© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2008

Παύλου Φουρνογεράκη, ΠΟΝΟΣ (ποίημα)


Έχτισα θρόνο, στον πόνο.
Έπρεπε,
Πρέπει μου ΄παν
Πίστεψα στο βλέμμα κι έγινα ταίρι.
Καρτερώ την πτώση,
Μήπως χάσω το δρόμο;
Βογκά η ανάσταση
Υπομονή, επιμονή
Υπόκλιση, επίκληση
Στη ζωή
Με χάδι!

Κείμενο προβληματισμού εκπαιδευτικών Θεολόγων για την διδασκαλία του Μαθήματος των Θρησκευτικών

Τον τελευταίο καιρό, εν μέσω θερινής ραστώνης, παρακολουθούμε το περιπετειώδες ταξίδι μιας εγκυκλίου του ΥΠΕΠΘ για την απαλλαγή μαθητών από το μάθημα των θρησκευτικών (ΜτΘ). Για μια ακόμη φορά είμαστε θεατές διαφόρων αντιδράσεων (αφού το θέμα απασχολεί την ελληνική κοινωνία ποικιλοτρόπως εδώ και κάποιες δεκαετίες) που βασίζονται είτε σε ιδεοληψίες και προκαταλήψεις «καθυστερημένων συντηρητικών», είτε σε γενικόλογες «προοδευτικές» αντιλήψεις που επιχαίρουν για το δρόμο που άνοιξε επιτέλους προς τον εκσυγχρονισμό του σχολείου. Το θολό τοπίο μάς εμποδίζει σαφώς να βάλουμε το χέρι μας «επί τον τύπον των ήλων» και να οριοθετήσουμε τη συζήτηση, ώστε αυτή να αποβεί γόνιμη και ουσιαστική και να απαντά σε κρίσιμα ερωτήματα. Ως εκπαιδευτικοί θεολόγοι όμως αισθανόμαστε επιτακτική την ανάγκη να τονίσουμε και πιθανώς να υπενθυμίσουμε ότι:

- Aπό το 1981(!) και από τους ίδιους τους θεολόγους (Α΄ Συνέδριο Θεολόγων Βορείου Ελλάδος) έχει τεθεί το ζήτημα για τον χαρακτήρα του ΜτΘ (κατηχητικό, ομολογιακό, βιβλικό, πολιτιστικό, θρησκειολογικό κτλ). Από τότε μέχρι και σήμερα έχουν διεξαχθεί στη χώρα μας πολλά συνέδρια, ημερίδες, σεμινάρια, έχουν εκδοθεί σοβαρές μελέτες και πλούσια αρθρογραφία. Εύκολα κανείς μπορεί να αναζητήσει και να ενημερωθεί για την πορεία αυτής της συζήτησης και του προβληματισμού που δεν έχει αφήσει απαθείς και αδιάφορους τους θεολόγους.

- Το εκπαιδευτικό σύστημα στην Ελλάδα, όπως και παντού άλλωστε, λειτουργεί με βάση κάποιες γενικές αρχές και παραδοχές που αποτυπώνονται είτε στο Σύνταγμα, είτε στα αναλυτικά και ωρολόγια προγράμματα των επιμέρους μαθημάτων, είτε στους σκοπούς και τους στόχους των μαθημάτων κάθε τάξης. Στους μαθητές παρέχεται η αναγκαία επιστημονική γνώση, προσαρμοσμένη στην ηλικία τους και στις ανάγκες τους και αυτή διδάσκεται με ευθύνη των εκπαιδευτικών, έστω και αν η ανεπάρκειά τους -πολλές φορές για λόγους ίσως και ανεξάρτητους από τη θέλησή τους- προκαλεί παρεξηγήσεις, προβλήματα και αδιέξοδα τα οποία συνήθως αποδίδονται στο ίδιο το μάθημα.

- Το ΜτΘ δεν μπορεί και δεν πρέπει να έχει κατηχητικό χαρακτήρα, πολύ περισσότερο σήμερα. Έχει περάσει ανεπιστρεπτί η εποχή όπου ο αυτοθαυμασμός λόγω των τίτλων του παρελθόντος και ο θρησκευτικός ρητορισμός, ο οποίος -κατά τον Αλέξανδρο Σμέμαν- «συντίθεται από ένα μείγμα αισιοδοξίας, αναγκαστικής θριαμβολογίας και καταπληκτικής αυτοδικαίωσης», μπορούσε να καλύψει τις όποιες αδυναμίες του ΜτΘ. Η κοινωνία και επομένως και τα σχολεία μας είναι πολυπολιτισμικά, με μαθητές ετερόδοξους ή αλλόδοξους αλλά και θρησκευτικά ουδέτερους ή αδιάφορους. Δεν μπορεί λοιπόν παρά να αλλάξει ο χαρακτήρας και το περιεχόμενο του ΜτΘ για να υπηρετεί τη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα, και όχι να καταργηθεί, όπως στην πράξη επιχειρείται σήμερα με την έκδοση εγκυκλίων. Στην κατεύθυνση του αναπροσανατολισμού, από το 2001, το ΜτΘ άλλαξε με την εφαρμογή των ΔΕΠΠΣ στα γυμνάσια, ενώ γράφτηκαν νέα αξιόλογα βιβλία πολύ διαφορετικά από τα παλαιότερα από άποψη περιεχομένου, δομής και αισθητικής. Σήμερα κανείς δεν αμφιβάλλει ότι ο δρόμος είναι ανοιχτός για ακόμη μεγαλύτερη βελτίωση αφού πλέον οι συνθήκες είναι ώριμες.

- Υπάρχει μια διεθνής εμπειρία από τη διδασκαλία του ΜτΘ στα σχολεία των ευρωπαϊκών χωρών την οποία χρειάζεται να αξιολογήσουμε και να λάβουμε υπόψη μας, πριν οδηγηθούμε σε επιπόλαιες απλουστεύσεις που θίγουν και την εκπαιδευτική πολιτική που κάθε φορά ακολουθείται και επιπλέον αποπροσανατολίζουν γονείς και μαθητές που είναι ταυτόχρονα πολίτες του κόσμου αλλά και φορείς ιστορίας και πολιτισμού.

- Το πλαίσιο των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας, όπως μέχρι σήμερα έχει διαμορφωθεί, έχει φανεί και από πολλές άλλες συγκυρίες ότι δημιουργεί μια στρεβλή πραγματικότητα η οποία παλινωδεί ανάμεσα στο πολιτικό κόστος και το απειλούμενο κύρος της διοικούσας Εκκλησίας. Ο εκπαιδευτικός θεολόγος ούτε μπορεί, ούτε πρέπει και δεν ανήκει στις αρμοδιότητές του να κάνει «μισθωμένη ιεραποστολή», να υποκαθιστά την Εκκλησία μέσα στο σχολείο, να μεταφέρει την εμπειρία της ή να απολογείται για τις όποιες επιτυχείς ή ατυχείς επιλογές της. Ο θεολόγος είναι επιστήμονας και παιδαγωγός, λειτουργός της μέσης εκπαίδευσης, που κουβαλά μαζί του ό,τι κουβαλά και ο κάθε άλλος δάσκαλος: την επιστημονική του κατάρτιση, την παιδαγωγική του ευαισθησία, τη διδακτική του επάρκεια, τις ελπίδες και τα όνειρά του.

Ως εκπαιδευτικοί θεολόγοι και παρά τις καθησυχαστικές απαντήσεις του υπουργείου, θέτουμε τα παρακάτω ερωτήματα:

* Ποιος και πώς αποφασίζει τι είναι αναγκαίο να διδάσκεται στα σχολεία;
* Πόσο μοντέρνο και «έξυπνο» είναι ένα λοβοτομημένο και αφυδατωμένο σχολείο που παρέχει αποκλειστικά και εργαλειακά εφόδια και δεξιότητες μόνο για επαγγελματική αποκατάσταση και δεν δημιουργεί πολίτες καλλιεργημένους και ελεύθερους, γνώστες αλλά και συνεχιστές της παράδοσης και της ιστορίας τους;
* Πότε λήφθηκαν σοβαρά υπόψη οι προβληματισμοί και οι προτάσεις των ίδιων των θεολόγων για το ΜτΘ, ανεξάρτητα από τις οποιεσδήποτε γνωμοδοτήσεις και παρεμβάσεις της διοικούσας Εκκλησίας, οι οποίες όχι σπάνια μπερδεύουν ή και ακυρώνουν το ρόλο και την ευθύνη της Πολιτείας;
* Αν το ΜτΘ δεν είναι μάθημα κατήχησης, αλλά μάθημα με σαφή και διακριτά επιστημονικά αντικείμενα (άραγε επιστήμη δεν κάνουν οι Θεολογικές Σχολές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης;) το οποίο μεταξύ άλλων «συμβάλλει στην ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης, της ανεξάρτητης σκέψης και ελεύθερης έκφρασης, αλλά και στην κατανόηση του χριστιανισμού ως παράγοντα που συντελεί στην ανάπτυξη του πολιτισμού και της πνευματικής ζωής» (Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου-ΦΕΚαρ303, τχ.Β 13.3.2003), γιατί απομειώνεται η σημασία και η αναγκαιότητά του να λειτουργήσει μέσα στο πλαίσιο της γενικής υποχρεωτικής παιδείας;
* Γιατί μεταβιβάζεται επιλεκτικά (!) και ατομικά στους γονείς ως «δικαίωμα» η υποχρέωση της Πολιτείας, αυτή να ορίζει ενιαία και καθολικά τι είναι ωφέλιμο και απαραίτητο για τη γενική παιδεία του μαθητή;
* Ποιος είναι ο ρόλος και η θέση του εκπαιδευτικού θεολόγου σε ένα σχολείο όπου η παρουσία του και η μαρτυρία του ως δασκάλου εκβιάζεται ή τίθεται υπό αμφισβήτηση καθημερινά; Άραγε ποιες άλλες ειδικότητες συναδέλφων θα αντιμετωπίσουν σύντομα ανάλογα αδιέξοδα;
* Γιατί μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει καμιά αντίδραση, καμιά στήριξη και καμιά οδηγία από τους φυσικούς προϊσταμένους μας, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και τους σχολικούς Συμβούλους και μένουμε μόνοι, ένας ολόκληρος κλάδος, ο καθένας να «βγάζει το φίδι από την τρύπα» όπως μπορεί και όπως νομίζει, χρεώνοντας πιθανώς για άλλη μια φορά το ΜτΘ με τη δική του αδυναμία και μοναξιά;
* Γιατί πρέπει να δεχτούμε τις καθησυχαστικές εκφράσεις διαφόρων υπευθύνων όταν βλέπουμε ότι η πραγματικότητα οδηγεί το μάθημα και εμάς σε εξοστρακισμό από το δημόσιο σχολείο;

Δηλώνουμε κατηγορηματικά και με όσες δυνάμεις μας έχουν απομείνει, την ανησυχία και τον προβληματισμό μας, όχι μόνο γιατί η παρουσία μας και ο ρόλος μας στο σχολείο τίθεται με γοργά βήματα υπό διαπραγμάτευση -ήδη με την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς- αλλά και γιατί διαφαίνεται ξεκάθαρα στον ορίζοντα πια, ότι η παιδεία του μαθητή και του αυριανού πολίτη οδηγείται σε δρόμους που δεν έχουν σταγόνα από όραμα κι ελπίδα αλλαγής του κόσμου. Και γι’ αυτό κάποτε θα κληθούμε να απολογηθούμε στα παιδιά μας. Και τότε η σιωπή μας θα αγκαλιάσει τη συνενοχή μας…
Πάτρα, 3 Σεπτεμβρίου 2008

Ανδριόπουλος Παναγιώτης, Γιαννόπουλος Ανδρέας, Γλαρού Άννα, Ζωχιού Μαρία, Κοτσόκολος Νικόλαος, Λότσος Αντώνης, Μαλεβίτης Ηλίας, Μάλφας Γεώργιος, Μαραθιά Διονυσία, Μασσαράς Θεοχάρης, Παπαγιαννόπουλος Κωνσταντίνος, Παπασωτηρόπουλος Χριστόφορος, Φάκος Βασίλειος, Φωτόπουλος Χρήστος.

Το κείμενο που υπογράφουμε είναι ανοιχτό και προσφέρεται για διάλογο και προβληματισμό. Για το σκοπό αυτό, όποιος επιθυμεί μπορεί να επικοινωνήσει μαζί μας στην ηλεκτρονική διεύθυνση: mathr08@gmail.com

Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2008

Γιάννη Πομώνη, ΝΥΧΤΕΣ ΕΒΑΔΙΖΕ [5 ποιήματα]

[Πέντε ποιήματα, ως δείγμα γραφής, από τη νέα ποιητική συλλογή του Γιάννη Πομώνη, Νύχτες εβάδιζε, εκδ. Γαβριηλίδης, Ιούλιος 2008]


ΑΡΧΑΙΑ, ΛΥΠΗΜΕΝΗ ΠΡΟΤΟΜΗ

Αρχαία, λυπημένη προτομή
Του απογεύματος το χρώμα
Αντικρίζει σκεπτική
Μήτε ακούει τα σπουργίτια
Και μήτε γεύεται του κόσμου μήλο
Στέκεται λυπημένη, σκεπτική
Στη μοναξιά της μέσα
Πάντα κοιτώντας ίσια
Εκεί πέρα στον ορίζοντα
Που καθορίζει της ζωής το βέλος
Στέκεται λυπημένη, σκεπτική
Προσμένοντας ένα χαμόγελο από τουρίστα
Αναπολώντας πεθαμένες εμπειρίες
Από μπαρουτοκαπνισμένα πλοία
Στα χείλη έχει εξόριστους και φυλακές
Και μανιτάρι αδικίας στην καρδιά
Στέκεται λυπημένη, σκεπτική
Καθώς δεν άλλαξαν οι καταστάσεις
Κι ο ήχος παραμένει αναλλοίωτος –
Ο ήχος της ζωής που δεν υπάρχει…


ΔΙΑΧΥΤΗ ΠΑΝΤΟΥ

Έπεφτε
Και όλο απλωνόταν
Διάχυτη παντού
Τρύπωνε απ’ τις χαραμάδες
Άλλοτε
Κρυβόταν στα σκεπάσματα αποκάτω
Ή ερχότανε καβάλα στα φτερά
Των τζιτζικιών
Χίλιες μορφές
Και πρόσωπα εκατό
Και πάλι ήταν λίγα
Στην εμφάνισή της
Μα οι περισσότεροι
Δεν ήθελαν
Δεν πρόφταιναν
Να την αγγίξουν
Φως να λάμψει
-Απλό, αλλά…-
Ν’ αγγίξουνε τη λέξη αγάπη


ΝΥΧΤΕΣ ΕΒΑΔΙΖΕ

Νύχτες εβάδιζε αναρίθμητες
Στις ωμοπλάτες προβλημάτων
Αρκεί
Να έβλεπε το φως
Την προαιώνια λάμψη
Σπιρούνια είχε τις ελπίδες
Στο άλογο της φαντασίας
Νύχτες πολλές, λευκές
Και ο μισθός αντικριστά
Να κοροϊδεύει να γελά
Έν’ άδειο σύννεφο,
κακεντρεχές
Νύχτες εβάδιζε
Αρκεί να έβλεπε το φως
Τι νύχτα, τι ημέρα
Το φως να έβλεπε –
Τον βρήκαν παγωμένο
Χαράματα πρωταπριλιάς


ΔΕΙΚΤΕΣ ΩΡΟΛΟΓΙΟΥ

Μες στις σκοτεινές, παντοτινά πλυμμένες
Τις ίδιες κάμαρες, ως πάλαι
Δείκτες ωρολογίου
Την μοναξιά σου σημαδεύουν
Θίασος αρλεκίνων οι ιδέες
Στο κεφάλι περιστρέφονται
Βαριές κουρτίνες, άλικες
Το φως επιτηδείως κρύβουν
Και απομένεις φάντασμα
Αφηρημένος βηματίζοντας
Αφηρημένος κι άπελπις
Στο κενοτάφιο του τέλους
Που άλλοι δημιούργησαν για σένα


ΤΡΟΙΑ

Σιγά σιγά
Στερήθηκε
Όλα εκείνα
Που αγαπούσε
Το πεύκο
Και την θάλασσα
Τ’ αηδόνια
-Μαστούς τα ονομάζουν άλλοι-
Έτσι
Πεθαίνοντας
Είπε
Αυτή την φράση
Με μια φωνή ανεπαίσθητη
Με μια φωνή
Που ίσα κι ακουγόταν
«Άδικα πήγαμε στην Τροία»

Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2008

Πολιτικές οπτικές επαναπροσεγγίσεις

Γράφει ο Παύλος Φουρνογεράκης

Σε προχθεσινό άρθρο μας ασκήσαμε κριτική για τις επιλογές της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης Ζακύνθου και θέσαμε ερωτηματικά για τη διαχείριση της εκκλησιαστικής περιουσίας σε πανελλαδικό επίπεδο. Είναι η αγωνία κάθε ενεργού πολίτη που νοιάζεται για τον τόπο του ανιδιοτελώς και του εκπαιδευτικού που μάχεται από το πόστο του για το καλό της παιδείας. Θεωρούμε ότι σε κάθε δημοκρατικό πολίτευμα ο πολίτης κατά μόνας αλλά και μέσα από τα θεσμικά όργανα πρέπει να κρίνει την εξουσία ώστε αυτή να αφυπνίζεται ή να μην παρασύρεται από τον άκρατο ατομικισμό που επικρατεί στην καταναλωτική μας κοινωνία.

