© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Δευτέρα 8 Ιουλίου 2013

«ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ» με αφορμή την ΕΡΤ

Γράφει η δοκιμιογράφος ΑΝΘΟΥΛΑ ΔΑΝΙΗΛ

Το Σάββατο το βράδυ, 15-06-13, η ορχήστρα της καταργημένης  ΕΡΤ μάς κάλεσε σε προσευχή στο προαύλιο της Αγίας Παρασκευής με το έργο του Οδυσσέα Ελύτη και Μίκη Θεοδωράκη Το Άξιον Εστί.  Και Το Άξιον Εστί  είναι ίσως το μόνο έργο που θα μπορούσε να ανταποκριθεί καλύτερα στο κάλεσμα της ανάγκης.
Ο Οδυσσέας Ελύτης είναι ο ποιητής που έκανε το θαύμα ορατό μέσα από την ποίησή του. Μας δίδαξε πώς να περπατάμε στο νερό και στον αέρα, να μεταβαίνουμε δηλαδή σε μια δεύτερη κατάσταση, να ακούμε τα ανάκουστα και να βλέπουμε τα αόρατα, με μια άλλη ακοή και μια άλλη  όραση, που είναι η άλλη όψη της υπερηφάνειας, δηλαδή, η ποίηση που μας δίνει τη δύναμη να αντέχουμε τα δεινά μας. Όμως φαίνεται πως
«Τα δεινά μας καλώς έχουν      και η τάξη δεν πρόκειται ν’ ανατραπεί»,  (Το Φωτόδεντρο), πράγμα που σημαίνει πως ο ποιητής και προφήτης είναι και μάντης και από τότε που το είπε έγιναν πολλά ακόμα. Σήμερα και πάλι «Μήτε ξένου λογισμός * και δικού της μήτε αγάπη μια». Πένθος για το λαό και το «φως ανελέητο» για να δείχνει καλά τα δρώμενα.
Παραμένει πάντα στήριγμα, καταφυγή κι ελπίδα η προσευχή. Η αθάνατη προσευχή  του ποιητή στο Άξιον Εστί :
  
ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ήλιε νοητέ * και μυρσίνη εσύ δοξαστική
Μη παρακαλώ σας μη *  λησμονάτε τη χώρα μου!

Αετόμορφα έχει τα ψηλά βουνά  *  στα ηφαίστεια κλήματα σειρά
και τα σπίτια πιο λευκά * στου γλαυκού το γειτόνεμα!

Της Ασίας αν αγγίζει από τη μια * της Ευρώπης λίγο αν ακουμπά
στον αιθέρα στέκει να  * και στη θάλασσα μόνη της !

Και δεν είναι μήτε ξένου λογισμός * και δικού της μήτε αγάπη μια
μόνο πένθος αχ παντού * και το φως ανελέητο!

Τα πικρά μου χέρια με τον Κεραυνό *  τα γυρίζω πίσω απ’ τον Καιρό
τους παλιούς μου φίλους καλώ * με φοβέρες και μ’ αίματα!

Μα ’χουν όλα τα αίματα ξαντιμεθεί   * κι οι φοβέρες αχ λατομηθεί
και στον έναν ο άλλος μπαί * νουν εναντίον οι άνεμοι!

Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ * και μυρσίνη εσύ δοξαστική
μη παρακαλώ σας μη * λησμονάτε τη χώρα μου!

Το πρώτο δίστιχο, που επαναλαμβάνεται και στο τέλος του ποιήματος, συνιστά αυτό που είπαμε ήδη. Προσευχή. Με τις ηθικές δυνάμεις του ουρανού και της γης, τον Ιησού και τη μυρσίνη τη δοξαστική, με δάδα από φως  και αρωματικά,  ιαματικά ικετευτικά κλαδιά μυρτιάς, ο ποιητής παρακαλεί για τη χώρα του.   Η χώρα του με τα αετόμορφα βουνά της, τα ηφαίστεια που αναδίδουν την ψυχή της, τα κλήματα που γεννούν τον αναγεννητικό χυμό του Διόνυσου, τα σπίτια τα λευκά που κοιμούνται σαν παιδιά, ακουμπώντας το ένα στο άλλο και τη θάλασσα τη θαυματουργή. Εκείνη που τίναξε την Ελλάδα μέσα από τα κύματα σαν Αφροδίτη. Εκείνη που σαν τους αγγέλους μετεωρίζεται ανάμεσα Ανατολής και Δύσης, αλλά ανεξάρτητη, πάνω από τη στεριά και τη θάλασσα, κάτω από το γαλανό ουρανό. Θεά.

Της Ασίας αν αγγίζει από τη μια * της Ευρώπης λίγο αν ακουμπά
στον αιθέρα στέκει να * και στη θάλασσα μόνη της !

Γιατί με τις διατυπώσεις «αν αγγίζει» και «αν ακουμπά», ο Ελύτης μοιάζει να αρνείται και το ένα και το άλλο. Στην ουσία μιλάει για θαύμα και επιβάλλει να το δούμε κι εμείς, προτείνοντας το δάχτυλο στον αναγνώστη με εκείνο το «να». Έχουμε, λοιπόν, μπροστά μας μια Ελλάδα ιδέα. Αυτή η ιδέα επανέρχεται στη συλλογή Ο Μικρός Ναυτίλος:

Κατοίκησα  μια   χώρα   που   έβγαινε  από  την  άλλη,  την
πραγματική, όπως τ’ όνειρο από τα γεγονότα της ζωής μου.
Την είπα κι αυτήν Ελλάδα και τη χάραξα πάνω στο χαρτί
να τηνε βλέπω. Τόσο λίγη έμοιαζε. τόσο άπιαστη.

