(Προσωπικὲς
διαπιστώσεις)
Ἄν
καὶ σὲ προηγούμενο κείμενό μου
ἀναφερόμουν στὴν ὀμορφιὰ ποὺ χαρίζει
στὴν ψυχὴ ἡ καλλιέργεια ἑνὸς κήπου,
ἐδῶ θὰ προσπαθήσω, μὲ ὅσο γίνεται
λιτὸ τρόπο νὰ ἐκφράσω τὰ βιώματά μου.
Βιώματα, ποὺ ἐξάπαντος ἀποτελοῦν καὶ
εἶναι ἀποτέλεσματα μιᾶς μακρᾶς
ἐνασχόλησής μου μὲ τὴν καλλιέργεια
τῆς γῆς. Γιατὶ, στὸ περιθώριο τῶν
ποιμαντικῶν καθηκόντων, τὸ διακόνημα
αὐτὸ τῆς καλλιέργειας τοῦ κήπου
γίνεται αὐτόματα γιὰ τὸν ποιμένα ἕνα
ἄλλο σχολεῖο, ὅπου μαθητεύει: τὶ ἄλλο
ἀπὸ τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, καθὼς
παρατηρεῖ μὲ ὑπομονὴ καὶ καρτερία,
ἐργασία καὶ κόπο νὰ μεταποιεῖται τὸ
χέρσο ἔδαφος σὲ μιὰ σιωπηλὴ κοινωνία
φυτῶν ποὺ μέρα τὴ μέρα, στιγμὴ τὴ
στιγμὴ αὐξάνονται, ἀνθοφοροῦν,
καρποφοροῦν, ἀλλὰ καὶ φθίνουν,
χλομιάζουν, μαραίνονται καὶ στὸ τέλος
ξηραίνονται. Ἕνα μεγαλεῖο εἶναι ἡ ὅλη
αὐτὴ διαδικασία ποὺ δὲν περιγραφεται
μὲ λόγια, ὡστόσο ὁμολογεῖται, γιατὶ
κατανοεῖ ὁ κάθε πιστός -πόσο μᾶλλον ὁ
ποιμένας- τὸ χέρι τοῦ Δημιουργοῦ νὰ
στεφανώνει τὶς πράξεις αὐτὲς καὶ
ἀσχολίες του. Ὅντως, «ὡς ἐμεγαλύνθη
τὰ ἔργα Σου, Κύριε..» (Ψαλμ.103, 24).
Ὡστόσο,
δὲν θὰ πρέπει νὰ λησμονηθεῖ καὶ ἡ
ἄλλη παράμετρος τῆς κηπουρικῆς
ἐνασχόλησης. Αὐτῆς δηλαδὴ ποὺ
σχετίζεται μὲ τὴν θεραπεία τῆς ψυχῆς,
τὴν ἀποφόρτωσή της καί, κυρίως, τὴν
εἰρήνευσή της. Γιατὶ ἡ καλλιέργεια,
ὅταν συνοδεύεται ἀπὸ τὴν προσευχή,
τότε γίνεται δοξολογία φωτεινή, ποὺ
διανοίγει τοὺς κλειστοὺς τοὺς πόρους
τῆς ψυχῆς καὶ τῆς χαρίζεται ἀφειδώλευτα
τὸ ὀξυγόνο τῆς θείας εὐλογίας.
Θυμᾶμαι
ἐδῶ μὲ συγκίνηση τὸν Γέροντα Μωυσῆ
ποὺ μᾶς διηγεῖτο κάποτε γιὰ ἕνα
ἐνάρετο Ἁγιορείτη
μοναχό, ποὺ ζοῦσε στὴ Σκήτη τους κι ὁ
ὁποῖος, ὅταν καλλιεργοῦσε τὸν κῆπο
του, φοροῦσε πάντα τὸ κουκούλι του, γιὰ
νὰ αὐτοσυγκεντρώνεται καὶ νὰ μὴν
περισπᾶται.
