ΜΕ
ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΑΚΡΟΑΤΗ γράφει η ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ
Την αριστουργηματική, τρίπρακτη
Όπερα Τριστάνος και Ιζόλδη του Richard Wagner {1813-12883} παρακολουθήσαμε στις
21-01-15 στην Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη
του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Το έπος του Τριστάνου
και της Ιζόλδης, από τους ποιητικότερους μεσαιωνικούς θρύλους, πιθανότατα κελτικής
καταγωγής, διασκευασμένο από τους τροβαδούρους του 12ου-13ου
αιώνα, το βρίσκουμε σε διάφορες εκδοχές. Μία από αυτές τις εκδοχές είναι και η
ανασύνθεση του έπους από τον Γερμανό ποιητή του Μεσαίωνα, Gottfried Von Strassburg {+1210}, από την οποία αντλεί το υλικό του ο
Wagner,
για να γράψει το ποιητικό λιμπρέτο της ομώνυμης λυρικής όπεράς του.
Ο Wagner συνέθεσε την όπερά του μεταξύ των
ετών 1857-1859. Χρειάστηκε όμως να περιμένει ως τις 10 Ιουνίου του 1865, για να
γίνει η πρεμιέρα της στην Όπερα του Μονάχου, υπό την μπαγκέτα του Hans von Bulow, με την οικονομική
υποστήριξη του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου Β΄
και τούτο διότι η Όπερα της Βιέννης μετά από δύο χρόνια προετοιμασίας και
εβδομήντα επτά δοκιμές, έκρινε το έργο ως αδύνατο να παιχτεί και το ακύρωσε. Πράγματι είναι από τις πιο απαιτητικές
και δύσκολες όπερες. Η πρεμιέρα της αναβλήθηκε για ένα μήνα, γιατί βράχνιασε η
Ιζόλδη και τρεις βδομάδες μετά την πρεμιέρα πέθανε ξαφνικά ο πρωταγωνιστής, γεγονός
που τροφοδότησε τις φήμες ότι οι υπερβολικές απαιτήσεις του ρόλου τον οδήγησαν
στο θάνατο. Ο Wagner, επηρεασμένος από την κοσμοθεωρία του
Γερμανού φιλοσόφου Schopenhauer {1788-1866} ότι
οι ανεκπλήρωτοι πόθοι καθοδηγούν τους ανθρώπους και ότι το χάσμα ανάμεσα στο θέλω και δύναμαι, φέρνει την απόγνωση, επιλέγει το μύθο του Τριστάνου, αφαιρεί
κάθε τι περιττό, διατηρώντας την ουσία του θρύλου και ονομάζει την όπερά του δράμα.
Ο παθιασμένος, ανικανοποίητος έρωτας ανάμεσα στο πρωταγωνιστικό ζευγάρι
δεσπόζει στο έργο. Πολλοί είναι οι
συνθέτες που δέχτηκαν επιρροές από το έργο του Wagner, ανάμεσά τους οι Gustav Mahler, Richard Strauss, Maurice Ravel και
Alban Berg,
ο δε Leonard Bernstein χαρακτήρισε την όπερα ως κεντρικό πυλώνα της
ιστορίας της μουσικής.
Όταν
η απόγνωση μετουσιώνεται σε ομορφιά η
τέχνη δικαιώνεται και ο Wagner, ποιητής
και μουσουργός συγχρόνως, θριαμβεύει. Το τρίπτυχο της παράστασης, Τριστάνος και Ιζόλδη, που επιλέγει ο
Γιάννης Κόκκος είναι εντυπωσιακό! Ο μεσαιωνικός θρύλος, το ταξίδι που πραγματώνεται μέσα από τον κόσμο
του ονείρου, το δράμα που ολοκληρώνεται με το θάνατο. Συνταίριασμα ευφυές και
το δεύτερο τρίπτυχο του έργου. Χρόνος γραφής,
χρόνος ιστορικής του τοποθέτησης,
χρόνος σημερινός της παράστασης. Μέσα
από την υψηλή αισθητική Σκηνοθεσίας, Σκηνογραφίας και Ενδυματολογίας ο Γιάννης
Κόκκος πέτυχε ακόμα και το συνταίριασμα
θρύλων, φυσικών φαινομένων, αντίλαλων και ήχων. Δεν έλειψαν μυστικιστικοί απόηχοι αλλοτινών και τωρινών καιρών.
Ούτε οι λεπτές μνήμες ποιητικών προεκτάσεων, εικαστικών προσεγγίσεων, κινηματογραφικών
απεικονίσεων που συνοδεύουν το μύθο του Τριστάνου και της Ιζόλδης, προσδίδοντας στην παράσταση φωτεινές πινελιές,
μοναδικής ομορφιάς.
