© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2018

Για το βιβλίο της Ελένης Λόππα “Η ζωή είναι αλλού; (Requiem for a dream)”, εκδ. Ρώμη, 2017

Γράφει η ΑΝΘΟΥΛΑ ΔΑΝΙΗΛ


Οι ιστορίες των έργων της Ελένης Λόππα είναι, κυρίως, ιστορίες γυναικών που έχουν βασανιστεί με ποικίλους τρόπους και έχουν πάρει το δρόμο της ελπίδας και ας μην ξέρουν πού θα φτάσουν. Για την παρούσα περίσταση, όνειρο μακρινό η Ευρώπη. Ιστορίες μεταναστριών, προσφύγων, ξεριζωμένων, νέων τραγικών Τρωάδων που υποχρεώνονται να εγκαταλείψουν τη στέγη τους με τα παιδιά στην αγκαλιά και άλλα στην κοιλιά, μια μέλλουσα γενιά που βγαίνει στο δρόμο της ξενιτιάς πριν ακόμα βγει στο δρόμο της ζωής. Χωρίς να παρακάμπτει τους άντρες αυτής της περιπέτειας, η ματιά της, επιλεκτικά πέφτει στις γυναίκες, οι οποίες, λόγω της χώρας προέλευσης, είναι εξαρτημένες με όλους τους τρόπους από τη δύναμη ενός πατέρα, αδελφού, συζύγου, γιου, κοινωνικού κανόνα και προκατάληψης. Κανένα δικαίωμα άλλο πλην της γέννησης και του πένθους.

Η κεντρική ηρωίδα, η Μυρτώ, στο μυθιστόρημα με τον ερωτηματικό τίτλο Η ζωή είναι αλλού; και με την διευκρινιστική απαισιόδοξη και πένθιμη προέκτασή του, «Requiem for a dream», πριν από όλα βιώνει μια ερωτική απογοήτευση. Ο πόνος της απώλειας ενός έρωτα μόνο με μια σημαντική προσφορά μπορεί να εξισορροπηθεί. Κι έτσι φεύγει· και πάει στη Λέσβο, εκεί που το ρεύμα των μεταναστών–προσφύγων έρχεται σαν βίαιο και ασυγκράτητο τσουνάμι. Σπρωγμένες από τον βίαιο άνεμο του πολέμου, οι γυναίκες, απωθημένες από μια χώρα που έγινε κόλαση, καταφθάνουν εκεί που οι εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη τους θησαυρίζουν, υποσχόμενοι έναν παράδεισο. Η ιδιοτέλεια, ο δόλος και η απάτη των μεσαζόντων και η νέα μορφή του ανελέητου παραεμπορίου είναι το ντεκόρ. Οι Τούρκοι λιμενικοί συνεργάζονται με τους διακινητές, λένε. Παραφορτώνουν τη βάρκα. Δίνουν ελαττωματικά σωσίβια, ταξιδεύουν νύχτα με φουρτούνα, επιβάλλουν τους όρους τους. Οι γυναίκες τσιρίζουν, τα παιδιά κλαίνε, οι διακινητές ουρλιάζουν και η θάλασσα χωρίς έλεος καταπίνει ανθρώπινες ζωές. «Πού είναι ο Θεός;», ούρλιαζε η Σαμίρα, κοιτάζοντας απελπισμένη τη θάλασσα, όπου ο άντρας και τα δυο αγόρια της είχαν πλέον βυθιστεί. «Ελάτε, κυρία, όλα θα πάνε καλά. Κοιτάξτε τα κοριτσάκια σας, με τη αγωνία σας περιμένουν! Είμαι η Μυρτώ…» και έπειτα «Κάτοικοι της Λέσβου πρόσφεραν σάντουιτς και νερό».

Η Ελένη Λόππα, είναι έμπειρη συγγραφέας, δοκιμασμένη και στη ζωή και στη λογοτεχνία. Βλέπει πάντα με τα μάτια μιας γυναίκας που νοιώθει τον ανθρώπινο πόνο. Το βιβλίο της δεν είναι μυθιστόρημα, δεν είναι μυθοπλασία, δεν είναι ντοκουμέντο, δεν είναι δημοσιογραφική έρευνα. Είναι όλα αυτά μαζί και ακόμα κάτι. Είναι γραμμένο με αγάπη και συμπόνια για τις πάσχουσες γυναίκες, συμπληρωμένο με γνωστά ποιήματα και τραγούδια, ρήσεις σπουδαίων ανθρώπων και λόγια σοφά. Διότι, ακολουθώντας τη τεχνική της, που μας είναι γνωστή και από τα άλλα βιβλία της, διανθίζει την αφήγησή της με όλα τα είδη του λόγου, αντικειμενικού και υποκειμενικού, αντιπαρατάσσοντας στον λυρικό τόνο των ποιημάτων, σαν αντίβαρο, το βαρύ και πένθιμο των τραγικών γεγονότων και στο ψυχρό, αδιάφορο και μακάβριο των αριθμών: τόσοι πνιγμένοι, τόσα παιδιά, τόσες γυναίκες· «Τόσες ψυχές δοσμένες στις μυλόπετρες», έγραψε ο Γιώργος Σεφέρης, με άλλη, αλλά παρόμοια, αφορμή. Δυστυχείς όσες πνίγηκαν. Τυχερές όσες σώθηκαν, αλλά αλίμονο στις όμορφες. Η ομορφιά είναι κατάρα γιατί οι όμορφες, αφού σωθούν, θα πέσουν στα νύχια των εκμεταλλευτών, θα πρέπει να εξαγοράσουν με πορνεία τη διάσωσή τους.

