[Από τον Τιμητικό Τόμο Φιόρα Τιμής για τον Μητροπολίτη Ζακύνθου Χρυσόστομο Β΄ Συνετό, Ζάκυνθος 2009, σ. 909-918]
1. ΠΡΩΤΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ
Η εμφάνιση ελληνικών παροικιών στην Αίγυπτο χρονολογείται τα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα. Οι παροικίες αυτές δεν έχουν καμια σχέση στην οργάνωση και δομή τους με την αρχαία παρουσία των Ελλήνων Μακεδόνων, οι οποίοι κατά την ελληνιστική περίοδο της Ιστορίας δημιούργησαν τον γνωστό αξιόλογο πολιτισμό, ούτε με εκείνη της βυζαντινής περιόδου στην ιστορία της χώρας, παρά μόνο ως προς την κοινή καταγωγή του ελληνικού πληθυσμού εκεί.
Πράγματι κατά τα τέλη του 8ου αι. και τις αρχές του επόμενου οδηγήθηκαν στην Αίγυπτο μισθοφόροι, πρώτα στο πλευρό των Γάλλων και ύστερα των Μαμελούκων, όταν αυτοί κυβερνούσαν την Αίγυπτο, ενώ ταυτόχρονα έμποροι έφθαναν για καθαρά επιχειρηματικούς λόγους μαζί με ρεύμα μεταναστών που ζητούσαν καλύτερη τύχη. Όλοι αυτοί, Έλληνες το γένος, κατέφευγαν για να απαλλαγούν από την τουρκική κατοχή του ελλαδικού χώρου, δεχόμενοι ακόμη και στερήσεις που συνεπαγόταν αυτή η μετανάστευση την εποχή εκείνη. Υπήρχε και μια τετάρτη κατηγορία Ελλήνων, που ήσαν δούλοι των Αιγυπτίων στρατιωτών του Ιμπραήμ που, από την Πελοπόννησο κυρίως, αλλά και από την Κρήτη, μεταφέρονταν στα σκαλβοπάζαρα της Ανατολής, και συγκεκριμένα της Αιγύπτου. Αυτοί εξισλαμίζονταν και προσλαμβάνονταν οι μεν γυναίκες σε χαρέμια, μεγάλος δε αριθμός ανδρών καταλάμβαναν κυβερνητικές και άλλες θέσεις. ΄Οσοι από αυτούς δεν δέχονταν να επαναπατρισθούν, γεγονός που επιτυγχανόταν έπειτα από ενέργειες αρμοδίων, έφθαναν πολλές φορές σε ύπατα και αυτοί αξιώματα.
Μισθοφόροι και δούλοι δεν μπήκν στην πορεία και την διαδικασία ίδρυσης συλλογικών παροικιακών φορέων ούτε στην ίδρυση επιχειρήσεων με οικονομικό υπόβαθρο όποιας μορφής. Με αυτούς τους δύο τομείς ασχολήθηκαν σστηματικά-οργανωτικά οι έμποροι και οι συνεργαζόμενοι με αυτούς με σχέση εξαρτημένης εργασίας, οι πολλές δηλαδή χιλιάδες εργαζόμενοι, είτε σε ελληνική είτε σε μη ελληνική επιχείρηση, μικρή, μεσαία και μεγάλη.
Πρίν όμως από αυτή την σημαντική παρουσία των Ελλήνων στη νεότερη Αίγυπτο, υπήρχε στη χώρα το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, η ελληνορθόδοξη αρχαία Αλεξανδρινή Εκκλησία ήδη από τον 1ο π.Χ. αι. σε ακμή μεν κατά τους πρώτους αιώνες, σε κατάσταση νάκης και παρακμής δε μετά την ισλαμική κατοχή της Αιγύπτου από τους ΄Αραβες, με όλες φυσικά τις συνέπειες ενός τέτοιου γεγονότος. Οι σχεδόν ανύπαρκτες οικονομικές δυνατότητες του Πατριαρχείου και η έλλειψη ποιμνίου στη διάρκεια της ιστορίας του υπήρξαν τα κύρια χαρακτηριστικά της επί πολλούς αιώνες δραστηριότητάς του, καθώς συνθέτουν ταυτόχρονα και την εικόνα του Ελληνισμού στην Αίγυπτο από τον 7ο αι. μέχρι και τον 18ο. Είναι μια πραγματική σιγή. Παρόλα υτά το Πατριαρχείο είχε στην δικαιοδοσία του σχολεία ελληνικής μάθησης για ΄Ελληνες, ελληνόφωνους, αραβόφωνους κά. Με φροντίδα του Πατριάρχη Ιωαννίκιου (1645-1657) ιδρύθηκε η πρώτη ελληνική σχολή στη Μονή του Αγίου Γεωργίου στο παλαιό Κάιρο, ενώ παράλληλα λειτουργούσε στην Αλεξάνδρεια στη Μονή του Αγίου Σάββα σχολή που ίδρυσε ο πολύς Μελέτιος Πηγάς.
΄Ετσι έχουν συνοπτικά περιγραφικά τα πράγματα, όν αρχίζει να αυξάνεται ο ελληνικός πληθυσμός στην Αίγυπτο, να αποκτά ζωντάνεια ο τόπος και να γνωρίζει κυριολεκτικά ποσοτική και ποιοτική άνοδο σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής το Γένος των Ελλήνων.
2. ΧΡΟΝΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΔΟΙ. ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ
Χρονολογικά η παρουσία του νεοτέρου Ελληνισμού στην Αίγυπτο διαιρείται στις εξής περιόδους, με το αντίστοιχο περιεχόμενο ανθρώπινης δστηριότητας :
1η περίοδος: 1830-1881. Μεγάλος αριθμός Ελλήνων εγκαθίσταται σε διάφορες πόλεις και χωριά της Αιγύπτου, κυρίως Αλεξάνδρεια, Δέλτα, Διώρυγα Σουέζ και Κάιρο, από την εποχή του Μωχάμετ ΄Αλυ μέχρι την αγγλική κατοχή, που υπήρξε αποτέλεσμα της επανάστασης Οράμπι. Στην περίοδο αυτή πραγματοποιείται η ίδρυση προξενικών και εν γένει διπλωμτικών αρχών εκπροσώοησης του ελληνικού κράτους, καθώς και η ίδρυση Κοινοτήτων, Αδελφοτήτων και Συλλόγων ελληνικού Δικαίου, αναγνωρισμένων πό την αιγυπτιακή πολιτεία.
2η περίοδος: 1882-1913. Οι Έλληνες προσπαθούν κα κατορεθώνουν να αποδείξουν αξιόλογη δραστηριότητα στην οικονομί του τόπου και προβαίνουν στην ίδρυση σχολείων, ναών και άλλων φιλανθρωπικών φορέων. Γεννιούνται πολλοί Έλληνες στην Αίγυπτο. Η εποχή χαρακτηρίζεται από ακμή της ελληνικής παροικίας.
3η περίοδος: 1914-1940. Συνεχίζεται η ακμή στην παροικιακή ζωή, παρά την ελάχιστη αποχώρης Ελλήνων από την χώρα, η οποία αργά και σταδιακά απαγκιστρώνεται από την αγγλική κατοχή. Οι κάθε είδους πολιτειακές ανακατατάξεις δημιουργούν τις πρώτες ανησυχίες στους ΄Ελληνες.
4η περίοδος. Δυναμική υπήρξε η προσφορά του Ελληνισμού της Αιγύπτου στο πλευρό των συμμάχων κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο στη νίκη κατά του ναζισμού-φασισμού. Αρχίζει η συρρίκνωση της παροικίας και η διαρροή των Ελλήνων από την αιγυπτιακή γη. Ακολουθεί έτσι ο επαναπατρισμός του μεγαλύτερου αριθμού τους, καθώς και η μετανάστευση από την Αίγυπτο στην Αυστραλία, στη Ν. Αφρική, στην Κύπρο, στον Καναδά, στις ΗΠΑ, στη Ν. Αμερική και αλλού.
Ο ελληνικός πληθυσμός στην Αίγυπτο κατά καιρούς υπολογίστηκε αριθμητικά χωρίς ακρίβεια. Στο τέλος του 18ου αι. δεν ξεπερνούσε τις 2.000. Το 1933 υπολογίζεται γύρω στις 10.000, στους οποίους όμως συμπεριλαμβάνονταν όλοι οι Ορθόδοξοι της χώρς (πλν Κοπτών), ανεξαρτήτου εθνικότητας, δηλαδή Αραβόφωνοι Σύροι (Συρορθόδοξοι) και φυσικά Έλληνες, Οθωμανοί υπήκοοι. Στο τέλους του αιώνα οι Έλληνες σ την Αίγυπτο, από ελέυθερες και μη περιοχές της Ελλάδας, ξεπερνούσαν τις 75.000.