Η Ζάκυνθος είναι τραυματισμένη από τις πράξεις της τέως δημοτικής αρχής του Δήμου Ζακυνθίων και η χώρα μας συγκλονίζεται από οικονομικά σκάνδαλα στο χώρο της εκκλησίας και της κυβέρνησης. Μέσα σ΄ ένα τέτοιο νοσηρό κλίμα που δημιουργεί συναισθηματική φόρτιση συντάξαμε το κείμενό μας.

Βεβαίως δεν είχαμε την πρόθεση να κατηγορήσουμε τους τοπικούς άρχοντες για πλουτισμό, άλλωστε δεν είχαμε στοιχεία γι αυτό, αλλά ούτε και στα χρόνια που προηγήθηκαν η νομαρχιακή αυτοδιοίκηση κατηγορήθηκε για κάτι τέτοιο. Θέλαμε να εκφράσουμε τη διάχυτη απορία της τοπικής κοινωνίας γιατί επιλέγεται ένα ακριβό για την περιοχή οικόπεδο από ένα πιο οικονομικό, γεγονός που δημιουργεί αναπάντητα ερωτήματα. Αυτή την απορία τη διατυπώσαμε με τρόπο που μπορεί να δημιουργεί παρεξηγήσεις γιατί εκ παραδρομής δεν χρησιμοποιήθηκαν σωστά τα σημεία στίξης (ερωτηματικά στην παράγραφο περί πλουτισμού).

Η Μητρόπολη Ζακύνθου έχει δείξει αξιόλογη δραστηριότητα και βοηθά άπορους φοιτητές με τα έσοδα από κληροδοτήματα που υπάρχουν γι’ αυτό το σκοπό. Επίσης έχει παραχωρήσει δωρεάν οικόπεδα για κοινωφελείς σκοπούς, όπως πχ. για το 2ο Γενικό Λύκειο Ζακύνθου, το Μουσείο Σολωμού ή για το νέο Νοσοκομείο Ζακύνθου. Η εκκλησιαστική περιουσία, συνεπώς, άλλοτε παραχωρήθηκε για κοινωφελή έργα κι άλλοτε πωλήθηκε. Η άποψή μας είναι ότι θα πρέπει μόνο να δωρίζεται στους φτωχούς ή προκειμένου να γίνονται δημόσια ή κοινωφελή έργα αλλά και για να προστατεύονται τα μνημεία του τόπου και το φυσικό περιβάλλον. Θέλουμε η τοπική εκκλησία να εξακολουθήσει να διαφέρει από τις άλλες και θέλουμε να είμαστε σίγουροι για την καλή τύχη των χρημάτων που αφιερώνουμε στη λατρεία του Θεού μας. Πιστεύουμε ότι ο χωρισμός Εκκλησίας από το Κράτος θα έδινε τη δυνατότητα μεγαλύτερης ενεργοποίησης σε μεταφυσικούς προβληματισμούς και πνευματικό λόγο καθώς και σε φιλανθρωπικό έργο.

Εμείς οι εκπαιδευτικοί δε διεκδικούμε το αλάθητο. Γινόμαστε όμως όλο και πιο αδύναμοι να προσεγγίσουμε τους νέους ή και να αντισταθούμε με σθένος όταν μια κοινωνία δείχνει έντονα σημάδια παρακμής. Εκλιπαρούμε λοιπόν τους τοπικούς άρχοντες να σταθούν δίπλα μας με έργα υποδομής ανάλογα των περιστάσεων και τους κληρικούς μας με μεγαλύτερη απλότητα και περισσότερη πνευματική προσφορά. Σ΄ αυτούς τότε θα ανήκουν:

«Τα δύσκολα κι ανεκτίμητα εύγε
Ο έπαινος του Δήμου και των σοφιστών»

όπως έλεγε και ο Καβάφης.

Στους νέους υπάρχει η ελπίδα του μέλλοντος και στα σχολεία εκκολάπτονται οι αυριανοί έντιμοι πολίτες και πολιτικοί. Εμείς απολαμβάνουμε τη ζωντάνια τους και μαχόμαστε για να κατευνάσουμε τη ζωηρότητά τους καθοδηγώντας τους στη γνώση για μεγαλύτερη ελευθερία της ύπαρξης.

Ενδο-Οικογενειακή Βία

Ομιλία της συγγραφέως Διονυσίας Μούσουρα-Τσουκαλά
προς την Ομογένεια της Μελβούρνης (2007)

Πριν μιλήσουμε για την οικογενειακή βία, θα πρέπει να καθορίσουμε τι αποτελεί βία. Ο πιο απλός, ίσως, ορισμός, είναι ότι βία αποτελεί η επιβολή της θέλησης του δυνατού προς τον αδύνατο.
Η βία έχει πολλές μορφές, μερικές από αυτές, μπορεί να είναι,
Σωματική βία, δηλαδή βιαιοπραγίες κατά του ατόμου, ξύλο, γροθιές, κλωτσιές, χαστούκια, σπρωξιές, τράβηγμα μαλλιών, κ.ά.
Σεξουαλική βία, αυτή δεν είναι μόνο ο βιασμός αλλά και ο εξαναγκασμός σε σεξουαλική πράξη, ακόμα και μεταξύ νόμιμων ζευγαριών. Επίσης, ο εξαναγκασμός σε σεξουαλικές ιδιαιτερότητες που δεν είναι αποδεκτές από το ένα άτομο. Μπορεί να πιστεύουν μερικοί ότι, στον έρωτα όλα επιτρέπονται, αυτό, όμως, ισχύει μόνον όταν και οι δυο συμφωνούν σε αυτό.
Φραστική βία, είναι οι βρισιές αλλά και η προσπάθεια μείωσης του ατόμου, όπως, είσαι άχρηστη, δεν είσαι ικανή για τίποτα, είσαι χοντρή /αδύνατη , έχεις τα χάλια σου, είσαι ηλίθια, βλακείες θα πεις πάλι, με αυτό το ντύσιμο φαίνεσαι σαν τσούλα και άλλες ταπεινωτικές εκφράσεις που μειώνουν τον άνθρωπο.
Στερητική βία, αυτή είναι μορφή βίας όπου, μπορεί να στερείται η ελευθερία κινήσεων του ατόμου, δεν έχει το δικαίωμα να πάει έξω, να επισκεφτεί φιλικό άτομο, να παρευρεθεί σε δραστηριότητα της αρεσκείας του, να μπορεί να πηγαίνει στην εκκλησία κατά βούληση. Στερείται το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης, θέτοντας περιορισμούς σε αυτά που μπορεί να πει. Επί πλέον, στέρηση στέγασης, τροφής, νερού και άλλων βασικών αναγκών, ακόμα και στέρηση σεξουαλικής επαφής.
Οικονομική βία, όπου το άτομο δεν έχει καθόλου χρήματα όχι μόνο για ατομικές ανάγκες, όπως, π.χ., ρουχισμός, παπούτσια, κ.λ.π. αλλά ούτε καν για τις βασικές, ακόμα κι όταν κερδίζει χρήματα το ίδιο, και υποχρεούται να τα παραδίνει στον σύζυγο /πατέρα, κ.λ.π., ο οποίος τα διαχειρίζεται κατά βούληση χωρίς καν να εξηγεί στον άλλον πού πήγαν και πώς ξοδεύτηκαν τα χρήματα.
Κοινωνική βία, είναι η αναγκαστική κοινωνική απομόνωση του ατόμου, όταν δεν παρέχεται η δυνατότητα για κοινωνικές σχέσεις, φιλία, συναναστροφή με συγγενείς, φίλους ή συνανθρώπους. Συμμετοχή σε κοινωνικές δραστηριότητες, όπως, γάμοι, βαφτίσεις, χοροί, εκδρομές, συγγενικές συνεστιάσεις, κ.ά. Όσο πιο απομονωμένο είναι το άτομο τόσο πιο δύσκολο να ζητήσει βοήθεια.
Συναισθηματική βία, είναι η στέρηση αγάπης, στοργής και τρυφερότητας, ένα χάδι, ένας λόγος καλός, μια έκφραση αγάπης. Η περιφρονητική συμπεριφορά και η αδιαφορία απέναντι στον άλλο. Όταν ο ένας, αναγνωρίζει όλα τα προνόμια και δικαιώματα στον εαυτό του, και βγαίνει με φίλους εδώ κι εκεί ενώ ο άλλος μένει μέσα υποχρεωτικά.

Εδώ, δεν εξαντλείται ο κατάλογος μορφών βίας, οι μορφές που αναφέρθηκαν, είναι, όμως, οι πιο συνηθισμένες.
Όταν πρόκειται για οικογενειακή βία, θύτης είναι συνήθως, αλλά όχι πάντα, ο άνδρας και θύμα η γυναίκα.
Οι μελέτες περί βίας στην οικογένεια, βασίζονται συνήθως σε δύο πηγές: στα επίσημα στατιστικά στοιχεία, όπως, αναφορές αστυνομίας και υπηρεσιών πρόνοιας, και σε εθελοντικές πληροφορίες που δίνουν τα θύματα σε τηλεφωνικές έρευνες. Στο βιβλίο Gilding, 1997, αναφέρεται ότι το 1993 ρωτήθηκαν τηλεφωνικώς περί οικογενειακής βίας 603 κάτοικοι της Βικτόριας, από αυτήν την ανώνυμη έρευνα προέκυψε ότι: 12% των γυναικών και 7% των ανδρών δήλωσαν ότι είχαν πέσει θύματα οικογενειακής βίας, 15% από τους άρρενες ερωτηθέντες ισχυρίσθηκαν ότι η βία είναι δικαιολογημένη σε περίπτωση συζυγικής απιστίας, 8% αν η σύντροφος αρνηθεί να κάνει σεξ και 6% αν δεν έχει εκτελέσει τα καθήκοντα νοικοκυριού.

Οι πιο συνηθισμένες αφορμές για βία, είναι: οικονομικές δυσκολίες, αλκοόλ, ανεργία, ακόμα, ο χαρακτήρας και ο τρόπος με τον οποίο μεγάλωσε ο άνδρας, π.χ., κακό παράδειγμα από τον πατέρα του, ή κακοποίηση του ίδιου από τον πατέρα, ή άλλο μέλος της οικογένειας.
Επί πλέον, οι επιδράσεις που δέχεται ο άνδρας από το κοινωνικό περιβάλλον και τι θεωρεί αυτό το περιβάλλον ως αποδεκτό.
Δυστυχώς, ακόμα και σήμερα, σε πολλές κοινωνίες η δοξασία πως, «το ξύλο βγήκε απ΄ τον παράδεισο», και «όπου δεν πέφτει λόγος πέφτει ράβδος», ισχύει και βρίσκει αρκετούς υποστηρικτές.
Δεν πρέπει να παραβλέπεται, όμως, το γεγονός ότι αυτές οι «σοφές δοξασίες» για την προέλευση του ξύλου, είναι ανδρικές και ισχύουν μόνο για τους μυικώς αδυνάτους, δηλαδή, παιδιά και γυναίκες, όχι για τους ίδιους.
Οι επίσημες στατιστικές δείχνουν ότι ακόμα και οι εγκληματικές πράξεις, που αποτελούν το άκρον άωτον της βίας, γίνονται από άτομα γνωστά και όχι από αγνώστους, δηλαδή μέσα από το οικογενειακό περιβάλλον.
Το σπίτι, που είναι η εστία της οικογένειας και όπου θα πρέπει ο άνθρωπος να νιώθει ασφαλής, είναι συνήθως, ο χώρος μέσα στον οποίο γίνονται αυτές οι εγκληματικές πράξεις. Το 1997, (στοιχεία ΑΒS,) 64% των εγκληματικών πράξεων έλαβαν χώρα μέσα στο σπίτι, 22% στον κοινωνικό χώρο και 13% σε άλλους χώρους. Οι άνδρες ευθύνονται εννέα φορές περισσότερο από τις γυναίκες γι αυτές τις εγκληματικές πράξεις.
Αυτά σε γενικές γραμμές για τη βία.

Καλό θα είναι, όμως, στο σημείο αυτό να ρίξουμε μια ματιά και να δούμε τι γίνεται στη δική μας παροικία την Ελληνική.
Παραδοσιακά, η Ελληνική οικογένεια είναι πολύ κλειστή και τα εν οίκω δεν τα βγάζει εύκολα εν δήμω. Πρέπει πάση θυσία να τηρηθούν τα προσχήματα, να μην ρεζιλευτούμε στην κοινωνία, να μην δώσουμε δικαίωμα, κ.λ.π. Αυτό όμως, επ’ ουδενί λόγω σημαίνει ότι δεν υπάρχει βία στην Ελληνική οικογένεια.
Τα ήθη και παραδόσεις, μάς επιβάλουν να κλείνουμε μέσα στους τοίχους του σπιτιού μας τα όσα γίνονται εκεί μέσα, σε αυτά, συμπεριλαμβάνεται και η βία.
Ακριβώς γι αυτό το λόγο, είναι λίγο δύσκολο να βρεθούν εδώ στην παροικία μας επίσημα στοιχεία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν.
Η Ελληνίδα θα εξαντλήσει όλες τις αντοχές της και μόνο στην εσχάτη ανάγκη θα πάει στην Αστυνομία για να ζητήσει βοήθεια ή για να βγάλει δικαστικά μέτρα κατά του βίαιου, συζύγου.
Το πρώτο βήμα, είναι συνήθως, υπηρεσίες στήριξης, με την προϋπόθεση ότι γνωρίζει γι αυτές και ξέρει πού να απευθυνθεί. Μερικές φορές, λόγω άγνοιας γι αυτές τις υπηρεσίες, ή ακόμα λόγω εκτάκτων περιστατικών βίας όπου χρειάζεται επειγόντως βοήθεια, απευθύνεται πρώτα στην Αστυνομία.

