Ομιλία της Κατερίνας Δεμέτη στην Εκδήλωση της Κινηματογραφικής Λέσχης Ζακύνθου, το Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2011, στον Κινηματογράφο «Φώσκολο»
Το να προσπαθήσει κανείς να μιλήσει για τη ζωγραφική του Μαθιού Γιαμαλάκη-Μαρτζώκη, που σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, εκ πεποιθήσεως, επέλεξε να ζωγραφίζει, χωρίς να σκέφτεται να ωφεληθεί οικονομικά από την τέχνη της Ζωγραφικής, αντιδρώντας σε μια κοινωνία που προσαρμόζει τις πνευματικές της ανάγκες στο χρηματιστήριο αξιών, δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο.
Παρ’ όλα αυτά, οι σπουδές του, η επιτυχημένη σκηνοθετική του πορεία, αλλά κυρίως ο λόγος του, όπως με βομβάρδισε μετά την πρώτη μας συνάντηση τον Αύγουστο του 2010, στο Μουσείο Σολωμού, μέσα από επιστολές, μέιλ και τηλέφωνα, μ’ έπεισε ότι θα ήταν πραγματικά κρίμα να στερήσουμε την φτωχή σε πνεύμα ζωή μας από τη γνωριμία μ’ έναν άνθρωπο, που συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά του αυθεντικού καλλιτέχνη.
Γιατί από την πρώτη μας συνάντηση, όταν οχυρωμένος πίσω από τον κινηματογραφικό του φακό, κατέγραφε αυτά που του έλεγα για τους Μαρτζώκηδες, κατάλαβα ότι δεν ενδιαφερόταν ν’ αποδώσει το ορατό, αλλά να κάνει ορατό ό,τι δεν είναι.
Η πρώτη συνάντηση με τη ζωγραφική του έγινε μέσα από την προσωπική του ιστοσελίδα (www.matheo.se). Απ’ αυτήν άντλησα τα στοιχεία που αφορούσαν τις σπουδές του, τις εκθέσεις του, τη φιλοσοφία του για την τέχνη και είδα για πρώτη φορά τα έργα του. Στη συνέχεια μία επικοινωνία ηλεκτρονική, ταχυδρομική και τηλεφωνική, μ’ έκανε να γνωρίσω ακόμα περισσότερα τον άνθρωπο Μαθιό και τη μεγάλη σημασία, που είχε για την προσωπική του διαδρομή η Ζωγραφική.
Και νομίζω ότι πρέπει να την γνωρίσουμε, όχι μόνο γιατί είναι ο τελευταίος γόνος μιας ιστορικής οικογένειας, στην οποία «υπήρξαν και θα υπάρχουν ποιητές, επιστήμονες, αρχιτέκτονες, ονειροπόλοι, καλλιτέχνες, άνεργοι, σκηνοθέτες, αριστεροί, όπως κι ελπίζω να’ ναι πάντα έτσι», όπως γράφει σ’ ένα του μέιλ, αλλά κυρίως γιατί στη δουλειά του μορφοποιείται η αίσθηση που έχουν για τη ζωή οι καλλιτέχνες της εποχής μας.
Είναι γνωστό ότι ο τρόπος που ο άνθρωπος βιώνει τον κόσμο σε μια ορισμένη περίοδο της εξέλιξής του, εκφράζεται μέσα από την Τέχνη.
Η Σύγχρονη Τέχνη αντιμετωπίζει τα προβλήματα που βιώνει ο άνθρωπος αμφιβάλλοντας για τη σταθερότητα της υπόστασής του και για την αρμονία του κόσμου του. Όταν είναι κανείς βέβαιος για κάτι, δε σκοτίζεται ιδιαίτερα. Στον 20ο και τον 21ο αιώνα όμως, γεννήθηκε μια καινούργια εικόνα της πραγματικότητας, καθώς η εσωτερική ασφάλεια του ανθρώπου απειλήθηκε. Γι’ αυτό η Ζωγραφική απελευθερώνεται από τους παραδοσιακούς δεσμούς, με τις θρησκευτικές και μυθολογικές παραστάσεις και εικόνες. Σήμερα οι άνθρωποι στέκονται αντιμέτωποι με την πραγματικότητα του είναι: αυτή έχει γίνει το αντικείμενο της σκέψης και των αισθημάτων τους.
Και οι σύγχρονοι καλλιτέχνες, με τα έργα τους αυτό εκφράζουν, εξυψώνοντας την τέχνη τους ως μια πράξη πνευματική, για την οποία ένα μηχάνημα, όπως η φωτογραφική ή η κινηματογραφική μηχανή για παράδειγμα, ποτέ δεν μπορεί να κάνει.
Ο Μαθιός Γιαμαλάκης-Μαρτζώκης, ζωγραφίζει όπως ο ίδιος συνηθίζει να λέει, χωρίς ν’ ακολουθεί στυλ ή τεχνοτροπία για να εκφράσει ό,τι δεν μπορεί να πει με τα φιλμ του.
