Γράφει ο ΠΑΥΛΟΣ ΦΟΥΡΝΟΓΕΡΑΚΗΣ
Ο πολιτισμός τα
τελευταία εκατομμύρια χρόνια υπήρξε υπόθεση ανδρικής κυριαρχίας κι εμείς οι
άνδρες δικαιούμαστε το μεγαλύτερο μέρος από τη δόξα και το ανάθεμα για ό,τι
έχουμε κάνει στους εαυτούς μας ο ένας
στον άλλο και στον κόσμο, καθώς αγωνιζόμασταν να δαμάσουμε τη φύση και να
αφήσουμε τη σφραγίδα μας σε ό,τι εποπτεύαμε. Βιώνουμε ως κοινωνία ένα σύστημα
ανδρικής κυριαρχίας και προνομίων, κατά το οποίο ο κόσμος και η κατοχή του
περιήλθε διαδοχικά από τον Θεό στον Αδάμ, στον πατέρα και στον γιο. Η ιδιαίτερη
χαρά από τη γέννηση ενός γιου είναι προϊόν αυτής της νοοτροπίας, που
καλλιεργήθηκε και από τον Χριστιανισμό με τη μυστηριακή γέννηση του Υιού του Θεού από την Παρθένο Μαρία. Το παιδί του Θεού είναι αρσενικό όπως και ο Ίδιος
και όχι θηλυκό, η αμαρτία άρχισε από τη γυναίκα (ανυπακοή της Εύας στην Παλαιά
Διαθήκη).
Η ανδρική θεϊκή κυριαρχία ισορροπείται όμως από το γεγονός
ότι η γυναικεία μήτρα φιλοξενεί τον Υιό του Θεού ή τουλάχιστον έναν άνθρωπο που
έφτασε κατά την πορεία της ζωής Του στη θέωση, μέσα από τη διδασκαλία της
αγάπης. Το γεγονός ότι δεν υπάρχει μια ολοκληρωμένη βιογραφία του Χριστού δεν
μας επιτρέπει να εξαγάγουμε σαφή συμπεράσματα από την επίδραση της μητρικής φροντίδας
στη ζωή Του. Την απαντάμε κυρίως στο
χαρμόσυνο γεγονός της γέννησης και στην τραγωδία της σταύρωσης, εκεί κυρίως
είναι παρούσα η μητέρα Μαρία. Δεν γνωρίζουμε πολλά για τα εφηβικά χρόνια του
Χριστού και τη σχέση Του με την οικογένεια, τη μητέρα Του και τον Ιωσήφ. Φανταζόμαστε μόνον ότι ο επαναστατημένος νέος με
οράματα για τη σωτηρία του κόσμου θα
στενοχωρούσε την οικογένειά Του, που θα αδυνατούσε να Τον κατανοήσει.
Η Μαρία περνά μια
μεγάλη δοκιμασία με την αποδοχή μιας ιδιαίτερης γέννας που συνοδεύεται από την
παρουσία του Ιωσήφ, που είναι και δεν είναι ο σύζυγός της, και γεννά μια
ασυνήθιστη Οντότητα, που αλλάζει τον κόσμο κηρύττοντας τη δικαιοσύνη, την
ισότητα, την αλληλεγγύη, την ανεκτικότητα, τη συγχώρεση και την αγάπη, με
ένταση και πάθος τέτοιο, ώστε να οδηγηθεί στη Σταυρανάσταση. Το παράδειγμά Του αποτελεί
σημείο αναφοράς όλων των ανθρώπων που Τον γνώρισαν μέσα από τη Βίβλο, η εκτροπή όμως του Χριστιανισμού και των άλλων
θρησκειών συντήρησε και καλλιέργησε ένα μοντέλο ανδροκρατίας, που καθορίζει τη
σκληρή ζωή της ανθρώπινης κοινωνίας.
Οι άνδρες, που στην
προσπάθειά τους να νιώσουν αρκετά άνδρες, αναστατώνουν τη ζωή τους, την
οικογένειά τους και τον κόσμο, δεν εξασκούν την πραγματική αρρενωπότητα παρά
την παραμορφωμένη υπερβολή της ιδέας που έχουν για τον άνδρα. Όταν βλέπουμε
άνδρες να το παρακάνουν με τον ανδρισμό τους, μπορούμε να υποθέσουμε ότι δεν
έχουν μεγαλώσει με άνδρες, ότι έχουν δεχτεί κατά γράμμα τα πολιτιστικά
στερεότυπα και φοβούμενοι μήπως δεν φέρονται αρκετά «αντρίκια», αντιμετωπίζουν
τις δυσχέρειες του αρσενικού μυστηρίου.
Οι άνδρες χωρίς πρότυπα αγνοούν τι βρίσκεται πίσω από την
ντροπή τους, πίσω από τη μοναξιά και την
απελπισμένη κραυγή τους για αγάπη, πίσω από την ανάγκη τους για επιβεβαίωση και
συγκρότηση, πίσω από την ξέφρενη τάση τους
να αγωνιστούν ενάντια σε οποιονδήποτε και για οτιδήποτε. Άνδρες που
αγωνίζονται να γίνουν άνδρες, άνδρες ερωτύλοι, ανταγωνιστικοί, ζηλόφθονοι,
μιμητές, τυχοδιώκτες, εργασιομανείς, κυριαρχικοί, άνδρες που θέλουν να ελέγχουν
οτιδήποτε κάνουν οι γυναίκες και ο κόσμος, άνδρες που επιθυμούν να ρυθμίζουν τα
πάντα, αυτοί οι άνδρες ποδοπατούν τα
συναισθήματά τους. Ακόμη δε και αν
γνωρίζουν ότι ο πόνος οφείλεται στον απόντα πατέρα, δεν ξέρουν τι μπορούν να
κάνουν για να ανακουφιστούν. Ο Ιησούς, μπορεί να μην είχε τη σωματική παρουσία
του Πατέρα Θεού, όμως τουλάχιστον τον πρώτο καιρό είναι εμφανής η παρουσία του Ιωσήφ. Σε όλες Του
βέβαια τις διδασκαλίες, ιδιαίτερα όμως στις δύσκολες στιγμές Του, επικαλείται
τον Πατέρα Θεό, γεγονός που αποδεικνύει ουσιαστική και συνεχή πνευματική
επικοινωνία. Εάν , μάλιστα, αποδεχτούμε την Τριαδική υπόσταση, τότε είναι
αναμφισβήτητος ο ομφάλιος λώρος μεταξύ Πατρός και Υιού.
Η οικογενειακή ιστορία της πατρότητας ακολούθησε μιαν
αμετάκλητη πορεία μέσα στις αλλαγές που υπέστη ο κόσμος τις τελευταίες γενιές.
Τα τελευταία διακόσια χρόνια κάθε γενιά πατέρων μετέδωσε λιγότερα στους γιους της όχι όμως και λιγότερη εξουσία, αλλά
επίσης λιγότερη εξουσία και λιγότερη αγάπη. Φθάσαμε τελικά στο σημείο, όπου οι
περισσότεροι πατέρες είναι εντελώς αμέτοχοι στη ζωή των γιων τους και των
θυγατέρων τους, η πατρότητα διώχθηκε με την πατριαρχία.
Οι νέοι κλήθηκαν ν' αποδείξουν τον ανδρισμό τους, με την προθυμία τους να πεθάνουν στον πόλεμο
ακόμα και με το πρόσχημα της διάδοσης κάποιας θρησκείας και οι νέες να αποδείξουν τη θηλυκότητά τους, με την
προθυμία τους να πεθάνουν για τον άνδρα τους. Από τις γυναίκες ζητήθηκε να
παρουσιάζονται μικρόσωμες, χαζές και αβοήθητες, έτσι ώστε οι άνδρες να νιώθουν
μεγάλοι, δυνατοί, θαρραλέοι και έξυπνοι. Τούτο, όμως, αποδείχτηκε μια παρωδία
και βεβαίως δεν έχει καμία σχέση με τη γέννηση, παρουσία και διδασκαλία του
Χριστού, που αναβάθμισε τον ρόλο της γυναικείας οντότητας.