Όλοι εμείς, που υπό κάποιαν ιδιότητα εργαζόμαστε στον Τομέα Ανθρωπιστικών Υπηρεσιών, πολύ συχνά ερχόμαστε αντιμέτωποι με περιστατικά οικογενειακής βίας μέσα στην παροικία μας. Βία σε όλες τις μορφές που προαναφέρθηκε. Είναι ο άνδρας-αφέντης, που πιστεύει ότι έχει δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στη γυναίκα και τα παιδιά του. Πολλές ελληνικές οικογένειες έχουν διαλυθεί εξ αιτίας αυτής της βίας.
Υπήρχε ανέκαθεν η εντύπωση, ότι μόνο οι αμόρφωτοι και κοινωνικώς κατώτεροι ξυλοκοπούν τη γυναίκα τους. Λάθος, μεγάλο λάθος. Άτομα κάθε ηλικίας, μόρφωσης κοινωνικού επιπέδου, που κατέχουν υψηλές θέσεις στην κοινωνία, που διαθέτουν οικονομική άνεση, βιαιοπραγούν, συνήθως, κατά της συζύγου. Αυτό δημιουργεί μεγαλύτερα προβλήματα διότι είναι πιο εύκολο σε μιαν απλή γυναίκα να ζητήσει βοήθεια παρά σε μια γυναίκα της οποίας ο σύζυγος κατέχει κάποια θέση ή αξίωμα. Όσο πιο ψηλά στέκεται ο σύζυγος, τόσο πιο δύσκολο για τη γυναίκα να μιλήσει.
Πολλές φορές, κατέχουν οι ίδιες υψηλή θέση, λόγω επαγγελματικών επιδόσεων, καλλιτεχνικών, κ ά. Τότε, γίνεται ακόμα πιο δύσκολο να ομολογήσουν ούτε στο στενό τους περιβάλλον πως υφίστανται βία στον οικογενειακό τους χώρο.
Άλλος λόγος γι αυτή τη σιωπή, είναι η αντίδραση της κοινής γνώμης, όπως, «αν ήμουνα εγώ στη θέση της, και, χαζή είναι που τα δέχεται ή ακόμα, ίσως φταίει και η ίδια δεν μπορεί αν την χτυπάει χωρίς λόγο!»
Το άσχημο σε αυτά τα σχόλια είναι, ότι τις περισσότερες φορές προέρχονται από γυναίκες κι είναι πολύ άδικο, δεν είναι οι ίδιες στη θέση τους, άρα δεν έχουν και δικαίωμα να κατακρίνουν.
Άλλες φορές πάλι , τις κρατάει ο φόβος ότι δεν θα γίνουν πιστευτές από την κοινωνία αν μιλήσουν γιατί ο άνδρας τους έχει καλό όνομα και τον σέβονται. Πολλές φορές έχω ακούσει από γυναίκες, επώνυμες και ανώνυμες, ο άνδρας μου είναι, π.χ. δάσκαλος, γιατρός, διευθυντής, επιχειρηματίας, πρόεδρος, κ.λ.π., δεν είναι δυνατόν να βγω εγώ και να μιλήσω...θα ξεσπάσει σκάνδαλο. Και ο σύζυγος, εκμεταλλευόμενος την προνομιακή του θέση, εξακολουθεί τη βία. Σε μερικές περιπτώσεις, τρομοκρατεί τη γυναίκα πως αν τολμήσει και πάει στην αστυνομία ή αλλού, θα την σκοτώσει μόλις γυρίσει σπίτι.

Εδώ θα πρέπει να τονιστεί το εξής. Από τις υποθέσεις στις οποίες έχω αναμειχθεί, είτε στο δικαστήριο Ανηλίκων, το Οικογενειακό Δικαστήριο, είτε στο Πρωτοδικείο ή ακόμα σε υποθέσεις που η γυναίκα πήγε στην Αστυνομία, όχι μόνο δεν την σκότωσε ο σύζυγος μετά, αλλά απεναντίας μαζεύτηκε, γιατί γνώριζε πλέον πως δεν έχει να κάνει με τη γυναίκα του την οποία θεωρεί κτήμα του, αλλά με το Νόμο. Άνδρες που κακοποιούν τις γυναίκες τους ή τα παιδιά τους, είναι θρασύδειλοι, και δεν τολμούν να αψηφήσουν το Νόμο.

Άλλος λόγος που εμποδίζεται καμιά φορά η γυναίκα για να καταφύγει στην αστυνομία, είναι η υψηλή θέση που κατέχει όχι ο σύζυγος αυτή τη φορά, αλλά ο γιος ή η κόρη. Πώς να μαθευτεί στη μικρή μας κοινωνία πως η μάνα του /της τάδε που είναι πολύ γνωστοί στην παροικία, πήγε στην Αστυνομία να καταγγείλει τον άνδρα της, έστω κι αν την κακομεταχειρίζεται;

Εδώ, θα ήθελα να αναφερθώ σε δύο μόνο αληθινά περιστατικά, μόνο που για ευνόητους λόγους, έχω αλλάξει τα ονόματα, ενώ καμιά από τις δύο οικογένειες δεν βρίσκεται πλέον στην Αυστραλία.

Όταν η Μαρία κάλεσε το γιο της και του έδειξε το όπλο που κάθε τόσο έβγαζε ο άνδρας της για να την απειλεί και του εξήγησε πως θα πάει στην Αστυνομία να τον καταγγείλει, γιατί δεν είναι διατεθειμένη να ζει με το φόβο, όντας επώνυμοι και ο πατέρας και ο γιος, της απάντησε, όχι, δεν θα πας στην αστυνομία, αν συμβεί κάτι, θα καλέσεις πρώτα εμένα. Προσπάθησε να του εξηγήσει ότι ακόμα κι αν βρει τρόπο να του τηλεφωνήσει, μέχρι να έλθει αυτός από κει που μένει θα την έχει σκοτώσει.
Έτσι, την επόμενη φορά που ένιωσε ότι απειλείται, πήγε στην αστυνομία, αποτέλεσμα; Ο μεν άνδρας της φοβήθηκε και μαζεύτηκε, ο γιος, όμως, θύμωσε μαζί της και όχι μόνο δεν της μιλούσε για πολύ καιρό αλλά επί πλέον την έκανε να νιώθει ένοχη που «πρόδωσε» την οικογένειά της.

Το δεύτερο περιστατικό, έχει να κάνει με τις σεξουαλικές ιδιαιτερότητες που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Η Ασπασία, (έχει πεθάνει κάμποσα χρόνια τώρα), νύφη των καραβιών, παντρεύτηκε σε πολύ μικρή ηλικία, έχοντας πλήρη άγνοια περί σεξ και συναφών, ούτε μητέρα ή αδελφή να την συμβουλεύσει, είχε μόνο έναν αδελφό στον οποίο δεν μπορούσε να θίξει τέτοια θέματα. Ο σύζυγος άρχισε να την κακοποιεί παρά φύσιν, παρά τις αντιρρήσεις και τα παρακάλια της, η κατάσταση συνέχιζε για πολλά χρόνια, άλλοτε με γλυκόλογα, άλλοτε με ξυλοδαρμούς, άλλες φορές πάλι, περίμενε να αποκοιμηθεί και την κακοποιούσε κοιμισμένη. Εξ αιτίας αυτής της κατάστασης, αρρώστησε πολύ άσχημα από κατάθλιψη και κατέληξε σε Ψυχιατρείο, άδικα προσπαθούσαν οι γιατροί να βρουν τα αίτια που την οδήγησαν να κάνει δυο απόπειρες αυτοκτονίας, αφού τα μεν παιδιά της είχαν άγνοια ο δε σύζυγος, «ευγενέστατος» «στοργικός» και πολύ «αξιοπρεπής», επί πλέον δε, με άπταιστα Αγγλικά, κάθε άλλο παρά δημιουργούσε υπόνοιες. Όταν πήρε εξιτήριο, εκμεταλλευόμενος ο σύζυγος το βαρύ ύπνο που της προκαλούσαν τα δυνατά φάρμακα που έπαιρνε, την κακοποίησε ως συνήθως παρά φύσιν, τόσο άσχημα, που χρειάστηκε χειρουργείο και μακρόχρονη παραμονή σε Νοσοκομείο.

Ένας άλλος λόγος, που η γυναίκα δεν ζητάει εύκολα βοήθεια είναι, ότι παραδοσιακά, πολλές γυναίκες θεωρούν ότι φταίνε οι ίδιες αν τις χτυπάει ο άνδρας τους, γιατί αντιμίλησαν, γιατί κάηκε ή δεν του άρεσε το φαγητό, γιατί δεν ήταν σιδερωμένο το πουκάμισό του, γιατί του έκαμαν παρατήρηση που χθες το βράδυ ήλθε σπίτι τα χαράματα, γιατί ξόδεψαν λεφτά, γιατί, γιατί.
Ως προς τον εξαναγκασμό σε σεξουαλικές πράξεις, που δεν είναι της αρεσκείας τους, η επικρατούσα γνώμη ότι, άνδρας σου είναι, πρέπει να του κάνεις το χατίρι αλλιώς θα πάει σε άλλη, είναι αυτή καθεαυτή μορφή βίας.
Θα πρέπει να γίνει μνεία και για την σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων, από μέλη της οικογένειας, συνήθως τον πατέρα ή τον παππού. Μια συμπάροικος που είχε κόρη πνευματικά καθυστερημένη, ένα πανέμορφο 16χρονο κορίτσι, μου εξομολογήθηκε ότι ποτέ δεν αφήνει ούτε θα αφήσει την κόρη της μόνη με τον άνδρα της, τον πεθερό ή τον πατέρα της, γιατί φοβάται και σαν μάνα έχει ιερό καθήκον να προστατεύσει το παιδί της.

Είναι σημαντικό να κατανοήσουν οι γυναίκες ότι ΔΕΝ είναι εκείνες υπεύθυνες για τη βίαιη συμπεριφορά του συζύγου τους, ακόμα ότι ΔΕΝ υπάρχει καμία δικαιολογία για τη βία. Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να εξασκεί βία, οποιασδήποτε μορφής πάνω σε άλλο άτομο, σε ό,τι σφάλμα κι αν έχει υποπέσει. Και για τα πιο σοβαρά προβλήματα, υπάρχει λύση πολιτισμένη και ανθρώπινη. Δεν μπορεί ο καθένας να παίρνει το νόμο στο χέρι του.
Ως προς τις ιδιαίτερες σχέσεις του ζεύγους, κι εκεί πρέπει η γυναίκα να κατανοήσει ότι είναι αυθαίρετο δικαίωμά της να πει ΟΧΙ όταν δεν θέλει και σε ό,τι δεν θέλει. Κανένας, ναι, ούτε και ο νόμιμος σύζυγος δεν έχει το δικαίωμα να την εξαναγκάσει να συμμετέχει σε κάτι που δεν θέλει.

Τα τελευταία χρόνια, όμως, προέκυψε και μια άλλη μορφή οικογενειακής βίας στην παροικία μας. Παιδιά αμφοτέρων των φίλων που έχουν εθιστεί στα ναρκωτικά, καταφεύγουν σε κάθε μορφή βίας εναντίον των γονιών προκειμένου να αποσπάσουν από αυτούς χρήματα ή ό,τι μπορεί να πουλήσουν για να εξασφαλίσουν τη δόση τους. Η κατάσταση αυτών των γονιών είναι τραγική, είτε έχουν χρήματα είτε δεν έχουν, αφού αν έχουν και τους δώσουν, γνωρίζουν τι θα τα κάνουν κι αν δεν έχουν ή αρνηθούν να τους δώσουν, κινδυνεύει όχι μόνο η σωματική τους ακεραιότητα, αλλά καμιά φορά και η ζωή τους η ίδια. Αρκετοί συμπάροικοι, γυρίζοντας από ταξίδι στην Ελλάδα βρήκαν το σπίτι τους άδειο, όχι από διαρρήκτες, αλλά από το ίδιο το παιδί τους είτε γιατί το εμπιστεύτηκαν και του έδωσαν κλειδί, είτε γιατί παραβίασε πόρτα ή παράθυρο και αφαίρεσε από εκεί ό,τι μπορούσε να πουλήσει στα γρήγορα. Αυτού του είδους η βία των παιδιών κάποιες φορές έχει σαν αποτέλεσμα να βιαιοπραγούν οι γονείς, ιδιαίτερα ο πατέρας αν υπάρχει, εναντίον του γιου ή της κόρης και τότε τα πράγματα γίνονται πολύ πιο σοβαρά.

Άλλη μορφή βίας, είναι αυτή κατά ηλικιωμένων ευάλωτων ατόμων.
Δεν παραβλέπεται το γεγονός ότι και τα «παλιά καλά χρόνια» πολλές φορές στην Ελληνική οικογένεια, σήκωναν χέρι κάποιοι γιοι κατά των γονιών, είτε για κληρονομικούς λόγους, είτε για άλλους. Σήμερα, υπάρχει αυτή η βία, τόσο μέσα στην οικογένεια, όσο και στην κοινωνία αλλά και στα ευαγή Ιδρύματα που καταλήγουν πολλοί συμπάροικοι. Η οικογένεια πολλές φορές, εξασκεί κάθε μορφής βία στον ηλικιωμένο γονιό για να τους γράψει το σπίτι, ή ό,τι άλλο περιουσιακό στοιχείο διαθέτει. Φτάνουν κάποιες φορές μέχρι να τους στερούν και την τροφή κι άλλα βασικά για να τους εξαναγκάσουν να υπογράψουν. Πολλές φορές τους κακομεταχειρίζονται γιατί λερώνονται, γιατί μυρίζουν, γιατί χύσανε το νερό, γάλα, κ.λ.π., γιατί τους ενοχλούν τη νύχτα και για χίλιους άλλους λόγους.
Άλλες φορές πάλι, ενώ καταντά αδύνατη η φροντίδα τους στο σπίτι, δεν τους βάζουν σε Γηροκομείο, γιατί έτσι θα χάσουν όχι μόνο τη σύνταξη που παίρνει ο γονιός, αλλά και το μικρό επίδομα που παίρνουν εκείνοι ως φροντιστές. Δεν ισχυρίζομαι ότι αυτές οι συνθήκες επικρατούν σε κάθε Ελληνικό σπίτι, κάθε άλλο, υπάρχουν παιδιά που στην κυριολεξία θυσιάζονται για να φροντίσουν τους γέρους γονείς. Απλά, αντιμετωπίζουμε πολλές τέτοιες περιπτώσεις, τακτικά.

Τελειώνοντας, θα ήθελα να τονίσω κάποια πράγματα που, ίσως, βοηθήσουν στην καταπολέμηση της οικογενειακής βίας στην παροικία μας:
Είναι ενθαρρυντικό, ότι όλο και περισσότερες γυναίκες αρχίζουν και ζητούν βοήθεια από τις αρμόδιες υπηρεσίες αποδεικνύοντας ότι δεν είναι διατεθειμένες να ανεχθούν άλλο τη βία. Είναι ευχάριστο και παρήγορο ότι όλο και περισσότεροι ιθύνοντες της παροικίας μας, άρχισαν ν’ ασχολούνται με το θέμα αυτό. Συγκεκριμένα, άτομα από τη Δημαρχία του Ντάρεμπιν, σε συνεργασία με εκκλησιαστικούς αρχηγούς, ανάμεσά τους και ο αιδεσιμότατος Ιωάννης Δάγκαρης από τον ιερό Ναό του Α. Γεωργίου Θόρνμπουρυ, συνεργάζονται για την καταπολέμηση της οικογενειακής βίας. Ας ευχηθούμε, ότι το παράδειγμά τους θα το ακολουθήσουν και άλλοι.

Είναι καιρός, να σπάσει ο κώδικας της σιωπής και να αρχίσουμε να μιλάμε ανοιχτά γι αυτό το θέμα. Καιρός, να πάψει να αποτελεί ταμπού το θέμα της οικογενειακής βίας. Η πραγματικότητα είναι ότι όχι μόνο υπάρχει στην παροικία μας, αλλά ανθεί!
Χρειάζεται μεγάλη κοινωνική επιμόρφωση, όπως αυτό που γίνεται σήμερα εδώ, πάλι και πάλι, σε όλους, άνδρες και γυναίκες, για να γνωρίσουν τα δικαιώματά τους αλλά και τις υποχρεώσεις που έχουν όχι μόνο απέναντι στον εαυτό τους αλλά και απέναντι στους άλλους. Η γνώση, προσφέρει δύναμη. Όσο περισσότερα γνωρίζουμε για ένα θέμα, τόσο πιο καλά οπλισμένοι είμαστε για να το αντιμετωπίσουμε.

