© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2009

Αντώνη Βασιλάκη: ΕΝΑ ΑΓΝΩΣΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΒΡΑΪΛΑ-ΑΡΜΕΝΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ

[Από τον Τιμητικό Τόμο Φιόρα Τιμής για τον Μητροπολίτη Ζακύνθου Χρυσόστομο Β΄ Συνετό, Ζάκυνθος 2009, σ. 195-208]

Άδικα πολλές φορές μέχρι τώρα η έρευνα προσεγγίζοντας τον επτανησιακό πολιτισμό υπερτόνισε, ως μη όφειλε, την επίδραση που άσκησε στα Επτάνησα, και ιδιαίτερα στην Κέρκυρα, το ευρωπαϊκό πολιτισμικό γίγνεσθαι, ενώ παρέλειψε να τονίσει το δυναμικό τρόπο αφομοίωσης πολιτισμικών ευρωπαϊκών στοιχείων, τον άμεσο και αναλλοίωτο δεσμό των επτανησίων με τις αρχαίες ελληνικές και βυζαντινές πηγές τους και την πρωτοτυπία της πολιτισμικής τους παραγωγής, παραγωγή πάνω στην οποία θεμελιώθηκε ο νεοελληνικός πολιτισμός. Ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους του εμπνευσμένου αυτού πολιτισμού υπήρξε ο Κερκυραίος φιλόσοφος και πολιτικός Πέτρος Βράιλας-Αρμένης (1) (1812/13-1884), που έχοντας στο οπλοστάσιό του τα διδάγματα του αρχαίου και του βυζαντινού μας πολιτισμού αφομοίωσε δυναμικά τη σύγχρονή του ευρωπαϊκή φιλοσοφία (2), προχωρώντας μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις σε σαφείς διαφοροποιήσεις από μεγάλους εκπροσώπους της, όπως π.χ. από τον Hegel (3).
Στο φιλοσοφικό του σύστημα ο Βράιλας έχει δώσει ιδιαίτερο βάρος στην αισθητική (4), αφού τόσο ο κερκυραϊκός τόπος και οι προσωπικές του προϋποθέσεις, όσο και η ευτυχία του να είναι φίλος και σύγχρονος πολλών δημιουργών υπήρξαν όροι που ευνόησαν τον προβληματισμό του και τον κατέστησαν όχι μόνο τον σημαντικότερο έλληνα φιλόσοφο του 19ου αι. (5), αλλά και φιλοσοφικό απολογητή της επτανησιακής τέχνης. Ιδιαίτερη βαρύτητα, μάλιστα, τόσο θεωρητική, όσο και πρακτική απέδωσε ο Κερκυραίος φιλόσοφος στην ποίηση (6) και τη μουσική, όντας φίλος και θαυμαστής του Σολωμού (7) και του Μάντζαρου (8). Μετά την πρώτη βραϊλιανή αναφορά για τη μουσική στα Θεωρητικής και πρακτικής φιλοσοφίας στοιχεία (1862) (9), η δεύτερη και πληρέστερη αναφορά του φιλοσόφου γίνεται το 1866 στο «Περί μουσικής» άρθρο του (10), στο οποίο ολοκληρώνει μια προσωπική φιλοσοφική αντίληψη για τη μουσική συνδέοντάς την με το σύνολο του φιλοσοφικού του συστήματος (11).
Το κείμενο που τώρα δημοσιεύουμε αποτελεί ουσιαστικά το πρώτο του περί μουσικής κείμενο (1861) (12), όπου συναντώνται για πρώτη φορά φιλοσοφικά στοιχεία που συναρτώνται με τον ολοκληρωμένο οργανισμό του βραϊλιανού συστήματος βοηθώντας τον ερευνητή να κατανοήσει τις απαρχές της πορείας του βραϊλιανού στοχασμού, που θα φτάσει στην ολοκλήρωσή του τα επόμενα χρόνια. Στο κείμενο αυτό ανευρίσκονται βασικές έννοιες – κλειδιά των φιλοσοφικών επιλογών του Βράιλα, ενώ καθρεφτίζονται σ’ αυτό η αρετή του ανδρός, η κοινωνική του δράση, η ενεργός συμμετοχή του στην πολιτική ζωή της Επτανήσου, αλλά αργότερα και της υπόλοιπης Ελλάδας, που μετά την οθωμανική κυριαρχία αγωνίζεται για τη δημιουργία ενός νεοελληνικού προσώπου. Η ακριβής πληροφορία για την ύπαρξη του συγκεκριμένου κειμένου ανιχνεύθηκε στο Λ. Βροκίνη (13), και αποτελεί λόγο που απήγγειλε ο Βράιλας κατά την απονομή βραβείων σε αριστεύσαντες νέους μουσικούς (14). Αρχικά, τονίζεται η οριακή σημασία της διδασκαλίας της μουσικής και η μέγιστη παιδαγωγική της συμβολή στη μόρφωση μιας κοινωνίας που βιώνει «το ιερόν του καλού αίσθημα» συνεχίζοντας και ενισχύοντας «την αρχαιοτάτην παράδοσιν της ελληνικής καλλιτεχνίας». Στη συνέχεια, αφού επαινέσει με τον δικό του μοναδικό τρόπο «τους διαπρέψαντας» μουσικούς, ο κερκυραίος φιλόσοφος εξαίρει την προσωπικότητα του προέδρου των μουσικών σπουδών, του Νικόλαου Μάντζαρου, συνδέοντας το διδακτικό και συνθετικό έργο του τελευταίου με τον αγώνα του καλλιτέχνη να πραγματοποιήσει και να σαρκώσει το ιδανικό της τέχνης του, και τοποθετεί τη μουσική μέσα στο φιλοσοφικό του σύστημα. Από την άποψη της έρευνας του βραϊλιανού φιλοσοφικού συστήματος είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η συμπύκνωση της αισθητικής-καλολογίας του κερκυραίου στοχαστή και η άμεση σύνδεσή της με ολόκληρη την προβληματική της διδασκαλίας του, όπως έχει ήδη αναφερθεί. Σε κάθε γραμμή του κειμένου αποτυπώνεται ένα μέρος των φιλοσοφικών του θέσεων και ο ερευνητής ανακαλύπτει, εκπλήσσεται και θαυμάζει μια μικρογραφία του βραϊλιανού φιλοσοφικού έργου, ενώ παράλληλα διαπιστώνει τις ιδιαίτερες σχέσεις του Βράιλα με τη μουσική.
Παραθέτουμε, λοιπόν, αυτούσιο το κείμενο αυτό μαζί με το προλογικό σημείωμα της εφημερίδας όπου δημοσιεύθηκε (15):
“Τήν παρελθοῦσαν Δευτέραν, 11/23 Σεπτεμβρίου, ἡ Φιλαρμονική Ἑταιρία ἑώρτασε τήν ἐπέτειον ἡμέραν τῆς καθιδρύσεως αὐτῆς (16). Τήν 10 τῆς πρωίας ἡ Μουσική μετά τῆς Ἐπιτροπῆς τῆς Ἑταιρίας καί διαφόρων συνεταίρων ὑπῆγον εἰς τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Ἁγ. Σπυρίδωνος. Την 12 μ. ὧραν, παρόντων τῆς Α.Ε. τοῦ Ἁρμοστοῦ (17) καί ἐπιτίμου προέδρου τῆς Ἑταιρίας, τῆς Α.Υ. τοῦ Προέδρου τῆς Γερουσίας (18), τοῦ Γερουσιαστοῦ Κ. Μαχαιριώτου, τοῦ Ἐπαρχου (19) και Ἐπαρχιακοῦ Συμβουλίου, τῆς Ἐπιτροπῆς τῆς Ἑταιρίας, διαφόρων κυριῶν καί κυρίων διενεμήθησαν τά βραβεῖα εἰς τούς ἀριστεύσαντας μουσικούς (20). Τό δέ ἑσπέρας ἦτο Μουσική Ἀκαδημία ἐν ᾗ παρευρέθη ἡ Α.Ε., ὁ Ἁρμοστής, πολλαί κυρίαι καί κύριοι. Τά βραβεῖα διενέμοντο ὑπό τῆς Α.Ε. τοῦ Ἁρμοστοῦ, μετά τήν διανομήν δέ αὐτῶν ὁ Πρόεδρος τῆς Ἑταιρίας Ἱππ. Βράϊλας Ἀρμένης ἀπήγγειλε τόν ἑπόμενον λόγον.
«Πρώτην φοράν ἀπό τῆς συστάσεως τῆς ἡμετέρας Ἑταιρίας Ἐξοχώτατε καί ἐπίτιμε Πρόεδρε, Ὑψηλότατε, Ἐκλαμπρότατοι, καί εὐγενείς Κύριοι, φίλτατοι Συνάδελφοι καί Συνέταιροι, καί αγαπητοί μαθηταί, συνερχόμεθα σήμερον ἵνα ἑορτάσωμεν τήν ἐπέτειον ἡμέραν τῆς ἐγκαθιδρύσεως αὐτῆς διά τῆς νενομισμένης ἀπονομῆς τῶν βραβείων εἰς τούς ἀριστεύσαντας ἐκ τῶν δοκιμασθέντων μαθητῶν τῶν διαφόρων μουσικῶν παραδόσεων. Καί ἐπειδή εἰς ἐμέ ἐπιβάλλει ὁ Κανονισμός τό καθῆκον νά ἐκφωνήσω λόγον κατάλληλον εἰς τήν περίστασιν, ἐπιτρέψατέ μοι νά ἐκφράσω πρός ὑμᾶς διά βραχέων τάς ἰδέας καί τά αἰσθήματα ὄσα ἡ χαρμόσυνος αὕτη ἡμέρα διεγείρει εἰς τό πνεῦμα μου.
