© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Παρασκευή 15 Ιουλίου 2016

ΑΜΥΝΤΑΣ - ΠΟΙΜΕΝΙΚΗ ΚΩΜΩΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΟΡΜΟΡΗ | ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ ΣΠΥΡΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ

ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΑΚΡΟΑΤΗ γράφει η ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ
Την ποιμενική κωμωδία (Commedia pastorale), Αμύντας (Amintas), που τυπώθηκε ανώνυμα στη Βενετία το 1745, σε δεκαπεντασύλλαβο στίχο και είναι μετάφραση-παράφραση στα ελληνικά του ομώνυμου έργου του μεγάλου Ιταλού ποιητή Torquato Tasso (1544-1595), παρακολουθήσαμε στο Θέατρο Ηρώδου του Αττικού, στις 8-7-2016, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, σε μια εξαιρετική, πρώτη πανελλήνια παράσταση του Σπύρου Ευαγγελάτου, ο οποίος αναγνώρισε τον ανώνυμο συγγραφέα του Αμύντα, Γεώργιο Μόρμορη (1720-1790), ιατροφιλόσοφο ποιητή από την Φορτσέτα των Κυθήρων, από ένα αντίτυπο που βρέθηκε στη βιβλιοθήκη της πόλης Bergamo της Ιταλίας και μας τον παρέδωσε.
Το ποιμενικό δράμα, δημιούργημα της Αναγέννησης, έλκει την καταγωγή του από την Βουκολική ποίηση του Θεόκριτου, ενός από τους σημαντικότερους ποιητές της Ελληνιστικής εποχής και του Βιργιλίου, Λατίνου ποιητή της εποχής του Οκταβιανού. Ο Torquato Tasso, Ιταλός ποιητής του 16ου αιώνα, εμπνέεται και δανείζεται τους ήρωές του από τα Ειδύλλια του Θεόκριτου, όπως τον Αμύντα, με το Μακεδονικό όνομα, που παίχτηκε στη Φεράρα το 1573. Από τα γνωστότερα έργα του Tasso είναι το επικό του ποίημα "Απελευθερωμένη Ιερουσαλήμ".
Ο αέρας που πνέει από τα Ποιμενικά Δράματα επηρεάζει την Ευρώπη με φωτεινότερο παράδειγμα την Τρικυμία του Σαίξπηρ και τα λιμπρέτα για όπερες του Metastasio, που βασίζονται σε βουκολικά θέματα. Φτάνει όμως και ώς την Κρήτη με την Πανώρια του Γεωργίου Χορτάτση (16ος-17ος αι.).
Ο Σπύρος Ευαγγελάτος θεωρεί πρωτότυπη την ανάπλαση του έργου από τον Γεώργιο Μόρμορη, ο οποίος, διατηρώντας την αρχική δομή, αλλάζει την αισθητική και τη μορφή του έργου, προσθέτοντας ένα δεύτερο πρόλογο και το πρόσωπο της Κυθέρειας Αφροδίτης. Από τις πλούσιες πληροφορίες που μας δίδει μαθαίνουμε ότι το έργο κατέχει σημαντική θέση στη ιστορία της νεοελληνικής δραματουργίας του 18ου αιώνα και ιδιαίτερα της κρητοεπτανησιακής θεατρικής παράδοσης. Ο Μόρμορης, όπως επισημαίνει ο μελετητής, συμπληρώνει το σύνολο των δραματογράφων και μεταφραστών που αντιμετώπιζαν με μεγάλη ελευθερία τα πρωτότυπά τους και αναφέρει ανάμεσα σε άλλους τους, Πέτρο Κατσαΐτη, Σαβόγια Ρούσμελη, Δημ. Γουζέλη και Γεώργιο Ζαμπέλιο. Επτανησιακά και λόγια στοιχεία αναμεμιγμένα με την καθομιλουμένη της εποχής, συνθέτουν ένα ποίημα 3.862 στίχων, σε ομοιοκατάληκτους δεκαπεντασύλλαβους και λίγους οκτασύλλαβους, ενώ το πρωτότυπο αποτελείται από 1.690 στίχους. Ο Ευαγγελάτος, εκτός από τη σπουδαία μελέτη, τη δραματουργική προσαρμογή και το πλούσιο γλωσσάρι, κάνει και τη σκηνοθεσία και μας προσφέρει μια λαμπερή παράσταση όλο φρεσκάδα και ομορφιά.
