Ομιλία της συγγραφέως Διονυσίας Μούσουρα-Τσουκαλά προς την Ομογένεια της Μελβούρνης (4.5.2008)
Εν αρχή ην ο Λόγος. Βιβλική έκφραση. Τι είναι, όμως, ο λόγος;
Λόγος είναι η προφορική έκφραση μίας ή πολλών σκέψεων που μας επιτρέπει την επικοινωνία με το περιβάλλον μας, τους συνανθρώπους μας και όχι μόνο, αφού πολλοί από μας, συνηθίζουμε να μιλάμε στα ζωάκια μας, στα φυτά μας, ακόμα και σε άψυχα, όπως, π.χ., το αυτοκίνητο μας, ιδιαίτερα αν δεν παίρνει μπροστά το πρωί ή, πιο πρόσφατα, ο ηλεκτρονικός υπολογιστής μας όταν δεν μας υπακούει ή εμείς δεν γνωρίζουμε πώς να του μιλήσουμε, οπότε ο λόγος μας, δεν είναι και τόσο...φιλικός. Η δύναμη του λόγου σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας, είναι πολύ σημαντική.
Όλοι έχουμε ακούσει ή ακόμα έχουμε πει εμείς οι ίδιοι, το, Η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει. Μεταφορική έννοια, βέβαια, που εννοεί ότι «τσακίζει» τα αισθήματα μας, κι αυτά δεν μπαίνουν σε γύψο για επανασυγκόλληση.
Σε ποιες περιπτώσεις όμως, χρησιμοποιούμε αυτή την έκφραση και τι δείχνει;
Συνήθως, αλλά όχι πάντα, αυτή η έκφραση αποδίδεται, αδίκως, σε γυναίκα, δηλώνει ότι είναι «γλωσσού», πιο απλά, ότι δεν χαρίζει κάστανα και απαντά ανάλογα με την περίπτωση χωρίς υπεκφυγές. Ότι η γλώσσα που επιλέγει για να απαντήσει ή να αναφερθεί σε μια κατάσταση ή σε κάποιο περιστατικό, είναι τσουχτερή, δηκτική, εναρμονίζεται με εκείνα που ακούει και εκφράζει αυτά που πραγματικά νιώθει χωρίς ενδοιασμούς ή ωραιοποίηση.
Πόσο επιτρεπτό, αποτελεσματικό και αποδεκτό είναι όμως αυτό στην κοινωνία και τι επιπτώσεις μπορεί να έχει στις σχέσεις μας με τους άλλους;
Ας θυμηθούμε, μία ακόμα ρήση, μη προτρέχει η γλώττα της διανοίας, ή πιο απλά, σκέψου πριν μιλήσεις. Γιατί όμως αυτό; Πώς ο τρόπος που μιλάμε μπορεί να επηρεάσει όχι μόνο τη σχέση μας με τα μέλη της οικογένειάς μας, του φιλικού μας περιβάλλοντος, ή της ευρύτερης κοινωνίας, αλλά και την έκβαση πολλών υποθέσεων που προσπαθούμε να διεκπεραιώσουμε.
Φανταστείτε για μια στιγμή ότι εδώ μέσα, έτσι όπως βρισκόμαστε όλοι, γυρνάμε στον διπλανό μας και του λέμε ακριβώς τι γνώμη έχουμε γι αυτόν, έτσι ωμά και ειλικρινά χωρίς τερτίπια και ευγένειες, τι λέτε, θέλετε να δοκιμάσουμε;
Φανταστείτε, ποια θα ήταν τα αποτελέσματα, εάν οι γύρω μας μπορούσαν να «ακούσουν» τις σκέψεις μας. Το αφεντικό στη δουλειά μας, όταν τον καλοχαιρετάμε το πρωί, ενώ μέσα μας, ίσως τον βρίζουμε που μας πιέζει για περισσότερη παραγωγή ή δεν μας δίνει αύξηση, το κοπλιμάν που κάνουμε στη φίλη μας ότι... φαίνεται τόσο όμορφη σήμερα, το σύζυγο που απαντά στο ερώτημα της γυναίκας του αν του αρέσει το καινούριο χτένισμά της, όταν αυτός δεν έχει πάρει χαμπάρι κι ούτε που καταλαβαίνει για ποιο πράγμα μιλεί και πλείστες όσες άλλες περιπτώσεις.
Στις σχέσεις μας με τους άλλους, είναι βασικό το τι θα πούμε, πού θα το πούμε, και πώς θα το πούμε, γιατί ο λόγος, βαραίνει, βαραίνει πολύ, κι ό,τι βγει από το στόμα, δεν μπορεί να γυρίσει πίσω.
Τι θα πούμε, είναι πολύ σημαντικό.
Οπωσδήποτε δεν υπάρχει ένας μόνο τρόπος για να πούμε κάτι. Ας πάρουμε το πολύ γνωστό παράδειγμα του μπουκαλιού, όπου ο ένας λέει πως είναι μισογεμάτο και ο άλλος μισοάδειο. Και οι δύο δηλώνουν ακριβώς το ίδιο πράγμα πως το μπουκάλι είναι στη μέση, όμως, ο τρόπος που εκφράστηκε ο καθένας προδιαθέτει τον ακροατή. Ο πρώτος που λέει πως είναι μισογεμάτο, φαίνεται μάλλον αισιόδοξος, ενώ ο δεύτερος που λέει μισοάδειο, δείχνει απαισιοδοξία.
Ας παρακολουθήσουμε, την αντίδραση του γονιού απέναντι στο παιδί του που έκανε κάποια αταξία: είσαι παλιόπαιδο, δεν σε αγαπάω, ποτέ δεν κάνεις εκείνο που σου λέω, αν το ξανακάνεις αλίμονο σου.
Λόγος, αρνητικός που πληγώνει το παιδί που ήδη γνωρίζει πως η συμπεριφορά του δεν άρεσε στο γονιό. Ας προσπαθήσουμε να αλλάξουμε αυτά τα λόγια σε:
“Δεν ήταν καλό αυτό που έκανες, νομίζεις θα ήταν καλύτερα αν έκανες αυτό/εκείνο; Και βέβαια σε αγαπάω, η συμπεριφορά είναι που με στενοχωρεί, όχι εσύ, είμαι σίγουρος ότι θα προσπαθήσεις να μην το ξανακάνεις”. Αμέσως διαπιστώνουμε ότι το αποτέλεσμα είναι, ίσως, το επιθυμητό.
«Αν δε φας το φαΐ σου, θα έρθει ο μπαμπούλας να σε πάρει, ή θα σε κλείσω στο δωμάτιο όλη μέρα μέχρι να φας, ή δεν θα μεγαλώσεις», και πλείστες άλλες απειλές, όπου δημιουργούν προβλήματα στο παιδί και μετέπειτα στη ζωή του.
Αν του εξηγήσουμε, όμως, ότι για να μεγαλώσει και να γίνει γερό και δυνατό παιδί πρέπει να τρώει όχι μόνο εκείνα που του αρέσουν αλλά λίγο από όλα και ότι εμείς το αγαπάμε τόσο πολύ που θέλουμε να είναι γερό και δυνατό, μπορεί, ίσως, κάτι να καταφέρουμε.
