Στὸν
πολυσέβαστό μου καθηγητή, τὸν κύριο
Ἀλέξανδρο Σταυρόπουλο, εὐγνωμόνως
Στὴ
διάρκεια τοῦ ἐπίγειου βίου μας ἕνα
εἶναι βέβαιο: πὼς κερίζουμε ἤ χάνουμε
πρόσωπα καὶ πράγματα. Ἀκριβὰ πολλὲς
φορές. Κι ὅμως ἔρχεται ἡ ὥρα ποὺ τὰ
θυσιάζουμε, ἰδίως, τὰ δεύτερα, γιατὶ
προκύπτουν πολλαπλὲς ἀνάγκες, ποὺ
πραγματικὰ ἀξίζουν μιᾶς τέτοιας
θυσίας. Πράγματα, λές, εἶναι... Σὲ
ἐφημερία βρισκόμαστε, ἄρα, γιατὶ νὰ
ἐξαρτώμεθα ἀπὸ αὐτά; Καὶ μὲ σφιγμένη
τὴν καρδιὰ τὰ ἀποχωρίζεσαι. Κι ἄς
ἔζησες μαζί τους στιγμὲς κορυφαῖες
κι ἀνεπανάληπτες, ὅπως π. χ. ὅταν
θυσιάσεις κάποιο ἀκίνητο, σπίτι ἤ
οἰκόπεδο, τὰ ὁποῖα
συντρόφευαν τὶς θερινές σου τὶς μέρες
σιμὰ στὴ θάλασσα... Ἀποφασίζεις τότε
νὰ τὸ κρατήσεις στὴ μνήμη σου καὶ στὴ
καρδία σου, ὅσο
γίνεται πιὸ ζωντανὸ κι ἀκέραιο αὐτὸ
ποὺ ἔχασες ἤ ἔδωσες, κι ὕστερα λὲς
ὅτι μέχρις ἐδῶ ἦταν... Πάει πιά. Ἀνήκει
ἀλλοῦ, ὅπως συμβαίνει λ.χ. στά ταξίδι
μας, ὅταν δηλαδή νοικιάζουμε γιὰ λίγες
μέρες -ὅσες χρειαζόμαστε, δηλαδή, ἕνα
δωμάτιο- κι ὅταν ἀναχωροῦμε, ἄλλος
ἐγκαθίσταται ἐκεῖ.
Ὅμως
μὲ τὰ πρόσωπα εἶναι διαφορετικὴ ἡ
κατάσταση, γιατὶ παραμερίζει ὁλόκληρος
κόσμος, μετατίθενται τὰ διαπροσωπικὰ
ὅρια, μικραίνουν, κι ὅλο βλέπεις, βιώνεις
καθαρὰ τὸν συμμαζωμὸ στὸ εἶναι σου,
τὸν ἐγκλεισμό στὸ κελλί σου, ποὺ
εὐτυχῶς, κυρίως τὰ μοναχικὰ τὰ βράδυα,
νοιώθεις καὶ κάποιον ἄλλο νὰ σὲ
συντροφέυει: τὸ Θεό.
Ναί,
δὲ μπορεῖ νὰ λησμονηθεῖ εὔκολα ἡ
κάθε ἀπουσία προσώπου, γιατὶ εἶναι
καὶ μιὰ ὀδυνηρὴ
ἀποβολή. Μιὰ πληγὴ ποὺ ξέρεις ὅτι
θὰ σφαλίσει, ἀλλὰ θ’ ἀφήσει τεκμήρια.
Τὰ σημάδια δηλαδή, πάνω στὴν ψυχή, τὰ
ὁποῖα, ὡστόσο,
μὲ τὸ χρόνο ποὺ σωρεύεται, γίνονται
-ἄν τὸ ἐπιθυμεῖς- καὶ τὰ ὑπομνήματα
ἐκεῖνα, ποὺ σὲ βοηθᾶνε νὰ μὴν
ἐπαναλάβεις τὰ λάθη σου.
Ὡστόσο
οἱ ἀπώλειες μέσα στὸ βίο μας, ἀπὸ τὴν
ὥρα ποὺ θὰ καταλάβουμε τὸν κόσμο ἴσαμε
τὴ στιγμὴ ποὺ θ᾿ ἀναχωρήσουμε, εἶναι
ἀναπόφευκτες καὶ συνάμα πολὺ διδακτικές.
Γιατὶ φανερώνουν, ὅταν τὶς προσέξεις
βαθύτερα, ἕνα μεγάλο κι ἀληθινὸ γεγονός:
Ὅτι ὑπὸ προθεσμίαν εἴμαστε ὅλοι μας,
οἱ μαζεμένοι σ’ αὐτὸ τὸ μεγάλο χωράφι,
ποὺ ὀνομάζεται γῆς. Κι ἄν χάσουμε
ἐμεῖς κάτι ἤ κάποιον, θὰ ἔρθει ἡ ὥρα
ποὺ ἄλλοι θὰ χάσουν κι ἐμᾶς, ὅταν
τελειωτικὰ ἀναχωρήσουμε ἀπὸ τὸν
κόσμο ἐτοῦτο.
Ἕνα
πράγμα σώζει καὶ διακρατεῖ ζωντανὴ
τὴν παρουσία τῶν ὅσων
χάθηκαν: Ἀνθρώπων καὶ πραγματων. Κι
αὐτὸ εἶναι ἡ Μνήμη, ἡ ἀειθαλὴς Μνήμη,
ποὺ ταμιεύει στην ψυχὴ τὰ ὄσα πολύτιμα
θεωρεῖ ὅτι πρέπει νὰ κρατήσει κι
ὕστερα, ὅσα χρόνια τῆς χαριστοῦν νὰ
ζήσει, τὰ διατηρεῖ μέσα της ζωντανά,
φωτεινὰ κι ἀρυτίδωτα. Ἰδίως τὰ
πρόσωπα... Τὰ πρόσωπα ποὺ τὰ λιτανεύει
μὲ ἱεροπρέπεια
καὶ συγκίνηση καὶ τὰ ὑψώνει στὸ
Δημιουργό τους τὰ Ψυχοσάββατα, μὲ
προσευχὴ νοτισμένη ἀπὸ τὰ δάκρυα. Τὰ
καταθέτει δηλαδή, ἐκεῖ ποὺ πραγματικὰ
ἀνήκουν. Καὶ ποὺ ἀνήκουμε κι ἐμεῖς...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου