ΚΑΘΕ έγκυρη και σοβαρή, αναστατική ή διασωστική γραφή για έναν τόπο (ή μια εποχή), και μάλιστα όταν αυτός έχει πάψει οριστικά να υφίσταται ως ζώσα και απτή πραγματικότητα, είναι ευχάριστα και επαινετικά ευπρόσδεκτη και αξιανάγνωστη.
Το ίδιο συμβαίνει και με το πρόσφατο Ζακυνθολογικό πόνημα και δώρημα του γνωστού, εκλεκτού και ευγενή συμπατριώτη μας Ν ί κ ο υ Σ. Π ο μ ό ν η, που με τον τίτλο Η Ζάκυνθος της μνήμης και υπότιτλο Μια περιδιάβαση στον τόπο και τον κόσμο μιας «άλλης» Ζακύνθου έφτασε στα χέρια μας από τις τοπικές παραγωγικές Εκδόσεις Τρίμορφο του δραστήριου Άκη Λαδικού (Θεσσαλονίκη, Αύγουστος 2010, σ. 268). Πρόκειται για μια μ α ρ τ υ ρ ί α αυθεντικότητας, πειστικότητας και περισσής πληρότητας, επιτευγμένη χάρη στην πολύτροπα βιωματική εμπειρία, την ακριβή γνώση και την ανθεκτική μνήμη του συγγραφέα, αλλά και χάρη στον δυναμικά και (ανα)παραστατικά περιγραφικό, γλαφυρό, εύληπτο και ανεπιτήδευτο λόγο του, με τον οποίο έρχεται να προσθέσει πλείστα όσα στοιχεία, γνωστά ή άγνωστα, και ποικίλες αναφορές στα όσα κατά καιρούς έχουν παραδώσει στους νεότερους Ζακυνθινούς το πνεύμα, η ψυχή και η πένα προηγούμενων Ζακυνθ(ιν)ογράφων, όπως ο Γρηγ. Ξενόπουλος, ο Διον. Ρώμας, ο Ντίνος Κονόμος, ο Γιάννης Πομόνης - Τζαγκλαράς (αείμνηστος αδελφός του Νίκου) κ.ά.π. Κ' εδώ, κοντά σ' αυτούς, ας προσθέσουμε και όποιους άλλους αξιομνημόνευτους καλλιτέχνες ή δημιουργούς έργων, που διέσωσαν «κάτι» μικρό ή μεγαλύτερο, γνήσιο κ΄ εκφραστικό από τον αλλοτινό και ανεπανάληπτο κόσμο της προσεισμικής Ζακύνθου, όπως π.χ. ο ζωγράφος - αγιογράφος Χρήστος Ρουσέας και ο φιλότεχνος μακετίστας Γιάννης Μάνεσης.
ΣΗΜΕΡΑ, ο Νίκος Σ. Πομόνης, ευμνήμονα και φιλοπατριωτικά, προσθέτει τις δικές του αναθηματικές Ζακυνθ(ιν)ολογικές σελίδες (με παράθεση και πολλών εικόνων - φωτογραφιών) στα όσα έως τώρα ψηφιδογραφούν καθαρά το παλιότερο «πρόσωπο» της πόλης μας ή του νησιού μας, μ' ένα πολύσημο και απολαυστικό για τους φιλοζακυνθινούς κείμενό του, που -όπως σημειώνει ο ίδιος (σ. 15)- «αποτελεί μια αφηγηματική προσέγγιση της καθημερινής ζωής ενός τόπου, που ευτύχησε να συγκεντρώσει εξαίρετους φυσικούς όρους, τόσο δυναμικά σαν μετεωρολογικές συνθήκες στις διάφορες εποχές του χρόνου, όσο και στατικά σαν γεωγραφικό περιβάλλον».
Ενώ, ακόμη, συμπληρώνει ενημερωτικά ότι: «Η νοερή περιδιάβασή μας κρατάει μόνο δύο δεκαετίες περίπου, τις δεκαετίες 1930 και 1940, χωρίς φυσικά αναφορά στον πόλεμο, όπου επικράτησαν εξαιρετικοί όροι ζωής, που δεν είχαν καμιά σχέση με τον τόπο και τους ανθρώπους του. Αντίθετα, εμπεριέχει κατ? ανάγκην καταβολές από το παρελθόν του τόπου, όσες αποτέλεσαν παράδοση, στα πρόσωπα σαν κοινωνικές συμπεριφορές και ατομικές στάσεις ζωής και στα πράγματα σαν στατικά ιστορήματα». Όλα όσα αναφέρει, αφηγείται ή περιγράφει, διασώζει ή αναβιώνει, εικονογραφεί ή χρωματίζει με λέξεις εύστοχες και με πλούτο στοιχείων και λεπτομερειών ο μεθοδικός, προσεκτικός και παρατηρητικός Νίκος Σ. Πομόνης συγκροτούν στην ολότητά τους ένα ανάγνωσμα αναστηλωτικό ή αναστατικό για την τότε εποχή, τους χώρους, τη ζωή, την κοινωνία, τους ανθρώπινους τύπους και γι' άλλα χαρακτηριστικά «σημεία» ή γνωρίσματα της με ομορφιές και δυσκολίες μεσοπολεμικής Ζακύνθου.
