Ανάμεσα στις πολλές ιστορικές και επιφανείς (λόγω πολιτιστικής προσφοράς και όχι λόγω οικοσήμων, περιουσιών ή αφιερωμάτων) οικογένειες της αλλοτινής Ζακύνθου, ξεχωριστή θέση κατέχει αυτή των Μαρτζώκη (ή Μαρτζώκηδων), με πολλά καταγραμμένα και αξιομνημόνευτα μέλη, ορισμένα από τα οποίοα διακρίθηκαν, λίγο–πολύ, κυρίως στον ευρύ τομέα των Γραμμάτων.
Με καταγωγή ιταλική, παλαιότατα από τη Φλωρεντία, η μετέπειτα με προέλευση από την Μπολόνια εξελληνισμένη αυτή οικογένεια της Ζακύνθου των αρχών του 19ου αιώνα, της οποίας το όνομα –σύμφωνα με το σχετικό λήμμα στο πάντα πολύτιμο Λεξικό τού Λεωνίδα Χ. Ζώη– ετυμολογικά προήλθε από τη λέξη Μarzoco, που σήμαινε τον “εστεμμένο λέοντα, το σύμβολον του Φλωρεντινού δήμου”, ανέδειξε αξιόλογες μορφές και “φωνές” στον χώρο της τοπικής και της αθηναϊκής λογιοσύνης (ιδιαίτερα της Φιλολογίας και της Λογοτεχνίας) αλλά και σε άλλους τομείς των Γραμμάτων, της Επιστήμης, της Τέχνης, του δημόσιου βίου κλπ.
Σ’ αυτές τις μορφές και “φωνές” ανήκει, πρώτος χρονολογικά, ο σύγχρονος του Σολωμού και του Κάλβου Λουδοβίκος–Ιγνάτιος Μαρτζώκης (1804–1890) γενάρχης από το 1837 της οικογένειας, άνθρωπος δημοκρατικών φρονημάτων, φιλοπατριώτης αγωνιστής κατά των Αυστριακών κατακτητών της Ιταλίας, ποιητής, ευπαίδευτος λόγιος, νομικός, εκπαίδευτικός συνιδρυτής τού ιστορικού περιοδικού Σπινθήρ και ιδρυτής τυπογραφείου και της θεατρικής εταιρείας “Παρνασσός”. Δεύτερος ακολουθεί ο Μέμνων Μαρτζώκης (1844–1902), επίσης λόγιος, γλωσσομαθής, καθηγητής στο Γυμνάσιο Ζακύνθου, συγγραφέας ιστορικοφιλολογικών μελετών, μεταφραστής και συνεργάτης στο περιοδκό Αι Μούσαι του Λ. Χ. Ζώη. Τρίτος στη σειρά έρχεται ο Ανδρέας Μαρτζώκης (1849–1922), δάσκαλος ξένων γλωσσών, πολυγραφότατος λυρικοδραματικός, σατιρικός και ρομαντικός ποιητής και πεζογράφος. Τέταρτος και γνωστότερος είναι ο με αρκετά περιπετειώδη ζωή Στέφανος Μαρτζώκης (1855–1913), κυρίως λυρικοστοχαστικός ποιητής, από τους τελευταίους μετασολωμικούς εκπροσώπους της Επτανησιακής Σχολής, δημοτικιστής, αποδεκτός ή αναγνωρισμένος και από τους απαιτητικούς αθηναϊκούς πνευματικούς κύκλους της εποχής του. Κοντά σ’ αυτούς προσγράφονται, ακόμη, ο αδελφός των τριών προηγούμενων Πίος Μαρτζώκης (1847–1911), γιος και αυτός του Λουδοβίκου–Ιγνάτιου, συγγραφέας ενός μονόπρακτου κωμειδύλλιου, και ο Καίσαρ Μαρτζώκης, γιος του Στέφανου, επιφανής δικηγόρος, που υπηρέτησε ως Νομάρχης Ζακύνθου το 1941.
Συνοπτικά, αυτές οι περιπτώσεις, που μας ήταν γνωστές για την περιόδο μέχρι τις αρχές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κινήθηκαν, λιγότερο ή περισσότερο δραστηριοποιήθηκαν και παρήγαγαν ποικίλο έργο στους τομείς ή στους χώρους τής νομικής, της φιλολογίας, της εκπαίδευσης, της ποίησης, της πεζογραφίας, των ξένων γλωσσών, της μετάφρασης, της δημοσιογραφίας, των εκδόσων, του θεάτρου, της δημόσιας διοίκησης, της κοινωνικής ζωής κλπ.
