Εἰσήγηση ποὺ ἀναγνώστηκε στὸ Ἱερατικὸ
Συνέδριο τῆς Μητροπόλεως Χαλκίδος τὴν Δευτέρα 13 Ὀκτ. 2014
«Κύριε ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας τῶν
δούλων σου, ὁ ἐλεήμων καὶ μακρόθυμος, ὁ μετανοῶν ἐπὶ ταῖς ἁμαρτίαις τε καὶ ἡμετέραις
κακίαις, ὁ εἰπὼν διὰ Ἰεζεκιὴλ τοῦ προφήτου, ὅτι οὐ θέλω τὸν θάνατον τοῦ ἁμαρτωλοῦ,
ὡς τὸ ἐπιστρέψαι καὶ ζῇν αὐτόν, αὐτός, φιλάνθρωπε καὶ ἀνεξίκακε Κύριε Δέσποτα,
παρακλήθητι ἐπὶ τὸν δοῦλον σου καὶ παρασχου αὐτῷ τρόπῳ μετανοίας, συγγνώμην ἁμαρτιῶν,
συγχωρῶν αὐτῷ δι᾿ ἐμοῦ τοῦ ἀναξίου δούλου σου πᾶν πλημμέλημα ἐκούσιόν τε καὶ ἀκούσιον...»
Θὰ
μποροῦσα, Σεβασμιώτατε, ἀδελφοί μου καὶ πατέρες, μὲ αὐτὰ τὰ θεοφίλητα λόγια ποὺ
προέρχονται ἀπὸ τὸ ἱερὸ Εὐχολόγιο, θὰ μποροῦσα λοιπόν λέγω, ἀναφέροντάς σας τὰ παραπάνω, νὰ περατώσω καὶ τὸ λόγο μου.
Διότι, ὅπως προσέξατε, τὸ θέμα ποὺ μοῦ ἀνετέθη ἀπό μέρους τοῦ Ἐπισκόπου καὶ ἐξάπαντος
πνευματικοῦ μας πατέρα, εἶναι: «ὁ ἱερεὺς προσευχόμενος στὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως».
Καὶ τὰ παραπάνω λόγια παρατηροῦμε ὅτι ἀπολύτως συμπυκνώνουν δύο τινά: α. τὴν
προσευχὴ τοῦ ἱερέως-πνευματικοῦ καὶ β. τὴν διαδικασία τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐξομολογήσεως,
τοῦ ὁποίου Μυστηρίου κορυφαῖο ζητούμενο εἶναι τό, «ὅπως Κύριος ὁ Θεὸς δωρήσηται
αὐτῷ (δηλ. τῷ ἐξομολογουμένῳ) ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ καιρὸν μετανοίας...». Ὁπότε, ὅπως
καταλαβαίνετε, καλύπτουν σὲ γενικὲς γραμμὲς τὸ θέμα.
Ὡστόσο,
θὰ παρακαλοῦσα τὴν ἀγάπη καὶ κατανόηση ὅλων Σας νὰ μοῦ ἐπιτρέψει νὰ καταθέσω καὶ
κάποιες σκέψεις ἐμβιωμένης ἐμπειρίας καὶ λιγότερο βιβλιογραφικῆς ἀποδελτίωσης,
διότι φρονῶ πὼς ἐδῶ δὲν συναχτήκαμε νὰ προυσιάσουμε τὸν γνωστικό μας ὁπλισμό, ἀλλὰ
πρωτίστως τὶς ἐμπειρίες μας, διανθισμένες
πάντα μὲ τὸν προσήκοντα προβληματισμό, γιὰ νὰ ἀλληλοβοηθηθοῦμε καὶ νὰ κατανοήσουμε
ὅτι ἡ Ἱερωσύνη πρωτίστως εἶναι συνεργασία: συνεργασία ἐν ἀρχῇ μὲ τὸν Δημιουργό μας ποὺ εὐαρέστως διακονοῦμε -τῆ ἀνοχῇ του πάντα- τὸν
Ἐπίσκοπο ποὺ αἴρει τὸ βάρος καὶ τὴν εὐθύνη ὅσον ἀφορᾶ στὴν εὔρυθμο ἁγιοπνευματικὴ
λειτουργία τῆς Ἐπαρχίας του καὶ τέλος μεταξύ μας, μὲ πνεῦμα πραότητος, «ἀλλήλων
τὰ βάρη βαστάζοντες». Αὐτὰ ἐν ἀρχῇ τοῦ λόγου.
Προχωρῶ
ὅμως στὸ θέμα μου, ἀναλογιζόμενος ὅτι κορμός, βασικὸ δηλαδή, κέντρο ἐξακτίνωσης
τῶν ὅσων θὰ διαπραγματευτεῖ ὁ καθένας τῶν εἰσηγητῶν στὴν παροῦσα σύναξη εἶναι ἡ
προσευχή. Αὐτὸ τὸ νοητὸ νῆμα ποὺ μᾶς συνδέει μὲ τὸ Θεό, ἀλλὰ καὶ ἡ ἐμβιωμένη
συχνότητα μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία ἐπικοινωνοῦμε μαζί Του. Κι ἐδῶ θὰ σταθῶ «δι᾿ ὀλίγον».
Διότι οἱ ἐπιτυχῶς προλαλήσαντες, ἀλλὰ καὶ οἱ ἑπόμενοι ἔντιμοι εἰσηγητές, ἀσφαλῶς
ἀνέλυσαν ἤ καὶ θὰ ἀναλύσουν λεπτομερῶς τὸ μέγα περὶ προσευχῆς
θέμα. Ἑπομένως, διὰ νὰ μὴν κουράσω ἐπαναλαμβάνοντας τὰ αὐτά, ἀρκοῦμαι σὲ τοῦτο
μόνο.
Ἀναλογίζομαι,
λοιπόν, τὶ ἄλλο εἶναι ὁ ἱερέας, ὁ κάθε παπᾶς δηλαδὴ κατὰ τὴν ἐπιτυχῶς τρέχουσαν
ἔκφραση, εἴτε τῶν πόλεων εἶναι παπᾶς, εἴτε τῶν χωρίων, γιὰ νὰ θυμηθῶ τὸν μεγάλο
μας Παπαδιαμάντη, ἕνα ἀπὸ τὰ ἐπιφανῆ πρόσωπα τῶν λογίων μας, γιὰ τὸ ὁποῖο καυχᾶται
ἡ τοπική μας Ἐκκλησία καὶ ὄχι μόνον. Τὶ ἄλλο λοιπόν εἶναι ὁ παπᾶς, παρὰ μονάχα ὁ ἀδιαλείπτως προσευχόμενος, ἐκεῖνος δηλαδή, ποὺ «ἑσπέρας
καὶ πρωΐ καὶ μεσημβρία» αἰνεῖ τὸν Κύριο, ἀλλὰ παράλληλα εὔχεται καὶ ὑπὲρ
τῆς κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας. Καὶ θὰ μοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ πῶ καὶ κάτι τὸ πιὸ
τολμηρό: ὅτι δηλαδή ὁ παπᾶς εἶναι ἐκεῖνος πού, ἀναξίως μέν, ἀλλὰ κατὰ θεία
παραχώρηση, ἀνοίγει τὶς πύλες τοῦ οὐρανοῦ,
γιὰ νὰ εἰσοδεύσει ὁ λαὸς τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Καὶ δὲν ὑπερβολὴ αὐτὰ ποὺ ἀναφέρω,
γιατὶ ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία μας τονίζει ὅτι: «ἐν τῷ ναῷ ἐστῶτες τῆς δόξης Του ὡς οὐρανόν
ἐστάναι». Καὶ τὸν ναό, ὁ πρῶτος ποὺ τὸν ἀνοίγει
εἶναι ὁ παπᾶς, ὁ ὁποῖος ἔχει, σὺν τοῖς ἄλλοις καὶ τὸ μέγα, τὸ κορυφαῖο προνόμιο
νὰ εὔχεται, ἀλλὰ καὶ νὰ μεριμνᾶ γιὰ τὴν κάθε ψυχή. Γνωστοῦ, ἀγνώστου, φίλου ἤ ἐχθροῦ,
συκοφάντη καὶ συνεργάτη, ἀσθενοῦς καὶ ἐμπερίστατου κ. ἄ. πολλῶν. Κι ἡ πλέον ἰδανικὴ
στιγμὴ ποὺ διακρατεῖ ὁ κάθε κληρικὸς ὡς εὐλογία Θεοῦ εἶναι ἡ Προσκομιδή. Ἐκεῖ,
λοιπόν, κορυφώνεται ἡ μυστικὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸ Θεό, καθὼς ὁ λειτουργὸς
ξεδιπλώνει τὴν ψυχή καὶ τὴ μνήμη του κι
εὔχεται, δηλ. προσεύχεται: «Μνήσθητι, Κύριε...», καταθέτοντας παράλληλα τὴν ἀνάλογη
μερίδα στὸ ἱ. Δισκάριο. Αὐτὸ τὸ «Μνήσθητι...» εἶναι λοιπὸν τὸ κλειδὶ ποὺ ἀνοίγει
τὴ θύρα τοῦ Θεοῦ καὶ Τὸν προσκαλεῖ ν᾿ ἀφουγκραστεῖ μὲ προσοχὴ τὴν ἱκεσία του: «ὑπὲρ
ὑγείας, φωτισμοῦ, ἀποκαταστάσεως, ἐπιστροφῆς, μετανοίας καὶ τόσα ἀκόμη... Ὅμως ἐδῶ
περατώνω τὰ περὶ προσευχῆς, γιὰ νὰ προσεγγίσω δι᾿ ὀλίγων, τὸ μέγα ὄντως καὶ ὑψηλὸ
τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως Μυστήριο. Καὶ ὑπογραμμίζω τὴν ἔκφραση «δι᾿ ὀλίγων», ἐπειδὴ
ἡ θεματική μου ἀφορᾶ στὸν ποιμένα σὲ προσευχητικὴ σχέση μὲ τὸ Μυστήριο, τὴν ἱστορικὴ
τοῦ ὁποίου ἐξέλιξη ὅλοι μας λίγο-πολὺ γνωρίζουμε καὶ κατέχουμε. Ὅπως γνωρίζουμε
πὼς ἡ λέξη Μυστήριο δὲν σημαίνει κάτι
τὸ ἀποκρυφιστικὸ, ἀλλὰ εἶναι, κατά
τοὺς Πατέρες, ὁ τρόπος ἁγιασμοῦ τῶν πιστῶν μὲ τὴν ἐνέργεια καὶ παρουσία τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος, τὸ ὁποῖο, μέσω μίας αἰσθητῆς καὶ προσεγγίσιμης στὸν ἄνθρωπο
διαδικασίας, μεταδίδει τὴν Θεία Χάρη μὲ τρόπο ἀκατάληπτο γιὰ τὴν ἀνθρώπινη
διάνοια.
