© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Σάββατο 27 Μαρτίου 2010

Η εβδομάδα η Μουγκή (ή βιολέτες και κρίνα)


γράφει ο παύλος φουρνογεράκης

Την Τρίτη, της εβδομάδας της Μουγκής, συμφωνήσαμε να καθαρίσει το σπιτικό μας κι εκείνη κοίταζε διερευνητικά και με συστολή. Αισθάνεται ανασφαλής η Ουρανία με τα ελληνικά της, παρόλο που είκοσι χρόνια τώρα ανασαίνει τζαντιώτικο αέρα. Αλήθεια πόσο βελτιώθηκε η ποιότητα της ζωής μας με τη βοήθεια που μας προσφέρει! Η τελευταία εβδομάδα της σαρακοστής, πριν τη Μεγάλη, των Παθών του Χριστού, ονομάζεται Μουγκή. Αυτή την Παρασκευή δεν ηχούν ερωτικά οι βραδινές καμπάνες για τον Ακάθιστο Ύμνο προς τη Μεγάλη Μητέρα. Υμνήθηκε όλες τις προηγούμενες με τις μελωδικές καντάδες από το Α έως το Ω κι άκουσε δεκάδες φορές το « Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε» πλάι στα:

« Άγγελος πρωτοστάτης, ουρανόθεν επέμφθη, ειπείν τη Θεοτόκω το, Χαίρε…

Ώ πανύμνητε Μήτερ, η τεκούσα των πάντων Αγίων αγιώτατον Λόγον….»

Το πρωί της Δευτέρας, όταν τα κοκόρια καλούσαν πάλι τον ήλιο να μαζέψει τις δροσοσταλιές που είχαν φωλιάσει αποβραδίς πάνω στα φύλλα για να νίψει το πρόσωπό του, το νυσταγμένο μου χέρι τραβούσε νωχελικά την κουρτίνα πάνω από την παγκάδα κι έβλεπα τα σπουργίτια του κήπου χαρούμενα να παιανίζουν την έπαρσή του. Εναλλασσόμενος πίνακας ζωγραφικής το βορειο-δυτικό παράθυρο της κουζίνας, με κάνει να παίρνω το πρωινό μου όρθιος. Ρουφώ μαζί και την οσμή των ανθέων που κάθε λίγο προσθαφαιρούν λευκές και χρωματιστές πινελιές στο μεγάλο καμβά.
 
Στην αυλόπορτα καλημέρισα τις γυναίκες και τους άντρες της μικρής μου γειτονιάς . Πιστοί στο εθιμικό ραντεβού, φορτώθηκαν σκούπες και φαράσια, ψαλίδες, πριόνια για την περιποίηση και τον καλλωπισμό των ιδιόκτητων κήπων. Μόνο μουγκή δεν είναι αυτή η βδομάδα σκέφτηκα, την Πέμπτη είναι του Ευαγγελισμού και μετά… Μεγάλη Εβδομάδα, γι' αυτό και οι προετοιμασίες της υποδοχής!

Στη μεγάλη οθόνη της σχολικής βιβλιοθήκης λαμπερά μαθητικά μάτια μαθαίνουν να παρατηρούν, διδάσκονται κι ίσως απολαμβάνουν ζακυνθινή αγιογραφία. Εικοσιπέντε εικόνες (από τα μουσεία και τις εκκλησίες της Ζακύνθου 1) με την Παναγία έκπληκτη να πληροφορείται κυοφορία Χριστού. Ο φτερωτός αρχάγγελος Γαβριήλ με λεπτεπίλεπτο ανοιξιάτικο κρίνο αγιάζει το δώρο. Ο Πατέρας εν μέσω νεφελώματος στην κορυφή, το Άγιο Πνεύμα εν είδει περιστεράς και ο Υιός κυοφορούμενος. Το δόγμα της Τριαδικότητας σε πλήρη σύνθεση στη στρατευμένη ορθόδοξη χριστιανική τέχνη. Ο Νικ. Καλλέργης, ο Π. Βόσσος, οι τόσο διαφορετικοί Καντούνης και Κουτούζης μαζί με τους άλλους τους άγνωστους, σημαντικούς ζωγράφους ζωντάνεψαν με τις ψηφιακές ενέσεις, και προσκλήθηκαν να μας θυμίσουν τις δυτικές επιδράσεις μες στην ελληνικότητά μας.

Την παραμονή της διπλής γιορτής, οι μεγάλοι στρατηγοί και πολιτικοί του ξεσηκωμού ενάντια στον μακροχρόνιο δυνάστη ποζάριζαν με τις επίσημες στολές τους στις ανοιξιάτικες σχολικές ακτίνες και οι καθάριες εφηβικές χορδές γλύκαιναν το μαρτιάτικο πρωινό κάτω απ΄ τον ανθισμένο λόφο. Πόσα πολλά παιδιά τραγούδησαν και φέτος!

«Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια, ως λυτρωθείσα των δεινών ευχαριστήρια…»

«Σαράντα παλικάρια…»

Αποσπάσματα από το Θούριο του Ρήγα, τ' απομνημονεύματα του Κολοκοτρώνη, την Ελληνική Νομαρχία… Και μετά η κατάθεση στεφάνων στο μνημείο του άγνωστου στρατιώτη και η δοκιμαστική παρέλαση.

Τα ίδια τετριμμένα κάθε χρόνο θα μου πείτε… Πώς να καταλάβει ο νέος την τιτάνια ελευθερία, όταν συνήθισε να ζει υποδουλωμένος αυτάρεσκα στη χλιδή της απληστίας. Ίσως μόνο η τέχνη του λόγου, της μουσικής, του χορού, της ζωγραφικής, του θεάτρου… μπορεί να γιορτάσει, να διδάξει έτσι την ιστορία που να μπορεί ο σημερινός έλληνας να ερμηνεύσει όσα συμβαίνουν γύρω του. Η ιστορία είναι τόσο δύσκολο μάθημα όσο δύσκολα γράφεται από τους πρωταγωνιστές της. 

Μα και ανήμερα την 25η οι εκκλησίες ήταν άδειες από πιστούς. Στους πανηγυρικούς ακούστηκαν χιλιοειπωμένα λόγια και οι σημαίες φαινόντουσαν απρόθυμες να κυματίσουν καμαρωτά, όπως άλλοτε, στα υψωμένα ιστία, μπροστά από τους επίσημους καθοδηγητές της νέας υποδούλωσής μας. Το εθνικό σύμβολο είναι παρωχημένο, ο σταυρός δεν αρμόζει σε μια σύγχρονη πολυπολιτισμική κοινωνία που συνυπάρχουν πολλές και διαφορετικές θρησκείες, φωνασκούν στις κουτσομπολίστικες, αποβλακωτικές, μεσημεριανές τηλεοπτικές εκπομπές! 

Όταν κατά τις ένδεκα πλησίαζα τη γειτονιά μου, αμέσως μετά τη σχολική γιορτή, τα κρινάκια με χαιρετούσαν ευγενικά, παρατεταγμένα στην άκρη της μάντρας και η μυρωδιά του ασβέστη νόμιζες ότι καθάριζε τη σκέψη μαζί με την όψη. Απαθανάτισα φωτογραφίζοντας πράξεις κάθαρσης από το μουντό και βρωμιάρη χειμώνα που βασιλεύει μήνες και φυλακίζει το νου και την ψυχή στον ευτελή τηλεοπτικό κόσμο του φαντασιακού.

Ο κυρ-Μάκης μου έκανε εντύπωση. Πώς δούλευε το πινέλο με τον ασβέστη σταυρωτά κι έκανε την τσιμεντένια μάντρα του ν΄ αστράφτει στην αγνότητα του λευκού. Μα και σ΄ όλους τους γύρω κήπους, τα σκαλοπάτια και τις εισόδους των αγροτικών σπιτιών είχαν διαγραμμίσει τα λευκά όρια σαν εκείνα που βάζει κανείς στην προσωπική του ηθική. Και οι ασβεστωμένοι, κατάλευκοι κορμοί των εσπεριδοειδών πώς στήριζαν τις παρθένες νυφάδες, ανθοστόλιστες να περιμένουν το βουητό των μελισσών για να κρεμάσουν χυμώδεις καρπούς!

Στην πέτρινη μάντρα, μεθυσμένος από το λιβάνισμα της φύσης στάθηκα περισσότερη ώρα. Πραγματικό κομψοτέχνημα, Αλβανών μαστόρων, όπως αρμόζει στα λίγα παραδεισένια τετραγωνικά που προστατεύει. Τρίχρωμες, μαβιές βιολέτες στέκονταν περήφανα πλάι στις κοντές πέτρινες κολώνες και μοίραζαν απλόχερα, αιχμαλώτιζαν με ομορφιά και ευωδία κάθε περαστικό σαν το τραγούδι των Σειρήνων στο νόστο του Οδυσσέα. Πήλινες γλάστρες, καθισμένες σ΄ ασπρισμένους θρόνους έτρεφαν αρωματικούς κρίνους κι εκείνοι άρμεγαν τις κραυγές της άνοιξης την ώρα που σπάνε τα μπουμπούκια κι αντικρύζουν φως. Παραδίπλα, ματωβαμμένα σαγκουίνια έβλεπαν στις ανθισμένες νεράιδες πάνω στα τρυφερά νιόκλαδα τη σκυτάλη της αειφορίας και στο βάθος λεύκινες σταλαγματιές αραχνοΰφαιναν τα λιγνόκορμα κλαδιά της μοναχικής βανίλιας.