Είναι πολύ σημαντικό για όλους, ιδιαίτερα για τις γυναίκες, να γνωρίζουν τα δικαιώματά τους. Δεν ζούμε σε ζούγκλα όπου ισχύει ο νόμος του δυνατού, αλλά σε κοινωνία που διέπεται από κανονισμούς και νόμους. Αυτοί οι νόμοι, έχουν θεσπισθεί για να προασπίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ας εξοικειωθούμε με αυτούς τους νόμους, ας μάθουμε τι ισχύει στην κάθε περίπτωση κι ας τους χρησιμοποιήσουμε για την προστασία μας.
Και στους άνδρες, όμως, χρειάζεται επιμόρφωση για να συνειδητοποιήσουν ότι δεν έχουν το δικαίωμα να βιαιοπραγούν. Κι εκείνοι που δεν μπορούν να ελέγξουν τον εαυτό τους, ας βάλουν τον εγωισμό στην άκρη κι ας ζητήσουν βοήθεια από τους ειδικούς. Αρνούμενοι να παραδεχτούν πως έχουν πρόβλημα, διακινδυνεύουν πολύ περισσότερα από τον κακώς θιγμένο εγωισμό τους. Ας δεχτούν ότι έχουν πρόβλημα, αυτή η παραδοχή θα τους οδηγήσει στο σωστό δρόμο για να προσπαθήσουν να το ξεπεράσουν.
Ακόμα, υπάρχουν πολλές κρατικές υπηρεσίες στις οποίες μπορούν να απευθυνθούν οι κακοποιημένες γυναίκες.
Είναι σημαντικό να γνωρίζουν τι υπηρεσίες υπάρχουν, πού βρίσκονται στην περιοχή τους, πώς να τις προσεγγίσουν και τι να κάνουν σε περίπτωση ανάγκης.
Τα Κοινοτικά Κέντρα Υγείας, οι υπηρεσίες Πρόνοιας, τα Νοσοκομεία, ο οικογενειακός γιατρός, η τοπική Δημαρχία, είναι ορισμένες από αυτές τις υπηρεσίες. Διατίθεται εφ΄ όσον το ζητήσετε, δωρεάν Διερμηνέας, αν δεν νιώθετε άνετα με άνδρα διερμηνέα, έχετε το δικαίωμα να ζητήσετε γυναίκα, ακόμα, υπάρχει η Τηλεφωνική υπηρεσία Διερμηνέων στη διάθεσή σας όλο το εικοσιτετράωρο. Έχετε πρόχειρους τους αριθμούς αυτούς, ει δυνατόν, κάνετε «πρόβα» για το τι θα πρέπει να κάνετε σε περίπτωση ανάγκης, ώστε να είστε προετοιμασμένες κατά κάποιον τρόπον και να μην πανικοβληθείτε.
Σε περίπτωση που απειλείται η ζωή της γυναίκας, υπάρχουν ειδικά καταφύγια κακοποιημένων γυναικών, όπου μπορούν να μεταβούν προσωρινά, μέσω κοινωνικού λειτουργού, κ.λ.π., όπου ουδείς κοινός πολίτης γνωρίζει πού βρίσκονται και όσες προσπάθειες κι αν καταβάλλει ο σύζυγος δεν πρόκειται ποτέ να μάθει πού βρίσκεται η γυναίκα του και τα ανήλικα παιδιά του, αν υπάρχουν.
Στην Αυστραλία, υπάρχει Νόμος που απαγορεύει και τιμωρεί τη βία από όπου κι αν προέρχεται. Ο νόμος, ΔΕΝ αναγνωρίζει καμίαν απολύτως δικαιολογία για τη βία. Ακόμα και σε σοβαρά θέματα όπως η συζυγική απιστία, δεν επιτρέπεται η βία, υπάρχουν άλλοι οδοί μέσω των οποίων μπορεί να βρεθεί λύση.
Γείτονας που ακούει φωνές, καυγά, σπασίματα κ.λ.π. μέσα σε σπίτι, έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση να καλέσει την Αστυνομία η οποία θα επιληφθεί του θέματος.
Κανένας άνθρωπος δεν πρέπει αν είναι αναγκασμένος να ζει με το φόβο ή την απειλή της βίας.
Καμία γυναίκα δεν πρέπει να αισθάνεται ντροπή και ενοχές επειδή την κακοποιεί ο σύζυγός της. ΔΕΝ είναι υπεύθυνη εκείνη για τη συμπεριφορά του συζύγου της. Καμιά παράλειψη ή ενέργειά της μέσα στη συζυγική ζωή της ΔΕΝ δικαιολογεί τη βία.
Δεν θα πρέπει να διστάζει ούτε να ντρέπεται να καταγγέλλει στις αρμόδιες αρχές τον βίαιο σύζυγο, ιδιαίτερα αν προσπάθησε να ζητήσει βοήθεια από αρμόδιες υπηρεσίες πριν φτάσει εκεί και ο σύζυγος την εμπόδισε, την απείλησε ή εξακολούθησε την κακοποίηση παρά τις προσπάθειες που καταβάλει εκείνη.
Φεύγοντας απόψε από εδώ, πάρετε μαζί σας το ακόλουθο μήνυμα:

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΜΙΑ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΒΙΑ.

[Στη φωτογραφία, έργο της Frida Kahlo, Broken Column, 1944]

Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2008

Κατερίνας Γώγου, α) ΘΑ 'ΡΘΕΙ ΚΑΙΡΟΣ..., β) ΕΚΕΙΝΟ ΠΟΥ ΦΟΒΑΜΑΙ ΠΙΟ ΠΟΛΥ...


Θα 'ρθει καιρός που θ' αλλάξουν τα πράγματα.
Να το θυμάσαι Μαρία.
Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη
-μη βλέπεις εμένα - μην κλαις. Εσύ είσαι η ελπίδα
άκου, θα 'ρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη
δεν θα υπάρχουν πόρτες κλειστές
με γερμένους απ' έξω
και τη δουλειά
θα τη διαλέγουμε
δε θα 'μαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι - σκέψου! - θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες
Να φυλάξεις μοναχά
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις κι έννοιες σαν κι αυτές
απροσάρμοστοι-καταπίεση-μοναξιά-τιμή-κέρδος-εξευτελισμός
για το μάθημα της ιστορίας.
Είναι Μαρία - δε θέλω να λέω ψέματα -
δύσκολοι καιροί.
Και θάρθουνε κι άλλοι.
Δεν ξέρω - μην περιμένεις κι από μένα πολλά -
τόσα έζησα τόσα έμαθα τόσα λέω
κι απ' όσα διάβασα ένα κράτησα καλά:
"Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος".
Θα την αλλάξουμε τη ζωή!
Παρ' όλα αυτά Μαρία.


Εκείνο που φοβάμαι πιο πολύ
είναι μη γίνω "ποιητής".
Μην κλειστώ στο δωμάτιο
ν' αγναντεύω τη θάλασσα
κι απολησμονήσω.
Μην κλείσουνε τα ράματα στις φλέβες μου
κι από θολές αναμνήσεις και ειδήσεις της ΕΡΤ
μαυρίζω χαρτιά και πλασάρω απόψεις.
Μη με αποδεχτεί η ράτσα που μας έλειωσε
για να με χρησιμοποιήσει.
Μη γίνουνε τα ουρλιαχτά μου μουρμούρισμα
για να κοιμίζω τους δικούς μου.
Μη μάθω μέτρο και τεχνική
και κλειστώ μέσα σε αυτά
για να με τραγουδήσουν.
Μην πάρω κιάλια για να φέρω πιο κοντά
τις δολιοφθορές που δε θα παίρνω μέρος
μη με πιάσουν στην κούραση
παπάδες και ακαδημαϊκοί
και πουστέψω
Έχουν όλους τους τρόπους αυτοί
και την καθημερινότητα που συνηθίζεις
σκυλιά μας έχουν κάνει
να ντρεπόμαστε για την αργία
περήφανοι για την ανεργία
Έτσι είναι.
Μας περιμένουν στη γωνία
καλοί ψυχίατροι και κακοί αστυνόμοι.
Ο Μάρξ...
τον φοβάμαι
το μυαλό μου τον δρασκελάει και αυτόν
αυτοί οι αλήτες φταίνε
δεν μπορώ γαμώτο να τελειώσω αυτό το γραφτό
μπορεί...ε;...μίαν άλλη μέρα...
[ Από το "Ιδιώνυμο"]

Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2008

Η δύναμη του λόγου στις διαπροσωπικές σχέσεις



Ομιλία της συγγραφέως Διονυσίας Μούσουρα-Τσουκαλά προς την Ομογένεια της Μελβούρνης (4.5.2008)

Εν αρχή ην ο Λόγος. Βιβλική έκφραση. Τι είναι, όμως, ο λόγος;
Λόγος είναι η προφορική έκφραση μίας ή πολλών σκέψεων που μας επιτρέπει την επικοινωνία με το περιβάλλον μας, τους συνανθρώπους μας και όχι μόνο, αφού πολλοί από μας, συνηθίζουμε να μιλάμε στα ζωάκια μας, στα φυτά μας, ακόμα και σε άψυχα, όπως, π.χ., το αυτοκίνητο μας, ιδιαίτερα αν δεν παίρνει μπροστά το πρωί ή, πιο πρόσφατα, ο ηλεκτρονικός υπολογιστής μας όταν δεν μας υπακούει ή εμείς δεν γνωρίζουμε πώς να του μιλήσουμε, οπότε ο λόγος μας, δεν είναι και τόσο...φιλικός. Η δύναμη του λόγου σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας, είναι πολύ σημαντική.
Όλοι έχουμε ακούσει ή ακόμα έχουμε πει εμείς οι ίδιοι, το, Η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει. Μεταφορική έννοια, βέβαια, που εννοεί ότι «τσακίζει» τα αισθήματα μας, κι αυτά δεν μπαίνουν σε γύψο για επανασυγκόλληση.
Σε ποιες περιπτώσεις όμως, χρησιμοποιούμε αυτή την έκφραση και τι δείχνει;

Συνήθως, αλλά όχι πάντα, αυτή η έκφραση αποδίδεται, αδίκως, σε γυναίκα, δηλώνει ότι είναι «γλωσσού», πιο απλά, ότι δεν χαρίζει κάστανα και απαντά ανάλογα με την περίπτωση χωρίς υπεκφυγές. Ότι η γλώσσα που επιλέγει για να απαντήσει ή να αναφερθεί σε μια κατάσταση ή σε κάποιο περιστατικό, είναι τσουχτερή, δηκτική, εναρμονίζεται με εκείνα που ακούει και εκφράζει αυτά που πραγματικά νιώθει χωρίς ενδοιασμούς ή ωραιοποίηση.
Πόσο επιτρεπτό, αποτελεσματικό και αποδεκτό είναι όμως αυτό στην κοινωνία και τι επιπτώσεις μπορεί να έχει στις σχέσεις μας με τους άλλους;
Ας θυμηθούμε, μία ακόμα ρήση, μη προτρέχει η γλώττα της διανοίας, ή πιο απλά, σκέψου πριν μιλήσεις. Γιατί όμως αυτό; Πώς ο τρόπος που μιλάμε μπορεί να επηρεάσει όχι μόνο τη σχέση μας με τα μέλη της οικογένειάς μας, του φιλικού μας περιβάλλοντος, ή της ευρύτερης κοινωνίας, αλλά και την έκβαση πολλών υποθέσεων που προσπαθούμε να διεκπεραιώσουμε.
Φανταστείτε για μια στιγμή ότι εδώ μέσα, έτσι όπως βρισκόμαστε όλοι, γυρνάμε στον διπλανό μας και του λέμε ακριβώς τι γνώμη έχουμε γι αυτόν, έτσι ωμά και ειλικρινά χωρίς τερτίπια και ευγένειες, τι λέτε, θέλετε να δοκιμάσουμε;
Φανταστείτε, ποια θα ήταν τα αποτελέσματα, εάν οι γύρω μας μπορούσαν να «ακούσουν» τις σκέψεις μας. Το αφεντικό στη δουλειά μας, όταν τον καλοχαιρετάμε το πρωί, ενώ μέσα μας, ίσως τον βρίζουμε που μας πιέζει για περισσότερη παραγωγή ή δεν μας δίνει αύξηση, το κοπλιμάν που κάνουμε στη φίλη μας ότι... φαίνεται τόσο όμορφη σήμερα, το σύζυγο που απαντά στο ερώτημα της γυναίκας του αν του αρέσει το καινούριο χτένισμά της, όταν αυτός δεν έχει πάρει χαμπάρι κι ούτε που καταλαβαίνει για ποιο πράγμα μιλεί και πλείστες όσες άλλες περιπτώσεις.

Στις σχέσεις μας με τους άλλους, είναι βασικό το τι θα πούμε, πού θα το πούμε, και πώς θα το πούμε, γιατί ο λόγος, βαραίνει, βαραίνει πολύ, κι ό,τι βγει από το στόμα, δεν μπορεί να γυρίσει πίσω.
Τι θα πούμε, είναι πολύ σημαντικό.
Οπωσδήποτε δεν υπάρχει ένας μόνο τρόπος για να πούμε κάτι. Ας πάρουμε το πολύ γνωστό παράδειγμα του μπουκαλιού, όπου ο ένας λέει πως είναι μισογεμάτο και ο άλλος μισοάδειο. Και οι δύο δηλώνουν ακριβώς το ίδιο πράγμα πως το μπουκάλι είναι στη μέση, όμως, ο τρόπος που εκφράστηκε ο καθένας προδιαθέτει τον ακροατή. Ο πρώτος που λέει πως είναι μισογεμάτο, φαίνεται μάλλον αισιόδοξος, ενώ ο δεύτερος που λέει μισοάδειο, δείχνει απαισιοδοξία.
Ας παρακολουθήσουμε, την αντίδραση του γονιού απέναντι στο παιδί του που έκανε κάποια αταξία: είσαι παλιόπαιδο, δεν σε αγαπάω, ποτέ δεν κάνεις εκείνο που σου λέω, αν το ξανακάνεις αλίμονο σου.
Λόγος, αρνητικός που πληγώνει το παιδί που ήδη γνωρίζει πως η συμπεριφορά του δεν άρεσε στο γονιό. Ας προσπαθήσουμε να αλλάξουμε αυτά τα λόγια σε:
“Δεν ήταν καλό αυτό που έκανες, νομίζεις θα ήταν καλύτερα αν έκανες αυτό/εκείνο; Και βέβαια σε αγαπάω, η συμπεριφορά είναι που με στενοχωρεί, όχι εσύ, είμαι σίγουρος ότι θα προσπαθήσεις να μην το ξανακάνεις”. Αμέσως διαπιστώνουμε ότι το αποτέλεσμα είναι, ίσως, το επιθυμητό.
«Αν δε φας το φαΐ σου, θα έρθει ο μπαμπούλας να σε πάρει, ή θα σε κλείσω στο δωμάτιο όλη μέρα μέχρι να φας, ή δεν θα μεγαλώσεις», και πλείστες άλλες απειλές, όπου δημιουργούν προβλήματα στο παιδί και μετέπειτα στη ζωή του.
Αν του εξηγήσουμε, όμως, ότι για να μεγαλώσει και να γίνει γερό και δυνατό παιδί πρέπει να τρώει όχι μόνο εκείνα που του αρέσουν αλλά λίγο από όλα και ότι εμείς το αγαπάμε τόσο πολύ που θέλουμε να είναι γερό και δυνατό, μπορεί, ίσως, κάτι να καταφέρουμε.
Φανταστείτε τι επίδραση έχουν σε ένα παιδί λόγια, όπως: είσαι ηλίθιος δεν διαβάζεις / προσέχεις, θα μείνεις στην ίδια τάξη και δεν θα καταφέρεις τίποτα στη ζωή σου. Αν όμως, σκύψουμε με κατανόηση και προσπαθήσουμε να καταλάβουμε γιατί και πού δυσκολεύεται και να το βοηθήσουμε να ξεπεράσει τις όποιες δυσκολίες καθόλου απίθανο το τελικό αποτέλεσμα να είναι πολύ καλύτερο και για μας αλλά και για το ίδιο το παιδί που έτσι θα αποκτήσει κάποια αυτοπεποίθηση.