Έργο
αντιθέσεων, άριστα προβεβλημένων από τον Σκηνοθέτη: το πνεύμα αντιπαλεύει την ύλη, το φως το
σκότος, το άρρεν το θήλυ, ο άγραφος
νόμος τον γραπτό, αλλά και μνήμες ιερές από την Αρχαία Τραγωδία είναι παρούσες
για να θυμίζουν ότι οι Αρχαίοι Τραγικοί, που μεγαλούργησαν σ’ αυτόν τον τόπο μνημονεύονται ανά τους αιώνες από μεγάλες
μορφές της τέχνης. Όλα τα ρομαντικά στοιχεία του Wagner θα αξιοποιηθούν από την παράσταση. Ο Σκηνοθέτης
παίζει ξανά με το τρίπτυχο, προβάλει τον πλούτο των συναισθημάτων, το απρόσμενο
που παραμονεύει να διαταράξει τη γαλήνη και να φέρει σκότος και
θάνατο, τον Έρωτα σαν αντιστάθμισμα που θα γεφυρώσει το χάσμα και θα
ενώσει τους ήρωες αιώνια. Η
υπόθεση διαδραματίζεται σε πλοίο και αφηγείται τον κρυφό έρωτα του ιππότη Τριστάνου για την όμορφη Ιρλανδή
πριγκίπισσα Ιζόλδη που τη συνοδεύει στην Κορνουάλη, όπου πρόκειται να
παντρευτεί το θείο του, βασιλιά Μάρκο. Η Ιζόλδη, νύφη παρά τη θέλησή της,
αποφασίζει να σκοτώσει το συνοδό της και να σκοτωθεί και η ίδια όμως η πιστή
ακόλουθός της, αντί για το θανάσιμο δηλητήριο, ετοιμάζει ένα ερωτικό ελιξίριο και όλα ανατρέπονται. Οι δυο νέοι εξομολογούνται τον έρωτά τους και έρχονται αντιμέτωποι με το βασιλιά. Ο
Τριστάνος, τραυματισμένος θανάσιμα στη συμπλοκή που ακολουθεί, μεταφέρεται στον
πύργο του στη Βρετάνη. Αφήνει την τελευταία του πνοή στην αγκαλιά της αγαπημένης
του κι εκείνη, τον ακολουθεί στο αιώνιο ταξίδι του αναδυομένη στα ουράνια.
Θαυμάσια
η διανομή από τους πρωταγωνιστικούς ώς τους μικρότερους ρόλους. Η Δανή υψίφωνος Ann Petersen έλαμψε ως Ιζόλδη. Δεν
υστέρησε ο διάσημος Γερμανός «ηρωικός» τενόρος Torsten Kerl στον απαιτητικό ρόλο του Τριστάνου. Λατρέψαμε τη
Σουηδή δραματική υψίφωνο
Katarina Dalayman στο ρόλο της Μπρανγκαίνε και τον Γερμανό
μπασοβαρύτονο Michael Vier
ως Κούρβεναλ. Συναρπαστικός ο Γερμανός βαθύφωνος Reinhard Hagen ως βασιλιάς Μάρκος.
Ευτύχησαν και οι μικρότεροι ρόλοι, όπως του Μέλοτ, Χαράλαμπος Αλεξανδρόπουλος,
του Βοσκού, Νίκος Στεφάνου, του Τιμονιέρη, Κωστής Ροσιδάκης και του Ναυτικού,
Αντώνης Κορωναίος. Υποβλητικοί οι φωτισμοί του Giuseppe di Iorio καθώς και οι
βιντεοπροβολές του Eric
Duranteau. Η σπουδαία δουλειά του Αγαθάγγελου Γεωργακάτου με τη
Χορωδία της Λυρικής Σκηνής, συμπλήρωσε άξια την παράσταση, καθώς και η
ποιητικότατη μετάφραση των υπέρτιτλων του
Αλέξανδρου Ίσαρη.
Ο Wagner εκφράζει την έννοια του
υψηλού, που δημιουργεί δέος στον άνθρωπο.
Η Μουσική και οι Μουσικοί είναι κυρίαρχοι από την αρχή και ο Μαέστρος Μύρων
Μιχαηλίδης με τις εκπληκτικές χρωματικές διαβαθμίσεις στο πρελούδιο της όπερας
έστειλε το μουσικό μήνυμά του. Προφητική και μαγική, η συμβολική Συγχορδία
του Τριστάνου, ήχησε εξαίσια από τα βιολοντσέλα και τα ξύλινα πνευστά. Με
την εξαιρετική διεύθυνσή του, ο Αρχιμουσικός και με την τελική του χειρονομία να
προσκαλέσει όλους τους μουσικούς πάνω στην σκηνή του θεάτρου, ως ένδειξη
αναγνώρισης της αξίας τους και της συμβολής τους στην παράσταση, έδωσε την
ευκαιρία στο κοινό να τους καταχειροκροτήσει.
Ύστερα από τη μεγάλη ένταση παθών και μετά τη θυελλώδη μουσική του θνήσκοντος
Τριστάνου, το ήρεμο σόλο της Ιζόλδης φέρει την εκτόνωση. Η Ορχήστρα σβήνει σιγά,
σιγά μαζί με την τελευταία πνοή της Ηρωίδας, πνοή που επισφραγίζει το
αιώνιο σμίξιμο των δυο ερωτευμένων. Οι
δύο τραγικοί ήρωες αναμετρήθηκαν με ανώτερες δυνάμεις, συντρίφτηκαν αλλά δεν
ηττήθηκαν.
Ανεξάντλητη
η πηγή της παράδοσης, φάρος φωτεινός που φωτίζει τους λαούς για να θεμελιώσουν το μέλλον τους στην πέτρα.
Συγκλονιστική και η δύναμη της αγάπης, για να εμπνέει στους επώνυμους, αλλά και
στους ανώνυμους, έργα τέχνης αθάνατα όπως εκείνο το δημοτικό τραγούδι, που μας
ακολουθούσε στο δρόμο της επιστροφής:
«Για δες τα τα
κακόμοιρα τα πολυαγαπημένα!
δε φιληθήκαν ζωντανά φιλιούνται πεθαμένα».