»Διατί, Κύριοι, πρό 21 ἔτους ὁλίγοι φιλόκαλοι (21) νέοι συνῆλθον ἔντινι ἀγνώστῳ καί ταπεινῷ δωματίῳ, καί κατέβαλον τάς πρώτας βάσεις τοῦ δημωφελοῦς καί δημοτερποῦς τούτου καθιδρύματος; και διατί ὁ ὑπό χειρῶν ἁγνῶν εἰς τά σπλάχνα τῆς ἡμετέρας κοινωνίας, ὡς εἰς γόνιμον γῆν, κατατεθείς οὗτος σπόρος ἐβλάστησε και ἀνεπτύχθη και ηὔξησεν εἰς δένδρον μέγα καί εὐθαλές και ζωηφόρον, καρποφορῆσαν ἤδη ἀφθόνως, καί ἔτι ἀγλαωτέρους ὑποσχόμενον καρπούς ἐν τῷ μέλλοντι; ἆρα προς ἁπλήν διασκέδασιν, πρός τινα ἐπιπόλαιον καί μηδαμινόν σκοπόν ἅπασα σχεδόν ἡ κοινωνία, πᾶσα τάξις ἀνθρώπων, πάσης καταστάσεως καί θέσεως καί ἐπαγγέλματος (22), συνεισέφερεν ἐκ διαλειμμάτων, καί ἐκ τοῦ περισσεύματος καί ἐκ τοῦ ὑστερήματος, καί ἐπί χρόνον τοσοῦτον ἁδρά ποσά, καί τοσαῦται ἐγένοντο δαπάναι, καί δεινά και σχεδόν ἀνυπέρβλητα προσκόμματα ὑπερενικήθησαν, καί τοσούτους ἕκαστος ἐξ ἡμῶν ὑπέστη καί πόνους καί μόχθους καί θυσίας, ἐνίοτε δέ καί ἐπιβουλάς καί συκοφαντίας; Ὄχι, Κύριοι, ὑμεῖς πρό ἐμοῦ ἤδη ἀπηντήσατε. Ὑψηλήν (23) ἰδέαν (24) ἐκφράζει ἡ Φιλαρμονική Ἑταιρία, ἱκανοποιεί εὐγενεστάτην ἀνάγκην τοῦ κοινωνικοῦ πνεύματος, τρέφει καί ζωογονεῖ, ἀκμαῖον διατηροῦσα καί ἔνθερμον, τό ἱερόν τοῦ καλοῦ αἴσθημα (25), καί διά τῆς καλλιεργείας καί διαδόσεως τῆς μουσικῆς τέχνης συνεχίζει καί ἐνισχύει τήν ἀρχαιοτάτην παράδοσιν τῆς ἑλληνικῆς καλλιτεχνίας (26), μιᾶς τῶν λαμπροτέρων ἀκτίνων τῆς προγονικῆς ἡμῶν δόξης. Τῶν πατέρων ἡμῶν τά ἀθάνατα παραδείγματα μιμουμένη ἡ ἡμετέρα Ἑταιρία τήν καλήν τέχνην τῆς ἁρμονίας (27) διαδίδει καί καθιεροῖ προς ἔκφρασιν καί ῥύθμισιν τῶν γλυκυτέρων καί γενναιοτέρων αἰσθημάτων, πρός ὑψηλοτέραν διάπλασιν τῆς ἠθικότητος, πρός ὑπηρεσίαν και λαμπρότητα τῆς θείας λατρείας, διότι τό καλόν, στοιχεῖον συμφυές παντός μεγάλου πολιτισμοῦ εἶναι θεῖον δῶρον ἄνωθεν κατερχόμενον, περιβάλλει διά τοῦ ἰδίου φωτός (28) καί ἀνυψοῖ αὐτό τό ἀληθές, διά τῆς συμπαθεστέρας ἐνεργείας, διά τινος οὐρανίας ἡδονῆς καί γαλήνης ἐμποιεῖ ἐν πάσῃ εὐαισθήτῳ καρδίᾳ τό ἀγαθόν, καί διά τῆς ἀρετῆς ἐπανάγει τόν ἄνθρωπον πρός τό θεῖον (29). Διά τοῦτο ἡ ἡμετέρα Ἑταιρία οὐ μόνον ἐσυστήθη καί διετηρήθη καί προώδευσεν, ἀλλά και διήγειρεν ἐν τῷ λαῷ ζωηράς καί διαρκεῖς συμπαθείας, πανταχόθεν σχετιζομένη πρός πάντα τά περί αὐτήν, ὡς σχετίζεται ἡ ἡμετέρα ζωή πρός τάς δυνάμεις τῆς γῆς καί τά στοιχεῖα τοῦ οὐρανοῦ• διά τοῦτο καί οἱ ἰδιῶται τήν ὑποστηρίζουσι, καί ἡ ἐγχώριος καί ἡ γενική Κυβέρνησις εὐμενῶς τήν βοηθοῦσι, καί ὁ Ἐξοχώτατος Ἀντιπρόσωπος τῆς Προστάτιδος Ἀνάσσης (30) ηὐδόκησε νά τήν τιμήσῃ διά τῆς ἐπιτίμου αὐτοῦ προεδρίας, καί σήμερον, ἀφ’οὗ ἐν τῷ ναῷ τοῦ θαυματουργοῦ ἡμῶν Προστάτου (31) ἱκετεύσαμεν ἐν πλήρει συντριβῇ καί εὐγνωμοσύνῃ τόν Ὑψιστον, ἵνα στερεώσῃ καί εὐοδώσῃ τό ἔργον τοῦτο τῶν ἀσθενῶν χειρῶν μας, εὔθυμοι συνερχόμεθα ἵνα πανηγυρίσωμεν τήν ἐπέτειον ἡμέραν τῆς ἐγκαθιδρύσεως αὐτῆς, ἐκπληροῦντες τό γλυκύτατον τῶν ἡμετέρων καθηκόντων, τήν βράβευσιν τῶν διαπρεψάντων κατά τούς διαφόρους κλάδους τῆς μουσικῆς διδασκαλίας.
» Γλυκύτατον πρός πάντας ἡμᾶς εἶναι, ὦ φίλοι μαθηταί, τό καθῆκον τοῦτο, διότι ἡ μόνη ἀμοιβή τήν ὁποίαν προσδοκῶμεν καί ἐπιθυμοῦμεν εἶναι ἡ βεβαίωσις, ὅτι αἱ προσπάθειαι ἡμῶν δέν ἔμειναν ἀτελεσφόρητοι, καί τήν βεβαίωσιν ταύτην παρέχει ἤδη ἡ βράβευσις τῶν ἀρίστων. Καί ἡ πρώτη αὕτη ἀπόδειξις τῆς ἐπιδόσεως ἡμῶν εἶναι ἐνταυτῷ καί ἐγγύησις ἀσφαλής πληρεστέρας ἔτι ἐπιτυχίας. Διότι, φέροντες ἐπί τοῦ στήθους τό παράσημον δι’ οὗ σήμερον ἐκοσμήθητε, θέλετε συναισθανθῆ ὅτι ἡ ἐπιμονή εἰς τήν μελέτην, ὁ ζῆλος τῶν καλῶν, ἡ αὐταπάρνησις, ὁ καθαρός καί ἄδολος ἔρως τῆς τέχνης (32), ἡ συνένωσις ἑνί λόγῳ τῆς νοήμονος ἐργασίας καί τῆς χρηστῆς διαγωγῆς ἀπολαμβάνουσιν ἐπί τέλους καί ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ τήν ὀφειλομένην ἀμοιβήν. Ἀλλά το βραβείον ὅπερ σήμερον ἀπελάβετε, δέν θέλει εἷσθαι τό τέρμα τῶν ἀγώνων σας• ἐξ ἐναντίας πρέπει νά χρησιμεύσῃ ὡς ὁρμητήριον καί κέντρον πρός νέους ἀγῶνας, πρός μείζονα ἐπίδοσιν, πρός ἄλλα καί λαμπρότερα ἔργα. Ὅσοι ἐμυήθητε τάς ἀρχάς τῆς ὀργανικῆς ἤ τῆς ὠδικῆς μουσικῆς, εἰσήλθατε ἤδη τά προπύλαια τοῦ ναοῦ• ἀλλά δύνασθε, ἐάν προβῆτε εὐσεβάστως καί ἀνδρείως, νά εἰσδύσητε εἰς τό ἄδυτον, ἔνθα ἀκτινοβολεῖ τό πρόσωπον τῆς Θεᾶς. Εἴς τινας ἐξ ὑμῶν αἱ ὑψηλαί θεωρίαι τῆς τέχνης ἐν μέρει ἤδη ἀπεκαλύφθησαν (33), καί εἴδατε μακρόθεν τό σύνολον αὐτῶν, τόν ἀδιάῤῥηκτον σύνδεσμον τῶν μουσικῶν ἰδεῶν, τόν ἀθάνατον χορόν τῶν θείων ἐκείνων παρθένων (34). Και βραβευθέντες καί μή βραβευθέντες, μή δειλιάσητε νά προβῆτε περαιτέρω. Ἔχετε πρό ὀφθαλμῶν ἀξιομίμητα παραδείγματα. Ἐκ τῶν μητρικῶν κόλπων τῆς ἐκπαιδευούσης ὑμᾶς Ἑταιρίας ἄλλοι πρό ὑμῶν ἐξῆλθον, καί ἤδη τιμῶσι τό Κατάστημα τοῦτο καί ἐντός καί ἐκτός τῆς πατρίδος. Ἔστω εἰς ἐνθάῤῥυνσιν ὑμῶν ἡ ἀξιέπαινος αὐτῶν διαγωγή. Καί συντελέσαντες τό σύνολον τῶν σπουδῶν, καί μακράν τῆς γενεθλίου γῆς ἀποδημοῦντας, συμπαρακολουθεῖ ὑμᾶς τό φιλόστοργον ὄμμα τῆς Ἑταιρίας, ἥτις χαίρει εἰς τάς ἐπιτυχίας σας, ἀγάλλεται ἀκούουσα ὑμᾶς τιμωμένους ἀλλαχοῦ, σᾶς βοηθεῖ, ἐάν δύναται, καί σᾶς ἀγαπᾷ πάντοτε, διότι ἠξεύρει ὅτι ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν διατηρεῖτε ἀνεξάλειπτον πρός αὐτήν εὐγνωμοσύνην. Τό αἴσθημα τοῦτο ὀφείλεται πρός πάντα τά μέλη αὐτῆς ἀντιπροσωπεύοντα τήν ὅλην πατρίδα, πρός τάς κατά καιρόν προεδρίας, πρός τήν Σεβαστήν Κυβέρνησιν, πρός τούς πρώτους καί ἀμέσους ὑμῶν διδασκάλους καί ὑπεράνω, πολύ ὑπεράνω τούτων, καί εὐγνωμοσύνην καί σέβας καί πᾶσαν τιμήν ὁφείλετε ὑμεῖς, καί πάντες ὀφείλομεν πρός τόν σοφόν καί ἀγαθόν καί περικλεῆ Καθηγητήν, τόν διηνεκῆ ἐπί τῇ μουσικῇ Πρόεδρον (35), καί διηνεκές κλέος τῆς Κερκύρας καί τοῦ Ἔθνους. Οὗτος μέ ἔξοχον διάνοιαν καί ἁγνήν καρδίαν, ἀπό τοῦ ὕψους τῆς θεωρίας τοῦ καλοῦ ἐν ᾗ ζῇ καί ἐνασμενίζει, καί τά στοιχειωδέστερα μαθήματα μετά πατρικῆς μερίμνης ἐνίοτε ἐπιτηρεῖ καί διευθύνει καί γονιμοποιεῖ διά τοῦ λόγου του, καί τούς μυστηριωδέστερους νόμους τῆς καλλιτεχνικῆς ποιήσεως, οὕς διά βαθυτάτης μελέτης καί πολυετοῦς πείρας ἀπεθησαύρισεν ἐν τῷ πνεύματι, ἀπό τοσούτου χρόνου ἤδη μετ’ ἀπαραδειγματίστου καί Σωκρατικῆς τῳόντι ἀφιλοκερδείας καί γενναιότητος ἀποκαλύπτει καί διδάσκει καί ἐπί μᾶλλον καί μᾶλλον διαφωτίζει διά τῶν λάμψεων τῆς μεγαλονοίας του.