Οι άνδρες ήταν απασχολημένοι με την πατρότητα κατά τη διάρκεια των χιλιετιών, που
μεσολάβησαν από την εμφάνιση της
πατριαρχίας μέχρι την καταστροφή της πατριαρχικής οικογένειας από τη
Βιομηχανική Επανάσταση. Από τότε, η έννοια της πατρότητας άλλαξε δραστικά,
απότομα και ριζοσπαστικά. Η οικονομία υπαγόρευσε στον καθένα να βγει από το
σπίτι του και να δουλέψει. Συνήθως επιλέγονταν οι άνδρες, επειδή δεν μπορούσαν
να παράγουν γάλα (Για μιαν ακόμα φορά η βιολογία καθόρισε το πεπρωμένο και
κατέστησε τους άνδρες δημιούργημα προς
ανάλωση). Οι άνδρες επέστρεφαν στο σπίτι τους τη νύχτα ή τα Σαββατοκύριακα. Ο
ανδρισμός έπαψε πλέον να προσδιορίζεται με όρους οικιακού περιεχομένου μέσα από
τα συζυγικά και πατρικά προσόντα και άρχισε να εξαρτάται από τις οικονομικές
απολαβές. Μετατράπηκε σ’ αυτό που κάποιοι ονόμασαν «Πατέρας ο Χορηγός», μια
λειτουργία που ταυτίζεται με το να προσφέρουν αγαθά στο σπίτι και στην
οικογένεια, παρά να εργάζονται και να ζουν μαζί της.
Έτσι ο πατέρας έπαψε να αγωνίζεται για να υποστηρίζει τους
αγαπημένους του. Δεν επιβράδυνε τους ρυθμούς της δουλειάς του, όταν πετύχαινε
ένα ικανοποιητικό επίπεδο οικονομικής άνεσης, αντίθετα αγωνιζόταν πιο σκληρά για να κερδίσει την επιδοκιμασία των συναδέλφων του και να
αναδειχτεί στα μάτια τους… Θεοποίησε το χρήμα και εγκλωβίστηκε στον εαυτό του, την ώρα που η πλειονότητα των ανθρώπων
υποφέρει από την πείνα και την ανασφάλεια.
Παρόμοια φαινόμενα βιώνουμε και σήμερα. Μέχρι την εμφάνιση
της μεγάλης οικονομικής κρίσης, φούσκωνε το κύμα του καταναλωτισμού, που
παρέσυρε όλες τις αξίες σε βαλτώδη βυθό. Η δίψα του χρήματος και της επαγγελματικής καριέρας
αποπροσανατόλισε τους άνδρες και τις γυναίκες, σ’ έναν ξέφρενο ανταγωνισμό
απόκτησης ιδιωτικού πλουτισμού, επιδειξιομανίας, τιμών και δόξας, αλλά συνάμα
και απομόνωσης στον εαυτό τους, χωρίς διάθεση ουσιαστικής
προσφοράς στην οικογένεια και στην κοινωνία. Τώρα που η οικονομική κρίση
δραματοποιεί την οικονομική μας υπόσταση, η κατάθλιψη, από τη φτώχεια, οδηγεί τους γονείς σε απόγνωση και σε
απομάκρυνση από τα παιδιά τους και τους συνανθρώπους τους. Ιδιαίτερα οι πατέρες
αδυνατούν να αισθάνονται την ήττα της οικονομικής αποτυχίας και συνηθισμένοι
από τη μέχρι τώρα εξωσπιτική απασχόληση εξακολουθούν να είναι απόντες και να κάνουν
επίδειξη του κακώς εννοούμενου ανδρισμού
τους έξω από την οικογενειακή εστία και
μακριά από τη ζεστασιά της παρουσίας του Θεού.
Η ζωή για τους περισσότερους νέους καθώς και για πολλούς
ενήλικες είναι μια αποτυχημένη αναζήτηση του χαμένου πατέρα, που δεν έχει
προσφέρει ακόμα προστασία, βοήθεια, φροντίδα, πρότυπα και κυρίως αναγνώριση.
Όλοι αυτοί που δεν ξέρουν να φέρονται σαν άνδρες στη σύζυγό τους και στα παιδιά
τους και που γεμίζουν με ευκολία τα
δικαστήρια διαζυγίων, όλοι αυτοί οι οργανωμένοι εισβολείς που ξεκινούν πολέμους
και καταστρέφουν το φυσικό περιβάλλον ζητούν όλο και περισσότερα. Όλοι αυτοί οι
ανδροπαθείς ερωτύλοι, ανταγωνιστικοί και κυρίαρχοι υποφέρουν από την ανάγκη για πατέρα. Η
κοινωνία μας βιώνει μια κατάσταση μοιραίας ανεπάρκειας της πατρότητας. Ο κόσμος
μας χρειάζεται μια καλύτερη πάστα αρσενικών μεντόρων-πιστών συμβούλων και
παιδαγωγών.