Τρεις χιλιάδες άνθρωποι κάθε μέρα; «Πού θα πάνε όλοι αυτοί οι άνθρωποι;», Πλιάτσικο, εκμετάλλευση, ιδιοτέλεια. Και στη θάλασσα τα πτώματα που επισήμως είναι «θέματα», αλλά «πόσα θέματα να προλάβεις;». Τι γίνονται οι βάρκες μόλις φτάσουν; Άλλοι τις κλέβουν, άλλοι τις κρύβουν. Άλλοι βρίσκουν την ευκαιρία να θησαυρίσουν από τη συμφορά του συνανθρώπου τους· «η ιδιοτέλεια να καρπωθείς το αίμα των άλλων», έγραφε ο ποιητής, και άλλοι γράφουν με μεγάλα γράμματα: ΌΧΙ ΞΕΝΟΙ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΣ, ΟΧΙ ΞΕΝΟΙ ΔΙΠΛΑ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΑΣ». Παράλληλα, το τελματωμένο, λόγω οικονομικής κρίσης, εμπόριο κινείται. Κι έτσι, ένα άλλο είδος «τουρισμού» ανθίζει στα νησιά μας και όλα μετριούνται με νούμερα. Νούμερα θαυμαστά που κάνουν την έκπληξη: Τριακόσιοι κάτοικοι της Τήλου, έσωσαν ως τώρα 4. 637 ψυχές και πρόσφεραν 10.000 μερίδες φαγητό! Η μία όψη. Και η άλλη: «Πού κοιμούνται τα παιδιά των προσφύγων;» ερωτά η Daily Mail στις 29-9-15. Πού κοιμούνται η 7χρονη Ralia, η 13χρονη Rahaz, ο 5ντάχρονος Abdulah, η 11χρονη Esma, ο 7χρονος Ahmad και τόσα άλλα παιδιά; Κοιμούνται σε χαρτόκουτα, σε βρώμικα στρώματα, σε πεζοδρόμια, νηστικά, βρώμικα και κουρασμένα, με ή χωρίς γονείς. Και η συγγραφέας ανθολογεί ένα απόσπασμα από την Ομιλία του Γιώργου Σεφέρη στη Στοκχόλμη, στην απονομή του Νόμπελ: «Πρέπει να αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου κι αν βρίσκεται. Όταν στο δρόμο της Θήβας ο Οιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκριση ήταν: Ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Οιδίποδα».

Η Μυρτώ, παραμερίζοντας τη δική της, θα αντιμετωπίσει την ξένη δυστυχία και θα συνδεθεί με τις γυναίκες. Την Σαμίρα από τη Συρία και τα τρία από τα πέντε παιδιά της. Την Λάιλα από το Αφγανιστάν που είναι έγκυος και έχει και ένα δίχρονο κοριτσάκι στην αγκαλιά. Την Ράνια από την Ερυθραία, επίσης έγκυο και με μια μικρή κορούλα, τη Σάχαρ. Τη Σάχαρ που αρχίζει τη ζωή της μεταναστεύοντας. Η Μυρτώ σκέφτεται να την υιοθετήσει, αλλά τελικά το κοριτσάκι θα καταλήξει σε συγγενείς του στη Στοκχόλμη. Τη Λούφτα από το Ιράκ την εγκατέλειψε ο άντρας της με ένα μικρό παιδί και περπάτησε όλη την Τουρκία για να φτάσει στην Ελλάδα. Η Σαμίρα καταφέρνει με τα τρία παιδιά της, ένα ορφανό κι ένα ασυνόδευτο να φτάσει στη Γερμανία, όπου όμως δεν βρήκε ό,τι περίμενε ή ό,τι νόμιζε πως θα έβρισκε. Η Λάιλα ερωτεύεται τον λιμενικό που την έσωσε και έτσι παραμένει στη Λέσβο.

Οι κάτοικοι της Λέσβου απέδειξαν τι θα πει «άνθρωπος». Η Μυρτώ βρήκε τις ισορροπίες στα υπαρξιακά της αδιέξοδα και έμαθε πως η ζωή δεν πάει μπροστά παίρνοντας μόνο αλλά και δίνοντας και υποχωρώντας. Προσφέροντας. Στο ερώτημα που θέτει ο τίτλος του βιβλίου, η συγγραφέας δεν θα απαντήσει. Θα το αφήσει ανοιχτό. Όμως θα καταλήξει στο ότι στη Λέσβο, «ο τρόπος που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι τους πρόσφυγες ήταν μια πραγματική αποκάλυψη». Και αυτή η αποκάλυψη είναι μια σύγχρονη μορφή της χριστιανικής αλληλεγγύης. Αγαπάτε αλλήλους.

Related Posts with Thumbnails