»Ὑπό τάς αἰσίας ἐμπνεύσεις τοιούτου ἀνδρός δύναται, Κύριοι, ἡ Ἑταιρία νά προοδεύσῃ θαυμασίως κατά τήν καλλιέργειαν καί διάδοσιν τῆς τέχνης, καί νά εὐεργετήσῃ ἔτι μᾶλλον τήν ὅλην κοινωνίαν. Ἀλλά τό πολύτιμον καί οὐσιωδέστατον τοῦτο στοιχεῖον δέν ἀρκεῖ. Προσαπαιτεῖται ἡ συνεχής ἐνέργεια τῶν ὅρων καί τῶν μέσων δι’ ὧν ἐσυστήθη καί μέχρι τοῦδε διετηρήθη, καί σήμερον ἀκμάζει καί εὐημεροῖ, ἡ συντήρησις δηλ. τοῦ ζωοποιοῦ ἐκείνου πνεύματος ὑφ’ οὗ ἀπ’ ἀρχῆς ἐνεπνεύσθη, καί δι’ οὗ μόνου ὀφείλει νά διευθύνηται, ἡ συνένωσις τοῦ ἐνθουσιασμοῦ καί τῆς φρονήσεως, τῆς ἐπιμονῆς καί τοῦ θάῤῥους, τῆς δραστηριότητος καί τῆς νοημοσύνης, καί πρό πάντων ἡ σύμπνοια τῶν προσπαθειῶν καί ἡ ἁρμονία τῶν πνευμάτων. Ἡ ἁρμονία, ἥν θέλομεν νά διαδώσωμεν διά τῶν ἡμετέρων παραδόσεων, δέν εἶναι μόνο θεμελιώδης νόμος τῆς καλλιτεχνίας, ὅρος ἀπαραίτητος παντός ἔργου καλοῦ, ἀλλ’ εἶναι προσέτι καί πρότερον ὅρος καί νόμος τῆς θείας δημιουργίας, διότι πάντα ἐν μέτρῳ καί ῥυθμῷ καί ἁρμονίᾳ ἐποίησεν ὁ Κύριος (36). Ἀπό τοῦ ἀνεπαισθήτου φλοίσβου τοῦ κύματος, ὅπερ ἀσπάζεται και ἡδέως πλήττει τάς ἀκοάς μας, μέχρι τῆς ἀνεκλαλήτου ἁρμονίας τῶν οὐρανίων σφαιρῶν (37), ἐκ παντός ἀτόμου, ἐκ πάσης ὕλης, ἐκ πάσης ζώσης φύσεως ἐξέρχεται τό ᾆσμα τῆς πλάσεως, καί ὡς φωνή εὐγνώμονος λατρείας καί ἀτελευτήτου δεήσεως άνέρχεται πρός τόν Πλάστην. Ἁρμονία εἶναι τό πᾶν (38), καί τό καλόν τῆς φύσεως καί τό καλόν τῆς τέχνης (39), ἁρμονία τῶν ἐννοιῶν πρός ἀλλήλας καί πρός τό κοινόν αὐτῶν ἀντικείμενον εἶναι αὐτό τό ἀληθές, ἁρμονία τῶν ἀνθρωπίνων βουλῶν πρός τόν θεῖον νόμον, τῶν καρδιῶν καί τῶν αἰσθημάτων ἐν τῇ ἑνότητι τῆς θείας ἀγάπης, εἶναι αὐτή ἡ ἀγαθότης, ἡ τελεία ἀρετή. Καί τά μικρά, Κύριοι, μετέχουσι τῶν μεγάλων, καί εἷς ὁ νόμος ὁ ἐπί πάντων ἱστάμενος καί διά πάντων διήκων καί τά πάντα συνέχων καί ῥυθμίζων καί σώζων. Τόν νόμον τοῦτον τῆς καθολικῆς τῶν ἀνθρώπων ἀδελφότητος καθιστᾷ μᾶλλον ὁρατόν καί ἐναργέστερον ἐν ἡμῖν ὁ διά τῆς Ἑταιρίας συναπτόμενος στενώτερος καί γλυκύτερος σύνδεσμος πρός πραγματοποίησιν κοινωφελοῦς καί ὄντως πατριωτικοῦ καί θεαρέστου ἐπιχειρήματος. Τό πνεῦμα τοῦ συνεταιρισμοῦ παράγει ἀπανταχοῦ καί καθεκάστην ἀπροσδόκητα καί ἀπίστευτα θαύματα. Ὁ δέ νόμος τῆς ἀγάπης (40), ἐξ οὗ, ὡς ἔκ τινος οὐρανίου πηγῆς ἀποῤῥέει, εἶναι τό μέγα ἐλατήριον ὅλου τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου, καί αὐτή ἡ ζωή τοῦ νέου πολιτισμοῦ (41). Ἐάν τόν νόμον τοῦτον τηρήσωμεν, τό ἔργον μας σώζεται καί εὐοδοῦται, καί φθάνει εἰς τόν προορισμόν του, διότι θέλει ἔχει καί ἐκ τῆς κοινωνίας πρόθυμον συνδρομήν καί παρά τῆς Κυβερνήσεως καί παρά τοῦ ἐπιτίμου ἡμῶν Προέδρου, τοῦ εἰς πᾶν καλόν καί ἐπωφελές ἑτοίμου πάντοτε καί γενναίου ὑποστηρικτοῦ, ἰσχυράν ἀρωγήν καί προστασίαν. Καί πέποιθα ὅτι θέλει τηρηθῆ ὁ νόμος οὗτος, καί τοιουτοτρόπως θέλει ἐπί μᾶλλον καί μᾶλλον προοδεύσει τό φιλόκαλον τοῦτο Κατάστημα, διότι ἡ φιλοκαλία εἶναι ἔμφυτος ἐν ἡμῖν καί πατροπαράδοτος, καί ἡ Ἑταιρία μας, δυνάμεθα νά τό εἴπωμεν ἄνευ κομπασμοῦ, εἶναι ἤδη κόσμημα ἀπαραίτητον καί ἀχώριστον τῆς κοινωνικῆς μας ὑπάρξεως. Μέ τήν ἔνθερμον ταύτην εὐχήν ἄς ἀποχωρισθῶμεν, φίλοι συνέταιροι, ἐπί τοῦ παρόντος, συγχαίροντες ἐκ νέου τούς προσφιλεῖς μαθητάς τῶν σχολῶν μας καί ἐγκαρδίους ἀπονέμοντες εὐχαριστίας πρός πάντας τούς φίλους ἡμῶν καί εὐεργέτας.»”


SUMMARY

A Petros Brailas-Armenis’ unknown text about Music

The text which we publish and comment in our essay, accompanied by an introduction, is a speech that Petros Brailas-Armenis (1812/13-1884), a great philosopher and politician born in the island of Corfu, declaimed at an award presentation for new musicians that excelled in a competition. This text was originally published in a local newspaper, O Paratiritis (: The Observer) on 16/28 September of 1861.