Αὐτὴ
τὴν αὐτοσυγκέντρωση βιώνει κι ὁ κάθε
πιστὸς καλλιεργητής-κηπουρὸς μέσα στὴ
σιωπηλὴ κοινωνία τοῦ κήπου του. Γιατὶ
ἀφοσιώνεται στὸ ἀντικέιμενό του καὶ
μὲ σπουδή, φιλοτιμία κι ἐργατικότητα
προσπαθεῖ νὰ καλλιεργήσει καὶ φροντίσει
τὰ φυτά του. Κι εἶναι ἀναμφίβολα ἐτούτη
ἡ διακονία μάθημα θεοδίδακτο, ἀφοῦ
μέσα ἀπὸ αὐτὴν τὴ διαδικασία
πληροφορεῖται καὶ διδάσκεται ἕνα
πλῆθος ποιμαντικῶν θεμάτων, ποὺ τὸν
ψυχωφελοῦν καὶ συνάμα τὸν συνδράμουν.
Μὲ λίγα λόγια, δὲν εἶναι καὶ μικρὸ τὸ
παράδειγμα τοῦ εὐπρεπισμοῦ ἀρχικὰ
τοῦ χωραφιοῦ, πρὶν σκαφτεῖ καὶ στὴ
συνέχεια φυτευτεῖ. Γιατὶ κάπως ἔτσι
συμβαίνει καὶ στὴν ἴδια τὴν ψυχὴ τοῦ
ποιμένα καὶ κατ᾿ ἐπέκταση τοῦ κάθε
πιστοῦ μέλους τῆς ἐνοριακῆς του
κοινότητας. Ἄν, δηλαδή, τὸ χωράφι δὲν
καθαριστεῖ ἀπὸ τὰ ξεράδια, τὶς πέτρες
καὶ ἄγρια τὰ χόρτα, τότε δὲν εἶναι
δυαντὸ νὰ γίνει τὸ πρῶτο τὸ βῆμα: τὸ
προσεχτικὸ τὸ σκάψιμο, μὲ φροντίδα
ὥστε τὸ χῶμα
νὰ γίνει πιὸ εὔφορο, γιὰ νὰ δεχτεῖ
τὰ σπόρια ἤ καὶ τὰ φυτά. Καὶ γιὰ νὰ
καταστεῖ εὔφορη ἡ γῆ, θὰ πρέπει νὰ
ἀπομακρυνθοῦν τυχὸν ρίζες ποὺ ἀπόμειναν
στὸ χῶμα, κρυμμένα λιθαράκια, ἀκόμα
καὶ ἄλειωτοι σβόλοι ἀπὸ χῶμα. (Κάπως
ἔτσι δὲν τὰ δίδαξε κι ὁ Χριστὸς στὴν
ὑποδειγματική Του παραβολὴ τοῦ σπορέως;
[βλ. Λκ.] Ἤ, γιὰ λέμε τὰ πράγματα μὲ τ᾿
ὄνομά τους, ἄν δὲν ἀρχίσει σωστὰ ἡ
καλλιέργεια τῆς ψυχῆς, τότε εἶναι
ἀδύνατο νὰ καταστεῖ δεκτικὴ τῆς
ἁγιοπνευματικῆς χάριτος).
Στὴ
συνέχεια, ἀφοῦ λιπανθεῖ ὁ κῆπος κι
αὐλακιαστεῖ, ἀρχίζει τὸ φύτεμα, ποὺ
δὲν εἶναι καὶ εὔκολη ἐργασία, ἀφοῦ
ἀπαιτεῖται μεγάλη προσοχή, ἐπιμέλεια
καὶ ὑπομονή. Τὸ φύτεμα ἀκολουθεῖ τὸ
πότισμα, ποὺ κι αὐτὸ χρειάζεται νὰ
γίνει μὲ φροντίδα κι ὄχι βιασύνη. Γιατὶ
τὸ μέτρο πρέπει νὰ πρυτανεύει καὶ στὴν
περίπτωση αὐτή, ἐπειδὴ τὸ ἀπότομο
νερὸ μπορεῖ νὰ καταστρέψει τὰ νεόφυτα.
