Εἶναι
βέβαιο πὼς ὁ ἀνθρώπινος βίος ἔχει ὡς
ὁριά του τὴ Γέννηση καὶ τὸ Θάνατο. Μὲ
τὸ ἐνδιάμεσο διάστημα, ποὺ εἶναι ἡ
ἐπίγεια διαδρομή. Διαδρομὴ ἔγκοπη στὸ
μεγαλύτερο διάστημα τῆς χρονικῆς
βιοτῆς, τῶν ἠμερῶν δηλαδή ποὺ μᾶς
δόθηκαν προίκα ἀπὸ τὸ Δημιουργό.
Κι
ἄν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ γεννιῶνται
ἐπιστρέφουν στὴ Μάνα Γῆ, οἱ Κληματιανοὶ
ἄφησαν γιὰ τὸν ἑαυτό τους τὸ μέγα
προνόμιο νὰ ἐπιστρέφουν στὸν τόπο ποὺ
τοὺς γέννησε ἤ ἐκεῖ ποὺ ἔχουν οἱ
πρόγονοί τους τὶς ρίζες τους. Δηλαδή,
στὸ παλιό τους τὸ χωριό... Κι ὄχι μονάχα
ἐκεῖ, ἀλλὰ στὸν ἱερὸ τὸ χῶρο ποὺ
τοὺς χάρισε περιούσιες ὧρες εὐλογίας
καὶ παραμυθίας: Στὴν παλιά τους τὴν
ἐκκλησιά, στὸ Κάτω τὸ Χωριό, ὅπου τὸ
ἀπό αἰώνων Κοιμητήριο, στὸ ὁποῖο
ἀναπαύτηκαν οἱ πατέρες μας. Ἐκεῖ,
λοιπόν, ἐπιτελεῖται ἡ Σύναξη πάντων
τῶν Κληματιανῶν, ποὺ ἀναχωροῦν ἀπὸ
τὸν κόσμο αὐτό. Μιὰ Σύναξη ἱερή, λές
καὶ γίνεται κάποιος γάμος, πὼς τελεῖται
κάποιο πανηγύρι, πὼς μαζεύονται οἱ
χωριανοὶ στοῦ Μπερτάνη ἤ στὶς
«Κουκοῦλες» νὰ ποῦνε τὰ δικά τους.
Σύναξη ὅλως ἐκείνων ποὺ ἔζησαν στὸ
παλιὸ τὸ χωριό, μαζὶ μὲ ἐκείνους ποὺ
ἐπιστρέφουν γιὰ πάντα τούτη τὴ φορά,
ἀπὸ τὸ νέο χωριό, στὸ ὁποῖο καὶ
ἐγκαταστάθηκαν μετὰ τὰ γνωστὰ γεγονότα.
Μυστήριο
μέγα εἶναι ὄντως αὐτὴ ἡ ἐπιστροφή,
ποὺ πραγματοποιείται μὲ τὸ πέρας τοῦ
ἐπίγειου βίου τοῦ κάθε Κληματιανοῦ.
Κι εἶναι μυστήριο, γιατὶ ξαγαγυρίζουν
στὰ χώματα τῶν πάτερων τους κι ἀπὸ
ἐκεῖνο τὸν τόπο ὅπου ἀναπάυονται
ἔχουν τὸ προνόμιο νὰ ἀντικρύζουν τὸ
παλιό τους τὸ χωριό. Νὰ τὸ κοιταζουν
καὶ νὰ ὀνειρεύονται. Νὰ τὸ κοιτάζουν
καὶ νὰ θυμοῦνται... Γιὰ νὰ μὴ λησμονοῦν.
Γιατὶ δὲν πρέπει νὰ λησμονήσουν, νὰ
διαγράψουν, δηλαδή, τὸν τόπο τους, τὴν
ιστορία καὶ τοὺς ἀνθρώπους του. Γι᾿
αὐτὸ κι ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε αὐτὴ τὴν
ἐπιστροφή...
π.
κ. ν. κ.