ἤ, φροντίζοντας νὰ μὴ λησμονοῦμε...
Μνήμη σεπτὴ Χρυσοστόμου Ἀρχιερέως, τοὺπίκλην Βέργη, Μητροπολίτου Χαλκίδος γενομένου
Ἀπὸ τὶς ἀθάνατες ἡμέρες ποὺ περιπολοῦν τὸ νοῦ καὶ τὴν ψυχὴ τοῦτες τὶς θερινὲς ἡμέρες τοῦ Ἰουλίου μηνός, εἶναι ἀναμφίβολα κι ἐκεῖνες, ποὺ ξαναφέρνουν στὴ μνήμη τὶς ὅμορφες, κατανυκτικές, χαλαρωτικὲς καὶ ζείδωρες ἡμέρες, τὶς ὁποῖες ζήσαμε στὸ φιλόξενο μοναστήρι τοῦ Ἀγίου Νικολάου, τοῦ ἐπιλεγομένου «Γαλατάκη», μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς ἑορτῆς τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς ἐν Χαλκηδόνι Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνοδου καί, φυσικά, τῆς ἐτήσιας συνάξεως τῶν Ἀναγνωστῶν, δηλ. τῶν ὑποψηφίων κληρικῶν τῆς Μητροπόλεώς μας. Κι ὅλ᾿ αὐτὰ ἐδῶ καὶ τριάντα-τριανταπέντε χρόνια, σὲ καιρὸ νεότητος, ἐνθουσιασμοῦ καὶ ποικίλων ἀνησυχιῶν. Μὲ Γέροντα καὶ συνάμα συνδαιτημόνο φιλικό, γνήσιο καὶ μαζὶ τόσο ταπεινό, τὸν ἀλήστου μνήμης Μητροπολίτη Χαλκίδος, τὸν Χρυσόστομο τὸν Α΄. Ποὺ μᾶς συγκαλοῦσε σὲ αὐτὴ τὴν πνευματική (καὶ ὄχι μόνο) συνεστίαση, γιὰ νὰ χαροῦμε καὶ μαζὺ νὰ ζήσουμε στιγμὲς ποὺ εὐωδίαζαν (καὶ ἀκόμα εὐωδιάζουν) ἄρωμα μοσχολίβανου, πεύκου καὶ νυχτολούλουδου.
Ἐκεῖ, στὴν φιλόστοργη ἀγκαλιὰ τοῦ φροντισμένου μοναστηριοῦ, τὸ ὁποῖο ἀγνάντευε τὸ πέλαγο, ποὺ χώνευε μέσα στὴ θερινὴ τὴν ἀντηλιά, ἀλλὰ καὶ κούρνιαζε στὸ ὑπέροχο τοπίο του, τό, ὄντως, ὑπερήφανο, ἀλλὰ καὶ ταπεινό, ὑπέροχο, ἀλλὰ καὶ συνάμα ἀσκητικό. Τοπίο λιτό, φορτισμένο μὲ τὴν ἱερὴ συχνότητα τῆς ἁγιότητας τῶν αἰώνων ποὺ ἐμφανῶς (κι ἀθορύβως) διακρατοῦσε. Ὅπως οἱ ἄλλες Ἱερές Μονές τῆς Ἐπικράτειας τοῦ εὐσεβοῦς ἡμῶς Γένους. Ὅπου κυριαρχεῖ ἡ σιωπή, ἡ ἄλλη σιωπὴ ὅμως. Ἐκείνη δηλαδή, ποὺ ἀνοίγει μονοπάτια συνάντησης μὲ τὸ Θεό. Γεγονὸς κορυφαῖο, ποὺ ὁ κάθε πιστὸς ἐπιζητεῖ καὶ ἀναμένει. Καὶ ἄς μὴ θεωρηθεῖ ὑπερβολὴ ἄν τονιστεῖ, μετ᾿ ἐμφάσεως, μάλιστα, ὅτι ἐκεῖ, στὸ τρισχαριτωμένο δηλ. μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Νικολάου, μέσα στὴν ἡσυχία τῆς νύχτας ξεδίπλωνε ἡ ψυχή, ἄνοιγε, ἔφεγγε καὶ βίωνε στιγμὲς θείας παρουσίας.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὀνόμασα τὶς μέρες ἐκεῖνες ἀθάνατες, ἐπειδὴ ἐκτύπωσαν στὸ νεανικὸ εἶναι τὴ βεβαιότητα τῆς Παρουσίας Του, χάρισαν ἐμπειρίες μοναδικές, ἀλλὰ καὶ στράγγισαν ἀπὸ τὴν ψυχὴ ποικίλες πίκρες καὶ ἀγωνίες, καθὼς ἔνοιωθες πιὰ ὅτι αὐτὴ ἡ μεγάλη παρέα ἦταν καὶ οἰκογένεια πνευματική, ἀλλὰ καὶ ἡ ἄλλη ὄψη τοῦ «λαοῦ τοῦ ἠξιωμένου». Ἐπειδὴ στὸ χῶρο ἐκεῖνο συναζόμασταν ὄχι μόνο παπάδες, μοναχοί, ἱερόπαιδες κ.λ.π. ἀλλὰ καὶ κάποιοι ἄλλοι, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, γιὰ νὰ συνδράμουν, νὰ σταθοῦν σιμὰ στὸ Δεσπότη τους, νὰ διακονήσουν τὶς μοναχές, νὰ φωτίζουν μὲ τὴν ὀλιγόωρη παρουσία τους τὸν τόπο, ὥστε νὰ γίνει ἐκεῖνες τὶς περίλαμπρες μέρες, ὄχι τὸ φῶς τοῦ Κόσμου (βλ. Μτθ. 5, 14-19), ἀλλὰ τῆς Μητροπόλεως. Κι αὐτὸ τοὺς ἔφτανε, κι αὐτὸ μᾶς δίδασκε τότε, ἀλλὰ καὶ σήμερα μὲ συγκίνηση τὸ ξαναζοῦμε μέσα στὸ σύθαμπο ποὺ ὁ Χρόνος βάζει μπροστά μας: φραγμὸ θὰ τόνε πεῖς, εὐεργέτημα στὴν ἀπουσία σου ἀπὸ ἐκεῖνες τὶς συνάξεις... Ἀκόμα νὰ τὸ ξεκαθαρίσεις, γιατὶ εἶναι τόση ἡ συγκίνησή σου, ποὺ δυσκολεύεσαι καὶ νὰ τὴν ἑρμηνέψεις σωστά..
π. κ. ν. κ.
Κυριακή, 15 Ἰουλίου 2018, Τῶν Ἁγίων Πατέρων, τῶν ἐν τῇ Δ΄ Οἰκουμενικῇ Συνόδῳ ἐν Χαλκηδόνι συνελθόντων