© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2010

Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου: Η ΚΡΙΣΙΣ ΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΞΙΩΝ ΕΙΣ ΤΑΣ ΗΜΕΡΑΣ ΜΑΣ

[Ομιλία του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου σε επίσημο Δείπνο του Ελληνοβρετανικού Επιμελητηρίου. Αθήνα, 5 Φεβρουαρίου 2010. Η φωτό είναι του Νικολάου Μαγγίνα.]

Αγαπητέ κύριε Πρόεδρε,
Αγαπητά μέλη και φίλοι του Ελληνοβρεταννικού Εμπορικού Επιμελητηρίου,
Εκλεκτοί συνδαιτυμόνες,

Μετά χαράς ανταποκρινόμενοι εις την ευγενή πρόσκλησίν σας, παρακαθήμεθα απόψε μαζί σας εις το δείπνον τούτο, το οποίον είχετε την καλωσύνην να διοργανώσετε προς τιμήν ημών. Η παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχου είναι εν ταυτώ και ευλογία του Επιμελητηρίου σας, με την ευκαιρίαν της συμπληρώσεως 65 ετών από της ιδρύσεως αυτού.

Ευχόμεθα δε και να τα εκατοστήση -και όχι μόνον- με πλουσιόκαρπον δημιουργικόν έργον!

Γνωρίζομεν ότι κατά την διαρρεύσασαν εξηκονταπενταετίαν το Επιμελητήριόν σας έχει συμβάλει μεγάλως, όχι μόνον εις την ανάπτυξιν του εμπορίου μεταξύ Ελλάδος και Ηνωμένου Βασιλείου και την οικονομικήν συνεργασίαν των, αλλά και εις την περαιτέρω σύσφιγξιν των κατά παράδοσιν φιλικών σχέσεων των δύο Χωρών και των λαών των. Δεν περιορίζεσθε εις τον Κερδώον Ερμήν, αλλ’ εναγκαλίζεσθε και τον Λόγιον, και, πολύ περισσότερον, καλλιεργείτε την αμοιβαίαν εμπιστοσύνην και αλληλοβοήθειαν, επ’ αγαθώ αμφοτέρων των λαών. Άλλωστε, τας σημαίας αμφοτέρων των Χωρών κοσμεί ο Τίμιος Σταυρός του Χριστού, το αιώνιον αυτό σύμβολον της αγάπης, της καταλλαγής και της ενώσεως των διεστώτων. Σας συγχαίρομεν, λοιπόν, θερμότατα δια τα μέχρι σήμερον επιτεύγματά σας και ευχόμεθα και εις το μέλλον «περισσεύειν μάλλον» εις παν έργον αγαθόν και θεάρεστον˙ και να ανάγεσθε ολονέν και περισσότερον εκ των εμπορικο-οικονομικών σχέσεων και συναλλαγών εις τας πνευματικάς και συντελεστικάς της καλλιεργείας του έσω ανθρώπου, το οποίον περισσότερον από ποτέ καθίσταται αναγκαίον εις την εξαιρετικώς δύσκολον εποχήν, εις την οποίαν έχει εισέλθει η ανθρωπότης.

Εζητήσατε να σας απευθύνωμεν λόγον, κατά την διάρκειαν του δείπνου τούτου. Και βεβαίως από ένα εκκλησιαστικόν ηγέτην δεν αναμένετε να σας ομιλήση περί εμπορικών και οικονομικών ζητημάτων με την αυθεντίαν και άνεσιν του ειδήμονος και επαΐοντος. Ασφαλώς όμως αναμένετε να ακούσετε λόγον, σχετικόν μεν προς το άμεσον αντικείμενον του Οργανισμού σας, εξ άλλης όμως επόψεως και από πλέον πνευματικής περιωπής. Τοιουτοτρόπως κατανοούντες το πράγμα εσκέφθημεν να απασχολήσωμεν δι’ ολίγων την αγάπην σας, με το θέμα: «Η Κρίσις των Πνευματικών και Οικονομικών Αξιών εις τας Ημέρας μας».