Η πρώτη επίσημη αιγυπτιακή απογραφή πληθυσμού πραγματοποιήθηκε το 1907 και απέδωσε το εξής αποτέλεσμα: οι ΄Ελληνες ανέρχονταν σε 131.947, από τυος οποίους 62.973 (35.175 άνδρες και 27.798 γυναίκες) είχαν ελληνική υπηκοότητα, 40.000 προέρχονταν από κατεχόμενες από την Τουρκία περιοχές και 30.000 δεν ήσαν ανεγνωρισμένης υπηκοότητας (οι αποκαλούμενοι απάτριδες). Νεότερες απογραφές έδιδαντα εξής αποτελέσματα : Το 1917οι ελληνικής υπηκοότητας ΄Ελληνες ανέρχονταν σε 56.731. Το 1927 το σύνολο των Ελλήνω της Αιγύπτου ανερχόταν σε 74.770 (Αλεξάνδρεια 48.755, Κάιρο 26.105), εκ των οποίων ήσαν, ελληνικής υπηκοότητας 63.914, αιγπτιακής 10.849, ιταλικής 7.355, τουρκικής 4.809, γαλλικής 738 και διαφόρων υπηκοοτήτων 3.418. Το 1932 πατριαρχική πηγή ανεβάζει το ποίμνιο του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας στην Αίγυπτο σε 152.000 Ορθοδόξους, από τους οποίους το 88% ήσαν Έλληνες κατά το γένος, δηλαδή 134.000. Το 1937 αιγυπτιακή απογραφή ανεβάζει τους Έλληνες της Αιγύπτου συνολικά σε 187.770. Μετά την διαρροή των Ελλήνων από τη χώρα που επιτελέσθηκε στο μεγαλύτερο αριθμό της από 1957 μέχρι 1962, κατά προξενικό υπολογισμό παρέμειναν 27.500, ενώ το 1972, κατά την πηγή αυτή ο ελληνικός πληθυσμός δεν περβαίνει τις 15.000 άτομα. Σήμερα υπολογίζεται ότι στο Κάιρο και στην Αλεξάνδρεια διαβιούν 1.000 περίπου Έλληνες, με ελληνική ή αιγυπτιακή υπηκοότητα ή και τις δύο συγχρόνως, γόνοι αμιγών ελληνικών και μικτών γάμων (δηλαδή όπου ο ένας από τους γονείς είναι μωαμεθανός ή κόπτης ή χριστιανός ορθόδοξος αραβόφωνος).
3. ΑΣΧΟΛΙΕΣ, ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΡΩΜΑΤΩΣΗ
Υπολογίζοντας τις τάξεις ή κοινωνικές ομάδες στον ελληνικό πληθυσμό της Αιγύπτου σε σχέση με τις ασχολίες και τα επαγγέλματα, καθώς και τα περιουσιακά στοιχεία, θα είχαμε να παρατηρήσομε ότι είναι δυνατό να διαρεθούν στα εξής :
Α. Με άμεση εξάρτηση από τον καθαρά οικονομικό κλάδο:
α. Τραπεζίτες, μεγαλέμποροι, μεγαλοεπιχειρηματίες, γαιοκτήμονες
β. Έμποροι μικρομεσαίοι, καταστηματάρχες
γ. Χειροτέχνες, βιοτέχνες, υπάλληλοι (λογιστές, πωλητές μεγάλων, καταστημάτων, ασφαλιστικών εταιρειών κλπ.). Είναι ο μεγάλος αριθμός των εργαζομένων, εξαρτημένων από την αστική επιχειρηματική τάξη.
δ. Εργάτες, μικροτεχνίτες, μικροϋπάλληλοι
ε. ΄Αποροι, υποαπασχολούμενοι κλπ.
Οι δύο πρώτες κατηγορίες αποτελούσαν το 1/5 του όλου ελληνικού πληθυσμού, η τρίτη τα 2/5, η τέταρτη το 1/5, και η πέμπτη το άλλο 1/5
Β. Με άμεση εξάρτηση από τον επιστημονικό ή πνευματικό κλάδο:
Επιστήμονες, γιατροί, νομικοί, αρχιτέκτονες, μηχανικοί, εκπαιδευτικοί, κληρικοί κα.
Αξίζει να τινιστεί ότι ως προς το πνευματικό επίπεδο επισημαίνεται ότι η ανώτερη αστική τάξη και οι βιοπαλαιστές για διαφορετικό λόγο δεν είχαν ιδιαίτερη ενασχόλιση με το πνεύμα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, σε αντίθεση με τους πειστήμονες και τους εν γένει πνευματικούς ανθρώπους, φαινόμενα συνηθισμένα εξάλλου στην ανθρώπινη κοινωνία.
Σε σχέση με την κοινωνική ενσωμάτωση στο αραβικό περιβάλλον θα είχε ο μελετητής να παρατηρήσει ότι οι κατώτερες οιονομικές τάξεις δεν περιφρνούσαν τον αιγυπτιακό λαό, σε αντίθεση με τα ανώτερα οικονομικά στρώματα.
Τελικά όλοι εγκατέλειψαν την προσαρμογή στη δεδομένη στιγμή της αλλαγής πολιτειακού καθεστώτος (1952 κεξ.) και των προβλημάτων που δημιούργησε αυτή λόγω εξάλλου και του ανταγωνισμού.
Ο περιηγητής Niebuhr γράφει ότι οι Έλληνες στην Αίγυπτο κατά τα μέσα και το τέλος του 18ου αι. ήσαν τεχνίτες, ναύτες, ιερείς, μοναχοί και ειδικά στη μεσογειακή ακτή έμποροι, καραβοκύριδες που μετέραν εμπορεύμτα από το αρχιπέλαγος πάνω σε καΐκια. Άλλος περιηγητής, ο De Chabrol, βεβαιώνει το ίδιο για τους ΄Ελληνες εμπόρους του Καϊρου και παρέχει λεπτομερή πίνακα εμπορευμάτων που εισάγονταν στην Αίγυπτο από ελληνικές περιοχές γύρω στο 1775. Για τα μέσα του 19ου αι. εξάλλου, ο M. Russel παρατηρεί ότι οι Έλληνες που μετανάστευσαν από την Ελλάδα γύρω στο 1880 πρέπει να θεωρηθούν οι μόνοι ξένοι στον τόπο (σε νατίθεση δηλαδή με τους Εβραίους, Σύρους, Αρμένιους, Αιθίοπες κά.) που διατηρούν τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά των προγόνων τους είτε αυτά είναι αρνητικά είτε θετικά σε κάθε τι σχετικό με το εμπόριο. Οι περισσότεροι προσθέτοι ήσαν ναυτικοί και χειρόνακτες.
Ιδού μερικοί αριθμοί σχετικοί με τα επαγγέλματα και τις δραστηριότητες των Ελλήνων στην αιγυπτιακή γη γενικά :
- Το 1926 οι ειδικοί Έλληνες, διορισμένοι από την αιγυπτιακή πλευρά για τν έλεγχο του εξαγώγιμου εμπορίου, ανέρχονταν σε 119 επί συνόλου 173.
- Κατά την περίοδο 1890-1909, στην Εταιρεία εκμετάλλευσης της Διώρυγας του Σουέζ, εργάζονταν 3.000 ΄Ελληνες, οι μισοί τνω οποίων ήσαν πιλότοι-πλοηγοί. Ο αριθμός αυτός μειωνόταν σταδιακά μέχρι την αγγλο-γαλλο-ισραηλινή επέμβαση το 1956.
- Το 1897 σε σύνολο 287 εργολάβων δημοσίων έργων στην Αίγυπτο, οι 101 ήσαν Έλληνες.
- Στο νομικό κόσμο οι Έλληνες διακρίθηκαν. Από τις δεκατέσσερεις θέσεις δικαστών στα Μικτά Δικαστήρια, σύμφωνα με τις Διομολογήσεις, τις δέκα κατείχαν Έλληνες. Στον Δικηγορικό Σύλλογο της Αιγύπτου 9 Έλληνες διετέλεσαν πρόεδροι, ενώ 34 ήσαν μέλη του. Αυτά συνέβαιναν μεταξύ του 1876 και του 1928.
- Στα λεγόμενα αστικά επαγγέλματα οι αριθμοί και οι αναλογίες αποτελούν εντυπωσιακά στοιχεία για την δραστηριότητα του Ελληνισμού στην Αίγυπτο. Στην χρονική περίοδο από το 1829 μέχρι το 1927 εργάστηκαν σε ολόκληρη τη χώρα, εγγεγραμμένοι σε μητρώα (registres de commerce) 4.480 γιατροί συνολικά, από τους οποίους 619 ήσαν ΄Ελληνες, 506 οδοντίατροι, από τους οποίους 72 ήσαν Έλληνες, 1236 φαρμακοποιοί, από τους οποίους 126 ήσαν Έλληνες, 439 βοηθοί φαρμακοποιοί, από τους οποίους 126 ήσαν Έλληνες και 725, μαίες από τις οποίες 104 ήσαν Ελληνίδες.
- Στην περίοδο 1879-1908 οι αριθμοί σχετικά με τα πιο πάνω επαγγέλματα έδειχναν : Οι Έλληνες γιατροί αποτελούσαν το 22,5% του συνόλου, οι οδοντίατροι το 18,5%, οι φαρμακοποιοί το 4,3% και οι μαίες το 20%.
4. ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Έλληνες λοιπόν ίδρυσαν και συντήρησαν συλλογικά όργανα, όπως Κοινώτητες και Σωματεία. Ιδρύθηκαν συνολικά 40 Κοινότητες και περίπου 100 σωματεία-Σύλλογοι σε ολόκληρη τη χώρα. Στα πλαίσια των δραστηριοτήτων των Κοινοτήτων λειτούργησαν σχολεία, οί, νοσοκομεία, γηροκομεία, ορφανοτροφεία και συσσίτια, με κύριο πάντα στόχο την ενίσχυση του συνόλου τνω παροίκων. Τα σωματεία εκτός φιλανθρωπίας ανέπτυξαν τον αθλητισμό, την πνευματική και καλλιτεχνική κίνηση, την ψυχαγωγία κ.ά.
Σημαντικό σταθμό στην ιστορία του Ελληνισμού της Αιγύπτου αποτελεί το έτος 1843, κατά το οποίο ιδρύθηκε η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας, με την χορηγία των μεγαλεμπόρων αδελφών Μιχαήλ, Κωνσταντίνου και Θεοδώρου Τοσίτσα, του Ν. Στουρνάρη, του Σ. Ζιζίνια, του Δ΄ Αναστάση και άλλων. Πρώτο μέλημα ήταν η ίδρυση σχολείου, δημοτικής κατεύθυνσης, που ονομάσθηκε Τοσιτσαία Σχολή, και σήμερα είναι η έδρα του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, και ναού με αφιερωμένου στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Αργότερα ιδρύθηκαν Νοσοκομείο, σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, γηροκομείο, άλλοι ναοί, με ευεργεσίες των Γ. Αβέρωφ, Ε. Μπενάκη, Γ. Σερβουδάκη, Κ. Σαλβάγου κλπ. Αντίστοιχα το 1856 ιδρύθηκε η εκεί «Ελληνορθόδοξος Κοινότης», η οποία αναμορφώθηκε με τον χαρακτήρα που διατηρεί σήμερα και έγινε «Ελληνική Κοινότητα Καΐρου», με σχολεία, νοσοκομείο, γηροκομείο, ναούς κά. από ευεργεσίες των οικογενειών Αχιλόπουλου, Σπετσερόπουλου, Μελαγχροινού, Ξενάκη, Αμπέτ κά.
Από το 1860 μέχρι και την πρώτη δεκαετία του 20ού αι. ακολούθησε η ίδρυση των άλλων Κοινοτήτων και Συλλόγων στο Δέλτα του Νείλου (Μανσούρα, Τάντα, Καφρ ελ Ζαγιάτ, Ζαγαζίκ κ.ά.), στις πόλεις της Διώρυγας του Σουέζ (Π. Σάιτ, Ισμαηλία και Σουέζ), στην Κεντρική και ΄Ανω Αίγυπτο (Φαγιούμ, Μίνια, Ασιούτ, Λούξορ, Ασουάν κά.). Και σε αυτές τις μικρότερης οπωσδήποτε εμβέλειας Κοινότητες υπήρχε παροικιακή δραστηριότητα, φιλανθρωπική και εν γένει κοινωνική. ΄Ετσι, για παράδειγμα στην πόλη της Μανσούρας λειτουργούσε δημοτικό και γυμνάσιο σχολείο, δωρεές των ευεργετών Δήμα, Γρηγορίου, Ράλλη κά. Οι Κοινότητες Πορτ Σάιτ, Ισμαηλίας και Σουέζ είχαν αξιόλογες παροικίες Ελλήνων που προέρχονταν από τα Δωδεκάνησα και διέθεταν σχολεία, ναούς, συλλόγους και πλούσια κοινωνική ζωή.
Στην Αίγυπτο, ως προς τον εκεί Ελληνισμό ίσχυε, ό,τι ακριβώς και σε άλλα μέρη της γης, με την παρουσία του, δηλαδή η εγκατάστασή του με μικρά μέσα στην αρχή, η προσαρμογή του στον ρυθμό διαβίωσης, και η περισσότερη ή λιγότερη προσαρμογή του. Άρχισε να εργάζεται σκληρά και σταδιακά προόδευσε ωφελώντας το άτομό του, την οικογένειά του, την παροικία και λιγότερο ή περισσότερο τη χώρα.
Ο Έλληνας στην Αίγυπτο ευνοήθηκε από τον ιδρυτή της μοναρχικής δυναστείας Μωχάμετ Άλυ, στη συνέχεια από την αγγλική αποικιοκρατία, από τις Διομολογήσεις, στα θέματα δικαιοσύνης, όπως συνέβη στις χώρες που υπήγοντο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η αγγλική παρουσία στην Αίγυπτο κατ’ αρχάς αντιτάχθηκε σε εύπορες οικογένειες Ελλήνων που ήσαν οικονομικοί παράγοντες (κλασική περίπτωση η οικογένεια Καβάφη), τις διέλυσε επιχειρηματικά και εστήριξε νέες, της επιρροής της (π.χ. οικογένειες Μπενάκη, Χωρέμη, Σαλβάγου, Αχιλλόπουλου, Σπετσερόπουλου, Τσανακλή, Ζερμπίνη κά.). Η υπεροχή των Ελλήνων στον τομέα της οικονομίας γενικά και ειδικότερα έδωσε σύντομα θετικά αποτελέσματα μέσα στην αραβική και διεθνή κοινωνία. Το γεγονός ότι συνετέλεσαν στην δημιουργία αξιόλογης μεταρρυθμιστικής πολιτικής για την καλλιέργεια της γης, επί Μωχάμετ Άλυ. Η ίδρυση Τραπεζών σε συνεργασία με άλλους Ευρωπαίους, η καλλιέργεια με θαυμάσια αποτελέσματα του βαμβακιού και του αμπελιού, η εκβιομηχάνηση της χώρας, στην οποία οι ΄Ελληνες έπαιξαν σημαντικότατο ρόλο, αλλά και η εκπληκτική ανάπτυξη εσωτερικού και εξωτερικού εμπορίου, όλα αυτά ήσαν κατορθώματα, Ελλήνων, ως προς το μεγαλύτερο μέγεθός τους, στη σύλληψη, εκτέλεση και απόδοση, σε συνεργασία βέβαια με το αιγυπτιακό-αραβικό δυναμικό, καθώς και με την ευνοϊκή αντιμετώπιση των κατεχόντων κάθε φορά την εξουσία.
Στην κοινωνική σύνθεση και παραγωγικότητα των παροίκων δεσπόζει το οικονομικό στοιχείο, όπως είναι φυσικό άλλωστε. Και αυτό αναλύεται σε εμπόριο, βιομηχανία, βιοτεχνία, πιστωτικά ιδρύματα, επιχειρήσεις κάθε είδους κλπ. Με αυτό το δεδομένο, καθώς και λόγω του γεγονότος ότι η μεγαλύτερη ακμή της ελληνικής οικονομικής και άλλης ενδοπαροικιακής δραστηριότητας στην Αίγυπτο τοποθετείται στα έτη 1880 μέχρι 1940, θα ερευνήσει και θα σχηματίσει την κατάλληλη εικόνα της ελληνικής παρουσίας στην χώρα αυτή.
5. ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ
Δεν ήταν όμως μόνο στα οικονομικά που οι ΄Ελληνες στη νεότερη Αίγυπτο διέπρεψαν. Σημαντικότατη υπήρξε οπωσδήποτε η παρουσία τους στην επιστημονική και γενικά πνευματική ζωή της Αιγύπτου, μέσα στατ παροικιακά πλαίσια και έξω από αυτά. Γιατροί, νομικοί, αρχιτέκτονες, μηχανικί, εκπαιδευτικοί, επιστήμονες όλων των ειδικοτήτων έθεσαν τις βάσεις στην πρόοδο της παροικίας και της χώρας. Την δραστηριότητα αυτή συμπλήρωσε το δημιουργικότατο έργο πολλών και αξιόλογων λογοτεχνών, ζηγράφων, γλυπτώ, μουσουργών και ερμηνευτών φωνητικής και συμφωνικής μουσικής, ηθοποιών, σκηνοθετών, δημοσιογράφων και εν γένει διανοουμένων ατόμων.
Πιο πρόσφορη για την παρούσα περιήγηση θα ήταν ασφαλώς η αναφορά στη λογοτεχνική παραγωγή των Ελλήνων της Αιγύπτου, στα περιοδικά, στις εφημερίδες, στη καλλιτεχνική ζωή. Και τούτο διότι αναδείχθηκαν πράγματι αξιόλογοι δημιουργοί και ερμηνευτές της Τέχνης σε ελληνικό και πανευρωπαϊκό επίπεδο. Εκτός του Καβάφη, που φυσικά εδέσποσε, αξιόλογη θέση στα γράμματα κατέχουν οι Στρατής Τσίρκας, Τίμος Μαλάνος, Γλαύκος Αλιθέρσης, Πέτρος Μάγνης κ.ά. Ζωγράφοι αναδείχθηκαν αρκετοί, όπως οι Παρθένης, Λίτσας, Αγγελόπουλος, Ματσάκης και πολλοί μαθητές τους, καθώς και οι γεννημένοι στην Αίγυπτο Κιούσης, Μαγγανάρης, Κυρίτσης κά. Αρκετοί και αξιόλογοι ήσαν και όσοι περαστηκοί εργάστηκαν στη χώρα απλώς, όπως οι Κεφαλληνός, Μαλέας, Βολανάκης, Τσιριγώτης, Κόντογλου κ.ά. Στα καλλιτεχνικά στην τέχνη της μουσικής διέπρεψαν οι Οδ. Λάππας (φωνή), Γ. Θέμελης (πιάνο), Γιάννης Χρήστου και Μάνος Λοΐζος (σύνθεση) κ.ά. Θέατρο, όπερα, οπερέττα υπήρξαν είδη που καλλιεργήθηκαν από και μέσα σε τοπικούς θιάσους και συγκροτήματα. Ωστόσο το ελληνικό κοινό της Αιγύπτου γεύθηκε σε όλη την διάρκεια των 60 πρώτων χρόνων του 20ού αι. θιάσους από την Ελλάδα και την υπόλοιπη Δυτική Ευρώπη.
Αξιόλογη οπωσδήποτε ήταν η παραγωγή των εντύπων. Πάνω από 4.000 ελληνικά βιβλία τυπώθηκαν από Έλληνες υγγραφείς σε ελληνικά τυπογραφεία της Αιγύπτου. Τα βιβλία αυτά μαζί με 400 περίπου (τίτλοι) περιοδικά και εφημερίδες κυκλοφορούσαν στο ελληνικό κοινό των 150.000 και πλέον ατόμων, κατά μέσο όρο, και κατά την πορεία 130 χρόνων (1853-1983). Τα πνευματικά αυτά προϊόντα αντιπροσωπεύουν ένα ευρύτατο φάσμα του γραπτού λόγου: ιστορικά, φιλολογικά, θρησκευτικά, γλωσσολογικά, κοινωνιολογικά, αρχαιολογικά, οικονομολογικά, θετικών επιστημών, παιδαγωγικά, μουσικολογικά, λογοτεχνικά, ημερολόγια, απομνημονεύματα, σχολικά, αθλητικά, αστυνομικά, λευλώματα, δελτία, προγράμματα, καταστατικά, κανονισμοί, όλα αυτά μαρτυρούν μια αξιόλογη ελληνική βιβλιογραφία στη νεότερη εποχή, που είναι βέβαια αδιάσπαστο τμήμα της Ελληνικής Βιβλιογραφίας.
Στην Αίγυπτο κυκλοφόρησαν κατά καιρούς αρκετές εφημερίδες παροικιακού χαρακτήρα, οι πιο σπουδαίες των οποίων ήσαν: Μεταρρύθμιση, Τηλέγραφος, Ομόνοια, Αίγυπτος, Ταχυδρόμος, Εφημερίς, Ανατολή, Ημερήσια Νέα (στην Αλεξάνδρεια), και Κάιρον, Κέκροψ, Κλειώ, Πάροικος, Φως (στο Κάιρο) και Σύνδεσμος (Πορτ Σάιτ). Τα σπουδαιότερα περιοδικά που κυκλοφόρησαν στην Αίγυπτο ήσαν : Γράμματα, Νέα Ζωή, Αλεξανδρινή Τέχνη, Αθήναιον, Ελλήνιον, Μουσείον, φιλολογικά αυτά, οικονομικά, όπως το Δελτίο του Ελληνικού Εμπορικού Επιμελητηρίου Αλεξανδρείας, ο Εμπορικός Μηνύτωρ κ.ά. Σε αυτά προσθέτομε τα πατριαρχικά Πάνταινος, Εκκλησιαστικός Φάρος, Ανάλεκτα κ.ά., καθώς και Δελτία των διαφόρων σωματείων, με ποικίλη ύλη, λογοδοσίες, τέλος δε πολλά δακτυλογραφημένα-πολυγραφημένα και λιθογραφημένα φυλλάδια, για να δανειστούμε ορολογία της εποχής.
6. Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΣΟΥΔΑΝ
Όταν ο γιος του Μ. Άλυ Ισμαήλ επιχείρησε να κατακτήσει το Σουδάν, τον ακολούθησαν κάποιοι ΄Ελληνες ενταγμένοι στον αιγυπτιακό στρατό. ΄Ησαν εγκατεστημένοι στην χώρα αυτή πριν την επανάσταης του Μagdi, και γύρω στα μέσα του 19ου αιώνα. Μερικοί ήσαν έμποροι, μερικοί ασκούσαν κρατικό αξίωμα. Κατά την επικάτηση του Μagdi υπέστησαν διωγμούς, καθώς ετάχθηκαν με το μέρος του Gordon, Άγγλου αντιπάλου του Σουδανού επαναστάτη. Τότε αρκετοί ΄Ελληνες εθανατώθηκαν, μερικοί εξισλαμίσθηκαν βίαια.
Το 1896, όταν προήλαυνε νικηφόρος ο αγγλοαιγυπτιακός στρατός οι Έλληνες άρχισαν να παίζουν ενεργό ρόλο στην οικονομία της χώρας. Έλληνες έμποροι τότε εξήγαγαν στην Αίγυπτο τα προϊόντα του Σουδάν. ΄Ετσι στο Χαρτούμ και στο Όμντουρμαν ιδρύθηκαν το 1902 Ελληνιές Κοινότητες, οργανωμένοι φορείς του εκεί Ελληνισμού που ανέπτυξαν κοινωνική δραστηριότητα. Ιδρυτές υπήρξαν εύπορες οικογένειες, όπως Καπάτου, Κρυσταλλίδη, Λοίζου, Γεωργαντέλλη, Καββαδία κ.ά., προερχόμενες κυρίως από την Κεφαλληνία και την Κύπρο. Κάποιες από αυτές προηγουμένως είχαν δραστηριοποιηθεί στην Αίγυπτο. Μια από αυτές υπήρξε η οικογένεια Γεράσιμου Κοντομίχαλου. Η παρουσία του τελευταίου στο Σουδάν υπήρξε αποφασιστικής σημασίας για την ιστορία των Ελλήνων κατά νεότερη εποχή στον τόπο. Ο Γεράσιμος Κοντομίχαλος διετέλεσε Πρόεδρος της Κοινότητας Χαρτούμ, μέγας ευεργέτης και ιδρυτής του εκεί Γυμνασίου που ονομάσθηκε Κοντομιχάλειος Σχολή. Παράλλη ένας άλλος ευργέτης ο Παναγιώτης Τράμπας ίδρυσε δημοτικό σχολείο, την Τράμπειο Σχολή.
Οι Έλληνες επίσης ίδρυσαν Κοινότητες σε άλλες πόλεις του Σουδάν, όπου παράλληλα με την οικονομική τους δραστηριότητα, αναπτύχθηκε κοινωνική παροικιακή δραστηριότητα μέχρι περίπου το 1960. Οι πόλεις που είχαν ελληνική παρουσία ήσαν το Πορτ Σουδάν, η Ατμπάρα, το Ουάντι Μέντανι, το Ουάντι Χάλφα, το Ελ Ομπέιτ. Λίγοι Έλληνες τέλος έζησαν στις περιοχές κοντά στα σύνορα με την Αιθιοπία, καθώς και στο Νότιο Σουδάν, στο Νταρφούρ. Σήμερα ζουν ελάχιστοι Έλληνες στο Χαρτούμ, όπου υπάρχει Ελληνική Πρεσβεία, Μητρόπολη με την επωνυμία Χαρτούμ και παντός Σουδάν (άλλοτε Νουβίας), Κοινότητα στην οποία λειτουργούν οι σχολές Τράμπειος και Κοντομιχάλειος.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
(για τον Ελληνισμό της Αιγύπτου)
Γιαλουράκης Μ., Η Αίγυπτος των Ελλήνων, Αθήνα 1967.
Πολίτης Αθ., Ο Ελληνισμός και η Νεωτέρα Αίγυπτος, τόμοι Α΄- Β΄, Αλεξάνδρεια-Αθήναι 1928-1930.
Σουλογιάννης Ε.Θ., Η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας, 1843-1993, έκδ. ΕΛΙΑ, Αθήνα 1994, και 2005 δεύτερη έκδοση
- Η Ελληνική Κοινότητα Κάϊρο, έκδ. Κότινος, Αθήνα 2001
- Η θέση των Ελλήνων στην Αίγυπτο, από την ακμή στην παρακμή, έκδ. Πολιτισμικός Οργανισμός Δήμου Αθηναίων, Αθήνα 1999, και δεύτερη έκδοση, χ.χρ.
(για τον Ελληνισμό του Σουδάν)
Ευαγγελίδης Ν., Μητροπολίτης Νουβίας και μετέπειτα Πατριάρχης Αλεξανδρείας Νικόλαος Ε΄, Ιστορία του εν Σουδάν Ελληνισμού, Αλεξάνδρεια 1925.
