Στον απόηχο του
εορτασμού της Αγίας Τριάδας θα θέλαμε να διατυπώσουμε ταπεινά ορισμένες σκέψεις
σχετικά με την απεικόνισή Της μέσω της τέχνης. Αφορμή σχετικές απόψεις που
έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Κατ’ αρχήν θα
θέλαμε να σταθούμε στο γεγονός ότι δεν είναι δυνατόν η Θεότητα να απεικονιστεί
με τα ανθρώπινα δεδομένα, διότι, όπως τονίζει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης «Θεόν ουδείς
εώρακεν πώποτε» (Ιωάνν. Α,18). Ο ίδιος, άλλωστε, λέγει και στην Επιστολή
Α΄ Ιωάν. 4,12 «Θεόν ουδείς πώποτε
τεθέαται» ενώ ο Απόστολος Παύλος (Α΄ Τιμ. 6,16) τονίζει ότι «ον ουδείς είδεν ανθρώπων ουδέ ιδείν δύναται».
Εδώ ακριβώς
έρχεται η τέχνη για να στηρίξει την ανθρώπινη αδυναμία και να φέρει πιο κοντά τον
άνθρωπο στο Θεό, γι’ αυτό και ο Θεός την επιτρέπει (Ε. Βούλγάρεως, «Περί
μουσικής»). Ειδικότερα, εν προκειμένω, μόνο μέσω συμβολισμών μπορεί το άκτιστο
και αόρατο να γίνει ορατό στα ανθρώπινα μάτια και έτσι να φανερωθούν αλήθειες
της πίστεως και, συνεπώς, η ίδια η θεολογία της. Συμβολικά, λοιπόν,
απεικονίζουμε την Αγία Τριάδα με τους τρεις αγγέλους, όπως εμφανίστηκαν στον
Αβραάμ σύμφωνα με τη γνωστή περιγραφή που υπάρχει στη Γένεση (κεφ. 18,1). Παράλληλα, Την «βλέπουμε» στην αγιογραφία της
σκηνής της Βάπτισης, όπου εικονίζεται στο μέσον ο Υιός να βαπτίζεται από τον
Ιωάννη, το Άγιο Πνεύμα με τη μορφή περιστεριού να κατέρχεται και ο Θεός-Πατέρας
στην κορυφή της εικόνας είτε απλώς ως σύννεφα και ουρανός είτε ως ένα χέρι που
ευλογεί την όλη σκηνή της Βάπτισης, όπως αυτή περιγράφεται στο κατά
Ματθαῖον (Κεφ. 3,13-17) Ευαγγέλιο.
Αναφορικά με τη λεγόμενη «δυτικότροπη»
απεικόνιση της Αγίας Τριάδας, όπως αυτή είναι ευρέως διαδεδομένη στα Επτάνησα,
θα θέλαμε να εκθέσουμε τα ακόλουθα: Σχετικά με την απεικόνιση του Υιού αυτό
είναι εύλογο καθώς «ο Λόγος σαρξ εγένετο και ασκήνωσεν εν ημίν» (Ιωάνν. Κεφ. 1, 14).
Ο Λόγος του Θεού, λοιπόν, πήρε ανθρώπινη μορφή και «επί της
γης ώφθη, και τοις ανθρώποις συνανεστράφη» κατά τον άγιο Ιωάννη
τον Χρυσόστομο. Επομένως, μπορούμε να Τον απεικονίσουμε. Επιπλέον, το Άγιο
Πνεύμα συμβολικά εικονίζεται με τη μορφή περιστεριού, σύμφωνα με τη σκηνή της
Βάπτισης, που αποτελεί, ως γνωστόν, και την πρώτη Θεοφάνεια (Ματθ. Κεφ. 3,13-17).