Ας υποθέσουμε ότι ένα ζευγάρι με το παιδί τους βρίσκονται σε πολυκατάστημα, ο μικρός τρέχει γύρω και κατά λάθος, ρίχνει κάτι από το ράφι του καταστήματος. Αμέσως βάζουν τις φωνές οι γονείς απειλώντας να το δείρουν, κ.λπ., το παιδί φοβάται κι αρχίζει να τρέχει γύρω για να αποφύγει τη σφαλιάρα, ρίχνοντας στη βιάση κι άλλα πράγματα κάτω, έρχεται υπάλληλος του καταστήματος και δημιουργείται πανδαιμόνιο. Αν αντιδρούσαν διαφορετικά, όπως, «είδα ότι δεν το έκανες επίτηδες, σήκωσε το, σε παρακαλώ και βάλτο στη θέση του» και το ενίσχυαν με θετικά λόγια, όπως, μπράβο είσαι πολύ καλό παιδί, θα είχε αποφευχθεί όλο το δράμα μέσα στο κατάστημα, οι γονείς θα ήταν ήρεμοι να συνεχίσουν τα ψώνια τους και το παιδί θα ένιωθε όμορφα γιατί έκανε το σωστό και το επαίνεσαν οι γονείς του.

Εδώ θα ήθελα να αναφερθώ σ' ένα ανέκδοτο, που δείχνει όμως την επίδραση που έχει ο λόγος, ιδιαίτερα όταν είναι «καυστικός» ανεξάρτητα από πού προέρχεται.
Ο πατέρας φωνάζει στο μικρό του γιο που δεν πήρε καλούς βαθμούς. Αφού τον... ψάλλει για κάμποση ώρα με απειλές για διάφορες στερήσεις ως τιμωρία, ότι, π.χ., από δω και στο εξής δεν έχει άλλο τηλεόραση, ούτε διαδίκτυο, και άλλα, του λέει στο τέλος: Nτροπή σου, ο Μέγας Ναπολέων στην ηλικία σου ήταν ο καλύτερος μαθητής στην τάξη, κι ο μικρός, ετοιμόλογος κι απτόητος αποκρίνεται, ναι μπαμπά, μα στην ηλικία σου, ήταν ήδη Αυτοκράτορας. Είναι αυτό που λέμε: πληρωμένη απάντηση.

Εκεί που τα πράγματα δυσκολεύουν , ως προς τι επίδραση έχουν αυτά που λέμε, είναι με τα παιδιά εφηβικής ηλικίας. Πολλοί γονείς, προσπαθούν να εξασκήσουν εξουσία και φέρνονται με πολύ αυταρχικό τρόπο. Οι έφηβοι αντιδρούν και τότε χάνεται τελείως η επικοινωνία. Το: «δεν θα πας πουθενά, γιατί έτσι είπα», ή «θα σε πετάξω έξω», «δεν θα δεις φράγκο από μένα αν δεν κάνεις εκείνο που σου λέω» και πολλά άλλα τέτοια, έχουν, δυστυχώς, οδηγήσει σε πολλές περιπτώσεις σε τραγικές καταστάσεις, τόσο για τους εφήβους όσο και για τους γονείς.

Οι έφηβοι χρειάζονται ιδιαίτερη «φραστική μεταχείριση», αν φροντίσουμε να διατηρούμε ανοιχτή επικοινωνία με τα παιδιά μας από νεαρή ηλικία, προσέχοντας τι τους λέμε και πώς τους μιλάμε, έχουμε περισσότερες πιθανότητες να συνεχιστεί αυτή η επικοινωνία και στα δύσκολα εφηβικά χρόνια. Από τον τρόπο που μιλάμε και φερνόμαστε στο παιδί, θα εξαρτηθεί κατά πόσον μας εμπιστεύεται και νιώθει άνετα να μας μιλήσει για ό,τι το απασχολεί. Αν τ’ αποπαίρνουμε συνεχώς με απειλές και φοβέρες, δεν υπάρχει περίπτωση να μας εμπιστευθούν και να συζητήσουν μαζί μας αυτά που τα απασχολούν. Το αποτέλεσμα είναι, να τα συζητάνε με τους φίλους τους, οι οποίοι, λόγω άγνοιας και ανωριμότητας, δεν είναι σε θέση να εκφέρουν σωστή άποψη.

Άλλος τομέας στον οποίο ο λόγος των γονιών έχει αρνητικό αποτέλεσμα, είναι η επιλογή συντρόφου του παιδιού τους. Έχω ακούσει περιπτώσεις γονιών που έφταναν στο σημείο να απειλήσουν ακόμα και με θάνατο το γιο ή την κόρη γιατί επιλέγει να παντρευτεί άτομο που δεν είναι της αρεσκείας και έγκρισης τους.
Ή ακόμα να εξασκούν συναισθηματικό εκβιασμό ότι θα πεθάνουν οι ίδιοι από τον καημό τους αν επιμένει ο γιος / η κόρη στην εκλογή του. Έχει διαπιστωθεί, ότι σε αυτές τις ακραίες καταστάσεις, το παιδί από αντίδραση, πραγματοποιεί πολλές φορές το γάμο, διακόπτοντας ολοσχερώς τις σχέσεις με τους γονείς. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτοί οι γάμοι αποτυγχάνουν, είτε γιατί δεν ήταν ταιριαστοί εξ αρχής κι αν ήταν πιο ελαστικοί οι γονείς καθόλου απίθανο το παιδί να διαπίστωνε στην πορεία ότι όντως είναι αταίριαστος αυτός ο γάμος, ή ακόμα, γιατί δημιουργούνται πολλές ενοχές επειδή παράκουσαν τους γονείς. Δεν έχουν τη στήριξη ούτε τη βοήθεια τους, που την έχουν ανάγκη στα πρώτα τους βήματα όλα τα ζευγάρια και επί πλέον, δημιουργείται πρόβλημα στο οποίο πολλές φορές εμπλέκονται συγγενείς και φίλοι, παίρνει μεγάλες διαστάσεις το όλο θέμα, η σχέση των παιδιών δεν αντέχει στις μεγάλες, επί πλέον αυτές πιέσεις. και φτάνουν στο χωρισμό. Το άσχημο σε αυτές τις περιπτώσεις είναι, ότι, αντί οι γονείς να αναγνωρίσουν ότι φέρουν σοβαρό μερίδιο ευθύνης για την όλη κατάσταση, απεναντίας«δικαιώνονται». Είμαι σίγουρη, ότι θα έχετε ακούσει, αυτό το περίφημο: σου τα είπα, δεν σου τα είπα από την αρχή, αν με άκουγες, κ.λπ.

Στις σχέσεις των ζευγαριών, ο λόγος, το τι θα πεις, είναι ζωτικής σημασίας για αρμονική συμβίωση.
Τα αρνητικά σχόλια του ενός προς τον άλλον, κάθε άλλο παρά βοηθούν στην επικοινωνία, που είναι θεμελιώδης για μια αρμονική σχέση. Όταν μια γυναίκα, για παράδειγμα, κουράζεται όλη μέρα να τα προλάβει όλα και να μαγειρέψει κι ένα νόστιμο φαγητό, όσο της το επιτρέπουν οι γνώσεις της, ικανότητες της καθώς και ο χρόνος που έχει στη διάθεση της για να ευχαριστήσει το σύζυγο και τα παιδιά της, καταλαβαίνετε την απογοήτευση της όταν αντί να ακούσει ένα ευχαριστώ κι έναν καλό λόγο για τις προσπάθειες της, ακούει, "πάλι έκαψες το φαγητό", ή "τι είναι αυτό, δεν μπορείς να φτιάξεις ένα φαγητό της προκοπής;" Κι αυτά είναι τα... ήπια σχόλια, πού να ακούσετε κι άλλα... Αν όμως της έλεγε, "γεια στα χέρια σου γυναίκα μου, πότε πρόλαβες και μαγείρεψες, δούλευες όλη μέρα", τότε καταλαβαίνετε πόσο όμορφα θα νιώσει αυτή η γυναίκα, που βλέπει ν' αναγνωρίζονται οι κόποι της.
Το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση όπου ο σύζυγος, ας πούμε, έχει αργήσει χωρίς να ενημερώσει για την αργοπορία. Βέβαια σήμερα με τα κινητά τηλέφωνα, δεν δικαιολογείται και τόσο η έλλειψη ενημέρωσης. Το θέμα είναι ότι αν η γυναίκα βάλει τις φωνές με το που μπήκε μέσα χωρίς να του δώσει περιθώρια για εξηγήσεις, τότε να είστε σίγουροι ότι ο καβγάς είναι αναπόφευκτος. Αν όμως άφηνε περιθώρια να μπει πρώτα μέσα, και να εκφράσει με ήπιο τρόπο όχι την οργή της, αλλά την ανησυχία της για την αργοπορία του, ώστε ο σύζυγος να αισθανθεί ότι από γνιάσιμο μιλάει έτσι κι όχι γιατί θέλει να του κάνει «κουμάντο» κάτι που δυστυχώς, πολλοί άνδρες ακόμα και σήμερα, δεν δέχονται, μολονότι πλείστοι από αυτούς απαιτούν οι ίδιοι να κάνουν κουμάντο στη σύζυγο, τότε θα περνούσαν το βράδυ τους ήρεμα και αγαπημένα και όχι... μίλια μακριά στου καναπέ τη μοιρασιά, κατά το άσμα...
Εκφράσεις, όπως, είσαι άχρηστος/η, ανίκανος/η, μια σωστή δουλειά δεν μπορείς να κάνεις, πάλι βλακείες θα πεις; κ.λπ., αποτελούν απαξιωτική συμπεριφορά που πληγώνει τον αποδέκτη και τον κάνει να νιώθει μειονεκτικά.

Είναι σημαντικό, να μάθουμε να χρησιμοποιούμε τη δύναμη του λόγου, χωρίς να προκαλούμε πόνο στον εαυτό μας ή στους άλλους, λέγοντας πάντα με αγάπη αυτά που θέλουμε να πούμε. Ακόμα, να προσέχουμε τον τόνο της φωνής μας, γιατί και αυτό είναι πολύ σημαντικό.
Δυστυχώς, πολλές φορές, πολλοί από εμάς, όταν είμαστε οργισμένοι κοιτάζουμε πώς θα πληγώσουμε περισσότερο ο ένας τον άλλο με αυτό που θα πούμε, σε σημείο που να νιώθουμε και κάποια ικανοποίηση γιατί... τον βάλαμε στη θέση του, τον αποστομώσαμε κι έμεινε στήλη άλατος.
Αυτή η ικανοποίηση, όμως, ισχύει και πέρα από τον «καβγά» ή χειροτερεύει την κατάσταση με δυσμενείς συνέπειες; Οι διαπληκτισμοί είναι αναπόφευκτοι στις διαπροσωπικές σχέσεις. Ας φροντίζουμε, όμως, να μην καταλήγουν σε...λογομαχίες μέχρι λεκτικής πτώσης του ενός, όπου ο άλλος έχει το επάνω χέρι και πυροβολεί αδιάκοπα με λόγια για τα οποία, ίσως, ο ίδιος αργότερα μετανιώσει. Ας θυμηθούμε εδώ, αυτό που αναφέραμε πιο πάνω για τα κόκαλα που τσακίζει η γλώσσα.

Ακόμα, πρέπει να μάθουμε να ακούμε. Εκεί βρίσκεται το κλειδί της σωστής επικοινωνίας. Δεν μπορούμε ν’ απαιτούμε να μας ακούει μόνο ο άλλος, πρέπει κι εμείς να δίνουμε την ευκαιρία να μιλήσει, και να ακούσουμε με προσοχή αυτά που θα πει. Όχι σαν τους πολιτικούς. Είμαι σίγουρη ότι όλοι κάποια στιγμή έχετε παρακολουθήσει τις τηλεοπτικές, λογομαχίες / αντιπαραθέσεις πολιτικών όπου όλη τους η προσοχή έγκειται να αρπάξουν κάτι «στραβό» που θα πει ο ομιλητής για να το χρησιμοποιήσουν εναντίον του. Πολλά μπορούμε να διδαχθούμε παρακολουθώντας πώς ελίσσονται οι πολιτικοί στις συνεντεύξεις που δίνουν, ουδέποτε απαντούν ευθέως στις ερωτήσεις κι έχουν ένα μοναδικό τρόπο να χειρίζονται έτσι το λόγο ώστε να μιλάνε για αρκετή ώρα χωρίς να λένε κάτι το ουσιώδες.
Είναι τέτοια η δύναμη του λόγου, όπου πολλές φορές έχει λεχθεί από πάρα πολλά άτομα, κυρίως γυναίκες, γιατί αυτές, συνήθως, είναι τα θύματα της βίας, ότι καλύτερα να μούδινε ένα χαστούκι παρά τα λόγια που μου είπε ή ακόμα, κάθε λόγος του, με έχωνε δέκα μέτρα στη γη.
Ας αναλογιστούμε για μια στιγμή όχι μόνο τη δύναμη του λόγου, αλλά και τις συνέπειες του στις σχέσεις μας με τους άλλους. Καλό είναι, σε κάθε διαφωνία μας, να εστιάζουμε την προσοχή μας, στο θέμα του «καβγά» του τωρινού, χωρίς να γυρνάμε σε άλλα, κι ας σκεφτούμε, είναι αυτό που μας φταίει τώρα ή κάτι άλλο και χρησιμοποιούμε αυτό σαν δικαιολογία για να πούμε αυτά που έχουμε συσσωρεύσει μέσα μας;
Πλείστες όσες φορές έχουμε διαβάσει ή ακούσει για μια σχέση που χάλασε, φιλική, ερωτική, συζυγική, γονιών / παιδιού, γειτόνων, γιατί «αντάλλαξαν βαριές κουβέντες». Αυτό το «βάρος» των λόγων μας είναι που πρέπει να προσέχουμε.
Ακόμα, δεν είναι απαραίτητο πάντα να παίρνουμε προσωπικά την αντίδραση των άλλων ή τα λεγόμενα τους. Αυτό, μόνο σε παρεξηγήσεις οδηγεί. Πιο απλά, δεν είναι ανάγκη να τα παίρνουμε όλα και πάντα τοις μετρητοίς. Ας «αφήνουμε και κάτι να πέφτει κάτω».
Ας επιδιώκουμε να επικοινωνούμε με σαφήνεια, να κάνουμε ερωτήσεις και να αποφεύγουμε να κάνουμε υποθέσεις. Με λίγα λόγια, να δίνουμε την ευκαιρία στον άλλον να απαντά στα ερωτήματα μας, χωρίς να βιαζόμαστε να βγάζουμε συμπεράσματα, αρνούμενοι να ακούσουμε αυτά που έχει να μας πει.
Ας δίνουμε πάντα, όχι τον χειρότερο, αλλά τον καλύτερο εαυτό μας κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις, κι ας ξεκινάμε την όποια συζήτηση, για όποιο θέμα, ιδιαίτερα μια διαφωνία, με γνώμονα την καλή θέληση και το λόγο τον καλό, τον θετικό.. Στις περιπτώσεις όπου διαπιστώνουμε ότι δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε με συγκεκριμένο άτομο, όποια κι αν είναι η σχέση που μας συνδέει, καλό είναι να αναρωτηθούμε, άραγε, μιλάμε την ίδια γλώσσα; Και φυσικά, δεν αναφερόμαστε εδώ σε διαφορετικές γλώσσες, αλλά στη νοοτροπία, στον τρόπο του σκέπτεσθαι, είναι αυτά συμβατά;

Το χαμόγελο και ο καλός ο λόγος προδιαθέτουν πάντα ευνοϊκά τον άλλον απέναντι μας. Αν, π.χ., μπαίνοντας στο σπίτι μας μετά τη δουλειά, χαιρετίσουμε μ' ένα χαμόγελο, η ανταπόκριση από τους άλλους θα είναι παρόμοια με τη δική μας, και η ατμόσφαιρα θα είναι άνετη και ωραία. Αν μπούμε κατσουφιασμένοι, όμως, και ρίξουμε ένα... γειααα, ανάλογη θα είναι και η αντίδραση των άλλων.
Σίγουρα, στις επαγγελματικές / κοινωνικές μας σχέσεις, η συμπεριφορά μας απέναντι στους άλλους, είναι πάντα, ευγενική και πολιτισμένη, αν όχι πολύ φιλική. Θα τους πούμε «ευχαριστώ» για κάτι που έκαναν για εμάς, όσο μικρό και να είναι, θα πούμε πάντα σε παρακαλώ, όταν θέλουμε κάτι και οπωσδήποτε θα ζητήσουμε συγνώμη αν άθελα μας έστω τους ακουμπήσαμε καθώς περνούσαμε. Για μια στιγμή θέλω να σταματήσουμε και να σκεφτούμε με πλήρη ειλικρίνεια, πόσο συχνά και πόσοι από εμάς, μιλάμε έτσι και στα μέλη της οικογένειας μας; Το χαμόγελο και τον καλό λόγο που με τόση απλοχεριά μοιράζουμε στους φίλους ή συναδέλφους μας, τα προσφέρουμε το ίδιο αυθόρμητα και στα άτομα του άμεσου περιβάλλοντος μας; Ή μήπως την ευγένεια μας την εξαντλούμε έξω από την οικογένεια και μόλις μπούμε στο σπίτι μας, παίρνουμε το κατσούφικο, αγανακτισμένο ύφος μας, γιατί νιώθουμε κουρασμένοι, αδικημένοι, γιατί δεν βρήκαμε το σπίτι όπως το θέλαμε, δεν μας άρεσε το φαγητό, και τόσα άλλα, και είμαστε βόμβα έτοιμη να εκραγεί με τη ματιά που θα μας ρίξει ο άλλος;
Ας τα σκεφτούμε λίγο αυτά.

