Γράφει ο Παύλος Φουρνογεράκης
Οι ιδιότυπες σχέσεις ανάμεσα στον αρχαίο και στο νέο ελληνικό κόσμο βρήκαν την έκφρασή τους στις πλούσιες λαϊκές μας παραδόσεις. Οι Νεοέλληνες, κάπως παράξενα, φαίνεται ότι πρωτοσυνάντησαν τους προγόνους τους δημιουργώντας με τη φαντασία τους έναν μυθικό λαό που οικειοποιήθηκε το όνομα των Ελλήνων. Μέσα από τη προφορική παράδοση, κράτησαν άφθονο υλικό, από τα προομηρικά ακόμα χρόνια ως σήμερα και στο διάβα της ιστορίας τους ανέπλασαν μύθους, καθώς τους μάθαιναν από κάποια λόγια πηγή σε νεότερα χρόνια.
«Η παράδοση προϋποθέτει ερείπια», έλεγε ο Albin Lesky, ο μεγάλος φιλέλληνας ερευνητής και συγγραφέας του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού… Τα ερείπια της εκκλησίας του Αγίου Δημητρίου στο Μελινάδο Ζακύνθου (βόρεια του Μαχαιράδου), όπου υπάρχουν λείψανα του ναού της θεάς Αρτέμιδας, και η αρχαία μαρμάρινη πλάκα με αφιερωτική επιγραφή που είχε τοποθετηθεί σαν Αγία Τράπεζα της ίδιας εκκλησίας, μας ταξιδεύουν στον αρχαιοελληνικό δωδεκαθεϊκό πολιτισμό. Τέτοια μνημεία συντηρούν και συνάμα δημιουργούν μύθους για τη δύναμη και το ανάστημα των αρχαίων Ελλήνων.
Οι Κολόνες στο Μελινάδο Ζακύνθου. Φωτό (2007) Ιωάννη-Πορφύριου Καποδίστρια |
Πολλά γράφτηκαν για τις τέσσερις μαρμάρινες κολόνες που χρησίμευαν προσεισμικά σαν υποστήριγμα του νάρθηκα της «αρχοντικής οικοδομής», όπως αποκαλούσε ο Ιωάννης Κούρτσολας, τη βυζαντινή αυτή εκκλησία που χτίστηκε γύρω στα 1478 στο Μελινάδο και αφιερώθηκε στον Άγιο Δημήτριο. Εντυπωσιασμένοι οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής από το κάλλος και το μέγεθος των παλιών κιόνων, όπως συνέβη άλλωστε και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, πίστευαν ότι ήταν «οι ρόκες των… γιγαντισσώνε». Είναι μάλιστα ιδιαίτερης σημασίας η λαϊκή αυτή δοξασία για τις γυναίκες γιγάντισσες, που μαρτυρείται το 19ο αιώνα, δεδομένης της ανδροκρατίας από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας.
Η αλαζονεία του γιγάντιου μεγέθους αρχαίων Ελλήνων και η άμεση τιμωρία τους (πολλοί από τους οποίους ήταν γόνοι μίξης με τους θεούς), απαντάται ποιητικά στην Οδύσσεια του Ομήρου (λ 307 κ. εξ). Εκεί λέγεται για τον Εφιάλτη και τον ισόθεο Ώτο:
«Άλλους δεν είδε πιο αψηλόκορμους η γης η πολυθρόφα,
μηδέ και πιο όμορφους, ο Ορίωνας τους ξεπερνούσε μόνο.
στα εννιά τους μόλις χρόνια εννιάπηχοι στο φάρδος είχαν γίνει,
κι ήταν οργιές εννιά το πάχος του, μαζί κινήσαν τότε
και τους αθάνατους φοβέριζαν, στον Όλυμπο πολέμους
ν΄ ανοίξουν άγριους, πολυτάραχους, και γύρευαν να βάλουν
την Όσσα πρώτα απά στον Όλυμπο, μετά, στην Όσσα πάνω,
την Όσσα πρώτα απά στον Όλυμπο, μετά, στην Όσσα πάνω,
το Πήλιο λέει το φυλλοσούσουρο, στον ουρανό ν΄ ανέβουν.
Κι αν πρόφταινε να δέσει η νιότη τους, θα το ΄χαν καταφέρει,
μα από του Δία και της ωριόμαλλης Λητώς το γιο χαθήκαν
κι οι δυο, πριν κάτω από τα μελίγγια τους το πρώτο χνούδι ανθίσει
και πριν τους σκεπαστούν τα μάγουλα με τα σγουρά της νιότης».