Με τις ταινίες του αποτυπώνει τον εξωτερικό κόσμο, ενώ με τη ζωγραφική τον εσωτερικό του. Και στη φωτιά του ενθουσιασμού του να εκφράσει αυτό τον εσωτερικό κόσμο, λειώνει τις φόρμες του ορατού κόσμου, αλλάζει τα αντικείμενα που ζωγραφίζει, καταλύει τα περιγράμματα και απογυμνώνει την ουσία που ενοικεί στα πράγματα. Γι’ αυτό οι πίνακές του ακτινοβολούν συσσωρευμένη ενέργεια και καταγράφουν σαν σεισμογράφοι με νευρική αισθαντικότητα την παραμικρή συγκίνηση, μεταφέροντάς την πάνω στο χαρτί και στο μουσαμά.
Πυρωμένα χρώματα χύνονται το ένα μέσα στο άλλο. Ανθρώπινες μορφές και τοπία φαίνονται συχνά σαν να χτίζονται από κίτρινο, πράσινο, κόκκινο και βιολέ φλεγόμενο μάγμα. Το σκληρό και το τρυφερό, το δραστικό και το λεπτό, το παγανιστικό και το χριστιανικό, η εσωτερικότητα και το ευτράπελο, αναμιγνύονται με τρόπο προσωπικό. Μέσα από τις διακυμάνσεις χειμάρρων παχύρευστου χρώματος, παρουσιάζονται τοπία και άνθρωποι σε ανήσυχη κίνηση.
Όπως οι Φωβιστές Ζωγράφοι των αρχών του 20ου αι., ο Μαθιός τοποθετεί εκθαμβωτικό κόκκινο δίπλα σε φλογερό πράσινο, χυμώδες κίτρινο και βαθύ γαλάζιο. Τα χρώματα παρουσιάζονται σε τέτοιες αντιθέσεις, που οι παραστάσεις απειλούν να εκραγούν κάτω από την πίεσή τους. Το χρώμα θριαμβεύει πάνω στα πράγματα.
Με γωνιώδη και καμπύλα σπασίματα, στοιχεία εξπρεσιονιστικά, προσδίδει στις συνθέσεις του, δραματική ένταση. Τα περιγράμματα σαν δοκάρια σχηματίζουν το σκελετό των πινάκων.
Ο ζωγράφος Μαθιός Γιαμαλάκης-Μαρτζώκης, πολυταξιδεμένος και πολυδιαβασμένος, συναισθηματικός και πνευματικά επαναστατικός, ανήσυχος και ασυγκράτητος με τον δικό του τρόπο, βιώνει τον κόσμο ανυψωμένο από το ξεχείλισμα του συναισθήματος και τα έργα του θυμίζουν τη γνωστή φράση του Βαν Γκογκ στον αδελφό του Θεόδωρο: «Δεν θα ήταν άραγε δυνατό να δει κανείς καλύτερα και σωστότερα ένα πράγμα, όταν το αγαπά, παρά όταν δεν το αγαπά;»
Η γεμάτη αγάπη προσέγγιση των πραγμάτων, η ταύτιση με τη φύση, δίνει στις φόρμες και τα χρώματά του κινητικότητα και ζωή. Δεν τον ενδιέφερε καθόλου η εξωτερική ομοιότητα, αλλά η εσωτερική αλήθεια των πραγμάτων.
Η απομάκρυνση, από επιλογή στη Σουηδία, βοηθάει. Ψάχνει συνεχώς για Φως εκεί που δεν υπάρχει. Στη Σουηδία όμως βρήκε την ελευθερία ν’ αναπνέει. Και όταν δεν γυρίζει ταινίες, ζωγραφίζει ακουμπώντας συνήθως τον καμβά στη σέλα της μηχανής του.
Έρχεται βέβαια και ξαναέρχεται στην Ελλάδα κάνοντας διακοπές και εκθέσεις στην Πάτμο και σε άλλα νησιά και γεμίζοντας τις μπαταρίες του για τα χειμερινά οδοιπορικά του στον κόσμο, αλλά πάντα γυρίζει πίσω στον παγωμένο βορρά.
Σταθμοί στην εικαστική του διαδρομή οι δύο εκθέσεις του στην Αθήνα, η πρώτη το 2001, στο Κέντρο Τεχνών του Δήμου Αθηναίων (Πάρκο Ελευθερίας) με τίτλο «Χορεύοντας με τον Μινώταυρο» και η δεύτερη το 2003, πάλι στον ίδιο χώρο, με τίτλο «Σαράντα χρόνια ταξιδεύοντας με τον Μινώταυρο» που συνδιοργάνωσαν ο Δήμος Αθηναίων και η Σουηδική Πρεσβεία.
