Τα πουλιά
κατευθύνονται με ορμή ανεξήγητη,
Είναι μεσημέρι
Κυριακής, έχει μόλις συντελεστεί
Μια μεγάλη λύπη,
Τα πουλιά
κατευθύνονται με ορμή ανεξήγητη,
Δεν υποψιάζονται
πως εκείνος ο νέος,
Που είναι
διαλυμένος μέσα μου
Και μέσα σου,
Πως εκείνος ο
νέος,
Με τ’ άγριο μάτι,
Που αψηφά την
ορμή των πουλιών,
Την εξορία,
Την ανηφορική
έξαψη του δρόμου,
Δεν υποψιάζονται,
Πως ίσως είναι
ένας θεός
Που γυρνά
νικημένος στο πατρικό του σπίτι.
Έχουν περάσει
τόσα χρόνια,
Όσοι τον γνώριζαν
είναι πια νεκροί.
Και είναι τέτοια
η ορμή των πουλιών.