Όμοια, σε άλλες νεοελληνικές παραδόσεις της Ζακύνθου λέγεται για τους Γίγαντες πως θέλησαν να σκοτώσουν το Θεό, γι’ αυτό και άρχισαν να σφενδονίζουν πέτρες στον ουρανό. Και εδώ η τιμωρία τους ακολουθεί άμεσα. Ανάλογη συμπεριφορά φαίνεται να είχε και ο ογδοντάχρονος σήμερα της ορεινής Ζακύνθου, σε στιγμές παραφροσύνης των νεανικών του χρόνων: «Φορτωνότανε ούλα τα όπλα, μπροστογιομί και δίκανα, ξεκρέμαε και τα ’κονίσματα τα ’βανε σ’ ένα σακούλι και πήγαινε στο λαγκάδι. Επέταε τα κονίσματα ψηλά και τα βάριε σμπάρα για να ξεθυμάνει, άμα κάτι δεν του πήγαινε καλά. Για ιδές τώρα πώς κατάντησε, δε βλέπει ούτε τη μύτη του και τα περνάω ούλα εγώ, είμαι συνέχεια από πάνω του, κουμπάρε μου, τι να κάμω;», εξομολογείται η γυναίκα του, που ταλαιπωρημένη και φοβισμένη θεωρεί ότι η ασθένεια της τύφλωσης οφείλεται στις συνέπειες των πράξεών του, της ύβρης προς το Θεό και τους Αγίους.
Τα μεγάλα κτίσματα (κάστρα, ναοί, τείχη) που είχαν υψώσει οι Έλληνες σε κάθε γωνιά της ελληνικής γης, οι μεγάλες πέτρες που ορθώνονταν για χιλιάδες χρόνια ακουμπώντας μόνο η μία πάνω στην άλλη χωρίς συγκολλητική ύλη, μαζί με γραμμένες μαρμαρένιες πλάκες, τάφους με όπλα κι εργαλεία, ξεσήκωσαν τη φαντασία των απλών ανθρώπων, που έπλασαν παραδόσεις γι’ αυτόν τον αρχαίο λαό με το όνομα Έλληνες.
Πού να έβρισκαν, άραγε, τέτοια δύναμη αυτοί οι αρχαίοι Έλληνες; Στη Ζάκυνθο του 19ου αιώνα υπάρχει μαρτυρία ότι οι αρχαίοι ΄Ελληνες έπαιρναν τη δύναμή τους από τρεις τρίχες που φύτρωναν στο στήθος τους. Όταν τις έκοβαν, την έχαναν, την ξανακέρδιζαν όμως, μόνο όταν ξαναφύτρωναν.
Το γεγονός ότι οι παραδόσεις αυτές στο σύνολό τους δεν είναι πλάσματα των τελευταίων αιώνων το δείχνει, πάνω απ΄ όλα, το όνομα Έλληνες (που είχε στο μεταξύ αχρηστευτεί ως εθνικό κατά την εξάπλωση του Χριστιανισμού) με την ποικιλία των τύπων που παρουσιάζει στις παραδόσεις που καταγράφτηκαν τον προπερασμένο αιώνα: Έλληνες, Γέλληνες, Ελλένηδες, Λήνηδες, Έλληνοι, Γέλληνοι, Έλλενοι, Λέλλενοι, Ελληνάδες κτλ. Το θηλυκό Έλληνη, Έλλνη, Ελλήνισσα, Λήνισσα, Ελλένισσα.
Σήμερα διάγουμε περίοδο παρακμής. Φαίνεται ότι κόψαμε και ξανακόψαμε τις τρεις τρίχες που φυτρώνουν στο στήθος μας και χάσαμε τη δύναμή μας. Η μόδα της εποχής μάς θέλει ξυρισμένους από κάθε ανδρισμό (με το αρχαιοελληνικό νόημα: γενναιότητα, υπευθυνότητα, υπερηφάνεια) και εθνική ταυτότητα. Δεν θέλω να ξέρω πώς γράφεται η λέξη Ζακυνθινός ή Έλληνας στα greeklish και τρέμω όταν φαντάζομαι τους ιστορικούς του μέλλοντος να δυσκολεύονται να βρουν ελληνικούς χαρακτήρες στα σημάδια που πρόκειται ν’ αφήσουμε στην ηλεκτρονική εποχή μας.
Μήπως είναι ώρα να αναπλάσουμε ή να φτιάξουμε τους δικούς μας μύθους στηριγμένους στις πελώριες πέτρες των παραδόσεών μας, να νιώσουμε πάλι Γίγαντες, όχι της ύβρης αλλά του αγώνα της εθνικής κυριαρχίας, της δημοκρατίας, της αρετής και του πολιτισμού; Πώς αλλιώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την οικονομική-πολεμική επίθεση, που τείνει να μας κρεμάσει σιδεροδέσμιους, βορά των αδηφάγων όρνιων του σκληρού καπιταλισμού;
____________________
Βιβλιογραφία: 1. Οι αρχαίοι Έλληνες στη νεοελληνική λαϊκή παράδοση του Ι.Θ. Κακριδή, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ. 1997, 2. Ζάκυνθος, Ύπαιθρος Χώρα του Ντίνου Κονόμου, Αθήνα 1979, 3. Ομήρου Οδύσσεια μτφ Ν. Καζαντζάκη-Ι. Κακριδή εκδ. Εστία.
Ζάκυνθος 31-5-2011