Εις την «μετανεωτερικήν» εποχήν, εις την οποίαν έχομεν εισέλθει, αι παραδοσιακαί πνευματικαί αξίαι του Χριστιανικού κόσμου, εις τον οποίον ανήκει τόσον η Ελλάς όσον και το Ηνωμένον Βασίλειον, έχουν παύσει προ πολλού να θεωρούνται αυτονόητοι. Παλαιότερον εδίδετο στοιχειώδης, τουλάχιστον, προσοχή εις την υπογράμμισιν του Ευαγγελιστού Ιωάννου ότι «παν το εν τω κόσμω, η επιθυμία της σαρκός και η επιθυμία των οφθαλμών και η αλαζονεία του βίου, ουκ έστιν εκ του Πατρός, αλλ’ εκ του κόσμου εστί. Και ο κόσμος παράγεται και η επιθυμία αυτού» (Α Ἰω. 2, 16), και εξετιμάτο η ολιγάρκεια, η εγκράτεια, η σωφροσύνη, η αποφυγή της απληστίας, της υπερβολής και της επιδείξεως. Επεκράτει φρόνημα ταπεινόν, αγαπητικόν, μεταδοτικόν, ευεργετικόν, φιλάνθρωπον, απέρπερον! Όμως, ο κατακλυσμός των Μέσων Γενικής Ενημερώσεως, εις τον τομέα της ψυχαγωγίας κυρίως, συστηματικώς και επιμόνως από του παρελθόντος αιώνος προβάλλει –και εν πολλοίς επιβάλλει!- ένα πρότυπον βίου, το οποίον μακράν απέχει από εκείνο το οποίον προβάλλει το Ευαγγέλιον και ενεστερνίσθησαν και εβίωσαν επί αιώνας οι πατέρες μας. Ο προβαλλόμενος σήμερον ανθρώπινος τύπος είναι ο εγωκεντρικός εκείνος που διαθέτει και επιδεικνύει, και δη και προκλητικώς, εύκολον πλούτον και ικανόν να του ικανοποιήση κάθε επιθυμίαν, να εξαγοράση δι’ αυτού τα πάντα, από συνειδήσεις μέχρι πολιτικήν δύναμιν και εξουσίαν, που διαθέτει νεανικόν σφρίγος και αλκήν, σιδηράν υγιείαν, ελευθερίαν ανεμπόδιστον μέχρις ασυδοσίας, δια να απολαύση όσα η αχαλίνωτος σαρξ επιθυμεί. Προς επιτυχίαν αυτών αι ηθικαί αναστολαί ευκόλως υποχωρούν, η αξία του προσώπου του συνανθρώπου μηδενίζεται μέχρις ηθικής η και φυσικής ακόμη εξοντώσεώς του, το περιβάλλον υφίσταται βιαίαν κατάχρησιν και περιφρονείται κ.ο.κ. Βεβαίως πρόκειται όχι απλώς περί οικτράς φρεναπάτης, αλλά περί «ύβρεως», με την αρχαιοελληνικήν φιλοσοφικήν της λέξεως έννοιαν, την οποίαν, κατά τον πολύν Ηράκλειτον είναι μεγαλυτέρα ανάγκη να σπεύσωμεν να κατασβέσωμεν, παρά την πυρκαϊάν: «Ύβριν χρη σβεννύναι μάλλον, η πυρκαϊήν»!

Διότι και ο πλούτος είναι συνήθως αβέβαιος, και η νεότης είναι προσωρινή, και η υγιεία επισφαλής, και ο συνάνθρωπος από πάσης πλευράς υπολογίσιμος, ανεξαρτήτως του εάν τον βλέπη κανείς ως «χαράν» του (υπό το φως της χριστιανικής αγάπης), η ως απειλήν και «κόλασίν» του (κατά τον άθεον φιλόσοφον), η και απλώς ως οχληρόν η αδιάφορον συνυπάρχον ον, (κατά το υπόδειγμα του πλουσίου του Ευαγγελίου με τον πτωχόν Λάζαρον). Και επί πάσι τούτοις, ο θάνατος αργά η γρήγορα θα επέλθη, με δημοκρατικήν ισονομίαν! Παρά ταύτα, ο «άφρων πλούσιος» του Ευαγγελίου, ο πλεονέκτης, ο εγωκεντρικός, ο άφιλος, ο λιθοκάρδιος, έχει καταστή, πρωτοστατούσης της Εβδόμης Τέχνης, το ίνδαλμα των ημερών μας, με αποτέλεσμα, εξαιρέσει μικράς φιλοσόφου και θεοφιλούς μειοψηφίας, οι σύγχρονοι άνθρωποι να χωρίζωνται εις δύο κατηγορίας: Εις τους «υβριστάς», οι οποίοι έχουν επιτύχει την κινηματογραφικήν αυτήν χίμαιραν, όπως δι’ ολίγων την περιεγράψαμε, και εις τους μανιωδώς επιθυμούντας να καταστούν και αυτοί εξ ίσου υβρισταί, αδιαφορούντες συνήθως δια τα μέσα η τας συνεπείας. Και καθώς «εν τω υπερηφανεύεσθαι τον ασεβή εμπυρίζεται ο πτωχός» (Ψαλμ. 9, 23), η «ύβρις» και η «πύρωσις» δημιουργούν ένα φαύλον κύκλον, ο οποίος παράγει μόνον δυστυχίαν και δάκρυα και μίσος και απογοητεύσεις!