Ἐπειδή,
λοιπόν, τὸ ἐν λόγῳ Μυστήριο εἶναι, κατὰ
τὴν ἐπιτυχὴ καὶ διαχρονικὰ ἀταλάντευτη ἔκφραση τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, ἐπιστήμη
ἰατρικὴ καὶ δὴ ἐκ τῶν δυσχερεστάτων, φρονῶ ὅτι ὁ μέλλων ἐξαγορεῦσαι ψυχὰς, ὀφείλει
νὰ προετοιμασθεῖ καλῶς, ἐξετάζοντας πολὺ καλὰ τὸν ἑαυτό του, ἀπομακρύνοντας ἀπό
μέσα του κάθε φαρισαϊκὴ συνείδηση, ποὺ τοῦ προσπορίζει τόν λεγόμενο ψευδῆ ἑαυτό.
Φυσικὸ, ἀλλὰ καὶ ἀναγκαῖο εἶναι ὁ
πνευματικός νὰ προσευχηθεῖ θερμὰ γιὰ τὶς
ὅποιες του ἀναστολές, καὶ τοὺς λογισμούς, οἱ ὁποῖοι καὶ ἐμφανίζονται αὐτὲς τὶς
στιγμές. (Τὸ ἔχουμε, ἄλλωστε κι ὅλοι μας προσέξει, καθὼς, ὅταν πηγαίνουμε ἀκόμα
καὶ νὰ λειτουργήσουμε, πόσοι καὶ πόσοι πειρασμοὶ μᾶς κυκλώνουν !!!)
Ἀλήθεια,
τὶ εἴδους θὰ εἶναι αὐτὴ ἡ προσευχὴ καὶ πότε πρέπει νὰ γίνεται;
Ἐν
ἐπιτομῇ ἀναφέρω τοὺς στὴν λειτουργική μας ὁρολογία καὶ γλώσσα ὀνομαζομένους
καιροὺς τῆς προσευχῆς πρὶν καὶ μετὰ τὸ Μυστήριο, ἐπεξηγώντας σύντομα τὸν καθένα
ἀπὸ αὐτούς. Κι ἀρχίζω ἀπὸ τὸ στάδιο τῆς προετοιμασίας, τῆς προπαρασκευῆς
δηλαδή.
Προσωπική
μου γνώμη εἶναι, σὲ κάποια ἥσυχη ὥρα στὸν
ναὸ τὴν παραμονή, δηλ. τὴν προηγουμενη τῆς κύριας ἡμέρας ποὺ ἔχουμε ὁρίσει γιὰ ἐξομολόγηση,
νὰ γίνεται ἡ πνευματική μας προσκομιδή-προετοιμασία, παράλληλα μὲ μιὰ προσπάθεια γιὰ αὐτοσυγκέντρωση.
Φυσικὰ, ὅταν ὑπάρξει κάτι τὸ ἔκτακτο -κι ἡ ἱερατική μας διαδρομὴ γέμει ἐκτάκτων
καὶ ἀπρόοπτων γεγονότων- θὰ χρειαστεῖ νὰ καταφύγουμε στὴν μονολόγιστη: Στὸ
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλεήσόν με», γιατὶ μονάχα μὲ τὴν πανοπλία ποὺ μᾶς χαρίζει
τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἶναι δυνατὸ ν᾿ ἀντιμετωπίσουμε τὶς ὅποιες δυσκολίες.