Στο διάβα του πανδαμάτορα χρόνου, από το πέπλο της λησμονιάς ή από το τυπικό στοιχείο της απλής θύμησης και της περιστασιακής αναφοράς, που αναφορά –δίκαια ή άδικα, πρόσκαιρα ή οριστικά, αναπόφευκτα ή όχι– διάφορα πρόσωπα, γεγονότα, δράσεις, δημιουργήματα ή γραφές κ.ά., διασώθηκαν κυρίως η περίπτωση, τοπικά, του Ανδρέα Μαρτζώκη, λόγω της αρκετά επιτυχημένης λυρικοθρησκευτικής του σύνθεσης Ο Γούμενος της Αναφωνήτριας (για τον Άγιο Διονύσιο της Ζακύνθου) και η περίπτωση του ιστορικογραμματολογικά σημαντικότερου και ευρύτερα αναγνωρισμένου Στέφανου Μαρτζώκη. Ενός λυρικού, κοινωνικοστοχαστικού και ιδεολογικά προοδευτικού ποιητή, για τον οποίο ο Κώστας Βάρναλης, που τον είχε γνωρίσει προσωπικά και τον είχε εκτιμήσει, σκιαγραφώντας τον συγκριτικά και όχι τυχαία, έχει γράψει ότι πρόκειται για “έναν ρωμιό Βερλαίν, χωρίς τα βίτσια (εκείνου) ή έναν Ζαν Μωρεάς, χωρίς τον αριστοκρατισμό και το μονόκλ…), επισημαίνοντας έτσι, λίγο–πολύ, επιγραμματικά, την ποιητική “ταυτότητα”, την ελληνικότητα, την ποιότητα του χαρακτήρα, την απλότητα και τη λαϊκότητα του Ζακυνθινού ποιητή…
Στα μέλη της οικογένειας Μαρτζώκη που προαναφέρθηκαν, καλύπτοντας τον 19ο αιώνα και το πρώτο μισό του 20ου, ήρθε να προστεθεί η μόνη με συγγραφική μαρτυρία γυναικεία μορφή τής οικογένειας, η Μαρία Μαρτζώκη (1910–1966), εγγονή του Στέφανου και κόρη του Καίσαρα Μαρτζώκη, η οποία, προοδευτικής κατεύθυνσης άτομο και αγωνιστικά δραστήρια στα χρόνια της δικτατορίας του Μεταξά και της Ιταλογερμανικής Κατοχής, ευαίσθητη και ρομαντική, εκφράστηκε κι αυτή ποιητικά με απλούς –πρωτόλειους– λυρικούς παραδοσιακούς ή δίχως ομοιοκαταληξία στίχους, ανήκοντας (ή ενταγμένη αξιολογικά) στους αφανείς ή ελάσσονες ποιητές και στιχογράφους, για τους οποίους ο Κώστας Καρυωτάκης έγραψε την εκφραστική και “λυπητερή” του “Μπαλάντα στους άδοξους ποιητές των αιώνων”. Ανήκοντας, όμως, και σε όλους όσοι συνθέτουν το αυθεντικό και πλήρες “πρόσωπο” και τη γραμματολογική ιστορία ενός τόπου και μιας εποχής, είτε αυτοί είναι μικροί ή μέτριοι, είτε μείζονες, ιδιοφυείς και κορυφαίοι, είτε “χαμωλόγοι” ή “πανωλόγοι”, για να θυμηθούμε και τον συγγραφέα τού Περίπλου Διονύση Ρώμα (1906-1981), στα 30 χρόνια, εφέτος, της δικής του “φυγής” από τον μάταιο κόσμο μας.
Η ποιητική ενασχόληση και κατάθεση της Μαρίας Μαρτζώκη διαπιστώνεται από το μοναδικό και άγνωστο βιβλιογραφικά αντίτυπο τής μόνης ποιητικής της συλλογής, που με τον τίτλο Σκόρπιες Πνοές εκδόθηκε, ιδιωτικά, στην Αθήνα το 1956 (σ.σ. 46, εξώφυλλο: Μιχάλης Νικολινάκος).