Πολλοί θεωρούν ότι το
πιο τρομακτικό πράγμα που θα μπορούσε να φανταστεί ένας άνδρας είναι να συνάψει
μια ισότιμη, ειλικρινή και εγκάρδια σχέση με μια γυναίκα. Κι όμως, μια τέτοια
εκούσια υποταγή του ανδρισμού σε μια τέτοιου είδους συντροφική σχέση αποτελεί
πράξη ανδρικού ηρωισμού. Μια τέτοια στάση
οικογενειακής ζωής δημιουργεί το ιδανικότερο περιβάλλον ασφάλειας και
συναισθηματικής πληρότητας για την ανατροφή των παιδιών, την αυτονόμηση και την
ελευθερία τους, αποτελεί τον ακρογωνιαίο
λίθο της πατρότητας.
Με τη γέννηση του Θεανθρώπου η γυναίκα αποκτά μια ισότιμη
σχέση με τον άνδρα στο πρόσωπο της Παναγίας που ευλαβικά θηλάζει, αγκαλιάζει και
μεγαλώνει το παιδί της και Θεό της.
«Τον κοιτάζει και σκέφτεται: Αυτός ο Θεός είναι παιδί μου,
αυτή η θεϊκή σάρκα είναι σάρκα μου! Έγινε από μένα, κι αυτό το σχήμα του
στόματός του είναι το σχήμα του στόματός μου, μου μοιάζει είναι Θεός μου και
μου μοιάζει. Και καμιά γυναίκα δεν είχε μ’ αυτό τον τρόπο το Θεό της μόνο για
εκείνη, έναν μικρούλη Θεό ζεστούλη, που χαμογελά και αναπνέει, έναν Θεό που
μπορείς να τον αγγίξεις και που γελά. Και ακριβώς, σε μια απ’ αυτές τις στιγμές
θα ζωγράφιζα την Παρθένο Μαρία αν ήμουνα ζωγράφος» έλεγε ο φιλόσοφος Ζαν Πωλ
Σαρτ.
Κι Εκείνος, ο Ιησούς, εκούσια προσφέρεται για το καλό της
ανθρωπότητας, θέτοντας τους όρους της συνύπαρξης και της επικοινωνίας με τον Θεό,
τους ανθρώπους και το περιβάλλον.
Οι αρσενικοί κανόνες που διέπουν τον κόσμο έχουν τις
συναισθηματικές τους ρίζες στους θηλυκούς κανόνες που διέπουν την πρώιμη
παιδική ηλικία. Η γυναίκα άφησε στον άνδρα την κύρια ευθύνη για τη ροή της
ιστορίας ως αποζημίωση για την πολύ πιο
σημαντική δική της συνεισφορά στο είδος ως τεκνοποιού.
Σε μια τέτοιας μορφής ανδροκρατούμενη κοινωνία, που πολύ
απέχει από το βαθύ νόημα του Χριστιανισμού, ανάβουν και φέτος τα
χριστουγεννιάτικα λαμπιόνια, για να υποδεχτούν την ταπεινότητα στη φάτνη, ενώ ο
σύγχρονος Ηρώδης καιροφυλακτεί και καταδιώκει την έλευση του Αγαθού. Μήπως
έφτασε η ώρα να επαναρρυθμίσουμε τους ροοστάτες μας, για να φανεί ο
φωτοστέφανος του Σπηλαίου και να αντλήσουμε από την ενέργεια, την καλοσύνη και
το επαναστατικό Του παράδειγμα; Πώς αλλιώς μπορούμε να ελπίζουμε για τη
βελτίωση των όρων της διαβίωσης και της ύπαρξής μας, αφού από μόνοι μας
φαίνεται ότι αστοχήσαμε στη σοφία, διαστρέψαμε τη λογική και λατρέψαμε την ύλη
και τα είδωλα; Πώς αλλιώς μπορούμε να
λογικευτούμε και να ελευθερωθούμε;
Ζάκυνθος, Δεκέμβρης 2012