Ο Αμύντας, ανεψιός του Πάνα, ερωτεύεται τη Σύλβια, ανεψιά της θεάς του κυνηγιού. Η Σύλβια, που ενδιαφέρεται μόνο για το κυνήγι, δεν ανταποκρίνεται στον έρωτά του, γιατί μισεί τους άνδρες και δεν έχει ένα καλό λόγο για τον Αμύντα και όταν ακόμα τη σώζει από ένα σάτυρο που την έχει αρπάξει και την έχει δέσει με τα μαλλιά της, γυμνή, σε ένα δένδρο. Συνεχίζοντας αμέριμνα το κυνήγι, μαθαίνει ότι ο Αμύντας, απελπισμένος από την αδιαφορία της, αυτοκτόνησε πέφτοντας από έναν γκρεμό. Τότε λυγίζει και θέλει και η ίδια να πεθάνει. Ο Αμύντας όμως σώζεται από ένα κλαδί που εμποδίζει την πτώση του και έτσι το τέλος είναι αίσιο για το ζευγάρι.
Πρόσωπα υπαρκτά, φανταστικά, μυθικά, πνεύματα της φύσης, ζώα παράξενα, δένουν αρμονικά στο έργο και πάνω στη σκηνή του Ηρωδείου, με ποίηση και μουσική, με λόγο καθαρό, με καταστάσεις σπαρταριστές και συναρπαστικές, σε ένα παιχνίδι ερώτων, γεμάτο εφηβική δροσιά. Μέσα στο καλαίσθητο σκηνικό του Γιώργου Πάτσα, ο οποίος υπογράφει και τα κοστούμια, χαρακτηριστικά του ύφους και του στυλ της κάθε εποχής, ο Ευγγελάτος, θυμίζοντας τον καλό, εμπνευσμένο εαυτό του, ανέδειξε με ευφυή διδασκαλία και σκηνοθετικά μέσα τις αρετές και την ποιητική ατμόσφαιρα του έργου. Ο Σκηνοθέτης, ξεκινώντας από τα βάθη του χρόνου, με τη βοήθεια της ωραίας μουσικής σύνθεσης του Γιάννη Αναστασόπουλου, θαυμάσια ερμηνευμένης από τον Μάριο Σαραντίδη και το εκλεκτό τρίο, Άκη Στρατουδάκη βιολί, Στέφανο Χατζηαναγνώστου φλάουτο, Έλενα Παπανικολάου πιάνο, που έπαιζαν ζωντανά επί σκηνής, μύησε το κοινό του στην εποχή του μπαρόκ, έφερε μνήμες από ροκοκό, το βύθισε στον ρομαντισμό και το προσγείωσε στους ρυθμούς του 21ου αιώνα. Πολύτιμοι συνδημιουργοί οι ηθοποιοί: Οδυσσέας Παπασπηλιώπουλος, Αμύντας. Φαίη Ξυλά, Σύλβια. Βίκυ Βολιώτη, Δάφνη. Θανάσης Κουρλαμπάς, Τίρσης. Θανάσης Δήμου, Σάτυρος. Χριστιάννα Ματζουράνη, Νερίνη. Θωμάς Γκάγκας, Εργάστος. Γεράσιμος Σκαφιδάς, Ελπίνο. Άπαντες συνέβαλαν τα μέγιστα στο πνευματικό παιχνίδι που έπλασε ο σκηνοθέτης και έπαιξαν, αιωρούμενοι στο χρόνο, με χάρη, ευελιξία, χιούμορ και πλούσιο συναίσθημα. Σκηνές ονειρικές για τους ερωτευμένους, κάποτε "εφιαλτικές", εξ αιτίας των παρεξηγήσεων, που προκαλούνταν από την πάλη και τις διεκδικήσεις των εραστών, θύμιζαν commedia dell arte και αναδείκνυαν το υψηλό δεξιοτεχνικό επίπεδο ερμηνείας των ηθοποιών μας, που έλαμψαν στο παιχνίδι της χαράς, της λύπης, του έρωτα και της μοναξιάς.
Με ποίηση και φαντασία, βοσκοί και βοσκοπούλες, Σάτυροι, Φαύνοι, Νύμφες και Χορός, άνοιξαν τις πύλες του χτες για να εισχωρήσουν στο σήμερα και να μας δείξουν ότι η ιστορία, η μυθολογία, η παράδοση, αντανακλώνται στο παρόν, προσφέροντας την ευεργεσία των δώρων τους στο σύγχρονο κοινό, που όρθιο, μέσα στο θέατρο, χειροκροτούσε, παλλόμενο από χαρά και πνευματική ευωχία.
Related Posts with Thumbnails