© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Τετάρτη 18 Αυγούστου 2010

Μια ποινή αγαμίας ή η αιτία ενός μνημόσυνου

Γράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ

Κίνησις, Ισορροπία. Χαρακτικό της Ζωής Αλαφούζου, έργο 1999.
Στις 22 Αυγούστου του 1790, στην ιστορική και αφανισμένη σήμερα από τους σεισμούς και την πολλαπλή καταστροφή του 1953 εκκλησία του Αγίου Νικολάου του Γέροντα ή των Γερόντων η Ανδριανή Ρουκάνη, κόρη του ευγενούς Νικολάου, αρραβωνιάστηκε τον Κερκυραίο Ιωάννη Κάλβο, ο οποίος υπηρετούσε σαν ανθυπολοχαγός στη Ζάκυνθο. Η σχετική ληξιαρχική πράξη, που δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά από τον ακαταπόνητο Λεωνίδα Χ. Ζώη και ήταν γραμμένη στον καμένο κώδικα της εκκλησίας, η οποία κάποτε ανήκε στην οικογένεια, αναφέρει τα εξής: «1790 Αυγούστου 22. Μηδενός ευρεθέντος κωλύματος αρραβώνιασα τον τιμιώτατον Κύριον Ιωάννη Κάρβον μετά της ευγενούς Κυρίας Ανδριανής θυγατρός του ευγενή s[igno]r Νικολάου Ρουκάνη εις γάμον α΄. Μάρτυρες ο εκλαμπρότατος s. Κόντες Καίσαρ Μεσαλάς και ο τιμιώτατος s. Ιάκωβος Αραβαντινός. Γεώργιος ιερεύς Δανιάς». Από τα αρχεία της παραπάνω εκκλησίας ο ίδιος ιστορικός μάς διασώζει και την αναφορά στον γάμο τους, ο οποίος έγινε ένα χρόνο μετά. Συγκεκριμένα σημειώνει : «1791 Ιουλίου 19. Ευλόγησα τον s. Ιωάννη Κάλβο μετά της ευγενούς Κυρίας Ανδριάνας θυγατρός του ευγενή s[igno]r Νικολάου Ρουκάνη, αμφότεροι όντες εις γάμον α΄. Ήσαν παράνυφοι ο εκλαμπρότατος s. Κόντες Τζέτζερος Μεσσαλάς και s. Διονύσιος Μπαρμπίας Καψάς και s. r. Γιάκομος Αραβαντινός». Από τον γάμο αυτό την επόμενη χρονιά, το 1792 γεννήθηκε ο ποιητής Ανδρέας Κάλβος και δύο χρόνια αργότερα, το 1974 ο αδελφός του Νικόλαος. Και οι δύο βαφτίστηκαν στην πιο πάνω ενοριακή εκκλησία της οικογένειας.
Ο γάμος, όμως, της Τζαντιώτισσας κοντέσας και του Κορφιάτη στρατιωτικού δεν φαίνεται να πήγε και τόσο καλά, για άγνωστους σε εμάς, μέχρι σήμερα, λόγους. Έτσι πολύ πιθανόν πριν το 1082 ο τελευταίος παίρνει τα δύο του παιδιά και φεύγει για το Λιβόρνο της Ιταλίας, εγκαταλείποντας οριστικά την γυναίκα του.