Πρoς τὴν κυρὰ Ἄννα Μαρία Ἀναστασία Γουράτο Γεωργομίλα, ὅταν ἑντύθηκε τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα εἰς τὸ μοναστήρι τῶν Ἁγίων Θεοδώρου καὶ Γεωργίου εἰς Κέρκυρα τὴν 18 Ἀπριλίου 1829.
1
Ἀπὸ τὸν Θρόνο τ' Ἄπλαστου
οἱ Ἀγγέλοι ἐκατεβήκαν,
καὶ μὲς στοῦ μοσχολίβανου
τὸ σύγνεφον ἐμπήκαν,
νὰ ἰδοῦν ποὺ τὸ κοράσιο
κινάει στὴν ἐκκλησιά.
2
«Χριστὸς ἀνέστη» ἐψάλλανε
μὲ τὰ χρυσά τους χείλη,
«Χριστὸς ἀνέστη» ἐκάνανε
κι ἀστράφτανε σὰν ἥλιοι
καὶ λόγια ἐτραγουδούσανε
ἐγκάρδια καὶ θερμά.
3
Ἕνας Ἄγγελος
Χαῖρε, ἀδελφὴ ! Μ' ἀρέσουνε
τῆς ὄψης σου οἱ χλωμάδες.
εἰς τὰ περίσσια ἀνάμεσα
κεριὰ καὶ στὲς λαμπάδες
κάλλιο ἀπὸ ρόδα πιάνουνε
τῆς Νύμφης τοῦ Χριστοῦ.
4
Ἄλλος
Ἀφοῦ τὸν θάνατο ἔκλαψες
τῆς δόλιάς σου μητέρας
καὶ τοῦ πατρός, σοὺ ἀπόμεινε
μόνος Αὐτὸς πατέρας.
Ἄλλος
Πάντα περνάει τὰ σπλάχνα του
τὸ δάκρυ τοῦ ὀρφανοῦ.
5.
Ἄλλος
Γλυκὸ 'ναι τῆς Παράδεισος
νὰ μελετᾶς τὰ κάλλη.
Ἄλλος
Πικρὴ 'ναι ἡ φοβερότατη
τοῦ κόσμου ἀνεμοζάλη.
μον' ἐδῶ φθάνει ὁ ἀντίλαλος,
δὲ φθάνει ἡ τρικυμιά.
6
Ἄλλος
Ἐδῶ ὁ Χριστὸς στὰ ὀνείρατα
σ' ἐσένα κατεβαίνει.
Ἄλλος
Ἐκεῖ ταράζουν ἅρματα
καὶ θρόνοι αἱματωμένοι.
Ἄλλος
Ἐδῶ εὐτυχία καὶ θρίαμβος.
Ἄλλος
Ἐκεῖ 'ναι συμφορά.
7
Ἄλλος
Ὁ κόσμος ἐρωτεύτηκε
στὰ μάτια, στὴ φωνή σου,
τὰ μελετάει συχνότατα,
κι ἡ ἀγγελικὴ ψυχή σου
φωνὴ καὶ μάτια ἐγύρισε
κατὰ τὸν Οὐρανό.
8
Ἄλλος
Ὁ Πλάστης κατ' εἰκόνα του
τὸν ἄνθρωπο ἐποιοῦσε.
Ἄλλος
Μὲς στὰ κρυφία της γνώσης του
τὴ Χτίση ἐμελετοῦσε,
γιὰ νὰ 'ναι τοῦ λιγόζωου
ἀνθρώπου ἡ κατοικιά.
9.
Ἄλλος
Ἀπάνου ἀπάνου ἐχύθηκε
στὴν Ἄβυσσο ποὺ ἐσειότουν
καὶ μὲ τρομάρα ἐμούγκριζε,
κι αὐτὶ δὲν ἐσωζότουν.
ὁ Πλάστης ὁλομόναχος
ἀγρίκαε μὲ χαρά.
10.
Ἄλλος
Ἔρως καὶ Χάρος πάντοτε
δουλεύουν ἐδῶ κάτου,
ὥσπου ὁ Καιρὸς ὁ γέροντας
νὰ χάσει τὰ φτερά του.
Ἄλλος
Φριχτὴ 'ναι ἡ ὥρα ποὺ ἄνθρωπος
βαριὰ ψυχομαχᾶ.
11
Ἄλλος
Μὴ φοβηθεῖς νὰ 'σ' ἔρημη
τότε ἀπὸ κάθε μάτι.
ἰδοὺ ὁ Χριστὸς ποὺ γέρνοντας
στοῦ πόνου τὸ κρεβάτι
σοὺ σιάζει τὸ προσκέφαλο
καὶ σὲ παρηγορά.
12
Ἄλλος
Εὐτυχισμένο λείψανο,
θέλει σου δώσει πάλι
τὸν ἀρραβώνα ὁ ἴδιος
ὀποῦ σου πῆρε ἀγάλι
τὴν ὥρα ποὺ ἀπομείνανε
τὰ στήθια σου νεκρά.
13.
Ἄλλος
Τὰ κόκαλα ἐβαρέθηκαν,
στὸ μνῆμα καρτερώντας
καὶ τρίζουνε ἀκατάπαυτα
τὴν Κρίση ἀναζητώντας.
Ἄλλος
Ξύπνα, ἀδελφὴ ! Τὴ Σάλπιγγα
τὴν ὕστερη ἀγρικῶ.
14
Ἄλλος
Τὰ μάτια τῆς ἀστράψανε
τοῦ τάφου ἀπὸ τὴν κλίνη.
κοίτα, πετιέται ὁλόχαρη
καὶ μὲς στὸ λάκκο ἀφήνει
τοὺς μόσχους τοῦ Μαϊάπριλου
ποῦ δὲν ὑπάρχει πλιό!
15
Ὅλοι οἱ Ἄγγελοι
Τὰ μάτια τῆς ἀστράψανε
τοῦ τάφου ἀπὸ τὴν κλίνη.
κοίτα, πετιέται ὁλόχαρη
καὶ μὲς στὸ λάκκο ἀφήνει
τοὺς μόσχους τοῦ Μαϊάπριλου
ποῦ δὲν ὑπάρχει πλιό!