In that text is initially stressed the high importance of teaching music and its pedagogical contribution to the formation of a society which experiences “the sacred sentiment of beautiful” continuing and reinforcing “the ancient tradition of greek art”. Followingly, after Brailas has praised on his own unique way those musicians “who excelled”, he extols the person of the President of music studies of the “Philarmonic Society of Corfu”, Nikolaos Ch. Manzaros, connecting the latter’s instructive and compositional work with the artist’s struggle to realize and embody the ideal of his art, as well as placing Music in his philosophical system.
As far as the search of the Brailian philosophical system is concerned, it is exceptionally interesting to comment on the condensation of his Aesthetics – or “Kalology” as he prefers to name it- and its direct connection with the whοle train of thought of his doctrine. In every line of his text is imprinted a part of his philosophical views and the searcher discovers, is astonished and admires a micrography of the Brailian philosophical work, while, at the same time, he ascertains Brailas’ special relations to Music.


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1. Στον 1ο τόμο από τους 8 που έχουν εκδοθεί με τα φιλοσοφικά έργα του Βράιλα, στη σειρά «Corpus Philosophorum Graecorum Recentiorum» (C.P.G.R.), ο φιλόσοφος και ακαδημαϊκός Ε. Μουτσόπουλος, στον οποίο οφείλεται η αναγέννηση του ενδιαφέροντος της έρευνας για το βραϊλιανό έργο, στη γενική «Εισαγωγή» του για τον κερκυραίο φιλόσοφο παραθέτει μεταξύ των άλλων βιογραφία του Βράιλα (σσ. με΄ –νστ΄), όπως και σχετική παλαιότερη βιβλιογραφία (σσ. νζ΄- οα΄), ενώ συγχρόνως έχει συγγράψει στα γαλλικά το έργο: Le problème du Beau chez Pétros Vraïlas-Arménis, Publications des Annales de la Faculté des Lettres et Sciences Humaines d’ Aix, No 27, éd. Ophrys, Aix-en-Provence, 1960, στα αγγλικά το: Petros Brailas-Armenis, Twayne Publishers, Inc., (TWAS 261), New York, 1974, καθώς και διάφορα άρθρα, (ορισμένα από τα οποία αναφέρουμε σε επόμενες σημειώσεις μας).
2. Πβ. και τον Πρόλογο του Ε. Μουτσόπουλου, «Η παρουσία του πλατωνισμού στον βραϊλιανισμό», στο βιβλίο του Α. Μάνου, Η αξιολογία του Πέτρου Βράιλα-Αρμένη. Πλατωνικές και νεοπλατωνικές επιδράσεις, Ίδρυμα Ερεύνης και Εκδόσεων Νεοελληνικής Φιλοσοφίας, [σειρά «Έρευνες» αρ. 3], Αθήνα, 1994, σ. 9.
3. Πολλές από τις διαφοροποιήσεις του Βράιλα τόσο από την αρχαία, όσο και από τη φιλοσοφία του καιρού του έχουν επισημανθεί και τονιστεί στη διδακτορική διατριβή του Α. Βασιλάκη, Η οντολογία του ωραίου στο έργο του Πέτρου Βράιλα-Αρμένη, Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, Αθήνα, 2009.
4. Για τον βραϊλιανό προβληματισμό σχετικά με την αισθητική ή καλολογία, όπως ο ίδιος ο Κερκυραίος φιλόσοφος προτιμά να ονομάζει (πβ. π.χ. Π. Βράιλας-Αρμένης, «Ιστορία και ορισμός της εννοίας του καλού», (1866), Φιλοσοφικά Έργα, τ.4α, επιμ. εκδ. και παρουσ. υπό Ε. Μουτσοπούλου και Α. Γλυκοφρύδου-Λεοντσίνη, C.P.G.R., Αθήναι, 1973, σ. 408, στίχοι 10-12), βλ. το έργο του Ε. Μουτσόπουλου, Le problème du Beau chez Pétros Vraïlas-Arménis, ό.π., τα άρθρα του ιδίου, «Μία λησμονημένη ελληνική αισθητική», Παρνασσός, τ. Δ΄, αρ. 2 (1962), 181-186, και «Η αισθητική του Πέτρου Βράιλα-Αρμένη», Ελληνική Φιλοσοφική Επιθεώρηση, τόμ. 2, τεύχ. 5 (1985), 139-145, καθώς και Α. Βασιλάκης, ό.π., όπου και η μέχρι σήμερα βιβλιογραφία για το βραϊλιανό έργο.
5. Στο μεγαλύτερο Κερκυραίο θεολογούντα φιλόσοφο του 18ου αι., μάλιστα, τον επίσκοπο Ευγένιο Βούλγαρι, ο Βράιλας τρέφει ιδιαίτερο σεβασμό, θεωρώντας τον εαυτό του πνευματικό επίγονο του πρώτου. Ο Βούλγαρις, άλλωστε, είναι ο μόνος έλληνας στου οποίου το έργο ο Βράιλας έχει συγκεκριμένη αναφορά. στο Περί πρώτων ιδεών και αρχών δοκίμιον, (1851), Φιλοσοφικά Έργα, τ. 1, επιμ. εκδ. και παρουσ. υπό Ε. Μουτσοπούλου και Αικ. Δώδου, C.Ρ.G.R., Θεσσαλονίκη, 1969, σσ. 25-26, σημ. 5, διερχόμενος οντολογικά προβλήματα ονομάζει το Βούλγαρι «περικλεή της Κερκύρας και της Ελλάδος φωστήρα», ενώ στο τελευταίο και εξαιρετικής συμπύκνωσης έργο του Βράιλα, τις Φιλοθέου και Ευγενίου Επιστολές, ήτοι σύντομος περί ψυχής και Θεού διδασκαλία, (1884),Φιλοσοφικά Έργα, τ. 2, επιμ. εκδ. και παρουσ. υπό Ε. Μουτσοπούλου και Αικ. Δώδου, C.P.G.R., Θεσσαλονίκη, 1971, σσ. 229-388, δεν θα ήταν υπερβολικό να υποθέσουμε ότι τα πρόσωπα που ανταλλάσσουν τις επιστολές, ο Φιλόθεος και ο Ευγένιος, συνδέονται τόσο με τον κατεξοχήν “φιλόθεο” Βράιλα, όσο και με τον Ευγένιο Βούλγαρι, του οποίου το έργο Αδολεσχία φιλόθεος ήτοι, εκ της αναγνώσεως της ιεράς Μωσαϊκής Πεντατεύχου Βίβλου επιστάσεις ψυχωφελείς τε και σωτηριώδεις, ά.τ., 1801 δεν μπορεί παρά να γνώριζε ο Βράιλας. Για περαιτέρω επισημάνσεις πβ. Α. Βασιλάκης, ό.π., σς. 27-28. [Στην ευκαιρία της αναφοράς μας στο Βούλγαρι ας προστεθεί επίσης ότι μεταξύ των έργων του έχει συγγράψει και Πραγματεία περί μουσικής, εκδ. εκ χειρογράφου της εν Κιέβω Βιβλιοθήκης υπό Ανδρ. Κ. Δημητρακοπούλου, Αρχιμανδρίτου, εν Τεργέστη, τύποις του Αυστριακού Λόϋδ, 1868. Βιβλιοθήκη Ιστορικών Μελετών 86, Μουσικολογική Σειρά Γ΄, Βιβλιοπωλείον Νότη Καραβία, Αθήναι MCMLXXV. (Βλ. επίσης και τη σχετική ανάλυση του Χ. Ξανθουδάκη, «Η πραγματεία περί μουσικής του Ευγενίου Βουλγάρεως», Σύγκριση/Comparaison, 12 [(2001), 101-117).]
6. O Βράιλας πέραν του άρθρου του «Περί ποιήσεως», (1866), Φιλ. Έργα, τ. 4α, ό.π., σσ. 349-377, προχωρεί και σε ειδικότερη ανάλυση ποιημάτων του Ιουλίου Τυπάλδου· βλ. «Ι. Τυπάλδου ποιήματα διάφορα», (1858), Φιλ. Έργα, τ. 4α, ό.π., σσ. 491-503. Βλ. σχετικά και Α. Γλυκοφρύδη-Λεοντσίνη, «Ο Π. Βράιλας-Αρμένης ως θεωρητικός και ως κριτικός της ποίησης», Νεοελληνική Φιλοσοφία. Πρόσωπα και θέματα, εκδ. Αφοί Τολίδη, Αθήνα, 1993, σσ. 263-264 (= «Ο Π. Βράιλας-Αρμένης… ποίησης», Πρακτικά του Ε΄ Διεθνούς Πανιονίου Συνεδρίου (Αργοστόλι – Ληξούρι, 17-21 Μαΐου 1986), τ.4, Αργοστόλι 1991, σσ. 570-571).
Στο σημείο αυτό οφείλουμε να σημειώσουμε πως ο Κωστής Παλαμάς, που περισσότερο από κάθε άλλον ποιητή της ηπειρωτικής Ελλάδας μετά τη μεταφορά του ελληνικού κέντρου στην Αθήνα θαυμάζει τον επτανησιακό πολιτισμό (βλ. λ.χ. Κωστής Παλαμάς, Διονύσιος Σολωμός, επιμ. Μ.Κ. Χατζηγιακουμής, εκδ. Ερμής, Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 1970, και του ιδίου, «Κάλβος ο Ζακύνθιος», (1888), Άπαντα, τ.2, σσ. 28-59), στην ομιλία του στον Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός» ήδη το 1888 για τον Κάλβο, αναφερόμενος στην επτανησιακή ποίηση παραθέτει αυτολεξεί χωρίο του Βράιλα από την προαναφερθείσα μελέτη του τελευταίου, «Ι. Τυπάλδου ποιήματα διάφορα», (ό.π., σ. 503, στ. 9-11 και 13-17), ενώ για τον ίδιο τον Κερκυραίο φιλόσοφο ο μεγάλος μας ποιητής χρησιμοποιεί το προσωνύμιο «σοφός ανήρ». (Πβ. Κ. Παλαμάς, ό.π., σ. 33).