Φανταστείτε τι επίδραση έχουν σε ένα παιδί λόγια, όπως: είσαι ηλίθιος δεν διαβάζεις / προσέχεις, θα μείνεις στην ίδια τάξη και δεν θα καταφέρεις τίποτα στη ζωή σου. Αν όμως, σκύψουμε με κατανόηση και προσπαθήσουμε να καταλάβουμε γιατί και πού δυσκολεύεται και να το βοηθήσουμε να ξεπεράσει τις όποιες δυσκολίες καθόλου απίθανο το τελικό αποτέλεσμα να είναι πολύ καλύτερο και για μας αλλά και για το ίδιο το παιδί που έτσι θα αποκτήσει κάποια αυτοπεποίθηση.
Ας υποθέσουμε ότι ένα ζευγάρι με το παιδί τους βρίσκονται σε πολυκατάστημα, ο μικρός τρέχει γύρω και κατά λάθος, ρίχνει κάτι από το ράφι του καταστήματος. Αμέσως βάζουν τις φωνές οι γονείς απειλώντας να το δείρουν, κ.λπ., το παιδί φοβάται κι αρχίζει να τρέχει γύρω για να αποφύγει τη σφαλιάρα, ρίχνοντας στη βιάση κι άλλα πράγματα κάτω, έρχεται υπάλληλος του καταστήματος και δημιουργείται πανδαιμόνιο. Αν αντιδρούσαν διαφορετικά, όπως, «είδα ότι δεν το έκανες επίτηδες, σήκωσε το, σε παρακαλώ και βάλτο στη θέση του» και το ενίσχυαν με θετικά λόγια, όπως, μπράβο είσαι πολύ καλό παιδί, θα είχε αποφευχθεί όλο το δράμα μέσα στο κατάστημα, οι γονείς θα ήταν ήρεμοι να συνεχίσουν τα ψώνια τους και το παιδί θα ένιωθε όμορφα γιατί έκανε το σωστό και το επαίνεσαν οι γονείς του.
Εδώ θα ήθελα να αναφερθώ σ' ένα ανέκδοτο, που δείχνει όμως την επίδραση που έχει ο λόγος, ιδιαίτερα όταν είναι «καυστικός» ανεξάρτητα από πού προέρχεται.
Ο πατέρας φωνάζει στο μικρό του γιο που δεν πήρε καλούς βαθμούς. Αφού τον... ψάλλει για κάμποση ώρα με απειλές για διάφορες στερήσεις ως τιμωρία, ότι, π.χ., από δω και στο εξής δεν έχει άλλο τηλεόραση, ούτε διαδίκτυο, και άλλα, του λέει στο τέλος: Nτροπή σου, ο Μέγας Ναπολέων στην ηλικία σου ήταν ο καλύτερος μαθητής στην τάξη, κι ο μικρός, ετοιμόλογος κι απτόητος αποκρίνεται, ναι μπαμπά, μα στην ηλικία σου, ήταν ήδη Αυτοκράτορας. Είναι αυτό που λέμε: πληρωμένη απάντηση.
Εκεί που τα πράγματα δυσκολεύουν , ως προς τι επίδραση έχουν αυτά που λέμε, είναι με τα παιδιά εφηβικής ηλικίας. Πολλοί γονείς, προσπαθούν να εξασκήσουν εξουσία και φέρνονται με πολύ αυταρχικό τρόπο. Οι έφηβοι αντιδρούν και τότε χάνεται τελείως η επικοινωνία. Το: «δεν θα πας πουθενά, γιατί έτσι είπα», ή «θα σε πετάξω έξω», «δεν θα δεις φράγκο από μένα αν δεν κάνεις εκείνο που σου λέω» και πολλά άλλα τέτοια, έχουν, δυστυχώς, οδηγήσει σε πολλές περιπτώσεις σε τραγικές καταστάσεις, τόσο για τους εφήβους όσο και για τους γονείς.
Οι έφηβοι χρειάζονται ιδιαίτερη «φραστική μεταχείριση», αν φροντίσουμε να διατηρούμε ανοιχτή επικοινωνία με τα παιδιά μας από νεαρή ηλικία, προσέχοντας τι τους λέμε και πώς τους μιλάμε, έχουμε περισσότερες πιθανότητες να συνεχιστεί αυτή η επικοινωνία και στα δύσκολα εφηβικά χρόνια. Από τον τρόπο που μιλάμε και φερνόμαστε στο παιδί, θα εξαρτηθεί κατά πόσον μας εμπιστεύεται και νιώθει άνετα να μας μιλήσει για ό,τι το απασχολεί. Αν τ’ αποπαίρνουμε συνεχώς με απειλές και φοβέρες, δεν υπάρχει περίπτωση να μας εμπιστευθούν και να συζητήσουν μαζί μας αυτά που τα απασχολούν. Το αποτέλεσμα είναι, να τα συζητάνε με τους φίλους τους, οι οποίοι, λόγω άγνοιας και ανωριμότητας, δεν είναι σε θέση να εκφέρουν σωστή άποψη.
Άλλος τομέας στον οποίο ο λόγος των γονιών έχει αρνητικό αποτέλεσμα, είναι η επιλογή συντρόφου του παιδιού τους. Έχω ακούσει περιπτώσεις γονιών που έφταναν στο σημείο να απειλήσουν ακόμα και με θάνατο το γιο ή την κόρη γιατί επιλέγει να παντρευτεί άτομο που δεν είναι της αρεσκείας και έγκρισης τους.
Ή ακόμα να εξασκούν συναισθηματικό εκβιασμό ότι θα πεθάνουν οι ίδιοι από τον καημό τους αν επιμένει ο γιος / η κόρη στην εκλογή του. Έχει διαπιστωθεί, ότι σε αυτές τις ακραίες καταστάσεις, το παιδί από αντίδραση, πραγματοποιεί πολλές φορές το γάμο, διακόπτοντας ολοσχερώς τις σχέσεις με τους γονείς. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτοί οι γάμοι αποτυγχάνουν, είτε γιατί δεν ήταν ταιριαστοί εξ αρχής κι αν ήταν πιο ελαστικοί οι γονείς καθόλου απίθανο το παιδί να διαπίστωνε στην πορεία ότι όντως είναι αταίριαστος αυτός ο γάμος, ή ακόμα, γιατί δημιουργούνται πολλές ενοχές επειδή παράκουσαν τους γονείς. Δεν έχουν τη στήριξη ούτε τη βοήθεια τους, που την έχουν ανάγκη στα πρώτα τους βήματα όλα τα ζευγάρια και επί πλέον, δημιουργείται πρόβλημα στο οποίο πολλές φορές εμπλέκονται συγγενείς και φίλοι, παίρνει μεγάλες διαστάσεις το όλο θέμα, η σχέση των παιδιών δεν αντέχει στις μεγάλες, επί πλέον αυτές πιέσεις. και φτάνουν στο χωρισμό. Το άσχημο σε αυτές τις περιπτώσεις είναι, ότι, αντί οι γονείς να αναγνωρίσουν ότι φέρουν σοβαρό μερίδιο ευθύνης για την όλη κατάσταση, απεναντίας«δικαιώνονται». Είμαι σίγουρη, ότι θα έχετε ακούσει, αυτό το περίφημο: σου τα είπα, δεν σου τα είπα από την αρχή, αν με άκουγες, κ.λπ.
