Γράφει ο
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ
Στις 2 Ιουλίου,
κάθε χρόνο, γιορτάζουμε, για μια ακόμα φορά, την Θεομήτορα. Μικρή αυτή η γιορτή
της, αλλά κι από τις πιο γνωστές. Λατρεύεται από το λαό μας με αργία, δίχως να
έχει δοθεί επίσημα από την εκκλησία και
μάλιστα πιστεύεται πως αν δεν τηρηθεί, εκδικείται! Γι’ αυτό σε κάποια μέρη την
ημέρα αυτή την ονομάζουν «της Καψοδεματούσας», επειδή, όπως λέει η παράδοση,
κάποιος παπάς δεν την σεβάστηκε και μάζεψε σανό. «Μικρή γιορτή», είπε και
ξεκίνησε, μετά την λειτουργία για το χωράφι. Όμως η Μητέρα του Χριστού τον
τιμώρησε, καίγοντάς του τα δεμάτια. Από τότε κανείς δεν την ξεχνά κι όλοι την
τηρούν με θρησκευτική ευλάβεια, γιατί φοβούνται τις συνέπειες. Βλέπετε και τα
ιερά πρόσωπα της θρησκείας μας έχουν αποκτήσει, έτσι για να υπάρχει συνέχεια,
τις συνήθειες πολλών αρχαίων θεοτήτων, οι οποίες επιβίωσαν στις μορφές τους και
παρέμειναν σαν θρύλοι.
Στην ουσία την
ημέρα αυτή τιμάται η επέτειος της κατάθεσης της Τιμίας Εσθήτας της Θεοτόκου στο
ναό των Βλαχερνών της Βασιλεύουσας, μια γιορτή ανάλογη μ’ αυτήν της Αγίας
Ζώνης, η οποία κλείνει τον εκκλησιαστικό κύκλο, στις 31 Αυγούστου, επειδή το
ημερολόγιο της εκκλησίας ξεκινά την 1η Σεπτεμβρίου. Οι δύο αυτές
γιορτές μάλιστα έχουν κοινό απολυτίκιο κι η ακολουθία της μιας μοιάζει σε πολλά
με την άλλη.
Η επίσημη ονομασία
της Παναγίας, που γιορτάζει αυτήν την ημέρα, είναι «των Βλαχερνών» ή «Βλαχέρνα».
Έτσι είναι γνωστή και με αυτήν την επωνυμία καλούνται οι ναοί, οι οποίοι
τιμώνται στ’ όνομά της. Για την ζακυνθινή, όμως, προφορά εκείνα τα συνεχόμενα
σύμφωνα δεν είναι εύκολα. Μουσική γλώσσα η δικιά μας, ποτισμένη με το ιόνιο
κύμα, προσθέτει φωνήεντα και συλλαβές, έτσι ώστε να ηχεί μουσικά η κάθε λέξη.
Κάνει το «Θεό» - «Θέο», την «οβριά» - «οβρία» και (για να μην καταναλωνόμαστε σε
παραδείγματα) την «κλωτσιά» - «κλωτσία».
Στην ίδια ευαίσθητη
λογική, στην Κυρά της 2ας Ιουλίου προσθέτει μεταξύ «ρ» και «ν» (πώς να τα
προφέρει, έτσι συνεχόμενα ο Τζαντιώτης) ένα «αι» και την «Βλαχέρνα» την μετατρέπει
σε «Βλαχέραινα», μόνο και μόνο για να γεμίσει το στόμα του και να ευχαριστήσει
το αυτί του συνομιλητή του, αλλά και το δικό του, με τα ευαίσθητα ακούσματα και
την ποικιλότροπη φινέτσα.
Το ίδιο συμβαίνει,
απ’ ότι τελευταία έμαθα και στην αδελφή Κέρκυρα, που κι εκεί με τον ίδιο τρόπο
ονομάζουν την Παναγία, που η εκκλησία της έχει γίνει σύμβολο του νησιού, μια
και φόντο της έχει το Ποντικονήσι κι όποιος πάει ως εκεί, σίγουρα θα την
επισκεφθεί. Και δεν θα μπορούσε να γίνει κι αλλιώς. Μουσικός λαός κι οι
Κορφιάτες, συγγενεύουν μ’ εμάς και παρότι τα δύο άκρα του Ιονίου, έχουμε τα
περισσότερα κοινά.
Πολλές οι εκκλησίες
της Βλαχέραινας στη Ζάκυνθο κι αρκετές κι οι καθέδρες με την εικόνα της, όπως
αυτή του Αγίου Λαζάρου, σήμερα, της πόλης, η οποία προέρχεται από την
γειτονικά, αδικοχαμένη εκκλησία του Αγίου Βασιλείου του Απάνου.
Πιο φημισμένη απ’
όλες αυτή στο Αργάσι, σ’ ένα αληθινά πανέμορφο τοπίο, που κάποτε ήταν
συναδελφικός ναός των Παντοπωλών. Πλήθος κόσμου, από την Χώρα κυρίως, αλλά και
από τις γύρω περιοχές, πήγαινε και πηγαίνει στο πανηγύρι της, το οποίο κάποτε
ήταν ένα από τα πιο φημισμένα. Παρακολουθούν την λειτουργία και μετά την
λιτανεία της εικόνας, η οποία δεν έχει την μεγαλοπρέπεια άλλων, αλλά διατηρεί
την δική της γραφικότητα, μέσα στην καλοκαιρινή φύση του νησιού και πριν την
μεγάλη ζέστη του καλοκαιριού, που βρίσκεται στο αποκορύφωμά του.
Χαρακτηριστικό
αυτού του πανηγυριού ο πεντανόστιμος «κουμπόστος», ο οποίος προσφέρεται στους
προσκυνητές μέσα από μια μεγάλη και ξύλινη σκάφη. Πρόκειται για ψιλοκομμένο νιο
στάρι, το οποίο έχει βραστεί με ζάχαρη. Είναι το έδεσμα της γιορτής κι εκτός
από τους πανηγυρίζοντες ναούς, συνηθίζεται αυτήν την ημέρα να φτιάχνεται και σε
πολλά σπίτια του νησιού. Είναι ένα από τα αγαπημένα μας αντέτια και την γεύση
του πολλοί την αγαπούν.
Μα στην εκκλησία
της Βλαχέραινας του Αργασιού δεν πάνε μόνο για τον «κουμπόστο». Εκεί
καταφεύγουν κι όλες οι λεχώνες, για το περίφημο «γαλόχορτο», που φυτρώνει δίπλα
από το ναό της Θεομήτορος και δίνει γάλα στις νεογέννητες μητέρες.
Γι’ αυτό κι ο
Γιάννης Τσακασιάνος, δεν ξεχνά την καλοκαιρινή αυτή γιορτή στους «Σπουργίτες»
του. «Πού αντέτια, πού Βλαχέραινες, σε ξένες πολιτείες;» μας αποθανατίζει κι
εμείς τον θυμόμαστε, όπως και την μεγάλη μικρογιορτή της 2ας Ιουλίου, για να
μην χαθεί η συνέχεια.
Γιατί -αλλοίμονο-, αν
χάσουμε τις ρίζες μας. Η ισοπέδωση θα μας καταστρέψει.