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 1805, η εγκαταλελειμμένη σύζυγος, μέσω του Πρωτοπαπά Ζακύνθου, υποβάλει αίτημα για διαζύγιο στον Μητροπολίτη Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Ιθάκης Ιωαννίκιο Άννινο, πολύ πιθανόν για να μπορέσει να παντρευτεί τον δεύτερο σύζυγό της, τον Κωνσταντίνο Καλέκα. Την θετική απόφαση του οικείου ιεράρχη μας την διέσωσε ένας άλλος χαλκέντερος ιστορικός, στον οποίο πολλά χρωστάει η Ζάκυνθος, ο εκ Κερκύρας διωγμένος, λόγω θρησκευτικού φανατισμού και ευρών καταφύγιο στο νησί μας, Σπυρίδων Δε Βιάζης, ο οποίος τη δημοσίευσε σε σχετική του εργασία στο περιοδικό Ακρίτας (έτος β΄ 1905 - 1906, σ. σ. 282 -294). Σε αυτήν φαίνεται η δικαίωση της Ανδριανής και η καταδίκη του Ιωάννη.
Το πολύτιμο αυτό ντοκουμέντο εντόπισε πολύ αργότερα η Τζίνα Κονίδου, κόρη του γνωστού συγγραφέα και καλβιστή Κ. Πορφύρη, η οποία σε πολύτιμο κείμενό της, το οποίο δημοσιεύεται στο γνωστό περιοδικό της Ζακύνθου Περίπλους (Χρόνος Θ΄, τεύχος 34 - 35, Ζάκυνθος 1993, σ. σ. 229-232), το αφιερωμένο στον δημιουργό των «Ωδών», στέκεται σε μια λεπτομέρειά του, καθόλου ασήμαντη και από αυτήν προσπαθεί να φωτίσει την πτυχή αυτή της ζωής του ποιητή, η οποία αναμφίβολα τον στιγμάτισε και τον επηρέασε σε όλη τη ζωή και το έργο του.
Συγκεκριμένα η ερευνήτρια, με τις νομικές της γνώσεις, στέκεται στην απόφαση του Ιωαννίκιου Άννινου και στο σημείο όπου χαρακτηριστικά αναφέρει: «[…] τα πάντα ο αυτός Πανιερώτατος καλώς σκεψάμενος ποιών τον πομπώδη στοχασμόν εις τας δικαίας αιτήσεις της ρηθείσης γυναικός και εις τον επικείμενου αυτής κίνδυνον κατά χρεωστικάς ειδήσεις ληφθείσας παρά του ιδίου αυτού αρχιερατικού επιτρόπου μεγάλου οικονόμου και Πρωτοπαπά Ζακύνθου, δυνάμει της αρχιερατικής αυτού εξουσίας εν Αγίω Πνεύματι, θεσπίζει και θεσπίζων δογματίζει: ότι η Κυρία Ανδριάνα Ρουκάνη, διαζευχθείσα παρά του ανδρός της Ιωάννου Κάλμπου, να μένη ελευθέρα απεράσαι ως βούλεται. Αυτός δε ο Ιωάννης, ως εγκαταλείψας την ιδίαν ομόζυγον, εις εκπλήρωσιν των ιερών κανόνων, να μένη δεδεμένος και κεκωλυμένος πάσης ετέρας νομίμου συζεύξεως […]».
Στην απόφαση αυτή, δηλαδή, όπως η ίδια η Τζίνα Κονίδου εντοπίζει και μάς επισημαίνει, υπάρχει κάτι παράδοξο. Ο Μητροπολίτης επιβάλει την ποινή της αγαμίας στον Ιωάννη Κάλβο. Αυτό, όμως, έχει να συμβεί αιώνες.
Για να τεκμηριώσει την άποψή της η ερευνήτρια, κάνει μια σύντομη, αλλά τεκμηριωμένη αναδρομή στο ιστορικό της ποινής της αγαμίας και παράλληλα εξετάζει την δικαστική πρακτική, που στηρίζεται στα έθιμα. Από πουθενά, όμως, δεν προκύπτει η από αιώνες καταργούμενη εφαρμογή της και επιβολή της να έχει επιβληθεί και σε άλλη περίπτωση. Συγκεκριμένα η ίδια παρατηρεί: «Η ρητή απαγόρευση