Γράφει η ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ
Και ενώ βαδίζαμε στους δρόμους της
Αθήνας γεμάτοι θλίψη και απογοήτευση γιατί είχαμε την αίσθηση ότι η όμορφη,
κάποτε, Πόλη μας μπήκε στη χορεία των τριτοκοσμικών εκείνων πόλεων που μας
πληγώνουν, φτάσαμε στο Μουσείο Μπενάκη και σαν κάποια μαγική ράβδος μας χτύπησε
στους ώμους και συνήλθαμε από τις
εφιαλτικές σκέψεις. Μπαίνουμε στη φροντισμένη είσοδο και ανεβαίνουμε τη
μαρμαρένια σκάλα. Καθαριότητα, τάξη, υψηλή αισθητική, πολιτισμός, ιστορική
μνήμη, σεβασμός και ανάδειξη μεγάλων στιγμών της ανθρωπότητας, αλλά σεβασμός
και στα «μικρά τίποτα», όπου, ως νέοι Μότσαρτ, τα αναδεικνύουν σε σημαντικά και
δίδουν άλλο νόημα στη ζωή μας!
Πόσοι από μας δεν έχουμε έναν ταπεινό
δίσκο από τα παλιά, στολισμένο σε μια
γωνιά του σπιτιού μας; Και πόσοι, άραγε, αναρωτηθήκαμε για την ιστορική προέλευσή του, την καλλιτεχνική βαρύτητά
του, τη χρηστική αναγκαιότητά του, που με την υψηλή αισθητική του καθόριζε
και την αξία που έδιναν στον
προσκεκλημένο τους οι οικοδεσπότες, Έλληνες ή Τούρκοι. Προσκεκλημένο, τον οποίον
ήθελαν να τιμήσουν ιδιαίτερα και για τούτο του πρόσφεραν τον αχνιστό καφέ και
το γλυκό του κουταλιού πάνω σε έναν
πανέμορφο, λακαρισμένο η
ζωγραφιστό δίσκο.
Η έκθεση που φιλοξενεί το Μουσείο
Μπενάκη αναδεικνύει τους διακοσμημένους δίσκους του 19ου αιώνα, θραύσματα
υλικού πολιτισμού, εξαιρετικά δημοφιλή στην εποχή τους και προσπαθεί, μες από συλλογές
ελληνικές και τουρκικές ν’ ανιχνεύσει την άγνωστη ιστορία τους και να μας μυήσει
στο καλλιτεχνικό και ιστορικό περιβάλλον μιας συναρπαστικής εποχής. Εποχής,
κατά την οποία η Οθωμανική αυτοκρατορία ακροβατούσε ανάμεσα στην παράδοση και
τη νεωτερικότητα. Την ίδια αυτήν εποχή η γένεση του εθνικισμού στα Βαλκάνια
σηματοδοτεί μεγάλες κοινωνικοπολιτικές αλλαγές, η δε έκρηξη της εκβιομηχάνισης,
η παρακμή της χειροποίητης εργασίας, λίγο πριν τη λαίλαπα της μαζικής
παραγωγής, ανιχνεύονται στην εικονογραφία των δίσκων και στις τεχνικές
κατασκευής των. Οι Τούρκοι τους ονομάζουν όχι εύστοχα «Δίσκοι από Ατσάλι» και
εμείς τους γνωρίσαμε ως «Λαϊκή τέχνη»,
όρος, όχι απόλυτα ακριβής για τους μελετητές.
Αστικά τοπία, από τα πιο δημοφιλή
εικονογραφικά θέματα, κοκέτες και ανατολίτισσες, μορφές ωραίων γυναικών,
πορτραίτα εστεμμένων Αυτοκρατόρων, όπως του Ναπολέοντα του Γ΄, της λατρεμένης
Αυτοκράτειρας της Αυστρίας Σίσσυ, βασιλιάδες και βασίλισσες, Φλόρες της
Ρωμαϊκής μυθολογίας, στεφανωμένες με άνθη, προσωποποιήσεις των εποχών,
αλληγορίες της ματαιότητας, διάσημες ντίβες του θεάτρου και της όπερας, όπως οι
Σουηδέζες σοπράνο Jenny Lind [1820-1887] και Christina Nilsson στο ρόλο της
Μαργαρίτας του Φάουστ, αφήνουν έκπληκτο τον επισκέπτη και είναι περίεργο ότι τα
πανέμορφα αυτά αντικείμενα έχουν ελάχιστα μελετηθεί στη πατρίδα μας, ενώ στην Ευρώπη έχουν γίνει
σημαντικές έρευνες γύρω από την ευρωπαϊκή τέχνη της λάκας, που έλκει την
καταγωγή της από τη μακρινή Ανατολή. Οι έρευνες επεκτείνονται στις γερμανικές και
βρετανικές βιομηχανίες Japanning και ρίχνουν φως στην ιστορία των διακοσμημένων
δίσκων του 18ου και 19ου αιώνα.
Αναφέραμε ένα μικρό μέρος από τη
σπουδαία αυτή έκθεση, που επιμελήθηκαν και οργάνωσαν άψογα η Flavia Nessi-Γιαζιτζόγλου
και η Μυρτώ Χατζάκη μέσα σε ένα εξαιρετικά λειτουργικό αρχιτεκτονικό σχεδιασμό
της Τζένης Νομικού, με τις θαυμάσιες γραφικές εφαρμογές της Αλίκης Κακουλίδου
και Δήμητρας Βασιλάκου [metoo], που δεν πρέπει να χάσετε.
Δε φτάνει να είναι ο Μαέστρος άριστος,
πρέπει να κατέχουν την τέχνη τους άριστα και όλα τα μέλη που αποτελούν την Ορχήστρα. Στην προκειμένη περίπτωση, ο άριστος
μαέστρος Άγγελος Δεληβοριάς ευτύχησε να διευθύνει μια Ορχήστρα με άριστα μέλη,
με αποτέλεσμα το θαύμα του Μουσείου Μπενάκη!