Τοιχογραφία ΙΕ΄ αιώνα του Albertus Pictor, σε μεσαιωνική εκκλησία του προαστίου Täby της Στοκχόλμης. Παρουσιάζει έναν σκελετό -τον Θάνατο- να παίζει σκάκι. |
Το
ιδανικό νεκροταφείο
Η
σκέψη της δημιουργίας ενός ιδανικού νεκροταφείου ξεκίνησε από τον τρόπο που οι
σύγχρονες επιστήμες διαχειρίζονται τα αρχαία ελληνικά νεκροταφεία. Ό,τι
γνωρίζουμε για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό προέρχεται ή επιβεβαιώνεται μέσα
στους τάφους που βγάζουν στο φως οι ανασκαφές. Το πλέον ανατριχιαστικό ερώτημα
για τον αρχαίο μας πολιτισμό δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από το εξής:
φαντάζεστε οι αρχαίοι Έλληνες να είχαν μονάχα καύση των νεκρών και να μην
έθαβαν ούτε τις στάχτες τους; Αυτό θα ήταν η μεγαλύτερη ατυχία αυτού του
πολιτισμού.
Εμείς, σήμερα, τι θα μπορούσαμε να
κάνουμε ώστε να διασφαλίσουμε στις επόμενες γενιές τον ταφικό πολιτισμό που
κληρονομήσαμε; Μήπως να δημιουργούσαμε μια θεσμική ταφή, ένα προσεγμένο
νεκροταφείο δηλαδή. Όπως ξέρουμε, στα σύγχρονα νεκροταφεία, με εξαίρεση ίσως
αυτά των χωριών, επικρατεί μπάχαλο, ακόμα και μαφία έχει δημιουργηθεί που
κερδοσκοπεί από αυτά. Αυτό το ιδανικό νεκροταφείο που φαντάζομαι, δεν μπορώ να
το στηρίξω σε κάποιο νομικό πλαίσιο, γι’ αυτό χρειάζεται πολύ προσοχή από
πλευράς πολιτείας. Εγώ μπορώ μόνο να σας το περιγράψω και να σας μεταφέρω τον
προβληματισμό μου.
Οι ταφές σε ένα τέτοιο νεκροταφείο
θα έπρεπε να είναι ισόβιες και αυτό σημαίνει ότι δεν θα γίνεται ποτέ εκταφή και
μεταφορά οστών. Οι ταφές θα είναι οικολογικές, δηλαδή ο νεκρός θα σκεπάζεται με
χώμα χωρίς να έχει απαραίτητα ταφόπλακα ή άλλα μονωτικά υλικά που θα
δυσκολεύουν την εισροή του βρόχινου νερού, ενώ τα φέρετρα θα κατασκευάζονται
από βιοδιασπώμενα υλικά, προκειμένου να μην μπαίνουν εμπόδιο στη διαδικασία της
σήψης. Αν ο ίδιος ο νεκρός ή οι οικείοι του επιθυμούν να του βάλουν μαζί του
κάποια προσωπικά του αντικείμενα (κτερίσματα), αυτά θα μπορούσαν να τα
τοποθετούν σε ένα ειδικό κουτί φύλαξης το οποίο θα ταφεί μαζί του και θα
προστατεύει τα κτερίσματα από την υγρασία και την αλλοίωση για όσο το δυνατόν
περισσότερους αιώνες. Πάνω από κάθε τάφο θα μπορούσε να μπαίνει το θρησκευτικό
σύμβολο π.χ. σταυρός, ακόμα θα μπορούσε να μπαίνει το όνομα, επίγραμμα,
λουλούδια ή ό,τι επιθυμεί ο καθένας. Αυτά τα νεκροταφεία θα πρέπει να έχουν πυκνή
δεντροφύτευση, οπότε, με το πέρασμα του χρόνου και κλείσιμό τους λόγω
πληρότητας των τάφων, να μετατρέπονται αυτομάτως σε μικρά δάση ή αλσίλια, όπου
μια τοπική αρχή θα έκρινε αν θα ήταν επισκέψιμα ή όχι.
Μέσα σε κάθε τέτοιο νεκροταφείο θα
πρέπει να υπάρχει ένα κτίριο που να ανταποκρίνεται στη χωρητικότητα του
νεκροταφείου όπου εκεί θα φιλοξενούνται τα αρχεία των νεκρών. Όταν λέω «αρχεία
των νεκρών» φαντάζομαι το απόλυτο φακέλωμα ολόκληρης της ζωής του νεκρού.