Σε πολλές σχέσεις, ζευγαριών, γονιών / παιδιών και αλλού, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, κυριαρχεί η σιωπή. Μια σιωπή που καταβάλλει και τα δύο μέρη. Η σιωπή, όμως, δεν εξομαλύνει καταστάσεις, ούτε διορθώνει τίποτα, απλά διαιωνίζει μια δύσκολη αφόρητη κατάσταση.
Ο διάλογος, όχι μόνο είναι καλός, αλλά επιβάλλεται σε όλες τις σχέσεις. Μόνο με το διάλογο υπάρχει επικοινωνία και μόνο με το διάλογο μπορεί μια κατάσταση όσο δύσκολη και να είναι να αλλάξει, αν υπάρχουν ακόμα περιθώρια αλλαγής.
Ας χρησιμοποιούμε το λόγο λοιπόν. Λόγο δυναμικό, αποτελεσματικό, θετικό. Λόγο που θα συμβάλλει και αποβλέπει στη διαλεύκανση μιας κατάστασης και στην επίτευξη καλής, σωστής επικοινωνίας για διαρκείς, υγιείς σχέσεις με τους ανθρώπους του περιβάλλοντος μας.
Τη σχέση μας με τους άλλους, ό,τι σχέση κι αν είναι, πρέπει να την βλέπουμε σαν πολύτιμο αγαθό. Να προσεγγίζουμε τις διαπροσωπικές μας σχέσεις σαν ακατέργαστα διαμάντια που με τη σωστή κοπή, μορφοποίηση και στίλβωση μετατρέπονται σε πολύτιμα πετράδια. Βασικό εργαλείο για όλα αυτά, ο λόγος, αλλά, λόγος, όμως, που χρησιμοποιείται εποικοδομητικά και όχι απαξιωτικά.

Τελειώνοντας, θα ήθελα να σας αφήσω, με μιαν εύθυμη νότα όπου καταδεικνύει τη δύναμη του λόγου ακόμα και σε ζητήματα ζωής και θανάτου:
Τι εννοώ; Χωρίς να ληφθεί ρατσιστικό, παροιμία του πάνσοφου λαού είναι, τίποτα άλλο, άλλωστε, μην ξεχνάτε, είμαι κόρη ιερέως. Ας θυμηθούμε την παροιμία, όπου ο παπάς πνίγηκε γιατί του είπαν, δώσε μου το χέρι σου και όχι πάρε το χέρι μου.Σας ευχαριστώ που με ακούσατε, και σας εύχομαι, τον λόγο τον καλό, τον αγαθό, τον εποικοδομητικό, που θα βοηθάει να χτίζονται γιοφύρια και όχι να υψώνονται τείχη.

Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2008

Βατοπέδια, νομαρχο-πέδια και σχολικός αγιασμός

Γράφει ο Παύλος Φουρνογεράκης

Σε ναρκοπέδιο ηθικών αξιών εξελίσσεται ο ανταγωνισμός δύναμης και πλούτου της εκκλησιαστικής-μοναστηριακής και της πολιτικής εξουσίας, στη χώρα μας. Στις αγρυπνίες των μοναστηριών φαίνεται ότι δε δοξολογούν πλέον το Θεό ούτε τον ικετεύουν «υπέρ του σύμπαντος κόσμου», αλλά ο νους τους σχεδιάζει την αύξηση του πλούτου και της δύναμής τους μέσα από επιχειρηματικές δραστηριότητες και διασυνδέσεις ή και συγκρούσεις με την πολιτική εξουσία. Η περίπτωση της μονής Βατοπεδίου, αλλά και οι πωλήσεις ακίνητης περιουσίας σε διάφορες μητροπόλεις και μοναστήρια φανερώνουν του λόγου το αληθές.
Η συνήθης επιχειρηματολογία ότι τα χρήματα είναι αναγκαία για τη συντήρηση των χώρων και των κειμηλίων έχει όριο ισχύος και καταρρέει όταν ενημερώνεται κανείς για το εύρος της πολυτέλειας και της χλιδής που επικρατεί στη μονή Βατοπεδίου. Πού πραγματικά πηγαίνουν τόσα χρήματα από τη φορολόγηση των εκκλησιών και τις πωλήσεις ακινήτων των κατά τόπους μητροπόλεων; Η απάντηση ότι συντελείται φιλανθρωπικό έργο είναι απόλυτα πειστική;
Η πολιτική εξουσία πλουτίζει «νομότυπα». Υπουργοί «προσεύχονται» στα μοναστήρια και δραστηριοποιούνται στον επιχειρηματικό χώρο με επιχειρήσεις που έχουν την έδρα τους στο εξωτερικό κι έτσι δεν αποδίδουν φόρους στο ελληνικό δημόσιο. Ό,τι όμως είναι νόμιμο είναι και ηθικό; Ποιο παράδειγμα πολιτικής συμπεριφοράς προς τον Έλληνα φορολογούμενο δίνουν τέτοιοι πολιτικοί άρχοντες;
Νομότυπα και για το «καλό του τόπου» ετοιμάζονται να πλουτίσουν και οι νομαρχιακοί μας σύμβουλοι της πλειοψηφίας μαζί με το νομάρχη σχεδιάζοντας την αγορά του αιώνα. Ονειρεύονται νομαρχιακά μέγαρα στους Αμπελόκηπους όταν μάλιστα δε θα υπάρχει Νομαρχία μετά τις κυοφορούμενες θεσμικές αλλαγές! Είναι τα νομότυπα ποσοστά (μίζες) που όλοι γνωρίζουμε ότι παίρνουν όσοι διαχειρίζονται το δημόσιο χρήμα αλλά και το άλλο, αυτό για το οποίο γίνεται συμφωνία άτυπη και προφορική.
Η ανάμειξη τoυ Μητροπολίτη μας όσον αφορά στην αγορά οικοπέδου αποτελεί σοβαρό αντίβαρο και μπορεί να οδηγήσει τα πράγματα προς τη σωστή κατεύθυνση. Θα προτιμούσαμε όμως άλλος να είναι ο ρόλος της εκκλησίας. Αυτός που πρέπει να εξεγερθεί είναι ο ζακυνθινός λαός γιατί αυτός πληρώνει από τον ιδρώτα του μόχθου του. Η ηγεσία της εκκλησίας και οι κληρικοί οφείλουν να αρθρώνουν πνευματικό λόγο και να μην παρασύρονται από το λαϊκισμό και τον υλιστικό τρόπο σκέψης και πράξης απαίδευτων πολιτικών.
Αιρετοί άρχοντες ήλθαν να παραστούν στο σχολικό αγιασμό, και σ΄ ένα τέτοιο ζοφερό πολιτικό και εκκλησιαστικό περιβάλλον καλούμαστε οι εκπαιδευτικοί να δώσουμε αγωγή στους μαθητές μας. Εκείνοι δυστυχώς δεν μπόρεσαν να κοιτάξουν τους μαθητές μας στα μάτια. Δεν τους εμπόδιζε τόσο η ηλιακή ακτινοβολία όσο το ευθύ και λαμπερό βλέμμα της εφηβικής αθωότητας. Έδωσαν ψεύτικες υποσχέσεις γιατί στην πράξη αποδεικνύουν ότι προτάσσουν το ατομικό τους συμφέρον. Το κτιριακό συγκρότημα του Αγίου Κηρύκου αποτελεί όνειδος για τη νομαρχιακή αυτοδιοίκηση και τους προγραμματισμούς της και ο Δήμος Ζακυνθίων κουβαλάει αμαρτίες.
Οι νέοι μας αναζητούν στηρίγματα και πρότυπα ζωής και είναι ευνόητο ότι το κλίμα είναι ξηρό και άνυδρο. Οι κήποι της γνώσης όμως είναι πάντα ανθισμένοι κι εμείς οι εκπαιδευτικοί οφείλουμε να οδηγήσουμε τους μαθητές μας στο ρομαντικό περίπατο. Η δύναμη της γνώσης είναι η ελπίδα για την ανοδική πορεία. Ο Μπ. Μπρεχτ εγκωμιάζει τη μάθηση με τους παρακάτω στίχους κι εμείς ευχόμαστε «καλή και δημιουργική σχολική χρονιά».


Η ΓΝΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΜΗ

Μάθαινε και τ' απλούστερα! Γι' αυτούς
που ο καιρός τους ήρθε,
Ποτέ δεν είναι πολύ αργά!
Μάθαινε το αβγ, δε σε φτάνει, μα συ
Να το μαθαίνεις! Μη σου κακοφανεί!
Ξεκίνα! Πρέπει όλα να τα ξέρεις!
Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία.
Μάθαινε άνθρωπε στο άσυλο!
Μάθαινε άνθρωπε στη φυλακή!
Μάθαινε γυναίκα στην κουζίνα! Μάθαινε εξηντάχρονε!
Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία.
Ψάξε για σχολείο άστεγε!
Προμηθέψου γνώση παγωμένε!
Πεινασμένε, άρπαξε το βιβλίο: είν' ένα όπλο.
Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία.
Μην ντρέπεσαι να ρωτήσεις Σύντροφε!
Μην αφεθείς να πείθεσαι.
Μάθε να βλέπεις συ ο ίδιος!
Ό,τι δεν ξέρεις ο ίδιος καθόλου δεν το ξέρεις.
Έλεγξε το λογαριασμό
Εσύ θα τον πληρώσεις.
Ψάξε με τα δάχτυλα το κάθε σημάδι
Ρώτα: πως βρέθηκε αυτό εδώ;
Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία.

(Μπ. Μπρεχτ, Εγκώμιο στη μάθηση)

Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2008

Ηλία Κεφάλα, α) ΣΙΩΠΗΤΗΡΙΟ ΧΙΟΝΙΟΥ, β) ΤΑ ΜΝΗΣΤΡΑ ΤΗΣ ΑΒΥΣΣΟΥ [μερικά ποιήματα]


Σιωπητήριο χιονιού. 134 Χαϊκού
εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα 2005

ΔΕΙΠΝΟΣ ΜΕ ΦΡΑΓΚΟΣΤΑΦΥΛΑ

Άραγες πού θα 'μαστε όταν νυχτώσει;
ΚΛΕΙΤΟΣ ΚΥΡΟΥ

Φραγκοστάφυλα.
Νυγμός θλίψης. Μοναξιά.
Ποιος θα δειπνήσει;

Αγόγγυστη γη.
Νυσταγμός νικημένος.
Στο δείπνο καρποί.

Μήλα στο κρασί.
Πυρωμένα ψωμάκια.
Θα φτάσουν τάχα;

Τη νύχτα βγήκαν
οι πάπιες με κλάματα
στο ποταμάκι.

Των παλιών οσμή
ημερών στο ταβάνι
μέσα στους ρόζους.

Κάμαρη άδεια.
Το χθεσινό της βήμα
στοίχειωσε κούφιο.

Σε ποιον αγέρα
το σώμα σου δέθηκε
κι ήρθες με φύλλα;

Ποια φλέβα φέρνει
το λυπημένο αίμα
στον κρόταφό σου;

Στα νύχια σου αριά
προβατάκια βοσκάνε
κι ούτ’ ένας βοσκός.

Ξέρεις τα λόγια
που με σκοτώνουν πάντα
κι όλο τ’ αγγίζεις.

Χρυσό κυδώνι
το μέτωπό σου λάμπει
μπροστά στο τζάκι.

Θηλή της νύχτας.
Στης ρεβιθιάς το άνθος
φώναξα: «χαίρε!»

Θλίψη στο σπίτι.
Ελλοχεύουσες μνήμες.
Μπήκα και βγήκα.

«Να μην κοιμηθείς»,
προστάζει στον πλάτανο
το σαλιγκάρι.

Μόνο με ποτό
διπλό θα σού ξεφύγω
άλαλη νύχτα.

Μικρό τσακάλι
το ρύγχος του βυθίζει
μες στο φεγγάρι.

Εγώ κι ο φλοίσβος
ονειροδέκτες μόνο
δίχως μια στέγη.

Η γριά νύχτα
κι οι ψίθυροι των φύλλων
με κατέβαλαν.

Κανείς δεν ήρθε.
Χέρια τ’ ανέμου μόνο
ψάχνουν την πόρτα.

Ζεστό μου σπίτι
απ’ τα παράθυρά σου
διώξε τον φόβο.

Στη σκέψη μου να
τα δορυφορούμενα
λόγια της θλίψης.

Περσινές φωνές
στον τηλεφωνητή σου
βρήκα μονάχα.

Μόνος στο σπίτι.
Καλύτερα από μόνος
έξω στον κόσμο.

Τι νωθρή βροχή;
στα κεραμίδια στάλες,
να, μετρημένες.

Ρήγμα της μνήμης
αλώνει τη νύστα μου:
οσμή σταφυλιών.

Κάθισα κάτω
από το βάρος τόσων
κρυφών στεναγμών.

Άσπρα σταφύλια
στην εκλεκτής τα χέρια –
κόκκινα νύχια.

Φίλα με πάλι
και μην ακούς της νύχτας
τ’ άδεια κοχύλια.

Σ’ εσένα πέφτω –
στο μυστικό σου φέγγος –
κι έλεος βρίσκω.



Τα μνήστρα της Αβύσσου
εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα 2003

ΜΟΝΑΞΙΑ

Μοναξιά, είπε το πουλί ραμφίζοντας
τα περαστικά στενάγματα του αγέρα.

Μοναξιά, είπε το νοτισμένο βρύο
πίνοντας τις αργές σταγόνες της βροχής.

Μοναξιά, αντιλάλησε και το δάσος
πνιγμένο στη σκοτεινή πυκνότητά του,

και η κοιλότητα της ψυχής – αντιλάλησε: μοναξιά
και η γυμνότητα του ποταμού – αντιφώνησε: μοναξιά
και η αρχαία δίψα – υπονόησε: μοναξιά,

μόνο μοναξιά· (όλα καταστάλαζαν
σ’ αυτή τη μαύρη πνιγηρή φωλιά).

Κι εγώ πού ήμουν;

Πού ήμουν εγώ και δεν είπα τίποτα;

Τι ήμουν εγώ και δεν με στέγαζε η λέξη;

Ή ήμουν η λέξη που στέγαζε τα πάντα;

Μέλιγος, 6.7.1999



ΚΑΙΓΟΝΤΑΣ ΦΥΛΛΑ

Καίγοντας φθινοπωρινά φύλλα
Προτρέπω σιωπηλός
Τη δίχως ακοή ανθρωπότητα:
Μ’ έναν απλό καλό λόγο
Μ’ έναν απλό και ουσιώδη λόγο
Υπέρ του ολίγου και της συγκατάβασης
Ν’ αφήσουμε τον κόσμο
προτού σαν φύλλα
Κι εμείς καούμε
Και γίνουμε σιωπή της στάχτης –
Προτού το καθαρτήριο ανώφελα δουλέψει.

