Γράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ
ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά
είδη του παραδοσιακού, Ζακυνθινού καρναβαλιού είναι αναμφίβολα και οι περίφημες
«Ομιλίες», οι οποίες δίνουν ένα ξεχωριστό και ιδιόμορφο χρώμα στην εορταστική
αυτή περίοδο, που διανύουμε και μας οδηγεί από το σκοτάδι στο φως και από τον
Χειμώνα στην Άνοιξη και το Καλοκαίρι.
Ευτυχώς και παίζονται ακόμα, με ιδιαίτερο
ζήλο από τους κατοίκους του νησιού μας και κυρίως από νέους και γράφονται
καινούριες, οι οποίες, μάλιστα, τυπώνονται και δεν διατρέχουν τον κίνδυνο να
χαθούν, όπως συνέβη με πολλές άλλες, παλιότερες, των οποίων μόνο τα ονόματα
ήρθαν ως τις μέρες μας, δίχως να γνωρίζουμε το κείμενό τους και πολύ συχνά και
το περιεχόμενό τους.
Οι σημερινές «Ομιλίες», βέβαια, καλώς ή
κακώς – εδώ οι γνώμες διίστανται – έχουν τις περισσότερες φορές σύγχρονα θέματα
και τις απασχολεί η τρέχουσα πραγματικότητα. Παίζονται αποκλειστικά πάνω σε
πάρκα, με σκηνικά, συχνά χωρίς μάσκες και κάποιοι – ευτυχώς ελάχιστοι - χρησιμοποιούν
και γυναίκες στις ερμηνείες τους. Επίσης η διάρκειά τους πολύ συχνά είναι
μεγαλύτερη από το συνηθισμένο και αξιοποιούνται όλα τα μέσα, όπου διαθέτει η εποχή
μας, όπως φωτισμοί και μικρόφωνα.
Εμείς σήμερα, στο εορταστικά επίκαιρο αυτό
κείμενό μας, θα επανέλθουμε, τονίζοντας την σημασία της σπουδαίας αυτής και
πηγαίας έκφρασης του λαού μας, σε μια πρόταση, η οποία έγινε τον περασμένο
Ιούνιο από την Αστική μη Κερδοσκοπική Εταιρεία “Giostra di Zante”, στα πλαίσια
των τετραήμερων εκδηλώσεών της για την «Γκιόστρα Ζακύνθου του 2012».
Την δεύτερη, λοιπόν ημέρα των εκδηλώσεων και
συγκεκριμένα την 1η Ιουνίου, παρουσίασε την «Ομιλία» του κλασσικού μας
ρεπερτορίου «Η Χρυσαυγή», όπως ακριβώς παριστάνονταν παλιότερα και όπως ακριβώς
την είχαν παίξει στο παρελθόν δεκάδες λαϊκοί θεατρίνοι, σαν αυτοί, που τους
είχαμε δει στα παιδικά μας χρόνια.
Δεν χρησιμοποιήθηκαν πάρκα και σκηνικά, κατά
τα γραφόμενα και της πολυδιάστατης Μαριέττας Μινώτου-Γιαννοπούλου, αλλά το έργο
παίχτηκε στους φυσικούς χώρους, κατά την προσταγή της παράδοσης, οι οποίοι
είναι οι δρόμοι και οι πλατείες. Έτσι επαληθεύτηκε ή πιο σωστά επανήλθε στην
σημερινή μας πραγματικότητα ο χαρακτηρισμός των «Ομιλιών», που τις θέλει
«θέατρο δρόμου».
Οι παραστάσεις δόθηκαν τμηματικά στα
κεντρικότερα σημεία της πόλης μας, όπως ακριβώς συνέβαινε και στην εποχή της
δημιουργίας και της ακμής του λαϊκού μας θεάτρου. Το εγχείρημα ξεκίνησε από το
ιστορικό πλάτωμα της εκκλησίας της Φανερωμένης, συνεχίστηκε στον Άγιο Παύλο,
την Ανάληψη και το Διοικητήριο και κατέληξε στην πολύβουη - σε κάθε της έκφραση - πλατεία του Αγίου
Μάρκου, τον γνωστό κάποτε Φόρο, όπου έγινε και το φινάλε.
Σε όλες τις περιπτώσεις σχηματίζονταν
κύκλος, όπως ακριβώς στο γνωστό σχέδιο του πολύτιμου και πολυτάλαντου Κονίδη
Πορφύρη, ο τελάλης χτυπούσε την κουδούνα του και οι ηθοποιοί, που συνυπήρχαν με
το κοινό, έπαιζαν τους ρόλους τους, πηγαίνοντας στο κέντρο, που είχε αφεθεί το
κενό. Οι θεατές συμμετείχαν, είτε με ατάκες την ώρα της παράστασης, είτε
φωνάζοντας τις παρ’ όλες τους από παράθυρα και μπαλκόνια, σαν ο περιφερόμενος
θίασος διάβαινε το ιστορικό κέντρο της πόλης. Με τον τρόπο αυτό οι μνήμες
έγιναν πραγματικότητα.
Έπαιξαν μόνο άνδρες, ερμηνεύοντας και τους
γυναικείους ρόλους του κλασσικού έργου και φυσικά χρησιμοποιήθηκαν μωρέττες,
δίνοντας και χρώμα εποχής, αλλά και ελευθερία στους θεατρίνους, οι οποίοι
έπαιξαν τους ρόλους τους με την γνωστή τραγουδιστή φωνή, που επιβάλλει η
ιστορία. Με λίγα λόγια η παράσταση αυτή, η οποία κυρίως, όπως ξαναγράψαμε, ήταν
μια πρόταση, είχε όλα εκείνα τα στοιχεία, που χαρακτηρίζουν τις κλασσικές
«Ομιλίες» και επαλήθευε τα όσα οι διάφοροι ιστορικοί μας έχουν διασώσει για την
ιδιότυπη αυτή και πολύτιμη λαϊκή μας έκφραση, χωρίς κανέναν μοντερνισμό ή
αυθαίρετη παρέμβαση.
Το όλο εγχείρημα είχε αναλάβει ο δάσκαλος,
ιδρυτής της «Υακίνθης» και Γραμματέας της Εταιρείας “Giostra di Zante”, Νίκος
Αρβανιτάκης και το έφεραν σε πέρας, με ιδιαίτερη επιτυχία, χάριν του ταλέντου
τους, λαϊκοί θεατρίνοι από το χωριό Αγκερυκός.
Ήταν κάτι, που χρόνια είχε να γίνει. Ας
υπάρχει σαν μια άλλη εκδοχή.
Η εξέλιξη είναι αναγκαία, αλλά δεν πρέπει να
ξεφύγει και από τους κανόνες της πρωταρχικής παράδοσης.
Η Πρόταση της «Χρυσαυγής» από το Σωματείο
της Γκιόστρας επέμενε στα παλιά, για να οδηγηθούμε σωστά στα καινούρια.
Καλό, πιστεύουμε, θα ήταν να βρει και άλλους
μιμητές. Όχι πίσω στην παράδοση, αλλά μπροστά με την παράδοση. Τότε η ιστορία
συνεχίζεται σωστά.