Μεγίστη
συνδρομὴ εἶναι ἐπίσης καὶ ἡ ἀνάγνωση κάποιων κειμένων ποὺ θὰ θερμάνουν, κατὰ τὴν
προσφιλῆ τῶν ἁγ. Γερόντων ἔκφραση, τὴν ψυχή. Θὰ μοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ προτείνω τὸ
πολὺ καλὸ καὶ χρήσιμο πόνημα τοῦ Ἱερομονάχου Γρηγορίου τοῦ Ἁγιορείτου (Χατζηεμμανουὴλ),
τὸ ὁποῖο ἐνθυμοῦμαι, Σεβασμιώτατε, ὅτι μᾶς τὸ προσφέρατε ὡς εὐλογία ἅμα τῇ ἀναθέσει
στὴν ἀναξιότητά μας τοῦ λειτουργήματος τῆς πνευματικῆς πατρότητος. Φυσικὰ ὑπάρχουν
καὶ πατερικὰ κείμενα, ὅπως τοῦ προαναφερθέντος Ἁγ. Γρηγορίου Νύσσης, τοῦ ὁποίου
ἡ πρὸς Λητόιον ἐπιστολὴ εἶναι ἀπὸ τὰ πλέον ἐκλεκτὰ καὶ φωτεινὰ ἁγιοπατερικὰ
κέιμενα, καὶ φυσικὰ τὸ θεοδίδακτο Ἐξομολογητήριον τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου,
ἀλλὰ κ. ἄ. ἀκόμη. Προτείνω ἀκόμη καὶ τὴν
ἀνάγνωση δύο εὐαγγελικῶν περικοπῶν ἀπό τὸ κατὰ Λουκᾶν. Ἡ μία εἶναι ἡ γνωστὴ
περικοπὴ τοῦ εὔσπλαχνου Πατέρα ἤ τοῦ Ἀσώτου ὅπως τὴ γνωρίζουμε κι ἡ ἄλλη, ποὺ μᾶς παραδίδεται ἀπό τὰ πρωτινὰ
τὰ χρόνια καὶ ἐντάσσονταν στὴν ἀρχαία Ἀκολουθία τῆς Ἐξομολογήσεως εἶναι ἡ
περικοπὴ ὅπου ἀναφέρεται στὴ χαρὰ, ἡ ὁποία γίνεται στοὺς οὐρανοὺς «ἐπὶ ἐνὶ ἁμαρτωλῷ
μετανοοῦντι» ( βλ. Λκ. 15, 1-10).
Δὲν
πρέπει νὰ λησμονεῖ ὁ πνευματικὸς πὼς τὴν ἑπομένη δὲν θὰ δεχθεῖ ἐπισκέψεις ἐνοριτῶν,
γνωστῶν, φίλων κ.λ.π., ὅπως δέχεται στὸ Γραφεῖο ἤ στὸ σπίτι του. Θὰ δεχθεῖ ἕνα
μωσαϊκό -ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ ἡ ἔκφραση- συνανθρώπων του, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ καθένας
τους εἶναι κι ἕνας μικρόκοσμος, ποὺ καλεῖται νὰ τὸν ἐρευνήσει. Διότι, τὶ λέει ἀκριβῶς
τὸ ἐνταλτήριο Γράμμα ποὺ μᾶς παραδίδει ὁ Ἐπίσκοπος ὅταν μᾶς χειροθετεῖ
πνευματικούς: Λέει, λοιπόν, «ὅτι ὀφείλει ὁ πνευματικός, ἀναδέχεσθαι τοὺς
λογισμούς πάντων, τῶν ἐπί ἐξομολογήσει τῶν ἰδίων ἁμαρτημάτων προσερχομένων... ἀνακρίνων
αὐτοὺς καὶ τὰ βάθη τῶν καρδιῶν αὐτῶν, ἐρευνᾶν τὰ διανοήματα καὶ τὰς πράξεις
καταμανθάνειν». Ἔχει κι ἄλλα, πολὺ σημαντικὰ καὶ μάλιστα τόσο προσεγμένα
διατυπωμένα καὶ μὲ ἐπιστημονικὸ τρόπο διακριβωμένα, ποὺ ὄντως ἡ λεγομένη
ψυχολογία τοῦ βάθους θὰ εἶχε πολλὰ νὰ ὠφεληθεῖ ἄν εὐλαβῶς καὶ θεοπειθῶς ἐπεξεργαζόταν
τὸ ἐν λόγω κέιμενο,ποὺ συμπυκνώνει ὅλη τὴ νηπτικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας.
Καὶ
συνεχίζω.
