© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Παρασκευή 7 Μαΐου 2010

Όταν το χάσμα του σεισμού μικραίνει

Γράφει Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ


Ξεκινώντας την παρουσίαση της δεύτερης έκδοσης του βιβλίου του Ιωάννη Μ. Δεμέτη «Άγιος Λάζαρος, η γειτονιά μου», η οποία έγινε με προσοχή και φροντίδα από τις μοναδικές -γι’ αυτό και πολύτιμες- εκδόσεις του νησιού μας «Τρίμορφο», του Άκη Λαδικού, θα ξεκινήσω από το εξώφυλλο. Και αυτό όχι μόνο επειδή το κάνει να διαφέρει και να ξεχωρίζει από την πρώτη του τυπογραφική εμφάνιση, αλλά επειδή και εδώ επαληθεύεται η γνώμη πως μια φωτογραφία αξίζει όσο χίλιες λέξεις.

Εφέστια απεικόνιση σ’ αυτό η εκκλησία του Τετραήμερου φίλου του Χριστού, στην προσεισμική μορφή της, με την καθαρά τοπική μας αρχιτεκτονική, την μεγαλόπρεπη είσοδό της και τα κλασσικά για τις τζαντιώτικες ιερές στέγες παράθυρά της. Δίπλα της το μονό της καμπαναριό μ’ ένα - δύο χαρακτηριστικά σπιτάκια συντροφιά του και μπρος της ένα κάρο, όπου οι μεταφερόμενοι μ’ αυτό κοιτάζουν κατάματα το φακό και μάς, τους αναγνώστες των σελίδων του βιβλίου, όπως και αυτοί οι γείτονες και φίλοι, που στέκονται μπρος στα σκαλοπάτια του ναού και φαίνεται να διηγούνται μάντζιες και ιστορίες άλλων εποχών, οι οποίες, όμως, όπως και αυτές που μας διασώζει η φιλαλληλία και εργατικότητα του συγγραφέα και υπάρχουν στις περιεχόμενες διηγήσεις του, είναι κομμάτι της ιδιοσυγκρασίας μας και κρίκος της αλυσίδας του πολιτισμού μας και γι’ αυτό το λόγο και μόνο η καταγραφή τους, αλλά και η μεταφορά τους σε μας τους νεώτερους και ουσιαστικά σεισμόπληκτους, παρότι γεννηθήκαμε μετά την θεομηνία, είναι κάτι περισσότερο από προσφορά.

Η εκκλησία της κάθε γειτονιάς, ιδιαίτερα η κεντρική, μια και όπως γνωρίζουμε και επαληθεύεται από τα γραφόμενα του βιβλίου, πολλές άλλες, σημαντικές και περίφημες υπήρχαν στην περιοχή, είναι το επίκεντρο και ο καθρέφτης της συνοικίας. Αυτή του Αγίου Λαζάρου της φωτογραφίας, που καμιά σχέση δεν έχει με την ανεύθυνα και απερίσκεπτα φτιαγμένη, σε καιρούς χαλεπούς, σημερινή, δείχνει την καλλιέργεια και τον πολιτισμό των ανθρώπων, οι οποίοι την οικοδόμησαν και την συντήρησαν, αλλά και την φινέτσα μιας εποχής, όπου αυτό που λέμε ζακυνθινό στοιχείο δεν είχε ακόμα ισοπεδωθεί, όπως, δυστυχώς, στις μέρες μας συμβαίνει.

Οι σελίδες που περιέχονται επαληθεύουν την υπόσχεση του εξωφύλλου. Μια κοινωνία ομόκεντρη μ’ αυτήν που κατοικούσε στην υπόλοιπη πόλη και τα νησί γενικότερα καταγράφεται στις διηγήσεις του Ιωάννη Μ. Δεμέτη και μια αντίσταση στην φθορά της επιβολής υπάρχει παντού έντονη και αποθανατίζεται με γνώση και αγάπη.