σύναψης νέου γάμου του υπάιτιου συζύγου δεν επανεμφανίζεται, ούτε για τη γυναίκα ούτε για τον άνδρα. Η ποινή της αγαμίας δεν καταργείται βέβαια ρητά, πανηγυρικά, καταργείται όμως εν τοις πράγμασιν, σιωπηρά, ή εν πάση περιπτώσει περιπίπτει σε αχρηστία». Αυτό που απασχολεί όλους είναι το γιατί, όπως η ίδια προβληματίζεται «δέκα τρεις αιώνες μετά, το 1805, ένας επίσκοπος “ξεθάβει” την ποινή αγαμίας και την επιβάλλει στον υπαίτιο σύζυγο… Και μάλιστα, αυτό συμβαίνει μερικά χρόνια μετά την Γαλλική Επανάσταση, και συμβαίνει και στα Επτάνησα όπου ο απόηχός των αρχών του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης είναι ακόμα εντονότερος απ’ ό,τι στην υπόλοιπη, τουρκοκρατούμενη, Ελλάδα».
Η απάντηση σε όλα αυτά τα σημαντικά και σπουδαία, που η κόρη του συγγραφέα του «Αγέλαστου» μας επισήμανε, είναι δύσκολο να δοθεί, κυρίως μετά την οριστική καταστροφή και τον χαμό του αρχείου του νησιού μας τον κακοθύμητο εκείνο Αύγουστο του 1953. Ίσως, όμως, στην γειτονική Κεφαλονιά, την έδρα του τότε επισκοπικού θρόνου της περιοχής, μπορεί κάτι να βρεθεί και να φωτίσει την υπόθεση.
Η σημερινή μας, βέβαια, αναφορά στην αξιοπρόσεκτη αυτή εργασία δεν αφορά τόσο τον ίδιο τον «Φιλόπατρι» ποιητή, όσο την ίδια την Τζίνα την Κονίδου, η οποία πρόσφατα και πρόωρα έφυγε από κοντά μας. Είναι, με λίγα λόγια, ένα απλό και ευλαβικό μνημόσυνό της, μια και μπόρεσε, έστω και ελάχιστα, να ξεφύγει από το στίγμα του παιδιού του επώνυμου και να μας δώσει τα δικά της δείγματα γραφής. Και το πόνημά της αυτό δεν είναι το μόνο. Υπάρχουν και άλλα.
Αυτή η σελίδα θέλησε να αντικαταστήσει, συνεχίζοντας, τα παλιά μονόφυλλα, τα οποία συχνά κυκλοφορούσαν στον τόπο μας σε παρόμοιες περιπτώσεις ή ακόμα και τα ειδικά βιβλιαρίδια, όπου τότε κυκλοφορούσαν και μας δείχνουν έναν πολιτισμό και μια ιστορία.
Ίσως τώρα η Τζίνα συνάντησε εκεί που πήγε τον ίδιο τον αξεπέραστο Κάλβο, την δικαιωμένη Ανδριανούλα, τον τιμωρημένο Ιωάννη ή και τον αυστηρό Ιωαννίκιο και της αποκάλυψαν το μυστικό.
Για μας σημασία έχει η υπογράμμισή της, ο εντοπισμός της λεπτομέρειας, η οποία είναι εξίσου σημαντική με την ανακάλυψη και την γνωστοποίηση του ίδιου του κειμένου.
Συνεχίζοντας την παράδοση του πατέρα της και την προσφορά του για τον Καρμπονάρο Ζακύνθιο, η κόρη του πρόσθεσε ένα μικρό λιθαράκι στο ψηφιδωτό της προσωπικότητας και της ζωής του.
Είναι μια σημαντική αιτία για να την θυμόμαστε.

