© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2022

Για το βιβλίο του π. Κ. Ν. Καλλιανού “… Και το σεργιάνι συνεχίζεται… Κληματιανές μνήμες και βιώματα” , έκδ. Δήμος Σκοπέλου 2022

Γράφει η Δρ ΑΝΘΟΥΛΑ ΔΑΝΙΗΛ

Ο π. Κωνσταντίνος Καλλιανός λειτουργεί με όλους τους τρόπους. Δεν είναι μόνο το ιερατικό του έργο που υπηρετεί πιστά, αλλά είναι και το άλλο, εκείνο που αφορά την ιστορική μνήμη. Και δεν αφορά την ιστορική μνήμη με την επίσημη σημασία της, που και αυτήν δεν την παραμελεί, αλλά με την άλλη που αφορά τα προσωπικά βιώματα και την καθημερινή ζωή. Εκείνη των απλών ανθρώπων του νησιού του, της ιδιαίτερης πατρίδας του με τις φυσικές καλλονές της, του ποιμνίου του με τα πρόσωπα και τα πράγματα, τα εκκλησάκια και τις εορτές, τις καθημερινές συνήθειες. Όλες εκείνες τις μικρές ψηφίδες που συγκέντρωσε σε έναν καλαίσθητο τόμο με το τίτλο …Και το σεργιάνι συνεχίζεται… που εξέδωσε ο Δήμος Σκοπέλου.

Ο πατέρας Κωνσταντίνος είναι ένας σεμνός ιερωμένος που πιστεύει και σέβεται την πλάση που ο Θεός δημιούργησε και πάνω σε κάθε πλάσμα της βρίσκει το χέρι Του και το προστατευτικό βλέμμα Του.

Παρακολουθώντας τα διάφορα βιβλία του, αλλά και τα γραπτά του στο αξιολογότατο περιοδικό Παραθέματα Λόγου, το οποίο διευθύνει ο Πρωτοπρεσβύτερος και εξαιρετικός ποιητής και δοκιμιογράφος Παναγιώτης Καποδίστριας, παρατηρούμε αυτό που ήδη αναφέραμε. Ο π. Καλλιανός διασώζει την ιερή μνήμη των απλών πραγμάτων που η επιμονή τους και μόνο στον χρόνο τα αγιοποίησε. Έτσι αγιοποιημένα τα βρίσκουμε και στο «σεργιάνι», το οποίο αποτελεί την προέκταση ενός άλλου πριν από λίγα χρόνια το Σεργιάνι σε ξεχασμένα μονοπάτια. Γι’ αυτό άλλωστε και ο

τίτλος μας δίνεται μεταξύ αποσιωπητικών, προ και μετά, δείχνοντας ότι και ετούτο το βιβλίο είναι μια ακόμα γέφυρα με τα πριν και τα όσα θα έρθουν.

Στο ερώτημα που θέτει ο μεγάλος ποιητής Γιώργος Σεφέρης στο ποίημα «Ο τελευταίος σταθμός», «Μήπως ο άνθρωπος …είναι αυτό που μεταδίνει τη ζωή;» ο π. Καλλιανός κι εμείς μαζί του θα απαντήσουμε Ναι, αυτό είναι και γι’ αυτό γεννιέται για να προεκτείνει τη γενιά του Αδάμ και της Εύας.

Ο π. Καλλιανός λοιπόν με τα γραπτά του θα αφήσει το συγγραφικό του στίγμα, το οποίο θα στραφεί κυρίως σ’ αυτό που χάνεται μέσα στον ορυμαγδό της νεωτερικότητας και του μοντερνισμού που σαρωτικά απαλείφει κάθε συναισθηματικό ίχνος του παρελθόντος. Και κυρίως γράφει γι’ αυτό που ο ίδιος έχει βιώσει. Προς επίρρωσιν επικαλείται και την σκέψη του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου: «Μη γράφε, μόνον το βεβιωμένον», κάτι που είναι παγκοίνως γνωστό και αποδεικνύεται από την εμπειρία, η οποία δεν δανείζεται ούτε διδάσκεται.