Στις σχέσεις των ζευγαριών, ο λόγος, το τι θα πεις, είναι ζωτικής σημασίας για αρμονική συμβίωση.
Τα αρνητικά σχόλια του ενός προς τον άλλον, κάθε άλλο παρά βοηθούν στην επικοινωνία, που είναι θεμελιώδης για μια αρμονική σχέση. Όταν μια γυναίκα, για παράδειγμα, κουράζεται όλη μέρα να τα προλάβει όλα και να μαγειρέψει κι ένα νόστιμο φαγητό, όσο της το επιτρέπουν οι γνώσεις της, ικανότητες της καθώς και ο χρόνος που έχει στη διάθεση της για να ευχαριστήσει το σύζυγο και τα παιδιά της, καταλαβαίνετε την απογοήτευση της όταν αντί να ακούσει ένα ευχαριστώ κι έναν καλό λόγο για τις προσπάθειες της, ακούει, "πάλι έκαψες το φαγητό", ή "τι είναι αυτό, δεν μπορείς να φτιάξεις ένα φαγητό της προκοπής;" Κι αυτά είναι τα... ήπια σχόλια, πού να ακούσετε κι άλλα... Αν όμως της έλεγε, "γεια στα χέρια σου γυναίκα μου, πότε πρόλαβες και μαγείρεψες, δούλευες όλη μέρα", τότε καταλαβαίνετε πόσο όμορφα θα νιώσει αυτή η γυναίκα, που βλέπει ν' αναγνωρίζονται οι κόποι της.
Το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση όπου ο σύζυγος, ας πούμε, έχει αργήσει χωρίς να ενημερώσει για την αργοπορία. Βέβαια σήμερα με τα κινητά τηλέφωνα, δεν δικαιολογείται και τόσο η έλλειψη ενημέρωσης. Το θέμα είναι ότι αν η γυναίκα βάλει τις φωνές με το που μπήκε μέσα χωρίς να του δώσει περιθώρια για εξηγήσεις, τότε να είστε σίγουροι ότι ο καβγάς είναι αναπόφευκτος. Αν όμως άφηνε περιθώρια να μπει πρώτα μέσα, και να εκφράσει με ήπιο τρόπο όχι την οργή της, αλλά την ανησυχία της για την αργοπορία του, ώστε ο σύζυγος να αισθανθεί ότι από γνιάσιμο μιλάει έτσι κι όχι γιατί θέλει να του κάνει «κουμάντο» κάτι που δυστυχώς, πολλοί άνδρες ακόμα και σήμερα, δεν δέχονται, μολονότι πλείστοι από αυτούς απαιτούν οι ίδιοι να κάνουν κουμάντο στη σύζυγο, τότε θα περνούσαν το βράδυ τους ήρεμα και αγαπημένα και όχι... μίλια μακριά στου καναπέ τη μοιρασιά, κατά το άσμα...
Εκφράσεις, όπως, είσαι άχρηστος/η, ανίκανος/η, μια σωστή δουλειά δεν μπορείς να κάνεις, πάλι βλακείες θα πεις; κ.λπ., αποτελούν απαξιωτική συμπεριφορά που πληγώνει τον αποδέκτη και τον κάνει να νιώθει μειονεκτικά.
Είναι σημαντικό, να μάθουμε να χρησιμοποιούμε τη δύναμη του λόγου, χωρίς να προκαλούμε πόνο στον εαυτό μας ή στους άλλους, λέγοντας πάντα με αγάπη αυτά που θέλουμε να πούμε. Ακόμα, να προσέχουμε τον τόνο της φωνής μας, γιατί και αυτό είναι πολύ σημαντικό.
Δυστυχώς, πολλές φορές, πολλοί από εμάς, όταν είμαστε οργισμένοι κοιτάζουμε πώς θα πληγώσουμε περισσότερο ο ένας τον άλλο με αυτό που θα πούμε, σε σημείο που να νιώθουμε και κάποια ικανοποίηση γιατί... τον βάλαμε στη θέση του, τον αποστομώσαμε κι έμεινε στήλη άλατος.
Αυτή η ικανοποίηση, όμως, ισχύει και πέρα από τον «καβγά» ή χειροτερεύει την κατάσταση με δυσμενείς συνέπειες; Οι διαπληκτισμοί είναι αναπόφευκτοι στις διαπροσωπικές σχέσεις. Ας φροντίζουμε, όμως, να μην καταλήγουν σε...λογομαχίες μέχρι λεκτικής πτώσης του ενός, όπου ο άλλος έχει το επάνω χέρι και πυροβολεί αδιάκοπα με λόγια για τα οποία, ίσως, ο ίδιος αργότερα μετανιώσει. Ας θυμηθούμε εδώ, αυτό που αναφέραμε πιο πάνω για τα κόκαλα που τσακίζει η γλώσσα.
Ακόμα, πρέπει να μάθουμε να ακούμε. Εκεί βρίσκεται το κλειδί της σωστής επικοινωνίας. Δεν μπορούμε ν’ απαιτούμε να μας ακούει μόνο ο άλλος, πρέπει κι εμείς να δίνουμε την ευκαιρία να μιλήσει, και να ακούσουμε με προσοχή αυτά που θα πει. Όχι σαν τους πολιτικούς. Είμαι σίγουρη ότι όλοι κάποια στιγμή έχετε παρακολουθήσει τις τηλεοπτικές, λογομαχίες / αντιπαραθέσεις πολιτικών όπου όλη τους η προσοχή έγκειται να αρπάξουν κάτι «στραβό» που θα πει ο ομιλητής για να το χρησιμοποιήσουν εναντίον του. Πολλά μπορούμε να διδαχθούμε παρακολουθώντας πώς ελίσσονται οι πολιτικοί στις συνεντεύξεις που δίνουν, ουδέποτε απαντούν ευθέως στις ερωτήσεις κι έχουν ένα μοναδικό τρόπο να χειρίζονται έτσι το λόγο ώστε να μιλάνε για αρκετή ώρα χωρίς να λένε κάτι το ουσιώδες.
Είναι τέτοια η δύναμη του λόγου, όπου πολλές φορές έχει λεχθεί από πάρα πολλά άτομα, κυρίως γυναίκες, γιατί αυτές, συνήθως, είναι τα θύματα της βίας, ότι καλύτερα να μούδινε ένα χαστούκι παρά τα λόγια που μου είπε ή ακόμα, κάθε λόγος του, με έχωνε δέκα μέτρα στη γη.