Ανάμεσά τους, σε πέτρινο θρόνο, φάνηκε η Νύμφη Μαρία να καλωσορίζει συνεσταλμένη μες στις κυματιστές πτυχώσεις του μεταξιού της τον Αρχάγγελο Γαβριήλ. Η χορευτική στάση, που σε παρτιτούρα αέρινης φιγούρας ανθοστόλιστα αναγγέλλει κυοφορία κατηφορίζοντας τη μεγάλη σκάλα, προοιώνιζε χαρμόσυνο γεγονός. Ταπεινός επαναστάτης της αγάπης υμνολογείται Σωτήρας και δωρίζει ελπίδα στο νέο δρόμο. Ο Σταυρός του Γολγοθά φέρνει Ανάσταση. Ολοκληρώνει την ύπαρξη, ο τίμιος δρόμος της αδελφοσύνης, την ώρα που σπάνε τα κόκκινα αυγά στην κορύφωση της ζωής.

Εθνική γιορτή, Ευαγγελισμός, παρέλαση-διαδήλωση, Βρυξέλλες, ΔΝΤ, Σταύρωση, Ανάσταση, Άνοιξη, δοξολογία, αγωνία, ευρώ, spread, αγώνας, θλίψη, αγανάκτηση, αδελφοσύνη, αγάπη, βιολέτες, κρίνα… Πώς μπερδεύτηκαν όλα στο λαβύρινθο του νου. Τι σημαίνει κρίση, σταθερότητα, ανάπτυξη, Πάσχα; Μήπως, τα χαράματα της Κυριακής, αλλάζοντας την ώρα, να δοκιμάσουμε το στρωμένο δρόμο με τα βαΐα των φοινίκων που περπάτησε κι ο Χριστός; Μήπως, έτσι ανάψει λαμπριάτικη λαμπάδα στις τυραννισμένες καρδιές μας;

ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ!

1 Θερμές ευχαριστίες προς το Μουσείο Ζακύνθου, το Μουσείο Σολωμού και τον αρχιμαντρίτη π. Διονύσιο Λυκογιάνννη για το ηλεκτρονικό υλικό


Ζάκυνθος 27-3-2010

Αντώνη Κλάδη: ΤΟ ΤΡΟΠΑΡΙΟ ΤΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ ΣΤΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΥΜΝΟΓΡΑΦΙΑ

Η εκκλησιαστική, ορθόδοξη υμνογραφία, που αντλεί στοιχεία από τη μουσική της αρχαίας Ελλάδας και συνέχειά της αποτελεί η εκκλησιαστική βυζαντινή, έχει τις απαρχές της στα πρώτα χριστιανικά χρόνια, χρόνια ζυμώσεων κατά τα οποία η νέα θρησκεία είχε να αντιμετωπίσει πολλούς εχθρούς. Ποιοι και πόσοι είναι οι πρώτοι υμνογράφοι δεν είναι δυνατό να γνωρίζουμε, αφού οι ύμνοι περνούσαν τους αιώνες από στόμα σε στόμα κι αυτό δυσκόλευε τη συνέχιση της φήμης του επώνυμου υμνογράφου. Βέβαιο είναι ωστόσο ότι οι πιο σημαντικοί υμνογράφοι έγραφαν στην ελληνική γλώσσα και σε αυτή μας κληροδότησαν τα εξαίσια δείγματα της ποιητικής τους τέχνης (1).

Οι αιρέσεις συντάραζαν το ιερό σώμα κι αιρετικοί ανέβαιναν ακόμη και στον πατριαρχικό θρόνο. Η Εκκλησία προκειμένου να αντιμετωπίσει τα ζητήματα αυτά συγκαλούσε τις Ιερές Συνόδους, στις οποίες λάμβαναν μέρος σπουδαίοι ιεράρχες. Εκτός όμως από τις συνόδους για να εξουδετερωθούν οι αιρετικοί, οι ορθόδοξοι, κυρίως οι κληρικοί, σπουδασμένοι αλλά και εμπνευσμένοι, συνέθεταν ύμνους σύμφωνους προς το λατρευτικό πνεύμα, που αυτό καθόριζαν οι Σύνοδοι και αυτό επικράτησε και έφτασε ως τα δικά μας χρόνια και προχωρεί πέρα από αυτά.