Σκωτίδης Ν., Το Σουδάν, Αλεξάνδρεια 1908.
1. ΠΡΩΤΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ
Η εμφάνιση ελληνικών παροικιών στην Αίγυπτο χρονολογείται τα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα. Οι παροικίες αυτές δεν έχουν καμια σχέση στην οργάνωση και δομή τους με την αρχαία παρουσία των Ελλήνων Μακεδόνων, οι οποίοι κατά την ελληνιστική περίοδο της Ιστορίας δημιούργησαν τον γνωστό αξιόλογο πολιτισμό, ούτε με εκείνη της βυζαντινής περιόδου στην ιστορία της χώρας, παρά μόνο ως προς την κοινή καταγωγή του ελληνικού πληθυσμού εκεί.
Πράγματι κατά τα τέλη του 8ου αι. και τις αρχές του επόμενου οδηγήθηκαν στην Αίγυπτο μισθοφόροι, πρώτα στο πλευρό των Γάλλων και ύστερα των Μαμελούκων, όταν αυτοί κυβερνούσαν την Αίγυπτο, ενώ ταυτόχρονα έμποροι έφθαναν για καθαρά επιχειρηματικούς λόγους μαζί με ρεύμα μεταναστών που ζητούσαν καλύτερη τύχη. Όλοι αυτοί, Έλληνες το γένος, κατέφευγαν για να απαλλαγούν από την τουρκική κατοχή του ελλαδικού χώρου, δεχόμενοι ακόμη και στερήσεις που συνεπαγόταν αυτή η μετανάστευση την εποχή εκείνη. Υπήρχε και μια τετάρτη κατηγορία Ελλήνων, που ήσαν δούλοι των Αιγυπτίων στρατιωτών του Ιμπραήμ που, από την Πελοπόννησο κυρίως, αλλά και από την Κρήτη, μεταφέρονταν στα σκαλβοπάζαρα της Ανατολής, και συγκεκριμένα της Αιγύπτου. Αυτοί εξισλαμίζονταν και προσλαμβάνονταν οι μεν γυναίκες σε χαρέμια, μεγάλος δε αριθμός ανδρών καταλάμβαναν κυβερνητικές και άλλες θέσεις. ΄Οσοι από αυτούς δεν δέχονταν να επαναπατρισθούν, γεγονός που επιτυγχανόταν έπειτα από ενέργειες αρμοδίων, έφθαναν πολλές φορές σε ύπατα και αυτοί αξιώματα.
Μισθοφόροι και δούλοι δεν μπήκν στην πορεία και την διαδικασία ίδρυσης συλλογικών παροικιακών φορέων ούτε στην ίδρυση επιχειρήσεων με οικονομικό υπόβαθρο όποιας μορφής. Με αυτούς τους δύο τομείς ασχολήθηκαν σστηματικά-οργανωτικά οι έμποροι και οι συνεργαζόμενοι με αυτούς με σχέση εξαρτημένης εργασίας, οι πολλές δηλαδή χιλιάδες εργαζόμενοι, είτε σε ελληνική είτε σε μη ελληνική επιχείρηση, μικρή, μεσαία και μεγάλη.
Πρίν όμως από αυτή την σημαντική παρουσία των Ελλήνων στη νεότερη Αίγυπτο, υπήρχε στη χώρα το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, η ελληνορθόδοξη αρχαία Αλεξανδρινή Εκκλησία ήδη από τον 1ο π.Χ. αι. σε ακμή μεν κατά τους πρώτους αιώνες, σε κατάσταση νάκης και παρακμής δε μετά την ισλαμική κατοχή της Αιγύπτου από τους ΄Αραβες, με όλες φυσικά τις συνέπειες ενός τέτοιου γεγονότος. Οι σχεδόν ανύπαρκτες οικονομικές δυνατότητες του Πατριαρχείου και η έλλειψη ποιμνίου στη διάρκεια της ιστορίας του υπήρξαν τα κύρια χαρακτηριστικά της επί πολλούς αιώνες δραστηριότητάς του, καθώς συνθέτουν ταυτόχρονα και την εικόνα του Ελληνισμού στην Αίγυπτο από τον 7ο αι. μέχρι και τον 18ο. Είναι μια πραγματική σιγή. Παρόλα υτά το Πατριαρχείο είχε στην δικαιοδοσία του σχολεία ελληνικής μάθησης για ΄Ελληνες, ελληνόφωνους, αραβόφωνους κά. Με φροντίδα του Πατριάρχη Ιωαννίκιου (1645-1657) ιδρύθηκε η πρώτη ελληνική σχολή στη Μονή του Αγίου Γεωργίου στο παλαιό Κάιρο, ενώ παράλληλα λειτουργούσε στην Αλεξάνδρεια στη Μονή του Αγίου Σάββα σχολή που ίδρυσε ο πολύς Μελέτιος Πηγάς.
΄Ετσι έχουν συνοπτικά περιγραφικά τα πράγματα, όν αρχίζει να αυξάνεται ο ελληνικός πληθυσμός στην Αίγυπτο, να αποκτά ζωντάνεια ο τόπος και να γνωρίζει κυριολεκτικά ποσοτική και ποιοτική άνοδο σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής το Γένος των Ελλήνων.
2. ΧΡΟΝΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΔΟΙ. ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ
Χρονολογικά η παρουσία του νεοτέρου Ελληνισμού στην Αίγυπτο διαιρείται στις εξής περιόδους, με το αντίστοιχο περιεχόμενο ανθρώπινης δστηριότητας :
1η περίοδος: 1830-1881. Μεγάλος αριθμός Ελλήνων εγκαθίσταται σε διάφορες πόλεις και χωριά της Αιγύπτου, κυρίως Αλεξάνδρεια, Δέλτα, Διώρυγα Σουέζ και Κάιρο, από την εποχή του Μωχάμετ ΄Αλυ μέχρι την αγγλική κατοχή, που υπήρξε αποτέλεσμα της επανάστασης Οράμπι. Στην περίοδο αυτή πραγματοποιείται η ίδρυση προξενικών και εν γένει διπλωμτικών αρχών εκπροσώοησης του ελληνικού κράτους, καθώς και η ίδρυση Κοινοτήτων, Αδελφοτήτων και Συλλόγων ελληνικού Δικαίου, αναγνωρισμένων πό την αιγυπτιακή πολιτεία.
2η περίοδος: 1882-1913. Οι Έλληνες προσπαθούν κα κατορεθώνουν να αποδείξουν αξιόλογη δραστηριότητα στην οικονομί του τόπου και προβαίνουν στην ίδρυση σχολείων, ναών και άλλων φιλανθρωπικών φορέων. Γεννιούνται πολλοί Έλληνες στην Αίγυπτο. Η εποχή χαρακτηρίζεται από ακμή της ελληνικής παροικίας.
3η περίοδος: 1914-1940. Συνεχίζεται η ακμή στην παροικιακή ζωή, παρά την ελάχιστη αποχώρης Ελλήνων από την χώρα, η οποία αργά και σταδιακά απαγκιστρώνεται από την αγγλική κατοχή. Οι κάθε είδους πολιτειακές ανακατατάξεις δημιουργούν τις πρώτες ανησυχίες στους ΄Ελληνες.
4η περίοδος. Δυναμική υπήρξε η προσφορά του Ελληνισμού της Αιγύπτου στο πλευρό των συμμάχων κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο στη νίκη κατά του ναζισμού-φασισμού. Αρχίζει η συρρίκνωση της παροικίας και η διαρροή των Ελλήνων από την αιγυπτιακή γη. Ακολουθεί έτσι ο επαναπατρισμός του μεγαλύτερου αριθμού τους, καθώς και η μετανάστευση από την Αίγυπτο στην Αυστραλία, στη Ν. Αφρική, στην Κύπρο, στον Καναδά, στις ΗΠΑ, στη Ν. Αμερική και αλλού.
Ο ελληνικός πληθυσμός στην Αίγυπτο κατά καιρούς υπολογίστηκε αριθμητικά χωρίς ακρίβεια. Στο τέλος του 18ου αι. δεν ξεπερνούσε τις 2.000. Το 1933 υπολογίζεται γύρω στις 10.000, στους οποίους όμως συμπεριλαμβάνονταν όλοι οι Ορθόδοξοι της χώρς (πλν Κοπτών), ανεξαρτήτου εθνικότητας, δηλαδή Αραβόφωνοι Σύροι (Συρορθόδοξοι) και φυσικά Έλληνες, Οθωμανοί υπήκοοι. Στο τέλους του αιώνα οι Έλληνες σ την Αίγυπτο, από ελέυθερες και μη περιοχές της Ελλάδας, ξεπερνούσαν τις 75.000.