Ας αναλογιστούμε για μια στιγμή όχι μόνο τη δύναμη του λόγου, αλλά και τις συνέπειες του στις σχέσεις μας με τους άλλους. Καλό είναι, σε κάθε διαφωνία μας, να εστιάζουμε την προσοχή μας, στο θέμα του «καβγά» του τωρινού, χωρίς να γυρνάμε σε άλλα, κι ας σκεφτούμε, είναι αυτό που μας φταίει τώρα ή κάτι άλλο και χρησιμοποιούμε αυτό σαν δικαιολογία για να πούμε αυτά που έχουμε συσσωρεύσει μέσα μας;
Πλείστες όσες φορές έχουμε διαβάσει ή ακούσει για μια σχέση που χάλασε, φιλική, ερωτική, συζυγική, γονιών / παιδιού, γειτόνων, γιατί «αντάλλαξαν βαριές κουβέντες». Αυτό το «βάρος» των λόγων μας είναι που πρέπει να προσέχουμε.
Ακόμα, δεν είναι απαραίτητο πάντα να παίρνουμε προσωπικά την αντίδραση των άλλων ή τα λεγόμενα τους. Αυτό, μόνο σε παρεξηγήσεις οδηγεί. Πιο απλά, δεν είναι ανάγκη να τα παίρνουμε όλα και πάντα τοις μετρητοίς. Ας «αφήνουμε και κάτι να πέφτει κάτω».
Ας επιδιώκουμε να επικοινωνούμε με σαφήνεια, να κάνουμε ερωτήσεις και να αποφεύγουμε να κάνουμε υποθέσεις. Με λίγα λόγια, να δίνουμε την ευκαιρία στον άλλον να απαντά στα ερωτήματα μας, χωρίς να βιαζόμαστε να βγάζουμε συμπεράσματα, αρνούμενοι να ακούσουμε αυτά που έχει να μας πει.
Ας δίνουμε πάντα, όχι τον χειρότερο, αλλά τον καλύτερο εαυτό μας κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις, κι ας ξεκινάμε την όποια συζήτηση, για όποιο θέμα, ιδιαίτερα μια διαφωνία, με γνώμονα την καλή θέληση και το λόγο τον καλό, τον θετικό.. Στις περιπτώσεις όπου διαπιστώνουμε ότι δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε με συγκεκριμένο άτομο, όποια κι αν είναι η σχέση που μας συνδέει, καλό είναι να αναρωτηθούμε, άραγε, μιλάμε την ίδια γλώσσα; Και φυσικά, δεν αναφερόμαστε εδώ σε διαφορετικές γλώσσες, αλλά στη νοοτροπία, στον τρόπο του σκέπτεσθαι, είναι αυτά συμβατά;
Το χαμόγελο και ο καλός ο λόγος προδιαθέτουν πάντα ευνοϊκά τον άλλον απέναντι μας. Αν, π.χ., μπαίνοντας στο σπίτι μας μετά τη δουλειά, χαιρετίσουμε μ' ένα χαμόγελο, η ανταπόκριση από τους άλλους θα είναι παρόμοια με τη δική μας, και η ατμόσφαιρα θα είναι άνετη και ωραία. Αν μπούμε κατσουφιασμένοι, όμως, και ρίξουμε ένα... γειααα, ανάλογη θα είναι και η αντίδραση των άλλων.
Σίγουρα, στις επαγγελματικές / κοινωνικές μας σχέσεις, η συμπεριφορά μας απέναντι στους άλλους, είναι πάντα, ευγενική και πολιτισμένη, αν όχι πολύ φιλική. Θα τους πούμε «ευχαριστώ» για κάτι που έκαναν για εμάς, όσο μικρό και να είναι, θα πούμε πάντα σε παρακαλώ, όταν θέλουμε κάτι και οπωσδήποτε θα ζητήσουμε συγνώμη αν άθελα μας έστω τους ακουμπήσαμε καθώς περνούσαμε. Για μια στιγμή θέλω να σταματήσουμε και να σκεφτούμε με πλήρη ειλικρίνεια, πόσο συχνά και πόσοι από εμάς, μιλάμε έτσι και στα μέλη της οικογένειας μας; Το χαμόγελο και τον καλό λόγο που με τόση απλοχεριά μοιράζουμε στους φίλους ή συναδέλφους μας, τα προσφέρουμε το ίδιο αυθόρμητα και στα άτομα του άμεσου περιβάλλοντος μας; Ή μήπως την ευγένεια μας την εξαντλούμε έξω από την οικογένεια και μόλις μπούμε στο σπίτι μας, παίρνουμε το κατσούφικο, αγανακτισμένο ύφος μας, γιατί νιώθουμε κουρασμένοι, αδικημένοι, γιατί δεν βρήκαμε το σπίτι όπως το θέλαμε, δεν μας άρεσε το φαγητό, και τόσα άλλα, και είμαστε βόμβα έτοιμη να εκραγεί με τη ματιά που θα μας ρίξει ο άλλος;
Ας τα σκεφτούμε λίγο αυτά.
Σε πολλές σχέσεις, ζευγαριών, γονιών / παιδιών και αλλού, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, κυριαρχεί η σιωπή. Μια σιωπή που καταβάλλει και τα δύο μέρη. Η σιωπή, όμως, δεν εξομαλύνει καταστάσεις, ούτε διορθώνει τίποτα, απλά διαιωνίζει μια δύσκολη αφόρητη κατάσταση.
Ο διάλογος, όχι μόνο είναι καλός, αλλά επιβάλλεται σε όλες τις σχέσεις. Μόνο με το διάλογο υπάρχει επικοινωνία και μόνο με το διάλογο μπορεί μια κατάσταση όσο δύσκολη και να είναι να αλλάξει, αν υπάρχουν ακόμα περιθώρια αλλαγής.
Ας χρησιμοποιούμε το λόγο λοιπόν. Λόγο δυναμικό, αποτελεσματικό, θετικό. Λόγο που θα συμβάλλει και αποβλέπει στη διαλεύκανση μιας κατάστασης και στην επίτευξη καλής, σωστής επικοινωνίας για διαρκείς, υγιείς σχέσεις με τους ανθρώπους του περιβάλλοντος μας.
Τη σχέση μας με τους άλλους, ό,τι σχέση κι αν είναι, πρέπει να την βλέπουμε σαν πολύτιμο αγαθό. Να προσεγγίζουμε τις διαπροσωπικές μας σχέσεις σαν ακατέργαστα διαμάντια που με τη σωστή κοπή, μορφοποίηση και στίλβωση μετατρέπονται σε πολύτιμα πετράδια. Βασικό εργαλείο για όλα αυτά, ο λόγος, αλλά, λόγος, όμως, που χρησιμοποιείται εποικοδομητικά και όχι απαξιωτικά.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να σας αφήσω, με μιαν εύθυμη νότα όπου καταδεικνύει τη δύναμη του λόγου ακόμα και σε ζητήματα ζωής και θανάτου:
Τι εννοώ; Χωρίς να ληφθεί ρατσιστικό, παροιμία του πάνσοφου λαού είναι, τίποτα άλλο, άλλωστε, μην ξεχνάτε, είμαι κόρη ιερέως. Ας θυμηθούμε την παροιμία, όπου ο παπάς πνίγηκε γιατί του είπαν, δώσε μου το χέρι σου και όχι πάρε το χέρι μου.Σας ευχαριστώ που με ακούσατε, και σας εύχομαι, τον λόγο τον καλό, τον αγαθό, τον εποικοδομητικό, που θα βοηθάει να χτίζονται γιοφύρια και όχι να υψώνονται τείχη.
