© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Δευτέρα 26 Ιουλίου 2010

Ελληνική Δημοτική Μουσική Παράδοση

Γράφει η Ευαγγελία-Αγγελική Πεχλιβανίδου

Τα δημοτικά μας τραγούδια, τα ποιήματα και οι δημοτικοί μας χοροί έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα. Είναι μια αλυσίδα καταγωγής. Κρίκοι που οδηγούν πίσω στον Όμηρο, στους τραγωδούς, στους αρχαίους Έλληνες. Ο λαός μας ήδη από τη βυζαντινή εποχή, συνεχίζοντας την ομηρική παράδοση είχε τεχνουργήσει πολλά τραγούδια που αναφέρονταν σε διάφορα ιστορικά γεγονότα ή πρόσωπα. Μόνο σ αυτά μπορούμε να βρούμε την ιστορική συνέχεια της Ελλάδας. Στην παράδοση του τόπου, στη λαϊκή ζωή, στα ήθη και στα έθιμα, στους εθνικούς μας χορούς και στο δημοτικό μας τραγούδι. Εκεί βρίσκεται η ιστορία μας. Σ΄ αυτό που χορεύουν και τραγουδούν
για να γλεντήσουν,
«-Τραβώδ’ Γαβρά, Τραβώδ’ Γαβρά, νε Γαβροκωνσταντίνε….»
για να θρηνήσουν,
«Ποιος θε ν’ ακούσει κλάματα και μαύρα μοιρολόγια ,
ας πά’ στα κάστρα του Μωρεά, στης πόλης τα καντούνια…»
για να συμβουλεύσουν, να παροτρύνουν, να ζητήσουν συγγνώμη,
«Αν ίσως με τα λόγια μου σήμερα πείραξά σε
Λησμόνησε το σφάλμα μου και πλειο μην το θυμάσαι …»
να σατιρίσουν,
«Εμέν η μάνα μ’ είπε με, υιέ μ’ ντο έν’ το χάλι σ’
με το νυχτοπερπάτεμαν, έφαες το κιφάλι σ’»
να αγαπήσουν,
«αυτά τα μάτια Δήμο, τα έμορφα, τα φρύδια τα γραμμένα,
αυτά με κάνουν Δήμο κι αρρωστώ, με κάνουν κ’ απεθαίνω»
να επικοινωνήσουν,
«εβγάτε αγόρια ‘σ τον χορόν, κοράσια ‘σ τα τραγούδια,
να ιδείτε και να μάθετε πως πιάνεται η αγάπη…»,
Για να υμνήσουν την αντρειοσύνη. (Πως ο ακρίτας πάει να ζωστεί τα άρματα)
«Πριχού τα πιάσει (τα άρματα) πιάνουττο, πριχού τα σείσει, σειόττο
Πριχού τα βάλει πάνω του, εκείνα περπατειόττο»
Για να μη ξεχνούν.
«Εμίσευσες και μ’ άφηκες ένα υαλί φαρμάκι
Και το καλόν σου γύρισμα όλο φιλιά κι αγάπη…»

Τα δημοτικά μας τραγούδια έχουν τον αυθορμητισμό ενός ανώνυμου λαού και την αρχή τους σε κάποιον ανώνυμο δημιουργό, όχι λογοτέχνη αλλά απλό άνθρωπο του λαού, προικισμένο με ταλέντο και καλλιτεχνική ευαισθησία. Γρήγορα υιοθετούνται από το κοινωνικό σύνολο, γίνονται κτήμα του λαού και προφορικά παραδίδονται από στόμα σε στόμα, από εποχή σε εποχή και από περιοχή σε περιοχή. Με την ευρύτερη διάδοσή τους δουλεύονται ταυτόχρονα μέσα στο χωνευτήρι του λαού, που τα τροποποιεί και τα παραλλάσσει πολλές φορές, από το αρχικό ποίημα.
«Εγώ ‘χω αστήθι μάρμαρο και χέρια σιδερένια
Για να’ βγω να παλέψουμε στο μαρμαρένιο αλώνι.»
Ή σε παραλλαγή
«Εγώ ‘χω ατσάλι στην καρδιά και σιδερένια μπράτσα
Κι έβγα να πολεμήσουμε, μαζί να σκοτωθούμε.»

