© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Τετάρτη 25 Μαΐου 2011

Δημήτρη Γ. Μαγριπλή: ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ ΕΙΣΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ (νέο διήγημα)

[Από την υπό έκδοσιν συλλογή διηγημάτων: Η μετάλλαξη της γυναίκας μου]

Η θεία μου η Ελπινίκη με αγαπάει πολύ. Πάντοτε με φροντίζει και φυσικά νοιάζεται υπέρ το δέον για την τύχη μου. Έτσι, τελειώνοντας τις σπουδές μου, το πήρε προσωπικά να με διορίσει. Δεν τα κατάφερε να με βάλει στην τράπεζα, όπως ονειρευόταν, αλλά οι γνωριμίες της με βόλεψαν σε μια εταιρία που συνεργάζεται στενά με το τραπεζιτικό ίδρυμα. Η διαφορά ίσως να είναι, όπως με πληροφόρησε, η ασφαλιστική κάλυψη.

Δεν έπεσε και πολύ έξω. Ασφάλεια ΙΚΑ, σύμβαση χρόνου, 750 ευρώ και δυνατότητα ανόδου. Οι φιλοδοξίες δεν φτάνουν στην μονιμότητα, μα είναι μια αρχή. Έτσι με διαβεβαίωσαν και οι γνωστοί μας. Παρουσιάστηκα αμέσως και, μετά από ένα ολιγοήμερο σεμινάριο, τοποθετήθηκα υπό τας διαταγάς του κυρίου Κούλη, ως υπεύθυνος υπάλληλος τής εν λόγω εισπρακτικής εταιρίας.

Η αλήθεια είναι ότι δεν κατάφερα να κάνω καριέρα. Σε λίγους μήνες ο προϊστάμενος με απέτρεψε από τη συνέχεια και με διαβεβαίωσε πως ό,τι κι αν έκανα δεν είχα το νεύρο για τη δουλειά∙ ποτέ δεν θα μπορούσα να γίνω σαν κι αυτόν και φυσικά μια δουλειά με προδιαγεγραμμένο μέλλον είναι παράλογο να της επενδύεις χρόνο.

Ανακουφίστηκα. Μάλλον, έσωθεν, είχα καταλήξει στα ίδια συμπεράσματα. Επιπλέον υπήρχε πρώτα και κύρια η πατρική οικία, που με φιλοξενούσε και επίσης η ενασχόλησή μου με την τέχνη, που με επηρέαζε συναισθηματικά και δεν μου άφηνε περιθώρια για να αποδώσω τα μέγιστα στο καθήκον. Η ανεργία δεν ήταν ακόμη απελπισία και φυσικά υπήρχε μια άνεση στις αποφάσεις. Το λέω αυτό, γιατί άφησα ψυχές στενάζουσες υπό την καθοδήγηση του κυρίου Κούλη.

Πράγματι, ήταν μεγάλο ταλέντο. Δεν θα ξεχάσω ποτέ πώς έπειθε τους καθυστερημένους οφειλέτες της Τράπεζας να ανταποκριθούν άμεσα στις υποχρεώσεις τους. Ο τρόπος που μίλαγε, θύμιζε εισαγγελέα σε ώρα απόδοσης της κατηγορίας. Άλλες φορές ισοβίτη αρχηγό συμμορίας. Άλλοτε απλά παλιάνθρωπο. Δεν δίσταζε να απειλήσει. Μπορούσε να εξευτελίσει με κάθε τρόπο τον οφειλέτη. Δεν τον ένοιαζε η απάντηση. Πού είναι ο άλλος, ποιος πράγματι είναι, τι είναι, αν ζει ή αν πέθανε. Στην τελευταία περίπτωση χαιρόταν να απειλεί τους πενθούντες.