Λόγος είναι η προφορική έκφραση μίας ή πολλών σκέψεων που μας επιτρέπει την επικοινωνία με το περιβάλλον μας, τους συνανθρώπους μας και όχι μόνο, αφού πολλοί από μας, συνηθίζουμε να μιλάμε στα ζωάκια μας, στα φυτά μας, ακόμα και σε άψυχα, όπως, π.χ., το αυτοκίνητο μας, ιδιαίτερα αν δεν παίρνει μπροστά το πρωί ή, πιο πρόσφατα, ο ηλεκτρονικός υπολογιστής μας όταν δεν μας υπακούει ή εμείς δεν γνωρίζουμε πώς να του μιλήσουμε, οπότε ο λόγος μας, δεν είναι και τόσο...φιλικός. Η δύναμη του λόγου σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας, είναι πολύ σημαντική.
Όλοι έχουμε ακούσει ή ακόμα έχουμε πει εμείς οι ίδιοι, το, Η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει. Μεταφορική έννοια, βέβαια, που εννοεί ότι «τσακίζει» τα αισθήματα μας, κι αυτά δεν μπαίνουν σε γύψο για επανασυγκόλληση.
Σε ποιες περιπτώσεις όμως, χρησιμοποιούμε αυτή την έκφραση και τι δείχνει;
Συνήθως, αλλά όχι πάντα, αυτή η έκφραση αποδίδεται, αδίκως, σε γυναίκα, δηλώνει ότι είναι «γλωσσού», πιο απλά, ότι δεν χαρίζει κάστανα και απαντά ανάλογα με την περίπτωση χωρίς υπεκφυγές. Ότι η γλώσσα που επιλέγει για να απαντήσει ή να αναφερθεί σε μια κατάσταση ή σε κάποιο περιστατικό, είναι τσουχτερή, δηκτική, εναρμονίζεται με εκείνα που ακούει και εκφράζει αυτά που πραγματικά νιώθει χωρίς ενδοιασμούς ή ωραιοποίηση.
Πόσο επιτρεπτό, αποτελεσματικό και αποδεκτό είναι όμως αυτό στην κοινωνία και τι επιπτώσεις μπορεί να έχει στις σχέσεις μας με τους άλλους;
Ας θυμηθούμε, μία ακόμα ρήση, μη προτρέχει η γλώττα της διανοίας, ή πιο απλά, σκέψου πριν μιλήσεις. Γιατί όμως αυτό; Πώς ο τρόπος που μιλάμε μπορεί να επηρεάσει όχι μόνο τη σχέση μας με τα μέλη της οικογένειάς μας, του φιλικού μας περιβάλλοντος, ή της ευρύτερης κοινωνίας, αλλά και την έκβαση πολλών υποθέσεων που προσπαθούμε να διεκπεραιώσουμε.
Φανταστείτε για μια στιγμή ότι εδώ μέσα, έτσι όπως βρισκόμαστε όλοι, γυρνάμε στον διπλανό μας και του λέμε ακριβώς τι γνώμη έχουμε γι αυτόν, έτσι ωμά και ειλικρινά χωρίς τερτίπια και ευγένειες, τι λέτε, θέλετε να δοκιμάσουμε;
Φανταστείτε, ποια θα ήταν τα αποτελέσματα, εάν οι γύρω μας μπορούσαν να «ακούσουν» τις σκέψεις μας. Το αφεντικό στη δουλειά μας, όταν τον καλοχαιρετάμε το πρωί, ενώ μέσα μας, ίσως τον βρίζουμε που μας πιέζει για περισσότερη παραγωγή ή δεν μας δίνει αύξηση, το κοπλιμάν που κάνουμε στη φίλη μας ότι... φαίνεται τόσο όμορφη σήμερα, το σύζυγο που απαντά στο ερώτημα της γυναίκας του αν του αρέσει το καινούριο χτένισμά της, όταν αυτός δεν έχει πάρει χαμπάρι κι ούτε που καταλαβαίνει για ποιο πράγμα μιλεί και πλείστες όσες άλλες περιπτώσεις.
Στις σχέσεις μας με τους άλλους, είναι βασικό το τι θα πούμε, πού θα το πούμε, και πώς θα το πούμε, γιατί ο λόγος, βαραίνει, βαραίνει πολύ, κι ό,τι βγει από το στόμα, δεν μπορεί να γυρίσει πίσω.
Τι θα πούμε, είναι πολύ σημαντικό.
Οπωσδήποτε δεν υπάρχει ένας μόνο τρόπος για να πούμε κάτι. Ας πάρουμε το πολύ γνωστό παράδειγμα του μπουκαλιού, όπου ο ένας λέει πως είναι μισογεμάτο και ο άλλος μισοάδειο. Και οι δύο δηλώνουν ακριβώς το ίδιο πράγμα πως το μπουκάλι είναι στη μέση, όμως, ο τρόπος που εκφράστηκε ο καθένας προδιαθέτει τον ακροατή. Ο πρώτος που λέει πως είναι μισογεμάτο, φαίνεται μάλλον αισιόδοξος, ενώ ο δεύτερος που λέει μισοάδειο, δείχνει απαισιοδοξία.
Ας παρακολουθήσουμε, την αντίδραση του γονιού απέναντι στο παιδί του που έκανε κάποια αταξία: είσαι παλιόπαιδο, δεν σε αγαπάω, ποτέ δεν κάνεις εκείνο που σου λέω, αν το ξανακάνεις αλίμονο σου.
Λόγος, αρνητικός που πληγώνει το παιδί που ήδη γνωρίζει πως η συμπεριφορά του δεν άρεσε στο γονιό. Ας προσπαθήσουμε να αλλάξουμε αυτά τα λόγια σε:
“Δεν ήταν καλό αυτό που έκανες, νομίζεις θα ήταν καλύτερα αν έκανες αυτό/εκείνο; Και βέβαια σε αγαπάω, η συμπεριφορά είναι που με στενοχωρεί, όχι εσύ, είμαι σίγουρος ότι θα προσπαθήσεις να μην το ξανακάνεις”. Αμέσως διαπιστώνουμε ότι το αποτέλεσμα είναι, ίσως, το επιθυμητό.
«Αν δε φας το φαΐ σου, θα έρθει ο μπαμπούλας να σε πάρει, ή θα σε κλείσω στο δωμάτιο όλη μέρα μέχρι να φας, ή δεν θα μεγαλώσεις», και πλείστες άλλες απειλές, όπου δημιουργούν προβλήματα στο παιδί και μετέπειτα στη ζωή του.
Αν του εξηγήσουμε, όμως, ότι για να μεγαλώσει και να γίνει γερό και δυνατό παιδί πρέπει να τρώει όχι μόνο εκείνα που του αρέσουν αλλά λίγο από όλα και ότι εμείς το αγαπάμε τόσο πολύ που θέλουμε να είναι γερό και δυνατό, μπορεί, ίσως, κάτι να καταφέρουμε.
Φανταστείτε τι επίδραση έχουν σε ένα παιδί λόγια, όπως: είσαι ηλίθιος δεν διαβάζεις / προσέχεις, θα μείνεις στην ίδια τάξη και δεν θα καταφέρεις τίποτα στη ζωή σου. Αν όμως, σκύψουμε με κατανόηση και προσπαθήσουμε να καταλάβουμε γιατί και πού δυσκολεύεται και να το βοηθήσουμε να ξεπεράσει τις όποιες δυσκολίες καθόλου απίθανο το τελικό αποτέλεσμα να είναι πολύ καλύτερο και για μας αλλά και για το ίδιο το παιδί που έτσι θα αποκτήσει κάποια αυτοπεποίθηση.
Ας υποθέσουμε ότι ένα ζευγάρι με το παιδί τους βρίσκονται σε πολυκατάστημα, ο μικρός τρέχει γύρω και κατά λάθος, ρίχνει κάτι από το ράφι του καταστήματος. Αμέσως βάζουν τις φωνές οι γονείς απειλώντας να το δείρουν, κ.λπ., το παιδί φοβάται κι αρχίζει να τρέχει γύρω για να αποφύγει τη σφαλιάρα, ρίχνοντας στη βιάση κι άλλα πράγματα κάτω, έρχεται υπάλληλος του καταστήματος και δημιουργείται πανδαιμόνιο. Αν αντιδρούσαν διαφορετικά, όπως, «είδα ότι δεν το έκανες επίτηδες, σήκωσε το, σε παρακαλώ και βάλτο στη θέση του» και το ενίσχυαν με θετικά λόγια, όπως, μπράβο είσαι πολύ καλό παιδί, θα είχε αποφευχθεί όλο το δράμα μέσα στο κατάστημα, οι γονείς θα ήταν ήρεμοι να συνεχίσουν τα ψώνια τους και το παιδί θα ένιωθε όμορφα γιατί έκανε το σωστό και το επαίνεσαν οι γονείς του.
Εδώ θα ήθελα να αναφερθώ σ' ένα ανέκδοτο, που δείχνει όμως την επίδραση που έχει ο λόγος, ιδιαίτερα όταν είναι «καυστικός» ανεξάρτητα από πού προέρχεται.
Ο πατέρας φωνάζει στο μικρό του γιο που δεν πήρε καλούς βαθμούς. Αφού τον... ψάλλει για κάμποση ώρα με απειλές για διάφορες στερήσεις ως τιμωρία, ότι, π.χ., από δω και στο εξής δεν έχει άλλο τηλεόραση, ούτε διαδίκτυο, και άλλα, του λέει στο τέλος: Nτροπή σου, ο Μέγας Ναπολέων στην ηλικία σου ήταν ο καλύτερος μαθητής στην τάξη, κι ο μικρός, ετοιμόλογος κι απτόητος αποκρίνεται, ναι μπαμπά, μα στην ηλικία σου, ήταν ήδη Αυτοκράτορας. Είναι αυτό που λέμε: πληρωμένη απάντηση.
Εκεί που τα πράγματα δυσκολεύουν , ως προς τι επίδραση έχουν αυτά που λέμε, είναι με τα παιδιά εφηβικής ηλικίας. Πολλοί γονείς, προσπαθούν να εξασκήσουν εξουσία και φέρνονται με πολύ αυταρχικό τρόπο. Οι έφηβοι αντιδρούν και τότε χάνεται τελείως η επικοινωνία. Το: «δεν θα πας πουθενά, γιατί έτσι είπα», ή «θα σε πετάξω έξω», «δεν θα δεις φράγκο από μένα αν δεν κάνεις εκείνο που σου λέω» και πολλά άλλα τέτοια, έχουν, δυστυχώς, οδηγήσει σε πολλές περιπτώσεις σε τραγικές καταστάσεις, τόσο για τους εφήβους όσο και για τους γονείς.
Οι έφηβοι χρειάζονται ιδιαίτερη «φραστική μεταχείριση», αν φροντίσουμε να διατηρούμε ανοιχτή επικοινωνία με τα παιδιά μας από νεαρή ηλικία, προσέχοντας τι τους λέμε και πώς τους μιλάμε, έχουμε περισσότερες πιθανότητες να συνεχιστεί αυτή η επικοινωνία και στα δύσκολα εφηβικά χρόνια. Από τον τρόπο που μιλάμε και φερνόμαστε στο παιδί, θα εξαρτηθεί κατά πόσον μας εμπιστεύεται και νιώθει άνετα να μας μιλήσει για ό,τι το απασχολεί. Αν τ’ αποπαίρνουμε συνεχώς με απειλές και φοβέρες, δεν υπάρχει περίπτωση να μας εμπιστευθούν και να συζητήσουν μαζί μας αυτά που τα απασχολούν. Το αποτέλεσμα είναι, να τα συζητάνε με τους φίλους τους, οι οποίοι, λόγω άγνοιας και ανωριμότητας, δεν είναι σε θέση να εκφέρουν σωστή άποψη.
Άλλος τομέας στον οποίο ο λόγος των γονιών έχει αρνητικό αποτέλεσμα, είναι η επιλογή συντρόφου του παιδιού τους. Έχω ακούσει περιπτώσεις γονιών που έφταναν στο σημείο να απειλήσουν ακόμα και με θάνατο το γιο ή την κόρη γιατί επιλέγει να παντρευτεί άτομο που δεν είναι της αρεσκείας και έγκρισης τους.
Ή ακόμα να εξασκούν συναισθηματικό εκβιασμό ότι θα πεθάνουν οι ίδιοι από τον καημό τους αν επιμένει ο γιος / η κόρη στην εκλογή του. Έχει διαπιστωθεί, ότι σε αυτές τις ακραίες καταστάσεις, το παιδί από αντίδραση, πραγματοποιεί πολλές φορές το γάμο, διακόπτοντας ολοσχερώς τις σχέσεις με τους γονείς. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτοί οι γάμοι αποτυγχάνουν, είτε γιατί δεν ήταν ταιριαστοί εξ αρχής κι αν ήταν πιο ελαστικοί οι γονείς καθόλου απίθανο το παιδί να διαπίστωνε στην πορεία ότι όντως είναι αταίριαστος αυτός ο γάμος, ή ακόμα, γιατί δημιουργούνται πολλές ενοχές επειδή παράκουσαν τους γονείς. Δεν έχουν τη στήριξη ούτε τη βοήθεια τους, που την έχουν ανάγκη στα πρώτα τους βήματα όλα τα ζευγάρια και επί πλέον, δημιουργείται πρόβλημα στο οποίο πολλές φορές εμπλέκονται συγγενείς και φίλοι, παίρνει μεγάλες διαστάσεις το όλο θέμα, η σχέση των παιδιών δεν αντέχει στις μεγάλες, επί πλέον αυτές πιέσεις. και φτάνουν στο χωρισμό. Το άσχημο σε αυτές τις περιπτώσεις είναι, ότι, αντί οι γονείς να αναγνωρίσουν ότι φέρουν σοβαρό μερίδιο ευθύνης για την όλη κατάσταση, απεναντίας«δικαιώνονται». Είμαι σίγουρη, ότι θα έχετε ακούσει, αυτό το περίφημο: σου τα είπα, δεν σου τα είπα από την αρχή, αν με άκουγες, κ.λπ.