Δὲν
εἶναι διόλου παράδοξο, ἀντίθετα μάλιστα, μεταξὺ τῶν ἐξομολογουμένων νὰ εἶναι καὶ
κάποιοι κληρικοί. Καὶ τὸ ἀναφέρω αὐτὸ μετὰ λόγου γνώσεως, διότι ὀφείλει ὁ
πνευματικὸς νὰ διακρατήσει μιὰ στάση ἀνάμικτη: πνευματικῆς πατρότητος καὶ
φιλαδελφίας, προσέχοντας «παντοίοις τρόποις ὅλως διόλου ἀποβλέπων πρὸς τὴν σωτηρίαν
αὐτῶν», κατὰ τὸν Ἅγιο Συμεὼν Θεσσαλονίκης.
Καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος νὰ κατορθωθεῖ αὐτὸ ἐκτὸς τῆς ἐνθέρμου προσευχῆς, ὅπως
μᾶς προτρέπει ἄλλωστε κι ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία: «Δέσποτα Κύριε ὁ Θεός, .... πρόσδεξαι τὴν φωνὴν καὶ πᾶσαν
αἴτησιν τοῦ δούλου σου ἱερεως ἤ διακόνου, προσπίπτοντος τῇ μεγαλωσύνῃ σου ἐν
έξομολογήσει τῶν ἁμαρτημάτων αὐτοῦ, ὅτι προσευχὴ ἁματωλῶν νεφέλειας διῆλθε». Φυσικὸ
δὲ εἶναι, νὰ συνακολουθεῖ καὶ ἡ κατάλληλη συμβουλευτικὴ - πάντα μὲ διάκριση,
φιλοτιμία καὶ προσοχὴ, μήπως θεωρηθεῖ ὅτι ὑποτιμᾶται ὁ ἐξομολογούμενος
κληρικός. Γιατὶ κάτι τέτοιες στιγμὲς ἀναμένει ὁ μισόκαλος νὰ μᾶς πειράξει καὶ
σκοτίσει τὸ λογισμό μας - αὐτὸ δηλαδὴ ποὺ μᾶς διδάσκουν οἱ νηπτικοί πατέρες ὀνομάζοντας
τὴν σύγχυση ποὺ προκαλεῖται μέσα μας ὡς «σκοτασμὸ τοῦ νοός». Γι᾿αὐτὸ καὶ ἀπαιτεῖται
ἡ εἰλικρινὴς καὶ ἀνόθευτος -ἀπὸ «παραρριπισμοὺς»- προσευχή. Ἰδιαίτερα μετὰ τὸ
μυστήριο, γιατὶ τότε κυκλώνουν τὸν πνευματικὸ οἱ λογισμοί – «ἔπραξα σωστά, μήπως
δὲν πρόσεξα αὐτὸ ἤ τὸ ἄλλο καὶ ὁ ἐξομολογούμενος δὲν βρῆκε ἀνάπαυση;» Αὐτὰ καὶ ἄλλα
πολλὰ ἀνεβαίνουν μέσα στὴν ψυχή. Ποὺ πολλὲς φορὲς εἶναι καὶ ἀπό μέρους τοῦ
μισοκάλου λογισμοὶ ἐπικίνδυνοι. Κι ὅπως συμβουλεύει ὁ βαθὺς ἀνατόμος τῆς ἀνθρώπινης
ψυχῆς ὁ ὅσιος Ἰω. ὁ Σιναΐτης σ᾿ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις ἀπαιτεῖται ἔντονη
προσευχή: «Ὀνόματι Ἰησοῦ μάστιζε πολεμίους». Κι ἀπὸ πολεμίους... ἄλλο τίποτε.
Ἀφοῦ ὅμως ἀναφέρθηκε καὶ ἡ τοῦ
πνευματικοῦ ὑποχέρωση νὰ προσευχηθεῖ μετὰ τὴν ἐξομολόγηση τῶν κληρικῶν, καλὸ θὰ
εἶναι νὰ ὑπογραμμιστεῖ τὸ ἑξῆς, ποὺ ἡ πεῖρα πρωτίστως μᾶς τὸ διδάσκει καὶ ἐμέσως
μᾶς προτείνει. Καὶ ἐξηγῶ ἀμέσως τὸν συλλογισμό μου.