Μεγάλοι υμνογράφοι παρουσιάστηκαν από τον 4΄αιώνα (2). Ο Γρηγόριος Νύσσης, ο Μέγας Αθανάσιος (Περί Ψαλμών), ο Εφραίμ ο Σύρος, ο Βασίλειος ο Μέγας, ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός, ο Ρωμανός ο Μελωδός (υπήρξε ο περιφημότερος ποιητής κοντακίων, έγραψε περίπου χίλια κοντάκια), ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Ανδρέας Κρήτης (Μεγάλος Κανόνας), ο Θεόδωρος Στουδίτης, ο Κοσμάς ο Μελωδός είναι κάποιοι από τους πιο σημαντικούς. Εξέχουσα θέση κατέχουν χρονολογικά ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο Ιωάννης Κουκουζέλης και ο Πέτρος ο Πελοποννήσιος, οι οποίοι συνέβαλαν με το έργο τους στη διαμόρφωση της Βυζαντινής σημειογραφίας.

Το 1814 επινοήθηκε το σημερινό σύστημα γραφής (Νέα Μέθοδος) από τους τρεις δασκάλους, Χρύσανθο, Χουρμούζιο Χαρτοφύλακα και Γρηγόριο Πρωτοψάλτη, οι οποίοι καθιέρωσαν τους φθόγγους της Βυζαντινής Μουσικής από τα γράμματα της ελληνικής αλφαβήτου (πΑ, Βου, Γα, Δι, κΕ, Ζω, νΗ).

Ο λόγος του ύμνου και το μουσικό ένδυμά του, ο υπέροχος αυτός διφυής φορέας και εκφραστής της ορθόδοξης πίστης αποτελεί το βασικότερο μέσο της εκκλησιαστικής μας λατρείας. Και τούτο γιατί με τη συντομία, την περιεκτικότητα και τη μουσική τους επένδυση οι ύμνοι είναι οι κοινές προσευχές, το εντρύφημα των πιστών, το προσφορότερο μέσο για τη μυσταγωγία του σώματος-συνάξεως. Αρκεί να θυμηθούμε τα τροπάρια της Μ. Εβδομάδας και της νεκρώσιμης ακολουθίας για να καταλάβουμε τι νιώθουν οι πιστοί στο άκουσμά τους. Δεν πλουτίζουν μόνο συναισθήματα οι ύμνοι, παράλληλα μορφώνουν και διδάσκουν. Η γλώσσα τους βέβαια ξενίζει κάπως, αλλά παρόλη τη δυσκολία της δεν είναι εμπόδιο στην κατανόηση των τροπαρίων, επειδή αυτά μιλούν στην καρδιά∙ οι αγράμματοι, αλλά πιστοί άνθρωποι, καταλαβαίνουν το νόημά τους. Ωραία παρατηρήθηκε: «Οι ιεροί ύμνοι είναι σύμβολα και τα σύμβολα λέγουν πολύ περισσότερα από όσα μπορεί λογικά να συλλάβει ο νους και λεκτικά να λαλήσει το στόμα» (3).

Η Βυζαντινή μουσική ίσως είναι μονότονη για όποιον είναι μονότονο το Ευαγγέλιο, άτεχνη για όποιον είναι άτεχνο το Ευαγγέλιο, απλοϊκή για όποιον είναι απλοϊκό το Ευαγγέλιο, παλιωμένη για όποιον είναι παλιωμένο το Ευαγγέλιο. Αλλά είναι χαρμόσυνη για όποιον είναι χαρμόσυνο το Ευαγγέλιο, ειρηνική για όποιον νιώθει την ειρήνη του Χριστού. Επίσης δεν είναι μουσική ακροάματος∙ η μουσική με άλλα λόγια δεν συνοδεύει το λόγο για να τέρψει την ακοή των ακροατών αλλά για να τον τονίσει. Όπως παρατηρεί και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος «ουκ έστι θέατρον η Εκκλησία, ίνα προς τέρψιν ακούωμεν».

Θα ολοκληρώσουμε αυτή τη σύντομη αναφορά στους Υμνογράφους της Εκκλησίας μας με την Κασσιανή, καθώς αυτή θεωρείται κορυφαία υμνογράφος, που μετασκεύασε σε «τραγούδι» του εκκλησιαστικού σώματος και «Θεο-λογία» την πνευματική-καρδιακή εμπειρία της. Έζησε τον 9ο αιώνα στην Κωνσταντινούπολη. Καταγόταν από αρχοντική οικογένεια και ονομαζότανε Κασσία, Ικασία ή Εικασία. Η μόρφωση και η ομορφιά της ήταν πολύ μεγάλη και θεωρήθηκε ως η καταλληλότερη για να γίνει σύζυγος του διαδόχου του θρόνου, του Θεοφίλου. Ο εγωιστής όμως Θεόφιλος δε θέλησε να έχει σύζυγο πιο μορφωμένη από αυτόν, γι΄ αυτό και απέρριψε την ιδέα του γάμου του με αυτήν.

Μετά το γεγονός αυτό, η Κασσιανή ίδρυσε μοναστήρι (4) κι έζησε εκεί καλλιεργώντας την ποίηση. Συνέθεσε ποιήματα κοσμικά, επιγράμματα, ιάμβους αλλά ασχολήθηκε και με την υμνογραφία, όπου ξεχώρισε. Ο διαπρεπής βυζαντινολόγος Κ. Krumbacher (1856-1909), αναφερόμενος στην ποιήτρια Κασσιανή, γράφει: «…η Κασσιανή αποτελεί παράδοξον φαινόμενον εν τω γενικώ ποητικώ συναγωνισμώ. Την ποίησή της διακρίνει ευγένεια ύφους και γλυκύτης μέλους ακορέστου». Κατά τη γνώμη του δε «η Κασσιανή είναι η μόνη αξιομνημόνευτη βυζαντινή ποιήτρια». Το σημαντικότερο από τα υμνογραφικά της έργα είναι το Δοξαστικό του Όρθρου της Μ. Τετάρτης «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις…» (5).

Η παράδοση λέει ότι όταν αργότερα ο αυτοκράτορας Θεόφιλος επισκέφθηκε το μοναστήρι, όπου μόναζε η Κασσιανή, μη βλέποντάς την ανάμεσα σε όσες τον υποδέχτηκαν, γυρνούσε ψάχνοντας τα κελιά, για να την συναντήσει. Ο κρότος των βημάτων που πλησίαζαν έκανε την Κασσιανή να κρυφτεί, αφήνοντας πάνω στο γραφείο της μισογραμμένο το Δοξαστικό της «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις» στην περίοδο: «κρότον τοις ωσίν ηχηθείσαν». Ο Θεόφιλος εννοώντας το νόημα των στίχων πρόσθεσε εκεί τις λέξεις «τω φόβω εκρύβη». Η ποιήτρια, αργότερα, δεν διέγραψε τις λέξεις αλλά ευφυώς συμπλήρωσε το τροπάριο ως εξής: «Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει, ψυχοσώστα Σωτήρ μου; Μη με την σην δούλην παρίδης, ο αμέτρητον έχων το έλεος».

Η Κασσιανή, έχοντας συνείδηση της αμαρτίας της, την περιγράφει με μεγάλη ακρίβεια και με ιδιαίτερη λογοτεχνική ευαισθησία: την παρομοιάζει με το πυκνό σκοτάδι, που δεν επιτρέπει στον άνθρωπο να διακρίνει την πορεία του αφού δεν υπάρχει ούτε το αμυδρό φως της σελήνης («ασέληνη νύκτα»). Τη χαρακτηρίζει σαν «ασυγκράτητη ηδονή» και σαν «έρωτα», θέλοντας να τονίσει τη μεγάλη δυσκολία του ανθρώπου να απαλλαγεί από αυτήν. Στην πάλη εναντίον της αμαρτίας, μοναδικό όπλο του ανθρώπου είναι αυτό που η Κασσιανή περιγράφει σαν «πηγή των δακρύων» και «στεναγμούς της καρδιάς». Είναι αξιοσημείωτο ότι η Κασσιανή φτάνει σε τέτοιο σημείο συνειδητοποίησης της αμαρτωλότητάς της, ώστε παρομοιάζει την κατάστασή της με την αμαρτωλή εκείνη γυναίκα που άλειψε με μύρο τα πόδια του Κυρίου και τα σκούπισε με τα μαλλιά της. Μπροστά στη συνείδηση της αμαρτίας και στο ψυχικό βάρος που αυτή συνεπάγεται, μόνο η άπειρη ευσπλαχνία του Θεού μπορεί να δώσει την ελπίδα.