Με εξαίρεσιν, λοιπόν, τους ολίγους, οι οποίοι, εχόμενοι στερρώς των χριστιανικών αξιών, φεύγουν τας μαγγανείας της νέας Κίρκης, και, είτε έχουν οικονομικήν άνεσιν είτε όχι, ζουν και συμπεριφέρονται θεοκεντρικώς, χρησιμοποιούντες ευεργετικώς και φιλανθρωπικώς τον καλώς κτηθέντα πλούτον των οι μεν, αξιοπρεπώς και αγογγύστως αντιπαλαίοντες την έντιμον πενίαν των, οι δε, οι άλλοι, οι πολλοί, κτίζουν τρόπον τινά ένα νέον Πύργον της Βαβέλ, ο οποίος έχει ποικιλίαν ονομάτων: χρηματιστηριακούς ακροβατισμούς, καταδολίευσιν ξένου η δημοσίου πλούτου, ασυλογίστους υπερδανεισμούς, τοκογλυφίας, εγκλήματα, ανθρωποκτονίας κ.ο.κ., αλλά, θάττον η βράδιον, κατ’ αδήριτον νομοτέλειαν, ο πύργος αυτός θα καταρρεύση! Και η κατάρρευσις έχει αρχίσει με την διαβόητον «κρίσιν», η οποία ενέσκηψεν ιδίως από του παρελθόντος έτους και ταλανίζει πλέον δεινώς την παγκόσμιον κοινότητα. Την ωνόμασαν «οικονομικήν κρίσιν», «χρηματιστηριακήν κρίσιν» κ.λπ. Ανεζητήθησαν οι υπεύθυνοι αυτής εις τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, επεσημάνθησαν οι λεγόμενοι «golden boys», εκατηγορήθησαν κυβερνητικοί αξιωματούχοι και άλλοι, οι οποίοι και εδέχθησαν επί της κεφαλής των την αγανάκτησιν και κατακραυγήν της θλιβεράς στρατειάς των νεοανέργων, των νεοπτώχων, όλων εκείνων οι οποίοι είδον αιφνιδίως να καταρρέη εις σωρόν ερειπίων η ζωή των, η αξιοπρέπειά των, τα όνειρά των, ενδεχομένως και η οικογένειά των! Πολλαί δε μέθοδοι δοκιμάζονται και πολλά μέτρα λαμβάνονται υπό των κρατικών κυβερνήσεων και των διακρατικών οργανισμών δια την επούλωσιν της φοβεράς παγκοσμίου πληγής. Φοβούμεθα όμως ότι θα παραμείνουν ατελέσφορα, ή θα έχουν προσωρινήν μόνον επιτυχίαν, εφ’ όσον αγνοείται και αφήνεται ανέπαφος η ρίζα και αιτία του κακού, η οποία ευρίσκεται, ως εκ των προλεχθέντων αντιλαμβάνεσθε, πολύ βαθύτερα.

Η λέξις «κρίσις», αγαπητοί παρόντες, εις την ωραίαν ελληνικήν γλώσσαν μας έχει και την έννοιαν της δίκης. Με αυτήν την έννοιαν την συναντώμεν κατ’ επανάληψιν εις την Αγίαν Γραφήν: «Δια τούτο ουκ αναστήσονται ασεβείς εν κρίσει» (Ψαλμ. 1, 5) – «Την κρίσιν πάσαν δέδωκε τω Υιώ» (Ιωάν. 5, 22) – «Νυν κρίσις εστί του κόσμου τούτου» (Ιωάν. 12, 31) κ.λπ. Μέχρι προσφάτως, όταν ενέσκηπτε μία μεγάλη κοινή συμφορά, οι Χριστιανοί συνήθιζον να λέγουν: «Θεία δίκη»!, υπονοούντες ότι ελειτούργει η παιδαγωγική ράβδος του Θεού, εξ αιτίας του πλεονασμού της αμαρτίας και της αποστασίας! Το έλεγον εις περιπτώσεις πολέμων, σεισμών, θεομηνιών, ξηρασίας, πλημμύρας, επιδημίας φοβερών ασθενειών κ.τ.τ. Σήμερον ομιλούμεν μόνον περί «κρίσεων». «Κρίσις» εις τας σχέσεις της α χώρας με την β , «κρίσις» εις τας σχέσεις των κοινωνικών τάξεων, «κρίσις» εις την πολιτικήν, «κρίσις» εις την οικονομίαν κ.ο.κ. Διερωτώμεθα με την απλότητα και την αφελότητα της καρδίας ενός μέσου πιστού: -Μήπως και εν προκειμένω πρόκειται απλώς περί «Θείας δίκης»; Μήπως ηνέχθη ο Θεός την μεγάλην αυτήν συμφοράν δια να αφυπνισθώμεν από τον θανατηφόρον λήθαργον της αμαρτωλού φαντασιώσεώς μας; Μήπως εις την «μοντέρναν» αμαρτίαν της συγχρόνου «ύβρεως» χάριν του «μοντέρνου» ειδώλου του ευδαιμονισμού, εχρησιμοποίησεν η αγάπη Του «μοντέρνα» μέσα παιδαγωγίας, επιτρέψασα την κατάρρευσιν των τραπεζών, των χρηματιστηρίων, της παγκοσμίου αγοράς; Εκείνος, ο Οποίος κάποτε εισήλθεν εις τον Ναόν των Ιεροσολύμων και «εξέβαλε πάντας τους πωλούντας και αγοράζοντας εν τω Ιερώ, και τας τραπέζας των κολλυβιστών κατέστρεψε» (Ματθ. 21, 12), μήπως εισήλθε και εις το «ιερόν του χρήματος» και ανέτρεψεν αιφνιδίως τα είδωλα των οικονομικών βεβαιοτήτων, δια να έλθωμεν εις εαυτούς, να κάμωμεν μίαν νέαν ιεράρχησιν αξιών και προτεραιοτήτων εις την ζωήν μας; Δια να ενθυμηθούμε την ευλογημένην λιτότητα και ολιγάρκειαν, την οποίαν ο Ίδιος μας εδίδαξεν έργω και λόγω, δια της οποίας αφήνεται φιλανθρώπως χώρος και δια τον «πλησίον» μας; Δια να εξέλθωμεν από την κτηνωδίαν του ακράτου καταναλωτισμού, ο οποίος μετατρέπει την ανθρωπίνην κοινωνίαν εις αγέλην λύκων; (Παρενθετικώς σημειούμεν ότι ο όρος «καταναλωτική κοινωνία», όχι απλώς είναι αδόκιμος, αλλά συνιστά αντίφασιν εν τοις όροις. Ο καταναλωτισμός προϋποθέτει παμφαγικάς διαθέσεις, ενώ η κοινωνία, εγκράτειαν, λιτότητα, δόσιν, παραχώρησιν, αγάπην και θυσίαν!).