Μέλιγος, 25.3.2002


ΟΝΕΙΡΑ

Όχι, δεν θέλω όνειρα, έλεγε με παράπονο ο πατέρας μου. Γιατί και μες στα όνειρα είμαι δυστυχής. Και μες στα όνειρα είμαι κουρασμένος. Άλλωστε τα όνειρα είναι όπως και τα λουλούδια. Με διαλεγμένο χώμα και συχνό νερό ανθίζουν κι αστραποβολούν στον κήπο. Μα από έδαφος λειψό κι απότιστο τι κήπος θα προκύψει; Έτσι κι από τη φαρμακωμένη μας ζωή, τι όνειρο καλό μπορεί ν’ ανθίσει; Όχι, δεν θέλω όνειρα, φρονούσε ο πατέρας μου, πασχίζοντας τους εφιάλτες της ζωής να σβήσει.

Τρίκαλα, 4.5.1999



ΚΥΠΑΡΙΣΣΙ

Μ’ αυτό το δέντρο-δάχτυλο σηκώνει η γη τον δείκτη της
ζητώντας να μιλήσει.

Μέλιγος, 27.11.2000



ΞΕΝΟΣ

Ξένος σαν τον άνεμο
που καμιά δύναμη επιστροφής
δεν τον γυρίζει πίσω

Ξένος σαν το φύλλο του δάσους
που έφτασε στην πόλη για να συνθλιβεί
κάτω από εκατομμύρια πέλματα

Ξένος σαν το τρίποδο σκυλί
που το βρίσκουν εύστοχα όλες οι πέτρες

Ξένος σαν τον επισκέπτη
που διστάζει να χτυπήσει το ρόπτρο
το σούρουπο

Ξένος σαν τον φοβισμένο
που βιάζει το βήμα του να φύγει
όσο πιο γρήγορα απ’ αυτή τη γειτονιά

Ξένος σαν τον ταξιδιώτη
που διαρκώς ταξιδεύει και ποτέ δεν βρίσκει
τη χώρα που επιθυμεί

Μέλιγος 6.2.99, ώρα 09.15

Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2008

Μοναχού Νικοδήμου, ΑΝΑΔΑΣΩΣΗ ΜΝΗΜΗΣ (αποσπάσματα)


H YΛH TΩN ΠANTΩN

Kαι ήταν σαν κορμί γυμνό
μία σταγόνα ουρανού ανέφελου
χωρίς αστέρι.
Kαι χωρίς έναν συριγμό του αγέρα
μέσα από καλάμι έρημο.

Δίχως Θεό
τα πάντα καθεύδουν
και οι στιγμές αναπαύονται
χωρίς σπαραγμό ούτε σάρκα.

***

Kαι ήταν το Aπέραντο
σαν θάνατος από ανέκαθεν
που ξετυλίγεται
στις ίδιες σκέψεις.

*
Eκεί, στην απύθμενη σκοτεινιά της Nύχτας,
πρωτανάσανε ο Xρόνος.

Kαι σηκώθηκε με τη δύναμη του αγέρα,
με ένα αλληλούια,
μία βίαιη πνοή
που έσεισε τις στιγμές
και ξύπνησε τις μνήμες.

Mε ορμή κρούοντας το φως
σε ιδανικές σφαίρες…

Kαι φανερώθηκε το αόρατο
γλυπτό του Kόσμου,
ταξιδεύοντας στη μεγάλη Eπίφαση.

*

Δες, από τις ρίζες των βουνών,
στη στιγμή μηδέν
αναβλύζουνε άπειρα νιάτα.

*

Ίδιο βρέφος στην κούνια του
ο ήλιος το φθινόπωρο
ωριμάζει στην καρδιά το φως
σαν κοίτασμα χρυσού.

Όνειρο σχεδιασμένο
σ’ ένα σύννεφο αργοπορημένο και βαρύ.

Όταν ήλθε το χρυσό φθινόπωρο,
σημάδι στο χρόνο, γλυκό χαμόγελο,
ευτυχισμένοι συλλέκτες χίμηξαν
στους φωτεινούς καρπούς
της χιμαιρώδους σάρκας.
Ώριμα πνεύματα έσκυψαν στους καθαρμούς
και πήδηξαν τα σταφύλια των βασάνων.

Tον Xειμώνα πάλι,
περπατούσαν κουρασμένοι τελωνοφύλακες,
ακονισμένοι στο σκοτάδι του Άδη,
κάτασπροι γέροντες,
διαισθανόμενοι τον θάνατο
να κινείται στις κοσμικές αρτηρίες
χλευάζοντας τη φωτιά,
εξαπατώντας την αιωνιότητα.
Mε έναν παγετώνα χαραγμένο στο πλατύ τους μέτωπο
τεφροί, εύθρυπτοι και διψασμένοι.

Ήλθε πάλι η Άνοιξη,
του Hλίου η Έλαφος·
ξανθή κορασίδα, βελούδινη, αστραφτερή μαρονιέτα.
Πικρή μα τροπαιούχος,
Bρήκε ανοχύρωτο το κακό.

*

Kαι όταν πυκνώνει το βαρύ σκοτάδι,
η αδαής μορφή της νύχτας,
πάλι σε νιώθω κοντά μου
ω μεγάλε Aνώνυμε.

Nά, σε βλέπω τώρα!
Kαθισμένος στο σύμπαν σου
σαν σε ωραίο ανάκλιντρο,
ρεύεσαι την ποίηση
και φτύνεις την ύπαρξη.

Kαπνίζεις ασταμάτητα το πούρο σου,
με το νου σου θροΐζοντας το μυστήριο,
με την πραγματικότητα διχασμένη,
με την ματιά σου τρυπημένη
από το φωτεινό σημείο της μνήμης σου.

Aν και υφαίνεις νέα μορφή
πάντα ο ίδιος είσαι,
ένας, αΐδιος και άπειρος.
Mέσα από το νοητό σου παράθυρο
περνάει το άκτιστο φως.

Άνοιξε το παράθυρο
κι άλλο, κι άλλο, κ ι ά λ λ ο.

***

MYΘOΛOΓIA B΄


H σιωπή θα τρυγήσει
την επίγεια αλήθεια
μαζί με των λέξεων τον κάματο.

*

Γιατί η Γνώση
μένει πάντα χωρίς στεφάνη και ξίφος,

μ’ ένα έγκαυμα από φως,
άδεια, άδεια κι έρημη.

*

YMNOΣ TΩN MYΣTΩN ΣTHN KOPH

Σα να σε βλέπω τώρα!
Δες με και συ!
Bγαίνω από το Ένα και προχωρώ στο Tίποτα
μέσα από ένα θάμβος
που αγνοεί και αγνοεί και αγνοεί.

***

Ω ΨYXH!

Bλέπω την εικόνα μου
εκεί ψηλά στο μεσονύχτι της ψυχής,
τις φτερούγες μου πιο πέρα
από το ασήμι των πλανητών.

Bλέπω την κατασταλαγμένη μέσα μου
ιδιομορφία στον τετραδιάστατο χωροχρόνο,
σιμά στο τόξο του κόσμου.

Aνοίγω μια κόλλα χαρτί,
λευκή, άγραφη και άδεια.
Ένα σύμπαν στριμώχνεται εκεί,
που μου ανήκει.
Aναζητώ ιδεογράμματα μνήμης…
Πηγή: Από το Ardalion's Weblog.

Διονυσίας Μούσουρα-Τσουκαλά, ΤΟ ΒΑΖΟ (Διήγημα)

