Αυτό το οποίο χαρακτήριζε τον 20ό αιώνα, στο γεωπολιτισμικό γίγνεσθαι της ανθρωπότητας, ήταν οι πόλεμοι με εδαφικές διεκδικήσεις, οικονομικούς ανταγωνισμούς και ιμπεριαλιστικές επεκτάσεις.
Πολεμούσαν μεταξύ τους χριστιανικά έθνη, τα οποία επικαλούντο το όνομα του Θεού, προκειμένου να παρέμβει υπέρ τους και υπέρ του εθνικού δικαίου του καθενός.
Το χαρακτηριστικό του 21ου αιώνα είναι ότι στο όνομα του Θεού αναπτύσσεται μια θρησκευτική τρομοκρατία, η οποία θέτει επιτακτικότερο το ερώτημα αν οι πολεμικές συρράξεις, οι οποίες λαμβάνουν χώρα είναι πλέον θρησκευτικές ή συγκρούσεις συμφερόντων.
Μια ανάλογη εξέλιξη έχουμε και μέσα στον ίδιο το χριστιανικό κόσμο, τον αιώνα των σταυροφοριών. Στο όνομα και πάλι του Χριστού, οργανώνονταν εκστρατείες με σκοπό την κατάληψη άλλων χριστιανικών κρατών, ομόδοξων ή ετεροδόξων, και κατεβάλλετο αγώνας επιβολής και επικυριαρχίας της μία ομολογίας στην άλλη.
Οι παραπάνω εξελίξεις είχαν ένα κοινό σημείο αναφοράς. Τα πάντα γίνονταν στο όνομα του Θεού ή του Χριστού και είχαν έναν αντίστοιχο ιδεολογικό προσανατολισμό αφού κάθε θρησκευτική έκφραση έπρεπε να αποτελεί ένα σύμπαν κλειστό, το οποίο αρνείτο και ανάγκαζε να αρνηθούν και τους άλλους, στο όνομα του Θεού της πίστης τους.
Φαίνεται λοιπόν, ότι κάθε θρησκεία, στο όνομα του Θεού που αναφέρεται, επιζητεί την αποκλειστικότητά της, γεγονός το οποίο την αναγκάζει να «αιχμαλωτίσει» το Θεό και τα μέλη της ή τους οπαδούς της σε ένα ιστορικό παρελθόν και να δημιουργήσει μία ιδεολογικοποιημένη αντίληψη περί πίστεως, με αποτέλεσμα τη μετατροπή της σε μία φονταμενταλιστικού τύπου θρησκευτικότητα.
Τα τελευταία χρόνια στο χώρο της Ορθοδοξίας αναπτύσσεται μια ανάλογου φονταμενταλιστικού τύπου θρησκευτικότητα, όπου στο όνομα του Χριστού και του Θεού οδηγούμεθα στη διάσπαση, το διχασμό, την περιθωριοποίηση και την απομόνωση. Η αλήθεια την οποίαν πιστεύουν ότι διαφυλάσσουν, θεωρούν ότι είναι απλά ένα «γνωστικό αντικείμενο», το οποίο συλλαμβάνεται από τον ανθρώπινο νου και το οποίο «κατέχεται» από λίγους. Αντιλαμβάνονται την αλήθεια του Ευαγγελίου που εκφράζεται με το όνομα του Θεού ως μία «κλειστή έννοια πνευματικότητας», η οποία αναγκαστικά οδηγεί στην απολυτότητα. Τίποτα δηλαδή δεν μπορεί να κατέχει την αλήθεια, πέραν από αυτό που εμείς «κατανοούμε» και «αντιλαμβανόμαστε», φαίνεται να διακηρύσσουν οι οπαδοί της θρησκευτικής ομάδας ή της κολεκτιβικής σέκτας.
Αυτό όμως σχετικοποιεί το Θεό, ως αλήθεια στην ιστορία, και τον περιορίζει τόσο στα ιερά κείμενα όσο και στα θρησκευτικά δόγματα.