Τέλος, λαμβάνοντας αφορμή από την προηγούμενη αναφορά μας στη «μεταφορά του ελληνικού κέντρου στην Αθήνα» θα θέλαμε να σημειωθεί ότι ο Βράιλας προφήτευσε τους κινδύνους ενός αθηναϊκού συγκεντρωτισμού λέγοντας κατά την 10η Ιόνιο Βουλή, και σχετικά με την κατάργηση της Ιονίου Ακαδημίας , της οποίας διετέλεσε καθηγητής της φιλοσοφίας από το 1854 ως το 1864, έτος κατά το οποίο η Ιόνιος Ακαδημία κλείνει (βλ. σχετικά Γ. Σαλβάνος – Β. Γ. Σαλβάνου, Η Ιόνιος Ακαδημία, ο ιδρυτής αυτής κόμις Γύλφορδ, οι καθηγηταί και σπουδασταί αυτής, (ανάτυπον εκ του Πανηγυρικού Τεύχους της Ελληνικής Δημιουργίας), Αθήναι, 1949, και Ν.Κ. Κουρκουμέλης, Η εκπαίδευση στην Κέρκυρα κατά τη διάρκεια της βρετανικής προστασίας (1816-1864), Σύλλογος προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων, Αθήνα, 2002), τα εξής: «Νομίζετε ότι πολλαπλασιάζετε τα φώτα, συγκεντρώνοντες αυτά εις μίαν μόνην εστίαν; Πόθεν το κλέος της Γερμανίας, ειμή διότι εις έκαστον κράτος αυτής ευρίσκονται μουσεία και πανεπιστήμια; Αντιβαίνετε τότε και εις το ελληνικόν πνεύμα, το οποίον δεν είναι συγκέντρωσις, αλλ’ η ποικιλία, η διάχυσις και επέκτασις των φώτων». (Πρακτικά της Συνεδρίασης ΜΓ’ β’ περιόδου της 10ης Βουλής του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων. Πβ. Γ. Χυτήρης, «Παρακωλύσεις και αντιτάξεις. Οι δύσκολες στιγμές του Παν/μίου της Κερκύρας», Δελτίον Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας 7 (1970), σ. 107.
7. Ο Βράιλας, μάλιστα, στον <Επικήδειον εις Δ. Σολωμόν>, Φιλ. ΄Εργ., τ. 4α, ό.π. σσ. 507-516, προσεγγίζει την ποιητική μεγαλοφυία του Σολωμού με τις δικές του καλολογικές –αισθητικές προϋποθέσεις επιχειρώντας μια, κατά τη βραϊλιανή ορολογία, «εφηρμοσμένη καλολογία». (Πβ. Π. Βράιλας-Αρμένης, «Περί ποιήσεως», ό.π., σ. 367, στ. 39).
8. Για τις σχέσεις Βράιλα-Μάντζαρου βλ. κατωτέρω την σημείωση 35.
9. Φιλ. ΄Εργ., τ.1, ό.π., σσ. 338-340.
10. Φιλ. ΄Εργ., τ. 4α, ό.π., σσ. 319-340.
11. Βλ. και το σχετικό υποκεφάλαιο (Γ’3.2.1.) «Η μουσική», στο μνημονευθέν πόνημα του Α. Βασιλάκη, ό.π., σσ. 273-312.
12. Ας δοθεί όμως πολλή προσοχή στο γεγονός ότι στο τέλος των χειρογράφων των Θεωρ. και πρακτ. Φιλοσ. Στοιχείων (στο εξής: Στοιχεία), όπου περιέχεται και «Καλολογία» με πυκνή αναφορά στις γνωστές πέντε τέχνες, δηλ. την αρχιτεκτονική, τη γλυπτική, τη ζωγραφική, τη μουσική και την ποίηση (βλ. Στοιχεία, ό.π., σσ. 326-345), υπάρχει η χρονική και τοπική ένδειξη «Κερκύρᾳ τῇ 19 Νοεμβρίου 1859 Σ.Ν. [: Stile Nuovo]», (πβ. «Εισαγωγικόν Σημείωμα» εκδοτών στον 1ο τόμο των Φιλ. Έργων του Βράιλα, σ. 213), που σημαίνει ότι ήδη ο φιλόσοφος είχε συνθέσει μια σύντομη και πυκνή αναφορά για τη μουσική. Ωστόσο, στο κείμενο που τώρα δημοσιεύουμε, το οποίο ουσιαστικά είναι το πρώτο χρονικά που βλέπει το φως της δημοσιότητας και με αυτήν την σημασία αναφέρεται η «χρονική πρωτιά» στο κείμενό μας, λάμπουν περισσότερο κάποια εντελώς προσωπικά στοιχεία – προανακρούσματα του άρθρου «Περί μουσικής», (ό.π.) του 1866.
13. Πβ. Λ. Βροκίνης, Έργα. Βιογραφικά σχεδάρια, τεύχη Α΄ και Β΄, επιμ. – προλεγ. Κώστα Δαφνή, Κερκυραϊκά Χρονικά, τ. XVI, Κέρκυρα, 1972, σ. 196.
14. Σχετική πληροφορία διασώζει και ο Σπ. Μοτσενίγος, Νεοελληνική μουσική. Συμβολή εις την ιστορίαν της, Αθήναι, 1958, σ. 160: «Τὸ 1858 ὁ Πρόεδρος [ἔνν. τῆς Φιλαρμονικῆς Ἑταιρείας Κερκύρας] Βράϊλας-Ἀρμένης ἐπρότεινεν ὅπως, διὰ νὰ προκληθῇ ἅμιλλα μεταξὺ τῶν μαθητῶν, ὀργανωθῇ μουσικὸς διαγωνισμὸς μὲ χρηματικὰ βραβεῖα. Ὁ πρῶτος διεξήχθη τὴν 11ην Σεπτεμβρίου 1861. Ὁ Μάντζαρος ἀνέγνωσε τὴν ἔκθεσιν καὶ ὁ Ἁρμοστὴς Henry Storx – παρουσίᾳ τοῦ ὁποίου ἐγένετο ὁ διαγωνισμὸς – διένειμε τὰ χρυσὰ καὶ ἀργυρὰ μετάλλια εἰς τοὺς ἀρίστους. Τὸ ἑσπέρας ἐδόθη καὶ συναυλία εἰς τὸ κατάστημα».
15. Βλ. την Πολιτική και Φιλολογική Εφημερίδα Ὁ Παρατηρητής, αρ. 182, Δ΄ Ἔτος, Κερκύρᾳ τῇ 16/28 Σεπτεμβρίου 1861, σσ. 2α-3α. (κάθε σελίδα της εφημ. χωρίζεται σε 3 στήλες).
16. Ο Σ. Μοτσενίγος, ό.π., σ. 148 αναφέρει πως η κύρια συνεδρίαση κατά την οποία ιδρύθηκε επίσημα η «Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας» έγινε την 12η Σεπτεμβρίου 1840, ενώ είχαν προηγηθεί κι άλλες συνεδριάσεις, όπως αυτή της 11ης Σεπτ. ’40. Πάντως, αναφέρεται επίσης (ό.π., σ. 147, σημ. 1), ότι ανεπίσημα η «Φιλαρμονική» λειτουργούσε ήδη από το 1837.
17. Πρόκειται, όπως προκύπτει και από προηγούμενη μας σημείωση, για τον Sir Henry Storx, τον τελευταίο Αρμοστή (1859-1864), πριν την Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα (21 Μαΐου 1864). [Από την πλούσια βιβλιογραφία σχετικά με την προστασία των Επτανήσων και την ένωσή τους με την Ελλάδα βλ. και την πρόσφατη αναφορά του Α. Αγιούς, Η Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα, εκδ. Σταμούλη α.ε., Αθήνα, 2006.]
18. Πρόκειται για τον Αλέξανδρο Δαμασκηνό.
19. Πιθανότατα πρόκειται για το Δημήτριο Κουρκουμέλη.
20. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω στη σημ. 14, την πρόταση απονομής των βραβείων είχε κάνει ο Βράιλας, που είχε διατελέσει πρόεδρος της Φιλαρμονικής Εταιρείας το 1858 (πβ. Σ. Μοτσενίγος, ό.π., σ. 160), ενώ από το 1859 μέχρι και τις μετά την Ένωση μέρες είχε διατελέσει τακτικός πρόεδρος της «Φιλαρμονικής» (πβ. Λ. Βροκίνης, ό.π., σ. 196).
21. Η έννοια της «φιλοκαλίας» είναι ένα από τα κλειδιά κατανόησης της βραϊλιανής αισθητικής, όπου το ωραίο (-καλό) συμπορεύεται και συνυπάρχει πάντοτε με το αγαθό και το αληθές, (για αυτήν την «τριάδα» βλ. κατωτ. την σημ. 29), καθώς και το περιεχόμενο αυτής της έννοιας είναι φορτισμένο τόσο με την αρχαία, όσο και με την πατερική αντίληψη. Ενδεικτικά, βλ. Π. Βράιλας-Αρμένης, Στοιχεία…., ό.π., σ. 323, στ. 24-30 και ό.π.. σ. 324, στ. 9-16, καθώς και τη σχετική σημείωση, με τις διάφορες αναφορές, που κάνει ο Α. Βασιλάκης, ό.π., σ. 172, σημ. 2, (που περιλαμβάνεται στο υποκεφάλαιο Γ’1.1.: «Η φαντασία και η υπέρβαση του λόγου»).
22. Για την έννοια της ισότητας στο Βράιλα, την οποία εμπλουτίζει και με την αγάπη, βλ. και το άρθρο του, «Ο νέος πολιτισμὸς παραβαλλόμενος προς τον αρχαίον», Φιλ. Έργ., τ. 4β, επιμ. εκδ. και παρουσ. υπό Ε. Μουτσοπούλου και Α. Γλυκοφρύδη-Λεοντσίνη, C.G.P.R., Αθήναι, 1974, σ. 307, στ. 29-σ.308, στ.9: «Ὁ βίος λοιπὸν τοῦ ἀτόμου, τῆς οἰκογενείας, τῆς κοινωνίας καὶ τοῦ συνόλου τῶν κοινωνιῶν ὃσαι μετέχουσι τοῦ νέου πολιτισμοῦ, βασίζεται εἰς τὴν ἀρχὴν τῆς κατὰ φύσιν ἰσότητος ἥτις δὲν εἶναι εἰμὴ αὐτὴ ἡ ἀρχὴ τοῦ δικαίου. Ἡ βιομηχανικὴ ἀνάπτυξις καὶ ἡ ὑλικὴ ἑπομένως εὐημερία, ἡ ἠθικὴ τελειοποίησις ἢ ἡ βαθμικὴ ἀνακάλυψις τῆς ἀληθείας, ἡ κοινωνικὴ καὶ πολιτικὴ πρόοδος ἥτις ὡς τελευταῖον προϊὸν παράγει τὴν κυριαρχίαν τοῦ λόγου καὶ τὴν πολιτικὴν ἐλευθερίαν, εἶναι ὅλα πορίσματα, συνέπειαι καὶ ἀποτελέσματα μιᾶς μόνης ἀρχῆς, μιᾶς μόνης ἐννοίας, τῆς ἐννοίας τοῦ δικαίου. Τὸ δίκαιον ἄρα εἶναι ἡ βάσις καὶ ἡ πηγὴ τοῦ νέου πολιτισμοῦ. Ἀλλ’ ἡ βασιλεία τοῦ δικαίου, εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ λόγου. ἡ ἰσονομία, ἢ ἡ ἀναγνώρισις καὶ ἡ ἐξ ἴσου πάντων τῶν δικαιωμάτων προστασία, ἐπιβάλλεται εἰς τὸν ἄνθρωπον ἀπὸ τὸν λόγον καὶ πραγματοποιεῖται διὰ τῆς πρὸς ἀλλήλους ἀγάπης.Τί ἄλλο δὲ εἶναι ὁ ἀνθρώπινος λόγος εἰμὴ ἀμυδρά τις ἀντανάκλασις τοῦ θείου λόγου, καὶ ἡ πρὸς ἀλλήλους ἀγάπη τί ἄλλο εἶναι εἰμὴ αὐτὸς ὁ θεμελιώδης νόμος καὶ ἡ κυρία ἐντολὴ τῆς ἠθικῆς του Εὐαγγελίου;».
23. Από αυτό το σημείο του κειμένου έως το τέλος της επόμενης περιόδου («… ἐπανάγει τὸν ἄνθρωπον πρὸς τὸ θεῖον») ο Βράιλας κατορθώνει να συμπυκνώσει μέσα σε 15 στίχους σχεδόν ολόκληρο το αισθητικό του σύστημα δίδοντας στην τέχνη τη θέση που της αρμόζει, ενώ και εδώ, όπως και σε κάθε του κείμενο, δεν θα ηταν δυνατόν να προστεθεί ούτε να αφαιρεθεί έστω και μία λέξη, που κάθε μια τους φέρει ένα βαρύτατο εννοιολογικό φορτίο.
24. Έκφραση που συνδέεται με τις περί υψηλού απόψεις του Βράιλα, οι οποίες διαφοροποιούνται από τις σχετικές καντιανές. Βλ. Π. Βράιλας-Αρμένης, «Ιστορία και ορισμός της εννοίας του καλού», Φιλ. ΄Εργ., τ. 4α, ό.π., σσ. 458-464, (οι οποίες περιλαμβάνονται στο Δ΄ κεφάλαιο της μελέτης αυτής με τίτλο: «Περί υψηλού, χαρίεντος και γελοίου». Σχετικά με τις βραϊλιανές “αισθητικές κατηγορίες” βλ. και Ε. Μoutsopoulos, Le problème du Beau chez Pétros Vraïlas-Arménis, ό.π., σσ. 117-139, του ιδίου, «Οι αισθητικές κατηγορίες κατά τον Πέτρο Βράιλα-Αρμένη», ανακοίνωση που διαβάστηκε στο ΣΤ΄ Διεθνές Πανιόνιο Συνέδριο, (Ζάκυνθος, 23-27 Σεπτεμβρίου 1997), (δακτυλογρ.), και Α. Βασιλάκης, ό.π., σσ. 139-156, κεφ. Β’2ο: «Ένας τριμερής διαφορισμός του υπέροχου όντος – οι “αισθητικές κατηγορίες”».
25. Πβ. Καλλιστράτου, ᾿Εκφράσεις, ΙΙΙ, 1: «οὐ γάρ μοι θεμιτόν μή καλεῑν ἱερά τά τέχνης γεννήματα». Πβ. και Π. Βράιλας-Αρμένης, <Επικήδειος εις Δ. Σολωμόν>, ό.π. σ. 514, στ. 29-30.
26. Σχετικά βλ. Π. Βράιλας-Αρμένης, Στοιχεία, ό.π., σ. 328, στ. 1-7, αλλά και στα εξής άρθρα του φιλοσόφου: «Περί καλού», Φιλ. ΄Εργ., τ. 4α, ό.π., σ. 217, στ. 7-26, «Περί της ιστορικής αποστολής του Ελληνισμού», Φιλ. ΄Εργ., τ. 4β, σ. 366, και «Περί των χαρακτήρων της ελληνικής διανοίας», Φιλ. Έργ., τ. 4β, ό.π., σσ. 397-399.
27. Για την έννοια της αρμονίας στο φιλοσοφικό σύστημα του Βράιλα βλ. Ε. Μοutsopoulos, Le problème du Beau…, ό.π., σσ. 101-102, υποκεφ:. «L’ harmonie», και Α. Βασιλάκης, ό.π., σσ. 136-138 (:υποκεφ. Β΄ 1.3.6.). Επίσης, πυκνές αναφορές στην αρμονία κάνει ο Κερκυραίος φιλόσοφος στη συνέχεια τού κειμένου που δημοσιεύουμε, και πιο συγκεκριμένα στο μέσο περίπου της τελευταίας παραγράφου του. (Βλ. και κατωτ. σημ. 38). Ωστόσο, φαίνεται πως στο συγκεκριμένο σημείο του κειμένου εδώ η έννοια χρησιμοποιείται με το ιδιαίτερο μουσικό της περιεχόμενο. Για τη χρήση της έννοιας της αρμονίας, πάντως, από το Βράιλα στο «Περί μουσικής» άρθρο του βλ. «Περί μουσικής», ό.π., σ. 321, στ. 21-25, σ. 326, στ. 4-6, σ. 328, στ. 36-38, σ. 330, στ. 34 – σ. 331, στ. 24 και σ. 336, στ. 12-16.
28. Η διατύπωση «… θεῖον δῶρον ἄνωθεν κατερχόμενον, περιβάλλει διὰ τοῦ ἰδίου φωτός….» παραπέμπει άμεσα στο «ὅτι πᾶσα δόσις ἀγαθὴ καὶ πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθέν ἐστι, καταβαῖνον ἔκ σοῦ τοῦ Πατρὸς τῶν φώτων,...» από την Οπισθάμβωνο ευχή της Θ. Λειτουργίας. Άλλωστε ο Βράιλας σχεδόν σε όλα του τα κείμενα δεν αγνοεί τη γλώσσα της λατρείας των Πατέρων και των μεγάλων υμνογράφων, αφού και ο εκλεκτικισμός του εκτείνεται πέρα και πάνω από τα όρια του ευρωπαϊκού εκλεκτικισμού, (καθώς ο Κερκυραίος φιλόσοφος είχε μαθητεύσει κοντά στον V. Cousin, τον αρχηγέτη της εκλεκτικιστικής σχολής της Γαλλίας στο α΄ μισό του 19ου αι.· βλ. σχετικά και Ε. Μαργαρίτου – Ανδριανέση, Η διαμόρφωση του νεώτερου Εκλεκτικισμού και το πνεύμα του Εγκυκλοπαιδισμού κατά τον 19ο αι. V. Cousin, A. Rosmini, Π. Βράιλας-Αρμένης, Ίδρυμα Ερεύνης και Εκδόσεων Νεοελληνικής Φιλοσοφίας, Σειρά «Έρευναι» αρ. 5, Αθήνα, 2004), περιλαμβάνοντας σε αυτόν όχι μόνον την αρχαιοελληνική και την ευρωπαϊκή, αλλά και την εμπειρία της μέσης ελληνικής περιόδου, της βυζαντινής. Στο άρθρο του Βράιλα «Ανατολή και Δύσις», (1854), Φιλ. ΄Εργ., τ. 4β, ό.π., σσ. 325-336 κατατίθεται με ευθύ τρόπο και καταφαίνεται η πληρότητα των φιλοσοφικών του προϋποθέσεων.
