© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Σάββατο 30 Ιουνίου 2007

Κάρολος Παπούλιας: "Να μην επιτρέψουμε να ξαναδημιουργηθούν διαχωριστικές γραμμές"

[Ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Κάρολου Παπούλια κατά την τελετή αναγόρευσής του σε Επίτιμο Διδάκτορα του Κρατικού Πανεπιστημίου Ερεβάν
Αρμενία, 27 Ιουνίου 2007]

Κύριε Πρύτανη,
Κύριοι Καθηγητές,
Αγαπητοί Σπουδαστές,

Με μεγάλη χαρά και συγκίνηση βρίσκομαι σήμερα στο ιστορικό σας Πανεπιστήμιο. Είναι τιμή και ευθύνη για μένα η αναγόρευσή μου σε Επίτιμο Διδάκτορα ενός Πανεπιστημίου με υψηλές πνευματικές επιδόσεις, ακόμη και κάτω από αντίξοες συνθήκες.

Από το Πανεπιστήμιο του Ερεβάν έχουν αποφοιτήσει διαπρεπείς επιστήμονες, χάρη στο υψηλότατο επίπεδο της κοινότητας των διδασκόντων αλλά και τη βούληση των φοιτητών να συνεχίσουν την παράδοση στις επιστήμες και τις τέχνες που διέκριναν το αρμενικό έθνος στην μακραίωνη ιστορία του.

Θεωρώ ιδιαίτερα σημαντική τη συνεργασία με το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο και ελπίζω να συνιστά την αρχή μόνο νέων συνεργασιών στον μορφωτικό και πολιτισμικό τομέα. Άλλωστε, η διδασκαλία εδώ των Νέων Ελληνικών και η εκτεταμένη παρουσία ελληνικής βιβλιογραφίας μαρτυρούν το ενδιαφέρον της Αρμενίας για την Ελλάδα, ισοδύναμο με εκείνο της Ελλάδας προς την Αρμενία.

Ο ελληνικός λαός αισθάνεται πολιτισμική και ιστορική εγγύτητα με τον αρμενικό λαό, για πολλούς λόγους. Υπήρξε κοινή η πορεία μας στην βυζαντινή αυτοκρατορία και μας ενώνει βέβαια και η Ορθοδοξία. Ένας όμως από τους σημαντικότερους λόγους είναι η προσφυγιά που βιώσαμε με δραματικό τρόπο και με κοινή αιτία.

Την συγγένεια των λαών μας δείχνει και η αναφορά του μεγάλου πολιτικού Ελευθέριου Βενιζέλου, ότι στις φλέβες του τρέχει αρμενικό αίμα λόγω των μετοικεσιών Αρμενίων στην Κρήτη από τον αρμενικής καταγωγής βυζαντινό αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά.

Εγώ προσωπικά αλλά και πολλοί συμπατριώτες μου θαυμάζουμε τα επιτεύγματα του μακραίωνου αρμενικού πολιτισμού, που μας είναι οικείος και εξακολουθεί να μας γοητεύει κάθε φορά που τον ανακαλύπτουμε από την αρχή.

Κύριε Πρύτανη,

Συνηθίζουμε να λέμε ότι ο Καύκασος είναι μία περιοχή στρατηγικής σημασίας γιατί αποτελεί σταυροδρόμι Ανατολής και Δύσης, γέφυρα ανάμεσα στην Ευρώπη και στην Ασία. Στην πραγματικότητα αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της Ευρώπης, από την αρχαιότητα έως σήμερα και αυτή η πραγματικότητα είναι ώρα να αποκτήσει σαφές και συγκεκριμένο πολιτικό περιεχόμενο.

Η Αρμενία έχει εκφράσει τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της. Οι σχέσεις της Αρμενίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση άλλωστε δεν είναι ζητούμενο, είναι υφιστάμενη κατάσταση. Παντού στην Ευρώπη υπάρχουν δραστήριες αρμενικές κοινότητες οι οποίες συχνά βρίσκονται στην πρωτοπορία των χωρών υποδοχής τους ενώ οι αρμένιοι της διασποράς, όπως ο Archille Gorky και ο Charles Aznavour έχουν τιμήσει την Αρμενία στις νέες πατρίδες τους αλλά και σε όλο τον κόσμο.