Θα πρέπει να προσθέσω ότι η αφήγηση εκκινεί από τα παιδικά του χρόνια και μοιάζει με τα ιερά δρώμενα μέσα στον Ναό, όπου επέπρωτο να υπηρετήσει στο μέλλον. Αντιγράφω:

«Ξεκινώ και πάλι απ’ τον βαθύ τον Όρθρο, το μισοσκότεινο εκείνο δηλαδή τοπίο των παιδικών μου χρόνων∙ από ένα μικρό λευκό χωριό ξεκινώ, χωριό φυτρωμένο ανάμεσα σε πεύκα και ελιές, που από μακρυά το νομίζεις ότι είναι λευκά θαλάσσια βότσαλα, σπαρμένα απ’ το χέρι μικρού παιδιού σε γκριζοπράσινο φόντο… Κι είναι το ξεκίνημα αυτό μια αναγέννηση, μια ισχυρή αντιβίωση στον σημερινό καιρό των πολλών και πολλαπλών μικροβίων που αναπνέουμε».

Ο π. Καλλιανός ζει μέσα στον κόσμο, εξομολογεί και γνωρίζει καλά την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ακούει τα μηνύματα και αισθάνεται τι κυκλοφορεί στον αέρα. Ναι, ξέρει, αλλά εκείνος ως νοσταλγός ενός παρελθόντος που χάνεται, επιμένει. Θα επικαλεστώ και πάλι τον Σεφέρη που υποστηρίζει ότι από την παράδοση ό,τι είναι νεκρό θα χαθεί και ότι είναι ζωντανό θα ενσωματωθεί στο νέο και θα επιβιώσει. Επομένως ο καλός ποιμένας καλώς κάνει και επαναφέρει στο προσκήνιο και… όστις θέλει οπίσω του ελθείν… Όλα τα γραπτά μας άλλωστε στον αναγνώστη που μας θέλει απευθύνονται..

Και τι να πρωτοθυμηθεί. Την παλιά νεωκόρο, τη θεια Μαχώ –ερείπιο σήμερα- το κάρβουνο για το θυμιατό, το ζεστό νερό για το ζέον, τη θεια Λενιώ, τη θεια Ράπαινα, και τις άλλες που στόλιζαν την εκκλησία τη Μ. Εβδομάδα, τις αφηγήσεις του Σταμάτη, τα παιχνίδια των παιδιών, το ψάρεμα στα ψαρονήσια. Κι επειδή η γλώσσα είναι παλιά υπάρχει και το απαραίτητο γλωσσάρι, απομεινάρι κι εκείνο της σκοπελίτικης γλώσσας που, αφού καταγράφτηκε. σώθηκε. Ας θυμηθούμε εδώ και το μνημειώδες Σκοπέλου Λάλον ύδωρ της φίλης Μαρίας Δελήτσικου- Παπαραχρίστου.

Ο π. Καλλιανός θα θυμηθεί όλους τους ανθρώπους, επιφανείς και μη, θα αφιερώσει κείμενα σε πρόσωπα των οποίων εκτιμά την παρουσία -ο καθείς στο τομέα του- (και τον ευχαριστούμε πολύ γι’ αυτό).

Δεν θα ξεχάσει τις μεγάλες γιορτές και τα έθιμα, τα κάλαντα, το καημένο το γουρουνάκι που τα παιδιά έπαιζαν μαζί του, αλλά αυτό έγινε θυσία στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι.

Σεργιανώντας «ανάμεσα στα σιωπηλά ερείπια, στο Κάτω Κλήμα, «προσπαθείς να τα ξαναδείς … με τις αναμμένες παραστιές να αναδίδουν μια ανάμικτη μυρωδιά από καμένο ξύλο, ώριμο κυδώνι και φρεσκοκοψημένο ψωμί… έτσι για ξορκιστεί η ερημιά κι η εγκατάλειψη». Το παράδειγμα αυτό αποδεικνύει τη δύναμη τη μνήμης, της οσφρητικής και γευστικής που δρα καταλυτικά και με την ευκαιρία να θυμίζουμε ότι κατά παρόμοιο τρόπο ο Μαρσέλ Προυστ «ξαναγεννήθηκε» όταν στη μνήμη του έφτασε ένα φλυτζάνι τσάι κι ένα γλυκάκι που βουτούσε μέσα η Θεία Λεονί και του το πρόσφερε. Είναι η περίπτωση που και στα δύο κείμενα, όση κοινωνική απόσταση κι αν έχουν, η οσφρητική-γευστική μνήμη λειτουργεί σαν θεία Κοινωνία…