Ήταν η εποχή που η περιοχή έπρεπε να παράγει όλα αυτά που σήμερα αγοράζονται από επιπόλαιες μεταφορές και εισαγωγικές απερισκεψίες. Επαγγέλματα που δεν υπάρχουν πια και τις ονομασίες τους μας τις ρωτάνε πια τα παιδιά μας, δυστυχώς, σαν άγνωστες λέξεις, γεύσεις χαμένες, συνοδευόμενες από μυρωδιές ξένες πια στην όσφρησή μας, αντέτια που τα απέρριψε η απρόβλεπτη οικονομική μας άνοδος, καθημερινότητες, οι οποίες είναι πολυτέλεια στην για το περιττό κατανάλωση των καιρών μας και πολλά άλλα, σημαντικά μα λησμονημένα, καταγράφονται στις σελίδες του βιβλίου, βίωμα και ανάγκη του συγγραφέα του και περνούν στις επόμενες γενιές, όχι απλά σαν διήγηση, αλλά και σαν κληροδοτημένη παρακαταθήκη.

Είναι μια εποχή, που όπως κάθε τόπος, έτσι και ο τόπος μας, είχε ακόμα ταυτότητα. Κρατούσε ως και τότε, παρά τις αντίξοες συνθήκες και τις αναλφάβητες εξουσίες, κάτι από την μακραίωνη ιστορία του, από την επαφή του με την Δύση και την λεπτότητα που επιβάλει η γνήσια και αληθινή παιδεία, αυτή που δεν αποκτήθηκε σε θρανία και αίθουσες διδασκαλίας, αλλά την έχει επιβάλει η αγάπη στον συνάνθρωπο, η εκτίμηση στον τόπο που ζούμε και ο σεβασμός στον εαυτό μας.

Μια λαογραφική προσφορά είναι το βιβλίο αυτό του Ιωάννη Δεμέτη, με αναφορές που δεν τις βρήκε ο ίδιος σε σκονισμένες σελίδες και ανήλιαγα αρχεία, αλλά είναι μέρος της ζωής του και παιδικό του βίωμα. Μας μεταφέρει ό,τι έζησε και αγάπησε και γι’ αυτό η καταγραφή του είναι ντοκουμέντο και μαρτυρία. Τοπωνυμία, μαγαζιά, παιγνίδια, επαγγέλματα, σουσούμια, μικροπωλητές, αντέτια και πολλά άλλα χώρεσαν στις σελίδες αυτής της σημαντικής έκδοσης και παρατείνουν μ’ αυτόν τον τρόπο, έστω και αναγνωστικά, την ζωή και την σημασία τους.

Πανηγύρια ζωντανεύουν και είτε επιστρέφουν στην μνήμη όσων τα έζησαν, είτε δίνουν το έναυσμα για την οργάνωση κάποιων νεώτερων. Πρωταρχικό και πρωτεύον αυτό της κεντρικής εκκλησίας, που έδωσε και το όνομά της στην γειτονιά, αυτό που ακόμα και σήμερα, σε μικρογραφία βέβαια και - αλίμονο- παρακμή, γίνεται κάθε χρόνο το απόγευμα της Λαμπρής. Χαρακτηριστικό του οι περίφημες «φωτίες», που τέλειωναν, μαζί με την γιορτή, σαν καίγονταν το «κάστρο» και έδειχναν και την ιστορία της εποχής τους, μια και - όπως ο Ιωάννης Μ. Δεμέτης μας διηγείται και διασώζει - άλλοτε απέδιδαν την επιπόλαιη θρησκευτικότητά τους στο κάψιμο του Ιούδα, άλλοτε εκδικούνταν τον Μουσολίνι, δίνοντάς του την θέση του δόλιου και προδότη μαθητή και τα εξευτελιστικά πρωτεία και άλλοτε έδειχναν την συμπαράστασή τους στους Κύπριους αδελφούς τους, με την δημόσια διαπόμπευση του Χάρντιγκ. Μετά και τα άλλα της γειτονιάς, όπως της Αγίας Μαρίνας, με την πλούσια λαογραφία του και του Αγίου Γεωργίου του Πετρούτσου, με την έφιππη Γκιόστρα του και τους υπόλοιπους αγώνες του.

