Του Γιάννη Κωμαΐτη
α΄
Σαύρα στον ήλιο
προεξοχή ονείρου
αινιγματώδης.
Όλοι ένας-ένας.
Αχ αίμα τεθλασμένο
μάθε μας πότε.
Έφυγε πάνω
μοβ αναρριχώμενο
ανεπιστρεπτί.
Ο υπνοβάτης
σωπαίνει κι όμως ξέρει-
δούρειος έρως.
Στέρνα του Άδη
νερά ώς την ψυχή μου.
Τ’ άλλα παρήλθαν.
Φεύγω μέσα μου.
Έτσι κι αλλιώς το Χάος
μάς περιλούει.
β΄
Κουφή βδομάδα
στον διάδρομο ακάθιστος
φτωχός και πένης.
Περίφρακτο φως
καρφιτσωμένη ελπίδα
στο νυχτικό σου.
Ευκολόπιστη
ωραία περήφανη
διανυκτερεύεις.
Μεγάλη Πέμπτη
στα κάτεργα του σώματος
και στάζεις ήλιο.
Τα νεραντζάνθια
είχαν την ευωδία
του Εσταυρωμένου.
Νύχτα στη νύχτα
τον περιαύλιο φόβο
πες τον Αγάπη.
[Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», 4-30.4.1995, έξω από τη Μ.Μ.Ο. Από το βιβλίο, Παναγιώτη Καποδίστρια, Ενύπνιο μετά τρούλλου, 1999, σσ. 16-19]