Οι διατυπώσεις «τόσο λίγη» και «τόσο άπιαστη», «χάραξα πάνω στο χαρτί», μας οδηγούν  κατευθείαν στην  ιδανική, άρα άυλη, πολιτεία του Πλάτωνα, μόνο που η Ελλάδα του Ελύτη είναι στοιχειωδώς υλική. Τα υλικά της:

Από   το   βότσαλο   στο   φύλλο   της   συκιάς   κι    από    το
φύλλο της συκιάς στο ρόδι, όπως από τον Κούρο στον Ηνίοχο
κι από τον Ηνίοχο στην Αθηνά.
Ονειρεύομαι μιαν ηθική που η εσχάτη αναγωγή της να οδηγεί
στην ίδια ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα [1].

Η Ελλάδα συντίθεται από το νυν και το αιέν. Αυτό εκφράζεται μέσα από τα φυσικά και ιθαγενή χαρακτηριστικά της: «βότσαλο», «φύλλο συκιάς», «ρόδι». Ο «Κούρος», ο «Ηνίοχος», η «Αθηνά» είναι πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Αυτές οι δύο κατηγορίες,  η φύση και ο πολιτισμός, ταυτίζονται  και ανάγονται σε «ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα» η οποία, παραπέμποντας στην «Αγία Τριάδα», θεοποιεί  την Ελλάδα.   Υπάρχει όμως και μια άλλη Αγία Τριάδα, η ακόλουθη:

Εάν  αποσυνδέσεις  την  Ελλάδα,  στο τέλος  θα δεις να σου
απομένουν  μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαί-
νει με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις.

Σ’ αυτό το απόσπασμα,  γίνεται η μυστική μίξη του αρχαίου και του χριστιανικού, του καθημερινού και του θεϊκού.  Η Ελιά της Αθηνάς και το Αμπέλι του Διόνυσου, το λάδι και το κρασί, στην Αγία Τράπεζα και στο τραπέζι μας και, τέλος, το καράβι,  με το οποίο  η Ελλάδα ανοίγεται στο ταξίδι ως γλώσσα και πολιτισμός, Και αυτό είναι το τρισυπόστατο της αγιοσύνης της, το οποίο δυνάμει αναδημιουργεί  την Ελλάδα αενάως.
          Οι τριάδες που προηγήθηκαν  μας διαφωτίζουν πάνω στη θεωρία των αναλογιών, σύμφωνα με την οποία υπάρχει επίδραση του τοπίου στο ανθρώπινο πνεύμα [2]. Κι αυτό είναι άλλο ένα δείγμα του θαύματος που συμβαίνει στην ελληνική γη. Για παράδειγμα ένα βουνό αντιστοιχεί σε μια υψηλή σκέψη του Δημιουργού, ένας κάμπος σε μια ώρα ανάπαυσης. Από Το Άξιον Εστί και πάλι: ο Θεός, ανάλογα με τις διαθέσεις του, δημιουργεί τα χαρακτηριστικά του τόπου:

    α)    με το δάχτυλο έσυρε τις μακρινές γραμμές
            .    .         .         .        .             .           .             .
Ύστερα νωχελικά  ήρθαν
                                           οι λόφοι οι κατωφέρειες
              άλλοτε και το χέρι αργό σε ανάπαυση 
(πλάστηκαν)                             τα λαγκάδια οι κάμποι
              κι άξαφνα πάλι βράχοι άγριοι και γυμνοί,  (όταν ο Θεός είχε)
          δυνατές πολύ παρορμήσεις
                   Μια στιγμή που εστάθηκε να στοχαστεί
                                            κάτι δύσκολο ή κάτι το υψηλό: (ξεπετάχτηκε)
               Ο  Όλυμπος,  ο Ταϋγετος [3].

Στις αναλογίες φύσης και πολιτισμού ανήκει και η αναλογία της γραμμής των αθηναϊκών βουνών με το αέτωμα του Παρθενώνα (αρχαίοι ναοί), οι Ναοί στο σχήμα τ’ ουρανού (χριστιανικοί ναοί), ο μυχός της θάλασσας που μοιάζει με Ωραία Ελένη κλπ. Ο Ελύτης δηλαδή, επισημαίνει χαρακτηριστικά της Ελλάδας, υλικά και πολιτισμικά, τα οποία ανάγει σε ιδεατά. Κι όταν σκύβει  πάνω από τα νερά, αναζητώντας την άλλη πλευρά των πραγμάτων, βλέπει: «τους ίδιους καστανούς λόφους, τους ίδιους ανεμόμυλους και τις ίδιες ερημοκλησιές, τα σπιτάκια που ακουμπάνε το ’να στ’ άλλο, και τ’ αμπέλια που κοιμούνται σα μικρά παιδιά, τους τρούλους και τους περιστεριώνες» [4]. Βλέπει δηλαδή τον κόσμο και την ιδέα του, τον κόσμο και το είδωλό του, ταυτισμένα, εδώ στη γη.
          Γι’ αυτή τη γη έγραψε ο Ελύτης, μελοποίησε ο Θεοδωράκης και  έπαιξε  η ορχήστρα της ΕΡΤ το ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ.



[1][1]Βλ. Ο Μικρός Ναυτίλος, σελ. 55.
[2][2] Ελύτη, Συνέντευξη, περ. Το Δέντρο,  σελ. 143.
[3][3] Ελύτη, Άξιον Εστί, σελ. 15.
[4][4]  Ελύτη, «Μυρίσαι το Άριστον», ΧΧVΙΙΙ, Ο Μικρός Ναυτίλος, σελ. 121.
Related Posts with Thumbnails