Ο παραλληλισμός της αμαρτωλότητας της Κασσιανής με την αμαρτωλή γυναίκα που άλειψε με μύρο τα πόδια του Χριστού είναι η αιτία που ο συγκεκριμένος ύμνος ψάλλεται το βράδυ της Μ. Τρίτης (Όρθρος της Μ. Τετάρτης). Το γεγονός αυτό με την αμαρτωλή γυναίκα έγινε λίγο πριν από το Πάθος του Κυρίου, γι΄ αυτό ορίστηκε η ανάμνησή του κατά τη Μ. Τετάρτη. Τα λόγια της Κασσιανής μάς θυμίζουν τη γυναίκα εκείνη που με την πράξη της ομολόγησε την αμαρτωλότητά της και ζήτησε τη συγχώρηση των αμαρτιών της. Ο ύμνος όμως της Κασσιανής έχει αναφορές και στον ενταφιασμό του Κυρίου. Πρόκειται για το σημείο εκείνο, όπου η ποιήτρια εκφράζει την επιθυμία να προσέλθει ως Μυροφόρα, θέλοντας έτσι να τονίσει το συναίσθημα μετανοίας που την διακατέχει. Η αναφορά του ύμνου στον ενταφιασμό αποτελεί μια εισαγωγή στο Πάθος του Κυρίου∙ επομένως, για έναν ακόμα λόγο η θέση του ύμνου κατά τη Μ. Τετάρτη είναι απόλυτα δικαιολογημένη.

Στην ανάλυση του ύμνου έχει υποστηριχθεί ότι η πόρνη ταυτίζεται με τη Μαρία τη Μαγδαληνή, χωρίς ωστόσο η άποψη αυτή να αποδεικνύεται. Η θέση αυτή υποστηρίχθηκε κυρίως από δυτικούς, ίσως διότι η Μαρία η Μαγδαληνή είναι η πιο γνωστή από τις γυναίκες που αναφέρει η Αγία Γραφή. Στο ποίημα δεν αναφέρεται πουθενά όνομα γυναίκας και στα Ευαγγέλια πουθενά δεν γράφεται ότι η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν πόρνη. Την πληροφορία για την αμαρτωλή γυναίκα την παίρνουμε από το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο (7.36-50), που μας δίνει την ωραιότερη περιγραφή της σκηνής. Με εξαιρετικό λυρισμό, από τον οποίο εμπνέεται και η Κασσιανή, ο ευαγγελιστής περιγράφει τη σκηνή της μετάνοιας της πόρνης.

Οι υμνωδοί της εκκλησίας προβάλλουν την μετάνοια της πόρνης ως δείγμα ελπίδος και κατά αντιδιαστολή την προδοσία του Ιούδα ως δείγμα πορνείας της ψυχής. Η πόρνη μετανοεί και απομακρύνεται από το εμπόριο του σώματός της, την ίδια στιγμή ο μαθητής εκπορνεύει την πνευματική του οντότητα με την έμμισθη προδοσία του.

Τα στιχηρά που ψάλλονται το βράδυ της Μ. Τρίτης και αναφέρονται στην αμαρτωλή του Ευαγγελίου είναι επίσης έργο της Κασσιανής. «Ότε η αμαρτωλός προσέφερε το μύρον… Ω της Ιούδα αθλιότητος… Ήπλωσεν η πόρνη τας τρίχας σοι τω Δεσπότη…» Σε όλα τα ιδιόμελα και στιχηρά, που υπερβαίνουν τα 40, διακρίνει κανείς την έξαρση, το βάθος αισθήματος, τη μεγάλη ανεξαρτησία και ευσέβεια, όλα χαρακτηριστικά της μεγάλης ποιητικής της πνοής.

Εκτός από καθαρά θρησκευτική ποίηση η Κασσιανή ασχολήθηκε και με ποιήματα ποικίλου περιεχομένου. Συνέγραψε ακόμη πολλά γνωμικά και επιγράμματα. Σε 32 στίχους πραγματεύεται θαυμάσια το μεγάλο και σοβαρό θέμα της φιλίας. «Ει θέλεις πάντως και φιλείν και φιλείσθαι, των ψιθυριστών και φθονερών απέχου». Στους δύο αυτούς στίχους ο λεπτός νους της Κασσιανής περιέκλεισε ολόκληρη φιλοσοφία. Και παρακάτω σημειώνει: «Φρόνιμον φίλον, ως χρυσόν, κόλπω βάλλε τον δι΄ αύγε μωρόν φεύγε καθάπερ όφιν». Δηλαδή, τον φρόνιμο φίλον να βάλεις στο πλευρό σου, όπως θα ήθελες να έχεις και τον χρυσό. Τον ανόητο όμως να τον αποφεύγεις όπως και το φίδι. Η Κασσιανή εκτός από το σοφό επίγραμμα «περί φιλίας» έγραψε και άλλα βαθυστόχαστα επιγράμματα που αναφέρονται στον χαρακτήρα του ανθρώπου, στη γυναίκα, στην ευτυχία, στην χάρη, στο κάλλος, στο ήθος, στους τρόπους της αληθινής ζωής, που οδηγούν με τον κόσμο της αρμονίας στην αληθινή μακαριότητα.