Η πρώτη επίσημη αιγυπτιακή απογραφή πληθυσμού πραγματοποιήθηκε το 1907 και απέδωσε το εξής αποτέλεσμα: οι ΄Ελληνες ανέρχονταν σε 131.947, από τυος οποίους 62.973 (35.175 άνδρες και 27.798 γυναίκες) είχαν ελληνική υπηκοότητα, 40.000 προέρχονταν από κατεχόμενες από την Τουρκία περιοχές και 30.000 δεν ήσαν ανεγνωρισμένης υπηκοότητας (οι αποκαλούμενοι απάτριδες). Νεότερες απογραφές έδιδαντα εξής αποτελέσματα : Το 1917οι ελληνικής υπηκοότητας ΄Ελληνες ανέρχονταν σε 56.731. Το 1927 το σύνολο των Ελλήνω της Αιγύπτου ανερχόταν σε 74.770 (Αλεξάνδρεια 48.755, Κάιρο 26.105), εκ των οποίων ήσαν, ελληνικής υπηκοότητας 63.914, αιγπτιακής 10.849, ιταλικής 7.355, τουρκικής 4.809, γαλλικής 738 και διαφόρων υπηκοοτήτων 3.418. Το 1932 πατριαρχική πηγή ανεβάζει το ποίμνιο του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας στην Αίγυπτο σε 152.000 Ορθοδόξους, από τους οποίους το 88% ήσαν Έλληνες κατά το γένος, δηλαδή 134.000. Το 1937 αιγυπτιακή απογραφή ανεβάζει τους Έλληνες της Αιγύπτου συνολικά σε 187.770. Μετά την διαρροή των Ελλήνων από τη χώρα που επιτελέσθηκε στο μεγαλύτερο αριθμό της από 1957 μέχρι 1962, κατά προξενικό υπολογισμό παρέμειναν 27.500, ενώ το 1972, κατά την πηγή αυτή ο ελληνικός πληθυσμός δεν περβαίνει τις 15.000 άτομα. Σήμερα υπολογίζεται ότι στο Κάιρο και στην Αλεξάνδρεια διαβιούν 1.000 περίπου Έλληνες, με ελληνική ή αιγυπτιακή υπηκοότητα ή και τις δύο συγχρόνως, γόνοι αμιγών ελληνικών και μικτών γάμων (δηλαδή όπου ο ένας από τους γονείς είναι μωαμεθανός ή κόπτης ή χριστιανός ορθόδοξος αραβόφωνος).
3. ΑΣΧΟΛΙΕΣ, ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΡΩΜΑΤΩΣΗ
Υπολογίζοντας τις τάξεις ή κοινωνικές ομάδες στον ελληνικό πληθυσμό της Αιγύπτου σε σχέση με τις ασχολίες και τα επαγγέλματα, καθώς και τα περιουσιακά στοιχεία, θα είχαμε να παρατηρήσομε ότι είναι δυνατό να διαρεθούν στα εξής :
Α. Με άμεση εξάρτηση από τον καθαρά οικονομικό κλάδο:
α. Τραπεζίτες, μεγαλέμποροι, μεγαλοεπιχειρηματίες, γαιοκτήμονες
β. Έμποροι μικρομεσαίοι, καταστηματάρχες
γ. Χειροτέχνες, βιοτέχνες, υπάλληλοι (λογιστές, πωλητές μεγάλων, καταστημάτων, ασφαλιστικών εταιρειών κλπ.). Είναι ο μεγάλος αριθμός των εργαζομένων, εξαρτημένων από την αστική επιχειρηματική τάξη.
δ. Εργάτες, μικροτεχνίτες, μικροϋπάλληλοι
ε. ΄Αποροι, υποαπασχολούμενοι κλπ.
Οι δύο πρώτες κατηγορίες αποτελούσαν το 1/5 του όλου ελληνικού πληθυσμού, η τρίτη τα 2/5, η τέταρτη το 1/5, και η πέμπτη το άλλο 1/5
Β. Με άμεση εξάρτηση από τον επιστημονικό ή πνευματικό κλάδο:
Επιστήμονες, γιατροί, νομικοί, αρχιτέκτονες, μηχανικοί, εκπαιδευτικοί, κληρικοί κα.
Αξίζει να τινιστεί ότι ως προς το πνευματικό επίπεδο επισημαίνεται ότι η ανώτερη αστική τάξη και οι βιοπαλαιστές για διαφορετικό λόγο δεν είχαν ιδιαίτερη ενασχόλιση με το πνεύμα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, σε αντίθεση με τους πειστήμονες και τους εν γένει πνευματικούς ανθρώπους, φαινόμενα συνηθισμένα εξάλλου στην ανθρώπινη κοινωνία.
Σε σχέση με την κοινωνική ενσωμάτωση στο αραβικό περιβάλλον θα είχε ο μελετητής να παρατηρήσει ότι οι κατώτερες οιονομικές τάξεις δεν περιφρνούσαν τον αιγυπτιακό λαό, σε αντίθεση με τα ανώτερα οικονομικά στρώματα.
Τελικά όλοι εγκατέλειψαν την προσαρμογή στη δεδομένη στιγμή της αλλαγής πολιτειακού καθεστώτος (1952 κεξ.) και των προβλημάτων που δημιούργησε αυτή λόγω εξάλλου και του ανταγωνισμού.
Ο περιηγητής Niebuhr γράφει ότι οι Έλληνες στην Αίγυπτο κατά τα μέσα και το τέλος του 18ου αι. ήσαν τεχνίτες, ναύτες, ιερείς, μοναχοί και ειδικά στη μεσογειακή ακτή έμποροι, καραβοκύριδες που μετέραν εμπορεύμτα από το αρχιπέλαγος πάνω σε καΐκια. Άλλος περιηγητής, ο De Chabrol, βεβαιώνει το ίδιο για τους ΄Ελληνες εμπόρους του Καϊρου και παρέχει λεπτομερή πίνακα εμπορευμάτων που εισάγονταν στην Αίγυπτο από ελληνικές περιοχές γύρω στο 1775. Για τα μέσα του 19ου αι. εξάλλου, ο M. Russel παρατηρεί ότι οι Έλληνες που μετανάστευσαν από την Ελλάδα γύρω στο 1880 πρέπει να θεωρηθούν οι μόνοι ξένοι στον τόπο (σε νατίθεση δηλαδή με τους Εβραίους, Σύρους, Αρμένιους, Αιθίοπες κά.) που διατηρούν τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά των προγόνων τους είτε αυτά είναι αρνητικά είτε θετικά σε κάθε τι σχετικό με το εμπόριο. Οι περισσότεροι προσθέτοι ήσαν ναυτικοί και χειρόνακτες.
Ιδού μερικοί αριθμοί σχετικοί με τα επαγγέλματα και τις δραστηριότητες των Ελλήνων στην αιγυπτιακή γη γενικά :
- Το 1926 οι ειδικοί Έλληνες, διορισμένοι από την αιγυπτιακή πλευρά για τν έλεγχο του εξαγώγιμου εμπορίου, ανέρχονταν σε 119 επί συνόλου 173.
- Κατά την περίοδο 1890-1909, στην Εταιρεία εκμετάλλευσης της Διώρυγας του Σουέζ, εργάζονταν 3.000 ΄Ελληνες, οι μισοί τνω οποίων ήσαν πιλότοι-πλοηγοί. Ο αριθμός αυτός μειωνόταν σταδιακά μέχρι την αγγλο-γαλλο-ισραηλινή επέμβαση το 1956.
- Το 1897 σε σύνολο 287 εργολάβων δημοσίων έργων στην Αίγυπτο, οι 101 ήσαν Έλληνες.
- Στο νομικό κόσμο οι Έλληνες διακρίθηκαν. Από τις δεκατέσσερεις θέσεις δικαστών στα Μικτά Δικαστήρια, σύμφωνα με τις Διομολογήσεις, τις δέκα κατείχαν Έλληνες. Στον Δικηγορικό Σύλλογο της Αιγύπτου 9 Έλληνες διετέλεσαν πρόεδροι, ενώ 34 ήσαν μέλη του. Αυτά συνέβαιναν μεταξύ του 1876 και του 1928.
- Στα λεγόμενα αστικά επαγγέλματα οι αριθμοί και οι αναλογίες αποτελούν εντυπωσιακά στοιχεία για την δραστηριότητα του Ελληνισμού στην Αίγυπτο. Στην χρονική περίοδο από το 1829 μέχρι το 1927 εργάστηκαν σε ολόκληρη τη χώρα, εγγεγραμμένοι σε μητρώα (registres de commerce) 4.480 γιατροί συνολικά, από τους οποίους 619 ήσαν ΄Ελληνες, 506 οδοντίατροι, από τους οποίους 72 ήσαν Έλληνες, 1236 φαρμακοποιοί, από τους οποίους 126 ήσαν Έλληνες, 439 βοηθοί φαρμακοποιοί, από τους οποίους 126 ήσαν Έλληνες και 725, μαίες από τις οποίες 104 ήσαν Ελληνίδες.
- Στην περίοδο 1879-1908 οι αριθμοί σχετικά με τα πιο πάνω επαγγέλματα έδειχναν : Οι Έλληνες γιατροί αποτελούσαν το 22,5% του συνόλου, οι οδοντίατροι το 18,5%, οι φαρμακοποιοί το 4,3% και οι μαίες το 20%.
4. ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Έλληνες λοιπόν ίδρυσαν και συντήρησαν συλλογικά όργανα, όπως Κοινώτητες και Σωματεία. Ιδρύθηκαν συνολικά 40 Κοινότητες και περίπου 100 σωματεία-Σύλλογοι σε ολόκληρη τη χώρα. Στα πλαίσια των δραστηριοτήτων των Κοινοτήτων λειτούργησαν σχολεία, οί, νοσοκομεία, γηροκομεία, ορφανοτροφεία και συσσίτια, με κύριο πάντα στόχο την ενίσχυση του συνόλου τνω παροίκων. Τα σωματεία εκτός φιλανθρωπίας ανέπτυξαν τον αθλητισμό, την πνευματική και καλλιτεχνική κίνηση, την ψυχαγωγία κ.ά.
Σημαντικό σταθμό στην ιστορία του Ελληνισμού της Αιγύπτου αποτελεί το έτος 1843, κατά το οποίο ιδρύθηκε η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας, με την χορηγία των μεγαλεμπόρων αδελφών Μιχαήλ, Κωνσταντίνου και Θεοδώρου Τοσίτσα, του Ν. Στουρνάρη, του Σ. Ζιζίνια, του Δ΄ Αναστάση και άλλων. Πρώτο μέλημα ήταν η ίδρυση σχολείου, δημοτικής κατεύθυνσης, που ονομάσθηκε Τοσιτσαία Σχολή, και σήμερα είναι η έδρα του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, και ναού με αφιερωμένου στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Αργότερα ιδρύθηκαν Νοσοκομείο, σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, γηροκομείο, άλλοι ναοί, με ευεργεσίες των Γ. Αβέρωφ, Ε. Μπενάκη, Γ. Σερβουδάκη, Κ. Σαλβάγου κλπ. Αντίστοιχα το 1856 ιδρύθηκε η εκεί «Ελληνορθόδοξος Κοινότης», η οποία αναμορφώθηκε με τον χαρακτήρα που διατηρεί σήμερα και έγινε «Ελληνική Κοινότητα Καΐρου», με σχολεία, νοσοκομείο, γηροκομείο, ναούς κά. από ευεργεσίες των οικογενειών Αχιλόπουλου, Σπετσερόπουλου, Μελαγχροινού, Ξενάκη, Αμπέτ κά.
Από το 1860 μέχρι και την πρώτη δεκαετία του 20ού αι. ακολούθησε η ίδρυση των άλλων Κοινοτήτων και Συλλόγων στο Δέλτα του Νείλου (Μανσούρα, Τάντα, Καφρ ελ Ζαγιάτ, Ζαγαζίκ κ.ά.), στις πόλεις της Διώρυγας του Σουέζ (Π. Σάιτ, Ισμαηλία και Σουέζ), στην Κεντρική και ΄Ανω Αίγυπτο (Φαγιούμ, Μίνια, Ασιούτ, Λούξορ, Ασουάν κά.). Και σε αυτές τις μικρότερης οπωσδήποτε εμβέλειας Κοινότητες υπήρχε παροικιακή δραστηριότητα, φιλανθρωπική και εν γένει κοινωνική. ΄Ετσι, για παράδειγμα στην πόλη της Μανσούρας λειτουργούσε δημοτικό και γυμνάσιο σχολείο, δωρεές των ευεργετών Δήμα, Γρηγορίου, Ράλλη κά. Οι Κοινότητες Πορτ Σάιτ, Ισμαηλίας και Σουέζ είχαν αξιόλογες παροικίες Ελλήνων που προέρχονταν από τα Δωδεκάνησα και διέθεταν σχολεία, ναούς, συλλόγους και πλούσια κοινωνική ζωή.
Στην Αίγυπτο, ως προς τον εκεί Ελληνισμό ίσχυε, ό,τι ακριβώς και σε άλλα μέρη της γης, με την παρουσία του, δηλαδή η εγκατάστασή του με μικρά μέσα στην αρχή, η προσαρμογή του στον ρυθμό διαβίωσης, και η περισσότερη ή λιγότερη προσαρμογή του. Άρχισε να εργάζεται σκληρά και σταδιακά προόδευσε ωφελώντας το άτομό του, την οικογένειά του, την παροικία και λιγότερο ή περισσότερο τη χώρα.
Ο Έλληνας στην Αίγυπτο ευνοήθηκε από τον ιδρυτή της μοναρχικής δυναστείας Μωχάμετ Άλυ, στη συνέχεια από την αγγλική αποικιοκρατία, από τις Διομολογήσεις, στα θέματα δικαιοσύνης, όπως συνέβη στις χώρες που υπήγοντο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η αγγλική παρουσία στην Αίγυπτο κατ’ αρχάς αντιτάχθηκε σε εύπορες οικογένειες Ελλήνων που ήσαν οικονομικοί παράγοντες (κλασική περίπτωση η οικογένεια Καβάφη), τις διέλυσε επιχειρηματικά και εστήριξε νέες, της επιρροής της (π.χ. οικογένειες Μπενάκη, Χωρέμη, Σαλβάγου, Αχιλλόπουλου, Σπετσερόπουλου, Τσανακλή, Ζερμπίνη κά.). Η υπεροχή των Ελλήνων στον τομέα της οικονομίας γενικά και ειδικότερα έδωσε σύντομα θετικά αποτελέσματα μέσα στην αραβική και διεθνή κοινωνία. Το γεγονός ότι συνετέλεσαν στην δημιουργία αξιόλογης μεταρρυθμιστικής πολιτικής για την καλλιέργεια της γης, επί Μωχάμετ Άλυ. Η ίδρυση Τραπεζών σε συνεργασία με άλλους Ευρωπαίους, η καλλιέργεια με θαυμάσια αποτελέσματα του βαμβακιού και του αμπελιού, η εκβιομηχάνηση της χώρας, στην οποία οι ΄Ελληνες έπαιξαν σημαντικότατο ρόλο, αλλά και η εκπληκτική ανάπτυξη εσωτερικού και εξωτερικού εμπορίου, όλα αυτά ήσαν κατορθώματα, Ελλήνων, ως προς το μεγαλύτερο μέγεθός τους, στη σύλληψη, εκτέλεση και απόδοση, σε συνεργασία βέβαια με το αιγυπτιακό-αραβικό δυναμικό, καθώς και με την ευνοϊκή αντιμετώπιση των κατεχόντων κάθε φορά την εξουσία.
Στην κοινωνική σύνθεση και παραγωγικότητα των παροίκων δεσπόζει το οικονομικό στοιχείο, όπως είναι φυσικό άλλωστε. Και αυτό αναλύεται σε εμπόριο, βιομηχανία, βιοτεχνία, πιστωτικά ιδρύματα, επιχειρήσεις κάθε είδους κλπ. Με αυτό το δεδομένο, καθώς και λόγω του γεγονότος ότι η μεγαλύτερη ακμή της ελληνικής οικονομικής και άλλης ενδοπαροικιακής δραστηριότητας στην Αίγυπτο τοποθετείται στα έτη 1880 μέχρι 1940, θα ερευνήσει και θα σχηματίσει την κατάλληλη εικόνα της ελληνικής παρουσίας στην χώρα αυτή.
5. ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ
Δεν ήταν όμως μόνο στα οικονομικά που οι ΄Ελληνες στη νεότερη Αίγυπτο διέπρεψαν. Σημαντικότατη υπήρξε οπωσδήποτε η παρουσία τους στην επιστημονική και γενικά πνευματική ζωή της Αιγύπτου, μέσα στατ παροικιακά πλαίσια και έξω από αυτά. Γιατροί, νομικοί, αρχιτέκτονες, μηχανικί, εκπαιδευτικοί, επιστήμονες όλων των ειδικοτήτων έθεσαν τις βάσεις στην πρόοδο της παροικίας και της χώρας. Την δραστηριότητα αυτή συμπλήρωσε το δημιουργικότατο έργο πολλών και αξιόλογων λογοτεχνών, ζηγράφων, γλυπτώ, μουσουργών και ερμηνευτών φωνητικής και συμφωνικής μουσικής, ηθοποιών, σκηνοθετών, δημοσιογράφων και εν γένει διανοουμένων ατόμων.
Πιο πρόσφορη για την παρούσα περιήγηση θα ήταν ασφαλώς η αναφορά στη λογοτεχνική παραγωγή των Ελλήνων της Αιγύπτου, στα περιοδικά, στις εφημερίδες, στη καλλιτεχνική ζωή. Και τούτο διότι αναδείχθηκαν πράγματι αξιόλογοι δημιουργοί και ερμηνευτές της Τέχνης σε ελληνικό και πανευρωπαϊκό επίπεδο. Εκτός του Καβάφη, που φυσικά εδέσποσε, αξιόλογη θέση στα γράμματα κατέχουν οι Στρατής Τσίρκας, Τίμος Μαλάνος, Γλαύκος Αλιθέρσης, Πέτρος Μάγνης κ.ά. Ζωγράφοι αναδείχθηκαν αρκετοί, όπως οι Παρθένης, Λίτσας, Αγγελόπουλος, Ματσάκης και πολλοί μαθητές τους, καθώς και οι γεννημένοι στην Αίγυπτο Κιούσης, Μαγγανάρης, Κυρίτσης κά. Αρκετοί και αξιόλογοι ήσαν και όσοι περαστηκοί εργάστηκαν στη χώρα απλώς, όπως οι Κεφαλληνός, Μαλέας, Βολανάκης, Τσιριγώτης, Κόντογλου κ.ά. Στα καλλιτεχνικά στην τέχνη της μουσικής διέπρεψαν οι Οδ. Λάππας (φωνή), Γ. Θέμελης (πιάνο), Γιάννης Χρήστου και Μάνος Λοΐζος (σύνθεση) κ.ά. Θέατρο, όπερα, οπερέττα υπήρξαν είδη που καλλιεργήθηκαν από και μέσα σε τοπικούς θιάσους και συγκροτήματα. Ωστόσο το ελληνικό κοινό της Αιγύπτου γεύθηκε σε όλη την διάρκεια των 60 πρώτων χρόνων του 20ού αι. θιάσους από την Ελλάδα και την υπόλοιπη Δυτική Ευρώπη.
Αξιόλογη οπωσδήποτε ήταν η παραγωγή των εντύπων. Πάνω από 4.000 ελληνικά βιβλία τυπώθηκαν από Έλληνες υγγραφείς σε ελληνικά τυπογραφεία της Αιγύπτου. Τα βιβλία αυτά μαζί με 400 περίπου (τίτλοι) περιοδικά και εφημερίδες κυκλοφορούσαν στο ελληνικό κοινό των 150.000 και πλέον ατόμων, κατά μέσο όρο, και κατά την πορεία 130 χρόνων (1853-1983). Τα πνευματικά αυτά προϊόντα αντιπροσωπεύουν ένα ευρύτατο φάσμα του γραπτού λόγου: ιστορικά, φιλολογικά, θρησκευτικά, γλωσσολογικά, κοινωνιολογικά, αρχαιολογικά, οικονομολογικά, θετικών επιστημών, παιδαγωγικά, μουσικολογικά, λογοτεχνικά, ημερολόγια, απομνημονεύματα, σχολικά, αθλητικά, αστυνομικά, λευλώματα, δελτία, προγράμματα, καταστατικά, κανονισμοί, όλα αυτά μαρτυρούν μια αξιόλογη ελληνική βιβλιογραφία στη νεότερη εποχή, που είναι βέβαια αδιάσπαστο τμήμα της Ελληνικής Βιβλιογραφίας.
Στην Αίγυπτο κυκλοφόρησαν κατά καιρούς αρκετές εφημερίδες παροικιακού χαρακτήρα, οι πιο σπουδαίες των οποίων ήσαν: Μεταρρύθμιση, Τηλέγραφος, Ομόνοια, Αίγυπτος, Ταχυδρόμος, Εφημερίς, Ανατολή, Ημερήσια Νέα (στην Αλεξάνδρεια), και Κάιρον, Κέκροψ, Κλειώ, Πάροικος, Φως (στο Κάιρο) και Σύνδεσμος (Πορτ Σάιτ). Τα σπουδαιότερα περιοδικά που κυκλοφόρησαν στην Αίγυπτο ήσαν : Γράμματα, Νέα Ζωή, Αλεξανδρινή Τέχνη, Αθήναιον, Ελλήνιον, Μουσείον, φιλολογικά αυτά, οικονομικά, όπως το Δελτίο του Ελληνικού Εμπορικού Επιμελητηρίου Αλεξανδρείας, ο Εμπορικός Μηνύτωρ κ.ά. Σε αυτά προσθέτομε τα πατριαρχικά Πάνταινος, Εκκλησιαστικός Φάρος, Ανάλεκτα κ.ά., καθώς και Δελτία των διαφόρων σωματείων, με ποικίλη ύλη, λογοδοσίες, τέλος δε πολλά δακτυλογραφημένα-πολυγραφημένα και λιθογραφημένα φυλλάδια, για να δανειστούμε ορολογία της εποχής.
6. Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΣΟΥΔΑΝ
Όταν ο γιος του Μ. Άλυ Ισμαήλ επιχείρησε να κατακτήσει το Σουδάν, τον ακολούθησαν κάποιοι ΄Ελληνες ενταγμένοι στον αιγυπτιακό στρατό. ΄Ησαν εγκατεστημένοι στην χώρα αυτή πριν την επανάσταης του Μagdi, και γύρω στα μέσα του 19ου αιώνα. Μερικοί ήσαν έμποροι, μερικοί ασκούσαν κρατικό αξίωμα. Κατά την επικάτηση του Μagdi υπέστησαν διωγμούς, καθώς ετάχθηκαν με το μέρος του Gordon, Άγγλου αντιπάλου του Σουδανού επαναστάτη. Τότε αρκετοί ΄Ελληνες εθανατώθηκαν, μερικοί εξισλαμίσθηκαν βίαια.
Το 1896, όταν προήλαυνε νικηφόρος ο αγγλοαιγυπτιακός στρατός οι Έλληνες άρχισαν να παίζουν ενεργό ρόλο στην οικονομία της χώρας. Έλληνες έμποροι τότε εξήγαγαν στην Αίγυπτο τα προϊόντα του Σουδάν. ΄Ετσι στο Χαρτούμ και στο Όμντουρμαν ιδρύθηκαν το 1902 Ελληνιές Κοινότητες, οργανωμένοι φορείς του εκεί Ελληνισμού που ανέπτυξαν κοινωνική δραστηριότητα. Ιδρυτές υπήρξαν εύπορες οικογένειες, όπως Καπάτου, Κρυσταλλίδη, Λοίζου, Γεωργαντέλλη, Καββαδία κ.ά., προερχόμενες κυρίως από την Κεφαλληνία και την Κύπρο. Κάποιες από αυτές προηγουμένως είχαν δραστηριοποιηθεί στην Αίγυπτο. Μια από αυτές υπήρξε η οικογένεια Γεράσιμου Κοντομίχαλου. Η παρουσία του τελευταίου στο Σουδάν υπήρξε αποφασιστικής σημασίας για την ιστορία των Ελλήνων κατά νεότερη εποχή στον τόπο. Ο Γεράσιμος Κοντομίχαλος διετέλεσε Πρόεδρος της Κοινότητας Χαρτούμ, μέγας ευεργέτης και ιδρυτής του εκεί Γυμνασίου που ονομάσθηκε Κοντομιχάλειος Σχολή. Παράλλη ένας άλλος ευργέτης ο Παναγιώτης Τράμπας ίδρυσε δημοτικό σχολείο, την Τράμπειο Σχολή.
Οι Έλληνες επίσης ίδρυσαν Κοινότητες σε άλλες πόλεις του Σουδάν, όπου παράλληλα με την οικονομική τους δραστηριότητα, αναπτύχθηκε κοινωνική παροικιακή δραστηριότητα μέχρι περίπου το 1960. Οι πόλεις που είχαν ελληνική παρουσία ήσαν το Πορτ Σουδάν, η Ατμπάρα, το Ουάντι Μέντανι, το Ουάντι Χάλφα, το Ελ Ομπέιτ. Λίγοι Έλληνες τέλος έζησαν στις περιοχές κοντά στα σύνορα με την Αιθιοπία, καθώς και στο Νότιο Σουδάν, στο Νταρφούρ. Σήμερα ζουν ελάχιστοι Έλληνες στο Χαρτούμ, όπου υπάρχει Ελληνική Πρεσβεία, Μητρόπολη με την επωνυμία Χαρτούμ και παντός Σουδάν (άλλοτε Νουβίας), Κοινότητα στην οποία λειτουργούν οι σχολές Τράμπειος και Κοντομιχάλειος.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
(για τον Ελληνισμό της Αιγύπτου)
Γιαλουράκης Μ., Η Αίγυπτος των Ελλήνων, Αθήνα 1967.
Πολίτης Αθ., Ο Ελληνισμός και η Νεωτέρα Αίγυπτος, τόμοι Α΄- Β΄, Αλεξάνδρεια-Αθήναι 1928-1930.
Σουλογιάννης Ε.Θ., Η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας, 1843-1993, έκδ. ΕΛΙΑ, Αθήνα 1994, και 2005 δεύτερη έκδοση
- Η Ελληνική Κοινότητα Κάϊρο, έκδ. Κότινος, Αθήνα 2001
- Η θέση των Ελλήνων στην Αίγυπτο, από την ακμή στην παρακμή, έκδ. Πολιτισμικός Οργανισμός Δήμου Αθηναίων, Αθήνα 1999, και δεύτερη έκδοση, χ.χρ.
(για τον Ελληνισμό του Σουδάν)
Ευαγγελίδης Ν., Μητροπολίτης Νουβίας και μετέπειτα Πατριάρχης Αλεξανδρείας Νικόλαος Ε΄, Ιστορία του εν Σουδάν Ελληνισμού, Αλεξάνδρεια 1925.
Σκωτίδης Ν., Το Σουδάν, Αλεξάνδρεια 1908.