Μήπως δια να ίδωμεν το χρήμα ως «χρήμα», δηλαδή ως εργαλείον και όχι ως κτήμα, δηλ. μόνιμον απόκτημα; Ως «νόμισμα», δηλαδή κάτι το οποίον νομίζομεν ότι είναι ιδικόν μας, ενώ εις την πραγματικότητα δεν μας ανήκει, αλλ’ είμεθα απλοί διαχειρισταί του; Μήπως δια να αποδεχθώμεν την οικονομίαν όχι ως «χαμοθεόν» και μέτρον των πάντων, αλλ’ ως απλήν τακτοποίησιν των του οίκου μας (είτε κατά κυριολεξίαν, είτε της χώρας είτε του κόσμου όλου) συμφώνως προς τον Νόμον (εννοούμεν τον Νόμον του Θεού, δηλ. τον Νόμον της αγάπης); Άλλωστε, η λέξις οικονομία εκείθεν προέρχεται: οίκος + νόμος, και αυτό υπονοεί! Δια να παύσωμεν να αισθανώμεθα αυτάρκεις και ανενδεείς της χάριτός Του, και να στραφώμεν εν πίστει και εκζητήσωμεν ταπεινώς και επ’ ελπίδι τον «υπερβάλλοντα πλούτον της χάριτος αυτού εν χρηστότητι εφ’ ημάς» (Εφεσ. 2, 7) και της αγάπης Του; Ούτω διερωτώμεθα, η μάλλον αυτό ακριβώς πιστεύομεν!...

Αλλά δεν επιθυμούμεν να σας καταπονήσωμεν δια περισσοτέρων. Ηθελήσαμεν να δώσωμεν εις σοφούς αφορμήν, δια να καταστούν σοφώτεροι!.. Σας ευχαριστούμεν θερμώς δια την χαράν του δείπνου, δια τους ευγενείς λόγους της προσφωνήσεως του κ. Προέδρου, δι’ όλας τας εκδηλώσεις σεβασμού και αγάπης προς ημάς, την Συνοδείαν ημών και τον άγιον Οικουμενικόν Πατριαρχικόν Θρόνον. Αι προσευχαί της «Εκκλησίας των του Χριστού πενήτων», όπως ωνομάσθη η Αγιωτάτη Μήτηρ Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως κατά τους χρόνους των μεγάλων δοκιμασιών της, σας συνοδεύουν θερμαί. Ομοίως και η πατρική ημών ευχή και Πατριαρχική ευλογία! Σας αναμένομεν να έλθετε και εις το Φανάριον, δια να χαρώμεν την επανασυνάντησίν μας. Μέχρι τότε, συνεχίσατε να προΐστασθε φιλοτίμως καλών έργων, ως κατενώπιον Θεού, εις έπαινον του ονόματός σας και του ονόματος του Επιμελητηρίου σας. Καλήν Απόκρεω, καλήν Τεσσαρακοστήν και ευφρόσυνον άγιον Πάσχα!

Εικαστικές δημιουργίες, με αφορμή την Γκιόστρα



Γράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ

Η Αστική μη Κερδοσκοπική Εταιρεία “Giostra di Zante”, η οποία, από το 2005, έχει επαναφέρει το πανάρχαιο έθιμο των ιππικών αναμετρήσεων στο τοπικό μας Καρναβάλι, δίνοντάς του έτσι ένα ξεχωριστό, καθαρά δικό του χρώμα και προτείνοντας λύσεις ποιότητας, εκτός από το καθαυτό δρώμενο, το οποίο με ιδιαίτερη επιτυχία, κάθε περίοδο της Αποκριάς, οργανώνει, προσπαθεί παράλληλα να συνεισφέρει και στην σύγχρονη δημιουργία, είτε αυτή είναι η έρευνα, είτε η λογοτεχνία, είτε η εικαστική έκφραση.

Στα πλαίσια αυτών της των επιδιώξεων, όπως σίγουρα όλοι γνωρίζετε, κάθε χρόνο κυκλοφορεί ειδικό, καλαίσθητο και καλοτυπωμένο φυλλάδιο, στις σελίδες του οποίου υπάρχουν τα πορίσματα της αναζήτησης των πιο σημαντικών πνευματικών ανθρώπων του νησιού μας, τα οποία αφορούν την ιστορική εξέλιξη της Γκιόστρας στη Ζάκυνθο, τις ιστορικές συνθήκες που την δημιούργησαν, καθώς και τις κοινωνικές της προεκτάσεις. Η έκδοση αυτή μάλιστα δεν μοιράζεται μόνο στο τοπικό κοινό και τους επισκέπτες του νησιού, αλλά αποστέλλεται και σ’ όλες τις βιβλιοθήκες της χώρας μας, καθώς και στους πνευματικούς της ανθρώπους, αποδεικνύοντας έτσι, πως το πάλαι ποτέ «Φιόρο του Λεβάντε», εκτός από την θλιβερή του επικαιρότητα, έχει και τις καλές στιγμές της συνέχισης της μακραίωνης πνευματικής του παράδοσης και παρακαταθήκης.

