάλο, όπως ακριβώς οι πρόγονοί μας έλεγαν το ξύδι, «γλυκάδι».
Μια τύχη αγαθή, μάλιστα, έκλεισε τηλεοπτικά την πρώτη μέρα του νέου χρόνου με την ταινία «Σκλάβοι στα δεσμά τους», του συμπατριώτη μας Τώνη Λυκουρέση, από το ίδιο, αν δεν κάνω λάθος, κανάλι. Οικείοι χρωματισμοί δωματίων, νοοτροπία καθημερινότητας και χαρακτήρες γνωστοί, αυτοί που ακόμα κινούνται τριγύρω μας ή οι επεκτάσεις τους, έκλεισαν την αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά και μας έκαναν να μην νοιώθουμε παρείσακτοι στην πατρίδα μας.
Η χρονιά άρχισε με επτανησιακές διεκδικήσεις. Μακάρι εμείς οι ίδιοι να τις συνεχίσουμε, δίχως μαϊμούδες βασιλόπιτες. Ας γυρίσουμε στο ηύρεμα κι ας ξεχάσουμε το φλουρί. Διαφορετικά θα είμαστε σαν τα ορφανά, που δεν γνωρίζουν τον πατέρα τους ή πιο σωστά τον μπερδεύουν με τον πατριό τους.
Φίλοι και φίλες «καλή ιόνια χρονιά».