Θεωρώ ότι αυτές οι σχέσεις πρέπει να αποκτήσουν θεσμική αναφορά. Ξεκινώντας από την οικονομική συνεργασία, την προσφορά κοινοτικής τεχνογνωσίας για την πρόοδο διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, τη διατήρηση ζωντανού του πολιτικού διαλόγου, και φθάνοντας ως την ενεργό εμπλοκή στις προσπάθειες σταθεροποίησης και διευθέτησης διενέξεων, η Ένωση μπορεί και πρέπει να εφαρμόσει στρατηγική ουσιαστικής προσέγγισης με την Αρμενία και την περιοχή του Καυκάσου.

Κύριε Πρύτανη,
Κυρίες και Κύριοι,

Η Ελλάδα και η Αρμενία ανήκουν σε μια ευρύτερη περιοχή που γεωγραφικά θα μπορούσε να ορισθεί από την γειτνίαση που έχουν οι χώρες της με τρεις θάλασσες: Την Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο, τον Εύξεινο Πόντο και την Κασπία. Πολλές από τις χώρες της περιοχής έχουν πίσω τους μια ιστορία ταραγμένη που καθορίστηκε από τη σύμμειξη εθνοτήτων, θρησκειών και πολιτισμών.

Ο ευρύς αυτός χώρος έχει γνωρίσει πρόσφατα πολύ σημαντικές γεωπολιτικές ανακατατάξεις και χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη μιας σειράς θεμάτων με άμεσες γεωπολιτικές συνέπειες: Την δημιουργία νέων κρατών στην μετασοβιετική εποχή. Την επακόλουθη επανεμφάνιση μειονοτικών προβλημάτων. Την έξαρση των εθνικισμών. Συχνά βεβαρημένο ιστορικό παρελθόν. Τις εσωτερικές δυσκολίες που δημιουργεί το πέρασμα στη νέα κατάσταση. Τη θέση πολλών κρατών ως χωρών παραγωγής ή διέλευσης ενεργειακών πόρων. Τον έντονο ανταγωνισμό παγκόσμιων δυνάμεων και τον κίνδυνο επανεμφάνισης ψυχροπολεμικών συνόρων. Επιπρόσθετα η γειτνίαση με την Μέση Ανατολή και ιδίως το Ιράκ και η αντιπαράθεση για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, το Κυπριακό πρόβλημα, η αβεβαιότητα ως προς το ευρωπαϊκό μέλλον και την πορεία της Τουρκίας και βέβαια η κατάσταση στη Μέση Ανατολή συμβάλλουν στην δημιουργία ενός ιδιαίτερα σύνθετου πολιτικού περιβάλλοντος.

Οι παραπάνω αναφορές θέτουν πιστεύω ξεκάθαρα και τους στόχους μας: Την μετάβαση από τις αντιθέσεις στην συνεργασία, από την ένδεια που επικρατεί σε ορισμένες περιοχές του χώρου αυτού στην ανάπτυξη, από τον έντονο γεωπολιτικό και ενεργειακό ανταγωνισμό σε μία εποχή κοινών δράσεων.

Δεν θα ήθελα να θεωρηθώ ονειροπόλος. Πιστεύω όμως ότι η ιστορία διδάσκει, και στις δέλτους της υπάρχουν όχι μόνο εφιαλτικές σελίδες αλλά και φωτεινά παραδείγματα.

Πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι δυνάμεις της εποχής θεωρούσαν ότι η διαχείριση περιφερειακών κρίσεων μπορούσε να γίνει χωρίς να αμφισβητηθεί η παγκόσμια σταθερότητα. Το πόσο έξω έπεσαν φάνηκε στη μαύρη τριακονταετία της ευρωπαϊκής ιστορίας που ξεκίνησε το 1914 και που τόσο ακριβά πλήρωσαν οι λαοί της ηπείρου μας αλλά και οι άφρονες ηγεσίες.

Πίστευαν ότι μια δολοφονία σε μιαν άσημη πόλη των Βαλκανίων δεν ήταν παρά μια απ’ τις πολλές περιορισμένες κρίσεις που η διεθνής κοινότητα είχε μάθει να ξεπερνά.

Οι αγορές της εποχής μάλιστα, με όλη την σοφία τους, δεν είχαν σημειώσει καμία πτώση μετά από την δολοφονία εκείνη του Αρχιδούκα και της συζύγου του στο Σεράγεβο.

Το άμεσο συμπέρασμα: Περιφερειακές κρίσεις που αφήνονται να εξελιχθούν θεωρούμενες από εξωτερικούς παίκτες ως ελέγξιμες μπορεί να κρύβουν πολύ δυσάρεστες εκπλήξεις.