Εκείνη, η για πάντα (το 1953) αφανισμένη πολιτεία, από την Αγία(ν) Τριάδα και μέχρι το Πόρτο, το Ψήλωμα, τον Πλατύφορο, τις «Μερίες» της και τις γραφικές γειτονιές της, τις Πλατείες, τον Άμμο κλπ., ξαναζωντανεύει -με το έμψυχο και άψυχο υλικό της- για όσους τη γνώρισαν και την έζησαν, σε ώρες χαράς και λύπης, αφθονίας και στέρησης, κεφιού και «μάντσιας», και αναδημιουργείται, κατά το δυνατό, ικανοποιητικά, ανθρωπογεωγραφικά, υλικοπνευματικά ή ψυχοσωματικά, χάρη σε πλήθος μνημονευτικών αναφορών για πρόσωπα (λησμονημένα ή όχι), για ομάδες, ήθη, συνήθειες, επαγγέλματα, ασχολίες, γι' άρχοντες, αστούς και ποπολάρους ή αγρότες, για φτωχόσπιτα και αρχοντικά, για ιδιωτικούς ή δημόσιους χώρους και τρόπους ζωής, για ευχάριστα ή δυσάρεστα -καθημερινά ή μοναδικότητας- γεγονότα και περιστατικά, που ιχνογραφούν ή σκιαγραφούν, ηθογραφούν και σηματοδοτούν το «είναι» και το «γίγνεσθαι» της τότε (ηδύπικρης, όπως πάντα) Ζακύνθου. Μιας «Χώρας» άγνωστης ή αθώρητης σ' όσους γεννήθηκαν μετασεισμικά αλλ' ευτυχώς διασωσμένης, ευχάριστα και συγκινητικά, αξιέπαινα και ευγνώμονα, μέσα σε σελίδες πολυφωνικά και έντεχνα συνθεμένες, μ' αγάπη, ρομαντισμό, ευαισθησία και νοσταλγική διάθεση, με σοβαρότητα και με τόνους χιούμορ λεπτού και πνευματώδους, με ήχους και πινελιές ή «αφές» άλλου ύφους, φινέτσας, ποιότητας και οπτικής, όπως είναι κι αυτές του επίσης - πιστού αλλ όχι άκριτου - Ζακυνθ(ιν)ολάτρη Νίκου Σ. Πομόνη, που με την ολοζώντανη Ζάκυνθο της μνήμης του σφυρηλατεί έναν γερό ή άρρηκτο κρίκο ανάμεσα στο Χθες και το Σήμερα ή στο Αύριο της «ωραίας και μόνης» πατρίδας του Ανδρέα Κάλβου. Μιας πατρίδας, που είναι άξια πάντοτε -παρά τα όποια και όσα δυσάρεστα ή αρνητικά και απογοητευτικά την πλήττουν ή την δοκιμάζουν- για βαθύτερη προσέγγιση και γνωριμία, για περισσή φροντίδα και προσφορά, για διάσωση και ανάδειξη κάθε ωραίας και ιδιότυπης πλευράς της, άξιας κάθε αποθησαυριστικής κατάθεσης και δωρεάς, απ' όποιον θέλει και μπορεί, γνωρίζει και θυμάται, υπεύθυνα, γόνιμα, ουσιαστικά. Έτσι, όπως ακριβώς ένιωσε και έπραξε, σαν κατάθεση όχι μόνο Μνήμης αλλά και Ψυχής γνήσια και αξιόπρεπα ζακυνθινής, με το αξιόλογο για την τοπική αυτογνωσία πόνημά του ο Νίκος Σ. Πομόνης. Με το οποίο, όπως και με την ανθρώπινη παρουσία του, τ ι μ ά το περ' από τον Χρόνο ή τα όποια «ερείπια» Ήθος και Πνεύμα τής πολιτιστικά ανεξάντλητης Ζακύνθου, άξιας -διαχρονικά- να βιώνεται, να επαινείται και να προβάλλεται (ως προς ό,τι ξεχωριστό «περιέχει» ή συμβολίζει), ιδιαίτερα σε καιρούς πολύπλευρης κρίσης, Λήθης, Αμάθειας, Ιδιοτέλειας, Αντιπνευματικότητας κ.ά.π., με το όποιο Κακό να εξορκίζεται, λίγο πολύ, και με «φωνές» ή γραφές όπως αυτή -η εύηχη και παραδειγματική- της Ζάκυνθος της μνήμης, του Νίκου Σ. Πομόνη.