Οποιοδήποτε έγγραφο εκδίδεται από την γέννηση μέχρι τον θάνατο, το οποίο αφορά
στην υγεία, στην εκπαίδευση, στο επάγγελμα, στη διασκέδαση, στα χόμπι, στα
ταξίδια, στις αγοραπωλησίες, στο ποινικό μητρώο, στα περιουσιακά στοιχεία κ.α.
Γι’ αυτόν τον λόγο θα πρέπει να εκδίδεται ένα αντίγραφο επιπλέον από κάθε μας
δραστηριότητα, το οποίο θα συμπληρώνει τον φάκελο που την ημέρα της ταφής μας
θα τοποθετηθεί στο κτίριο-αρχείο του νεκροταφείου μας. Ουσιαστικά, η αρχειοθέτηση
αυτού του φακέλου θα αποτελεί και την ταφή της προσωπικής μας ιστορίας, η οποία
αποτελεί μέρος ολόκληρης της ανθρώπινης ιστορίας.
Όπως είπα και πιο πριν, δεν είμαι σε
θέση να ορίσω το νομικό πλαίσιο πάνω στο οποίο θα μπορούσε να λειτουργήσει ένα τέτοιο
νεκροταφείο, μπορώ όμως να προτείνω λύσεις στα ενδεχόμενα προβλήματα τα οποία προκύπτουν
από μία τέτοια πρόταση. Το πρώτο πρόβλημα που θα μπορούσε να εντοπίσει κανείς
είναι ότι μετά από κάποια χρόνια τα νεκροταφεία θα καταλαμβάνουν τεράστιες
εκτάσεις γης. Αυτό πιστεύω ότι είναι αστείο για δύο λόγους: καταρχήν όλα τα
ελληνικά βουνά και δάση, μπορούν να φιλοξενήσουν νεκροταφεία χωρίς να προκύπτει
οικολογική καταστροφή μιας και θα παραμείνουν δάση ή τουλάχιστον μετά την χρήση
τους ως νεκροταφεία, πάλι δάση θα γίνονται. Μην ξεχνάμε και το γεγονός ότι η Ελλάδα
είναι όλη ένα νεκροταφείο, αφού όπου και να σκάψουμε θα συναντήσουμε τάφους. Το
άλλο πρόβλημα που προκύπτει από μία τέτοια πρόταση είναι πραγματικά μεγάλο. Πώς
θα διασφαλιστεί το απόρρητο των αρχειοθετημένων φακέλων; Εδώ πραγματικά
χρειάζεται νομοσχέδιο, το οποίο θα διασφαλίζει την ησυχία της «θαμμένης μας»
προσωπικής ιστορίας για τουλάχιστον 300 χρόνια ή και περισσότερο. Κάτι τέτοιο
δεν ξέρω αν μπορεί να διασφαλιστεί νομικά ή μήπως με τυχόν αλλαγή του πολιτεύματος
κιντυνεύσει η ασφάλεια των «νεκρών μας» αρχείων. Αυτό είναι κάτι που θέλει σίγουρα
έξυπνους νομοθέτες. Ένα άλλο πρόβλημα είναι η ασφάλεια και η διατήρηση αυτών
των κτιρίων-αρχειοφυλακείων. Αυτό θα μπορούσε να λυθεί κάνοντας τα κτίρια
υπόγεια, κάτι σαν τα πυρηνικά καταφύγια των οποίων τα κλειδιά για την πρόσβαση
στο εσωτερικό τους θα ήταν στην αρμοδιότητα της εισαγγελίας του κάθε νομού.
Μετά την ολοκλήρωση των ταφών στο νεκροταφείο και το «κλείσιμό του», η είσοδος
του κτιρίου θα σφραγίζεται με τσιμέντο, κάνοντάς το αδιάρρηκτο.
Πάντως η θεσμοθέτηση ενός τέτοιου
νεκροταφείου, σε κάθε περίπτωση, προϋποθέτει φωτισμένους πολιτικούς και έναν
λαό με αγωγή θανάτου, δηλαδή πολιτισμένο· και μάλλον έχουμε δρόμο ακόμα μπροστά
μας.
Ένα μουσείο θανάτου
Η
Ελλάδα είναι η χώρα των μουσείων, αρχαίων, βυζαντινών, λαογραφικών και άλλων
πιο εξειδικευμένων μουσείων που βρίσκονται στην πρωτεύουσα. Σχεδόν σε όλα τα
ελληνικά μουσεία και ιδιαίτερα στα αρχαιολογικά, ο θάνατος παίζει τον πρωτεύοντα
ρόλο μιας και τα περισσότερα από τα εκθέματα-κτερίσματα προέρχονται από τάφους.