Οι γιορτές του Σαρανταήμερου, «τα μελανούρια πλακί», τα αρώματα από κρεμασμένα ψηλά μήλα και κυδώνια, οι «ευωδιαστές λαχανόπιτες», «οι κολοκυθόπιτες», η καυκαλήθρα και ο μάραθος, οι λαχανίδες και τα κουνουπίδια, οι ταβάδες, τα σινιά (να πώς σώζονται οι λέξεις). Τα τριαντάφυλλα στον Επιτάφιο, ο χαλβάς, οι σούπες, το κατσικάκι καπαμά, το ψητό στο φούρνο ή στη λαδόκολλα. Γεύσεις πασχαλινές, μνήμες αλησμόνητες κι ας άλλαξε ο κόσμος κι ας χόρτασε … Η μνήμη δεν ξεγελιέται από τις σειρήνες των νέων γεύσεων, κάνοντας τις δικές συναισθηματικές επιλογές …

Να μην ξεχάσουμε τη σημασία που έχει «το τζάκι και η παρηγοριά του» την οποία εκθειάζει ο Αλέξανδρος Μωραϊτίδης: «ουδέν επόθησα θερμότερον … ή την απόκτησιν εστίας, παρά την οποία καθήμενος εν τω μακρώ βίω της ξενιτείας … να αφαιρούμαι εις τας ελικοειδείς κυμάνσεις της φλογός της και να καίω από καιρού εις καιρόν τόσα αποτυχόντα σχέδια, ως καίουσι τα άχρηστα χαρτία». Η αναμμένη εστία, παρηγοριά και καντήλι.

Ξεχνιούνται οι Πρωτομαγιές, οι στολισμένες βάρκες και τα βενζινάκια στην Αρμενόπετρα; Όχι, δεν ξεχνιούνται, όπως δεν ξεχνιέται ο παππούς και ο πατέρας, η Ουρανία και τα παιδιά του, η οικογένειά του δηλαδή στην οποία αφιερώνει κείμενα, γεμάτα αγάπη. Στη μνήμη των παππούδων και γιαγιάδων, με κυριαρχική την εικόνα της Μητέρας στο στολισμένο απλά εορταστικά σπίτι∙ ο δίσκος με το πετσετάκι, τα γλυκά, το ρακί, τα ποτηράκια, οι μυρωδιές από το ανθοδοχείο με τα τριαντάφυλλα, τα γαρύφαλλα, τη μαντζουράνα. Τα κείμενα αυτά είναι περισσότερα του ενός και αποδεικνύουν τον μεγάλο σεβασμό του στους γονείς του, των οποίων τη μνήμη τιμά πάλι και πάλι.

Κι ακόμα κείμενα αφιερωμένα στα παλιά επαγγέλματα, στην ευωδιαστή μουσταλευριά, στα χειροκίνητα ελαιοτριβεία, τη βροχή στον μισοχαλασμένο τσίγκο του φούρνου, «αφήνοντας ένα παράξενο ήχο, ήχο από ένα ιδιότυπο κλαβενσέν» και τη συγκίνηση που φέρνουν οι αναμνήσεις.

Όμως πέρα από αυτές τις μνήμες είναι και οι πικρές των ναυαγίων. Εκείνες των νεκρών στη μάχη, όπως ο φίλος και συστρατιώτης του πατέρα, που η φωτογραφία του στον τοίχο τού φέρνει στο νου τον «Ανθυπολοχαγό» του Οδυσσέα Ελύτη.

Θα τελειώσω αυτό το σεργιάνι στις αναμνήσεις του π. Κων. Ν. Καλλιανού με το παρακάτω απόσπασμα από την «ένα χρόνο μετά απουσία της Μάνας»:

Με οδηγό τη συγκίνηση που εμφανίζει η μέρα αυτή …προσπαθείς να γράψεις δυο λέξεις: λέξεις μνημόσυνο και να σκεφτείς πάλι την απουσία Της και τη σημαδιακή την ώρα που αναχώρησε. Γιατί από αυτό τον κόσμο όλοι αναχωρούμε κάποτε…».

Ναι, όλοι και όλα τελειώνουν. Μένουν όμως οι μνήμες καταγεγραμμένες στο μυαλό, στην καρδιά, στο βιβλίο, όπως και στις παλιές φωτογραφίες που το συμπληρώνουν.

Και να πούμε πως ο π. Κων. Ν. Καλλιανός δεν μίλησε μόνο για τις δικές του μνήμες, αλλά μίλησε και για τις δικές μας που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο όλες μοιάζουν και γι’ αυτό μίλησε στην καρδιά μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts with Thumbnails