Για μια ακόμα φορά είχε φτάσει η πιο δύσκολη στιγμή κάθε προσωρινής επιστροφής. Η στιγμή του χωρισμού. Πόσο πιο εύκολα θα ήταν αυτά τα ταξίδια αν έλλειπε εκείνη η στιγμή που πρέπει να αποχαιρετήσεις αγαπημένα άτομα χωρίς να ξέρεις αν τους λες, γεια σου, ή αντίο.
Για κείνην όμως τούτη η φορά διέφερε λίγο από τις προηγούμενες. Τούτη τη φορά, δεν ήταν ανάγκη να νανουρίσει τη Μάνα με υποσχέσεις κι ελπίδες για μόνιμο γυρισμό.
Τα πρώτα χρόνια της μιλούσε στα γράμματα για την 'προκοπή' πούπρεπε να κάνουν πριν γυρίσει.
Πολύ αργότερα, στο πρώτο ταξίδι, ζούσε κι ο Πατέρας τότε, επικαλέσθηκε το σχολειό των παιδιών:
- Κάνε κουράγιο Μάνα, ο πολύς καιρός πέρασε, το πολύ-πολύ σε δυο χρόνια που τελειώνει κι η μικρή το σχολείο, θάμαστε πίσω, θα δεις.
Και κείνοι την πίστεψαν, κι ο Πατέρας έφυγε μετά από λίγες εβδομάδες, ευτυχισμένος που την είδε, ήσυχος πούξερε πως, όπου νάναι, φτάνει...
Τη δεύτερη φορά που γύρισε εκείνη, βρήκε άλλη δικαιολογία. Τα παιδιά ήταν σε ώρα γάμου, είχαν ήδη διαλέξει, οι μελλοντικοί τους σύντροφοι ήταν Ελληνόπουλα π’ αγαπούσαν κι αυτά την πατρίδα των γονιών και προορισμός όλων, μετά το γάμο, να ξαναγυρίσουν, αυτή τη φορά, "όπως βλέπεις Μάνα δεν υπάρχει πλέον εμπόδιο".
Την τρίτη φορά, τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα για κείνην, δεν ήξερε πια τι πρόφαση να βρει, μα δεν χρειάστηκε να ψάξει πολύ, επικαλέσθηκε την ηλικία της: -"Ξέρεις Μάνα, έχω δουλέψει σκληρά τόσα χρόνια, έχω ένα καλό εφ άπαξ στη δουλειά, μα, πρέπει να γίνω 60 χρονών για να το δικαιούμαι, μπορώ όμως να το πάρω μειωμένο στα 55, κι όπως ξέρεις , δεν απέχω πολύ, 2-3 χρόνια μόνο, έτσι τώρα τα ψέματα στ’ αλήθεια τελειώσαν, σε παρακαλώ, υπομόνεψε λίγο ακόμα, τώρα όπως βλέπεις δεν υπάρχει πια λόγος που να με κρατά εκεί, κάνε κουράγιο, να δεις τι ωραία που θα περνάμε όλοι μαζί ξανά..." Αυτό της τόπε πριν 5-6 μήνες μόνο...
Τώρα, δεν χρειάζονται πια δικαιολογίες, η Μάνα, κουράστηκε να περιμένει, ίσως γιατί κατάλαβε την αλήθεια, και πήγε να βρει τον πατέρα.
Εκείνη, μόλις τόμαθε, γεμάτη ενοχές, μπήκε στο πρώτο αεροπλάνο και πήγε να την συνοδεύσει μαζί με τ’ αδέλφια στη στερνή της κατοικία.
Και τώρα, παραμονές που πρέπει να γυρίσει εκεί που την καλεί το καθήκον, έπεισε τ’ αδέλφια να της δώσουν το κλειδί να πάει μόνη της να αποχαιρετίσει το χώρο όπου έζησε η Μάνα, αυτό που μέχρι χθες αποκαλούσε κι εκείνη 'πατρικό της'. Στην αρχή, της έφεραν αντιρρήσεις, ιδιαίτερα, όταν επέμενε να πάει μόνη της, ήταν βλέπεις η "ευαίσθητη" και η "συναισθηματική" της οικογένειας, υποχώρησαν όμως μπρος στην αδιάλλακτη επιμονή της, αφού την έβαλαν να τους υποσχεθεί πως το αργότερο σε μισή ώρα, θα γυρίσει.
Πήρε μιαν αρμαθιά κλειδιά, τα ίδια κλειδιά που πριν λίγους μήνες της είχε δώσει η Μάνα για να μπορεί να μπαινοβγαίνει "σα νάναι σπίτι της". Άνοιξε πρώτα την είσοδο της πολυκατοικίας, ανέβηκε με ασταθή βήματα και μάτια θολά κι έβαλε το κλειδί στην πόρτα του διαμερίσματος, το κλειδί, μπήκε, μα δεν γύριζε, δοκίμασε ένα άλλο μπας κι έκανε λάθος, το ίδιο, το ίδιο σαν τότε που για λόγους ασφαλείας η Μάνα άφηνε από μέσα το δικό της κλειδί, κι όταν εκείνη πήγαινε ν’ ανοίξει, δεν μπορούσε και της άνοιγε η Μάνα.
Για μια απειροελάχιστη στιγμή, η καρδιά της φτερούγισε, μέσα είναι η Μάνα, κι έκαμε να της φωνάξει...μα αμέσως τρόμαξε...τη συνέφερε η πραγματικότητα... τάχασε τελείως, ιδιαίτερα όταν μετά από μιαν ακόμα αποτυχημένη προσπάθεια ν’ ανοίξει, η πόρτα άνοιξε διάπλατα μόνη της κι ένας άγνωστος, προφανώς ενοχλημένος, στάθηκε μπροστά της ρωτώντας την τι θέλει...
Αργότερα, όταν διηγήθηκε το επεισόδιο στ’ αδέλφια, δεν μπορούσε να πει ποίος είχε τρομάξει περισσότερο με το άνοιγμα της πόρτας, εκείνη, ή ο άγνωστος άνδρας, που όταν συνήλθε, της εξήγησε πως η γριούλα που πέθανε τις προάλλες έμενε ακριβώς από κάτω....
Ο άγνωστος, που κατάλαβε την ταραχή της, της πρόσφερε καρέκλα, νερό να συνέλθει, μα εκείνη δεν στάθηκε, κατρακύλησε τις σκάλες, μπήκε στης Μάνας το σπίτι, έβαλε το κλειδί στην κλειδαριά "για λόγους ασφαλείας" και ξέσπασε σε ένα βουβό κλάμα....
Κάθισε άκρη -άκρη στο ίδιο ντιβάνι που κοιμόταν πριν λίγους μήνες όταν ήταν εκεί, δεν βρήκε αλλού να καθίσει, είχε ήδη αρχίσει ο ξεσηκωμός... (Εκείνη αρνήθηκε να συμμετάσχει, δεν είχε το κουράγιο), κάποτε, σταμάτησαν τα δάκρυα και κοίταξε γύρω. Ορθάνοιχτες ντουλάπες, συρτάρια ανοιγμένα, ρούχα πεταμένα παντού, βιβλία του Πατέρα, (η Μάνα δεν είχε πειράξει το γραφείο του αφότου πέθανε), τα γυαλιά της, κουτιά, κουτάκια, μπουκάλια με φάρμακα, (η μεγάλη αδελφή πείραζε πάντα τη Μάνα πως από τα πολλά φάρμακα που παίρνει δεν θα λιώσει), άλλα προσωπικά της αντικείμενα, και σε μια γωνιά στην άκρη, ένα βάζο...
...... Παραμονές Χριστουγέννων 196... ώρα που θάπρεπε, κανονικά, νάχε χαράξει, μα σπλαχνική η νύχτα αρνείται να φύγει, καθυστερεί. Ξέρει, πως παραχωρώντας τη θέση της στη μέρα, φεύγει εκείνη. Η κάθε στιγμή, όσο μικρή και νάναι, είναι τόσο πολύτιμη. Ας γινόταν να μην ξημέρωνε ποτέ.. Η μέρα όμως διεκδικεί τη θέση της, η νύχτα υποχωρεί. Ο Πατέρας και η Μάνα κλαίνε, κλαίνε ασταμάτητα...κλαίει κι εκείνη, με απόγνωση, μ’ απελπισία, μαζί της κλαίνε και τα δυο μικρά της, όχι τόσο γιατί νιώθουν απόλυτα τι γίνεται, αλλά γιατί από μέρες τώρα βλέπουν τη Μαμά να κλαίει συνέχεια και φοβούνται πως κάτι φοβερό θα συμβεί...
Ο Μπαμπάς προσπαθεί να τα ηρεμήσει όσο μπορεί, με μεγάλο πόνο και σε μια τελευταία προσπάθεια να μην παραταθεί άλλο το μαρτύριο, αποσπούν εκείνην από την αγκαλιά του Πατέρα και της Μάνας και την σπρώχνουν μαλακά μέσα στο ταξί που περιμένει... Εκείνη δεν θέλησε να πάει κανένας στο Λιμάνι, φοβόταν πώς θα γυρίσουν πίσω ο Πατέρας κι η Μάνα. Ψηλά, στο Λόφο, στον καταπράσινο Λόφο της Πόχαλης που κάθεται η μεγάλη αδελφή, αναβοσβήνουν το φως σε αποχαιρετισμό, κι εκείνη σπαράζει, την αγαπάει τόσο μα τόσο πολύ τη μεγάλη αδελφή...σε βάθρο την είχε πάντα, ήταν το πρότυπο και το ίνδαλμά της, πόσο θα λείψουν η μια στην άλλη....
Έχει ήδη αρχίσει να χαράζει, φυσάει δυνατός αέρας και βρέχει. Καθώς το ταξί απομακρύνεται, η Μάνα πάει να τρέξει από πίσω, κάνει δυο βήματα, κάτι φωνάζει, μα η βροχή κι ο αέρας παίρνουν τα λόγια της, κι ο ταξιτζής που έκοψε λίγο, ανοίγοντας το παράθυρο, πρόλαβε μόνο ν’ ακούσει τη λέξη "βάζο". Με τη λεπτή αίσθηση χιούμορ που χαρακτηρίζει τους περισσότερους νησιώτες και για ν’ αποσπάσει εκείνην από τις θλιβερές της σκέψεις, της λέει: - κάτι για ένα βάζο φώναξε η Μάνα, λες νάθελε να σου δώσει κάνα βάζο με κυδωνόπαστο ή ελιές να πάρεις μαζί σου;
Μέσα στο θόλωμα του μυαλού της όμως εκείνη, ξέρει τι θέλει η Μάνα. Προφανώς, θέλει να την διαβεβαιώσει πως θα της κρατήσει το βάζο, το ανθογυάλι, μέχρι να γυρίσει...
Το βάζο, ήταν το μόνο που μπόρεσε εκείνη να κρατήσει πριν διαλύσουν το μαγαζί. Το μαγαζί, είχε πολλά και ωραία πράγματα που εκείνη ζήλευε και τάθελε για το σπιτικό της. Μα δεν γινόταν, έπρεπε να πουλιόνται για να πληρώνεται το νοίκι, τα γραμμάτια, το γάλα των παιδιών, τα ρουχαλάκια τους, γιατροί, φάρμακα και τόσα άλλα που έχει ανάγκη μια νέα οικογένεια.
Σφιγγόταν η καρδιά της κάθε φορά που τύλιγε κι έδινε κάτι στους πελάτες, μα έπρεπε, δεν γινόταν αλλιώς. Ανάμεσα στα πράγματα του μαγαζιού, ήταν κι ένα βάζο που της άρεσε πολύ. Έτσι, κάθε ευκαιρία που έβρισκε, τόσπρωχνε πίσω-πίσω, μακριά από τα ερευνητικά και αδιάκριτα μάτια των πελατών για να μπορεί να το καμαρώνει, έστω και στο μαγαζί, μια κι ούτε συζήτηση να το πάρει σπίτι.
Όταν πάρθηκε η απόφαση του ξενιτεμού, το πήρε και το πήγε στη Μάνα και την παρακάλεσε να της το προσέξει τα δύο-τρία, άντε στη χειρότερη περίπτωση, πέντε χρόνια που θα λείπανε. Δεν μπορούσε να το πάρει μαζί της ήταν τόσο εύθραυστο, το ταξίδι τόσο μακρινό κι εκείνη δεν ήξερε τι θα βρει εκεί που πάει..... Μπελάς κι αυτός για τη Μάνα.
Πρώτα ήταν τα δύο κοριτσόπουλα της μεγάλης κόρης που με τα χαρούμενα ξεφωνητά και τρεχαλητά τους, με τα παιχνίδια τους, έκαναν να κουνιέται το τραπέζι και να κινδυνεύει να πέσει το βάζο,( η Μάνα τόβαλε επάνω στο τραπέζι για νάχει την ψευδαίσθηση πως τάχα βλέπει εκείνη...). Κι αυτά, που ήξεραν πόσο το πρόσεχε η Μάνα, - εδώ πια τόχε πάρει είδηση όλη η γειτονιά, κι εκείνα; - λες και τόκαναν επίτηδες κι όλο γύρω στο τραπέζι παίζαν κυνηγητό και κρυφτούλι, και δώστου η Μάνα να τους "αγριεύει", και δώστου αυτά με τις φωνές και τα γέλια τους να κάνουν να τρίζουν ακόμα και τα τζάμια.
Μα ήταν κι η μεγάλη κόρη που μια φορά τόλμησε να το ζητήσει, τόκανε επίτηδες για να την πειράξει - εκεί να δεις φασαρία η Μάνα.
Κι αργότερα, όταν ο γιος μεγάλωσε κι έκανε οικογένεια, ησύχασε η καημένη η Μάνα από τα κοριτσόπουλα της μεγάλης που ήταν πια της παντρειάς, κι άρχισαν άλλοι μπελάδες με τα μικρά του γιου.
Οι υπόλοιποι φρόντισαν να ενημερώσουν και τη νύφη για την σπουδαιότητα του βάζου, κι εκείνη τη δόλια την έπιανε δέος κάθε φορά που έπρεπε να ξεσκονίσει.
Όλοι, μα όλοι πια, συγγενείς, φίλοι, γνωστοί, γείτονες, ήξεραν για το περιβόητο βάζο. Μερικοί την πείραζαν: - Έλα κι εσύ τώρα, σιγά μη θυμηθεί και μην καταδεχτεί εκείνη μετά από τόσα χρόνια και τόσα που θάχουν δει τα μάτια της, αυτό το βάζο. Κι η Μάνα, λίγο πεισματικά, λίγο με καμάρι, τους απαντούσε: Εκείνην, εγώ την ξέρω καλύτερα απ’ όλους σας, να μου το θυμηθείτε, με το που θα πατήσει το πόδι της μέσα, όσα χρόνια κι αν έχουν περάσει, το βάζο θα γυρέψει, τούχε τόση αδυναμία. Δεν την ξέρετε εσείς καλά, είναι τόσο ευαίσθητη.
Εκείνην, την παρέσυρε η δίνη κι ο εφιάλτης της επιβίωσης στην ξένη γη.
Έτρεχε, έτρεχε, όλο έτρεχε.. Να τα προλάβει όλα, και την οικογένεια, και τα παιδιά να μην αφήσει σε ξένα χέρια, και την πρωινή δουλειά, και το Κοινοτικό Σχολείο στο οποίο δίδασκε Ελληνικά τα απογεύματα, κι ο άνδρας νάβρει καθαρό πουκάμισο, φαΐ μαγειρεμένο, να κάνει τα ψώνια, να διαβάσει τα παιδιά, νάναι το σπίτι καθαρό, να... να... να... Και τα τετράδια των μαθητών της διορθωμένα, αυτά τάπαιρνε στο σπίτι, δυο ώρες μάθημα και 30-40 παιδιά μες στην τάξη τι να πρωτοκάνει στο σχολείο; Και στη Μάνα να γράφει, και την επαφή να μη χάσει με όλους που μείνανε πίσω, κι όλο να τρέχει.... Το φρουτάδικο της γειτονιάς τόχαν οι γονείς μιας μαθήτριάς της κι από κει περνούσε συχνά εκείνη, όχι μόνο για να πάρει φρούτα αλλά γιατί ήταν και πέρασμά της για να κάνει κι άλλα ψώνια, ταχυδρομείο, κ.λ.π. Κάθε φορά, η Μητέρα της μαθήτριάς της την καλούσε για καφέ ή έστω να σταματήσει να μιλήσουν λίγο, κι εκείνη, ευγενικά της εξηγούσε πως δεν γίνεται, βιάζεται. Μια μέρα, η Μητέρα, την έπιασε απ’ το χέρι και της λέει:
-Δεν μ’ ενδιαφέρει πόσο βιαστικιά είσαι, θα ακούσεις αυτό που θα σου πω, αν είμαι στην κηδεία σου όταν πεθάνεις, θα τους πω να μην την πηγαίνετε σιγά, αυτή στη ζωή πάντα έτρεχε, πηγαίνετέ την τρεχαλητή, αν μπορούσε να μιλήσει θα της κακοφαινόταν πολύ έτσι που την πάτε.
Εκείνη, την άκουσε, γέλασε πικραμένα, και συνέχισε το δρόμο της.
Πού καιρός να θυμηθεί το βάζο...
Απ’ όλα αυτά, τσιμουδιά στη Μάνα, και νάταν μόνο αυτά...
Τι να της έγραφε;
Εδώ η Μάνα νόμιζε πως η ζωή της είναι παράδεισος και πάλι κόντευε να τους τρελάνει όλους. Μέχρι που η μεγάλη κόρη κι ο γιος, παρόλο που εκείνην την αγαπούσαν πάρα πολύ, καμιά φορά παραπονιόταν - "Λες κι εμείς δεν είμαστε παιδιά σου, όλο εκείνη κι εκείνη"
Κι η Μάνα προσπαθούσε να τους εξηγήσει πως δεν τα ξεχώριζε τα παιδιά της, αλλά, να, εκείνη της λείπει, εκείνην δεν την χάρηκε, είναι λίγο το αδικημένο της παιδί. Κι όταν πάλι γέμιζε το σπίτι φωτογραφίες της κι από το βλέμμα τους καταλάβαινε πως τα πείραζε αυτό, δώστου ξανά να τους εξηγεί, εσάς σας έχω ζωντανούς κοντά μου, δεν είναι ανάγκη να βάλω φωτογραφίες, ενώ εκείνη, μόνο στον τοίχο και στο βάζο της..
.....Κάποτε, μετά από πολλά χρόνια, εκείνη αξιώθηκε να πάει να τους δει. Εκεί να δεις χαρές κι ετοιμασίες όλοι, η Μάνα, ο Πατέρας, τα αδέλφια, τ’ ανίψια που την ήξεραν μόνο από το...βάζο. Κι η νύφη η καημένη που σκοτώθηκε να τρίβει και να γυαλίζει, είχε ακούσει τόσα από τη Μάνα για κείνην, δεν ήθελε να φανεί κατώτερή της. Άσε πια που αναρωτιόταν μόνη της πολλές φορές αν είναι δυνατόν να συγκεντρώνει ένας άνθρωπος τόσα χαρίσματα όσα η Μάνα ισχυριζόταν για κείνην.
Όταν μετά τις πρώτες συγκινήσεις και δάκρυα χαράς κάθισαν όλοι γύρω στο τραπέζι, όπου η Μάνα είχε το γενικό πρόσταγμα, κοιτάζονταν όλοι σαν κάτι να περίμεναν που δεν έλεγε να γίνει, μετά από μια ατέλειωτη στιγμή, η Μάνα παίρνοντας το μισοπονηρό, μισοκρυφό της ύφος και κοιτάζοντας εκείνην με προσδοκία στα μάτια, τη ρώτησε αν της άρεσαν τα λουλούδια στο βάζο του τραπεζιού, τονίζοντας τη λέξη "βάζο". Εκείνη, έριξε μια ματιά και μόνο τότε είδε πως στο βάζο υπήρχαν ανεμώνες, συγκινήθηκε πολύ που μετά τόσα χρόνια η Μάνα θυμόταν ακόμα το αγαπημένο της λουλούδι και την υποδέχτηκε μ’ αυτό. Την ευχαρίστησε δακρυσμένη, και δεν μπόρεσε να εξηγήσει γιατί τόση ξαφνική θλίψη και σαν απογοήτευση στη ματιά της, ούτε γιατί ο Πατέρας κοίταξε τη Μάνα σαν να της λέει, μη μιλήσεις και την πληγώσεις, δεν πειράζει ούτε γιατί οι υπόλοιποι είχαν μια μικρή δόση...θριάμβου στα μάτια τους.
Αργότερα, πολύ αργότερα, κατάλαβε, κι έκλαψαν κι οι δυο.
Μα όχι μαζί, η μια κρύφτηκε απ’ την άλλη για να μην την πληγώσει. Όπως παλιά, που καμιά δεν ομολόγησε στην άλλη πως πέρασαν πολλά χρόνια για να μπορέσουν να γιορτάσουν και πάλι τα Χριστούγεννα...
Πώς να εξηγήσει η Μάνα σε κείνην τον αγώνα της όλα αυτά τα χρόνια να διαφυλάξει το πολύτιμο βάζο για να το βρει εκείνη στο γυρισμό;
Μα η Μάνα δεν έκλαιγε γι αυτό, έκλαιγε γιατί μόνο τότε μπόρεσε να διαπιστώσει πόση πικρία έκρυβε η ζωή εκείνης, όλα αυτά που εκείνη ποτέ δεν έγραψε για τη ζωή της, κι αυτή με τη διαίσθηση της Μάνας τα υποψιαζόταν μα δεν τολμούσε να τα πει ούτε στον εαυτό της και ξόρκιζε τις κακές σκέψεις προσέχοντας το βάζο.
Τώρα πια κατάλαβε. Ποιος ξέρει τι πέρασε το παιδί της τόσα χρόνια μακριά της, το παιδί της με την τρυφερή ψυχή και τις φοβερές ευαισθησίες για να φτάσει στο σημείο να ξεχάσει το βάζο......
Φτωχό μου παιδί! Φτωχή μου Μάνα, έκλαιγε εκείνη...
Από πού ν’ αρχίσω και τι να σου πω; Έχω, άραγε, το δικαίωμα να σε πληγώσω τόσο; Καλύτερα να μην μάθεις...
Τι να πρωτοκλάψει; Για το μικρό αδελφό που τον άφησε παιδόπουλο και τον βρήκε ώριμο άνδρα πατέρα δύο παιδιών;
Για τη μεγάλη αδελφή που το χωρισμό της δεν τον ξεπέρασε ποτέ; τα κοριτσάκια που άφησε και τα βρήκε γυναίκες; το χιονάτο κεφάλι του Πατέρα; Για τη Μάνα....για τη χαμένη της νιότη, τη χαμένη της ζωή...γι αυτά που στερήθηκε, γι αυτά που στέρησε...γι αυτούς που φύγαν...
Σε κάθε της επιστροφή όλο και πλήθαιναν οι φευγάτοι, κι εκείνη πήγαινε από τάφο σε τάφο κι άναβε καντήλια....η μεγάλη αδελφή την πείραζε γι αυτό...
Τώρα, έφυγε κι η Μάνα....
Χαϊδεύει με το βλέμμα τα απομεινάρια της ζωής της Μάνας και πονάει...
Πριν λίγους μήνες που ήταν εδώ, παρόλο που ήταν καλοκαίρι, κάθε που γύριζε απ’ έξω η Μάνα την περίμενε με δυο μάλλινα πατάκια να τα βάλει στα πόδια να μη λερώσει το παρκέ....
Τώρα, όλα κείτονται σωρό...απ’ το σβηστό ψυγείο έτρεξαν νερά στο πάτωμα, με τις πατημασιές γίναν λάσπη...στο λουτρό κάποιος φαίνεται είχε ανοίξει απότομα τη βρύση και πιτσιλίστηκαν τα πλακάκια...στην κουζίνα έχασκαν ορθάνοιχτα τα ντουλάπια και τα συρτάρια...στο νεροχύτη βρισκόταν ακόμα το ποτήρι της άπλυτο...κι ανάμεσα σε όλα αυτά...σε μια γωνιά, το βάζο....
Από τις θλιβερές της σκέψεις την απόσπασε η φωνή του αδελφού στο θυρόφωνο που την παρακαλούσε να κατέβει, φτάνει πια...
Έρριξε μια τελευταία ματιά γύρω, έκαμε να σκύψει να πάρει το βάζο, μα στην ταραχή και συγκίνησή της, της φάνηκε πως την κοίταξε λυπημένα, σαν να της λέει, πως δεν έχει το δικαίωμα να το πάρει και να το χωρίσει από της Μάνας τα πράγματα, όπως χώρισαν εκείνη από τη Μάνα και όλα της τα αγαπημένα άτομα......
Αύριο, θάρθουν οι κυρίες της Φιλοπτώχου από την ενορία της γειτονιάς να πάρουν τα απομεινάρια της Μάνας...μαζί τους, θα πάει και το βάζο....
Related Posts with Thumbnails