Στις σχέσεις των ζευγαριών, ο λόγος, το τι θα πεις, είναι ζωτικής σημασίας για αρμονική συμβίωση.
Τα αρνητικά σχόλια του ενός προς τον άλλον, κάθε άλλο παρά βοηθούν στην επικοινωνία, που είναι θεμελιώδης για μια αρμονική σχέση. Όταν μια γυναίκα, για παράδειγμα, κουράζεται όλη μέρα να τα προλάβει όλα και να μαγειρέψει κι ένα νόστιμο φαγητό, όσο της το επιτρέπουν οι γνώσεις της, ικανότητες της καθώς και ο χρόνος που έχει στη διάθεση της για να ευχαριστήσει το σύζυγο και τα παιδιά της, καταλαβαίνετε την απογοήτευση της όταν αντί να ακούσει ένα ευχαριστώ κι έναν καλό λόγο για τις προσπάθειες της, ακούει, "πάλι έκαψες το φαγητό", ή "τι είναι αυτό, δεν μπορείς να φτιάξεις ένα φαγητό της προκοπής;" Κι αυτά είναι τα... ήπια σχόλια, πού να ακούσετε κι άλλα... Αν όμως της έλεγε, "γεια στα χέρια σου γυναίκα μου, πότε πρόλαβες και μαγείρεψες, δούλευες όλη μέρα", τότε καταλαβαίνετε πόσο όμορφα θα νιώσει αυτή η γυναίκα, που βλέπει ν' αναγνωρίζονται οι κόποι της.
Το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση όπου ο σύζυγος, ας πούμε, έχει αργήσει χωρίς να ενημερώσει για την αργοπορία. Βέβαια σήμερα με τα κινητά τηλέφωνα, δεν δικαιολογείται και τόσο η έλλειψη ενημέρωσης. Το θέμα είναι ότι αν η γυναίκα βάλει τις φωνές με το που μπήκε μέσα χωρίς να του δώσει περιθώρια για εξηγήσεις, τότε να είστε σίγουροι ότι ο καβγάς είναι αναπόφευκτος. Αν όμως άφηνε περιθώρια να μπει πρώτα μέσα, και να εκφράσει με ήπιο τρόπο όχι την οργή της, αλλά την ανησυχία της για την αργοπορία του, ώστε ο σύζυγος να αισθανθεί ότι από γνιάσιμο μιλάει έτσι κι όχι γιατί θέλει να του κάνει «κουμάντο» κάτι που δυστυχώς, πολλοί άνδρες ακόμα και σήμερα, δεν δέχονται, μολονότι πλείστοι από αυτούς απαιτούν οι ίδιοι να κάνουν κουμάντο στη σύζυγο, τότε θα περνούσαν το βράδυ τους ήρεμα και αγαπημένα και όχι... μίλια μακριά στου καναπέ τη μοιρασιά, κατά το άσμα...
Εκφράσεις, όπως, είσαι άχρηστος/η, ανίκανος/η, μια σωστή δουλειά δεν μπορείς να κάνεις, πάλι βλακείες θα πεις; κ.λπ., αποτελούν απαξιωτική συμπεριφορά που πληγώνει τον αποδέκτη και τον κάνει να νιώθει μειονεκτικά.
Είναι σημαντικό, να μάθουμε να χρησιμοποιούμε τη δύναμη του λόγου, χωρίς να προκαλούμε πόνο στον εαυτό μας ή στους άλλους, λέγοντας πάντα με αγάπη αυτά που θέλουμε να πούμε. Ακόμα, να προσέχουμε τον τόνο της φωνής μας, γιατί και αυτό είναι πολύ σημαντικό.
Δυστυχώς, πολλές φορές, πολλοί από εμάς, όταν είμαστε οργισμένοι κοιτάζουμε πώς θα πληγώσουμε περισσότερο ο ένας τον άλλο με αυτό που θα πούμε, σε σημείο που να νιώθουμε και κάποια ικανοποίηση γιατί... τον βάλαμε στη θέση του, τον αποστομώσαμε κι έμεινε στήλη άλατος.
Αυτή η ικανοποίηση, όμως, ισχύει και πέρα από τον «καβγά» ή χειροτερεύει την κατάσταση με δυσμενείς συνέπειες; Οι διαπληκτισμοί είναι αναπόφευκτοι στις διαπροσωπικές σχέσεις. Ας φροντίζουμε, όμως, να μην καταλήγουν σε...λογομαχίες μέχρι λεκτικής πτώσης του ενός, όπου ο άλλος έχει το επάνω χέρι και πυροβολεί αδιάκοπα με λόγια για τα οποία, ίσως, ο ίδιος αργότερα μετανιώσει. Ας θυμηθούμε εδώ, αυτό που αναφέραμε πιο πάνω για τα κόκαλα που τσακίζει η γλώσσα.
Ακόμα, πρέπει να μάθουμε να ακούμε. Εκεί βρίσκεται το κλειδί της σωστής επικοινωνίας. Δεν μπορούμε ν’ απαιτούμε να μας ακούει μόνο ο άλλος, πρέπει κι εμείς να δίνουμε την ευκαιρία να μιλήσει, και να ακούσουμε με προσοχή αυτά που θα πει. Όχι σαν τους πολιτικούς. Είμαι σίγουρη ότι όλοι κάποια στιγμή έχετε παρακολουθήσει τις τηλεοπτικές, λογομαχίες / αντιπαραθέσεις πολιτικών όπου όλη τους η προσοχή έγκειται να αρπάξουν κάτι «στραβό» που θα πει ο ομιλητής για να το χρησιμοποιήσουν εναντίον του. Πολλά μπορούμε να διδαχθούμε παρακολουθώντας πώς ελίσσονται οι πολιτικοί στις συνεντεύξεις που δίνουν, ουδέποτε απαντούν ευθέως στις ερωτήσεις κι έχουν ένα μοναδικό τρόπο να χειρίζονται έτσι το λόγο ώστε να μιλάνε για αρκετή ώρα χωρίς να λένε κάτι το ουσιώδες.
Είναι τέτοια η δύναμη του λόγου, όπου πολλές φορές έχει λεχθεί από πάρα πολλά άτομα, κυρίως γυναίκες, γιατί αυτές, συνήθως, είναι τα θύματα της βίας, ότι καλύτερα να μούδινε ένα χαστούκι παρά τα λόγια που μου είπε ή ακόμα, κάθε λόγος του, με έχωνε δέκα μέτρα στη γη.
Ας αναλογιστούμε για μια στιγμή όχι μόνο τη δύναμη του λόγου, αλλά και τις συνέπειες του στις σχέσεις μας με τους άλλους. Καλό είναι, σε κάθε διαφωνία μας, να εστιάζουμε την προσοχή μας, στο θέμα του «καβγά» του τωρινού, χωρίς να γυρνάμε σε άλλα, κι ας σκεφτούμε, είναι αυτό που μας φταίει τώρα ή κάτι άλλο και χρησιμοποιούμε αυτό σαν δικαιολογία για να πούμε αυτά που έχουμε συσσωρεύσει μέσα μας;
Πλείστες όσες φορές έχουμε διαβάσει ή ακούσει για μια σχέση που χάλασε, φιλική, ερωτική, συζυγική, γονιών / παιδιού, γειτόνων, γιατί «αντάλλαξαν βαριές κουβέντες». Αυτό το «βάρος» των λόγων μας είναι που πρέπει να προσέχουμε.
