© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Δευτέρα 9 Μαΐου 2011

Μιμίκας Σταμίρη: ΤΕΡΨΙΧΟΡΗ (ποιητική μυθοπλασία)

Τερψιχόρη, Μούσα της Μουσικής και του Χορού, έργο Jean-Marc Nattier, 1739

Στη χώρα του παραμυθιού, στην απλωσιά του μύθου
ο Δίας κοσμοκράτορας και κοσμοπλάστης μέγας.
Αντάμα σε ξεφάντωση με Απόλλωνα και Μούσες,
με νύμφες και θεότητες βρισκότανε μια μέρα.
Κι η μουσική απλωνότανε με νότες και τραγούδια,
φωνές και όργανα μελωδικά και δυνατές ορχήστρες.
Και πρώτη και καλύτερη η Μούσα η Τερψιχόρη
στη μέση εκαθότανε καμαρωτή κι ακέρια.
Είχε στην προστασία της κείνο το πανηγύρι
κι έδινε λάμψη κι έμπνευση μες τους πανηγυριώτες.
Αιθέρια και κατάλευκη με το μακρύ της πέπλο
με κάθε πιέτα σκέπαζε όλης της γης τους τόπους.

Κάποια στιγμή χαρούμενη ακούγεται η φωνής της:
- Δία, εσύ πατέρα μου, Απόλλωνα, μητέρα μου Αρμονία
θα ιδείτε πόσα πρόσωπα η κόρη σας κατέχει.
Όπου στον κόσμο κι αν σταθώ αλλάζει η μορφή μου
σε κάθε τόπο και στιγμή παίρνω και άλλη όψη.

Κι ευθύς κουνεί το πέπλο της και φαίνονται ανθρώποι
με όργανα που παίζανε και τρανταχτή ορχήστρα.
Παιάνες κι εμβατήρια φεύγανε στον αγέρα
και νύμφες εχορεύανε με τους θνητούς αντάμα.

Το βλέμμα και το πέπλο της στρέφει σε άλλα μέρη.
Εκεί που η Ευρώπη έψαχνε για την χαμένη αγάπη
κι αλλοπαρμένη έτρεχε της Ήρας να ξεφύγει.
Στην Αλβιόνα στάθηκε, στης Αυσονίας τον τόπο,
απ’ τα Παρίσια πέρασε και την «αιώνια πόλη».
Μάζεψε ήχους και ρυθμούς, νότες και μελωδίες
στα σύννεφα που εφτάνανε κι αγάλλιαζε η πλάση.

Κι έπειτα η Μούσα άπλωσε το αιθέριο φόρεμά της
στο Ιόνιο το πέλαγο με τα εφτά νησιά του.
Καντάδες ακουγόντανε σε ούλα τα καντούνια
για τον καημό του έρωτα, τση αγάπης τις σκοτούρες.
Βάρκες εσεριανίζανε του γαλανού πελάγου
και γιασεμιά μυρίζανε στους κήπους των ανθρώπων.
Κιθάρες τραγουδούσανε παρέα με μαντολίνα,
κορίτσα σεριανίζανε φορώντας κρινολίνα.

Σαν αητός σηκώθηκε κι άπλωσε τις φτερούγες
η Τερψιχόρη η ορχηστρική σ’ όλη την οικουμένη.
Στάθηκε κι αφουγκράστηκε τις μουσικές του κόσμου
για ελπίδες , για τα βάσανα, τα γέλια
που τραγουδάει ο άνθρωπος σ’ όλη της γης τα μέρη.
Ήχοι εβγαίνανε λεπτοί από ξυλοτεχνίες,
ταμπούρλα, αυλούς κι όργανα που ξέρουν να μιλούνε.

Με το δεξί το χέρι της κουνεί πάλι το πέπλο
και τότε ξεχυθήκανε γαληνεμένοι ήχοι.
Βιολιά και πλήκτρα μαγικά επαίζανε αντάμα.
Χέρια με τέχνη σκάβανε του δοξαριού τα λούκια.
Και μια μαγεία απλώθηκε σε τόπο και σ’ ανθρώπους
που νιώθανε μες την ψυχή γαλήνη κι ηρεμία.

Τ’ αριστερό το χέρι της σηκώνει με βιασύνη
καθώς του πέπλου ακούμπησε την άλλη του την άκρη.
Κι εκεί με μιας ξεπρόβαλε μια ζωντανή εικόνα.
Ανθρώποι τραγουδούσανε απλοί, βασανισμένοι
στου μπουζουκιού τη συντροφιά χαρά αναζητώντας.
Κι ο πόνος τους ξεχείλιζε κι ο έρωτας πονούσε
κι έκανε για τραγούδι του καθένας τον καημό του.

Και ξαφνικά σταμάτησε της Μούσας το ταξίδι.
Κι όλοι μείναν άναυδοι με τις πολλές της όψεις.
Κι ο πατέρας των θεών εγύρισε και είπε:

- Κόρη μου της μουσικής, εσύ που είσαι μία,
αλήθεια δεν περίμενα πόσες μορφές αλλάζεις.
Εγώ όμως σε έπλασα να εμπνέεις τους ανθρώπους,
να τραγουδάνε την καρδιά, τον πόνο, την ελπίδα.
Ν’ ανοίγουνε τα χέρια τους και την ψυχή παρέα
με κάθε τους τραγούδισμα να ’ναι ξαλαφρωμένοι.
Κι αν είσαι έτσι ή κι αλλιώς, με μία ή άλλη όψη
για με είσαι η θυγατέρα μου η Μούσα η Τερψιχόρη.
Related Posts with Thumbnails