Το βιβλίο της, αυτό, σαν “κομμάτι” από τον λεπτό κ’ ευαίσθητο ανθρώπινο κόσμο της, το αφιερώνει εύλογα και τιμητικά στη μορφή και στη μνήμη τού παππού της Στέφανου Μαρτζώκη, ενώ στο σωζόμενο στη Βιβλιοθήκη του Μουσείου Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων αντίκτυπο, καταγραμμένο και γνωστοποιημένο σε μας πρόσφατα από τη φίλη Διευθύντριά του Κατερίνα Δεμέτη, υπάρχει χειρόγραφη αφιέρωση της ποιήτριας προς τον γνωστό και ευπαίδευτο Ζακυνθινό ποιητή, μελετητή, συγγραφέα και μεταφραστή Μαρίνο Σιγούρο (1855 – 1961), άξιο να μνημονευτεί επίσης ιδιαίτερα, εφέτος, στην 50ή επέτειο από τον θάνατό του.
Αυτά τα στοιχεία (ιστορικά, βιογραφικά, εργογραφικά, βιβλιογραφικά ή εκδοτικά), όπως και η γνωστή ή ανέκδοτη επιστολογραφία του Λουδοβίκου–Ιγνάτιου, του Μέμνονα και του Στέφανου Μαρτζώκη, μαζί με την πινακίδα ονοματοδοσίας σ’ έναν μικρό δρόμο της Ζακύνθου, στη συνοικία της Αγίας Τριάδας, όπου η “Οδός Μαρτζώκηδων”, αποτελούσαν ώς πριν απο λίγο καιρό τις λίγο–πολύ γνωστές ή αφανείς μαρτυρίες γι’ αυτήν την τοπική και πολυφωνικά πολυσχιδή οικογένεια, που πέρασε από το νησί μας ευδόκιμα, χαράζοντας τη δική της ευθεία και συνεπή πορεία ή αφήνοντας άσβηστα τα δικά της ίχνη σε “Τούτο το χώμα [το] μ’ άνθη στολισμένο”, όπως έγραψε σ’ ένα σονέτο του για τη γενέθλια γη του ο Στέφανος Μαρτζώκης. Κ’ εκεί που νομιζόταν ότι ο Μαρτζώκηδες είχαν οριστικά εκλείψει – όπως άλλες παλιότερες ζακυνθινές οικογένειες, μια πολύ ευχάριστη έκπληξη μας περίμενε το περασμένο καλοκαίρι. Ένας γόνος της οικογένειας αυτής, γιος της άγνωστής μας ή αγνοημένης Μαρίας Μαρτζώκη και δισέγγονος του Στέφανου Μαρτζώκη, έφτασε για πρώτη φορά στη γη των προγόνων του, σαν αργοπορημένος προσκυνητής ή αποφασιστικός ερευνητής και αναζητητής διαφόρων στοιχείων για τη γενιά και την πατρίδα της μητέρας του. Πρόκειται για τον σήμερα εδώ παρόντα Μαθιό Γιαμαλάκη–Μαρτζώκη, κρητικής καταγωγής από την πλευρά του φιλελεύθερου (βενιζελικού) πατέρα του Γιώργη Γιαμαλάκη και γεννημένο στην Αθήνα, με σπουδές, επίδοση και πλούσιο δημιουργικό έργο στους τομείς της κινηματογραφίας και της ζωγραφικής. Πρόκειται για έναν με δικές του και όχι μόνο με προγονικές περγαμηνές εκλεκτό καλλιτέχνη της διασποράς, γλωσσομαθή και πολυτάξιδο, με τη δική του βιολογική ή βιωματική “οδύσσεια”, δραστηριοποιημένος και αναγνωρισμένος κυρίως στο με δυσκολίες και απαιτήσεις εξωτερικό, στη Γερμανία και στη Σουηδία, ιδιαίτερα, έχοντας πραγματοποιήσει 25 εκθέσεις εικαστικών έργων του και αριθμώντας πάνω από 50 φιλμ, μικρού ή μεγαλύτερου μήκους, ντοκιμαντέρ ή ταινίες ανθρωποκεντρικής μυθοπλασίας, κοινωνικοπολιτικού και πολιτιστικού ρεαλισμού ή σύγχρονης θεματολογίας, προσεγγίζοντας και παρουσιάζοντας ό,τι τον συγκινεί, τον εμπνέει και τον απασχολεί μ’ ευαισθησία, γνώση, ταλέντο, με οξυδερκή κριτική, προοδευτική ματιά, με “λογισμό και μ’ όνειρο” ή μ’ “ανοιχτά πάντα κι άγρυπνα τα μάτια της ψυχής” (και του νου), κατά τον Διονύσιο της Ελευθερίας Υμνωδό.