Ο άνθρωπος είχε ταυτιστεί με το ρόλο του. Τοκογλύφος και παράλληλα τραπεζίτης. Το ζούσε. Υποστήριζε τα συμφέροντά του. Αστέρι στην άβυσσο. Σωστός δαίμονας. Τα μάτια του άστραφταν, όταν εκτελούσε τις εντολές της εταιρίας. Και αυτή τον επαινούσε. Έπαιρνε παχυλό μισθό. Είχε εξουσία. Άνεση και δόξα που φαινόταν ξεκάθαρα, τουλάχιστον σε καμιά εικοσαριά υφιστάμενούς του. Και όχι μόνο. Καινούργιο αμάξι ο κ. Κούλης. 4Χ4 για να μην δυσκολεύεται στις ανηφόρες της Αλίμου. Μεζονέτα 90 τετραγωνικά στο Φάληρο, σε νεόδμητη οικοδομή. Ανάμεσα στα συν της θέσης του υπήρχε και η άμεση ικανοποίηση των χρηματοπιστωτικών του επιλογών. Η κάρτα του ήταν ζηλευτή. Και η ζωή του πολυτελέστατη. Τα γούστα του έδειχναν χλιδή. Ρούχα, στολίδια, εξόδους στα ακριβότερα μαγαζιά. Μόνο η χαλάρωσή του στα δωμάτια αισθητικής γνωστού ξενοδοχείου κόστιζαν τόσο που για τους υπόλοιπους της ομάδας φάνταζαν έξοδα ονειρικά.

Ο διευθυντής μας αδιαφιλονίκητα ήταν το πρότυπο για τα νεότερα στελέχη ολόκληρης της εταιρίας. Είχε ακουστεί ότι ήταν και λαμπρός επενδυτής. Γενικά η κοινωνική του θέση και οι οικονομικές του σπουδές, τού επέτρεπαν να διακινεί στο χρηματιστήριο χρηματικά ποσά, με ευθύνη και ευρηματικότητα. Αρκετοί μικροκαταθέτες τού εμπιστεύτηκαν χρήματα. Όπως απεδείχθη και η θεία μου η Ελπινίκη. Ο κ. Κούλης τελικά ήταν Ο γνωστός μας. Γι’ αυτό και οι πατρικές συμβουλές για την αδυναμία μου. Ήταν πατέρας για όλους μας. Δεν θα ξεχάσω ότι με πατρική φροντίδα χαστούκισε την Ποπίτσα, που με υπομονή και δάκρυα ομολόγησε ότι κάλυπτε οφειλέτη, άνεργο με τρία παιδιά, για δύο μήνες. Η συνάδελφος συνέχισε απλά να κλαίει και το αφεντικό μας με χαμόγελο συγχώρησης την χτύπησε ελαφρά και τόσο στοργικά στην πλάτη. «Πίσω στις δουλειές μας, παιδιά». Ο γλυκύτατος, βλέποντάς μας να φεύγουμε με τα κεφάλια σκυμμένα μας φώναξε: «Φάτε τους!» Εμείς γελώντας τρέξαμε στα τηλέφωνα. Εκείνο το βράδυ το τμήμα μας έγραψε ιστορία. Ο κ. Κούλης πείστηκε ότι η δημοκρατία, όχι μόνο βλάπτει, αλλά και είναι ανασταλτική στην παραγωγικότητα.

Την επόμενη μέρα δεν πήγα για δουλειά. Η θεία ενημερώθηκε από τον ίδιο τον χρηματιστή της. «Δεν πειράζει, παιδί μου, θα ψάξουμε για κάτι καλύτερο», μου είπε.

Ευχαρίστησα δεόντως και αφέθηκα στην πολυτέλεια της ελευθερίας. Κάποιοι μήνες δουλοπάροικος με είχαν σαφώς εξαντλήσει.

Πέρασε καιρός και με την μόνη που επεδίωξα επαφή ήταν η Ποπίτσα. Ζηλευτό κορίτσι. Είχε ικανότητες γάτας. Δούλευε συστηματικά τον κ. Κούλη και έτσι δούλευε ήδη πάνω από ένα χρόνο. Θεωρείτο κατόρθωμα. Αυτή με ενημέρωσε σχετικά. Ο προϊστάμενος επλήγη από την διεθνή οικονομική κρίση. Έχασε τις μετοχές, πούλησε το αμάξι κοψοχρονιά, για να ξεπληρώσει κάποιους οφειλέτες του, προπαντός έχασε την υπόληψή του ως εμπειρογνώμονας, την κάρτα του, ακόμη και τη δουλειά του. Κινδυνεύει άμεσα και το σπίτι του. Χρωστάει 250.000 ευρώ στο ίδρυμα και έχει τρεις μήνες να δώσει δόση.

Λυπήθηκα πολύ και περισσότερο γιατί η Ποπίτσα έχει αναλάβει υπεύθυνα να τού υπενθυμίζει τις υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα. Και είναι η πρώτη φορά που εννοεί με απόλυτη σοβαρότητα την δουλειά της.

* Ζωγραφικό σχόλιο: Δε σε ντρέπομαι πια. Ελαιογραφία Παύλου Σάμιου, 2004.

Related Posts with Thumbnails