Σπουδαίοι μουσουργοί έχουν κάνει υπέροχες συνθέσεις στο τροπάριο της Κασσιανής. Στη Βυζαντινή μουσική ο Πέτρος Λαμπαδάριος, ο Κων. Πρίγγος, ο Ιωάννης Σακελλαρίδης και άλλοι. Στην ευρωπαϊκή μουσική ο Ν. Μάτζαρος, ο Θ. Πολυκράτης, ο Γ. Τριάντης, ο Γ. Καζάσογλου, ο Μ. Θεοδωράκης, ο Β. Καρποδίνης, ο Κ. Κλάβας και πολλοί άλλοι. Ο Γ. Σκλάβος συνέθεσε όπερα (1936) εμπνευσμένη από το τροπάριο της Κασσιανής σε λιμπρέτο του Σ. Σπεράντσα. Ο Δημήτρης Μητρόπουλος συνέθεσε τη μουσική στο ποίημα «Η Κασσιανή» του Κωστή Παλαμά (6).

Η εκκλησιαστική υμνολογία γενικότερα δεν άφησε ανεπηρέαστους και λογοτέχνες, όπως τους Αλεξ. Παπαδιαμάντη, Αλεξ. Μωραΐτιδη, Φώτη Κόντογλου, και Γ. Βιζυηνό, καθώς και τους νεοέλληνες ποιητές Σολωμό, Κάλβο, Παλαμά, Βάρναλη, Σικελιανό, Σεφέρη και Ελύτη, που χρησιμοποίησαν ή μετέπλασαν στίχους από τις ακολουθίες της εκκλησίας. Οι στίχοι, οι εμπνευσμένοι από την Υμνογραφία της Εκκλησίας, με την προέκταση που παίρνουν κάθε φορά στον σύγχρονό μας στίχο, υψώνουν τον τωρινό ποιητή, σαν τον υμνωδό, σε εκφραστή της κοινής προσευχής των ανθρώπων.

Ας ευχηθούμε ο καθένας από μας είτε ακούγοντας τους στίχους των υμνωδών είτε διαβάζοντας τους στίχους των ποιητών μας να συναισθανθεί τα Θεία Πάθη και να φτάσει με κατάνυξη στην Αγία Ανάσταση.

Ζάκυνθος, Μάρτιος 2010

Σημειώσεις:

1. Ο Χριστός κάλεσε όλα τα έθνη. Μα πρώτα απ όλα κάλεσε τους Έλληνες, που είχανε περάσει από κάθε ανθρώπινη σοφία και τέχνη. Τους καθάρισε από τον ρύπον της αμαρτίας, «ερράντισεν αυτούς υσσώπω και εκαθάρισε», και τους κατέστησεν «υπηρέτας του λόγου του». Κι απ΄ αυτή τη μεταμόρφωση αλλάξανε και οι τέχνες, κι΄ αντί το σαρκικό κάλλος εκφράσανε το κάλλος το πνευματικό, κι΄ αντί την τέρψιν, φέρανε την «κατάνυξιν».
2. Μέχρι το 1000 (περίπου), μελωδός ήταν ο ίδιος ο υμνογράφος.
3. Με το να μην είναι σε θέση να νιώσει καθένας την δική μας εκκλησιαστική τέχνη, δεν θα πει πως αυτή είναι μόνο για λίγους που αισθάνονται με τον ίδιο τρόπο. Ίσα-ίσα είναι για κάθε ανθρώπινη καρδιά, αλλά αυτή η καρδιά είναι ανάγκη να έχει αληθινό πνευματικό βάθος. Να μην νιώθει ενθουσιασμό, αλλά κατάνυξη, όχι τέρψη αλλά λύτρωση. Γι΄ αυτό έγραψε ο Ντοστογέφσκυ : «Μόνο μια Ορθόδοξη καρδιά μπορεί να νιώσει τα βαθιά μυστήρια».
4. Δεν την οδήγησε στο Μοναστήρι η αμαρτωλή της ζωή, γιατί ποτέ της δεν υπήρξε αμαρτωλή.
5. Μετάφραση: Κύριε, η γυναίκα που περιέπεσε σε πολλές αμαρτίες, επειδή κατάλαβε ότι είσαι Θεός, αναλαμβάνει έργο μυροφόρου και με θρήνο σου φέρνει μύρα (για να σε αλείψει) πριν ακόμα ενταφιαστείς. Και λέγει: Αλίμονο σε μένα, διότι ζω μέσα σε μια νύχτα, σε μια αχαλίνωτη, φοβερή και σκοτεινή τάση για ακολασία, σ΄ έναν έρωτα της αμαρτίας. Δέξου τα πολλά μου δάκρυα, εσύ που μεταβάλλεις σε σύννεφα το νερό της θάλασσας. Λύγισε μπροστά στους στεναγμούς της καρδιάς μου, εσύ που χαμήλωσες τους ουρανούς με την απερίγραπτη ενανθρώπησή σου. Θα φιλήσω τα αμόλυντα πόδια σου, θα τα σκουπίσω με τις πλεξίδες της κεφαλής μου αυτά τα πόδια, που τον ήχο τους άκουσε η Εύα εκείνο το δειλινό στον παράδεισο και κρύφτηκε. Τα πλήθη των αμαρτιών μου και τα απύθμενα βάθη των κρίσεών σου ποιος θα μπορέσει να εξερευνήσει, ψυχοσώστα Σωτήρ μου; Μην παραβλέψεις εμένα τη δούλη σου, εσύ που έχεις την άπειρη ευσπλαχνία.
6. Η Κασσιανή, Κ. Παλαμά