29. Σε αυτές τις γραμμές διατυπώνεται η μεγίστης σημασίας για τη βραϊλιανή φιλοσοφία, την αισθητική και τη θέση της τέχνης στο σύστημα του Κερκυραίου στοχαστή σχέση της αλήθειας, του αγαθού και του ωραίου, τριάδας ισοδύναμων μεγεθών με κοινή την ουσία, αλλά τρεις υποστάσεις. Σχετικά βλ. Π. Βράιλας-Αρμένης, Περί πρώτων αρχών και ιδεών δοκίμιο (στο εξής Δοκίμιο), ό.π., σσ. 166-168, κεφ. ΙΕ΄ «Περί αληθούς, αγαθού και καλού», καθώς και Α. Βασιλάκης, ό.π., σσ. 63-75, υποκεφ. (του Α΄ 2ου κεφ.: «Η τριαδική δήλωση του όντος και η πλήρωσή του») Α΄2.1.: «Αληθές-αγαθό-καλό».
30. Πρόκειται για τη βασίλισσα του Ηνωμένου Βασιλείου Βικτωρία που γεννήθηκε το 1819 και βασίλευσε από το 1837 έως το θάνατό της, το 1901).
31. Ελκύει την προσοχή μας το γεγονός ότι ο Βράιλας μέσα σε δύο γραμμές χρησιμοποιεί επανειλημμένως την έννοια της προστασίας, και, πιθανόν, με αποχρώσες διαφοροποιήσεις, αφού άλλη είναι η προστασία του εκ Τριμυθούντος της Κύπρου Αγίου Σπυρίδωνος και άλλη αυτή της βρετανίδος ανάσσης.
32. Η πλατωνικής έμπνευσης έκφραση χρησιμοποιείται συχνά από το Βράιλα. Πβ. Φιλοθέου και Ευγενίου Επιστολαί, ό.π., σ. 373, στ. 18-21, Περί ψυχής και ηθικού νόμου διατριβαί, Φιλ. ΄Εργ., τ. 2, ό.π., σ. 193, στ. 7-8, και «Περί Προνοίας», Φιλ. ΄Εργ., τ. 4β, ό.π., σ. 163, στ. 23-30, όπου γίνεται λόγος για «έρωτα καλού».
33. Πβ. και Δοκίμιο…, ό.π., σ. 190, στ. 33 - σ. 191, στ. 2: «Ἡ ἔμπνευσις οὔτε ἀποκτᾶται, οὔτε μεταδίδεται, ἀλλ’εἶναι δῶρον τὸ ὁποῖον ὁ Θεὸς κάμνει εἰς ὀλίγα τινὰ προνομιακὰ ὄντα, ἀποκαλύπτοντα ἁρμονικῶς τὴν ἀλήθειαν, ἀγαπώμενα καὶ σεβόμενα ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων ὡς μυσταγωγοὶ καὶ ἱερεῖς θείας τινὸς λατρείας. Ὁ καλλιτέχνης εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχὴν ἄνθρωπος.·».
34. Ο Βράιλας φαίνεται να αναφέρεται εδώ και σε όλες τις καλές τέχνες και τη σχέση μεταξύ τους, καθώς «ἰσόβαθμοι οὖσαι καὶ ἰσότιμοι καὶ ἰσοδίκαιοι, ὁμοιάζουσι τὰ ποικιλόχροα φύλλα ἑνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ ἄνθους, τοῦ ἄνθους τοῦ καλοῦ» (:Π. Βράϊλας-Ἀρμένης, Δοκίμιο, ὅ.π., σ. 192, στ. 5-7). Πβ. καὶ τοῦ ἰδίου, «Περὶ καλοῦ», Φιλ. Ἔργ., τ. 4α , ὁ.π., σ. 221, στ. 2-5: «… διότι ἑκάστη αὐτῶν [ἔνν. τῶν τεχνῶν] ἔχει τὰ ἴδια πλεονεκτήματα τάς ἐλλείψεις ἀναπληροῦντα, καὶ πᾶσαι ὁμοὺ συμπαρίστανται ὡς σεμναὶ παρθένοι, αἵτινες ἐξ ἴσου ἐμφαίνουσιν ἐν τῷ κάλλει τοῦ προσώπου τὴν αὐτὴν οὐράνιον καταγωγήν.»
35. Ο φιλόσοφος εννοεί, βέβαια, το Ν.Χ. Μάντζαρο, με τον οποίο διατηρούσε φιλικότατες σχέσεις. Πβ. και τη σημείωση στον <Επικήδειον εις Δ. Σολωμόν>, ό.π., σ. 508: «Εἰς τᾶς περὶ καλολογίας παραδόσεις τοῦ Βράϊλα, τακτικῶς ἐφοίτα ὁ Μάντζαρος ὁ μουσουργός του ὕμνου, ὡς ὁ Βράϊλας ἐφοίτα εἰς τᾶς περὶ ἁρμονίας παραδόσεις τοῦ Μαντζάρου», καθώς και τη βραϊλιανή σημείωση 2 στο «Περί μουσικής», (1866), ό.π., σ. 349: «Καὶ ἕτερος λόγος ὑπῆρχε δι’ ὃν ἠδυνάμεθα καὶ ὅλως νὰ παραλείψωμεν τὸ μέρος τοῦτο τῆς περὶ καλοῦ παραδόσεως ἐν Κερκύρᾳ, ἔνθα ὁ περικλεὴς Μάντζαρος ἀπὸ πλείστων ἤδη ἐτῶν μὲ ζῆλον ἴσον πρὸς τὴν σοφίαν αὐτοῦ καὶ μὲ σπανίαν γενναιότητα πάντας τοὺς τε θεωρητικοὺς καὶ πρακτικοὺς κλάδους τῆς τέχνης ταύτης διδάσκει, καὶ δι’ ἔργων ἀμιμήτου κατὰ τὸ εἶδος αὐτῶν τελειότητος καὶ αὐτὴν τιμᾷ καὶ ἑαυτὸν καὶ τὸ ἔθνος.»
Άλλωστε, όπως αναφέρει και ο Σ. Μοτσενίγος, ό.π., σ. 107, ο Βράιλας ανήκε στο στενό κύκλο ακροατών και θαυμαστών του Κερκυραίου μουσουργού μαζί με τους: Διονύσιο Σολωμό, Λούντζη, Giuseppe Regaldi, Γεράσιμο Μαρκορά, Ιούλιο Τυπάλδο, Ιάκωβο Πολυλά, Ανδρέα Μουστοξύδη, Nicolo Tomaseo κ.ά. Μάλιστα, πρέπει να σημειωθεί επίσης πως στο Μάντζαρο απονεμήθηκε ισόβια σύνταξη από τη Βουλή του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων επι της προεδρίας του Βράιλα (πβ. ό.π., σ. 104), ενώ ο ίδιος ο Μάντζαρος είχε αφιερώσει μια του σύνθεση, την «Cavatina της νεαράς νύμφης» για υψίφωνο και συνοδεία πιάνου, στη σύζυγο του Βράιλα, τη Μαριάννα Γ. Βράιλα (πβ. ό.π., σ. 130).
Τέλος, δεν θεωρούμε άσκοπο με αφορμή προαναφερθείσα βραϊλιανή έκφραση για τη διδασκαλία από μέρους Μαντζάρου και των πρακτικών, αλλά και των θεωρητικών κλάδων της μουσικής τέχνης «δι’ ἔργων ἀμιμήτου κατὰ τὸ εἶδος αὐτῶν τελειότητος», να σταχυολογήσουμε ορισμένα μόνο θεωρητικά πονήματα του σημαντικού Επτανήσιου μουσουργού:
- Υπόμνημα περί της αρχαίας μουσικής και της προόδου της νεωτέρας τέχνης, που δημοσιεύθηκε στη Νάπολη στα ιταλικά,
- Αισθητικο-κριτική ανάλυσις κλασικών έργων των Γάλλων μουσικοσυνθετών Monsigny και Grétry, που εκδόθηκε στην Κέρκυρα το 1851 στα ιταλικά από το τυπογραφείο «Σχερία» με δαπάνες της «Φιλαρμονικής Εταιρείας Κερκύρας». (ο πλήρης τίτλος στα ιταλικά ηταν: «Rapporto del Cav. N. Manzaro presidente della Musica della Società Filarmonica de Corfu ec. ec. relativo al dono di Alcune opere di Monsigny e Grétry fallo alla Medesima dal Chiarissimo di lei socio onorario J. Lardin di Parigi». Ίσως μάλιστα να μην είναι εντελώς τυχαίο ότι και ο Βράιλας αναφέρει στο «Περί μουσικής», ό.π., σ. 339, στ. 9, μέσα στους διάφορους συνθέτες που φέρνει ως παραδείγματα και τους Monsigny και Grétry),
-
Πραγματεία περί θεωρίας της αρμονίας,
- Πραγματεία της Μουσικής («Trattato di Musica»),
κ.α. Πβ. σχετικά και τις πολύτιμες πληροφορίες που παρέχει ο Σ. Μοτσενίγος, ό.π., ιδιαίτερα στις σσ. 133-138.