«Τελικά», γράφει κλείνοντας τον πρόλογό του στην έκδοση ο συγγραφέας και ερευνητής Νίκιας Λούντζης, «έχεις την ψευδαίσθηση πως έζησες κι εσύ στον Άγιο Λάζαρο πριν από το 1953, για όσο διάστημα, τέλος πάντων, κρατάει η ανάγνωση ενός ωραίου βιβλίου. Γιατί το βιβλίο του Γιάννη Δεμέτη», συνεχίζει, «δεν είναι μόνον πολύτιμο, είναι και ωραίο. Πολύτιμο: για τις διεξοδικές λαογραφικές πληροφορίες του, γύρω από μια κοινωνία αναγκασμένη να παράγει σχεδόν όλα όσα, στις μέρες μας, κυκλοφορούν έτοιμα, τυποποιημένα και αδιάφορα. Ωραίο: για τη σταδιακή ένταξη του αναγνώστη, έτσι που, στη στερνή σελίδα, να θαρρεί πως αφήνει πίσω του τα στερνά σπίτια του Αϊ - Λαζάρου για να δρασκελίσει στην άχαρη, σημερινή πραγματικότητα».

Αυτή, πραγματικά, είναι μια από τις πολλές αξίες του βιβλίου. Δεν είναι μόνο που ο συγγραφέας καταγράφει - και αυτό είναι άθλος - όλα τα σπίτια και τα κτίρια, δεξιά και αριστερά του δρόμου της περιοχής, είναι και που μπορεί να σκιαγραφήσει τους κατοίκους τους και να μας αποδώσει τις ταυτότητές τους, να μας έχει πείσει, αφήνοντας την ανάγνωση των σελίδων του, πως έχουμε μιλήσει μαζί τους, στο διάλειμμα της εργασίας τους ή στον μπάγκο μιας γειτονικής ταβέρνας.

Πράγματι τελειώνοντας το διάβασμα και κλείνοντας το βιβλίο πιστεύεις πως περπάτησες στο νοτιοδυτικό αυτό άκρο της Χώρας, την μια και κεντρικότερη είσοδό της, πως διάβηκες τα στενά καντούνια μαζί με τους γειτόνους της, πως άναψες το κερί σου στο μανουάλι μπρος από την καθέδρα της Αγίας Μαρίνας, που ολοχρονίς φυλάσσεται στην εκκλησία του Αγίου Βασιλείου του Κάτου και την ημέρα της μνήμης της και μόνο μεταφέρεται στην δική της, για τον ετήσιο πανηγυρισμό της, πως κόλλησες την δεκάρα σου στο τζάμι του κονίσματος του Αγίου Φανουρίου του πρόναου, για να δεις αν θα γίνει η επιθυμία σου, πως παρήγγειλες κεραμίδια ή τούβουλα στα Καμίνια και τέλος πως παρακολούθησες μια από τις συχνές μάντζιες, που γίνονταν σε κάποιο χαρακτηριστικό δρομάκι, έτσι για να δικαιώσεις την μεγαλοσύνη του μοναδικού Δημητρίου Γουζέλη. Όσο για τις φωτογραφίες του βιβλίου, έτσι ξεθωριασμένες, δείχνουν περισσότερο έντονες και πολυδιάστατες.

Μακάρι, όπως τονίζει και ο Διονύσης Βίτσος, στην εισαγωγή του, η κάθε γειτονιά να είχε τον δικό της Δεμέτη. Τότε το χάσμα του σεισμού ίσως ήταν μικρότερο. Γιατί, όπως ήδη σημειώσαμε, εμείς είμαστε οι πραγματικά σεισμόπληκτοι.
Related Posts with Thumbnails