Η πρώτη εκείνη γνωριμία μας, με αφορμή την αναζήτηση –από τον οικείο σαν ήδη γνώριμο του τόπου μας, από παλιά, Μαθιό Γιαμαλάκη-Μαρτζώκη– και την καταγραφή ενός φιλμ γύρω από τους προγόνους του (μ’ επίκεντρο τον Στέφανο Μαρτζώκη) και γύρω από την εποχή τους –ή και για τη νεότερη και δική του πια– Ζάκυνθο, καθώς και η αποψινή μας φιλική εκδήλωση, χάρη στην πρόθυμη αποδοχή και συνεργασία της άξιας ευχαριστιών και στήριξης Κινηματογραφικής Λέσχης Ζακύνθου, αποτελούν πιστεύουμε, ένα ιδιαίτερα ευχάριστο γεγονός για τη σημερινή πολιτιστική Ζάκυνθο, από εκείνα που ικανοποιούν τη διψασμένη για ποιότητα ανθρώπινη ύπαρξη κι από αυτά που ταιριάζουν στην παράδοση, στην ιστοριά και στη ζωή ενός άξιου για το καλύτερο τόπου.
Ακόμη, αποτέλεσαν λίγο–πολύ το ξεκίνημα για να φτάσουμε σήμερα εδώ, με την ευκαιρία της δεύτερης επίσκεψης του αγαπητού Μαθιού στην ιδιαίτερη πατρίδα μας, οπότε και τον καλωσορίζουμε όχι τυπικά και επιφανειακά μα εγκάρδια και συλλογικά και συν-μνημονεύουμε, τιμητικά (έστω και πολύ καθυστερημένα), με απλές ή σύντομες –έστω– αναφορές, σκιαγραφώντας τους αλλοτινούς λίγο–πολύ λησμονημένους και προ πολλού αξιολογημένους Μαρτζώκηδες της Σιωπής και της Σκιάς, που ήρθαν τώρα ξανά στην επιφάνεια και στην τοπική δημοσιότητα, χάρη στον τωρινό απόγονο και ικανό συνεχιστή τους. Έναν και με ζακυνθινές ρίζες δημιουργό της προοδευτικής και ακμάζουσας ελληνικής διασποράς, έναν ενεργό, σκεπτόμενο και ελεύθερο πολίτη του κόσμου μας, τολμηρό και ασυμβίβαστο που έφτασε κοντά μας από τη μακρινή, όμορφη και πολιτισμένη – σαν μια Βενετία του Βορρά – Στοκχόλμη, όπου μόνιμα κατοικεί, για να μας συνδέσει έμμεσα ή άμμεσα, πραγματικά και νοητικά ή ψυχοσυναισθηματικά κλπ. μ’ ένα σημαντικό “κομμάτι” –άλλου ήθους και άλλου ύφους– της αλλοτινής φιλοπνευματικής και φιλότεχνης Ζακύνθου, φτάνοντας και στην περίπτωση τού Διονύση Ρώμα, τον οποίο ο Μαθιός θυμάται συχνά να επισκέπτονται φιλικά το σπίτι τού παππού του Καίσαρα Μαρτζώκη και του οποίου Ρώμα ο ζωγράφος και εικονογράφος βιβλίων Μαθιός φιλοτέχνησε έργο για τη νουβέλα τού Ζακυνθινού συγγραφέα “Τα Χριστούγεννα του Καρδινάλιου”, που είχε επιλεγεί για μια ξενόγλωσση ανθολογία νεοελλήνων πεζογράφων, στη Σουηδία. Κ’ έφτασε, ακόμη, για να μας συνδέσει ή να μας ταξιδέψει νοερά στην Ιταλία των προγόνων του ή σε άλλους τόπους και χώρους του ευρωπαϊκού πολιτισμού, μεταφέροντάς μας και στην όποια ακμή και τη φθίνουσα πορεία της Ζακύνθου τού 19ου και 20ού αιώνα. Όπως, επίσης, για να μας πάει ή να μας θυμίσει και την