© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Σάββατο 26 Μαρτίου 2011

Από το εργαστήρι των Πλαισαίων στον «Ερωτόκριτο»

Γράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ


Το νησί μας και κυρίως το αστικό του κέντρο, η λεγόμενη Χώρα, τον τελευταίο καιρό, παράλληλα με την οικονομική κρίση, βιώνει και πνευματική πενία, παράλληλα με μια επίφοβη πολιτική ασάφεια. Ίσως, μάλιστα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, ο ανδριάντας του εθνικού μας ποιητή μας έχει γυρίσει την πλάτη, κοιτώντας το αχανές του πελάγου και η προτομή του Φώσκολου, κρυμμένη ευρηματικά σε μια απομονωμένη γωνιά της πλατείας, χάνεται όλο και πιο πολύ από την μνήμη μας και την καθημερινότητά μας, απονέμοντας στον τόπο της «μητρικής του γης» στεφάνια καμωμένα ή «γεναμένα», αν προτιμάτε την γλώσσα του Γενάρχη, όχι από δάφνη ή έστω «λίγα χορτάρια», αλλά από λησμονημένα καλώδια! Όσο για ’κείνον τον υψιπετή ευαγγελιστή Ιωάννη του Νικολάου Καντούνη, που σώθηκε από τις θεομηνίες και συντροφιά με τον ομόλογό του Ματθαίο, επιμένει στον τοίχο της κάτω αίθουσας του Μουσείου μας, έχοντας ενδιάμεσα ένα κομμάτι αίθριας ελπίδας από την ουρανία της Φανερωμένης, η κάποτε άνοδός του γίνεται σήμερα φυγή και τα χρώματά του νοιώθουν την μεγαλύτερη μοναξιά της βιωτής του, αισθανόμενα την κυριαρχία του κιτς και την αχρωματοψία των απογόνων του δημιουργού του και των πιστών, που κάποτε τον προσκύναγαν.

Μ’ άλλα λόγια, ζούμε την κυριαρχία του γκρι και την αυτοκρατορία της μετριότητας. Είναι, πιθανόν, η επικράτηση της μωρίας, πριν την μεγάλη απώλεια.

Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν και οάσεις ελπίδας και αναλαμπές υπόσχεσης, οι οποίες τονίζουν πως μπορεί να χάθηκαν τα δαχτυλίδια, αλλά παραμένουν τα δάχτυλα, όχι με χρυσά πια στολίδια ή ασημένια, αλλά μ’ ελπίδα να ξαναφορέσουν έστω ένα κόσμημα φτιαγμένο από τα φοινικόφυλλα των Βαΐων, έτσι για να μην χαθεί η παράδοση τόσων αιώνων και να μείνει κάτι να θυμίζει την άνοδο αυτού του τόπου, που ίσως γίνει αιτία πνευματικής μας επανάκαμψης και σωτηρίας.

Σ’ αυτές τις αληθινά και περισσότερο από ποτέ ελπιδοφόρες εξαιρέσεις ανήκουν οι σύγχρονοι ποιητές μας, οι οποίοι ισοφαρίζουν συχνά την κακοφημία μας, οι εικαστικοί μας δημιουργοί, με το αντίδοτο και αντίδωρο των χρωμάτων τους και την παρηγορία των Δοξαράδων, κάποιοι νέοι μουσικοί, οι οποίοι επανέκαμψαν, δίχως να προδίδουν τις παρακαταθήκες του Παύλου Καρρέρ, αλλά και μερικοί πολιτιστικοί σύλλογοι, που, εκτός από την σφραγίδα στο ντουλάπι τους, κρατούν άσβεστη την ελπίδα και συνεχίζουν την παρακαταθήκη όσων μας θεμελίωσαν στέρεες βάσεις και οι σεισμοί, οι κυριολεκτικοί και οι μεταφορικοί, προσπαθούν να τις ταρακουνήσουν, ισοπεδώνοντας και καταστρέφοντας.

Σ’ αυτούς τους τελευταίους συμπεριλαμβάνεται αναμφίβολα και σε θέση κερδισμένη με το σπαθί του ο Πολιτιστικός Σύλλογος Σκουλικάδου, «Ερωτόκριτος», ο οποίος αυτές τις μέρες τάραξε πάλι τα νερά με μια θεατρική παράσταση και ξεκινώντας, πριν λίγα χρόνια, με τους ήχους των πετάλων του έργου του Βιτσέντζου Κορνάρου, που το φιλοξένησε το χωριό του και άλειψε με λάδι τις πληγές της προσφυγιάς του, έφτασε μέχρι και τον μεγάλο Γάλλο κωμωδιογράφο Ζωρζ Φεντώ, που ο «Ράφτης κυριών» του, «με μηνύματα επίκαιρα και δοσμένα με έξυπνο και ωραίο τρόπο», όπως γράφει και ο Πρόεδρος του Συλλόγου και σκηνοθέτης της παράστασης, Μπάμπης Συγούρος, έθιξε τον καθωσπρεπισμό μας και μας ξεγύμνωσε πάνω στη σκηνή, όχι τόσο για να μας γελοιοποιήσει, όσο για να μας συνετίσει.

Πράγματι «η φύση των ανθρώπων δεν αλλάζει», όπως εύστοχα μας θυμίζει, μια και όλοι το γνωρίζουμε, η Ουρανία Πλέσσα, στο παραπάνω έντυπο. Και πολύ σωστά συνεχίζει: «Η συζυγική απιστία […] και οι ρομαντικές περιπέτειες από την μια μεριά, η υποκρισία και ο φόβος για το κοινωνικό σκάνδαλο από την άλλη πάντοτε υπήρξαν και εξακολουθούν να είναι τα πιο ενδιαφέροντα και πιο πιπεράτα θέματα, ιδιαίτερα όταν αφορούν άλλους. – Εμείς ποτέ! Πάντα οι άλλοι».