Μητροπολίτου Προικοννήσσου Ιωσήφ: ΜΗΤΡΙΚΟΝ ΕΞΟΔΙΟΝ (ποίημα)


Στὸν π. Παναγιώτη Καποδίστρια

Γυναῖκα περιβεβλημένη τὸν ἥλιον,
ποῦ ἀπαίρει καταμεσῆς τοῦ Αὐγούστου;
Ποῦ πορεύεσαι σταυροχεριασμένη,
σιωπηλή, τρανῶς ἡπλωμένη, ὑπτία;
Τ’ ἀμπέλια μας γεμᾶτα ὥριμα σταφύλια
ἀποζητοῦν τὸ δικό Σου τὸ χάδι,
Ἐσὺ νὰ τὰ τρυγήσεις,
Ἄμπελος ἀληθινή,
τὸν βότρυν τὸν πέπυρον ἡ γεωργήσασα!
Μόλις τελειώσαμε τὸ θέρος καὶ τ’ ἁλώνισμα,
ἁλέσαμε τὸ στάρι, τὸ ψιλοκοσκινίσαμε
καὶ Σοῦ φτιάξαμε πρόσφορο.
Ψήνεται κιόλας!
Δὲν περιμένεις νὰ τ’ ἀπογευτεῖς;
Τὰ τζιτζίκια οὐρλιάζουν ἀπαρηγόρητα
στὴ σκέψι πὼς θὰ Σ’ ἀποχωριστοῦν.
Δὲν τὰ ἀκοῦς;
Ἡ κόνιζα, ἡ ρίγανη, ἡ φασκομηλιά,
τὸ δίκταμο, ὁ ἔρεικας, ἡ μέντα, τὸ θυμάρι,
σκούζουν, μαλλιοτραβιοῦνται, ὀρύονται
πληροφορούμενα τὸν μισεμό Σου.
Δὲν νιώθεις τὶς φωνές τους στὰ ρουθούνια Σου;
Τὰ μελτέμια δέρνονται ὁλοφυρόμενα,
τινάζουν κύματα ὁλοῦθε,
ἁφροὺς καὶ ἁλισάχνη,
ἀρνούμενα νὰ συμβιβαστοῦν στὴν ἰδέα
πὼς θὰ τοὺς λείψεις.
Τὰ δελφίνια πετάγονται μὲ μακροβούτια
νὰ δοῦν ἄν εἶν’ ἀλήθεια ὅτι ἀναχωρεῖ
ἡ κόχλος ποὺ ἐβάστασε τὸν θεῖο Μαργαρίτη.
Δὲ σὲ συγκινοῦν τὰ ἁρμυρά τους δάκρυα;
Ὁ κολιός, μόλις ποὺ πρόλαβε
νὰ Σοῦ φιλήσει τὰ πόδια καὶ Σὺ φεύγεις;
Τὰ πεῦκα κλαῖνε ρετσινόμυρο
καθὼς ἀκοῦν τοὺς Ἀποστόλους
νὰ Σοῦ ψάλουν ἐξόδιον ὕμνον
καὶ μεταστάσιμες ὠδὲς πολυκατάνυκτες!
Πῶς λάμπει ἡ αὐγουστιάτικη πανσέληνος
πάνω ἀπὸ τὸ κυπαρισοκέδρινο
ζωαρχικό Σου νεκροκρέβατο!
Δὲ βλέπεις μὲ τι δέος σὲ κοιτάζει
ἡ σελήνη τὴν Σελήνη, ἡ δούλη τὴν Κυρά;
Δὲ συγκινεῖσαι ἀπὸ τὶς Παρακλήσεις μας,
Μικρές, Μεγάλες, Μεγάλη Μάννα μας;
Πῶς μισεύεις Γλυκοπαναγία τῶν Ἑλλήνων,
Μαυροφόρα τῶν ὀνείρων μας σ’ ὧρες δίσεχτες,
ἀσπρόψυχη, χρυσόκαρδη, ὁλόφωτη, ἡλιοστάλαχτη,
ὀρθανοιχτάγκαλη τῶν καθημερινῶν δεήσεών μας;
Ἄσ’ τὸ σεμνὸ κεφαλομάντηλό Σου σκέπη μας
στὴν ἀπαράκλητη κάψα τοῦ καλοκαιριοῦ!
Ἄσε μας τὸ ἡδύφωτο χαμόγελό Σου
στὸ ὄνειρό μας, νὰ μὴ σβήσουμε!
Ἄσε μας τὴ βασιλικὴ εἰκόνα Σου, Παντάνασσα,
καρσὶ στὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας,
μὴν τυφλωθοῦμε,
μὴν ξεχάσουμε τὸν Ἥλιο!

Σητεία, 10-8-2010
Related Posts with Thumbnails