Παρόλο που τα μουσεία μας και ο
πολιτισμός μας είναι γεμάτα με θάνατο, δεν έχει γίνει ένα μουσείο θανάτου. Η
απώλεια αυτού του μουσείου πιστεύω πως είναι βλαβερή γιατί αφήνει να διασκορπίζεται
μπερδεμένος μέσα στους αιώνες ο πολιτισμός του θανάτου μας και ταυτόχρονα,
σκορπισμένος σε όλη την ελληνική επικράτεια.
Η ιδέα περιλαμβάνει την δημιουργία ενός
μουσείου που θα φιλοξενεί όλα τα πολιτισμικά στοιχεία του ελληνικού θανάτου,
από την παλαιολιθική εποχή-αν υπάρχουν- μέχρι τις μέρες μας. Από όλα τα σημεία
της Μεσογείου όπου αναπτύχθηκε ελληνικός πολιτισμός. Με την προϋπόθεση ενός ζωντανού
–ενεργού οργανισμού που θα φτάνει το ενδιαφέρον του μέχρι και τις μέρες μας αλλά
και στις μέρες που θα ’ρθούν. Ένα τέτοιο καλοστημένο μουσείο θα μπορούσε να
αξιώσει να γίνει κέντρο του «παγκόσμιου» θανάτου, οργανώνοντας και φιλοξενώντας
συνέδρια παγκόσμιας απήχησης σχετικά με το θέμα.
Ο θάνατος δεν είναι μόνο παράγωγο της ζωής
αλλά και της τέχνης. Αυτό το είδος μουσείου θα ήταν ιδανικό να συλλέγει και να φιλοξενεί,
τη σχέση που έχει ο θάνατος με την κάθε τέχνη καθώς και τον θάνατο κάθε τέχνης
που τυχαίνει να έχει πεθάνει. Συνειρμικά θυμήθηκα το Επιγραφικό μουσείο που
βρίσκεται ανάμεσα στο Αρχαιολογικό και στο Πολυτεχνείο και είναι μοναδικό στον
κόσμο. Δυστυχώς, όμως, περιορίζεται στα αρχαία επιγράμματα. Αυτό κατά την γνώμη
μου είναι έγκλημα, διότι θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνει τα επιγράμματα όλων των
εποχών, μέχρι τις μέρες μας, προκειμένου να διαφαίνονται καθαρά οι αλλαγές και
οι μεταλλάξεις που υπέστη αυτό το είδος γραπτού λόγου. Μιας και η γλώσσα μας
είναι ζωντανή!
Πάρτε λοιπόν για παράδειγμα το Επιγραφικό
μουσείο και φανταστείτε ένα διευρυμένο μουσείο θανάτου, φανταστείτε έναν φάρο
πολιτισμού, γιατί μπορεί η τέχνη να είναι η μητέρα του πολιτισμού, όμως,
πατέρας του είναι ο θάνατος.
Η πρόταση για ένα τέτοιο μουσείο δεν
μπορεί να είναι ολοκληρωμένη από μέρος μου και αυτό γιατί δεν είναι δουλειά μου
να ξέρω να τεκμηριώνω τέτοιες προτάσεις. Πάντως, αυτοί που ξέρουν, αν
επεξεργαστούν μια τέτοια πρόταση, σύντομα θα καταλάβουν ότι τα οφέλη είναι
πολλά.
Μια σχολή θανατολογίας
Μα
τι λέω, στην Ελλάδα δεν υπάρχει ούτε σχολή αρχαιολογίας (ένα τμήμα της φιλοσοφικής
είναι) κι εγώ οραματίζομαι σχολή θανατολογίας. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με
την σειρά. Μια σχολή θανατολογίας που θα βγάζει θανατολόγους είναι άχρηστη
στους νεκρούς, όπως και κάθε άλλη επιστήμη. Άρα λοιπόν, η θανατολολογία και οι
θανατολόγοι που θα προκύπτουν από αυτήν την «φανταστική» σχολή, θα είναι στην
υπηρεσία των ζωντανών ανθρώπων.
Από τη στιγμή που όλοι πεθαίνουμε,
δεν υπάρχει επάγγελμα που να μην αγγίζει κάποτε τον θάνατο, γι’ αυτό, θα έπρεπε
σε όλους τους επαγγελματικούς τομείς να είναι «απαραίτητη» η θανατολογία, όπως
είναι η παιδαγωγική για τους εκπαιδευτικούς.