Ἀλήθεια, σκεφτήκαμε ποτέ, μόλις τελειώσει
ἡ ἐξομολόγηση τῶν λαϊκῶν, σὲ ποιὰ ψυχικὴ κατασταση βρισκόμαστε, τὰ ἐρωτήματα ποὺ
«ὥσπερ μέλισσαι κηρίον» στροβιλίζονται μέσα μας, τὴν ἐξάντληση ποὺ νοιώθουμε ἀπό
τὴν συνεχῆ μας προσοχή νὰ παρακολουθοῦμε τὸν καθένα, καὶ τόσα ἄλλα;
Ὀφείλουμε
νὰ τὸ ὁμολογήσουμε: αὐτὲς οἱ πρῶτες
στιγμὲς μετὰ τὴν ἐξομολόγηση εἶναι γιὰ τὸν πνευματικὸ οἱ πιὸ κορυφαῖες, ὁριακὲς
θὰ τὶς ἔλεγα, ἀφοῦ ὁ πνευματικὸς νοιώθει
τὴν καρδιά του νὰ γίνεται ὅπως ἡ ταραγμένη θάλασσα, τῆς ὁποίας μήτε ποὺ
διακρίνεται ὁ βυθός. Κι ἀσφαλῶς πρέπει νὰ παρέλθει ἕνα ἱκανὸ χρονικὸ διαστημα, ὥστε
νὰ ἡρεμήσει καὶ νὰ γίνει ἡ γαλήνη ἐκείνη ποὺ καθρεφτίζει ὅλη τὴν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ
καὶ τὴν καλωσύνη. Καὶ τοῦτο, γιὰ νὰ καταφέρει ὁ πνευματικὸς ν᾿ ἀρχειοθετήσει τὰ
πράγματα, νὰ ἡρεμήσει καὶ νὰ προσέξει, ὥστε νὰ τὰ δεῖ κάτω ἀπὸ τὸ μέτρο τῆς
θείας φιλανθρωπίας. Γιατὶ ἀκόμα γυρίζουν στὸν νοῦ του τὰ ὅσα ἄκουσε μὲ προσοχή,
ξαναθυμᾶται τὶς στιγμὲς ποὺ μὲ ἔνταση ἔζησε καὶ συγκλονίστηκε ἀπὸ τὰ ὅσα τοῦ εἶπαν
μὲ συντριβὴ καὶ δέος. Ὅλ᾿ αὐτά, λοιπόν,
στροβιλίζονται μέσα του, γιατὶ τὰ ἔζησε στὴν ἐξομόλογηση μὲ ἔντονο
βιωματικὸ τρόπο, λές κι οἱ λέξεις τῶν ἐξομολογουμένων ἦταν καρφιὰ ποὺ μπήγονταν
στὴν ψυχή του. Τόσο ἔμπονες κι ἀληθινὲς ἦταν κάποιες στιγμές, ὥστε νὰ τὸν ἀγγίζουν
μὲ τέτοιο τρόπο, ποὺ τοῦ φαινόταν ὅτι μάτωνε ἐσωτερικά.
Δὲν ἐπιθυμῶ νὰ κουράσω περισσότερο τὴν
σεβασμία καὶ προσφιλῆ αὐτὴ σύναξη, γιατὶ πολλὰ θὰ μποροῦσα νὰ πῶ ἀκόμα, ἀφοῦ καὶ
τὰ δυὸ τὰ θέματα, προσευχὴ καὶ ἐξομολόγηση
εἶναι, τουλάχιστον γιὰ ἕνα ἱερέα, ὄχι μόνο σημαντικά, ἀφοῦ σηματοδοτοῦν τὴν ἱερατικὴ
πορεία του, ἀλλὰ πλούσια σὲ βιωματικὸ ὑλικό, ἐμπειρίες δηλαδή, ποὺ καλὸ θὰ εἶναι
ὁ καθένας μας νὰ τὶς διακρατεῖ στὸ θησαυροφυλάκιο τῆς ψυχῆς του ὡς μέγιστα
μαθήματα καὶ φωτεινὲς εὐλογίες προερχόμενες ἐκ τοῦ Πατρὸς τῶν Φώτων. Ἔστω κι ἄν
κάποιες ἐξ αὐτῶν κεντρώνουν τὴν ψυχή μὲ τὰ στεφανια τὰ ἀκάνθινα ποὺ δαψιλῶς μᾶς
κομίζουν οἱ ὄσοι πιστοὶ ἤ καὶ ἄπιστοι...
Κλείνοντας ὅμως θὰ ἤθελα νὰ σταθῶ καὶ
σὲ ἕνα τελευταῖο κι ἀσφαλῶς κρίσιμο ζήτημα ποὺ μᾶς ἀφορᾶ ὅλους τοὺς κληρικούς. Ἐγγάμους
καὶ ἀγάμους, πνευματικοὺς καὶ μή. Καὶ τὸ κορυφααῖο αὐτὸ ζήτημα ἀφορᾶ τὸν
προσευχόμενο καὶ μέλλοντα ἐξαγορευθῆναι κληρικό. Γιατὶ μπορεῖ νὰ μᾶς προτρέπει ὁ
Ἅγιος Συμεὼν ὁ Θεσσαλονίκης «Ἐγὼ τρανῶς ἐκβοῶ πᾶσι μετ᾿ ἐμοῦ διὰ τῆς τοῦ Σωτῆρος
Χάριτος, μετανοῶμεν, ἵνα σωθῶμεν... Ὅτι δὲ ἱερεῦσι ἀναγκαία, ὡς καὶ μοναχοῖς καὶ
λαϊκοῖς ἡ ἐξαγόρευσις καὶ ἡ μετάνοια...», ὅμως καλὸ εἶναι ὅλοι μας νὰ ὑπερβοῦμε
τὴ θεωρία καὶ νὰ προσεγγίσουμε τὴν πράξη. Ἀναγκαία, λοιπόν ἡ μετάνοια. Καὶ νὰ
προσθέσω, ἐπιβεβλημένη. Γιατὶ ἀπαιτεῖται
κάποτε κι ἡ θεραπεία τῶν θεραπευτῶν. Καὶ μὴ λησμονοῦμε πὼς θεραπευτὲς Θεοῦ ἐμεῖς
εἴμαστε -καὶ χρειάζεται νὰ εἴμαστε- ὑγιεῖς θεραπευτές καὶ παράλληλα ἐπιστήμονες
ἰατροί, γιατὶ χωρὶς ἔμπειρο καὶ εὔρωστο, ψυχικά πνευματικὸ πατέρα, σπάνιοι οἱ θεραπευόμενοι.
