Στὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Μάνης κ. Χρυσόστομο, ταπεινὸ πασχάλιο εὐχετήριο
Τὴν ταπεινή μου γνώμη ἐδῶ καταθέτω. Γνώμη ἑνὸς ἁπλοῦ ἐπαρχιώτη παπᾶ, πού συνειδητοποιεῖ τὸν ἔγκλειστο βίο του, ἀλλὰ πρωτίστως καὶ τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου μας καὶ Θεοῦ. Γιατί, ἄς μὴν ξεγελιόμαστε: «Πάντα δι᾿ αὐτοῦ ἐγένοντο» (Ἰω. 1, 3). Αὐτὸς «βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους» (Μτθ, 5, 45) κι ἀκόμα, Αὐτὸς εἶναι ποὺ «ἐποίησεν τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν» (Γεν. 1, 1). Καί, μάλιστα, τὴν δεύτερη τὴν ἐποίησε, κάποιες φορές, «τρέμειν» (Ψαλμ.103, 3). Ἑπομένως κι ἡ δοκιμασία μας αὐτὴ εἶναι μιὰ προέκταση τοῦ θελήματός Του «πρὸς καταρτισμόν» (Ἐφ. 4, 12) μας. Ἀποδεχόμαστε, λοιπόν, τὸ θέλημά Του καὶ ἀφηνόμαστε στὴν οὐσία τῶν ὅσων μᾶς χάρισε ἡ Ἐκκλησία ὅλον αὐτὸν τὸν εὔκαρπο καιρὸ τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, ἀλλά, κυρίως τῆς Ἁγίας καὶ Μεγαλης Ἑβδομάδος. Γιατὶ, ἐδῶ ποὺ τὰ λέμε, ἡ κάθε στέρηση κάποιο σκοπὸ ἔχει. Ὅπως λ. χ. ἡ Νηστεία τῆς περιόδου ποὺ πέρασε. Προσέξαμε, στ᾿ ἀλήθεια ποτέ, πόση ψυχωφέλεια μᾶς παρέχει, ὅταν τὴ συνδυάσουμε μὲ ἐντατικὴ προσευχὴ καὶ μυστηριακὴ ζωή; Κι ὅταν μιλᾶμε γιὰ προσευχὴ ἐννοοῦμε τὴν ἐπικοινωνία μαζί Του. Μιὰ ἐπικοινωνία τόσο σωτήρια καὶ τόσο κολακευτικὴ γιὰ μᾶς, ποὺ κάθε μέρα, κάθε στιγμὴ Τὸν πικραίνουμε ὡς ἄτακτα παιδιὰ ποὺ εἴμαστε (πρβλ. τὴν παραβολὴ τοῦ εὔσπλαχνου Πατέρα ἤ τὴ γνωστή μας τοῦ Ἀσώτου υἱοῦ βλ. Λκ. 15, 11-32) κι Ἐκεῖνος καταδέχεται νὰ μᾶς ἀφουγκράζεται. Καὶ νὰ μᾶς εὐεργετεῖ. Ναί, νὰ εὐεργετεῖ, ἀφοῦ μᾶς προσφέρει «ζωὴν καὶ περισσόν» (Ἰω. 10, 10).
Κορυφαία Του εὐεργεσία, λοιπόν, γιὰ ὅσους βιώνουν πραγματικὰ τὸ πόσο μᾶς ἀγαπᾶ ὁ Θεός εἶναι ἡ εὐκατάνυκτος Προσκύνησή μας στὰ Ἄχραντα Πάθη Του, στὸν Τίμιο Σταυρό Του, ἀλλὰ καὶ τοῦ «ὀλβίου Τάφου» Του, ποὺ καταδέχτηκε τὸν Δημιουργό Του. Τὸν «Ἄπνουν» Δημιουργό Του... Κι ὅλ᾿ αὐτὰ μᾶς παραχωροῦνται, γιὰ νὰ ἐννοήσουμε τὸ πόσο φωτεινή σωτήριος καὶ φιλάνθρωπος ἦταν ἡ θυσία Του «Ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας». Γιατὶ μονάχα ἔτσι θὰ καταφέρουμε νὰ τὴ βιώσουμε, ἀφοῦ πρῶτα ψηλαφήσουμε ἕνα ἄδειο μνῆμα, κι ἀφοῦ παρατηρήσουμε τἀ σουδάρια χωρὶς Ἐκεῖνον. Τότε θὰ κράξουμε, ὅπως τὰ γύναια «Τοῦτο Σάββατον ἐστί τὸ ὑπερευλογημένον, ἐν ὧ Χριστὸς ἀφυπνώσας ἀναστήσεται τριήμερος». Μάλιστα, ἄν πορευθοῦμε λίγο ἀκόμη καὶ σταθοῦμε «ὀψὲ Σαββατῳν, τῇ ἐπιφωσκούσῃ» (Μτθ.28, 1), τότε «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι». Καὶ μπορεῖ κλεισμένες νὰ εἶναι οἱ θύρες τῶν ναῶν ἤ καὶ τῶν σπιτιῶν μας, ὅμως Ἐκεῖνος θὰ μᾶς παρουσιαστεῖ καὶ θὰ πεῖ καὶ πάλι «Μὴ φοβεῖσθε, ἐγὼ εἰμί» (Μτθ. 14, 22), γιατὶ ἐμεῖς, οἱ ὅσοι πιστοὶ δηλαδή, ξέρουμε κι εἴμαστε βέβαιοι γι’ αὐτό -ἄλλωστε τυχαῖα δὲν τὸ ψάλλουμε- ὅτι καὶ «συγκεκλεισμένων, Δέσποτα τῶν θυρῶν» Ἐσὺ θὰ εἰσέλθεις. Τὸ ἐρώτημα ποὺ αἰωρεῖται ὅμως αὐτὲς τὶς ὄντως κορυφαῖες ὧρες καὶ μέρες ποὺ περνᾶμε, εἶναι ἕνα: Ἄραγε, πόσοι θὰ Τοῦ ποῦν «Μεῖνον μεθ’ ἡμῶν...» (Λκ.24, 29), «Μεῖνον, ... [διότι] ἐπιστάτα ἀπολύμεθα». Γιὰ νὰ λάβουμε τὴν πιὸ εἰλικρινῆ καὶ τίμια ἀπάντηση: «Θάρσεῖτε... ἐγὼ εὶμι μεθ’ ὑμῶν πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος Ἀμήν» (Μτθ, 14, 22· 28, 20).
π. κ.ν.κ. Ἅγιον Πάσχα 2020