Τέλος, η απεικόνιση συμβολικά του Θεού-Πατέρα
ως ενός ασπρομάλλη γέρου, ομοιάζοντος προς τον Υιό, φέρνει στο μυαλό μας τον
«Παλαιό των Ημερών», όπως «εμφανίστηκε» στο όραμα του προφήτη Δανιήλ (Δανιήλ 7,9-10 7,22) «Εθεώρουν έως
ότου οι θρόνοι ετέθησαν, και παλαιός ημερών εκάθητο, καί τό ένδυμα αυτού
λευκόν ωσεί χιών, καί η θριξ της κεφαλής αυτού ωσεί έριον καθαρόν, ο θρόνος
αυτού φλόξ πυρός, οι τροχοί αυτού πυρ φλέγον…». Γι’ αυτό το γεγονός, μάλιστα, ο
Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός έγγραψε ότι «Δανιήλ είδε (…) τον τύπον καί τήν
εικόνα του μέλλοντος έσεσθαι. Έμελλε γαρ ο Υιός και Λόγος του Θεού ο αόρατος,
άνθρωπος γίνεσθαι εν αληθεία, ίνα ενωθεί τη φύσει ημών... (=Ο Δανιήλ είδε τον
τύπο και την εικόνα όσων επρόκειτο να συμβούν, δηλαδή ότι ο αόρατος Υιός και
Λόγος του Θεού θα γινόταν άνθρωπος αληθινός, ώστε να ενωθεί με τη δική μας
φύση» (Ιωάν. Δαμασκηνού, «Περί εικόνων», Λόγος γ΄ PG 85, 1380A).
Το ίδιο
όραμα αναφέρεται και στην «Αποκάλυψη» του Ιωάννη (Κεφ. 1, 12-18) «Και εκεί
επέστρεψα βλέπειν την φωνήν ήτις ελάλει μετ' εμού· και επιστρέψας είδον επτά
λυχνίας χρυσάς, και εν μέσω των επτά λυχνιών όμοιον υιώ ανθρώπου, ενδεδυμένον
ποδήρη και περιεζωσμένον προς τοις μαστοις ζώνην χρυσήν· η δε κεφαλή αυτού
και αι τρίχες λευκαί ως έριον λευκόν, ως χιών, και οι οφθαλμοί αυτού ως
φλόξ πυρός…».
Επίσης,
και ο προφήτης Ησαΐας «είδε» σε όραμα τον Πατέρα-Θεό (Ησ. 16, 1-3), όπως ψάλλει
η Εκκλησία στην Ε΄ Ωδή των Καταβασιών της Υπαπαντής: «Ως είδεν Ησαΐας συμβολικώς, εν θρόνω επηρμένω Θεόν, υπ' αγγέλων δόξης
δορυφορούμενον, Ω τάλας εβόα εγώ! προ γαρ είδον σωματούμενον Θεόν, φωτός
ανεσπέρου, και ειρήνης δεσπόζοντα». Και φυσικά βλέποντας ο Ησαΐας
τον βασιλέα Κύριο ως άνθρωπο, προείδε την Θεία Ενανθρώπιση του Λόγου του Θεού!
Έτσι, ο Ιησούς, όταν ο Φίλιππος Τον ερωτά «Κύριε, δείξον ημίν τον πατέρα και
αρκεί ημίν» (=Κύριε, δείξε μας τον Πατέρα και αυτό θα μας είναι αρκετό), του
απαντά «…τοσούτον χρόνο μεθ’ υμών ειμί, και ουκ έγνωκάς με, Φίλιππε; Ο εωρακώς
εμέ εώρακε τον πατέρα…» (=τόσο καιρό είμαι μαζί σας και δεν με κατάλαβες,
Φίλιππε; Όποιος με έχει δει, έχει δει και τον πατέρα, Ιωάνν. 14, 8-9).
Από τα ανωτέρω προκύπτει σαφέστατα ότι η
απεικόνιση της Αγίας Τριάδας με τη μορφή που τη γνωρίζουμε εδώ στα Ιόνια Νησιά,
δηλαδή με τον Θεό-Πατέρα ως τον «Παλαιό των Ημερών», τον Υιό, που είναι ο Λόγος
του Θεού που έλαβε ανθρώπινη σάρκα και το Άγιο πνεύμα «εν είδει περιστεράς»
έχει έντονο θεολογικό υπόβαθρο και δεν υπολείπεται σε τίποτα από άλλες
απεικονίσεις. Η θεολογία στην τέχνη σε
όλο της το μεγαλείο.