Ο ίδιος εξομολογείται για τη σχέση του με το μυθολογικό ζώο, που κατοικεί στην Κρήτη, τον άλλο μισό τόπο καταγωγής του από την πλευρά του πατέρα του: «Όταν ήρθα στη Σουηδία τη δεκαετία το ’60, μια περίοδος ψαξίματος άρχισε. Αυτό βαθμιαία με οδήγησε να στραφώ στον εαυτό μου και ν’ ανακαλύψω το Μινώταυρο, το alter ego μου. Το καλύτερο που έχουμε όλοι μέσα μας. Τα περισσότερα ζώα είναι ελεύθερα από εγωισμό, απληστία, κτητικότητα και ιδιοκτησία. Εάν σκοτώνουν, το κάνουν για να προστατέψουν τον εαυτό τους ή για την τροφή τους και μόνο σε ειδικές περιπτώσεις…Ο Μινώταυρός μου, μπορεί να πετάξει με χαρά. Μπορεί να κλάψει με τη μοναξιά του. Μπορεί να ερωτευτεί. Τη νύχτα νοιώθει την πρόκληση της πανσελήνου και βγαίνει για να τη συναντήσει, αφήνοντας πίσω το λαβύρινθο της μεγαλούπολης, των πολιτικών, …., των βρώμικων παιχνιδιών…. Στο ταξίδι του ο Μινώταυρος παίρνει μόνο αγαπημένες εικόνες μαζί του.»
Το 1975 ο Μαθιός κάνει το πρώτο του ταξίδι στη Νότια Αμερική για το φιλμ «It is nice to be privileged» (Είναι ωραία να είσαι προνομιούχος), που τον επόμενο χρόνο πήρε το Quality Award of the Swedish Film Institute. Στην επαρχία Τσιάπας, ζουν γύρω στις 800.000 ψυχές, οι περισσότεροι απόγονοι από τους Μάγιας.
«Υπάρχει απίστευτη φτώχια εκεί, αλλά ούτε και αυτό, σημειώνει στο Ημερολόγιό του ο καλλιτέχνης, μπορεί να σταματήσει την Pepsi, την Fanta και την Coca από το να ιδρύσουν ακόμα μία από τις αυτοκρατορίες τους. Είναι Μεγάλη Εβδομάδα, μία αξέχαστη στιγμή για έναν κινηματογραφιστή και καλλιτέχνη… Για λίγες μέρες άφησα την κάμερά μου να ξεκουραστεί. Αντί αυτού χρησιμοποίησα μελάνι και χαρτί για να σχεδιάσω τους φίλους μου και να καταγράψω τα συναισθήματά μου στο Ημερολόγιό μου από το Τσιάπας.»
Αυτές οι σελίδες Ημερολογίου σχεδιασμένες γρήγορα, αποτελούν από τα πιο δραματικά του έργα. Αλλά και οι αφίσσες που σχεδίασε για διάφορες θεατρικές παραστάσεις, δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητες.
Και τώρα, μία μικρή έκπληξη:
Το καλοκαίρι του 1964 ο Μαθιός ετοιμάζει την εικονογράφηση για το Σουηδικό Βιβλίο "Nygrekiska Berättare" (Σύγχρονοι Έλληνες Διηγηματογράφοι), το οποίο εντόπισα στο Διαδίκτυο. Το βιβλίο περιλαμβάνει 11 σύντομες ιστορίες από τους πιο αξιόλογους έλληνες συγγραφείς, όπως τον Παπαδιαμάντη, τον Λουντέμη, τον Καζαντζάκη, μαζεμένες και μεταφρασμένες από τον Senta Hapjσpoulos Slöör. Δημοσιεύτηκε από τον Bernces Förlag στο Malmö.
Δεν μπορείτε να φανταστείτε τη χαρά μου όταν ανάμεσα σ’ αυτές τις ιστορίες ανακάλυψα «Τα Χριστούγεννα του Καρδινάλιου», του δικού μας Διονύση Ρώμα, τη νουβέλα που δημοσιεύεται και στα «Ζακυνθινά» στις σ.403- 412!
Αγαπητοί Φίλοι,
Η μοντέρνα Ζωγραφική, παρ’ όλο που ακόμη και σήμερα έχει φανερά τις ρίζες της στις διάφορες εθνικές παραδόσεις, τείνει να γίνει μια παγκόσμια γλώσσα, ένα μέσο συνεννόησης, που γρήγορα θα υψωθεί πάνω απ’ όλες τις εθνικές διαφορές.
Η ζωγραφική του Μαθιού Γιαμαλάκη-Μαρτζώκη, με καταγωγή από Κρήτη και Ζάκυνθο και μόνιμη κατοικία τις τελευταίες πέντε δεκαετίες τη Στοκχόλμη, θα μπορούσε να ρίξει τις γέφυρες.
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να την φέρουμε λίγο πιο κοντά μας.