Επίσης η Εταιρεία θεωρεί ιδιαίτερή της επιτυχία, που μερικοί από τους πιο σημαντικούς σύγχρονους ποιητές της Ζακύνθου έχουν εμπνευστεί από τα ιππικά αυτά αγωνίσματα και την όλη τους διάσταση και τα έχουν, ο καθένας με τον τρόπο του, συμπεριλάβει στα δημιουργήματά τους. Από φέτος μάλιστα, αρχίζοντας με ανέκδοτη δουλειά του π. Παναγιώτη Καποδίστρια, θ’ αρχίσει να δημοσιεύει αυτά τα ποιήματα στο φυλλάδιό της, ενώ στην ημερίδα που διοργανώνει στα τέλη της Άνοιξης, σε συνεργασία με το Μουσείο Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων, θα υπάρχει και σχετική ανακοίνωση, που θα γνωρίζει και θα ερευνά το θέμα, από τον δραστήριο φιλόλογο Γιώργο Φιορεντίνο.

Τέλος, κάθε χρόνο, αναθέτει σ’ έναν από τους ζωγράφους του νησιού μας την κατασκευή της καλλιτεχνικής αφίσας, που, σαν ένας άλλος κήρυκας, αναγγέλλει την εκδήλωση, σ’ έναν από τους αξιόλογους ζωγράφους του νησιού. Με τον τρόπο αυτό γνωρίζουμε το πώς ο κάθε εικαστικός καλλιτέχνης, μέσα από την ξεχωριστή, δική του ματιά, αντιμετωπίζει το θέμα και το πώς το χθες αναγεννάται στο σήμερα, με νέες εκφραστικές φόρμες, καινούργιες τεχνικές και σημερινές αντιλήψεις. Γιατί μια αναβίωση και μόνο δεν αρκεί. Απαιτείται πάντα και η προσαρμογή της στην πραγματικότητα των ημερών μας. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η συνέχεια και αποδεικνύεται η απαραίτητη επιστροφή στην δική μας, ξεχωριστή ταυτότητα.

Η φετινή αφίσα είναι έργο του ταλαντούχου και πολλά υποσχόμενου ζωγράφου και αγιογράφου Χαράλαμπου Πυλαρινού, ο οποίος με την γνωστή σε όλους μας, μετά τις επιτυχημένες και στην Ζάκυνθο εκθέσεις του, τεχνική του, με την οποία προσπαθεί να αξιοποιήσει τις διδαχές της παράδοσης και να τις προσαρμόσει στις σύγχρονες απαιτήσεις, δίνει την δική του εκδοχή για την Γκιόστρα της Ζακύνθου και έχει καταφέρει να της αποδώσει την προσωπική της, ξεχωριστή ταυτότητα.

Κυριαρχική μορφή στο έργο του, με τα παρήγορα φωτεινά του χρώματα, όπως αρμόζει στην περίπτωση, ο νικητής ιππότης, ο οποίος στην ουσία είναι και ο πρωταγωνιστής της όλης εκδήλωσης. Επάνω στο μεγαλόπρεπο άλογό του, κρατά το ακόντιο με τον κρίκο της νίκης του και το επιδεικνύει πανηγυρικά χαρούμενος στο πλήθος, που τον επευφημεί και τον θαυμάζει. Πισωκάπουλα κάθεται στο άτι του η εκλεκτή της καρδιάς του, για την οποία αγωνίστηκε και για χάρη της προσπάθησε να είναι ο πρώτος. Με τον τρόπο αυτό ο καλλιτέχνης δίνει την όλη διάσταση της ζακυνθινής Γκιόστρας, η οποία δεν ήταν μόνο επίδειξη ικανότητας και ανδρείας, αλλά συγχρόνως αποτελούσε και ένα μέσο ερωτικής έκφρασης και έναν τρόπο ουσιαστικής επαφής και επικοινωνίας των δύο φύλων, σε μια εποχή μάλιστα, που οι τζελουτζίες, που μόνο την ημέρα της Γκιόστρας αφαιριόντουσαν, κρατούσαν ακόμα φυλακισμένες στα σπίτια τους όλες τις γυναίκες και ο εκκλησιασμός τους, ακόμα και στις φαμιλιακές εκκλησίες, γινόταν στο γυναιτίκι. Το άλογο φέρει όλη του την ιπποσκευή - όπως όλοι οι στρατιωτικοί Άγιοι -και είναι ντυμένο με μια κατακόκκινη κουβέρτα, όμοια με την στολή του καβαλάρη του. Η νεανικότητα και των δύο προσώπων που το ιππεύουν δίνει υπόσχεση αναγέννησης και παρέχει ελπίδα σιγουριάς. Γιατί η Γκιόστρα πάνω απ’ όλα είναι επίδειξη εφηβικής ικανότητας και για το λόγο αυτό, πολύ πιθανόν, γιορτάζονταν πάντα την περίοδο του Καρναβαλιού, με την απαρχή της καλοκαιριάς και της Άνοιξης. Γι’ αυτό και τα τόσα ιπποτικά μυθιστορήματα, οι σχετικές κινηματογραφικές ταινίες και η ταύτιση του ιππότη με τον εραστή, ακόμα και στην εκφραστική καθημερινότητα όλων των λαών.

Το κοινό που παρακολουθεί τα τεκταινόμενα είναι οι καθαρά ζακυνθινοί πολίτες, όπως τους γνωρίσαμε πριν την πρόσφατη αλλοίωσή τους και την ισοπέδωσή τους από τον τουρισμό, την τηλεόραση και την καθημερινή τους επαφή με την απέναντι στεριά, με την οποία επιπόλαια κάποιοι επιδιώκουν, για την επιφανειακή τους ευκολία, να ενωθούμε, σαν Περιφέρεια. Κρατούν κάτι από την επαφή τους με την μακρινή Δύση, διατηρούν συγχρόνως την ανόθευτη και αμιγή ελληνικότητά τους και μπορούν, χωρίς καμιά δυσκολία ν’ αναγνωριστούν και να διατρανώσουν την ταυτότητά τους. Συνυπάρχουν όλες οι κοινωνικές τάξεις της κάποτε «Φλωρεντίας της Ανατολής», οι Μεσαμερίτες και οι Οξωμερίτες, οι Χωραΐτες και οι Χωρικοί, οι λαϊκοί και οι κληρικοί. Χαρακτηριστικές φιγούρες: η γυναίκα με το γαλάζιο κρινολίνο, η γιαγιά με το μαγκούρι της, μια μεσόκοπη με το τσεμπέρι της, τα παιδιά με τις σημαίες τους, υποστηριχτές και οπαδοί του νικητή, οι αντρικές μορφές με τα καπέλα της τάξης τους, ένας στοργικά κοιτάζων την γυναίκα ή καλή του και ο κληρικός, που συμμετέχει στα τεκταινόμενα, όπως πάντα συνέβαινε στην παλιότερη και νεότερη ιστορία του Τζάντε, που ακόμα και ο Δεσπότης πήγαινε στους επίσημους χορούς, τους οποίους διοργάνωναν οι δύο Λέσχες, την περίοδο του Καρναβαλιού και καλλιεργημένοι ρασοφόροι έγραφαν και διοργάνωναν «Ομιλίες».

Η όλη σκηνή διεξάγεται μπροστά από το νεότερο Μουσείο του νησιού μας. Η επιλογή, βέβαια, δεν είναι καθόλου τυχαία. Και δεν είναι μόνο που εκεί άρχισε δειλά - δειλά, για να εξελιχτεί σε μεγάλο γεγονός, η αναπαράσταση της ζακυνθινής Γκιόστρας, στα πρώτα, μετασεισμικά, βήματά της, το Καρναβάλι του 2005. Η παρουσία του κτιρίου αυτού, στο εικαστικό έργο του Χαράλαμπου Πυλαρινού, αλλά και στην σημερινή πραγματικότητα, δείχνει την ιερότητα του χώρου, την ανάγκη για την γνώση της ιστορίας, καθώς και το απαραίτητο της συνέχισης, προσαρμοσμένο, βέβαια στο σήμερα και τις απαιτήσεις του. Στο Μουσείο αυτό έχουν διαφυλαχτεί, σαν κόρη οφθαλμού, όλες αυτές οι εικαστικές προσευχές και εκφράσεις, που πριν την ισοπεδωτική καταστροφή του 1953, στόλιζαν τις εκκλησίες του νησιού μας και έκαναν περήφανους τους πιστούς τους. Είναι το αντίβαρο μιας απρόσωπης και δίχως σκοπό επιτοίχιας ύβρεως και μιας αβασάνιστης και στο πόδι ευκαιριακής πανσπερμίας, που διαμορφώνει άλλες αναζητήσεις και απομακρύνει από την αισθητική καλλιέργεια.

Πάνω στην ταράτσα του Μουσείου, σαν άλλος «Βιολιστής στην στέγη», για να υπάρχουν καλλιτεχνικές συγγένειες και δεσμοί με την σημερινή δημιουργική έκφραση και τις καλές στιγμές της, ένας σαλπιγκτής συμμετέχει στα επινίκια και διαλαλεί την χαρά της γιορτής, της νίκης και του έρωτα. Διόλου τυχαία είναι στραμμένος προς την Μπόχαλη - το «Προάστιο του Μπόχαλη», είναι η πιο σωστή ονομασία - όπου διακρίνεται η εκκλησία της κάποτε Κυράς του Κάστρου, της Παναγίας της Χρυσοπηγής, με την θαυμάσια εικόνα και το εαρινά αναστάσιμο, λαοφιλές - και πάλι κάποτε - πανηγύρι της. Κάπου προς τα εκεί, ο αμετανόητος θεατής και ουσιαστικός κοινωνός του έργου, μπορεί να φανταστεί τον γειτονικό Αρίγκο, όπου σ’ αυτόν βρισκόταν το παλιό στάδιο της αρχαιοελληνικής Ζακύνθου και είναι και η απαρχή της τζαντιώτικης Γκιόστρας. Με τον τρόπο αυτό η συνέχεια υπάρχει διακριτικά και η αναβίωση στηρίζεται σε στέρεες βάσεις.

Δεν είναι τυχαίο, επίσης, που το όλο στήσιμο του έργου του Χαράλαμπου Πυλαρινού συγγενεύει με «Ομιλία», ιδίως με την τοποθέτηση των θεατών και που η όλη εικόνα θυμίζει «ξεφάντωσι των φίλων» και κάποιο σχετικό έργο του πολυτάλαντου Κ. Πορφύρη. Είναι το πέρασμα της Γκιόστρας στο λαϊκό θέατρο του νησιού και η σύνοψη των τριών ταξικών σταδίων που ακολούθησε.

Τέλος το φεγγάρι, που ρομαντικά συνυπάρχει στο δημιούργημα, δείχνει την ευαισθησία των ζακυνθίων, «άνθος παρθένων», όπως τους θέλει ο Ανδρέας Κάλβος και θυμίζει βραδιές αξέχαστες και μοναδικές, με καντάδες και καλλίφωνες προσευχές.

Το έργο αυτό είναι αναμφίβολα η κατεξοχήν απεικόνιση της ζακυνθινής Γκιόστρας. Την προβάλει, την τονίζει και την διαιωνίζει. Καυχιέται για την ύπαρξή της και την ιστορία της, χωρίς να την μακιγιάρει επίφοβα ή να την εξωραΐζει. Και αυτό αποτελεί κατόρθωμα και επιτυχία του ζωγράφου.

Η ομηρική ποίηση και οι δημο-βόροι άρχοντες (ή Ο Αχιλλέας και ο σκύλος)

Γράφει ο Παύλος Φουρνογεράκης

Η αφόρητη ψυχολογική κατάσταση που μας έχουν επιβάλλει τον τελευταίο καιρό τα μέσα μαζικής προπαγάνδας, η οδυνηρή κατάσταση της οικονομίας, αλλά και η καθίζηση του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού, οδηγούν στο καταφύγιο της ποίησης. Μάλιστα κάποιοι υποστηρίζουν ότι ο Έλληνας είναι από τη φύση του ποιητής και δεν έχουν άδικο. Η κοινωνία του παραμένει θεσμικά καθηλωμένη, δεν είναι καν μια κοινωνία νεοπαγής. Δεν έχει ακόμα συγκροτηθεί και ως τέτοια είναι επιρρεπής στην ποιητική εκφραστικότητα, ως αντίβαρο και αντίτιμο της αδυναμίας παροχής θεσμικής στήριξης στα μέλη της.

Στον παγκόσμιο πολιτισμό υπάρχουν κείμενα που θεωρούνται ιερά. Χαρακτηρίζονται από τη βαρύτητα της πολιτιστικής φυσιογνωμίας ενός λαού και θα πρέπει(;) να μην αμφισβητείται η αλήθεια του περιεχομένου τους. Οι θρησκείες για παράδειγμα έχουν τις βίβλους τους (Ευαγγέλιο, Κοράνι, κλπ) και διεκδικούν για τον εαυτό τους την αποκλειστικότητα και τη μοναδικότητα της αλήθειας. Μάλιστα με τους Μωαμεθανούς τα πράγματα είναι πιο αυστηρά γιατί το Κοράνι θεωρείται ότι το έγραψε ο ίδιος ο προφήτης και δεν επιδέχεται διαφορετικής ερμηνείας, σε αντίθεση με το Χριστιανισμό που οι προσεγγίσεις μπορεί να είναι και διαφορετικές αφού γράφτηκαν από τους αποστόλους για τις ανάγκες της κατήχησης (άλλη μια διαφορά και μια δυσκολία διαλόγου Ανατολής-Δύσης). Τα αρχαία ελληνικά κείμενα της Ιλιάδας και της Οδύσσειας ή εκείνα των τραγωδιών όμως, ποτέ δε διεκδίκησαν αλήθεια και αποκλειστικότητα γιατί ήταν φορείς μύθου και όχι συμβάντων μοναδικών και ανεπανάληπτων. Το οιδιπόδειο σύμπλεγμα για παράδειγμα, κατά τον Φρόυντ, στοιχειώνει κάθε ανθρώπινη συνείδηση, δεν αφορά αποκλειστικά τη συμπεριφορά του Οιδίποδα ως μοναδική και ανεπανάληπτη ζωή.

Οι αρχαίοι Έλληνες ανακάλυψαν δομές συμπεριφοράς της ανθρώπινης φύσης, δηλαδή, τρόπους αντίδρασης των ανθρώπων που μένουν αναλλοίωτοι. Δεν είναι τυχαίο ότι και ο Θουκυδίδης αντιμετώπισε την ιστορία όχι περιγράφοντας τα διάφορα γεγονότα ως μια σειρά από συμβάντα που οδηγούν σε κάποιο σκοπό, αλλά ως ένα σύνολο συμπεριφορών που αιτιολογούνται από την ανθρώπινη φύση κι επαναλαμβάνονται. Η ανθρωπότητα βέβαια έχει εξελιχθεί ώστε σήμερα να μπορεί ο άνθρωπος να κρύβει περισσότερες φορές τα αρχέγονα ένστικτά του, χωρίς πάντως να φθάσει στο σημείο να σκοτώσει και το ζώο που βρίσκεται μέσα του. Το σημερινό πολιτιστικό οικοδόμημα που στηρίζεται στο καπιταλιστικό σύστημα είναι χώρος πρόσφορος για να διοχετεύει τη φυσική του αγριότητα και γι’ αυτό είναι πάντα επικίνδυνος για ολοκληρωτική κατάρρευση.

Μέσα σ’ αυτό λοιπόν το περιβάλλον, και σε συνάφεια με τις δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε ως νησί και ως κράτος, τράβηξε την προσοχή μου μια μικρή φράση από την Ιλιάδα, μια φράση που μου άφησε την εντύπωση ότι συμπυκνώνει την πεμπτουσία, τη διαχρονική ουσία των προβλημάτων που διαρκώς αντιμετωπίζουμε ως Έλληνες. Η Ιλιάδα ασχολείται κυρίως με την οργίλη αντίδραση του Αχιλλέα απέναντι στον Αγαμέμνονα, όταν ο τελευταίος ζήτησε να του αρπάξει την αγαπημένη του δούλα, τη Βρισηίδα. Στο Α λοιπόν της Ιλιάδας υπάρχει η φράση αυτή, την οποία εκστομίζει ο Αχιλλέας εναντίον του Αγαμέμνονα. «δημοβόρος βασιλεύς, επεί ουτιδανοίσιν ανάσσεις» (Α 231). «Χαρά στο λαοφαγά τον άρχοντα που ορίζει τους ασήμαντους», μεταφράζει ο Καζαντζάκης. Εσύ που μένεις πίσω στη μάχη και μηχανεύεσαι κόλπα μόνο για να κλέβεις αυτούς που αγωνίζονται στην πρώτη γραμμή, συνεχίζει ο Αχιλλέας. Η κατηγορία είναι πολύ βαριά. Το «δημοβόρος» σημαίνει, υποδηλώνει αυτόν που χρησιμοποιεί το δήμο, το λαό ως βορά, σαν προσφάι, αυτόν που σαν αρπακτικό πέφτει πάνω στο δήμο, το λαό, πάνω σ΄ αυτούς που μάχονται στην πρώτη γραμμή να τους καταβροχθίσει, ώσπου να χορτάσει την ακόρεστη πείνα του. Η λέξη βορά χρησιμοποιείται για τα όρνια που ορμούν στα πτώματα ή τα σκυλιά που καταβρόχθιζαν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους, ζωντανό ή νεκρό. Ο J. Redfield, στο βιβλίο του «Φύση και πολιτισμός στην Ιλιάδα» σχολιάζει: «ο Αχιλλέας αποκαλεί τον Αγαμέμνονα σκύλο επειδή ο Αγαμέμνων είναι δημοβόρος, καταβροχθίζει τη δημόσια ιδιοκτησία. Η συμπάθεια του σκύλου μπορεί να αγορασθεί με απολαύσεις, κάνει χάρες στον αφέντη του που του φέρνει λιχουδιές. «αιεί δ’ εν δαίτησι και ειλαπίνησι παρέσται» Πάντα παρευρίσκεται στα τακτικά και στα έκτακτα γεύματα. Έτσι και η μοιχαλίδα είναι μια σκύλα – η Ελένη κατ’ εξοχήν, ακόμα και όταν περιγράφει η ίδια τον εαυτό της, αλλά και η Κλυταιμνήστρα, η Αφροδίτη και οι άπιστες υπηρέτριες της Πηνελόπης» (σ. 250). Και δεν είναι η μόνη φορά που ο Αχιλλέας αποκαλεί σκύλο τον αρχηγό του στρατεύματος. Σε άλλη μια περίπτωση για παράδειγμα, στο Ι 372 – 373 λέει: «εμένα τουλάχιστον δεν θα τολμούσε, αν και είναι σκύλος, να με κοιτάξει κατά πρόσωπο».

Ο λαός αναφέρεται συχνά σε μοβόρους (αιμο-βόρους) ανθρώπους , σ' αυτούς που πίνουν το αίμα των άλλων. Είναι οι κακοί, εκείνοι τους οποίους πρέπει κανείς να αποφεύγει γιατί κινδυνεύει η ζωή του, η υπόστασή του και η εντιμότητά του. Δεν έχουν και μεγάλη διαφορά αυτές οι σύνθετες-κακόηχες λέξεις, μα ούτε και οι εποχές, ούτε δυστυχώς και οι άρχοντες. Ερήμωσαν και ερημώνουν κατά καιρούς την πατρίδα αυτοί οι άρχοντες, οι συνεργαζόμενοι με τους κακόβουλους ισχυρούς της ιδιοτέλειας. Κάτω από το μειδίαμα των υποσχέσεων και της επιτυχίας εύκολα διακρίνει κανείς τον εμπαιγμό και τα σκοτεινά σχέδια… Στη δημοκρατία των Αθηνών οι άρχοντες αναλάμβαναν τα αξιώματα με κλήρωση από τα μέλη της Εκκλησίας του Δήμου κι όποιος αδικούσε ετιμωρείτο με την ποινή του εξοστρακισμού. Σήμερα εξοστρακίζεται μόνο η ποινικοποίηση των πολιτικών και των ισχυρών συνεργατών τους. Η οικονομική και πολιτιστική μας κατάντια σε τοπικό και ελλαδικό επίπεδο έχει σεναριογραφηθεί πριν από χιλιάδες χρόνια από τον Όμηρο και θέλει πολύ ακόμη αγώνα για να απαλλαγούμε.

Ποιος άραγε έχει την ευθύνη ώστε να καταφέρουμε κάποτε να συγκροτηθούμε σε μια κοινωνία που θα είναι θεσμικά κατοχυρωμένη ώστε να είναι απόρθητη από τη δημο-βορά λαοπλάνων και λαοφάγων πολιτικών; Ευτυχώς υπάρχουν πάντα εκείνοι οι λίγοι και σημαντικοί που κρατούν γερά το πηδάλιο ώστε το σκάφος να ισορροπεί και να σιγοπλέει δίχως να συνθλίβεται και να πατώνει ανάμεσα στις Συμπληγάδες. Μπορούμε όμως έτσι να νιώθουμε ασφαλείς κι ευτυχείς;

Ζάκυνθος 1-2-2010
Related Posts with Thumbnails