από παλιά και πολύτροπα δεμένη με το νησί μας Κρήτη, τη γενέτειρα αθάνατων μορφών, όπως ο μοναδικός Δομίνικος Θεοτοκόπουλος, και αξιόλογων σημερινών δημιουργών, όπως ο ικανός τής βραβευμένης ταινίας Ελ Γκρέκο σκηνοθέτης Γιάννης Σμαραγδής. Κι αυτά, βέβαια, τ’ αναμένουμε ενδεικτκά μόνο και σε σχέση πάντα (κι αυτονόητα) με τις τέχνες της Ζωγραφικής και του Κινηματογράφου, που και ο με πολλά γόνιμα στοιχεία –λόγω και της διπλής του καταγωγής– Κρητικοζακυνθινός Μαθιός Γιαμαλάκης-Μαρτζώκης επί χρόνια υπηρετεί. Δύο χώρους και τομείς, που έρχονται να συμπληρώσουν εκείνους των Γραμμάτων, τους οποίους τίμησαν (στα μέτρα τα δικά τους) οι πρόγονοί του λόγιοι, αλλά και από τους οποίους δεν απέχει εντελώς ο σημερινός καλλιτέχνης απόγονός τους, κατάθέτοντας κατά καιρούς τις δικές του εκφραστικές και ευαίσθητες γραφές σε ημερολογιακές ή άλλες σελίδες, με εξομολογητικές ή προσωπικές αναφορές, σκέψεις, κρίσεις, παρατηρήσεις, στοχαστικούς προβληματισμούς κλπ. γύρω από τηζωή, τον άνθρωπο, την τέχνη, την εποχή και τον κόσμο μας, επικοινωνώντας με τους άλλους όχι μόνο μέσω τής εικαστικής και φιλμογραφικής του δημιουργίας αλλά και με τον ευθύ και εύστοχο λόγο του, μέσω του Διαδικτύου και των φιλικών του ανεπιτήδευτων επιστολών.
Έτσι, σήμερα, έχοντας διανύσει –και διανύοντας σταθερά– τη δική του δημιουργική πορεία, ο με πολλά του τόπου και της “ταυτότητάς” μας γονίδια ή στοιχεία Μαθιός Γιαμαλάκης-Μαρτζώκης έρχεται δικαιωματικά να πάρει τη θέση που του πρέπει και του ανήκει στη χορεία των Ζακυνθινών ή των σχετικών (παντοιοτρόπως) με τη Ζάκυνθο δημιουργών, τόσο της Ζωγραφικής –με τους πολλούς καταξιωμένους παλιότερους και τους τωρινούς αξιόλογους καλλιτέχνες– όσο και της Έβδομης Τέχνης, με τους ομότεχνους του Μαθιού, ντόπιους σκηνοθέτες, τον αείμνηστο Σωκράτη Καψάσκη (1928–2007) και τον πάντα παρόντα και δραστήριο Τώνη Λυκουρέση.
Γι’ αυτούς ή και για άλλους λόγους καλωσορίζουμε, έστω κι απλά, τον Μαθιό Γιαμαλάκη-Μαρτζώκη, στον ανθεκτικό ακόμη, παρά τις όποιες δοκιμάσιες, “κόσμο” τής πολιτιστικής Ζακύνθου, με τον οποίο τον συνδέουν και η προγονική του ιστορία και καταγωγή και πολλά κοινά “σημεία” της ψυχοπνευματικής του ύπαρξης και της καλλιτεχνικής του ευαισθησίας και προσφοράς. Και ευχόμαστε ή, μάλλον, είμαστε βέβαιοι πως οι δεσμοί του με τη γη των Μαρτζώκηδων, όπου ζωτικό από παλιά και κοινωνικά αρμονικό και παραγωγικό ενδημεί και το προερχόμενο από την Κρήτη στοιχείο, θα γίνουν πιο στενοί και ανθεκτικά εκφραστικοί στην πορεία της ζωής και του χρόνου.