Επίσης, για το πολυσχιδές έργο του Μάντζαρου βλ. Γ. Λεωτσάκος, «Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος (1795-1872) – Για ένα μικρό του εγκόλπιο», Μουσικολογία, 5-6 (1987), 228-271, και τις συγκεντρωμένες μελέτες στο βιβλίο: Χ. Ξανθουδάκης – Μ. Καρδάμης (επιμ.), Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος. Ερευνητική συμβολή στα 130 χρόνια από το θάνατο του συνθέτη, Ιόνιο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Μουσικών Σπουδών, Εκδόσεις του Μουσικού Λόγου, Κέρκυρα, 2003, αλλά και Γ.Γ. Παπαϊωάννου (Νανάκος), στο S. Sadie (επιμ.), The New Grove Dictionary of Music and Musicians, τ. 11, Macmillan Publishers Limited, London, 1980, σσ. 635-636, του οποίου οι επιφυλάξεις για το Μάντζαρο επέσυραν τα αρνητικά σχόλια του Γ. Λεωτσάκου (πβ. λ.χ. Γ. Λεωτσάκος, «''Ο Μάντζαρος και εγώ'': ένας προσωπικός απολογισμός», Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος. Ερευνητική συμβολή στα 130 χρόνια από το θάνατο του συνθέτη, ό.π., σ. 35), των οποίων άλλωστε, δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα, δεν φείδεται. Ας επαναληφθεί εδώ και από εμάς ότι ο Νανάκος (1915-2000) παραμένει μία πολυσχιδής προσωπικότητα της μουσικής, ιδιαίτερα δε για την Ελλάδα ήταν η ψυχή της σύγχρονης μουσικής. (Βλ. για παράδειγμα και την πολύτροπη συμβολή του στην ανάδειξη του Νίκου Σκαλκώτα και του Γιάννη Χρήστου, των μεγαλύτερων Ελλήνων συνθετών του 20ου αι.).
Ωστόσο, δεν θεωρούμε αδιάφορο να κατατεθεί εδώ και η ελάχιστη, πλην πρώιμη, προσωπική μας συμβολή στην ανάδειξη του έργου του Μάντζαρου, προσπάθεια που δεν αποκλείεται να συνέβαλε στην ανανέωση του μουσικού και μουσικολογικού ενδιαφέροντος για τον Κερκυραίο μουσουργό, αφού ακολούθησαν αξιολογότατες εργασίες. Το 1981 ο Γιάννης Ιωαννίδης, συνθέτης και μαέστρος, διευθυντής τότε του Μουσικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών, τον οποίο και διαδεχθήκαμε, μας έφερε σε επαφή με το Μάνο Ευστρατιάδη, μετέπειτα διευθυντή του Κέντρου Ελληνικού Κινηματογράφου, με τον οποίο επισκεφθήκαμε την τρισέγγονη του Μάντζαρου, Φρόσω Γκέλη, στην οικία της στην οδό Ζαΐμη 31-33, 5ος όροφος, Εξάρχεια, όπου (κατά τη διάρκεια των μετασεισμών του Φεβρουαρίου του 1981) αναζητήθηκαν στα σεντούκια της, ερευνήθηκαν και επιλέχθηκαν έργα του Μάντζαρου που ερμηνεύτηκαν από ομάδα μελών της Χορωδίας του Πανεπιστημίου Αθηνών υπό τη δική μας διδασκαλία και διεύθυνση, και με τη συνοδεία στο πιάνο της Χαράς Τόμπρα. Το μουσικό αυτό υλικό που περιελάμβανε τις περισσότερες στροφές του Ύμνου εις την Ελευθερίαν των Δ. Σολωμού, Ν.Χ. Μάντζαρου, δύο άλλα σχεδιάσματα του Εθνικού Ύμνου, συνθέσεις για αντρική χορωδία και πιάνο, το «Tota pulchra est» για μικτή χορωδία a capella, και το «Στην κορυφή της θάλασσας» από το Λάμπρο του Δ. Σολωμού για μικτή χορωδία και πιάνο, αποτέλεσε τη μουσική ύλη για ένα αφιέρωμα στον Εθνικό Ύμνο το 1981 από την Ε.Ρ.Τ., αλλά και ένα αφιέρωμα από τον ίδιο τηλεοπτικό σταθμό την επόμενη χρονιά που είχε επιμεληθεί η Φραγκίσκη Καρόρη. [Επίσης, στην πρώτη εκπομπή η ανδρική χορωδία του Αγίου Σπυρίδωνος Κερκύρας υπό τη διδασκαλία και διεύθυνση του Παναγιώτη Σπίνουλα είχε ερμηνεύσει ύμνους από την Ορθόδοξη Λειτουργία του Μάντζαρου, επηρεασμένους και από το τοπικό μουσικό ιδίωμα της κερκυραϊκής εκκλησιαστικής μουσικής, σχετικά με το οποίο, ας υπομνησθεί παρενθετικά, έγιναν από μας μια διάλεξη στο Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός» στις 20 Μαρτίου 1991, και δύο ανακοινώσεις στην Α΄ Μεσογειακή Μουσική Συνάντηση Κρήτης (Ηράκλειο) το 1993, και στο ΣΤ’ Διεθνές Πανιόνιο Συνέδριο, (Ζάκυνθος, 23 Σεπτεμβρίου 1997) αντίστοιχα ].
36. Έμμεση αναφορά στο «ἰδού καλά λίαν» (Γένεσις, Α΄, 31), όπου συγχρόνως υπάρχει άμεση διαφοροποίηση από τον πλωτινικό υλικό κόσμο, που εξαρχής είναι αποτέλεσμα πτώσεως, ενώ η πτώση της Γενέσεως έρχεται μετά τη δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου.
37. Πυθαγόρεια θέση που ασπάζεται ο Πλάτων και επαναλαμβάνει ο Βράιλας, κάνοντας μάλιστα ήδη από το Δοκίμιο, (ό.π., σ. 181, στ. 11), αναφερόμενος στη σφαίρα, παραπομπή στην πλατωνική έκφραση: «Πάντων τελεώτατον, ὁμοιότατόν τε αὐτὸ ἑαυτῷ σχημάτων». (Τίμαιος, 33b).
38. Παραθέτουμε ενδεικτικά το εξής βραϊλιανό χωρίο από το Δοκίμιο, ό.π., σ. 181, στ. 32- σ. 182, στ. 4, όπου ο φιλόσοφος συνθέτει πλατωνικές, πλωτινικές, αριστοτελικές, αυγουστινικές και άλλες νεότερες απόψεις που επαναλαμβάνει σε όλο το έργο του: «Τεθέντων δὲ τῶν δύο τούτων νόμων, τοῦ ρυθμοῦ καὶ τῆς συμμετρίας, εὐκόλως ἐννοεῖται ὅτι ἀμφότεροι ἀνάγονται εἴς τινα ἑνότητα διαπερῶσαν, οὕτως εἰπεῑν, ὅλα τὰ μέρη παντὸς εὐρύθμου καὶ συμμέτρου ἀντικειμένου, unitas per omnes partes perpetuata, ἤτοι ἑνότητα συνδυαζομένην μετὰ τῆς ποικιλίας, ἐξ ὧν ἡ ἁρμονία, ἢ ἡ τάξις, νόμος ἀνώτατος τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ ἀγαθοῦ καὶ τοῦ ἀληθοῦς.» [Η υπογράμμιση δική μας]. Πβ. και Π. Βράιλας-Αρμένης, «Ιστορία και ορισμός της εννοίας του καλού», ό.π., σ. 452, στ. 25- σ. 453, στ. 4.
39. Για τη βραϊλιανή πρωτοτυπία στην προσέγγιση του θέματος του φυσικού και του τεχνητού καλού, όπου ο κερκυραίος φιλόσοφος αίρεται δυναμικά πάνω από πλωτινικές και χεγκελιανές αντιλήψεις, βλ. Α. Βασιλάκης, «Η οντολογική ενότης του ωραίου της τέχνης και της φύσης κατά Π. Βράϊλα-Αρμένη», Φιλοσοφία και Τέχνη. Φιλοσοφικό Συνέδριο, Διεθνής Επιστημονική Εταιρεία Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, (χορηγός: Amathus – Aegeas), Λεμεσός, 2006, σσ. 23-37, καθώς και του ιδίου, Η οντολογία του ωραίου στο έργο του Π. Βράιλα-Αρμένη, ό.π., σσ. 101-114 (: υποκεφ. Β’1.2.).
40. Η αγάπη έχει μεγάλη βαρύτητα στο βραϊλιανό έργο, όπου μεταξύ των άλλων τη θεωρεί και ως θεμέλιο της ισότητας (βλ σχετικά και ανωτ. σημ. 22). Δεν είναι τυχαίο ότι η τελευταία παράγραφος του τελευταίου έργου του φιλοσόφου, των Φιλοθέου και Ευγενίου Επιστολών, ό.π., σ. 388, στ. 15-21, τελειούται ως εξής: «Ἡ ἀγάπη συνενοῑ πάντας ἡμᾶς καὶ πρὸς ἀλλήλους καὶ πρὸς τὸν Θεόν, ζωογονεῖ καὶ γονιμοποιεῖ πάσας τᾶς δυνάμεις τοῦ πνεύματος, τᾶς ρυθμίζει κατὰ τὸν πρὸς ὃν ὄρον αὐτῶν, καὶ τοιουτοτρόπως, ἐν ᾧ παράγει πάσαν τὴν ἐν τῷ κόσμῳ ἐφικτὴν εὐδαιμονίαν, μᾶς προετοιμάζει διὰ τὸν ἀθάνατον προορισμόν μας, καὶ ἔχε πάντοτε εἰς τὸν νοῦν καὶ τὴν καρδίαν σου τὸ σοφὸν τοῦτο ρῆμα: ὅτι ἡ ἐνάρετος ζωὴ εἶναι ἐν χρόνῳ ὅρος αἰωνίου μακαριότητος».
41. Στο νέο πολιτισμό, εννοώντας την πολιτισμική προσφορά και του χριστιανισμού, αναφέρεται ο Βράιλας ειδικά στο άρθρο του «Ο νέος πολιτισμός παραβαλλόμενος προς τον αρχαίον», (1853), ό.π., σσ. 303-310.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts with Thumbnails