Σαν ποιητικά δημιουργήματα τα δημοτικά τραγούδια ξεχωρίζουν για τη ζωντανή και παραστατική απεικόνιση του εξωτερικού και εσωτερικού κόσμου που εκφράζουν, καθώς και για τη λιτότητα και την πυκνότητα του λόγου. Έχουν τολμηρές προσωποποιήσεις . Τα ζώα, τα δέντρα, τα βουνά, τα πουλιά μιλούν και συμπάσχουν με τους ανθρώπους. Το άλογο ήταν αγαπητό θέμα στα τραγούδια.
«Κι ένας γρίβας (το άλογο), παλιόγριβας, σαρανταπληγιασμένος
Κείνος απολογήθηκε γυρίζει και μου λέει.
-Εγώ είμαι γέρος κι άχαρος ταξίδια δε μου πρέπουν
Μα για χατήρι της κυράς θα μακροταξιδέψω
Οπού μ’ ακριβοτάγιζε στο γύρο της ποδιάς της
Κι οπού μ’ ακριβοπότιζε στη χούφτα του χεριού της.»
Και αλλού
«Όλα τα κάστρα χαίρονται κι όλα βαρούν παιγνίδια
Το Νάπλι κι η Μονεμβασιά κάθονται μαραμένα
-Νάπλι γιατί δε χαίρεσαι , τι δε βαρείς παιχνίδια;
-Τι καλόν έχω να χαρώ και να βαρώ παιχνίδια
Μένα με πλάκωσε Τουρκιά, στεριά και του πελάγου…»
Στα 400 χρόνια της σκλαβιάς του στον τούρκικο ζυγό ο λαός μας τραγούδησε τους καημούς του και τους πόθους του. Με τα κλέφτικα τραγούδια ύμνησε τον ηρωισμό των κλεφτών και αρματωλών, με τα μοιρολόγια θρήνησε τον πόνο του χαμού.
«Τη λευτεριά λαχτάρισα, δε θέλω να ’μαι σκλάβος.
Θ ανέβω πάνω στα βουνά, πάω να γίνω κλέφτης.»
Και χόρευε ο λαός μας τραγουδώντας, κυρίως στα πανηγύρια όπου μπορούσαν να συγκεντρωθούν όλοι χωρίς φόβο να προκαλέσουν υποψίες στον κατακτητή.
Όλη η ιστορία της Ελλάδας, οι πόλεμοι, οι καταστροφές, η κατοχή, η πείνα και η στέρηση, η αδικία, η κάθε απελευθέρωση, το κάθε πολιτικό γεγονός, έγινε δημοτικό τραγούδι, στην καρδιά, τη ζωή και τη μνήμη του λαού.
Τον πιο έγκυρο χαρακτηρισμό στα δημοτικά τραγούδια έδωσε ο Κολοκοτρώνης που τα χαρακτήρισε «εφημερίδες στρατιωτικές» αφού πέρα από την ψυχαγωγία που πρόσφεραν ήταν και μέσα Εθνικής παίδευσης και διατήρησης της Εθνικής μνήμης.
Κι όταν ήρθαν οι μοντέρνοι καιροί και οι φουστανέλλες αντικαταστάθηκαν από τα ευρωπαϊκά ρούχα, και η λύρα και το κλαρίνο και η φλογέρα, το κανονάκι, το λαούτο και το ούτι αντικαταστάθηκαν από το πιάνο και την κιθάρα και το συνθεσάϊζερ, τότε άρχισε και η αλλοίωση και η περιθωριοποίηση της μουσικής μας ρίζας, άρχισε η παράδοσή μας να περνάει σε δεύτερη μοίρα, άρχισε η λησμονιά και η αποκοπή ενός ομφάλιου λώρου δυόμισι χιλιάδων ετών .
Το «καμπανάκι του κινδύνου» το άκουσαν κάποιοι άξιοι πατριώτες έλληνες και μη (ενδεικτικά θα αναφέρω το Σοφοκλή Δημητρακόπουλο, τη Δώρα Στράτου, το φιλέλληνα Κλωντ Φωριέλ), και αρκετοί άλλοι επώνυμοι και ανώνυμοι, που κατέγραψαν όσα μπόρεσαν δημοτικά τραγούδια και χορούς. Αυτή τη μουσική και ποιητική μας παράδοση, είναι χρέος όλων μας να την κρατούμε ζωντανή και να τη διδάσκουμε στα παιδιά μας. Θα ήταν ευχής έργον εάν διδάσκονταν σαν κύριο μάθημα στα σχολεία και το λέω εγώ που υπήρξα καθηγήτρια επί σειρά ετών και πονούσα αφάνταστα με τη διαπίστωση ότι δυστυχώς τα παιδιά μας «περί άλλων τυρβάζουν» και δε φταίνε μόνο αυτά. Και όπως ο Κοσμάς ο Αιτωλός βοήθησε να διατηρηθεί η ιστορία και η γλώσσα μας με τα κρυφά σχολειά έτσι και η πολιτεία σήμερα οφείλει να κάνει τα σχολεία, κρυφά σχολειά της διατήρησης της παράδοσής μας, για να πάψουνε τα παιδιά μας και εμείς να είμαστε μιμητικά όντα μιας γιουροβίζιον με μόνους στόχους το shake dance και το brake dance το τσιφτετέλι dance …. κ.α.π. (δεν έχουμε καν το θάρρος να πάμε με τη δική μας αυθεντική λαλιά και λεβεντιά και ας μην κερδίσουμε, αρκεί που θα τους αφήσουμε τη σφραγίδα μας) Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δεν είμαστε απλά ευρωπαίοι πολίτες, αλλά έλληνες, ευρωπαίοι πολίτες.
Τα δημοτικά μας τραγούδια γεννήθηκαν και αναπτύχθηκαν μέσα στις απομονωμένες κλειστές κοινωνίες σαν η πιο γνήσια έκφραση της λαϊκής ψυχής. Και μέσα από τους αιώνες δόθηκαν σε μας σαν μια κληρονομιά ζωντανή, συγκλονιστικών βιωμάτων των προγόνων μας που μιλούσαν και μιλούμε την ίδια περήφανη ελληνική γλώσσα.
Και οφείλουμε να την παραδώσουμε στα παιδιά μας πλουσιότερη, έτσι ώστε σε όποια γωνιά της γης κι αν βρίσκονται, όταν ακούν αυτές τις απλές και μεστές προτάσεις της δημοτικής ποίησης, που κουβαλούν όλο το έθνος μας, όλο το «βιός» μας, να νιώθουν όλη την ιστορία τους να πάλλει την ψυχή τους. Και όταν ακούν λύρα ποντιακή ή κρητική, ή κλαρίνο ή άλλο παραδοσιακό όργανο να ζωντανεύει η λεβεντιά στις φλέβες τους και στα κορμιά τους. Αυτή είναι ιερή υποχρέωση όλων μας.
Related Posts with Thumbnails