Φωτεινό παράδειγμα από την άλλη αποτελεί η γαλλογερμανική φιλία: Η αντίθεση Γαλλίας - Γερμανίας πήρε συγκεκριμένη μορφή στα ευρωπαϊκά πράγματα μετά τον τριακονταετή πόλεμο για να σημαδευθεί από το όνειδος του πολέμου των χαρακωμάτων.

Σήμερα όμως έχει αντικατασταθεί από μια στέρεη φιλία που αποτελεί έναν από στους σημαντικότερους πυλώνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Στρασβούργο, η Κοινοβουλευτική πρωτεύουσα της Ενωμένης Ευρώπης, ενώνει πια τους δύο λαούς.

Σήμερα διανύουμε στον χώρο για τον οποίο συζητάμε την πρώτη φάση μετά τον ψυχρό πόλεμο. Οι αλλαγές συσχετισμών και ισορροπιών που έλαβαν και λαμβάνουν ακόμη χώρα είναι μπροστά μας. Πιστεύω ότι, στη φάση αυτή, το σημαντικότερο χρέος όλων μας, ιδίως όσων έχουν προσωπική ιστορική πείρα αντιπαραθέσεων είναι να μην επιτρέψουμε να ξαναδημιουργηθούν διαχωριστικές γραμμές. Εκεί που υπάρχουν ανταγωνισμοί μεγάλων δυνάμεων να συμβάλλουμε να αντικατασταθούν από την συνεργασία. Εκεί που αναδύονται εθνικισμοί περιφερειακών δυνάμεων να επιτύχουμε η βία να μην είναι επιλογή. Εκεί που εντείνονται γεωπολιτικές αντιθέσεις για έλεγχο των πηγών και των οδών ενέργειας να δείξουμε ότι σ’ έναν κόσμο που μιλάμε για παγκοσμιοποίηση η αντιπαράθεση αυτή είναι και οικονομικά αντιπαραγωγική.

Η ιστορία έχει αποδείξει ότι αυτό είναι δυνατό όπως έχει αποδείξει, εκ των υστέρων, και το μάταιο πολλών συγκρούσεων.

Ποιες είναι όμως οι ενδεδειγμένες δράσεις που μπορούν να οδηγήσουν σ’ αυτό το αποτέλεσμα, που μπορούν να συντελέσουν, ώστε το όραμα να καταστεί πραγματικότητα;

Προς αυτή την κατεύθυνση μπορεί κατ’ αρχήν να συμβάλλει η παραδοχή από πολιτικούς, μέσα ενημέρωσης και πολίτες ότι ζούμε πια σ’ έναν κόσμο άμεσης αλληλεξάρτησης.

Σ’ έναν κόσμο που λόγω της εντεινόμενης τάσης για παγκόσμια ολοκλήρωση, των νέων τεχνολογιών και της ανάδυσης νέων δυνάμεων ο πολλαπλασιαστής του οφέλους από την ειρηνική συνεργασία ή της βλάβης από τις εντάσεις είναι πολύ μεγαλύτερος.

Ιδιαίτερα σημαντική είναι και η ενίσχυση διαδικασιών περιφερειακής ολοκλήρωσης. Έχει αποδειχθεί ότι οι περιφερειακές συνεργασίες δημιουργούν συμβατούς προσανατολισμούς, ενεργοποιούν κοινά συμφέροντα και έχουν τη δύναμη να ξεπερνούν επιβαρύνσεις του παρελθόντος. Πολιτιστικές και οικονομικές συνεργασίες, εκπαιδευτικές ανταλλαγές, άνοιγμα των επικοινωνιών και βέβαια επίταση των πάσης φύσεως πολιτικών επαφών είναι μερικοί δοκιμασμένοι δρόμοι.

Ιδιαίτερο βάρος έχει, στην ευρύτερη περιοχή που περιέγραψα προηγουμένως, η ιστορία.

Δεν μπορούμε ούτε να παραμένουμε φυλακισμένοι της ιστορίας αλλά ούτε βέβαια είναι δυνατόν να παραγράψουμε τη ιστορική μνήμη.

Πιστεύω ότι η ιστορία μπορεί να λειτουργήσει σαν κάθαρση. Γι αυτό όμως απαιτείται τα θύματα να έχουν την ευγένεια να θέλουν να συγχωρήσουν, εφ’ όσον οι θύτες επιδείξουν την ευγένεια να μάθουν να μην ξεχνούν.