(Γι᾿ αὐτὸ καὶ στὴν πνευματικὴ ζωὴ
ἀπαιτεῖται μὲ προσεχτικὸ καὶ
ἐπιμελημένο τρόπο νὰ προσλαμβάνουμε
τὰ ὅσα
διδασκόμαστε καὶ νὰ τὰ φροντίζουμε,
ὥστε νὰ αὐξάνεται μέσα μας ἡ ἀρετὴ
καὶ ἡ θεοσέβεια. Μόνο ποὺ ἀπαιτεῖται
ὑπομονὴ κι ὄχι ἀπότομες κινήσεις.
Κινήσεις, δηλαδή, ἐπιζήμιες, ὅπως ἡ
βιασύνη καὶ ἡ ἀγωνία, συνοδευμένες
ἐξάπαντος ἀπὸ τὸ ἄγχος νὰ φανοῦμε
«τοῖς ἀνθρώποις» ὅτι τάχα προκόψαμε
στὰ πνευματικά. Γιατὶ τότε ὅλα
καταστρέφονται).
Ὅμως
ἡ διαδικασία τῆς καλλιέργειας δὲ
σταματᾶ μὲ τὸ φύτεμα καὶ τὴν ἀναμονὴ
γιὰ λήψη τῶν καρπῶν. Ἀπαιτεῖται
συνεχὴς ἐπίβλεψη, ὥστε νὰ φροντίζονται
τὰ φυτά. Ἔτσι ἔχουμε τὸ σκάλισμα, τὸ
ξεφύλλισμα, τὴν τοποθέτηση στηριγμάτων,
ὥστε τὸ φυτό, καθὼς μεγαλώνει καὶ
ὑψώνεται, νὰ προφυλάσσεται ἀπὸ τοὺς
βίαιους ἀνέμους καὶ νὰ εἶναι, κατὰ
τὸ δυνατὸ, στερεωμένο καὶ δεμένο
προσεχτικά.
Γιὰ
τὴν ἀναπτυξή του τώρα ἀπαιτεῖται τὸ
πότισμα κατὰ τὸ θέρος, ἡ τροφή του μὲ
ζωικὴ λίπανση (κοπριά), ἀλλὰ καὶ ἡ
προφύλαξή του ἀπὸ τυχὸν ἀσθένειες.
Ἔτσι, κατὰ τακτὰ διαστήματα θειαφίζεται,
γιὰ νὰ ἀπομακρύνονται τὰ μικρόβια.
Φυσικὰ κάθε τόσο θὰ πρέπει νὰ
«βοτανίζεται» ὁ κῆπος, δηλαδή, νὰ
ἀποβάλλονται τὰ ζιζάνια, τὰ ἀγριοχόρταρα,
τὰ ὁποῖα αὐξάνονται μὲ ἐπιθετικὸ
τρόπο, ὥστε νὰ κινδυνεύουν τὰ φυτὰ νὰ
ἀσθενήσουν καὶ νὰ ἀτονήσουν μὴ
δίδοντας καρπὸ στὸ μέλλον. Κι ἐδῶ
ἔρχεται στὸ νοῦ, γι᾿ ἄλλη μιὰ φορά,
ἡ ὑπέροχη παραβολὴ τοῦ σπορέως, στὴν
ὁποία ὑπάρχουν ὅλες οἱ παραπάνω
ὑποδείξεις. Ὑποδείξεις ποὺ χρειάζεται
νὰ τὶς ἀναγνώσει ὁ κάθε πιστὸς μὲ
λεπτομερῆ τρόπο, ὥστε νὰ καταστεῖ ὁ
κῆπος τῆς ψυχῆς του καρποφόρος κι
ὀπωροφόρος.