Όταν λέω θανατολογία, εννοώ, ούτε λίγο
ούτε πολύ έναν κύκλο μαθημάτων γύρω από: α) την ιστορία του θανάτου, β) τα
φυσικά αίτια που τον προκαλούν και τις ιατρικές προσεγγίσεις, γ) τον πολιτισμό
του θανάτου έτσι όπως έχει διαμορφωθεί από την τέχνη και τη λαογραφία, δ) τη
συνταγματικότητα και τις νομικές δικλείδες που περιβάλλουν τον θάνατο και πιο
ειδικά, ζητήματα όπως η ευθανασία και η αυτοκτονία. Και άλλους κύκλους, ίσως
πιο εξειδικευμένους, ανάλογα με τις ανάγκες του επαγγελματικού κλάδου. Π.χ. αυτοί
που σχετίζονται με τη μεταφυσική του θανάτου, όπως οι παπάδες και οι ψυχαναλυτές,
θα έπρεπε να είναι κάπως πιο ενημερωμένοι για να προστατεύουν τους αφελείς από
τα μέντιουμ και τους πνευματιστές. Από αυτήν τη σχολή θανατολογίας, θα έπρεπε
να περνάνε ακόμα, δικαστές και δικηγόροι, μιας και οι σχετικές υποθέσεις με
θανάτους, απασχολούν ιδιαίτερα τη δικαιοσύνη. Φυσικά και οι αστυνόμοι που
οπλοφορούν και είναι σε θέση να αφαιρέσουν ανθρώπινη ζωή. Όλες οι ειδικότητες των
γιατρών που δεν έχουν καμία δεοντολογία και ηθική θανάτου. Όταν ο ασθενής τους
φτάνει στο τέλος, τον κάνουν πάσα στον ψυχολόγο, ο ασθενής όμως, θέλει να διαχειριστεί
τον θάνατό του μαζί με τον γιατρό που τον χειρούργησε και μοιράστηκε τα πάντα
μαζί του (μερικές φορές και τις καταθέσεις του). Οι δάσκαλοι, κυρίως της πρωτοβάθμιας
εκπαίδευσης που πρέπει να γνωρίσουν στα παιδιά τον θάνατο, ενώ το εκπαιδευτικό
σύστημα τον αγνοεί. Σε όλες τις σχολές της τέχνης, που έτσι και αλλιώς είναι
ένα από τα βασικά τους αντικείμενα ο θάνατος. Τέλος, επιστήμες όπως η
αρχαιολογία και η ανθρωπολογία αλλά και η κοινωνιολογία και η φιλοσοφία θα μπορούσαν
να ενταχτούν σε ένα κοινό κύκλο μαθημάτων που σαν αποτέλεσμα θα είχε τη μελλοντική
τους συνεργασία και ανταλλαγή δεδομένων σε ό,τι αφορά τον θάνατο. Αυτή η ανταλλαγή
δεδομένων θα είχε σαν βάση τη σχολή θανατολογίας όπου καθηγητές-θανατολόγοι θα
τα ταξινομούσαν σε βάσεις δεδομένων για να είναι προσβάσιμα και θα τα χρησιμοποιούσαν
στις έρευνές τους.
Είπαμε ότι, οι σπουδαστές κάποιων
συγκεκριμένων επαγγελμάτων που προαναφέραμε, θα περνούσαν «υποχρεωτικά» για κάποιο
διάστημα από τη σχολή θανατολογίας. Εκτός από αυτούς, θα υπάρχουν και οι φοιτητές
που θα σπουδάζουν μόνο τη θανατολογία. Αυτοί, μετά τη λήξη των σπουδών τους, θα
μπορούσαν να εργαστούν ως καθηγητές-ερευνητές στην ίδια σχολή μα και σε άλλες
ειδικότητες, συμπεριλαμβανομένων και των «νεκροταφείων του μέλλοντος» αλλά και
στο «μουσείο του θανάτου».
Θα
μπορούσα να γράψω δεκάδες σελίδες για αυτήν τη σχολή καθώς και για το μουσείο
του θανάτου ή τα νεκροταφεία του μέλλοντος. Καλύτερα όμως να σταματήσω εδώ. Όμως,
πριν απ’ όλα να σας υπενθυμίσω ότι ο πολιτισμός δεν είναι αποτέλεσμα του
οικονομικού πλούτου μα το αντίθετο, η οικονομική ευημερία, έρχεται και διαρκεί,
όπου υπάρχει πολιτισμός.