Ξέρω ότι κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο. Απαιτεί θάρρος πολιτικό αλλά και προσωπικό. Πιστεύω όμως ότι μπορεί να εμπνεύσει το παράδειγμα χωρών, όπως η Γερμανία, που βλέποντας κατάματα τον καθρέφτη της ιστορίας όχι μόνο αντιμετώπισε με το μόνο δυνατό τρόπο το τραγικό ολοκαύτωμα των εβραίων αλλά και απελευθέρωσε δυνάμεις που δέσμευε ο πρωσικός μιλιταρισμός.

Και ήταν ακριβώς οι δυνάμεις αυτές που δημιούργησαν από μια κατεστραμμένη χώρα σε τόσο σύντομο διάστημα την σημερινή ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας.

Το ενεργειακό είναι από τα σημαντικότερα θέματα της περιοχής των τριών θαλασσών. Ο στόχος εδώ πρέπει να είναι να μην αφήσουμε ανταγωνισμούς να επικυριαρχήσουν μιας πραγματικότητας που απαιτεί συνεργασίες. Η αλματώδης ανάπτυξη σε ενεργειακές απαιτήσεις των δύο υπό ανάδυση μεγάλων δυνάμεων, της Ινδίας και της Κίνας, συνηγορούν για προσεγγίσεις που θα εξασφαλίζουν την όσο πιο φθηνή και απρόσκοπτη διανομή και την αποφυγή μονοπωλιακών καταστάσεων.

Είναι μία προσέγγιση επωφελής και αναγκαία πρώτα για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα επόμενα χρόνια η σημασία της περιοχής για τον ενεργειακό εφοδιασμό της θα ενισχυθεί και αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους η ευρωπαϊκή πολιτική απέναντι στις χώρες του Καυκάσου και της ευρύτερης περιοχής θα πρέπει να αναθεωρηθεί στη λογική της αναγνώρισης της σημασίας τους.

Θεωρώ λοιπόν απαραίτητο να υπάρξει εντονότερη ενεργοποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής στον χώρο αυτό. Υποστηρίζω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση από την ίδια την ιστορία της γέννησής της, από την αξιοπιστία που έχει ήδη κατακτήσει στο παγκόσμιο σύστημα και από το στόχο της να ισχυροποιήσει και άλλο το ρόλο της στα παγκόσμια πράγματα σαν δύναμη σταθερότητας συνδιαλλαγής και ανάπτυξης, οφείλει να αναβαθμίσει την παρουσία και το πολιτικό της ενδιαφέρον.

Το πρόγραμμα καλής γειτονίας είναι αναμφισβήτητα μια σωστή προσέγγιση. Παράλληλα όμως απαιτούνται παρεμβάσεις ουσιαστικού πολιτικού και θεσμικού περιεχομένου, παρεμβάσεις που θα δείχνουν ότι η Ευρώπη έχει τη βούληση και αντιλαμβάνεται την παγκόσμια σημασία της περιοχής.

Η σχέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις ΗΠΑ είναι γνωστή. Εξάλλου τόσο η Ελλάδα όσο και η Αρμενία υποστηρίζουν την προσέγγιση Ευρωπαϊκής Ένωσης-Ρωσίας. Πρόκειται για δύο χώρες που μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο σ’αυτές τις προσπάθειες. Προσπάθειες καθοριστικής σημασίας για την παγκόσμια σταθερότητα.

Κοιτάζοντας μπροστά, βλέπουμε έναν υπό διαμόρφωση ενιαίο στρατηγικό χώρο που πρέπει να αποτελέσει στον 21ο αιώνα περιοχή σταθερότητας, δημοκρατίας και ευημερίας. Οι ανταγωνισμοί μεγάλων δυνάμεων για την διανομή σφαιρών επιρροής και οι εθνικές διενέξεις που παραμένουν άλυτες συνθέτουν ένα εκρηκτικό διπλωματικό και πολιτικό περιβάλλον. Όλες οι παγκόσμιες δυνάμεις οφείλουν να αντιληφθούν ότι είναι προς το συμφέρον τους η μείωση των περιφερειακών εστιών έντασης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει την ιστορική ευθύνη και την ιστορική ευκαιρία να δει μπροστά και να μπει μπροστά στην προσπάθεια για σταθερότητα και ανάπτυξη σε μία περιοχή στρατηγικής σημασίας για τη διεθνή ασφάλεια και ανάπτυξη, σε μια περιοχή που όσο μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα για τις μελλοντικές γενεές άλλο τόσο μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνες καταστάσεις.-
Related Posts with Thumbnails