Κι ακόμη, ευχόμαστε, διατηρώντας θαλερή την εφηβεία τής ωριμότητάς του και τη χωρίς ηλικία έμφυτη δημιουργική κλίση, διάθεση και δυναμικότητα, να τον ξανασυναντήσουμε και πάλι εδώ, είτε σε μια ειδικά τιμητική εκδήλωση για τους άξιους Μνημοσύνης και όχι Λήθης (ή περιστασιακής μόνο αναφοράς) Μαρτζώκηδες – κάτι που τους οφείλει, όπως και σε άλλους, η νεότερη Ζάκυνθος, είτε σε μια ατομική έκθεση ζωγραφικής των πολυθεματικών και πολύσημων –νεοτερικής τεχνοτροπίας– γεννημάτων τού χρωστήρα του, είτε στην παρουσίαση και πρώτη προβολή στο νησί μας της σχεδιαζόμενης για τους Μαρτζώκηδες νέας φιλμογραφικής παραγωγής τού Μαθιού. Αυτής, που πιστεύουμε ότι ο καλλιτέχνης θα καταθέσει κάποια στιγμή σαν στεφάνι σεβασμού και Τιμής ή σαν άλλο δώρημα ανιδιοτέλειας και συμβολής στη για μας και τους μεταγενέστερους “αναβίωση” των ζακυνθινών προγόνων του. Κι αν αυτό δεν γίνει γρήγρα, με αντικειμενικές τις όποιες δυσκολίες, ελπίζουμε να πραγματοποιηθεί τουλάχιστο σε δύο χρόνια από τώρα, το 2013. Και μάλιστα, τον μήνα Φεβρουάριο (όπως τώρα η αποψινή εκδήλωση), αφού τότε συμπληρώνονται ένας αιώνας από τη στιγμή που άφησε πρόωρα (σε ηλικία 58 χρόνων) την τελευταία του πνοή στην Αθήνα, ο μαχητικός της βιοπάλης και της γραφίδας –ή της Χαρμολύπης– ποιητής Στέφανος Μαρτζώκης, ακριβώς την ημερομηνία των γενεθλίων του: είχε γενηθεί στις 22 Φεβρουαρίου 1855 και πέθανε στις 22 Φεβρουαρίου 1913!
Απόψε εδώ, αγαπητοί Φίλοι, τον φετινό ψυχρό Φεβρουάριο, το όποιο κρύο ή την όποια παγωνιά, την έξω ή την εσώτερη, του καιρού ή των καταστάσεων κλπ., νομίζουμε πως τη μετρίασε αρκετά η θαλπωρή της άσβηστης μνήμης των Μαρτζώκηδων του Χθες, αλλά πιο πολύ την περιορίζει η ζεστασιά της “πνοής” ή της επιβίωσής τους Σήμερα, χάρη στην ύπαρξη, την παρουσία και την προσφορά τού Μαθιού Γιαμαλάκη-Μαρτζώκη. Ανταποδίδοντάς του το ελάχιστο, τον ευχαριστούμε για την απρόσμενη εμφάνιση, για τον έστω αργοπορημένο ερχομό στη μητρική τη του Ούγου Φώσκολου (που, σημειολογικά και πολυσήμαντα, μας τον θυμίζει και η ονομασία του χώρου στον οποίο βρισκόμαστε), για την ευφρόσυνη συνάντηση και επικοινωνία του μαζί μας και για ό,τι ανθρώπινα, ιστορικοπνευματικά και καλλιτεχνικά ωραίο και σημαντικό εκφράζει.
Βιβλιογραφία
* Λεωνίδα Χ. Ζώη, Λεξικόν / Ιστορικόν και Λαογραφικό Ζακύνθου, Τόμος Α, Εκ του Εθνικού Τυπογραφείου, Αθήναι 1953, σσ. 400 – 402.
* Βιογραφική Εγκυκλοπαίδεια Ελλήνων Λογοτεχνών, Τόμος Γ΄, Εκδόσεις Παγουλάτου, Αθήνα [χ.χ.], σσ. 22-25.
* Διονύσης Ν. Μουσμούτης, Ο Πίος Μαρτζώκης και το ζακυνθινό κωμειδύλλιο. Το τύμπανον και η σάλπιγξ, Εκδόσεις Τρίμορφο, Ζάκυνθος 2006.
* Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Πρόσωπα – Έργα – Ρεύματα – Όροι, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2007, σσ. 1350 – 1351.