Σ’ αυτή τη φονταμενταλιστική θεώρηση της αλήθειας που εκφράζεται στο όνομα του Θεού βρίσκει έδαφος να αναπτυχθεί και η αντίληψη, ότι ο «άλλος» δεν είναι ανεκτός και δεν έχει τόπον «εν τω καταλύματι». Πέραν όμως από αυτήν τη φονταμενταλιστική θεώρηση της αλήθειας της «ορθοδοξίας», με το όνομα του Θεού αφενός δηλώνεται η υπέρβαση του τρόπου, με τον οποίον εκφράζεται η κατ' εξοχήν αλήθεια και αφετέρου περιγράφεται η αλήθεια καθ’ αυτήν, ως γεγονός κοινωνίας και σχέσης (ΡG 91, 1265 Α). Τι συνεπάγεται αυτό;
Πρώτον, ότι η αλήθεια δεν επιβάλλεται «άνωθεν» αλλά αναδεικνύεται μέσα από μία ελεύθερη αποκαλυπτική σχέση, η οποία διασώζεται διαχρονικά μέσα από το σώμα του Χριστού την Εκκλησία. Αυτό επιβεβαιώνει ότι η αυθεντική Ορθοδοξία δεν ταυτίζεται με κάποιο ιερό κείμενο αλλά με το πρόσωπο του Χριστού, ο οποίος είναι η κατ’ εξοχήν Αλήθεια, [πρβλ. Ι. Zizioulas, Verite et Communion, Irenikon 50 (1977), 451-510]. Δεύτερον, εκφράζεται ένα διαφορετικό είδος θρησκευτικότητας, όπου ο Θεός της Αποκάλυψης είναι ένας, αλλά όχι μόνος. Η γνήσια Ορθοδοξία, με τον τρόπο αυτό, εισάγει για πρώτη φορά στην ιστορία τη διάκριση μεταξύ του ενός και του μόνου. Το να είναι κάποιος «ένας» δεν ταυτίζεται με το «μοναδικό», το οποίο δεν μπορεί να προκύψει παρά μόνο μέσα από μία σχέση προσωπική.
Ποια σημασία έχουν αυτές οι δύο βασικές θεολογικές προϋποθέσεις για την κοινωνική διάσταση της αυθεντικής και γνήσιας Ορθοδοξίας;
• Ο «άλλος» δεν μπορεί να είναι εμπόδιο αλλά είναι μέσο για ανεκτικότητα, για ετερότητα, και για αποφυγή συγκρούσεων στο όνομα του Θεού, ο λόγος του αγίου Μάξιμου είναι πολύ επίκαιρος: «ίνα μη μόνον μάθωμεν αλλήλων αν(τ)έχεσθαι… αλλά και υπέρ εαυτούς αλλήλων κήδεσθαι» (ΡG 90,725).
• Καμία θρησκευτική αλήθεια δεν δικαιώνει την ύπαρξή της στο όνομα του Θεού της πίστεώς της, όταν αυτή σκλαβώνει. Στην περίπτωση αυτή, το πρόβλημα είναι το πώς αντιλαμβανόμαστε την πραγματική αλήθεια, η οποία εκφράζεται με το όνομα του Θεού. Οποιαδήποτε φονταμενταλιστική θεώρηση της Ορθοδοξίας συνεπάγεται τον εγκλωβισμό του ανθρώπου στο γράμμα, την απολυτοποίηση του ονόματος του Θεού, η οποία όμως σκοτώνει (Β΄ Κορ. 3, 6). Αντίθετα, η γνήσια Ορθοδοξία προσβλέπει στο πνεύμα και τη γνώση της αλήθειας, η οποία εκφράζεται με το όνομα του Θεού και ελευθερώνει (Ιωαν. 8, 32). Η γνήσια αυτή Ορθοδοξία είναι που στο όνομα του Θεού μάς υποδεικνύει τον τρόπο για μία ειλικρινή αναζήτηση και κατανόηση της αλήθειας, η οποία φανερώνεται ως τρόπος ζωής και «βιώνεται» μέσα στην ιστορία ως ετερότητα, διάλογος, κοινωνία και όχι απλή ανοχή η απόρριψη, όπως εσφαλμένα κατανοείται από κάποιους άλλους «γνήσιους» ορθόδοξους.
Πηγή: εν Thesis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου