«Μακάριοι οἱ κατοικοῦντες ἐν τῷ οἴκῳ Σου...» (Ψαλμ.83, 5)
Ποιμαντικὰ βιώματα
Εἶναι ὄντως περιούσιες, δοξαστικὲς καὶ κορυφαῖες οἱ ὅσες στιγμές, ὧρες, μέρες καὶ χρόνους ζεῖ καὶ περνάει ἕνας ποιμένας μέσα στὰ πανίερα σκηνώματα τοῦ Κυρίου. Καὶ δὲν εἶναι δυνατὴ καμμία γραπτὴ περιγραφὴ στὸ ν᾿ ἀποτυπωσει στὸ χαρτὶ τὰ ὅσα βιώνει ἕνας ποιμένας καθημερινὰ μέσα στὸ ναό. Γιατὶ εἶναι ἀδύνατο νὰ μεταποιηθεῖ σὲ γραπτὸ λόγο αὐτὸ ποὺ νοιώθει αὐτὸς ὁ ποιμένας, ὁ ὁποῖος ζεῖ μὲ συγκίνηση τοὺς γκρίζους ἑσπερινοὺς τοῦ χειμώνα, μὲ τὸ λιγοστὸ τὸ φῶς καὶ τὴν ἡσυχία νὰ συνταιριάζονται μὲ τὸ εὐῶδες θυμίαμα καὶ τὸ ἱλαρὸ τὸ φῶς τῶν κανδηλιῶν, τὴν ἁπαλὴ ἀνάσα τοῦ καμμένου λαδιοῦ ἤ τῶν σβησμένων κεριῶν. Ἀνάσα στοργική, ἀποτοξινωτική, ψυχοσωτήρια. Κι ὕστερα ἐκείνη ἡ μοναξιά... Ἡ ἄλλη μοναξιά, ποὺ μήτε ποὺ σχετίζεται μὲ ἐκείνη τὴν ὁποία ζεῖς στὸ σπίτι σου καὶ σὲ ἀγχώνει κάποτε. Ἐδῶ, μέσα στὸ ναό, δηλαδή, ἡ μοναξιὰ εἶναι γόνιμη, γιατὶ τὸ ξέρεις ὅτι μιὰ περίεργη συντροφιὰ ὑπάρχει γύρω σου. Μιὰ συντροφιὰ ἀπὸ τοὺς Ἀγίους, ποὺ ἥρεμα καὶ πατρικὰ σὲ κοιτᾶνε ἀπὸ μέσα ἀπὸ τὶς εἰκόνες. Ἀπὸ τοὺς ἄγνωστους σὲ σένα κτίτορες, τοὺς ὅσους ἀπὸ αἰῶνες ἐδῶ ἱεράτευσαν, τοὺς κεκοιμημένους λαϊκούς κι ὅσους πέρασαν ἀπὸ τὸν ἰερὸ τοῦτο χῶρο. Καὶ μαζὺ μὲ ὅλ᾿ αὐτὰ εἶναι καὶ τὰ Ἅγια Λείψανα, αὐτὴ ἡ πολύτιμη καὶ ἱερὴ κοσμηματοθήκη τοῦ ναοῦ, ποὺ συνοδεύει τὴν πορεία τῶν πιστῶν, μὲ τὴν εὐλογία καὶ τὴν παραμυθία ποὺ παρέχουν.
Ἀναμφισβήτητα, εἶναι μέγα τὸ προνόμιο τοῦ κάθε ἱερέα αὐτή του ἡ καθημερινὴ ἐφημερία μέσα στὸ ναό. Ἐκεῖ, ποὺ οἱ ἐποχὲς ἀποκτοῦν και ἔχουν ἄλλο νόημα ἀπὸ ἐκεῖνο τοῦ κόσμου, καθὼς ντύνονται μὲ γιορτὲς πλημμυρισμένες ἀπὸ ἐξαίσια ποίηση καὶ ὀμορφιά, ποὺ τὶς στολίζουν ἡ χαρμολύπη κι ἡ κατάνυξη. Κι αὐτὸς εἶναι ὁ πλοῦτος, ὁ μέγας κι ἀληθινὸς πλοῦτος τοῦ κάθε ἱερέα, τοῦ κάθε πιστοῦ. Γιατὶ ἔτσι νοηματοδοτεῖται ἡ ζωὴ καὶ ἡ διακονία του. Ἐπειδὴ τῆς χαρίζει τὴν ὀμορφιὰ τῆς Δημιουργίας, ὅπως ἐκείνη βγῆκε ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ: στέρεη, ζωντανή, χαριτωμένη. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ ἄνοιξη λ.χ. ταιριάζει τόσο μὲ τὴ Μεγαλοβδομάδα καὶ τὴν Ἀνάσταση, τὸ θέρος μὲ τὴ μεγάλη καὶ συγκινητικὴ γιορτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Παναγίας, τὸ φθινόπωρο μὲ τὴν ἀνάσα τῆς αἰσιοδοξίας ποὺ φέρνει ἡ γέννηση τῆς Θεοτόκου καὶ ἡ Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, γιὰ νἄρθει ἡ θαλπωρὴ καὶ ἡ ζεστασιὰ τῆς μεγάλης Γιορτῆς τῶν Χριστουγέννων, ποὺ θὰ στεφανώσει τὴ ζωή μας στὰ παγωμένα χειμωνιάτικα πρωϊνὰ ἤ καὶ βράδυα.
Πληροῦται, λοιπόν, ἡ ψυχὴ τοῦ κάθε ἱερέα, ποὺ διακονεῖ στὸ ναό του ἀπὸ ἀγαλλίαση, ἀλλὰ καὶ χαρμολύπη. Καὶ κάθε μέρα φορτώνεται ἀπὸ εὐλογίες, ποὺ παραμερίζουν κόπους, αἰτιάσεις καὶ ἐχθρότητες: ὅλα ἐκεῖνα, δηλαδή, ποὺ παραφυλᾶνε στὴν ἄκρη καὶ εἶναι ἕτοιμα, ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ νὰ ἀμαυρώσουν τὴ ζωντάνια καὶ τὴν εὐφροσύνη τῆς εὐλογημένης Βασιλείας Του: Μέσα στὴν Ὁποία ζεῖ καὶ ἀνασαίνει Θεὸ ἡ Ἐνορία, αὐτή, δηλαδή, ἡ πνευματικὴ οἰκογένεια.
π. κ. ν. κ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου