© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Παρασκευή 28 Απριλίου 2017

π. Κων. Ν. Καλλιανός: ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΚΛΗΜΑΤΙΑΝΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ

Ἐπειδὴ καταλαβαίνω πὼς κάποιες φράσεις ἤ λέξεις τῶν παλιῶν Κληματιανῶν μέρα μὲ τὴ μέρα χάνονται, ἀφοῦ ἐκεῖνοι ποὺ τὶς χρησιμοποιοῦσαν καὶ γνώριζαν πολὺ καλὰ τὴ σημασία τους ἀναχώρησαν ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτό, θεώρησα, λοιπον, σωστὸ νὰ τὶς παρουσιάσω -ἔστω καὶ τμηματικά- ἔτσι, γιὰ νὰ σωθοῦν μονάχα... Γιατὶ σὺν τοῖς ἄλλοις τὸ νοιώθω καὶ ὡς χρέος μου, ἱερὸ μάλιστα... Θὰ μποροῦσα δὲ νὰ πῶ ὅτι, τὸ παρόν, ὅπως κι ἄλλα παρόμοια γραπτά μου πάνω στὸ ἴδιο θέμα, στὴν παλιὰ Κληματιανὴ διάλεκτο, συμπληρώνουν τὸ γλωσσάριο πού παρουσιάστηκε στὸ βιβλίο μου, «Σεργιάνι σὲ ξεχασμένα μονοπάτια. Γύρω ἀπὸ τὴν ἱστορία καὶ λαογραφία τοῦ χωριοῦ Κλμα τῆς Σκοπέλου», Κλμα 2000.
1. «Οὑ Δμάκ’ς τ’ Λαλοῦ»
Συνήθιζε ἡ μακαρίτισσα ἡ μάνα μου νὰ ἀποκαλεῖ ἐκεῖνον ποὺ ἤθελε νὰ «χωρατέψει», δηλαδή νὰ τὸν ἀστειευτεῖ, μὲ τὸ παράξενο (σήμερα) ὄνομα «Δμάκ’τ᾿ Λαλοῦ».
Ἀπὸ πρώτης ὄψεως τὰ ὀνόματα, Δμάκ᾿ ς καὶ Λαλοῦ ἔχουν τὸ ἐνδιαφέρον τους, ἀλλὰ καὶ τὴν ἱστορία τους, ἡ ὁποία, ὡστόσο, μέχρι σήμερα παραμένει ἀνεκμετάλλευτη. Γιατὶ δὲ γνωρίζω ἄν κάποιοι ἀσχολήθηκαν μὲ αὐτὰ τὰ ὀνόματα -ἰδίως μὲ τὸ πρῶτο. Τὸ Δ’μάκ’ς , δηλαδή Δημάκης.
Ὡστόσο, τὸ ἐρώτημα εἶναι τὸ πῶς στὸ παλιὸ Κληματιανὸ λεξιλόγιο διατηρήθηκε τὸ ὄνομα Δημακης;
Ἀρχικὰ πρέπει νὰ ποῦμε πὼς στὴ γειτονικὴ Γλώσσα, τὸν πυρήνα τῆς συστάσεως τοῦ χωριοῦ Κλμα τὸν 18ο αἰ., τὸ ὄνομα Δημάκης δὲν εἶναι ἄγνωστο. Τὸ συναντοῦμε στὰ 1770 στὸ Ἀφιερωτικὸ Γράμμα τῶν κτιτόρων τοῦ Μονυδρίου τῶν Ταξιαρχῶν, στὴ Γλώσσα, πρὸς τὴν Ἀθωνική Μονὴ τοῦ Ξηροποτάμου.
Ἀλλὰ καὶ στὴ Χώρα τῆς Σκοπέλου βρίσκουμε τὸ ὄνομα αὐτό, καθὼς ὁ τελευταῖος ἡγούμενος τῆς Μονῆς τοῦ Προδρόμου, «τῆς κατὰ τὴν θέσιν τοῦ Δοκίμου κειμένην», Κύριλλος ἱερομόναχος ἔφερε τὸ πατρωνύμιο «τοῦ Δημάκη».
Ἑπομένως τὸ ὄνομα αὐτὸ δὲν ἦταν ἄγνωστο στὸ νησί.
Ὅσον ἀφορᾶ τὸ «Λαλοῦ» -στὸ Κλήμα ὑπάρχει μέχρι σήμερα τὸ τοπωνύμιο < Σ᾿ Λαλοῦ»- αὐτὸ παράγεται ἀπὸ τὸ ὄνομα «Λαλιοῦ», τὸ ὁποῖο εἶναι τὸ χαϊδευτικὸ τοῦ γυναικείου ὀνόματος Εὐλαλία. Εὐλαλία< Λαλάκι< Λαλιῶ< Λαλιοῦ, καὶ μὲ τὴν ἀποβολὴ τοῦ ι, «Λαλοῦ».
Ἄρα ὁ Δημάκης πρέπει νὰ ἦταν γιὸς ἤ ἄντρας τῆς Λαλιῶς, ἐπειδὴ στὸ Κλήμα εἶναι σύνηθες τὰ ὀνόματα τῶν ἀντρῶν νὰ συνοδεύονται ἀπὸ μητρωνύμια. Π.χ. Οὑ Γιάνν᾿ ς τς᾿ Ρουδοῦς, οὑ Μανώλ’ς τς᾿ Παταζίνας κ.λ.π.
2. Ἀ ρή, νὰ κι τοὺ λαδακουνου!!!
2α. Ἀρή, ἀκοίτα τοὺ ξ’λουδόκανου!!»
Μιὰ ἀπὸ τὶς λέξεις ποὺ ἀκούγονταν μὲ σκωπτικὸ τρόπο ἀπὸ τὶς παλιὲς Κληματιανὲς ἦταν καὶ ἡ λ. «Λαδάκουνου». Δηλαδή, ἄν κάποια γυναίκα ἤθελε νὰ εἰρωνευτεῖ μιὰν ἄλλη, μεταξὺ τῶν ἄλλων λεκτικῶν κοσμημάτων ποὺ τὴ στόλιζε ἦταν κι αὐτή. «Ἀρή, τ᾿ ἄκσεις τοὺ λαδακουνου»; [Ἀρή, τὸ ἄκουσες τὸ λαδάκονο;].
Ὅμως τὶ ἀκριβῶς ἦταν τὸ λαδάκονο;
Ἡ λ. εἶναι σύνθετη: λάδι+ἀκόνι. Καὶ ἀκόνι ἦταν ἡ λεία πέτρα πάνω στὴν ὁποία τροχοῦσαν τὰ μαχαίρια καὶ τσεκούρια γιὰνὰ εἶναι κοφτερά. Τὸ λάδι δὲ τὸ ρίχνανε ὥστε νὰ γλιστράει πάνω στὸ ἀκόνι ὁ ἐργαλεῖο.
Ὅπως, λοιπόν, τροχίζεται τὸ ἐγαλεῖο, ἔτσι καὶ ἡ γλώσσα κάποιων γυναικῶν ἀκονίζεται μὲ ὑπερβολικὸ τρόπο καὶ ρυθμό, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν «ἀνακατοσοῦρα καὶ τὸ ξεδιάλεμα». Ἐξ οὗ, λοιπόν, καὶ ἡ παροιμιώδης φράση, «Ἀρή, τοὺ λαδάκουνου».
Σχεδὸν παρόμοια ἦταν κι ἡ λ. «ξ’λουδόκανου» (δόκανο ἀπὸ ξύλο), ποὺ τὴ λέγανε γιὰ νὰ εἰρωνευτοῦν, κυρίως, τὶς ξερακιανὲς τὶς γυναῖκες.
3. «Ἄχ, πίσου εἶν᾿ τὰ κουφτιρά μ’...»
Ἡ φράση αὐτὴ συνηθιζόταν νὰ λέγεται, σὲ περιπτώσεις κατὰ τὶς ὁποῖες ἤθελαν νὰ τονίσουν τὰ βάσανα ποὺ τοὺς περιμένουν.
Κοφτερά, δηλαδή, οἱ μαχαιριές.
Ἐπίσης, ὅταν ἤθελαν νὰ συμμεριστοῦν κάποιον ποὺ εἶχε πολλὲς στενοχώριες τοῦ λέγανε, «Ἀχ, ἀγάπη μ’, τοὺ βλέπου, ὅτι πίσου εἶνι τὰ κουφτιρά σ’» .
4. «Φύτσα κι ἔφτασις...»
Ἡ φράση αὐτὴ λεγόταν ὡς ἕνα εἶδος ἀπειλῆς, κυρίως στὰ παιδιά, τὰ ὁποῖα τὰ ἔστελναν νὰ κάμουν κάποιο «χοσμέτι», μιὰ δουλειά. Γιὰ νὰ μὴν ἀργήσουν, λοιπόν, ἐκεῖ ποὺ τἄστελναν, τὰ συμβούλευαν μὲ αὐστηρὸ τρόπο: «Μὴ τριμουκουτήξεις κι ἀργήσεις, ἀρέ; Ἀκοίτα, φύτσα κι ἔφτασις». Δηλ. «Μὴ θελήσεις ν᾿ ἀργήσεις ἐκεὶ ποὺ σὲ στελνω, γιατὶ θὰ τιμωρηθεῖς. Θὰ πᾶς καὶ θὰ γυρίσεις γρήγορα. Κοίτα, φτύνω, καὶ μέχρι νὰ πέσει τὸ σάλιο μου κάτω, νὰ ξέρεις, πρέπει νὰ ἐπιστρέψεις».
π. κ. ν. κ.

Τετάρτη 26 Απριλίου 2017

π. Κων. Ν. Καλλιανός: Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

ἤ, Ποιός θυμᾶται σήμερα νὰ χαιρετίσει τὸν ἄλλον μὲ τό «Χριστὸς Ἀνέστη»
Μέρες ἀναστάσιμες, αἰσιόδοξες, φωτεινὲς καὶ μὲ τὴν Ἄνοιξη νὰ μεριμνᾶ, ὥστε ν᾿ ἀποτινάξουμε τὴν ὅποια στάχτη τοῦ χειμώνα καὶ νὰ εὐελπιστοῦμε, ὅτι ὅλα θὰ δρομολογηθοῦν στὸν ἔγκοπο βίο μας, μὲ τὴ σφραγίδα τῆς ἀδιάλειπτης Παρουσίας Του καὶ στοργῆς.
Οἱ Ἐκκλησιὲς ἀκόμα εὐωδιάζουν ἀπὸ τὰ μῦρα τοῦ Ἐπιταφίου καὶ τῆς Ἀνάστασης. Τὰ κεριὰ στὰ μανουάλια ἀκόμα φωτίζουν μὲ τὸ ἀνέσπερο φῶς τῆς Ἀναστάσεως καὶ φωταγωγοῦν τὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν, ὅμως μέσα στὸν κόσμο, στὸν κόσμο ποὺ δέχτηκε τὸν Ἐπιτάφιο, ποὺ χάρηκε τὴν Ἀνάσταση, ποὺ γιόρτασε καὶ χάρηκε, μιὰ ἀδιαφορία γιὰ ὅλ᾿ αὐτὰ πλανᾶται. Ἀδιαφορία ντυμένη μὲ τὸ ἔνδυμα τῆς προοδευτικότητας καὶ τοῦ συγχρονισμοῦ, ὥστε νὰ μὴ φανοῦμε πὼς εἴμαστε καθυστερημένοι ἤ ἀνακόλουθοι τῶν ὅσων συμβαίνουν ἤ ἐξελίσσονται γύρω μας. Ἔτσι, μέρες ποὺ εἶναι, δὲν μπορεῖ νὰ θεωρεῖται σωστὸ ὥστε ὁ χαιρετισμὸς μεταξὺ τῶν πιστῶν νὰ εἶναι:
-Χριστὸς Ἀνέστη!
-Ἀλήθῶς, ὁ Κύριος!
Γιατὶ κάτι τέτοιο εἶναι παρωχημένο πιά. Δὲ χρειάζεται, γι᾿ αὐτὸ καὶ λέγεται ἡ ἀόριστη φράση «Χρόνια Πολλά», ἔτσι ὥστε νὰ τὰ καλύψει ὅλα.
Ὅμως, ἔτσι ἔπρεπε νὰ ἐξελιχτοῦν τὰ πράγματα καὶ γιατί, τάχα;
Γιὰ νὰ εἴαστε τίμιοι μὲ αὐτὰ ποὺ πιστεύουμε καλὸ θὰ εἶναι νὰ σεβόμαστε ὅ,τι μᾶς παραδίδεται κι ὄχι νὰ τὸ ἀπορρίπτουμε χωρὶς νὰ τὸ ἐρευνήσουμε καλῶς.
Ἐπειδὴ, ἄν σταθοῦμε μὲ σύνεση καὶ προσοχὴ πάνω στὸν χαιρετισμὸ αὐτόν, τότε θὰ καταλάβουμε πραγματικὰ τί σημαίνει Ἀνάσταση καὶ γιατὶ ἡ Ἐκκλησία γιὰ σαράντα ὁλόκληρες μέρες πανηγυρίζει τὸ μέγα αὐτὸ γεγονός: ὅτι δηλαδή, «Χριστὸς ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο» (ἱ. Χρυσόστομος). Αὐτὸ ἄλλωστε δὲν εἶναι καὶ τὸ μέγα ζητούμενο γιὰ τὸν κάθε θνητό;
Ἑπομένως, γιατὶ νὰ πάψουμε νὰ τιμᾶμε τὴν μορφη αὐτὴ συνήθεια τν προγόνων μας, ἡ ὁποία σὺν τος ἄλλοις εἶναι καὶ μιὰ ὁμολογία γιὰ τὸν κάθε πιστὸ ὁ ὁποῖος, σύμφωνα μὲ τὰ σα διακήρυξε τὴν ὥρα τοῦ Βαπτίσματός του καὶ τὸ ἀνανεώνει σὲ κάθε εὐχαριστιακὴ σύναξη, «προσδοκᾶ Ἀνάσταση νεκρῶν...» (Σύμβολο τῆς Πίστεως»).
Ἄς πάψουμε, λοιπόν, νὰ εἴμαστε συντονισμένοι μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου, ποὺ εὔχεται ἀόριστα «Χρόνια πολλὰ» κι ἄς ζήσουμε τὴ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως μὲ τὸν ἀξεπέραστο χαιρετισμό,
-Χριστὸς Ἀνέστη!
-Ἀληθῶς,Ἀνέστη!

π. κ. ν. κ. Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ 2017
   

Αριστομένης Λαγουβάρδος: ΩΔΗ ΣΤΑ ΠΟΔΙΑ (ανέκδοτο ποίημα)


[Όλες οι φωτογραφίες είναι του Γερμανού καλλιτέχνη  Sebastian Erras]

Γιατί  υπάρχει  βαθειά  σχέση του  μυαλού  με  τα πόδια
όταν  περπατούν  στη  σιωπή.
Γιατί  ποτέ  δε  μπορώ  να  ξεχάσω  πώς  περπατάν
παίζοντας  το "κουτσό".
Γιατί  ο  Ησαΐας  τραγουδούσε  τα  πόδια  αυτού  που
φέρνει   χαρούμενες  ειδήσεις  και  ο  Ιησούς  στό
Μυστικό  Δείπνο  έπλυνε  τα  πόδια  των  μαθητών  του.
Γιατί  με  τα  πόδια  ο  "Homo  Erectus"  άρχισε  να
Κυριαρχεί.

Γιατί  βγάζουν  και  αυτά  δάκρυα  όταν  φτάνουν  στα  όρια
τους.
Γιατί  περπατώντας  εξασκούσε  στη  σκέψη  ο  Σωκράτης,
και  ζωντάνευε  τις  ιδέες  του  ο  Ρουσώ.
Γιατί  ξέρουν  να  τρέχουν  παρέα  με  το  σκύλο  στο  λιβάδι,
και  ξέρουν  να γράφουν  ποιήματα  με  το  βάλς, το  τανγκό
το  συρτάκι.
Γιατί  ξέρουν  από  κατάνυξη,  όταν  είναι  πόδια  προσκυνητών
για  την  Τήνο  την  Fatima,  την  Lurdes  την  Benares  τη  Μecca,   
το  Santiago  de  Compostella.
 Γιατί  ένα  φιλί  στα  πόδια  της  αγαπημένης  εξορκίζει  την
νύχτα  στο  ποίημα  του  Prevert.
Γιατί  είναι  θαύμα  το  πως  κρατάν  ένα  ολόκληρο  σώμα,
με  μία  τόσο  μικρή  επιφάνεια.
Γιατί  φέρνουν  δάκρυα  στα  μάτια  τα  γονατιστά  πόδια
των  ανθρώπων,  μπροστά  στα  εικονίσματα,  που
ικετεύουν.

Γιατί  με  τα  πόδια  καμμιά  αίσθηση  δεν  μας  εγκαταλείπει,
ούτε  και  η  γεύση  από  τις  αγριοφράουλες  του  δάσους,
τα  μύρτα,τα  άγρια  κούμαρα  ή  τα  μούρα.
Γιατί  και  τα  πόδια  μιλάνε  όταν  χτυπάνε  ρυθμικά  το
χρόνο,  όταν  αλλάζουν  θέση,  ή  όταν  πατάν  σταθερά 
την  γή,  δίνοντας  μας  την  όψη  των  pistoleros. 
Γιατί  με  τα  πόδια,  τα  χέρια  χαιδεύουν  το  φλοιό  των
δέντρων,  η  μύτη  νιώθει  το  άρωμα  του  δάσους,  τα
αυτιά  τις  μουσικές  των  πουλιών.
Γιατί  και  οι  τελευταίες  λέξεις  του  Βούδα  στούς
πιστούς  του  ήταν  "Συνεχίστε  να  περπατάτε..."







Δευτέρα 24 Απριλίου 2017

ΤΑ ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΠΑΘΗ ΤΟΥ JOHAN SEBASTIAN BACH ΣΤΟ ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ

ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΑΚΡΟΑΤΗ γράφει η ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ
Από το θαυμάσιο Γερμανικό σύνολο, Balthasar Neuman Choir and Enseble, ένα από τα είκοσι καλύτερα διεθνώς, σύμφωνα με το περιοδικό Gramophone, είχαμε την τύχη να ακούσουμε Τα Κατά Ιωάννην Πάθη του Johan Sebastian Bach (1685-1750), υπό την μπαγκέτα του ιδρυτή και διευθυντή του Συνόλου, Thomas Hengelbrock, την Κυριακή των Βαΐων, στις 9-4-1917, στο πλαίσιο του Κύκλου «Adajio», του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών.
Το πρώτο από τα δύο διασωθέντα Ορατόρια του Bach, Τα Κατά Ιωάννην Πάθη, γράφτηκαν την πρώτη χρονιά της παραμονής του συνθέτη στη Λειψία και πρωτοπαίχτηκαν την Μεγάλη Παρασκευή, στις 7 Απριλίου του 1734, στο Ναό του Αγίου Νικολάου, έναν από τους παλαιότερους και μεγαλύτερους Ναούς της Σαξονίας, λίγες ημέρες μετά τα γενέθλια του συνθέτη, παρά το γεγονός ότι η επιθυμία του ίδιου ήταν να ακουστεί το Ορατόριό του στον Ναό του Αγίου Θωμά.
Τα Κατά Ματθαίον Πάθη, το δεύτερο μεγαλειώδες Ορατόριο του Bach, στην αφάνεια για περίπου πενήντα χρόνια, γίνεται ευρύτερα γνωστό το 1829, όταν ο Felix Mendelssohn το παρουσιάζει στο Βερολίνο και αποκαθιστά το μουσικό μνημείο του Μεγάλου Κάντορα. Εις Τα Kατά Ιωάννην Πάθη προγενέστερα των Κατά Ματθαίον Παθών, ήταν δικαιολογημένο να έχει επισημάνει ο συνθέτης τυχόν αδυναμίες και ως εκ τούτου να έχουν αποφευχθεί στο επόμενο έργο, κάτι τέτοιο όμως δεν συμβαίνει. Απ' εναντίας στέκουν και τα δύο σε ισοϋψή βάθρα, αφηγούμενα κατά τρόπο αξιοθαύμαστο, όχι μόνο το Θείο Δράμα, αλλά και την ιδιαιτερότητα των Ευαγγελιστών που τα έγραψαν.
Ο Bach υφαίνει τη μουσική του πάνω στα κεφάλαια 18 και 19 από το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο της Λουθηρανής Βίβλου και φέρει τον Ευαγγελιστή άλλοτε να αφηγείται και άλλοτε να ψάλλει ακριβώς το λόγο της Βίβλου. Τα πρόσθετα ποιητικά μέρη είναι αγνώστου ποιητή. Επίσης από Τα Κατά Ματθαίον Πάθη επιλέγει και προσθέτει τη σκηνή του θρήνου του Πέτρου μετά την προδοσία και τη σκηνή της Σταύρωσης, όταν σχίζεται το καταπέτασμα του Ναού. Η πρώτη σκηνή του Ορατορίου διαδραματίζεται στην Κοιλάδα των Κέδρων (Kidrom Valley) και η δεύτερη στο Παλάτι του Καϊάφα. Το δεύτερο μέρος αποτελείται από τρεις σκηνές. Η πρώτη εκτυλίσσεται στο παλάτι του Πόντιου Πιλάτου, η δεύτερη στο Γολγοθά και η τρίτη στο σημείο της Ταφής. Από τις τέσσερις αναθεωρημένες εκδοχές του Bach παρακολουθήσαμε την δεύτερη που έγινε το 1725. Η Ορχήστρα έπαιξε σε όργανα εποχής και υπήρχαν δύο σολίστ (Ευαγγελιστής, Ιησούς), ενώ μέλη της Χορωδίας ερμήνευσαν τις Άριες και τα πρόσωπα που πλαισιώνουν τον Ιησού στον δρόμο του Μαρτυρίου.
Η, με ιστορική προσέγγιση, εξαίσια μουσική διεύθυνση του Ορατορίου από τον Αρχιμουσικό, Thomas Hengelbrock, δημιούργησε από την αρχή, ατμόσφαιρα αυστηρά προκλασική, γεμάτη κατάνυξη. Υπό την μπαγκέτα του η δραματικότητα έφτασε στην κορύφωση, καθώς η τραγικότητα του μαρτυρίου ως την Σταύρωση, τον επιτάφιο θρήνο και την Ανάσταση, επέτεινε συνταρακτικά τις συναισθηματικές εναλλαγές για τον Πάσχοντα Ιησού.

Ιδανικός και απέριττος Ευαγγελιστής, ο Γερμανός τενόρος, Daniel Behle, προετοίμασε το λόγο του Ιησού με ιερότητα και αφηγηματική ταπεινότητα. Ο Αυστριακός βαρύτονος Markus Butter, άριστος στον ρόλο του Ιησού, βάδισε με ευγένεια, σεμνότητα και καρτερικότητα τον προδιαγεγραμμένο, δρόμο του μαρτυρίου. Εντυπωσιακός ο Πόντιος Πιλάτος και συγκλονιστική η συνομιλία του με τον Ιησού, μέσα από τις κραυγές του αλαλάζοντος πλήθους. Εξαιρετικοί και οι σολίστ της Χορωδίας που απέδωσαν τον Πέτρο, τους Υπηρέτες και τις Άριες. Εκπληκτική η άνεση της Χορωδίας και της Ορχήστρας (B-N-C), με τη σπάνια, χαρακτηριστική της μουσικότητα, που φώτισε και αποκρυπτογράφησε το "αληθές" της αριστουργηματικής, ιερής σύνθεσης. Ερμηνεία κατανυκτική, με παλλόμενο θρησκευτικό πάθος, δημιούργησε ρίγη συγκίνησης με αποκορύφωμα το τελικό Κοράλ που έμοιαζε σαν προσευχή και θρηνητικό νανούρισμα προς τον Κύριο! 



Παρασκευή 21 Απριλίου 2017

π. Κων. Ν. Καλλιανός: Ο ΑΛΛΟΣ ΜΑΣ ΜΙΣΘΟΣ

ἤ, Τὰ βιώματα ἑνὸς ερέα μὲ τὴν ἀπόλυση τῆς Πασχαλινῆς Λειτουργίας
Ἄδειος πιὰ ναός. Ὅλοι ἔφυγαν γιὰ τὰ σπίτια τους. Ἄλλοι νωρίς, μόλις δηλαδή, μετὰ τὴν τελετὴ τῆς Ἀναστάσεως, ἄλλοι στὴν ἀρχὴ τῆς Λειτουργίας καί, τέλος, ἄλλοι μὲ τὸ πέρας Αὐτῆς. Οἱ περισσότεροι, μάλιστα, ἀπὸ αὐτοὺς παρέμειναν γιὰ νὰ κοινωνήσουν. Καὶ τώρα, μόλις ἔγινε ἡ ἀπόλυση καὶ δόθηκε τὸ ἀντίδωρο, ὁ παπάς ἀπόμεινε μόνος στὸν ναό. Δηλαδή, τί μόνος! Ἐδῶ ἔχει μεγαλοπρεπὴ συντροφιά, τόσο τὸ Ἀναστημένο Κύριο, ὅσο καὶ τοὺς Ἁγίους ποὺ κι αὐτοὶ ἀπόψε, τὴν περιούσια ἐτούτη νύχτα εἶναι περιχαρεῖς. Τί δηλαδή, ψέμματα εἴπαμε ταν ψάλαμε «ἑορταζέτω δὲ κόσμος, ὁρατός τε ἅπας καὶ ἀόρατος..»; Δὲ νομίζω... Γιατὶ αὐτοὶ ποὺ τὰ ἔγραψαν, καὶ συγκινοῦν, κατανύσσουν καὶ χαροποιοῦν τὶς ψυχὲς μας μέχρι σήμερα, κάτι ἤξεραν περισσότερο ἀπὸ μᾶς...
Οἱ κανδῆλες ἀκτινοβολον ἀκόμα τὸ εὐκατάνυκτο καὶ γλυκύτατο φῶς, ἐνῶ τὰ ὅσα ἀπομειναν ἀναμμένα ἀναστάσιμα κεριά, συνεχίζουν νὰ θυμίζουν τὸ Ἀναστάσιμο τὸ φῶς, ἀφοῦ, «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καὶ γῆ, καὶ τὰ καταχθόνια».
Ὁ παπάς ζεῖ αὐτὲς τὶς στιγμὲς μὲ ἀγαλλίαση καὶ συγκίνηση συνάμα. Μήτε ποὺ τὸν ἀπασχολεῖ ποὺ οἱ ἄλλοι, οἱ κοσμικοὶ χάιρονται τὴν ἑορταστικὴ τὴν τράπεζα, τὴν Ἀναστάσιμη. Γι᾿ αὐτὸν ἐτούτη ἡ χρονικὴ παρένθεση εἶναι ἡ πιὸ μεγάλη προσφορὰ τοῦ Θεοῦ, ὁ πλέον μεγαλύτερος καὶ πολυτιμότερος μισθός του, ἐπειδὴ μέσα στὴν ἱεροπρεπῆ καὶ ἐπιβλητικὴ ἀτμόσφαιρα τοῦ ναοῦ μὲ τὴν ἡσυχία τῆς νύχτας νὰ τὸν κυκλώνει, μπορεῖ ἐπιτέλους νὰ κάμει τὸν ἀπολογισμό του. Ὅτι δηλαδή, παρῆλθε κι αὐτὴ ἡ Μ. Σαρακοστὴ κι ἡ Μ. Ἑβδομάδα. Φτάσαμε στὸ Πάσχα, ὕστερα ἀπὸ πολλοὺς πειρασμούς, δοκιμασίες καὶ κόπους ἀρκετούς, ποὺ δὲν εἶναι ξένοι σὲ κανένα ναὸ καὶ σὲ κανένα μοναστήρι. Πάντα αὐτὲς τὶς μέρες κυριαρχεῖ μιὰ νευρικότητα, μιὰ ἀδημονία, μιὰ περίεργη κατάσταση, ποὺ ἀσφαλῶς ἔργο εἶναι τοῦ πονηροῦ. Κι αὐτό, λοιπόν, ποὺ κανοποιεῖ ἀπόψε τὸν ἱερέα εἶναι πὼς μὲ τὴ βοήθειά Του ξεπεράστηκαν πολλὰ καὶ ποικίλα, γιὰ νὰ φτάσει ἐκείνη ἡ πιὸ κορυφάια στιγμή: στιγμὴ ποὺ ὁ ἴδιος ὁ παπάς, ὁ ὁποῖος ἀνοίγει τὴ θύρα τῆς Σαρακοστῆς, μοιράζει τὸ λουλούδι τῆς Σταυροπροσκυνήσεως καὶ τὴ βάγια, λιτανεύει τὸν Νυμφίο καὶ τὸν Ἐσταυρωμένο, προΐσταται στὴν κηδεία τοῦ Κυρίου, στὸν Ἐπιταφιο Θρῆνο, αὐτός, λοιπόν, ὁ παπάς ἀνοίγει καὶ τὴ θύρα τῆς Μεγάλης Πανηγύρεως, τῆς Ἀναστάσεως, ραντίζοντας τὸν συναγμένο λαὸ μὲ αἰσιοδοξίας, ἐλπίδος καὶ εὐφροσύνης ἁγιοπνευματικὲς εὐωδιές.
Νά, λοιπόν ποὺ ἀπόψε ἀπολαμβάνει τὸ μισθό του, αὐτή, δηλαδή, τὴν ἀγαλλίαση ψυχῆς μὲ τὴν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ νὰ τὸν πλημυρίζει, γιατὶ νοιώθει πὼς γιὰ μιὰν ἄλλη χρονιὰ ἐπετέλεσε τὸ διακόνημά του· χάρισε, μὲ λίγα λόγια, σὲ πολλὲς καρδιὲς λίγη παραμυθία, ἀφοῦ τοὺς ἔδωσε τὴν εὐκαιρία ν’ ἀκούσουν τὸν «καλὸ τὸν λόγο», νὰ ἀποτινάξουν ἀπὸ πάνω τοὺς τὴ στάχτη καὶ τὴ μιζέρια καὶ νὰ ποῦν μαζὶ μὲ τὸν θεορρήμονα: «Ἀνέστη Χριστὸς καὶ ζωὴ πολιτεύεται»! Κι ἀλήθεια, τί ἄλλο θέλει σ᾿ αὐτὸν τὸ κόσμο κανείς;
Ὅταν ἀναχωρεῖ ἀπὸ τὸ ναὸ ὁ ἱερέας καὶ βαδίζει μέσα στοὺς νυχτωμένους δρόμους τῆς πολίχνης ἀπὸ τὰ φωτισμένα τὰ σπίτια ἀναδύεται μιὰ γιορτινὴ εὐωδιά, μιὰ λαμπερὴ εὐφροσύνη, ποὺ συγκινεῖ τόσο!
-Χριστὸς Ἀνέστη καὶ τοῦ χρόνου Χριστιανοί!!! εὔχεται ψιθυριστά κι ἄθελά του δακρύζει...