Κύριε, γυναίκα αμαρτωλή, πολλά,
πολλά, θολά, βαριά τα κρίματά μου.
Μα, ω Κύριε, πώς η θεότης Σου μιλά
μέσ΄ στην καρδιά μου!

Κύριε, προτού Σε κρύψ΄ η εντάφια γη
από τη δροσαυγή λουλούδια πήρα
κι απ΄ της λατρείας την τρίσβαθη πηγή
Σου φέρνω μύρα.

Οίστρος με σέρνει ακολασίας... Νυχτιά,
σκοτάδι αφέγγαρο, άναστρο με ζώνει,
το σκοτάδι της αμαρτίας φωτιά
με καίει, με λιώνει.

Εσύ που από τα πέλαα τα νερά
τα υψώνεις νέφη, πάρε τα, Έρωτά μου,
κυλάνε, είναι ποτάμια φλογερά
τα δάκρυά μου.

Γύρε σ' εμέ. Η ψυχή πώς πονεί!
Δέξου με Εσύ που δέχτηκες και γείραν
άφραστα ως εδώ κάτου οι ουρανοί
και σάρκα επήραν.

Στ΄ άχραντά Σου τα πόδια, βασιλιά
μου Εσύ θα πέσω και θα στα φιλήσω,
και με της κεφαλής μου τα μαλλιά
θα στα σφουγγίσω.

Τ΄ άκουσεν η Εύα μέσ΄ στο αποσπερνό
της παράδεισος φως ν΄ αντιχτυπάνε,
κι αλαφιασμένη κρύφτηκε... Πονώ,
σώσε, έλεος κάνε.

Ψυχοσώστ΄, οι αμαρτίες μου λαός,
Τα αξεδιάλυτα ποιος θα ξεδιαλύση;
Αμέτρητό Σου το έλεος, ο Θεός!
Άβυσσο η κρίση



Βιβλιογραφία

* Δετοράκη Θεοχάρη, Βυζαντινή Υμνογραφία [πανεπιστημιακές παραδόσεις], Ηράκλειο 1997.
* Η Μουσική Μέσα από την Ιστορία της, Σχολικό Βιβλίο της Β΄ και Γ΄ Γυμνασίου, ΟΕΒΔ 1990
* Καβαρνού Κωνσταντίνου, Η Ιερά βυζαντινή τέχνη, εκδοτικός οίκος «Αστήρ» Αλ. κ΄ Ε. Παπαδημητρίου, Αθήνα 1996
* π. Μεταλληνού Γεωργίου, «Η υμνογραφία της Μεγάλης Εβδομάδας», άρθρο στην εφημερίδα Παρόν της Κυριακής 12-4-2009.
* Ξύδη Θεόδωρου, Βυζαντινή Υμνογραφία, εκδόσεις «Νικόδημος» 1978
* Ορθόδοξη πίστη και λατρεία, Σχολικό βιβλίο Α΄ Λυκείου, ΟΕΒΔ 2000
* Παρθενίου Αρχιμανδρίτη, «Οσία Κασσιανή (Βυζαντινή αρχόντισσα και υμνογράφος)» στο www.imodigitrias.gr.
* Πολιτάρχη Γ.Μ, Υμνογράφοι και μελωδοί, εκδ. «Το ελληνικό βιβλίο». Στάθη Θ. Γρ., Εισαγωγή στη Βυζαντινή Μουσικολογία, Αθήνα 1999
* Τρίτου Μιχάλη, «Η Κασσιανή και το τροπάριό της», Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Πρωινός Λόγος.
* Τσιρώνη Νίκης, Εισαγωγή από την έκδοση ΚΑΣΣΙΑΝΗ η Υμνωδός, εκδόσεις του Φοίνικα, Αθήνα 2002.
Related Posts with Thumbnails