Ὡστόσο πῶς προσεγγίζεται ὁ θεραπευτὴς
τοῦ θεραπευτοῦ, ποιὰ ἡ προετοιμασία κι ὁ
ὁπλισμὸς, ὁ πνευματικὸς ὁπλισμὸς τοῦ δευτέρου;
Τὰ ἐρωτήματα γιὰ μᾶς τοὺς πνευματικοὺς πιστεύω πὼς εἶναι αὐτονόητα καὶ πὼς
ὁ καθένας μας γνωρίζει πολὺ καλὰ τὸ τὶ πράξει καὶ τὶ ποιήσει. Ὅμως ἄς μὴ
λησμονοῦμε πὼς ἐμφανίζονται καὶ οἱ ἀναστολές: «Δὲν εἶμαι ἕτοιμος νὰ πάω νὰ ἐξομολογηθῶ
ἤ, ἄσε, ἅμα βρεθῶ κάπου στὸ Ἁγιονόρος ἤ στὸ τάδε μοναστήρι τὰ λέω στὸ Γέροντα
κ.λ.π.». Ὑπεκφυγὲς δηλ. ποὺ θυμίζουν τοὺς συνδαιτημόνες τῆς παραβολῆς τοῦ
Δείπνου.
Προσωπικὰ δὲν θὰ καταθέσω συμβουλές ἤ
ἕτοιμες λύσεις. Ὅλοι Σας καὶ ἡλικίαν ἔχετε καὶ στέρεο ἕρμα πίστεως στὶς ψυχές σας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ θ᾿ ἀρκεστῶ νὰ σᾶς
προσφέρω αὐτὰ ποὺ ζῶ καὶ πιστεύω, χωρὶς νὰ κάμω τὸν δάσκαλο ἤ τὸν ἐπιφανῆ
διδάχο - πάλι ὁ Παπαδιμαντης μπροστά μας.
Θυμᾶμαι ποὺ λέτε, ἕνα περιστατικὸ ποὺ
συνέβη στὴ γείτονα νῆσο Σκιάθο στὰ 1860-70. Περιστατικὸ ποὺ τὸ θεωρῶ πέρα γιὰ
πέρα ἀληθινό, ὅπως ἀληθινὰ εἶναι τὰ περισσότερα ποὺ μᾶς παραδίδει ὁ Παπαδιαμάντης.
Ἐκεῖνος, λοιπόν, διασώζει αὐτὸ ποὺ θὰ καταθέσω ὡς κατακλεῖδα. Μάλιστα καὶ τὸ
πρόσωπο τοῦ ἱερέως εἶναι ἀληθινό κι ὄχι πλασματικό. Ὅμως γιὰ νὰ ἐπιστρέψω στὰ παραπάνω καὶ νὰ συνεχίσω
τὸ ἄτεχνο ὁμίλημα μου, θὰ σᾶς διαβάσω ἕνα κομμάτι ἀπό τὸ θεολογικότατο καὶ
ποιμαντικὰ προσεγμένο διήγημα τοῦ Σκιαθίτη λογίου, «Ἐξοχικὴ Λαμπρή». Λαμπρὴ ποὺ πῆγε νὰ τελέσει στὴν περιοχὴ Καλύβια
ὁ παπα-Κυριάκος. Μονάχα πὼς πῆγε ὁ γιός του καὶ τοῦ εἶπε ὅτι ὁ συνεφημέριός του
κάτω στὴ Χώρα τὸν ἔκλεβε. Κι ὁ παπᾶς μπαίνει στὸν πειρασμὸ καὶ τρέχει ἀλαφιασμένος
πρὸς τὴ Χώρα μέσ᾿ τὴ νυχτα, παρατώντας τὰ καθήκοντά του καὶ τοὺς ποιμένες ποὺ
περίμεναν νὰ κάνουν Ἀνάσταση. Τρέχει, λοιπόν, ὁ παπα-Κυριάκος μέσα στὴ νύχτα...