π. κ. ν. κ., Πάσχα 2017  

Πέμπτη 13 Απριλίου 2017

Γιώργου Λέκκα: ΗΜΑΡΤΟΝ (ποίημα)


Κύριε,
Εσύ υπέμεινες
άδικους πειρασμούς
ώς και για μένα
κι εγώ δεν υπομένω
ούτε καν τους δικούς μου
δίκαιους πειρασμούς
για Σένα.

[Μ. Πέμπτη 13.4.2017]

Ο π. Γεώργιος Α. Λέκκας είναι άμισθος κληρικός της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος. Τα τελευταία χρόνια ζει και εργάζεται στις Βρυξέλλες.

Τρίτη 11 Απριλίου 2017

π. Κων. Ν. Καλλιανός: ΤΩΝ ΝΥΜΦΙΩΝ ΤΟ ΡΙΓΟΣ (Μεγαλοβδομαδιάτικα βιώματα)


Τὸ δειλινὸ χωνεύει μέσα σὲ μενεξεδένιους χρωματισμοὺς μὲ τὶς εὐωδιὲς τὶς ἀνοιξιάτικες νὰ τὸ στολίζουν. Σημαίνει ἀργὰ καὶ κουρασμένα ἡ μεγάλη καμπάνα κι ὕστερα τὰ κεριὰ ποὺ σιγοκαῖνε μέσα σὲ χνῶτα θυμιάματος καὶ προσευχὲς πιστῶν.
Μισοφωτισμένη ἐκκλησιά, ἔξοδος τῆς εἰκόνας τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ μὲ τὸ περίλυπο γνέμα Του νὰ προετοιμάζει τὴν ψυχὴ γιὰ τὰ εἰσόδιά της στὴ Μεγαλοβδόμαδα.
Ἀκουμπισμένη ἡ καρδιὰ στὸ Μεγάλο Ἀλληλουάριο ψιθυρίζει νοσταλγικά: «Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει πνεῦμα μου πρὸς σὲ ὁ Θεὸς,  διότι φῶς τὰ προσταγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς», γιὰ νὰ καταλήξει στὸ «Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται...  ἀνάνηψον ψυχή μου». Ψυθιρίζει, κατανύσσεται κι ἀναπαύεται, ἀφοῦ γνωρίζει πολὺ καλὰ ὅτι προγεύεται παραδείσια τοπία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀκούει,  σὲ ἕνα εἰλικρινὲς  αὐτοκοίταγμά της,   νὰ λέει «ἐνώπιος ἐνωπίῳ μαζὶ μὲ τὸν ἱ. ὑμνωδό:
«Ἑτοιμάζου, ψυχὴ πρὸ τῆς ἐξόδου, εὐτρεπίζου, πρὸς τὸν ἐκεῖθεν βίον, καὶ τῷ Χριστῷ παθεῖν διὰ σὲ σπεύδοντι, ἵνα σὲ δοξάσῃ, σπεῦσον συμπαθεῖν, καὶ θανεῖν καὶ σταυρωθῆναι». (Κανὼν Ἀποδείπνου Μ. Δευτέρας)
Ὅμως «ἔτι ἕν» τῆς λείπει.  Μὲ λίγα λόγια,  ἡ ἀναξιότητά της προβάλλεται, ἀνεβαίνει στὴν ἐπιφάνειά της τὸ σμῆνος τῶν τύψεων,  αὐτὲς τὶς  κορυφαῖες στιγμές, καθὼς ἀπέναντί της ὑπάρχει ὁ Νυμφίος «κατάστικτος τοῖς μώλωψι» καὶ ἐν ἄκρα ταπεινώσει, γιὰ νὰ παραδειγματίζει τὸν καθένα, ποὺ σκύβει μὲ συντριβὴ καὶ σιγοψάλλει:
«Τὸν νυμφῶνά σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον καὶ ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ• λάμπρυνόν μου τὴν στολὴν τῆς ψυχῆς, φωτοδότα, καὶ σῶσόν με».
Μεγάλες οἱ Ὥρες ποὺ ἀναδύονται αὐτὰ τὰ μεγαλειώδη ἀπόβραδα τῶν Ἀκολουθιῶν τοῦ Νυμφίου, μὲ τὸ ρίγος τῆς συγκινήσεως, τῆς κατανύξεως, τῆς βαθειᾶς συναίσθησης ὅτι «οὗτος τὰ ἀμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ ὑπὲρ ἡμῶν ὀδυνᾶται»  (Ἡσ. 53, 4) νὰ μᾶς βεβαιώνει τὸ μέγεθος τῆς μακροθυμίας Του, τῆς ἀδιατάρακτης φιλανθρωπίας Του.
Καλὴν Ἀνάσταση!
π.κ.ν.κ   Μ. Δευτέρα 2017

Τρίτη 4 Απριλίου 2017

π. Κων. Ν. Καλλιανός: Η ΑΘΑΝΑΤΗ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ

ἤ, ἰχνογραφώντας μαθητικὰ βιώματα


Κάθε χρόνο ἡ μέρα αὐτή, ἡ χρονιάρα, ὄντως, αὐτὴ ἡμέρα χρωματίζεται μὲ τῆς θύμησης τὰ εὐώδη καὶ ἀνόθευτα χρώματα, ποὺ φιλτράρουν τὴ μνήμη καὶ ἀφήνουν στὴν ψυχὴ κομματια ἱερῆς νοσταλγίας καὶ ἀλησμόνητης ὀμορφιᾶς. Γιατὶ ἡ μέρα αὐτὴ ἔχει ταυτιστεῖ μὲ ἔνα κορυφαῖο τοῦ μαθητικοῦ-ἐφηβικοῦ βίου γεγονὸς, ποὺ κρυβει μέσα του γνήσια τρυφερότητα καὶ οὐράνια ἀγαλλίαση. Κι ἦταν τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἡ ἐπιστροφή στὸ σπίτι μας ὕστερα ἀπὸ ἀπουσία τριῶν περίπου μηνῶν. Ἐπιστροφὴ ποὺ ἀλαφραινε τὴν ἐφηβική μας ψυχή, καθὼς ξαναβρισκόμασταν «σὲ οἰκίας περιβάλλον». Γiατὶ τότε ποὺ πηγαίναμε στὸ Γυμνάσιο, στὸ Βόλο, οἱ συγκοινωνίες δὲν ἦταν ὅπως σήμερα. Κι ὕστερα τὸ Σχολεῖο ἔκλεινε πάντα τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου κι ὄχι πιὸ πρίν, ἐπειδὴ τότε καὶ τὰ Σάββατα εἴχαμε μαθήματα...
Ἔτσι, λοιπόν, μόλις ξημέρωνε ἡ ἀθάνατη Κυριακὴ τῶν Βαΐων, παίρναμε τὸ καραβι καὶ ταξιδεύαμε γιὰ τὸ νησί, γιὰ τὸ σπίτι μας, γιὰ τὰ χώματα ποὺ μᾶς ἀναπαύαν, ἐπειδὴ ἦταν δικά μας. Κι ἦταν ἡ χαρά μας τόσο τρανή, ποὺ θὰ ξαναβλέπαμε τὸ χωριό, τοὺς δικούς μας, θὰ πηγαίναμε στὴν ἐκκλησιά, θὰ κάναμε Πάσχα εὐλογημένο σιμὰ στοὺς δικούς μας, θὰ χαιρόμασταν τὴν ἀνοιξιάτικη φύση, θὰ ἀνασαίναμε τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Κι ἀλήθεια, πόση συγκίνηση φέρνουν στὴν ψυχὴ οἱ στιγμὲς τῆς ἐπιστροφῆς στὸ σπίτι μας, ποὺ τὴ μέρα ἐκείνη, τῶν Βαΐων, εὐωδίαζε ἀπὸ τὴ φρεσκοκομμένη βάγια καὶ τὸ βραστὸ τὸ ψάρι... Ἁπλᾶ πράγματα, θὰ πεῖ κάποιος, ὅμως τόσο ὅμορφα καὶ ζωντανὰ ἀκόμα στὴν ψυχή. Γιατὶ διακρατοῦσαν τὴ γνησιότητα καὶ τὸ κάλλος τῶν ταπεινῶν ἐκείνων ἀνθρώπων μας. Τῶν δικῶν μας ἀνθρώπων, σχωρεμένων σήμερα...
Τὰ χρόνια μπορεῖ νὰ πέρασαν -μισὸς αἰῶνας παρῆλθε ἤδη- ὡστόσο ἐκείνη ἡ χαρὰ τῆς ἐπιστροφῆς μαζὺ μὲ τὶς εὐωδιὲς τῆς ἄνοιξης καὶ τοῦ λιτοῦ ἑόρτιου φαγητοῦ-ἰχθύος, βλέπεις, κατάλυσις προβλέπεται γιὰ τὴ μέρα αὐτή-σημάδεψαν τὴ ζωή μας ἴσαμε σήμερα... Κι εὐτυχῶς, δηλαδή.
π. κ. ν. κ. Κυριακὴ τῶν Βαΐων 2016

Ὑστερόγραφος λόγος: Ἡ Κυριακὴ αὐτή, ὀφείλω νὰ τὸ ἐξομολογηθῶ, ἔχει ἀνοόξει κι ἄλλο δρόμο ἱερῆς νοσταλγίας στὴν ὅλη μου βιοτή, διότι τὴν ἡμέρα αὐτή, ποὺ τιμῶ καὶ σέβομαι, διάλεξε ὁ Θεὸς νὰ μοῦ χαρίσει τὴν Ἱερωσύνη... Ἐδῶ καὶ 38 χόνια. Τὸν εὐγνωμονῶ, λοιπόν.  

Παρασκευή 31 Μαρτίου 2017

π. Κων. Ν. Καλλιανός: ΕΙΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΚΛΕΟΠΑΤΡΑΣ ΧΟΡΕΥΤΑΚΗ


Μὲ συγκίνηση γραφή αὐτὲς τὶς γραμμές, γιὰ νὰ τιμήσω ἀπὸ τὴ μιὰ τὸν παλιό μου συμφοιτητή, τὸν Μακαριώτατο Πάπα καί Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας, τὸν κύριο Θεόδωρο καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, νὰ Τοῦ καταθέσω, μέσω τοῦ προσφιλοῦς βήματος τῶν οἰκείων μου πλέον «ΠΑΡΑΘΕΜΑΤΩΝ», τὸν εἰλικρινῆ συλλυπητήριο λόγο μου, γιὰ τὴν κοίμηση τῆς φιλτάτης Μητρός Του Κλεοπάτρας.
Θὰ μοῦ ἐπιτρέψει δὲ νὰ Τοῦ θυμίσω καὶ κάτι ποὺ σχετίζεται ἄμεσα μὲ τὴν ἀφιέρωσή Του στὴν Ἐκκλησία καὶ κατ᾿ ἀκολουθίαν στὴν Ἱερωσύνη καὶ Ἀρχιερωσύνη. Γιατὶ νομίζω ὅτι δὲν ἔχει λησμονήσει ἐκεῖνο τὸ ἡλιόλουστο φθινοπωρινὸ τοῦ δεύτερου μισοῦ τοῦ Σεπτεμβρίου τοῦ σωτηρίου ἔτους 1972, ὅταν δίναμε εἰσαγωγικὲς ἐξετάσεις στὴν Ἀνωτέρα Ἐκκλ. Σχολὴ τῆς Ριζαρείου. Θυμᾶμαι, λοιπόν, ὅτι τόν, ὄντως σεμνὸ καὶ μετρημένο στοὺς τρόπους του, νεαρὸ τότε ὑποψήφιο Κωνσταντῖνο Χορευτάκη τὸν συνόδευε μιὰ σοβαρὴ καὶ εὐπρεπὴς μαυροφορεμένη κυρία, ποὺ δὲν ἦταν ἄλλη ἀπὸ τὴ μακαριστὴ Μητέρα Του Κλεοπάτρα. Δὲν τὸ κρύβω πὼς μὲ συγκινησε πολὺ αὐτὴ ἡ σκηνή, τὸ νὰ συνοδεύει, δηλαδή, ἡ Μητέρα τὸ παιδί της σ᾿ αὐτοὺς τοὺς πρώτους του βηματισμοὺς πρὸς τὴν Ἱερωσύνη...
Ἀπό τότε δὲν ξαναεῖδα τὴν σεβαστὴ αὐτὴ κυρία, μέχρι σήμερα ποὺ πληροφορήθηκα τὴν κοίμησή Της.
Κλείνοντας αὐτὸ τὸ λιτὸ σημείωμα παρακαλῶ τὸν Κύριο νὰ ἀναπάυσει τὴν ψυχὴ τῆς Κυρίας Κλεοπάτρας, νὰ χαρίζει δὲ στὸν πολυσέβαστο γιό της ὑγεία καὶ παραμυθία, γιὰ τὴ θυμᾶται πάντοτε καὶ νὰ τὴν μνημονεύει...
παπα-κων. ν. καλλιανός, Σκόπελος, 30-3-2017
   

Τρίτη 28 Μαρτίου 2017

π. Κων. Ν. Καλλιανός: ΨΗΓΜΑΤΑ ΚΛΗΜΑΤΙΑΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ | 4. Η ΤΕΛΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

Εἶναι βέβαιο πὼς ὁ ἀνθρώπινος βίος ἔχει ὡς ὁριά του τὴ Γέννηση καὶ τὸ Θάνατο. Μὲ τὸ ἐνδιάμεσο διάστημα, ποὺ εἶναι ἡ ἐπίγεια διαδρομή. Διαδρομὴ ἔγκοπη στὸ μεγαλύτερο διάστημα τῆς χρονικῆς βιοτῆς, τῶν ἠμερῶν δηλαδή ποὺ μᾶς δόθηκαν προίκα ἀπὸ τὸ Δημιουργό.
Κι ἄν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ γεννιῶνται ἐπιστρέφουν στὴ Μάνα Γῆ, οἱ Κληματιανοὶ ἄφησαν γιὰ τὸν ἑαυτό τους τὸ μέγα προνόμιο νὰ ἐπιστρέφουν στὸν τόπο ποὺ τοὺς γέννησε ἤ ἐκεῖ ποὺ ἔχουν οἱ πρόγονοί τους τὶς ρίζες τους. Δηλαδή, στὸ παλιό τους τὸ χωριό... Κι ὄχι μονάχα ἐκεῖ, ἀλλὰ στὸν ἱερὸ τὸ χῶρο ποὺ τοὺς χάρισε περιούσιες ὧρες εὐλογίας καὶ παραμυθίας: Στὴν παλιά τους τὴν ἐκκλησιά, στὸ Κάτω τὸ Χωριό, ὅπου τὸ ἀπό αἰώνων Κοιμητήριο, στὸ ὁποῖο ἀναπαύτηκαν οἱ πατέρες μας. Ἐκεῖ, λοιπόν, ἐπιτελεῖται ἡ Σύναξη πάντων τῶν Κληματιανῶν, ποὺ ἀναχωροῦν ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτό. Μιὰ Σύναξη ἱερή, λές καὶ γίνεται κάποιος γάμος, πὼς τελεῖται κάποιο πανηγύρι, πὼς μαζεύονται οἱ χωριανοὶ στοῦ Μπερτάνη ἤ στὶς «Κουκοῦλες» νὰ ποῦνε τὰ δικά τους. Σύναξη ὅλως ἐκείνων ποὺ ἔζησαν στὸ παλιὸ τὸ χωριό, μαζὶ μὲ ἐκείνους ποὺ ἐπιστρέφουν γιὰ πάντα τούτη τὴ φορά, ἀπὸ τὸ νέο χωριό, στὸ ὁποῖο καὶ ἐγκαταστάθηκαν μετὰ τὰ γνωστὰ γεγονότα.
Μυστήριο μέγα εἶναι ὄντως αὐτὴ ἡ ἐπιστροφή, ποὺ πραγματοποιείται μὲ τὸ πέρας τοῦ ἐπίγειου βίου τοῦ κάθε Κληματιανοῦ. Κι εἶναι μυστήριο, γιατὶ ξαγαγυρίζουν στὰ χώματα τῶν πάτερων τους κι ἀπὸ ἐκεῖνο τὸν τόπο ὅπου ἀναπάυονται ἔχουν τὸ προνόμιο νὰ ἀντικρύζουν τὸ παλιό τους τὸ χωριό. Νὰ τὸ κοιταζουν καὶ νὰ ὀνειρεύονται. Νὰ τὸ κοιτάζουν καὶ νὰ θυμοῦνται... Γιὰ νὰ μὴ λησμονοῦν. Γιατὶ δὲν πρέπει νὰ λησμονήσουν, νὰ διαγράψουν, δηλαδή, τὸν τόπο τους, τὴν ιστορία καὶ τοὺς ἀνθρώπους του. Γι᾿ αὐτὸ κι ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε αὐτὴ τὴν ἐπιστροφή...
π. κ. ν. κ. 

Σάββατο 25 Μαρτίου 2017

π. Κων. Ν. Καλλιανός: Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ


Οἰκίας περιβάλλον, κέντρων, συνοικίας
ποὺ βλέπω κι ὅπου περπατῶ· χρόνια καὶ χρόνια.

Σὲ δημιούργησα μὲς σὲ χαρὰ καὶ μὲς σὲ λύπες:
μὲ τόσα περιστατικά, μὲ τόσα πράγματα.
Κ. Π. Καβάφης
Ἀναγκαία ἡ ἐπίσκεψη... Γιατὶ πάντα κάτι ξεχνιέται, κάτι χρειάζεται νὰ συμπληρώσει τὰ ὅσα πράγματα πάρθηκαν ἀπὸ τὸ παλιὸ τὸ σπίτι, νὰ γίνει ἡ ἀφορμὴ μιᾶς ἐπίσκεψης... Ὄχι ἐπιστροφῆς μὰ ἐπίσκεψης, ποὺ καθίσταται μὲν ἀναγκαία, ὅμως... Ὅμως δὲν παύει νὰ εἶναι πληγή, νὰ εἶναι ἀφορμὴ γιὰ νὰ βουρκώσουν τὰ μάτια, νὰ κινήσει ἡ καρδιὰ τὸ ταξίδι τὸ μυστικὸ τῆς νοσταλγίας. Γιατὶ ἡ πρώτη ἐκείνη ἐπίσκεψη, μετὰ τὴν ἀναχώρηση καὶ ἐγκατἀσταση πιὰ στὴ νέα κατοικία, εἶναι ἀναμφίβολα μιὰ ὁδυνηρὴ ἐμπειρία, ἡ ὁποία καὶ φανερώνει τὸ βαθμὸ τῆς εὐαισθησίας καὶ τοῦ λεπτοῦ ψυχισμοῦ τοῦ ἐπισκέπτη. Ἔτσι, μὲ σφιγμένη τὴν καρδιὰ, σιμώνεις τὸ κλειστὸ κι ἄδειο σπίτι, ἀνοίγεις τὴ θύρα καὶ ξανταμώνεις μὲ τὸ χθές. Τὸ χθὲς ποὺ σφράγισες στοὺς τοίχους τοὺς ὑγροὺς καὶ μισοσκότεινους τοῦ σπίτιοῦ, ξαναοσμίζεσαι τὶς γνώριμες τὶς μυρωδιές, τὶς παλιὲς καὶ κλεισμένες ἀνασες, τοὺς ἤχους τοὺς μυστικοὺς τοῦ σπιτιοῦ καὶ πασχίζεις νὰ βάλεις σὲ μιὰ τάξη τὸ νοῦ καὶ τὴν ψυχή, ποὺ τούτη τὴν ὥρα μοιάζουν σὰν μιὰ ταραγμένη, θολὴ στέρνα, ὅπου θόλωσε μὲ τὴ ρίψη μιᾶς πέτρας στὰ ἡσυχα νερά της. Κι ἡ πρώτη αὐτὴ ἐπίσκεψη, μιὰ πέτρα εἶναι ποὺ ταράζει τὸ βυθὸ τῆς ψυχῆς καὶ ἀνεβαζει στὴν ἐπιφάνεια μνῆμες καὶ πρόσωπα: περασμένα πιά, ποτὲ ὅμως λησμονημένα.
Παράλληλα, ἡ πρώτη αὐτὴ ἐπίσκεψη εἶναι καὶ τὸ ἄνοιγμα μιᾶς νέας πληγῆς, ποὺ μονάχα ὁ χρόνος γιατρεύει. Μὲ μόνη διαφορὰ πὼς τὸ σημάδι ἀπομένει...Γιὰ νὰ θυμίζει ἐκείνη τὴν τραγικὴ ὥρα, τὴν ὥρα τῆς ἐπίσκεψης κι ὄχι τῆς ἐπιστροφῆς, ποὺ ἀναμφίβολα εἶναι Ὥρα ὁδυνηρῆς ἐμβίωσης τοῦ κενοῦ ποὺ γεννᾶ ἡ ἀπουσία. Ἡ ἀπουσία τοῦ γνώριμου, οἰκείου χώρου, τοῦ μαθημένου χώρου, τὸν ὁποῖο δὲ συνατησε στὴ νέα κατοικία καὶ γειτονιά. Παρ᾿ ὅλο ποὺ οἱ νέοι του γείτονες εἶναι γνώριμοι, ὄχι ὅμως οἱ οἰκεῖοι, οἱ καθημερινές του συναντήσεις, οἱ νέες του συνήθειες εἶναι σὰν ξένες. Ἀνούσιες, πληγωμένες ἀπὸ τὴ νοσταλγία, ἄδειες ἀπὸ πρόσωπα μαθημένα καὶ οἰκεῖα...
Ἀναγκαία ἡ πρώτη ἐπίσκεψη, λοιπόν, ὅπως εἶναι περίπου ἡ πρώτη ἐπίσκεψη στὸ Κοιμητήριο, μετὰ τὴν ταφὴ προσφιλοῦς προσώπου... Γιατὶ κι ἐδῶ ἕνας περίεργος θάνατος ἁπλώνεται γύρω, καθὼς ἡ σιωπὴ καὶ ἡ κλειστὴ τοῦ σπιτιοῦ ἀτμόσφαιρα πιστοποιοῦν τὴν ἀπουσία. Ἀπουσία ποὺ φυτεύτηκε πιὰ καὶ σ᾿ αὐτὸ τὸ σπίτι, στὴ γειτονιὰ καἲ στὸ παλιὸ τὸ χωριό, ὅπως τὸ κάθε δέντρο. Ποὺ γιὰ νὰ μεγαλώσει καὶ νὰ τρανωθεῖ θέλει τὴ φροντίδα καί τὸ πότισμά του. Μόνο ποὺ ἡ ἐδῶ ἀπουσία γιὰ νὰ τρανωθεῖ, ἐπιθυμεῖ τῶν δακρύων τὶς ροὲς νὰ τὴν ποτίσουν. Κι ἐννοῶ πάντα τὶς πλέον εὐαίσθητες. Ὅσες, δηλαδή, ὑπάρχουν καὶ κινοῦνται γύρω μας...
π. κ.ν.κ.

Παρασκευή 24 Μαρτίου 2017

Για το βιβλίο του Παύλου Παπανότη, “Ηπειρώτικα τραγούδια με ιστορία”, εκδ. Το ανώνυμο βιβλίο 2016

Γράφει η ΑΝΘΟΥΛΑ ΔΑΝΙΗΛ 


Το βιβλίο του Ηπειρώτη, Πωγωνήσιου συγκεκριμένα, Παύλου Παπανότη, Ηπειρώτικα τραγούδια με ιστορία, είναι μια συλλογή, την οποία ο εξαιρετικός συνάδελφος ολοκλήρωσε μετά από μακρόχρονη προσπάθεια και επί τόπου έρευνα. Συγκέντρωσε λοιπόν τα τραγούδια της πατρίδας του και συγκεκριμένα εκείνα που έχουν ιστορικό υπόβαθρο.

Τα τραγούδια της πατρίδας είναι υπόθεση η οποία έχει απασχολήσει κατά καιρούς πολλούς επιφανείς του είδους και παραπέμπω πρόχειρα σε δύο διαφορετικά αλλά και παρόμοια είδη. Πρόκειται για τον κύκλο τραγουδιών «Η πατρίδα μου» του Τσέχου συνθέτη Μπέντριχ Σμέτανα, ο οποίος δημιούργησε τραγούδια πατώντας στην παράδοση της πατρίδας του, όπως μαρτυρεί και ο τίτλος του. Και ακόμη πρόκειται για τον τίτλο της ποιητικής συλλογής του Κωστή Παλαμά, Τα τραγούδια της πατρίδας μου, που επίσης αφορμήθηκε από την πατρίδα του. Φυσικά δεν είναι οι μόνοι που αντλούν από την πατρίδα τους την έμπνευση. Θα πρόσθετα, ότι κάθε μεγάλος συνθέτης από την τροφό πατρίδα αντλεί σε παγκόσμιο επίπεδο (ο Νίκος Σκαλκώτας τους 36 ελληνικούς χορούς του, ο Τσέχος Αντονίν Ντβόρζακ την 9η συμφωνία του, τη Συμφωνία του Νέου Κόσμου και όχι μόνο, ο Βραζιλιάνος Έικτορ Βίλα Λόμπος τις βραζιλιάνικες σουίτες του, επίσης, και όχι μόνο, καθώς και πολλοί άλλοι).

Η πατρίδα και τα βάσανά της, η ιστορική περιπέτεια που της επιβλήθηκε σαν μοίρα και ο καημός εκφράστηκαν σε στίχο και έγιναν τραγούδι. Ο Παπαδιαμάντης είπε για την Φραγκογιαννού πως «έκανε τα πάθη της τραγούδια» και η γριά Λούκαινα μοιρολογούσε ξεπλένοντας την αβασταγήν της στο Γλυφονέρι. Οι συνθήκες ζωής, λοιπόν, και τα βάσανα ενός λαού αποτυπώνονται μέσα στο τραγούδι του, και αυτό συμβαίνει από αρχαιοτάτων χρόνων.

Ο Παπανότης έσκυψε με μεγάλη προσοχή πάνω στην Ιστορία. Βρήκε τη γενεσιουργό αιτία του κάθε τραγουδιού. Την κοινωνική περίσταση, την ανάγκη, την πληγή που γέννησε το φως. Ταξίδεψε από χωριό σε χωριό, συγκέντρωσε το υλικό, αντέγραψε από χειρόγραφα, άκουσε από το στόμα των αυθεντικών φορέων το τραγούδι –τραγουδισμένο, απαγγελμένο- και έκανε την απαραίτητη φιλολογική δουλειά: επεξήγηση των ιδιωματικών λέξεων και εκφράσεων και ετυμολογική ανάλυση, όπου υπήρξε ανάγκη. Κατ’ αυτόν τον τρόπο κατάφερε να κάνει κατανοητό το περιεχόμενο των τραγουδιών στους νεότερους, κυρίως όμως την ιστορία του Πωγωνίου, και παρέθεσε και τις παραλλαγές των τραγουδιών από άλλες γεωγραφικές περιοχές της Ελλάδας. Λεπτομερή περιγραφή του τρόπου που εργάστηκε καταθέτει στο Προλογικό σημείωμά του. Και επειδή «δει χρημάτων και άνευ τούτων ουδέν εστί γενέσθαι των δεόντων» κατέγραψε μόνο τριάντα έξι τραγούδια (ευτυχής σύμπτωση, όσοι και οι χοροί του Σκαλκώτα) και παρέλειψε την καταγραφή του πλούσιου λαογραφικού υλικού που έχει στην κατοχή του από την μακρόχρονη έρευνά του, καθώς και τις αναλογίες των πωγωνήσιων τραγουδιών με τα μοτίβα της αρχαίας ελληνικής ποίησης, επικής και λυρικής, αλλά και με τραγούδια των ομόρων βαλκανικών χωρών.

Κοιτάζοντας την αφιέρωση του βιβλίου, στους γονείς: Γιώργο και Αγαθή, έπειτα στη σύζυγο: Ανατολή και τέλος στα παιδιά: Αγαθή και Γιώργο, σκέφτομαι το χιαστό σχήμα αυτής της αφιέρωσης, η οποία με τον τρόπο της συνιστά μια ακόμα προέκταση των τραγουδιών που μεταβιβάζεται από τους παλιότερους στους νεότερους, από τους παππούδες στα εγγόνια.

Τα Μέρη του βιβλίου, εκτός του Προλογικού Σημειώματος και του Βιβλιογραφικού Πίνακα, είναι πέντε: Ιστορικά τραγούδια, Κλέφτικα –Ληστρικά τραγούδια, Τραγούδια του γάμου και της αγάπης, Μοιρολόγια, Κοινωνικά τραγούδια.

Αφού παρατεθεί το ποιητικό σώμα ακολουθεί το ιστορικό πλαίσιο. Για την περίσταση, από την πρώτη ενότητα, παίρνω την «Άλωση της Κωνσταντινούπολης» και το «Παιδομάζωμα». Στο πρώτο, γίνεται αναφορά στο θρύλο για τα μισοτηγανισμένα ψάρια, τα οποία πετάχτηκαν έξω από το τηγάνι μόλις «ο αμιράς εισέβηκεν με τ’ άλογο καβάλα». Από το τραγούδι λείπει η αρχή, αλλά το τέλος που αφήνει σε εκκρεμότητα το τηγάνισμα, αφήνει και την ελπίδα για ανατροπή της κατάστασης. Η απόσταση της Ηπείρου από την Κωνσταντινούπολη είναι μεγάλη αλλά η πληροφορία που μας δίνει στο χειρόγραφο βιβλίο του ο «Τσαραπλανίτης μουχτάρης Θανάσης Τσάβαλος στηριζόμενος σε παλαιότερες πηγές» είναι διευκρινιστική: «σαν επάρθηκε και η Πόλη η βασιλεύουσα εις τους χρόνους 1453, τότες αγρίεψαν οι Τούρκοι κατεπάνω των Χριστιανών και έστειλαν ορισμούς και εχαλούσαν τις εκκλησιές και τα κάστρα και έγιναν μεγάλες ταραχές και κλαθμός ανεκδιήγητος επί δύο χρόνια».

Το «Παιδομάζωμα» ή «γιανιτζαρομάζωμα», που είναι η αφαίμαξη του Ελληνισμού, εφαρμόστηκε τον 15ο αιώνα επί σουλτάνου Μουράτ Β΄, αρχικά κάθε πέντε χρόνια και αργότερα κάθε χρόνο. Ο τελευταίο στίχος του τραγουδιού με τον οποίο μια μάνα θρηνεί και καταριέται είναι χαρακτηριστικός: «πέρσι πήραν τον γιόκα μου φέτος τον αδελφό μου».

Υπεύθυνος της αποστολής ήταν ο Αγάς των Γενιτσάρων, που αφού έφτανε στο χωριό, καλούσε τους χωριανούς να βγουν με τα παιδιά τους και έλεγχε τα βιβλία της εκκλησίας, όπου καταχωρούνταν οι γεννήσεις. Στη συνέχεια επιλέγονταν τα αγόρια από έξι έως είκοσι ετών, άλλα για το σώμα των γενιτσάρων και άλλα για τις διοικητικές υπηρεσίες. Απαραίτητη ήταν η αρτιμέλεια και η ομορφιά. Δεν έπαιρναν τα μοναχοπαίδια, από τις οικογένειες με πολλά παιδιά έπαιρναν μόνο ένα, αλλά συν τω χρόνω πολλοί αυθαιρετούσαν, παίρνοντας και τα μοναχοπαίδια ή αφήνοντας παιδιά έναντι αδράς αμοιβής. Αυτή ήταν και η αιτία που οι γονείς αρραβώνιαζαν και πάντρευαν τα παιδιά τους από τα 8, 9 και 10 χρόνια τους. Αυτά εξαιρούνταν και έτσι γλίτωναν από το παιδομάζωμα. Στη συνέχεια τα παιδιά παραδίδονταν σε Τούρκους τιμαριούχους, οι οποίοι τα χρησιμοποιούσαν σαν σκλάβους σε σκληρές δουλειές και όταν ήταν έτοιμα για στρατιώτες τα ενέτασσαν στο στράτευμα των γενιτσάρων. Άλλα παιδιά, όμορφα, αρτιμελή και ευφυή, τα εκπαίδευαν για να στελεχώσουν τη διοίκηση και το στρατό. Τα δίδασκαν την τουρκική, αραβική και περσική γλώσσα, τη μωαμεθανική θρησκεία, την ιππασία, τη χρήση του τόξου και της λόγχης. Από αυτά διορίζονταν οι αξιωματούχοι του κράτους, οι μπέηδες, οι πασάδες και οι ακόλουθοι των σουλτάνων. Το παιδομάζωμα καταργήθηκε τον 17ο αιώνα, αν και υπάρχουν πηγές που υποστηρίζουν ότι το φιρμάνι της κατάργησης καταστρατηγήθηκε στη Νάουσα το 1705. Τότε οι Ναουσαίοι, με αρχηγό τον Καραδήμο, σκότωσαν τον Αχμέτ Τσελεμπή και τους ακολούθους του, στη συνέχεια όμως οθωμανικά στρατεύματα μπήκαν στη Νάουσα και σκότωσαν τον Καραδήμο. Παραμένει άγνωστο αν τελικώς έγινε η στρατολόγηση. Μισό εκατομμύριο Ελληνόπουλα σταρτολογήθηκαν κατά τον Hammer, ενώ ο Κ. Παπαρρηγόπουλος μιλά για ένα εκατομμύριο. Οι συνέπειες της τουρκικής σκλαβιάς δεν σταματούν εκεί διότι πολλοί Έλληνες εξισλαμίστησαν για να αποφύγουν το θάνατο και άλλοι έφυγαν. Από την άλλη πλευρά, οι Τούρκοι ωφελήθηκαν με το αξιόλογο δυναμικό που επάνδρωσαν υπηρεσίες και στρατό.

Το γνωστό τραγούδι της Τζαβέλαινας που καταλήγει στην άτακτη φυγή του Αλή πασά, εμπνέει τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη να συνθέσει εκείνο «Τ’ άλογο! τ’ άλογο! Ομέρ Βριόνη», όταν ο πασάς σύμφωνα με ιστορική μαρτυρία «διέρηξε δύο ίππους» για να ξεφύγει. Ας θυμηθούμε εδώ τον σαιξπηρικό Ριχάρδο Γ΄ που εκλιπαρούσε: «το βασίλειό μου για ένα άλογο». Στα ανθολογούμενα τραγούδια θα θυμηθούμε πρόσωπα - η Τζαβέλαινα, η Δέσπω, ο Μπότσαρης- και θα δούμε τόπους, καθώς και άλλους τόπους που προστέθηκαν στα τραγούδια, μετά τους νικηφόρους πολέμους του ’40, άλλη μια απόδειξη της ιστορικότητάς τους.

Ο Παπανότης υποστηρίζει την άποψη ότι οι «Κλέφτες» δεν έκλεβαν μόνο τους Τούρκους και του προσκυνημένους, όπως πιστεύουμε εξιδανικεύοντας τη δράση τους. Αντιθέτως έκλεβαν αδιακρίτως. Την εξιδανίκευση την επέβαλε η άποψη ότι ήταν αυτοί ο πυρήνας του πρώτου επαναστατικού στρατού, όπως τους παρουσιάζει ο ανώνυμος συγγραφέας της Ελληνικής Νομαρχίας, ενώ αντικειμενική κρίση γι’ αυτούς κάνει ο Δελβινακιώτης Γεώργιος Γαζής, γραμματέας του Καραϊσκάκη, οποίος λέει ότι ήταν «κλέπται», «κακούργοι», «άγρια θηρία» που ποτέ δεν είχαν δει πόλη ούτε είχαν μπει σε εκκλησία, ωστόσο, με την Επανάσταση «πολλοί τούτων …ετίμησαν τα ελληνικά όπλα και τους αρχηγούς των».

Για τη Σαμαρίνα, μας λέει ότι ήταν το ψηλότερο χωριό των Βαλκανίων, και για τούτο ήταν καταφύγιο και ορμητήριο κλεφτών. Οι Σαμαρινιώτες όμως πολέμησαν στην Επανάσταση και οι περισσότεροι από αυτούς σκοτώθηκαν στην Έξοδο του Μεσολογγίου. Ωστόσο, το τραγούδι «Εσείς παιδιά κλεφτόπουλα» που αναφέρεται στα παιδιά της Σαμαρίνας, μάλλον εκφράζει γενικότερα το ήθος των κλεφτών και όχι ειδικά των Σαμαρινιωτών. Η αρπαγή της κόρης του Αβέρωφ, «Η Βασιλαρχόντισσα» και η ιστορία με τα λύτρα, τα τραγούδια για τον λήσταρχο Νταβέλη, τα τραγούδια του γάμου και τα μοιρολόγια, ολοκληρώνουν την περιδιάβαση του συγγραφέα, με τις ιστορικές πληροφορίες και τις αναφορές στα ιστορικά γεγονότα.

Στο ερώτημα: τι έχει αυτή η συλλογή δημοτικών τραγουδιών να προσθέσει στις τόσες άλλες του είδους; Η απάντηση είναι: Πρώτον αναφέρεται μόνο σε ηπειρώτικα τραγούδια. Δεύτερον στήνει το ιστορικό υπόβαθρο ως θεμέλιο του τραγουδιού με πολλές ιστορικές πληροφορίες, διασταυρωμένες από όσες υπάρχουν πηγές, αποδεικνύοντας άλλη μια φορά πως τίποτα δεν γεννιέται εν κενώ· η δημιουργία έχει τη ρίζα της στον άνθρωπο και τα παθήματά του, στις ιστορικές περιπέτειες και τα γεγονότα που σημάδεψαν την εποχή του και τον ίδιο, ότι μέσα από τα τραγούδια ο φιλέρευνος ακροατής-αναγνώστης μαθαίνει ιστορία, ότι το άκουσμα-ανάγνωση χωρίς τη γνώση καταντά κούφιο γράμμα. Ακόμα η συλλογή αυτή διαλύει μύθους, αποκαθιστά την αλήθεια, εμπλουτίζει το κειμενικό πλαίσιο του τραγουδιού και, χωρίς αυτή να είναι η πρόθεση, για τη συγκεκριμένη περίπτωση τουλάχιστον, μας δείχνει πού οφείλεται το βαρύ και αργόσυρτο των ηπειρώτικων τραγουδιών. Το πένθος είναι πηγή της έμπνευσης. Γι’ αυτό και ο Κωστής Παλαμάς στη δική του συμπερίληψη των λυπητερών τραγουδιών βάζει πρώτα τα «Γιαννιώτικα»: «Γιαννιώτικα, σμυρνιώτικα, πολίτικα / μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα / λυπητερά. Πώς η ψυχή μου σέρνεται μαζί σας! / Είναι χυμένη από τη μουσική σας / και πάει με τα δικά σας τα φτερά».

Η δουλειά του Παύλου Παπανότη είναι σημαντική στο είδος της και τον τιμά ως δημιουργό της που τιμά την πατρίδα του, διασώζοντας τον πολιτισμικό της πλούτο. 

Πέμπτη 23 Μαρτίου 2017

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ (12 λαϊκά παραμύθια από διάφορα μέρη της Ελλάδας και Κύπρου)


Το 2011 η ελεύθερη ψηφιακή βιβλιοθήκη eBooks4Greeks.gr διοργάνωσε διαγωνισμό παραδοσιακού παραμυθιού. Ο διαγωνισμός ήταν ένα κάλεσμα με σκοπό να αναδειχτούν παραδοσιακά (λαϊκά) παραμύθια του τόπου μας που αποτελούν σημαντικό μέρος της πολιτισμικής μας κληρονομιάς. Τα 12 παραμύθια της έκδοσης επιλέχθηκαν μέσα από 39 παραμύθια που έλαβαν συμμετοχή στον διαγωνισμό. Η επιλογή αυτή έγινε από τους τρεις «παραμυθάδες»: Αγγελική Σχοινά, Γιώργο Παλιάτσιο, Χάρις Μέγα και η εικονογράφηση από τη ζωγράφο Μαρία Βιλλιώτη.

Συγγραφείς: Γεωργία Καρκάνη, Άντρη Αντωνίου, Αδαμαντία Ξηρίδου, Χαρά Τσοντάκη, Σωτηρούλα Βασιλίου, Παρασκευή Αποστολοπούλου, Χρυσάνθη Πρωτοψάλτου, Ευδοκία Ποιμενίδου-Χατζηδημητρίου, Σοφία Τσουρλάκη, Γεώργιος Παλιάτσιος, Αθηνά Κυριακού-Σαρακενίδου, Ειρήνη Πόλια
Εικονογράφηση: Μαρία Βιλλιώτη 
Έκδοση: eBooks4Greeks, 2017
Μέγεθος: σελ. 135 / 15 Mb
Μορφή: Pdf Online



Τρίτη 21 Μαρτίου 2017

π. Κων. Ν. Καλλιανός: ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΜΙΑ ΣΠΟΥΔΑΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ. ΤΙΜΗ ΣΤΟΝ ΚΑΙΣΑΡΙΟ ΔΑΠΟΝΤΕ ΚΑΙ ΤΗ ΣΚΟΠΕΛΟ

Στὸ διαδίκτυο καί μάλιστα στὴν προσεγμένη σελίδα «ΕΛΛΗΝΟΜΟΥΣΕΙΟΝ ΑΓΡΑΦΩΝ», τὴν ὁποία ἐπιμελεῖται ὁ λόγιος ἰατρὸς κ. Κων. Σπ. Τσιώλης, ἔνθερμος φίλος τῆς Σκοπέλου, παρουσιάστηκε μιά σπουδαία μελέτη, γραμμένη ἀπὸ τὸν κ. Χαρ. Καρανάσιο, Διευθυντὴ ΚΕΜΕ τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν. (Βλ. σχετικῶς, http://ellinomouseionagrafon.blogspot.gr/2017/03/k.html ).
Ἡ μελέτη αὐτή φέρει τὸν τίτλο, «Τὸ ἄγνωστο ἔργο τοῦ Καισαρίου Δαπόντε Βρύσις λογική (1778): Ἐπιστολαὶ ἐκ τῆς φυλακῆς καὶ κατὰ τῶν Κολυβάδων» καὶ δημοσιεύτηκε στὸ περ. Μεσαιωνικὰ καὶ Νέα Ἑλληνικά, τοῦ Κέντρο Ἐρεύνης τοῦ Μεσαιωνικοῦ καὶ Νέου Ἑλληνισμοῦ, τ. 12 (2016).
Γιὰ ἕνα συνειδητὸ Σκοπελίτη ἡ ἔκδοση ἄγνωστων ἤ καὶ ἀθησαύριστων ἔργων τοῦ συντοπίτη του λογίου μοναχοῦ Καισαρίου Δαπόντε, εἶναι ἀπὸ τὴ μιὰ κολακευτική κι ἀπὸ τὴν ἄλλη, τὰ μέγιστα συγκινητική. Γιατὶ πάντα, μέσα στὸ ἔργο τοῦ Δαπόντε μνημονεύεται καὶ προβάλλεται ἡ Σκόπελος, ἡ «χρυσὴ πατρίδα», ὅπως τὴν ἀναφέρει ἀλλοῦ ( Κῆπος Χαρίτων).
Ἀναφέρω δύο ἀποσπάσματα, γιὰ νὰ γίνει πιὸ σαφὴς ὁ λόγος μου:
Καὶ βλέπω εἰς τὸν ὕπνον μου, πὼς εἰς τῆς Παναγίας
τὸ μοναστήρι βρέθηκα τῆς Εὐαγγελιστρίας,
Τὸ πατρικόν μου κτήριον, κἔστεκα, προσκυνοῦσα
μὲ πόθον τὴν εἰκόνα της, ὁποῦ τὴν ἐδιψοῦσα·
Χρόνους πεντὲξ ἀπὸ αὐτὴν ὤντας ὑστερημένος,
καθὸ ἀπτὸν πατέρα μου μικρὸς ξενιτεμένος (Βρύσις Λογική)
2.
Ἔχασα πρῶτα τὴν χρυσῆν αὐτὴν ἐλευθερίαν,
δεύτερον δὲ τὴν Σκόπελον, πατρίδα τὴν γλυκεῖαν.
Εἴκοσι χρόνους ἀπ’ αὐτὴν ὤντας ἐξορισμένος,
καὶ νὰ γυρίσω εἰς αὐτὴν πλιὸ͜ ἀποφασισμένος.
(Κωστάκῃ Γουλιανῷ, Μ. Ποστέλνικο)
Μὲ τὴν ἔκδοση, λοιπόν, τῶν ἀνέκδοτων αὐτῶν χειρογράφων τοῦ Δαπόντε αὐξάνονται οἱ πληροφορίες γύρω ἀπὸ τή ζωή καὶ τὴ δραστηριότητά του. Γιατί, ὅπως πολὺ σωστὰ ἀναφέρει ὁ κ. Καρανασιος, «Ὁ Δαπόντες παραμένει σήμερα παραγνωρισμένη προσωπικότητα ἀπὸ τὴ σύγχρονη ἔρευνα, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἀποτελεῖ ἰδιαίτερη περίπτωση στὰ ἑλληνικὰ γράμματα, ἐνῶ ἐμφανίζει ἔντονη δραστηριότητα στὸν κοινωνικό, πολιτικὸ καὶ ἐκκλησιαστικὸ χῶρο» (σελ. 256).
Τὸ ἐρώτημα, ὡστόσο, ποὺ αἰωρεῖται εἶναι ἕνα: Γιατὶ στὴν πατρίδα του, τὴ Σκόπελο, εἶναι τόσο παραγνωρισμένος καὶ σχεδὸν ἄγνωστος ;
Κλέινοντας τὸ μικρὸ αὐτὸ σημείωμα συγχαίρω τὸν κ. Χ. Καρανασιο γιὰ τὴν θαυμάσια μελέτη του καὶ εὐχαριστῶ πολὺ τὸν ἀγαπητὸ φίλο καὶ λόγιο κ. Κων. Σπ. Τσιώλη γιὰ τὴν τιμητικὴ ἀνάρτηση.

π. κ. ν. καλλιανός

Δευτέρα 20 Μαρτίου 2017

π. Κων. Ν. Καλλιανός: ΕΥΩΔΙΑ ΔΕΝΔΡΟΛΙΒΑΝΟΥ, ΜΑΝΤΖΟΥΡΑΝΑΣ ΚΑΙ ΦΡΕΖΑΣ... (ή ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ)


Μέσα στὴν ἀνοιξιάτικη ὁμορφιά, μὲ τὴ γῆ στολισμένη ἀπὸ πλῆθος ἀνθέων, μικρῶν ἤ μεγάλων, προβάλλει ἡ Γιορτὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, γιὰ νὰ συμβάλλει στὸν εὔσχημο τῆς Σαρακοστῆς καλλωπισμό, ἀλλὰ καὶ νὰ τὴν ράνει μὲ εὐωδιαστὰ ἀρώματα. Ἀρώματα δενδρολίβανου, μαντζουράνας, φρέζας, γαρύφαλλου... Ἀρώματα, ποὺ προσφέρονται μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὁ Ὁποῖος, καθὼς τίθεται εἰς προσκύνησιν, μοιράζει, μαζὶ μὲ τὰ ἄνθη, καὶ τοῦτες τὶς θεσπέσιες εὐωδιές. Εὐωδιὲς Παραδείσου, ποὺ τὶς συνοδεύει τὸ μοσχολίβανο, ἡ ἀνάσα τῶν ἀναμμένων κανδηλῶν, ἡ παρουσία τῶν Ἁγίων. Μαζὶ μὲ τὰ τροπάρια, ποὺ συντονίζουν λόγο καὶ βίωμα, κατανυξη καὶ μετάνοια· δάκρυα καὶ χαμόγελα ψυχῆς.
«Ταύτῃ τῇ ἡμέρᾳ, μυρίζει τὰ μύρα, τῆς θείας μυροθήκης, τὸ ζωομύριστον ξύλον, ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ, ὀσφρανθῶμεν τῆς αὐτοῦ θεοπνεύστου ὀσμῆς, αὐτὸν προσκυνοῦντες, πιστῶς εἰς τοὺς αἰῶνας».  ( Κανὼν Ἑορτῆς, Η΄ ὠδή)
Γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο,
«Τὸν Σταυρὸν γῆ σύμπασα προσκυνησάτω, 
Δι' οὗ περ ἔγνωκε σὲ προσκυνεῖν, Λόγε» ( Συναξαριον, Στίχοι).
Πλημμυρισμένες εὐωδιὲς σήμερα οἱ ἐκκλησιὲς προεορτάζουν Χριστοῦ τὴν Ἀναστασιν, ἀφοῦ, «διὰ τοῦ Σταυροῦ χαρὰ ἐν ὁλῳ τῶ κόσμῳ». Κι ὕστερα, ὁ χρόνος ποὺ περνᾶ καὶ μεῖς μαζί του. Ταξίδι πρὸς τὴν αἰωνιότητα, ἀφοῦ μέσιασε πιὰ ἡ Σαρακοστή, ἀνέτειλε τὸ ἔαρ δειλὰ -δειλά κι ἄρχισε ἡ ψυχή μας νὰ εὐφράινεται, καθὼς ἀκοῦμε καὶ τὴν προτροπὴ τοῦ Ἀποστόλου: «Προσερχώμεθα οὗν μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος, ἵνα λάβωμεν ἔλεον καὶ χἀριν εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν»( Ἐβρ. 4, 16) . Ἀμήν.
π κ.ν.κ Τῆς Σταυροπροσκυνήσεως 2017



Related Posts with Thumbnails