Ακόμα, δεν είναι απαραίτητο πάντα να παίρνουμε προσωπικά την αντίδραση των άλλων ή τα λεγόμενα τους. Αυτό, μόνο σε παρεξηγήσεις οδηγεί. Πιο απλά, δεν είναι ανάγκη να τα παίρνουμε όλα και πάντα τοις μετρητοίς. Ας «αφήνουμε και κάτι να πέφτει κάτω».
Ας επιδιώκουμε να επικοινωνούμε με σαφήνεια, να κάνουμε ερωτήσεις και να αποφεύγουμε να κάνουμε υποθέσεις. Με λίγα λόγια, να δίνουμε την ευκαιρία στον άλλον να απαντά στα ερωτήματα μας, χωρίς να βιαζόμαστε να βγάζουμε συμπεράσματα, αρνούμενοι να ακούσουμε αυτά που έχει να μας πει.
Ας δίνουμε πάντα, όχι τον χειρότερο, αλλά τον καλύτερο εαυτό μας κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις, κι ας ξεκινάμε την όποια συζήτηση, για όποιο θέμα, ιδιαίτερα μια διαφωνία, με γνώμονα την καλή θέληση και το λόγο τον καλό, τον θετικό.. Στις περιπτώσεις όπου διαπιστώνουμε ότι δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε με συγκεκριμένο άτομο, όποια κι αν είναι η σχέση που μας συνδέει, καλό είναι να αναρωτηθούμε, άραγε, μιλάμε την ίδια γλώσσα; Και φυσικά, δεν αναφερόμαστε εδώ σε διαφορετικές γλώσσες, αλλά στη νοοτροπία, στον τρόπο του σκέπτεσθαι, είναι αυτά συμβατά;
Το χαμόγελο και ο καλός ο λόγος προδιαθέτουν πάντα ευνοϊκά τον άλλον απέναντι μας. Αν, π.χ., μπαίνοντας στο σπίτι μας μετά τη δουλειά, χαιρετίσουμε μ' ένα χαμόγελο, η ανταπόκριση από τους άλλους θα είναι παρόμοια με τη δική μας, και η ατμόσφαιρα θα είναι άνετη και ωραία. Αν μπούμε κατσουφιασμένοι, όμως, και ρίξουμε ένα... γειααα, ανάλογη θα είναι και η αντίδραση των άλλων.
Σίγουρα, στις επαγγελματικές / κοινωνικές μας σχέσεις, η συμπεριφορά μας απέναντι στους άλλους, είναι πάντα, ευγενική και πολιτισμένη, αν όχι πολύ φιλική. Θα τους πούμε «ευχαριστώ» για κάτι που έκαναν για εμάς, όσο μικρό και να είναι, θα πούμε πάντα σε παρακαλώ, όταν θέλουμε κάτι και οπωσδήποτε θα ζητήσουμε συγνώμη αν άθελα μας έστω τους ακουμπήσαμε καθώς περνούσαμε. Για μια στιγμή θέλω να σταματήσουμε και να σκεφτούμε με πλήρη ειλικρίνεια, πόσο συχνά και πόσοι από εμάς, μιλάμε έτσι και στα μέλη της οικογένειας μας; Το χαμόγελο και τον καλό λόγο που με τόση απλοχεριά μοιράζουμε στους φίλους ή συναδέλφους μας, τα προσφέρουμε το ίδιο αυθόρμητα και στα άτομα του άμεσου περιβάλλοντος μας; Ή μήπως την ευγένεια μας την εξαντλούμε έξω από την οικογένεια και μόλις μπούμε στο σπίτι μας, παίρνουμε το κατσούφικο, αγανακτισμένο ύφος μας, γιατί νιώθουμε κουρασμένοι, αδικημένοι, γιατί δεν βρήκαμε το σπίτι όπως το θέλαμε, δεν μας άρεσε το φαγητό, και τόσα άλλα, και είμαστε βόμβα έτοιμη να εκραγεί με τη ματιά που θα μας ρίξει ο άλλος;
Ας τα σκεφτούμε λίγο αυτά.
Σε πολλές σχέσεις, ζευγαριών, γονιών / παιδιών και αλλού, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, κυριαρχεί η σιωπή. Μια σιωπή που καταβάλλει και τα δύο μέρη. Η σιωπή, όμως, δεν εξομαλύνει καταστάσεις, ούτε διορθώνει τίποτα, απλά διαιωνίζει μια δύσκολη αφόρητη κατάσταση.
Ο διάλογος, όχι μόνο είναι καλός, αλλά επιβάλλεται σε όλες τις σχέσεις. Μόνο με το διάλογο υπάρχει επικοινωνία και μόνο με το διάλογο μπορεί μια κατάσταση όσο δύσκολη και να είναι να αλλάξει, αν υπάρχουν ακόμα περιθώρια αλλαγής.
Ας χρησιμοποιούμε το λόγο λοιπόν. Λόγο δυναμικό, αποτελεσματικό, θετικό. Λόγο που θα συμβάλλει και αποβλέπει στη διαλεύκανση μιας κατάστασης και στην επίτευξη καλής, σωστής επικοινωνίας για διαρκείς, υγιείς σχέσεις με τους ανθρώπους του περιβάλλοντος μας.
Τη σχέση μας με τους άλλους, ό,τι σχέση κι αν είναι, πρέπει να την βλέπουμε σαν πολύτιμο αγαθό. Να προσεγγίζουμε τις διαπροσωπικές μας σχέσεις σαν ακατέργαστα διαμάντια που με τη σωστή κοπή, μορφοποίηση και στίλβωση μετατρέπονται σε πολύτιμα πετράδια. Βασικό εργαλείο για όλα αυτά, ο λόγος, αλλά, λόγος, όμως, που χρησιμοποιείται εποικοδομητικά και όχι απαξιωτικά.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να σας αφήσω, με μιαν εύθυμη νότα όπου καταδεικνύει τη δύναμη του λόγου ακόμα και σε ζητήματα ζωής και θανάτου:
Τι εννοώ; Χωρίς να ληφθεί ρατσιστικό, παροιμία του πάνσοφου λαού είναι, τίποτα άλλο, άλλωστε, μην ξεχνάτε, είμαι κόρη ιερέως. Ας θυμηθούμε την παροιμία, όπου ο παπάς πνίγηκε γιατί του είπαν, δώσε μου το χέρι σου και όχι πάρε το χέρι μου.Σας ευχαριστώ που με ακούσατε, και σας εύχομαι, τον λόγο τον καλό, τον αγαθό, τον εποικοδομητικό, που θα βοηθάει να χτίζονται γιοφύρια και όχι να υψώνονται τείχη.