Καὶ περιγράφει ὁ Παπαδιαμάντης τὴ συγκλονιστικὴ στιγμὴ ὅπου ὁ ἱερέας ἐκεῖνος ἔρχεται
εἰς ἑαυτόν.
«Ἀκούσας ὁ ἱερεὺς τὸν ἡδὺν μορμυρισμὸν τοῦ ρύακος, αἰσθανθεὶς ἐπὶ τοῦ προσώπου του τὴν δρόσον, ἐλησμόνησεν ὅτι εἶχε νὰ λειτουργήσῃ (πῶς καὶ ποῦ νὰ λειτουργήσῃ;) καὶ ἔκυψε νὰ πίῃ ὕδωρ. Ἀλλὰ τὸ χεῖλός του δὲν εἶχε βραχῆ ἀκόμη, καὶ αἴφνης ἐνθυμήθη, ἀνένηψεν.
― Ἐγὼ ἔχω νὰ λειτουργήσω, εἶπε, καὶ πίνω νερό;…
Καὶ δὲν ἔπιε.
Τότε ἦλθεν εἰς αἴσθησιν.
― Τί κάμνω ἐγώ, εἶπε, ποῦ πάω;
Καὶ ποιήσας τὸ σημεῖον τοῦ σταυροῦ·
― Ἥμαρτον, Κύριε, εἶπεν, ἥμαρτον! μὴ μὲ συνερισθῇς.
Ἐπανέλαβε δέ:
― Ἐὰν ἐκεῖνος ἔκλεψεν, -ἐννοεῖ ἐδῶ τὸν συνεφημέριό του ὁ παπα-Κυριάκος- ὁ Θεὸς ἂς τὸν… συγχωρήσῃ… κ᾽ ἐκεῖνον κ᾽ ἐμέ. Ἐγὼ πρέπει νὰ κάμω τὸ χρέος μου.
ᾘσθάνθη δάκρυ βρέχον τὴν παρειάν του.
― Ὦ Κύριε, εἶπεν ὁλοψύχως, ἥμαρτον, ἥμαρτον! Σὺ παρεδόθης διὰ τὰς ἁμαρτίας μας, καὶ ἡμεῖς σὲ σταυρώνομεν κάθε μέρα.
Καὶ ἐστράφη πρὸς τὸν ἀνήφορον, σπεύδων νὰ ἐπανέλθῃ εἰς τὸ παρεκκλήσιον, ὅπως λειτουργήσῃ.
― Καὶ ἤθελα νὰ πιῶ καὶ νερό, εἶπε, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ λειτουργήσω. Ἀλλὰ πῶς νὰ κάμω; Δὲν πρέπει νὰ μεταλάβω! Θὰ λειτουργήσω χωρὶς μετάληψιν, δὲν εἶμαι ἄξιος!… «Δεῦτε τοῦ καινοῦ τῆς ἀμπέλου γεννήματος!…» Ἐγὼ ἄξιος δὲν εἶμαι!
.....................................................................................................
Ἐτέλεσε τὴν ἱερὰν μυσταγωγίαν, καὶ μετέδωκεν εἰς τοὺς πιστούς, φροντίσας
νὰ καταλύσῃ διὰ στόματος αὐτῶν ὅλον τὸ ἅγιον ποτήριον. Αὐτὸς δὲν ἐκοινώνησεν, ἐπιφυλαττόμενος νὰ τὸ εἴπῃ εἰς τὸν πνευματικόν, καὶ πρόθυμος νὰ δεχθῇ τὸν κανόνα.»
Μακάριοι ὅσοι ἀπό μᾶς καταφέρουν νὰ προσεγγίσουν τὴν πνευματικότητα,
τὸ ἱερατικὸ ἦθος καὶ τὴν ἀνόθευτη, ἐν βαθείᾳ συνειδήσει, προσευχὴ τοῦ
παπα-Κυριάκου προσευχὴ μὲ στέρεη προοπτικὴ τὴν ἐξομολόγηση, ἀλλὰ καὶ
τὴν ἀποδοχὴ ἀκόμη καὶ τοῦ ἐπιτιμίου... Μακάριοι καὶ τρισμακάριοι.
Τὰ συμπερασματα δικά Σας, ἀδελφοὶ καὶ πατέρες.
Σεβασμιώτατε, σᾶς εὐγνωμονῶ καὶ γιὰ τούτη τὴν τιμή.
Πατέρες μου, Ζητῶ ἀπ᾿ὅλους σας συγχώρεση, γιατὶ καταλαβαίνω πὼς
ἀδολεσχώντας σᾶς κούρασα ἀρκετά. Καλὴ κι
εὐλογημένη συνέχεια στὴν πάτερπνο σύναξή μας, λοιπόν.
σκόπελος, Σεπτ. 2014