Μόνο που το θέατρο και η τέχνη γενικότερα καταργεί το «οι άλλοι» και μας αναγκάζει σε αυτοκριτική και αυτοεξομολόγηση. Μας συνετίζει εκθέτοντάς μας πάνω στο σανίδι. Γιατί ενώ δείχνουμε πως γελάμε με τον γείτονα και τον πλησίον, μέσα μας γνωρίζουμε καλά πως ο φόβος μας αναγκάζει να γελοιοποιούμε τον συνάνθρωπο, ενώ στην ουσία εφαρμόζουμε το «το δικό μου τ’ όνομα πάρτο εσύ γειτόνισσα», κάτω από την απειλή της αυτογνωσίας.

Δεν θέλω, όμως, με αυτό εδώ το κείμενο ούτε να κρίνω την παράσταση, κάτι που σαν μη ειδικός δεν είμαι σε θέση να κάνω, όσο και αν αγαπάω το θέατρο, ούτε να αναλύσω το έργο του Φεντώ. Αυτά ας τα κάνουν άλλοι, περισσότερο αρμόδιοι. Σκοπός δικός μου είναι να εντοπίσω μια ανάσα πολιτισμού, που αντιστέκεται, καιρό τώρα, στο όμορφο αυτό και με παράδοση ριζοχώρι και να δώσω στον εαυτό μου πρώτα και ύστερα σε όλους εσάς, που με διαβάζετε κάθε βδομάδα, μια ελπίδα και μια ακτίνα παρηγοριάς.

Εκεί, λοιπόν, σαν αντίδραση στις θρυμματισμένες πλάκες της Πλατείας Ρούγας και αντίσταση στον μπετόν πολιτισμό της υπνωτικής ευμάρειάς μας, καλυτερεύουν την ζωή των χωριανών και την ζωή μας, υποσχόμενοι ένα καλύτερο αύριο, ένα μουσικό τμήμα για την εκμάθηση κιθάρας και αρμονίου, μια παιδική χορωδία, μια θεατρική ομάδα - όπως ήδη γνωρίσαμε - και μια παρόμοια νέων, καθώς και το χορευτικό τμήμα παραδοσιακών χορών με τέσσερα συγκροτήματα, παιδιών, νέων και ενηλίκων. Μ’ άλλα λόγια στο Σκουλικάδο ακούγεται συνεχώς, όπως θα πληροφορηθούμε σε λίγες μέρες από τον μεγάλο υμνωδό, ένας «ήχος καθαρός εορταζόντων», ο οποίος μπορεί να μας οδηγήσει στο πανηγύρι της Άνοιξης και την λύτρωση της Ανάστασης και ανάτασης.


Δεν είναι τυχαίο, μάλιστα, που στον ίδιο χώρο υπήρξε παλιότερα το φημισμένο, για τους καιρούς του, εικαστικό εργαστήρι της καλλιτεχνικής οικογένειας Πλαίσα, με τους ζωγράφους της φαμίλιας, τον πρεσβύτερο και νεώτερο Παναγιώτη και τους μαθητές τους, που κράτησαν την ταυτότητα της τοπικής μας έκφρασης και δεν επέτρεψαν στην νοοτροπία μας να αυτομολήσει, ούτε που το χωριό αυτό ήταν η γενέτειρα του ανανεωτή Κονίδη Πορφύρη και του πολύ Γιάννη Κεφαλληνού.

Στην εύφορη και πολιτιστικά αυτή γωνιά της Ζακύνθου, όπως ήδη αναφέραμε, επιβίωσε και διατηρήθηκε ένα από το αριστουργήματα της νεώτερης ελληνικής λογοτεχνίας, ο περίφημος Ερωτόκριτος. Διασκευασμένος, μάλιστα, στην ντόπια γλώσσα και την ξεχωριστή μας νοοτροπία, παίχτηκε πολλές φορές από τους κατοίκους του χωριού και έγινε παράδοσή του.

Τον Αύγουστο του 2005 το διαμάντι αυτό της κρητικής και όχι μόνο λογοτεχνίας επανήλθε στην καθημερινότητά μας και ξεκινώντας από την ιστορική θέση «Μερτούλα» του χωριού, που την γνωρίζαμε ως τότε, εμείς οι εκτός, μονάχα από τα σχετικά κείμενα του Κονίδη Πορφύρη, μέσω του γηπέδου μας, έφτασε ως και το Κάστρο μας, δίνοντάς του ζωή και θυμίζοντάς μας, όχι μόνο το τι χάνουμε με την αδιαφορία μας, αλλά και το τι αληθινά μας αρμόζει και μας αξίζει.

Μέσω της τέχνης ο Κορνάρος μπορεί να έχει πρώτου βαθμού συγγένεια με τον Φεντώ και το νησί μας να ξαναγίνει σταυροδρόμι πολιτισμού και σκάλα στην μετακίνηση των ιδεών.

Το Σκουλικάδο βάζει συνεχώς ακρογωνιαίους λίθους στο οικοδόμημα. Εμείς απλά ας αντισταθούμε στην κατεδάφιση. Τότε μπορούμε να ελπίζουμε.

[Φωτογραφίες από την παράσταση: π. Π. Καποδίστριας]
Related Posts with Thumbnails